ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ (Αποστολική Περικοπή)

Αποστολική Περικοπή και Κηρύγματα Αγίων Πατέρων

by admin

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΠΑΣΧΑ (ΘΩΜΑ) — Πράξεις (Ε΄ 12 — 20)

Πρά­ξεις των Απο­στό­λων, κεφ. Ε΄, εδά­φια 11–20

12 Διὰ δὲ τῶν χει­ρῶν τῶν ἀπο­στό­λων ἐγί­νε­το σημεῖα καὶ τέρα­τα ἐν τῷ λαῷ πολ­λά· καὶ ἦσαν ὁμο­θυ­μα­δὸν ἅπαν­τες ἐν τῇ στοᾷ Σολο­μῶν­τος· 13 τν δ λοιπν οδες τόλ­μα κολλσθαι ατος, λλ᾿ μεγά­λυ­νεν ατος λαός· 14 μλλον δ προ­σε­τί­θεν­το πιστεύ­ον­τες τ Κυρί πλή­θη νδρν τε κα γυναικν, 15στε κατ τς πλα­τεί­ας κφέ­ρειν τος σθε­νες κα τιθέ­ναι π κλινν κα κρα­βάτ­των, να ρχο­μέ­νου Πέτρου κν σκι πισκιάσ τιν ατν. 16 συνήρ­χε­το δ κα τ πλθος τν πέριξ πόλε­ων ες ερου­σαλμ φέρον­τες σθε­νες κα χλου­μέ­νους π πνευ­μά­των καθάρ­των, οτινες θερα­πεύ­ον­το παν­τες.

17ναστς δ ρχιε­ρες κα πάν­τες ο σν ατ, οσα αρεσις τν Σαδ­δου­καί­ων, πλή­σθη­σαν ζήλου 18 κα πέβα­λον τς χερας ατν π τος ποστό­λους, κα θεν­το ατος ν τηρή­σει δημο­σί. 19 γγε­λος δ Κυρί­ου δι τς νυκτς νοι­ξε τς θύρας τς φυλακς, ξαγα­γών τε ατος επε· 20 πορεύ­ε­σθε, κα στα­θέν­τες λαλετε ν τ ερ τ λα πάν­τα τ ήμα­τα τς ζως ταύ­της.

12 Με τα χέρια δε των Απο­στό­λων εγί­νον­το πολ­λά και μεγά­λα θαύ­μα­τα, που επι­μαρ­τυ­ρού­σαν την αλή­θειαν του κηρύγ­μα­τός των και επρο­κα­λού­σαν κατά­πλη­ξιν στον λαόν. Και ήσαν όλοι με μια καρ­διά και με μια γνώ­μη εις την στο­άν του Σολο­μών­τος. 13 Από δε τους άλλους, που είχαν πιστεύ­σει, κανείς δεν ετολ­μού­σε να τους πλη­σιά­ση και να ανα­κα­τευ­θή με θάρ­ρος μαζή των, αλλά ο λαός τους ετι­μού­σε και τους εδό­ξα­ζε. 14 Οσον δε επερ­νού­σαν αι ημέ­ραι, ολο­νέν περισ­σό­τε­ρα πλή­θη ανδρών και γυναι­κών προ­σειλ­κύ­ον­το εις την πίστιν του Κυρί­ου και επρο­στί­θεν­το στον αριθ­μόν των πιστών. 15 Ο σεβα­σμός δε και η εκτί­μη­σις του λαού προς αυτούς δια την θεί­αν δύνα­μιν, που ενερ­γού­σε δια μέσου αυτών, ήτο τόσος, ώστε έβγα­ζαν τους ασθε­νείς εις τας πλα­τεί­ας και τους έβα­ζαν οι μεν πλού­σιοι επά­νω εις κλί­νας, οι δε πτω­χοί εις απέ­ριτ­τα κρεβ­βά­τια, ώστε, όταν θα ήρχε­το και θα επερ­νού­σε ο Πετρος, και η σκια του έστω να πέση επά­νω εις κανέ­να από αυτούς, δια να τον θερα­πεύ­ση. 16 Αλλά και το πλή­θος των γύρω πόλε­ων εμα­ζεύ­ον­το εις την Ιερου­σα­λήμ και έφε­ραν τους ασθε­νείς και αυτούς που ηνω­χλούν­το από πονη­ρά πνεύ­μα­τα, οι οποί­οι και εθε­ρα­πεύ­ον­το όλοι.

17 Ο αρχιε­ρεύς όμως και όλοι όσοι ήσαν μαζή με αυτόν, αυτοί που απο­τε­λού­σαν την θρη­σκευ­τι­κήν παρά­τα­ξιν των Σαδ­δου­καί­ων, εκυ­ριεύ­θη­σαν από φθό­νον και κακί­αν και εκι­νή­θη­σαν εναν­τί­ον των Απο­στό­λων. 18 Απλω­σαν δε τα χέρια τους στους Απο­στό­λους, τους επια­σαν και τους έβα­λαν υπό επι­τή­ρη­σιν εις την δημο­σί­αν φυλα­κήν. 19 Αγγε­λος όμως Κυρί­ου κατά την νύκτα ήνοι­ξε τας θύρας της φυλα­κής, τους έβγα­λε έξω και τους είπε· 20 “πηγαί­νε­τε, στα­θή­τε με θάρ­ρος και διδά­σκε­τε εις τας αυλάς του ναού τον λαόν όλα τα λόγια της νέας αυτής ζωής, που σας μετέ­δω­κε ο Ιησούς”.

12 Στο μετα­ξύ με τα χέρια των απο­στό­λων γίνον­ταν συνε­χώς πολ­λά εκπλη­κτι­κά και εξαι­ρε­τι­κά θαύ­μα­τα, που επι­βε­βαί­ω­ναν ότι η διδα­σκα­λία τους ήταν αλη­θι­νή και προ­κα­λού­σαν κατά­πλη­ξη στον λαό. Και όλοι οι πιστοί μαζί με μια καρ­διά μαζεύ­ον­ταν στη στοά του Σολο­μών­τος. 13 Και από τους υπό­λοι­πους που δεν είχαν πιστέ­ψει, κανείς δεν τολ­μού­σε να ανα­κα­τευ­τεί με αυτούς, να αστειευ­τεί μαζί τους και να τους συμ­πε­ρι­φερ­θεί σαν συνη­θι­σμέ­νους ανθρώ­πους του δρό­μου˙ αλλά ο πολύς λαός τους τιμού­σε και τους εγκω­μί­α­ζε. 14 Έτσι ολο­έ­να και περισ­σό­τε­ρο προ­σελ­κύ­ον­ταν πλή­θη ανδρών και γυναι­κών, οι οποί­οι πίστευαν στον Κύριο και γίνον­ταν μέλη της Εκκλη­σί­ας, αυξά­νον­τας κατά πολύ τον αριθ­μό των πιστών. 15 Τόσο πολύ μάλι­στα τους σεβό­ταν ο λαός, ώστε έβγα­ζαν τους αρρώ­στους από τα σπί­τια τους στις πλα­τεί­ες και τους έβα­ζαν πάνω σε πολυ­τε­λή κρε­βά­τια οι πλου­σιό­τε­ροι, και σε φτω­χι­κά και πρό­χει­ρα φορεία οι φτω­χό­τε­ροι, έτσι ώστε, όταν θα περ­νού­σε από το πλή­θος εκεί­νο ο Πέτρος, να πέσει έστω και η σκιά του σε κάποιον από τους αρρώ­στους αυτούς για να τον θερα­πεύ­σει. 16 Επι­πλέ­ον μαζεύ­ον­ταν στην Ιερου­σα­λήμ και πλή­θη από τους κατοί­κους των γει­το­νι­κών πόλε­ων˙ όλοι αυτοί έφερ­ναν κάθε είδους αρρώ­στους, καθώς και ανθρώ­πους που υπέ­φε­ραν από ακά­θαρ­τα πνεύ­μα­τα, και όλοι τους θερα­πεύ­ον­ταν.

17 Όλα όμως αυτά προ­κά­λε­σαν την αντί­δρα­ση του αρχιε­ρέ­ως και όλων όσων ήταν μαζί του και απο­τε­λού­σαν τη θρη­σκευ­τι­κή παρά­τα­ξη των Σαδ­δου­καί­ων. Γέμι­σαν οι καρ­διές τους από φθό­νο και κακία και ετοι­μά­στη­καν να δρά­σουν. 18 Άπλω­σαν λοι­πόν τα χέρια τους πάνω στους απο­στό­λους, τους συνέ­λα­βαν και τους έρι­ξαν στη δημό­σια φυλα­κή. 19 Άγγε­λος Κυρί­ου όμως μέσα στη νύχτα άνοι­ξε τις θύρες της φυλα­κής, τους έβγα­λε έξω και τους είπε: 20 “Πηγαί­νε­τε αμέ­σως και στα­θεί­τε γεμά­τοι θάρ­ρος στον ιερό περί­βο­λο του ναού και κηρύ­ξα­τε δημό­σια στον λαό όλα τα λόγια της νέας αυτής ζωής, την οποία σας μετέ­δω­σε ο Ιησούς και από πεί­ρα γνω­ρί­σα­τε”.

12 Διὰ μέσου δὲ τῶν ἀπο­στό­λων γίνον­ταν πολ­λὰ σημεῖα καὶ κατα­πλη­κτι­κὰ θαύ­μα­τα στὸ λαό. Kαὶ συγ­κεν­τρώ­νον­ταν ὅλοι μαζὶ (οἱ πιστοὶ) στὴ στοὰ τοῦ Σολο­μῶν­τος. 13 Kαὶ ἀπὸ τοὺς λοι­ποὺς (τοὺς ἀπί­στους) κανεὶς δὲν τολ­μοῦ­σε ν’ ἀνα­μι­χθῇ μ’ αὐτούς, ἀλλ’ ὁ λαὸς τοὺς ἐγκω­μί­α­ζε. 14 Ὅλο δὲ καὶ προ­σθέ­τον­ταν στὴν Ἐκκλη­σία περισ­σό­τε­ρα πλή­θη ἀνδρῶν καὶ γυναι­κῶν, ποὺ πίστευαν στὸν Kύριο, 15 ὥστε (καὶ) στοὺς δρό­μους νὰ βγά­ζουν τοὺς ἀσθε­νεῖς, καὶ νὰ τοὺς ξαπλώ­νουν πάνω σὲ κλῖ­νες καὶ φορεῖα μὲ τὸ σκο­πό, ὅταν θὰ περ­νοῦ­σε ὁ Πέτρος, ἔστω ἡ σκιά του νὰ πέσῃ σὲ κάποιον ἀπ’ αὐτούς. 16 Συνέρ­ρεε δὲ καὶ τὸ πλῆ­θος τῶν γύρω πόλε­ων στὴν Ἱερου­σα­λήμ, καὶ ἔφε­ραν ἀσθε­νεῖς, καὶ ἀνθρώ­πους ποὺ ἐνω­χλοῦν­ταν ἀπὸ πνεύ­μα­τα ἀκά­θαρ­τα, καὶ θερα­πεύ­ον­ταν ὅλοι.

17 Tότε σηκώ­θη­κε ὁ ἀρχιε­ρεὺς καὶ ὅλοι ὅσοι ἦταν μαζί του, ποὺ ἀνῆ­καν στὸ κόμ­μα τῶν Σαδ­δου­καί­ων, γέμι­σαν ἀπὸ φανα­τι­σμό, 18 καὶ συνέ­λα­βαν τοὺς ἀπο­στό­λους καὶ τοὺς ἔρρι­ξαν σὲ δημο­σία φυλα­κή. 19 Ἀλλ’ ἄγγε­λος Kυρί­ου τὴ νύκτα ἄνοι­ξε τὶς πόρ­τες τῆς φυλα­κῆς καὶ τοὺς ἔβγα­λε ἔξω καὶ εἶπε: 20 «Πηγαί­νε­τε, καὶ στα­θῆ­τε στὸν περί­βο­λο τοῦ ναοῦ, καὶ κηρύτ­τε­τε στὸ λαὸ ὅλα τὰ λόγια τῆς ζωῆς αὐτῆς (τῆς νέας ζωῆς)»

Ιερός Χρυ­σό­στο­μος (Ερμη­νεία Περι­κο­πής)

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ [:Πράξ.5,12–20]

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ

«Διὰ δὲ τῶν χει­ρῶν τῶν ἀπο­στό­λων ἐγί­νε­το σημεῖα καὶ τέρα­τα ἐν τῷ λαῷ πολ­λά· καὶ ἦσαν ὁμο­θυ­μα­δὸν ἅπαν­τες ἐν τῇ στοᾷ Σολο­μῶν­τος· τν δ λοιπν οδες τόλ­μα κολλσθαι ατος, λλ᾿ μεγά­λυ­νεν ατος λαός(:στο μετα­ξύ με τα χέρια των απο­στό­λων γίνον­ταν συνε­χώς πολ­λά εκπλη­κτι­κά και εξαι­ρε­τι­κά θαύ­μα­τα, που επι­βε­βαί­ω­ναν ότι η διδα­σκα­λία τους ήταν αλη­θι­νή και προ­κα­λού­σαν κατά­πλη­ξη στον λαό. Και όλοι οι πιστοί μαζί με μια καρ­διά μαζεύ­ον­ταν στη στοά του Σολο­μών­τος. Και από τους υπό­λοι­πους που δεν είχαν πιστέ­ψει, κανείς δεν τολ­μού­σε ν’ ανα­κα­τευ­τεί με αυτούς, να αστειευ­τεί μαζί τους και να τους συμ­πε­ρι­φερ­θεί σαν συνη­θι­σμέ­νους ανθρώ­πους του δρό­μου˙ αλλά ο πολύς λαός τους τιμού­σε και τους εγκω­μί­α­ζε)»[Πράξ.5,12–13].

«Καὶ ἦσαν ὁμο­θυ­μα­δὸν ἅπαν­τες ἐν τῇ στοᾷ Σολο­μῶν­τος». «Και συγ­κεν­τρώ­νον­ταν», λέγει, «όλοι μαζί με μια ψυχή στη στοά του Σολο­μών­τος». Από αυτό είναι φανε­ρό, ότι δεν ήταν σε οικία, αλλά αφού εισήλ­θαν στο ιερό, διέ­με­ναν εκεί· ούτε πλέ­ον φυλάσ­σον­ται να μην εγγί­ζουν ακά­θαρ­τα, αλλά απλώς άγγι­ζαν τους νεκρούς. Και πρό­σε­χε πώς στους μεν δικούς τους είναι αυστη­ροί, στους ξένους όμως δεν χρη­σι­μο­ποιούν τη δύνα­μη.

«Τν δ λοιπν οδες τόλ­μα κολλσθαι ατος, λλ᾿ μεγά­λυ­νεν ατος λαός(:και από τους υπό­λοι­πους που δεν είχαν πιστέ­ψει, κανείς δεν τολ­μού­σε ν’ ανα­κα­τευ­τεί με αυτούς, να αστειευ­τεί μαζί τους και να τους συμ­πε­ρι­φερ­θεί σαν συνη­θι­σμέ­νους ανθρώ­πους του δρό­μου˙ αλλά ο πολύς λαός τους τιμού­σε και τους εγκω­μί­α­ζε)»[Πράξ.5,13]. Αυτό το λέγει, για να δεί­ξει ότι δεν ήταν πλέ­ον ευκα­τα­φρό­νη­τοι όπως και προ­η­γου­μέ­νως, και ότι σε σύν­το­μο και­ρό και σε μία στιγ­μή έγι­ναν τόσα πολ­λά από τους αλιείς και απλοϊ­κούς αυτούς ανθρώ­πους. Ουρα­νός λοι­πόν ήταν πλέ­ον η γη, εξαι­τί­ας του τρό­που ζωής τους, της παρ­ρη­σί­ας τους, των θαυ­μά­των και όλων αυτών· και σαν ακρι­βώς άγγε­λοι τόσο πολύ θαυ­μά­ζον­ταν χωρίς να υπο­χω­ρούν μπρο­στά σε τίπο­τε, ούτε τον γέλω­τα, ούτε σε απει­λές, ούτε στους κιν­δύ­νους. Όχι μόνο εξαι­τί­ας αυτού, αλλά επει­δή ήταν υπερ­βο­λι­κά φιλάν­θρω­ποι και ενδια­φέ­ρον­ταν γι’αυτούς, άλλους μεν τους βοη­θού­σαν με χρή­μα­τα, άλλους δε με τη θερα­πεία των σωμά­των.

«Μλλον δ προ­σε­τί­θεν­το πιστεύ­ον­τες τ Κυρί πλή­θη νδρν τε κα γυναικν,στε κατ τς πλα­τεί­ας κφέ­ρειν τος σθε­νες κα τιθέ­ναι π κλινν κα κρα­βάτ­των, να ρχο­μέ­νου Πέτρου κν σκι πισκιάσ τιν ατν(:έτσι ολο­έ­να και περισ­σό­τε­ρο προ­σελ­κύ­ον­ταν πλή­θη ανδρών και γυναι­κών, οι οποί­οι πίστευαν στον Κύριο και γίνον­ταν μέλη της Εκκλη­σί­ας, αυξά­νον­τας κατά πολύ τον αριθ­μό των πιστών. Τόσο πολύ μάλι­στα τους σεβό­ταν ο λαός, ώστε έβγα­ζαν τους αρρώ­στους από τα σπί­τια τους στις πλα­τεί­ες και τους έβα­ζαν πάνω σε πολυ­τε­λή κρε­βά­τια οι πλου­σιό­τε­ροι, και σε φτω­χι­κά και πρό­χει­ρα φορεία οι φτω­χό­τε­ροι, έτσι ώστε, όταν θα περ­νού­σε από το πλή­θος εκεί­νο ο Πέτρος, να πέσει έστω και η σκιά του σε κάποιον από τους αρρώ­στους αυτούς για να τον θερα­πεύ­σει)»[Πράξ.5,13–14].

Αυτό το τελευ­ταίο, δηλα­δή η θερα­πεία ακό­μη και από τη σκιά του απο­στό­λου Πέτρου, δεν συνέ­βη­κε κατά την περί­ο­δο που ο Χρι­στός βρι­σκό­ταν επά­νω στη γη· άρα είναι δυνα­τόν και τώρα να βλέ­πει κανείς να πραγ­μα­το­ποιεί­ται εκεί­νο που λέχτη­κε από τον ίδιο τον Κύριο: «μν μν λέγω μν, πιστεύ­ων ες μέ, τ ργα γ ποι κκενος ποι­ή­σει, κα μεί­ζο­να τού­των ποι­ή­σει, τι γ πρς τν πατέ­ρα μου πορεύ­ο­μαι, κα ,τι ν ατήση­τε ν τ νόμα­τί μου, τοτο ποι­ή­σω, να δοξα­σθ πατρ ν τ υἱῷ. άν τι ατήση­τε ν τ νόμα­τί μου, γ ποι­ή­σω(:άλλω­στε δεν ενερ­γώ μόνο εγώ τα υπερ­φυ­σι­κά αυτά έργα, αλλά και στους άλλους μπο­ρώ να μετα­δώ­σω τη δύνα­μη με την οποία τα επι­τε­λώ. Αλη­θι­νά, αλη­θι­νά σας λέω ότι εκεί­νος που πιστεύ­ει σε μένα, τα υπερ­φυ­σι­κά έργα που εγώ ενερ­γώ θα τα κάνει κι εκεί­νος, αλλά και μεγα­λύ­τε­ρα απ’ αυτά θα κάνει· διό­τι θα θερα­πεύ­ει και θα ανα­σταί­νει ψυχές και θα συν­τε­λεί θαυ­μα­στές αλλοιώ­σεις στην εσω­τε­ρι­κή ζωή των ανθρώ­πων. Και θα τα πραγ­μα­το­ποιεί όλα αυτά με τη δική μου επε­νέρ­γεια. Διό­τι εγώ πηγαί­νω στον επου­ρά­νιο Πατέ­ρα μου για να συμ­βα­σι­λεύ­σω μαζί του, και κάθε τι που θα ζητή­σε­τε με την προ­σευ­χή, επι­κα­λού­με­νοι το όνο­μά μου και δια­τε­λών­τας σε στε­νή κοι­νω­νία και ένω­ση με μένα, θα το πραγ­μα­το­ποι­ή­σω, για να δοξα­σθεί ο Πατήρ δια­μέ­σου του Υιού. Εάν ζητή­σε­τε κάτι επι­κα­λού­με­νοι με πίστη ζων­τα­νή το όνο­μά μου, εγώ θα το πραγ­μα­το­ποι­ή­σω, επει­δή έχω κάθε εξου­σία και δύνα­μη κον­τά στον Πατέ­ρα μου)»[Ιω.14,12].

Μεγά­λη λοι­πόν ήταν η πίστη των προ­σερ­χο­μέ­νων και μεγα­λύ­τε­ρη παρά επί του Χρι­στού. Από πού λοι­πόν έγι­νε αυτό; Από τον ίδιο τον Χρι­στό που δια­κή­ρυ­ξε όσα σας υπεν­θύ­μι­σα παραπάνω[Ιω.14,12: «Εκεί­νος που πιστεύ­ει σε Εμέ­να, τα έργα που κάνω εγώ, θα μπο­ρεί και μεγα­λύ­τε­ρα από αυτά να κάνει»]· διό­τι ενώ αυτοί έμε­ναν εκεί και δεν περι­φέ­ρον­ταν άσκο­πα, έφερ­ναν όλοι επά­νω στα κρε­βά­τια και τα φορεία τους ασθε­νείς που είχαν και από παν­τού οδη­γού­σε σε αυτούς το θαύ­μα, από εκεί­νους που πίστε­ψαν, από εκεί­νους που θερα­πεύ­τη­καν, από εκεί­νους που τιμω­ρή­θη­καν, από το θάρ­ρος τους προς εκεί­νους, από την αρε­τή των απο­στό­λων, που δεν πίστε­ψαν απλώς· καθό­σον βέβαια δεν ήταν το γεγο­νός μόνο των σημεί­ων· διό­τι εάν και αυτοί δεί­χνον­τας μετριο­φρο­σύ­νη, απο­δί­δουν σε Αυτόν το παν, λέγον­τας ότι κάνουν αυτά με την επί­κλη­ση του ονό­μα­τος του Χρι­στού, αλλά όμως και ο τρό­πος ζωής και η αρε­τή των ανδρών φανέ­ρω­νε αυτό. Και πρό­σε­χε πως εδώ δεν ανα­φέ­ρει αριθ­μό αυτών που πίστε­ψαν, αφή­νον­τας τον ακρο­α­τή να υπο­λο­γί­ζει μόνος του· σε τόσο μεγά­λο πλή­θος επε­κτά­θη­καν τα γεγο­νό­τα της πίστε­ως. Από αυτά και η ανά­στα­ση περισ­σό­τε­ρο δια­κη­ρυσ­σό­ταν.

Δικαιο­λο­γη­μέ­να λοι­πόν, εφό­σον αυξα­νό­ταν η πίστη τους, και τα θαυ­μα­τουρ­γι­κά σημεία γίνον­ταν περισ­σό­τε­ρα και πολύς φόβος υπήρ­χε και στους ομο­πί­στους, επει­δή δεν μας θορυ­βούν τόσο πολύ τα όσα συμ­βαί­νουν στους έξω, όσο τα δικά μας. Αν λοι­πόν είμα­στε όλοι συνε­νω­μέ­νοι μετα­ξύ μας, κανέ­νας δεν θα υπάρ­χει που θα μας πολε­μά όπως ακρι­βώς αν διαι­ρού­μα­στε μετα­ξύ μας, θα συμ­βεί το αντί­θε­το, όλα θα μας επι­τε­θούν.

Από αυτό λοι­πόν και εκεί­νοι έπαιρ­ναν θάρ­ρος και με παρ­ρη­σία εισέρ­χον­ταν και στην αγο­ρά και ανά­με­σα στους εχθρούς και επι­κρα­τού­σαν· εκπλη­ρω­νό­ταν εκεί­νο που έχει λεχθεί: «άβδον δυνά­με­ως ξαπο­στε­λε σοι Κύριος κ Σιών, κα κατα­κυ­ρί­ευε ν μέσ τν χθρν σου(:ράβδο στι­βα­ρή, σκή­πτρο βασι­λι­κό ακα­τα­νί­κη­της δύνα­μης θα σου απο­στεί­λει ο Κύριος από τη Σιών, όπου βρί­σκε­ται ο ιερός ναός Του. Και εσύ κατα­τρό­πω­σε τους εχθρούς σου, για να απο­δει­χτείς θριαμ­βευ­τής και κυρί­αρ­χος ανά­με­σά τους)»[Ψαλμ.109,2], πράγ­μα που ήταν από­δει­ξη και μεγα­λύ­τε­ρης δυνά­με­ως, ότι, αν και συλ­λαμ­βά­νον­ταν και φυλα­κί­ζον­ταν, έκα­ναν αυτά. «Συνήρ­χε­το δ κα τ πλθος τν πέριξ πόλε­ων ες ερου­σαλμ φέρον­τες σθε­νες κα χλου­μέ­νους π πνευ­μά­των καθάρ­των, οτινες θερα­πεύ­ον­το παν­τες (:επι­πλέ­ον μαζεύ­ον­ταν στην Ιερου­σα­λήμ και πλή­θη από τους κατοί­κους των γει­το­νι­κών πόλε­ων˙ όλοι αυτοί έφερ­ναν κάθε είδους αρρώ­στους, καθώς και ανθρώ­πους που υπέ­φε­ραν από ακά­θαρ­τα πνεύ­μα­τα, και όλοι τους θερα­πεύ­ον­ταν)»[Πράξ.5,16].

«ναστς δ ρχιε­ρες κα πάν­τες ο σν ατ, οσα αρεσις τν Σαδ­δου­καί­ων, πλή­σθη­σαν ζήλου κα πέβα­λον τς χερας ατν π τος ποστό­λους, κα θεν­το ατος ν τηρή­σει δημο­σί(:όλα όμως αυτά προ­κά­λε­σαν την αντί­δρα­ση του αρχιε­ρέ­ως και όλων όσων ήταν μαζί του και απο­τε­λού­σαν τη θρη­σκευ­τι­κή παρά­τα­ξη των Σαδ­δου­καί­ων. Γέμι­σαν οι καρ­διές τους από φθό­νο και κακία και ετοι­μά­στη­καν να δρά­σουν. Άπλω­σαν λοι­πόν τα χέρια τους πάνω στους απο­στό­λους, τους συνέ­λα­βαν και τους έρι­ξαν στη δημό­σια φυλα­κή)»[Πράξ.5,17–18].

Δεν υπάρ­χει τίπο­τε θρα­σύ­τε­ρο ούτε τολ­μη­ρό­τε­ρο από την κακία. Από πεί­ρα αφού έμα­θαν την ανδρεία αυτών από εκεί­να που επι­χεί­ρη­σαν προ­η­γου­μέ­νως, παρά ταύ­τα όμως επι­χει­ρούν ξανά και πάλι συγ­κεν­τρώ­νον­ται εναν­τί­ον τους. Τι σημαί­νει: «αφού σηκώ­θη­κε ο αρχιε­ρέ­ας και όλοι όσοι ήταν μαζί του»; Παρα­κι­νή­θη­κε σε ενέρ­γειες, λέγει, και δρα­στη­ριο­ποι­ή­θη­κε από τα γεγο­νό­τα. «Και συνέ­λα­βαν τους απο­στό­λους και τους έρι­ξαν σε δημό­σια φυλα­κή». Τώρα επι­τί­θεν­ται σφο­δρό­τε­ρα εναν­τί­ον τους. Δεν τους δίκα­σαν όμως αμέ­σως, επει­δή ανέ­με­ναν αυτούς να γίνουν πάλι πρά­οι. Και από πού είναι φανε­ρό, ότι σφο­δρό­τε­ρα επι­τέ­θη­καν εναν­τί­ον τους; Από το ότι τους έκλει­σαν σε δημό­σια φυλα­κή.

Πάλι περι­πί­πτουν σε κιν­δύ­νους και πάλι απο­λαμ­βά­νουν την εύνοια του Θεού· και πώς, άκου­σε τα εξής: «γγε­λος δ Κυρί­ου δι τς νυκτς νοι­ξε τς θύρας τς φυλακς, ξαγα­γών τε ατος επε· πορεύ­ε­σθε, κα στα­θέν­τες λαλετε ν τ ερ τ λα πάν­τα τ ήμα­τα τς ζως ταύ­της(: Άγγε­λος Κυρί­ου όμως μέσα στη νύχτα άνοι­ξε τις θύρες της φυλα­κής, τους έβγα­λε έξω και τους είπε: “Πηγαί­νε­τε αμέ­σως και στα­θεί­τε γεμά­τοι θάρ­ρος στον ιερό περί­βο­λο του ναού και κηρύ­ξα­τε δημό­σια στον λαό όλα τα λόγια της νέας αυτής ζωής, την οποία σας μετέ­δω­σε ο Ιησούς και από πεί­ρα γνω­ρί­σα­τε”)»[Πράξ.5,19–20]. Αυτό έγι­νε και για παρη­γο­ρία εκεί­νων και για ωφέ­λεια και διδα­σκα­λία αυτών. Και πρό­σε­χε εκεί­νο που έγι­νε στην περί­πτω­ση του Χρι­στού, αυτό γίνε­ται και τώρα· διό­τι όταν γίνον­ται μεν τα θαύ­μα­τα, δεν αφή­νει αυτούς να δουν, εκεί­να δε με τα οποία ήταν δυνα­τό να μάθουν, αυτά τους παρέ­χει· για παρά­δειγ­μα στην περί­πτω­ση της δικής Του ανα­στά­σε­ως δεν άφη­σε αυτούς να δουν πώς αναστήθηκε(διότι ήταν ανά­ξιοι να δουν αυτήν), αλλά απο­δει­κνύ­ει εκεί­να με τα οποία κατόρ­θω­σε αυτό. Όμοια και στην περί­πτω­ση του κρα­σιού, που έγι­νε από το νερό, δεν βλέ­πουν οι παρακαθήμενοι(διότι μεθού­σαν), και την κρί­ση επι­τρέ­πει σε άλλους.

Έτσι λοι­πόν και εδώ· όταν δηλα­δή εξέρ­χον­ται αυτοί δεν τους βλέ­πουν, απο­δεί­ξεις όμως με τις οποί­ες μπο­ρού­σαν να κατα­νο­ή­σουν τα γενό­με­να, είδαν. Για­τί όμως ο άγγε­λος έβγα­λε αυτούς κατά τη νύχτα; Διό­τι έτσι πιστεύ­τη­καν περισ­σό­τε­ρο, παρά αλλιώς· άλλω­στε ούτε ερώ­τη­ση μπό­ρε­σαν να κάνουν· ούτε βέβαια, αν συνέ­βαι­νε κατά άλλο τρό­πο, αυτοί θα πίστευαν.

«ξαγα­γών τε ατος(:και αφού τους έβγα­λε έξω)»· ο άγγε­λος τους έβγα­λε έξω από τη φυλα­κή, όμως δεν τους οδη­γεί αυτός στο πού έπρε­πε να πάνε· αυτό έγι­νε ώστε και με την ενέρ­γεια αυτή να γίνει γνω­στή η αφο­βία των απο­στό­λων, την οποία και απέ­δει­ξαν όταν νύχτα εισήλ­θαν στο ιερό και δίδα­σκαν. Εάν όμως τους έβγα­ζαν έξω οι φύλα­κες, όπως νόμι­ζαν οι άπι­στοι Ιου­δαί­οι αρχιε­ρείς, θα διέ­φευ­γαν, εφό­σον βέβαια θα πεί­θον­ταν να εξέλ­θουν· μάλ­λον δε, αν εκεί­νοι τους έβγα­ζαν, δεν θα παρέ­με­ναν στο ιερό, αλλά θα δρα­πέ­τευαν. Αυτό μάλι­στα κανέ­νας δεν ήταν τόσο ανόη­τος, ώστε να μην το αντι­λη­φτεί.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επι­μέ­λεια κει­μέ­νου: Ελέ­νη Λιναρ­δά­κη, φιλό­λο­γος

 

ΠΗΓΕΣ:

  • https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-acta apostolorum.pdf

  • Ιωάν­νου του Χρυ­σο­στό­μου Άπαν­τα τα έργα, Υπό­μνη­μα στις Πρά­ξεις των Απο­στό­λων, ομι­λί­ες ΙΒ΄και ΙΓ΄(κατ΄επιλογήν), πατε­ρι­κές εκδό­σεις «Γρη­γό­ριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάν­τιον», Θεσ­σα­λο­νί­κη 1983, τόμος 15, σελί­δες 345–357 και 362–367.

  • Π. Τρεμ­πέ­λα, Η Και­νή Δια­θή­κη με σύν­το­μη ερμη­νεία (από­δο­ση στην κοι­νή νεο­ελ­λη­νι­κή), εκδό­σεις αδελ­φό­τη­τος θεο­λό­γων «Ο Σωτήρ», έκδο­ση τέταρ­τη, Αθή­να 2014.

  • Η Και­νή Δια­θή­κη, Κεί­με­νον και ερμη­νευ­τι­κή από­δο­σις υπό Ιωάν­νου Κολι­τσά­ρα, εκδό­σεις αδελ­φό­τη­τος θεο­λό­γων «Η Ζωή», έκδο­ση τρια­κο­στή τρί­τη, Αθή­να 2009.

  • Η Παλαιά Δια­θή­κη κατά τους εβδο­μή­κον­τα, Κεί­με­νον και σύν­το­μος από­δο­σις του νοή­μα­τος υπό Ιωάν­νου Κολι­τσά­ρα, εκδό­σεις αδελ­φό­τη­τος θεο­λό­γων «Η Ζωή», έκδο­ση τέταρ­τη, Αθή­να 2005.

  • Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλ­τή­ριον με σύν­το­μη ερμη­νεία(από­δο­ση στην κοι­νή νεο­ελ­λη­νι­κή), εκδό­σεις αδελ­φό­τη­τος θεο­λό­γων «Ο Σωτήρ», έκδο­ση τρί­τη, Αθή­να 2016

  • http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm

Αυγου­στί­νος Καν­τιώ­της (Από το βιβλίο “ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ”)

Το κήρυγ­μα δὲν θὰ παύ­σῃ…

«Πορεύ­ε­σθε, καὶ στα­θέν­τες λαλεῖ­τε ἐν τῷ ἱερῷ τῷ λαῷ πάν­τα τὰ ῥήμα­τα τῆς ζωῆς ταύ­της» (Πρaξ. 5,20)

ΠΟΙΟΣ, ἀγα­πη­τοί μου, ποιός θα το περί­με­νε; Ἄνθρω­ποι, ποὺ δὲν ἔμα­θαν γράμ­μα­τα καὶ δὲν φοί­τη­σαν σὲ ἀκα­δη­μί­ες καὶ πανε­πι­στή­μια· ἄνθρω­ποι, ποὺ ὁ κόσμος δὲν τοὺς ἔδι­νε καμ­μιά σημα­σία· ἄνθρω­ποι φτω­χοὶ καὶ ἀδύ­να­τοι, οἱ ἀπό­στο­λοι, ποὺ ἀπὸ τὸ φόβο τους κρύ­φτη­καν τὴν ἡμέ­ρα τῆς Μεγά­λης Παρα­σκευ­ῆς καὶ δὲν τολ­μοῦ­σαν νὰ βγοῦν καὶ νὰ κάνουν μιὰ ἐπί­σκε­ψι στὸν τάφο τοῦ Χρι­στοῦ, πῶς συμ­βαί­νει, οἱ ἄνθρω­ποι αὐτοὶ νὰ παρου­σιά­ζων­ται τώρα δημο­σίᾳ καὶ νὰ κηρύτ­τουν μὲ δύνα­μι τὸ Χρι­στό; Πῶς οἱ δει­λοὶ ἔγι­ναν γεν­ναῖ­οι καὶ ἀτρό­μη­τοι; Πῶς οἱ ἀγράμ­μα­τοι ἔγι­ναν ῥήτο­ρες καὶ σοφοί; Πῶς ἔγι­νε ἡ μετα­βο­λὴ αὐτή; Δὲν ἐξη­γεῖ­ται, παρὰ μόνο ἂν παρα­δε­χτοῦ­με, ὅτι μεγά­λα γεγο­νό­τα ἐπέ­δρα­σαν στη ζωή τους, τοὺς συνε­κλό­νι­σαν κυριο­λε­κτι­κῶς καὶ τοὺς ἔκα­ναν νὰ ἀλλά­ξουν. Καὶ τὰ γεγο­νό­τα αὐτὰ εἶνε δύο.

Τὸ ἕνα εἶνε ἡ ἀνά­στα­σι τοῦ Χρι­στοῦ. Καὶ τὸ ἄλλο εἶνε ἡ ἐπι­φοί­τη­σι τοῦ ἁγί­ου Πνεύ­μα­τος. Οἱ ἀπό­στο­λοι εἶδαν, ναὶ εἶδαν μὲ τὰ μάτια τους, τὸ Χρι­στὸ ποὺ ἀνα­στή­θη­κε ἀπὸ τὸν τάφο. Οἱ ἀπό­στο­λοι πίστε­ψαν στὸ Χρι­στὸ ἀπό­λυ­τα. Καμ­μιά ἀμφι­βο­λία δὲν ὑπῆρ­χε πιὰ στὴν ψυχή τους. Πῆραν δὲ κατό­πιν, σύμ­φω­να μὲ τὴν ὑπό­σχε­σι τοῦ Χρι­στοῦ (Λουκ. 24,49), «δύνα­μιν ἐξ ὕψους», Πνεῦ­μα ἅγιο, καὶ τότε οἱ λαγοὶ ἔγι­ναν λιον­τά­ρια. «Αὕτη ἡ ἀλλοί­ω­σις τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψί­στου» (Ψαλμ. 76,11).

Καὶ βλέ­που­με σήμε­ρα, στήν περι­κο­πὴ ποὺ δια­βά­στη­κε, βλέ­που­με τοὺς ἀπο­στό­λους με πόση ἐπι­τυ­χία κηρύτ­τουν τὸ εὐαγ­γέ­λιο τοῦ Χρι­στοῦ. Ποτέ το κήρυγ­μα τοῦ εὐαγ­γε­λί­ου δὲν σημεί­ω­σε τόση πρό­ο­δο ὅση στίς μέρες τῶν ἀπο­στό­λων. Δὲν βλέ­πε­τε; Ἄνθρω­ποι ἄπι­στοι καὶ διε­φθαρ­μέ­νοι, ἄνθρω­ποι ποὺ μισοῦ­σαν τὸ Χρι­στὸ καὶ τὴ Μεγά­λη Παρα­σκευή μαζεύ­τη­καν στο δικα­στή­ριο καὶ φώνα­ζαν «Σταύ­ρω­σον σταύ­ρω­σον αὐτόν» (Λουκ. 23,21), αὐτοὶ τώρα ἀκοῦ­νε τοὺς ἀπο­στό­λους νὰ κηρύτ­τουν, καὶ μετα­νο­οῦν καὶ βαπτί­ζον­ται κατὰ ἑκα­τον­τά­δες καὶ χιλιά­δες.

* * *

Ἡ αὔξη­σι τῆς πρώ­της Ἐκκλη­σί­ας εἶνε ἕνα ἄλλο θαυ­μά­σιο γεγο­νός, ποὺ δὲν μπο­ρεῖ κανείς νὰ τὸ ἀρνη­θῇ. Ποῦ ἄρα­γε ὀφεί­λε­ται ἡ κατα­πλη­κτι­κὴ πρό­ο­δος τῆς πρώ­της Ἐκκλη­σί­ας; Ἀπαν­τοῦ­με. Ἡ αὔξη­σι αὐτὴ τῆς Ἐκκλη­σί­ας ὀφεί­λε­ται στὸ κήρυγ­μα τῶν ἀπο­στό­λων, κήρυγ­μα ποὺ ἔβγαι­νε σὰν φωτιὰ ἀπὸ τὰ στό­μα­τα καὶ φώτι­ζε καὶ θέρ­μαι­νε τίς παγω­μέ­νες καρ­διές. Αὐτοὶ ποὺ τοὺς ἄκου­γαν κατα­λά­βαι­ναν, ὅτι οἱ ἀπό­στο­λοι πιστεύ­ουν σ’ αὐτὰ ποὺ κηρύτ­τουν καὶ ὅτι εἶνε ἕτοι­μοι νὰ χύσουν καὶ τὴν τελευ­ταία στα­λαγ­μα­τιὰ τοῦ αἵμα­τός τους γιὰ τὸ Χρι­στό. Χωρὶς τὸ κήρυγ­μα τῶν ἀπο­στό­λων ποιά θὰ ἦταν ἡ αὔξη­σι καὶ ἡ πρό­ο­δος τῆς Ἐκκλη­σί­ας; Τὸ κήρυγ­μα εἶνε ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλη­σί­ας. Ποιό κήρυγ­μα ὅμως; Ὄχι ὁποιο­δή­πο­τε κήρυγ­μα, ἀλλὰ τὸ κήρυγ­μα ἐκεῖ­νο ποὺ κάνουν πραγ­μα­τι­κοί κήρυ­κες τοῦ εὐαγ­γε­λί­ου, ἄνθρω­ποι ποὺ πιστεύ­ουν καὶ εἶνε ἕτοι­μοι νὰ ὑπο­στοῦν κάθε θυσία.

Ἕνας λόγος ποὺ προ­ώ­δευε καὶ αὐξα­νό­ταν ἡ πρώ­τη Ἐκκλη­σία ἦταν τὸ κήρυγ­μα τῶν ἀπο­στό­λων. Ἀλλ’ ἐκτὸς αὐτοῦ ὑπῆρ­χε καὶ κάτι ἄλλο ποὺ συν­τε­λοῦ­σε στὴν αὔξη­σι καὶ πρό­ο­δο τῆς Ἐκκλη­σί­ας. Καὶ αὐτὸ ἦταν τὰ θαύ­μα­τα ποὺ ἔκα­ναν οἱ ἀπό­στο­λοι. Καθὼς λέει ὁ σημε­ρι­νός Ἀπό­στο­λος, «διὰ τῶν χει­ρῶν τῶν ἀπο­στό­λων ἐγί­νε­το σημεῖα καὶ τέρα­τα ἐν τῷ λαῷ πολ­λά» (Πραξ. 5,12). Ποιά τὰ θαύ­μα­τα; Ὅπου οἱ ἀπό­στο­λοι στὰ Ιερο­σό­λυ­μα ἐπρό­κει­το νὰ περά­σουν, οἱ ἄνθρω­ποι ἔφερ­ναν στὰ κρε­βά­τια τοὺς ἀρρώ­στους. Καὶ περί­με­ναν ἐκεῖ, στους δρό­μους καὶ στὶς πλα­τεῖ­ες τῆς πόλε­ως. Περί­με­ναν τὸ πέρα­σμα τῶν ἀπο­στό­λων. Εἶχαν τόση δύνα­μι οἱ ἀπό­στο­λοι νὰ θερα­πεύ­ουν τοὺς ἀρρώ­στους ἀπ ̓ ὁποια­δή­πο­τε ἀρρώ­στια καὶ ἂν ἔπα­σχαν, ὥστε ἔφτα­νε νὰ πέσῃ μόνο ἡ σκιὰ τοῦ Πέτρου πάνω στοὺς ἀρρώ­στους, καὶ ἐγί­νον­το καλά. Καὶ ὄχι μόνο ἄρρω­στοι ἀπὸ τὰ Ιερο­σό­λυ­μα, ἀλλὰ καὶ ἄρρω­στοι ποὺ ἔρχον­ταν ἀπὸ τὶς γύρω πόλεις καὶ τὰ χωριά, καὶ οἱ δαι­μο­νι­ζό­με­νοι, ὅλοι θερα­πεύ­ον­ταν μὲ τὴ θαυ­μα­τουρ­γι­κή δύνα­μι τῶν ἀπο­στό­λων. Ἔτσι τὸ κήρυγ­μα τῶν ἀπο­στό­λων μὲ τὰ θαύ­μα­τα ποὺ ἔκα­ναν ἔπαιρ­νε μιὰ λάμ­ψι πρω­το­φα­νῆ καὶ ἔκα­νε τοὺς ἀνθρώ­πους νὰ πιστεύ­ουν καὶ νὰ μετα­νο­οῦν. Ὤ ἂν καὶ οἱ σημε­ρι­νοί κήρυ­κες τοῦ εὐαγ­γε­λί­ου εἶχαν τὴ δύνα­μι νὰ κάνουν καὶ θαύ­μα­τα!

* * *

Ἀλλ’ ἡ πρό­ο­δος τοῦ εὐαγ­γε­λί­ου καὶ ἡ αὔξη­σι αὐτὴ τῆς Ἐκκλη­σί­ας, ὅπως ἦταν ἑπό­με­νο, προ­κά­λε­σε ἀνη­συ­χία. Δὲν ἄρε­σε στοὺς ἄρχον­τες τῶν Ἰου­δαί­ων. Αὐτοὶ θανά­τω­σαν τὸ Χρι­στό, καί νόμι­σαν ὅτι ἔτσι θὰ πάψῃ πιὰ νὰ ἀκού­γε­ται τὸ κήρυγ­μα ποὺ τοὺς ἐτά­ρα­ζε. Καὶ τώρα, ὕστε­ρα ἀπὸ τὸ θάνα­τό του, νὰ βλέ­πουν ὅτι τὸ κήρυγ­μα δὲν στα­μά­τη­σε, ἀλλὰ συνε­χί­ζε­ται μὲ τόση πρό­ο­δο καὶ ἐπι­τυ­χία; Αὐτὸ δὲν τὸ περί­με­ναν. Τὸ κήρυγ­μα τοὺς ἔκαί­γε. Γι’ αὐτὸ διέ­τα­ξαν συλ­λή­ψεις.

Συνέ­λα­βαν τοὺς ἀπο­στό­λους καὶ τοὺς ἔρρι­ξαν στὴ φυλα­κή. Ἔτσι νόμι­σαν, ὅτι θὰ πάψῃ πιὰ ν ̓ ἀκού­γε­ται τὸ ὄνο­μα τοῦ Χρι­στοῦ. Ἀλλὰ πόσο καὶ πάλι ἔπε­σαν ἔξω στοὺς ὑπο­λο­γι­σμούς τους! Νέο θαῦ­μα ἔγι­νε. Επε­νέ­βη ὁ Θεός. Ἄγγε­λος ἄνοι­ξε τὴ νύχτα τὴ φυλα­κή, ἔβγα­λε ἔξω τοὺς ἀπο­στό­λους καὶ τοὺς εἶπε· «Πορεύ­ε­σθε, καὶ στα­θέν­τες λαλεῖ­τε ἐν τῷ ἱερῷ τῷ λαῷ πάν­τα τὰ ῥήμα­τα τῆς ζωῆς ταύ­της» (Πράξ. 5,20). Δηλα­δὴ τοὺς εἶπε ὁ ἄγγε­λος Πηγαί­νε­τε καὶ στα­θῆ­τε ἐκεῖ ὅπου κηρύτ­τα­τε. Στα­θῆ­τε ἄφο­βοι καὶ ἀτρό­μη­τοι, καὶ κηρύτ­τε­τε τὰ λόγια που φέρ­νουν τὴ ζωὴ στὶς νεκρω­μέ­νες ψυχές. Κηρύτ­τε­τε στο λαό. Ναί, στὸ λαό, τονί­ζει ὁ ἄγγε­λος, ποὺ σημαί­νει ὅτι, ἐὰν οἱ ἄρχον­τες, ποὺ ἔχουν τὴν ἐξου­σία καὶ εἶνε γεμᾶ­τοι ἀπὸ ἐγωι­σμὸ καὶ ὑπε­ρη­φά­νεια, ἐὰν αὐτοὶ δὲν θέλουν ν ̓ ἀκού­σουν τὸ κήρυγ­μα, ἐσεῖς μὴν ἐπη­ρε­α­σθῆ­τε ἀπὸ τὴν ἄρνη­σί τους, μή φοβη­θῆ­τε ἀπὸ τοὺς διωγ­μούς τους. Υπάρ­χει λαός. Υπάρ­χουν γυναῖ­κες καὶ ἄνδρες. Υπάρ­χουν νέοι καὶ νέες καὶ παι­διά. Υπάρ­χει ἕνας λαός, ποὺ δὲν ἔχει μέσα του τὴν ὑπε­ρη­φά­νεια τῶν μεγά­λων, καὶ ἔχει τὴν καλὴ διά­θε­σι ν ̓ ἀκούῃ τὸ κήρυγ­μα. Τὸ κήρυγ­μά σας, κήρυγ­μα τοῦ Χρι­στοῦ, ἀνώ­τε­ρο ἀπ’ ὅλα τὰ κηρύγ­μα­τα τοῦ κόσμου, δὲν μπο­ρεῖ παρὰ νὰ συγ­κι­νή­σῃ τὸ λαό, ποὺ βαρέ­θη­κε ν’ ἀκούῃ τὰ ἀνού­σια κηρύγ­μα­τα γραμ­μα­τέ­ων φαρι­σαί­ων καὶ σαδ­δου­καί­ων.

* * *

«Λαλεῖ­τε ἐν τῷ ἱερῷ τῷ λαῷ πάν­τα τὰ ῥήμα­τα τῆς ζωῆς ταύ­της» (Πράξ. 5,20). Ἀλλ’ ἡ φωνὴ αὐτὴ τοῦ ἀγγέ­λου δια­βαί­νει τοὺς αἰῶ­νες καὶ φτά­νει μέχρι σ’ ἐμᾶς. Ἀπευ­θύ­νε­ται καὶ στοὺς σημε­ρι­νοὺς κήρυ­κες καὶ ἀπο­στό­λους τοῦ Χρι­στοῦ. Για­τὶ τὸ κήρυγ­μα δὲν πρέ­πει ποτέ νὰ παύ­σῃ. Κανείς δὲν μπο­ρεῖ νὰ τὸ στα­μα­τή­σῃ. Ποτά­μι μὲ ὁρμη­τι­κὰ νερὰ ποιός μπο­ρεῖ νὰ στα­μα­τή­σῃ τὴν πορεία του μὲ φράγ­μα­τα; Τὸ ποτά­μι θὰ γκρε­μί­σῃ τὰ φράγ­μα­τα καὶ θὰ συνε­χί­σῃ τὴν πορεία του. Τὸ ποτά­μι δὲν μπο­ρεῖ παρὰ νὰ τρέ­χῃ. Καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἔχει ἀπο­στο­λὴ νὰ τρέ­χῃ. Ναί, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ θὰ τρέ­χῃ, θὰ κηρύτ­τε­ται σ ̓ ὅλες τὶς ἐπο­χές, σ’ ὅλους τοὺς αἰῶ­νες, καὶ θὰ φέρ­νῃ παν­τοῦ τὴ θεία εὐλο­γία, καὶ θὰ κάνῃ θαύ­μα­τα, τὰ μεγα­λύ­τε­ρα θαύ­μα­τα. Χέρ­σα καὶ ἄνυ­δρα μέρη θὰ τὰ μετα­βάλ­λῃ σὲ περι­βό­λια ἐκλε­κτὰ τῆς χάρι­τος τοῦ Θεοῦ.

Ὦ ἀρχιε­ρεῖς, ἱερεῖς, θεο­λό­γοι καὶ κήρυ­κες τῆς Ὀρθο­δο­ξί­ας! ἀκοῦ­στε τὴ φωνὴ τοῦ ἀγγέ­λου καὶ μὲ ἡρωι­κό φρό­νη­μα κηρύτ­τε­τε τὸ εὐαγ­γέ­λιο στὸ λαό μας.

Διαβάστε επίσης και τα εξής:

elGreek