ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

Ευαγγελική Περικοπή και Κηρύγματα Αγίων Πατέρων

by admin

ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ - ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ (ιζ΄ 14 - 23)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπός τις προσῆλθεν τῷ Ἰησοῦ, γονυπετῶν αὐτὸν καὶ λέγων· 15Κύριε, ἐλέησόν μου τὸν υἱόν, ὅτι σεληνιάζεται καὶ κακῶς πάσχει· πολλάκις γὰρ πίπτει εἰς τὸ πῦρ καὶ πολλάκις εἰς τὸ ὕδωρ. 16καὶ προσήνεγκα αὐτὸν τοῖς μαθηταῖς σου, καὶ οὐκ ἠδυνήθησαν αὐτὸν θεραπεῦσαι. 17ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· Ὦ γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη! ἕως πότε ἔσομαι μεθ’ ὑμῶν; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετέ μοι αὐτὸν ὧδε. 18καὶ ἐπετίμησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἐξῆλθεν ἀπ’ αὐτοῦ τὸ δαιμόνιον καὶ ἐθεραπεύθη ὁ παῖς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης. 19Τότε προσελθόντες οἱ μαθηταὶ τῷ Ἰησοῦ κατ’ ἰδίαν εἶπον· Διατί ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό; 20ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Διὰ τὴν ἀπιστίαν ὑμῶν. ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἐὰν ἔχητε πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως, ἐρεῖτε τῷ ὄρει τούτῳ, μετάβηθι ἐντεῦθεν ἐκεῖ, καὶ μεταβήσεται· καὶ οὐδὲν ἀδυνατήσει ὑμῖν. 21τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ. 22Ἀναστρεφομένων δὲ αὐτῶν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Μέλλει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοσθαι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων 23καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθήσεται.

14 Και όταν κατέβηκαν και ήλθαν προς το πλήθος, επλησίασεν αυτόν ένας άνθρωπος, που εγονάτισε εμπρός του με ευλάβειαν και είπε· 15 “Κυριε σπλαγχνίσου το παιδί μου, διότι σεληνιάζεται και ταλαιπωρείται πολύ φοβερά· διότι πολλές φορές πίπτει εις την φωτιά και πολλές φορές στο νερό. 16 Και έφερα αυτόν προς τους μαθητάς σου με την παράκλησιν να τον θεραπεύσουν και αυτοί δεν ημπόρεσαν να του χαρίσουν την θεραπείαν”. 17 Απεκρίθη δε ο Ιησούς και είπεν· “ω γενεά άπιστος και διεστραμμένη από την κακίαν! Εως πότε θα είμαι μαζή σας; Εως πότε θα σας ανέχωμαι; Φερετε μου αυτόν εδώ”. 18 Και επέπληξεν ο Ιησούς το δαιμόνιον και εβγήκεν αυτό από το παιδί, το οποίον και εθεραπεύθη από την ώρα εκείνην. 19 Τοτε επλησίασαν οι μαθηταί τον Ιησούν ιδιαιτέρως και είπαν· “διατί ημείς δεν ημπορέσαμεν να διώξωμε αυτό το δαιμόνιον;” (Είπαν δε τούτο, διότι εις άλλας περιστάσεις είχαν εκδιώξει δαιμόνια). 20 Ο δε Ιησούς είπεν εις αυτούς· “ένεκα της απιστίας σας. Διότι σας διαβεβαιώνω, εάν έχετε πίστιν σαν το μικρό σπόρο του σιναπιού, θα πήτε στο βουνό τούτο· πήγαινε από εδώ εκεί και θα πάη και τίποτε δεν θα είναι για σας αδύνατον. 21 Μαθετε δε ότι αυτό το είδος των δαιμονίων δεν εκδιώκεται παρά με προσευχήν και νηστείαν”. 22 Ενώ δε περιήρχοντο εις την Γαλιλαίαν, είπε εις αυτούς ο Ιησούς· “ο Υιός του ανθρώπου μέλλει να παραδοθή εις τα χέρια μοχθηρών ανθρώπων 23 και θα τον θανατώσουν, και κατά την τρίτην ημέρα θα αναστηθή”. Και ελυπήθησαν παρά πολύ οι μαθηταί.

14 Κι όταν έφθασαν στο πλήθος του λαού, τον πλησίασε κάποιος άνθρωπος που γονάτισε μπροστά του κι έλεγε: 15 Κύριε, λυπήσου και σπλαχνίσου το παιδί μου, διότι σεληνιάζεται και υποφέρει άσχημα, αλλά και κινδυνεύει τον έσχατο κίνδυνο. Διότι πολλές φορές πέφτει στη φωτιά, και πολλές φορές στο νερό, και κινδυνεύει έτσι να καεί ή να πνιγεί. 16 Και τον έφεραν στους μαθητές σου, αλλά δεν μπόρεσαν να τον θεραπεύσουν. 17 Ο Ιησούς τότε αποκρίθηκε: Ώ γενεά που τόσα θαύματα είδες και είσαι ακόμη άπιστη, κι απ΄ την κακία σου είσαι διεστραμμένη! Έως πότε θα σας ανέχομαι; Φέρτε τον μου εδώ. 18 Τότε τον επέπληξε ο Ιησούς και βγήκε απ’ αυτόν το δαιμόνιο και θεραπεύτηκε το παιδί απ’ την ώρα εκείνη. 19 Τότε οι μαθητές πλησίασαν ιδιαιτέρως τον Ιησού κα του είπαν: Γιατί εμείς δεν μπορέσαμε να βγάλουμε το δαιμόνιο αυτό; 20 Και ο Κύριος τους είπε: Επειδή σας λείπει η πίστη. Διότι αληθινά σας λέω, εάν έχετε πίστη θερμή και δυνατή σαν το μικρό σπόρο του σιναπιού, θα πείτε στο βουνό αυτό, πήγαινε από εδώ εκεί, και θα μετακινηθεί. Και τίποτε δεν θα είναι αδύνατο σε σας. 21 Αυτό όμως το είδος των δαιμόνων δεν βγαίνει από τον άνθρωπο που έχει καταληφθεί από αυτό, παρά μόνο με προσευχή που συνοδεύεται και με νηστεία, ώστε η προσευχή να γίνεται με διάνοια όσο δυνατόν ελαφρότερη και περισσότερο προσηλωμένη στο Θεό. 22 Κι ενώ αυτοί περιόδευαν στη Γαλιλαία, τους είπε ο Ιησούς: Ο υιός του ανθρώπου πρόκειται να παραδοθεί πολύ σύντομα σε χέρια ανθρώπων, 23 και θα τον θανατώσουν, και την τρίτη ημέρα από τον θάνατό του θα αναστηθεί. Και οι μαθητές λυπήθηκαν πάρα πολύ.

14 Καὶ ὅτανἔφθασαν στὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ, ἦλθε σ᾽ αὐτὸν κάποιος ἄνθρωπος, ποὺ γονάτισε μπροστά του 15 καὶἔλεγε: «Κύριε, ἐλέησε (λυπήσου καὶ σῶσε) τὸν υἱό μου, διότι σεληνιάζεται καὶ υποφέρει φοβερά. Πολλὲς δὲ φορὲς πέφτει στὴ φωτιὰ καὶ πολλὲς στὸ νερό. 16 Καὶ τὸν ἔφερα στοὺς μαθητάς σου, ἀλλὰ δὲν μπόρεσαν νὰ τὸν θεραπεύσουν». 17 Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπε τότε: «Ὦ γενεὰ ἄπιστη καὶ διεστραμμένη! Ἕως πότε θὰ εἶμαι μαζί σας; Ἕως πότε θὰ σᾶς ἀνέχωμαι; Φέρτε μου αὐτὸν ἐδῶ». 18 Καὶ στρεφόμενος πρὸς αὐτὸνἔδωσεν αὐστηρὸ παράγγελμα ὁ Ἰησοῦς καὶ βγῆκε ἀπ᾽ αὐτὸν τὸ δαιμόνιο καὶ θεραπεύτηκε τὸ παιδὶ ἀπὸ τὴ στιγμὴ ἐκείνη. 19 Τότε πῆγαν οἱ μαθηταὶ στὸν Ἰησοῦ ἰδιαιτέρως καὶ τοῦ εἶπαν: «Γιατί ἐμεῖς δὲν μπορέσαμε νὰ τὸ βγάλωμε (τὸ δαιμόνιο);». 20 Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε: «Λόγῳ τῆς ἀπιστίας σας. Ἀληθινὰ δὲ σᾶς λέγω, ἂν ἔχετε πίστι (θερμὴ καὶ δυνατὴ) σὰν τὸ σπόρο τοῦ σιναπιοῦ, θὰ εἰπῆτε σ᾽ αὐτὸ τὸ ὄρος: “Μετατοπίσου ἀπὸ ἐδῶ ἐκεῖ”, καὶ θὰ μετατοπισθῇ. Καὶ τίποτε δὲν θὰ εἶναι ἀδύνατο σὲ σᾶς. 21 Ἀὐτοῦ δὲ τοῦ εἴδους τὰ δαιμόνια δὲν βγαίνουν, παρὰ μὲ προσευχὴ καὶ μὲ νηστεία». 22 Ἐνῷ δὲ περιώδευαν στὴ Γαλιλαία, τοὺς εἶπε ὁ Ἰησοῦς: «Μέλλει ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου νὰ παραδοθῇ σὲ χέρια ἀνθρώπων. 23 Καὶ θὰ τὸν θανατώσουν, καὶ τὴν τρίτη ἡμέρα θὰ ἀναστηθῇ». Καὶ λυπήθηκαν πάρα πολύ.

Ιερός Χρυσόστομος (Υπομνηματισμός Περικοπής)

ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ[: Ματθ.17, 14-23]

Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΣΕΛΗΝΙΑΖΟΜΕΝΟΥ ΝΕΟΥ

«Κα λθόντων ατν πρς τν χλον προσλθεν ατ νθρωπος γονυπετν ατν κα λέγων· Κύριε, λέησόν μου τν υόν, τι σεληνιάζεται κα κακς πάσχει· πολλάκις γρ πίπτει ες τ πρ κα πολλάκις ες τ δωρ. κα προσήνεγκα ατν τος μαθητας σου, κα οκ δυνήθησαν ατν θεραπεσαι(:Και όταν κατέβηκαν από το όρος της Μεταμορφώσεως και ήλθαν προς το πλήθος, πλησίασε Αυτόν ένας άνθρωπος, που γονάτισε εμπρός Του και είπε: “Κύριε, σπλαχνίσου το παιδί μου, διότι σεληνιάζεται, ταλαιπωρείται και υποφέρει άσχημα, αλλά και κινδυνεύει τον έσχατο κίνδυνο· διότι πολλές φορές πέφτει στη φωτιά και πολλές φορές στο νερό, και κινδυνεύει έτσι να καεί ή να πνιγεί. Και έφερα αυτόν προς τους μαθητές Σου με την παράκληση να τον θεραπεύσουν και αυτοί δεν μπόρεσαν να του χαρίσουν την θεραπεία”)»[Ματθ.17,14-16].

Αυτόν τον άνθρωπο η Γραφή μάς τον παρουσιάζει πάρα πολύ ασθενή ως προς την πίστη· και τούτο είναι φανερό από πολλά σημεία, και από αυτό το οποίο είπε ο Χριστός: «Ε δύνασαι πιστεσαι, πάντα δυνατ τ πιστεύοντι (:Εάν εσύ μπορείς να πιστέψεις, θα γίνει ό,τι καλό επιθυμείς, επειδή σε εκείνον που πιστεύει όλα είναι δυνατά)»[Μάρκ.9,23] και από αυτό το οποίο είπε ο πατέρας αυτός που προσήλθε στον Κύριο: «Βοήθει μου τ πιστί(:Πιστεύω, Κύριε, ότι έχεις τη δύναμη να με βοηθήσεις. Βοήθησέ με να απαλλαγώ απ’ την ολιγοπιστία μου και αναπλήρωσε εσύ την έλλειψη της πίστεώς μου)»[Μάρκ.9,24]· και από το να διατάξει ο Χριστός τον δαίμονα να μην εισέλθει πλέον σε αυτόν· και από το να πει πάλι ο άνθρωπος στον Χριστό: «Ε τι δύνασαι(:Εάν μπορείς να κάνεις κάτι)»[Μάρκ.9,22].

«Και γιατί κατηγορεί τους μαθητές», θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς, «εάν η απιστία η δική του υπήρξε η αιτία του να μην εξέλθει ο δαίμονας από το παιδί του;». Για να δείξει ότι είναι δυνατόν σε αυτούς, εάν έχουν πίστη, να θεραπεύσουν πολλές φορές τους ασθενείς, ακόμη και αν αυτοί που επιζητούσαν τη θεραπεία για τους δικούς τους δεν είχαν οι ίδιοι την απαραίτητη πίστη· διότι όπως ακριβώς αρκούσε πολλές φορές η πίστη αυτού που προσέρχονταν στο να λάβει βοήθεια και από μικρότερο ως προς το αξίωμα ακόμη, έτσι πολλές φορές υπήρξε αρκετή η δύναμη και η πίστη αυτών που διενεργούσαν τις θαυματουργικές θεραπείες, στο να θαυματουργήσουν και χωρίς να πιστεύουν οι προσευχόμενοι.

Οι θείες Γραφές πιστοποιούν και τα δύο αυτά· διότι και όσοι βρίσκονταν κοντά στον Κορνήλιο[Πράξ. 10,1 κ.ε.] εξαιτίας της πίστεώς τους προσείλκυσαν τη θεία χάρη· και ακόμη και στην περίπτωση του Ελισαίου, χωρίς κανείς να πιστέψει, αναστήθηκε ένας νεκρός· διότι εκείνοι οι οποίοι έριξαν το νεκρό σώμα μέσα στον τάφο του προφήτη Ελισαίου, όχι εξαιτίας της πίστεως, αλλά εξαιτίας της δειλίας τους το έριξαν απλώς και ως έτυχε, επειδή φοβήθηκαν τον βασανισμό για τον φόνο που είχε γίνει και έφυγαν· και αυτός που ρίχτηκε εκεί μέσα στον τάφο του Ελισαίου είχε πεθάνει και από μόνης της δύναμης του αγίου σώματος του προφήτη αναστήθηκε ο νεκρός[βλ. Δ΄Βασ. 13,20-21:«Κα πέθανεν λισαιέ, κα θαψαν ατόν. κα μονόζωνοι Μωβ λθον ν τ γ λθόντος το νιαυτο· κα γένετο ατν θαπτόντων τν νδρα, κα δο εδον τν μονόζωνον κα ἔῤῥιψαν τν νδρα ν τ τάφ λισαιέ, κα πορεύθη κα ψατο τν στέων λισαι κα ζησε κα νέστη π τος πόδας ατο(:Ο Ελισαίος πέθανε και τον ενταφίασαν. Κατά το επόμενο έτος εισέβαλαν στην χώρα των Ισραηλιτών επιδρομείς Μωαβίτες. Ενώ λοιπόν οι Ισραηλίτες έθαπταν ένα νεκρό, φάνηκαν από μακριά ερχόμενοι οι επιδρομείς Μωαβίτες. Κατελήφθησαν από τρόμο οι Ισραηλίτες και έριξαν τον νεκρό άνδρα στον ανοικτό τάφο του Ελισαίου και τράπηκαν σε φυγή. Ο νεκρός μόλις άγγιξε τα οστά του Ελισαίου, ανέζησε και ανορθώθηκε στα πόδια του)»].Επομένως είναι φανερό ότι στην περίπτωση αυτήν οι μαθητές φάνηκαν ασθενείς στην πίστη, αλλά όχι όλοι· διότι οι στύλοι[δηλαδή ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης. Ο πατέρας εκείνος έφερε τον ασθενή του υιό στους άλλους μαθητές, όταν οι τρεις μαθητές βρίσκονταν στο όρος της Μεταμορφώσεως] δεν παρευρίσκονταν εκεί.

Αλλά και από την άλλη πλευρά πρόσεχε και την αγνωμοσύνη του ανθρώπου αυτού, πώς δηλαδή συναντά τον Ιησού ενώπιον του λαού και ομιλεί εναντίον των μαθητών Του λέγοντας ότι «κα προσήνεγκα ατν τος μαθητας σου, κα οκ δυνήθησαν ατν θεραπεσαι(:και έφερα αυτόν προς τους μαθητές Σου με την παράκληση να τον θεραπεύσουν και αυτοί δεν μπόρεσαν να του χαρίσουν τη θεραπεία)».

Ωστόσο, ο Χριστός, απαλλάσσοντας τους μαθητές από τις κατηγορίες ενώπιον του λαού, επιρρίπτει σε εκείνον τη μεγαλύτερη ευθύνη: « γενε πιστος κα διεστραμμένη! ως πότε σομαι μεθ᾿ μν;(: Ω γενεά άπιστη και διεστραμμένη από την κακία! Έως πότε θα είμαι μαζί σας; Έως πότε θα σας ανέχομαι;)»[Ματθ.17,17], μη απευθυνόμενος μόνο στο πρόσωπο του πατέρα, για να μη φέρει σε δύσκολη θέση τον άνθρωπο αυτόν, αλλά και σε όλους τους Ιουδαίους· διότι φυσικό ήταν να σκανδαλιστούν πολλοί από τους παρόντες και να σκεφτούν περί των μαθητών πράγματα που δεν άρμοζαν. Και όταν λέγει «έως πότε θα είμαι μαζί σας;», αποδεικνύει πάλι ότι είναι ευπρόσδεκτος σε Αυτόν ο θάνατος και κάτι το επιθυμητό, και λίαν αγαπητή η αναχώρηση από αυτήν τη ζωή· και ότι όχι το να σταυρωθεί, αλλά το να είναι μαζί τους είναι βαρύ.

Αλλά όμως δεν σταμάτησε μόνο στις κατηγορίες, αλλά τι λέγει; «Φέρετέ μοι ατν δε(:Φέρετέ μου αυτόν εδώ)». Και ο Ίδιος ρωτά τον πατέρα για πόσο χρόνο είναι ο υιός του ασθενής, και τους μαθητές δικαιολογώντας, και εκείνον οδηγώντας σε καλή ελπίδα, και στο να πιστέψει, ότι θα απαλλαγεί από το κακό. Και αφήνει τον νέο να σπαράζει ακόμη, όχι προς επίδειξη (καθόσον και τον επιτίμησε επειδή συγκεντρωνόταν πολύ πλήθος) αλλά για αυτόν τον πατέρα, ώστε όταν δει το δαιμόνιο να ταράσσεται εξαιτίας του ότι προσκλήθηκε και μόνο ενώπιον του Χριστού, έτσι τουλάχιστον να οδηγηθεί στην πίστη για το επικείμενο θαύμα. Επειδή λοιπόν εκείνος είπε ότι «παιδιόθεν(:από την παιδική του ηλικία)»[Μάρκ.9,21] και ότι «εάν μπορείς, βοήθησέ με», ο Χριστός λέγει «σε εκείνον που πιστεύει όλα είναι δυνατά»[Μάρκ.9,22-23], επιρρίπτοντας πάλι την κατηγορία σε αυτόν.

Και όταν μεν ο λεπρός έλεγε «Κύριε, ἐὰν θέλς δύνασαί με καθαρίσαι(:Κύριε, πιστεύω ότι, εάν θέλεις, μπορείς να με καθαρίσεις από τη λέπρα)»[Λουκ.5,12], μαρτυρώντας με τα λόγια του αυτά τη δύναμη του Κυρίου, ο Χριστός για να επιβεβαιώσει το λεχθέν και να τον επαινέσει έλεγε: «Θέλω, καθαρίσθητι (:Θέλω να καθαριστείς από τη λέπρα, καθαρίσου)»[Λουκ. 5,13]. Όταν όμως αυτός ο πατέρας δεν είπε τίποτε αντάξιο της δυνάμεώς Του με το να πει «εάν δύνασαι, βοήθησέ με», βλέπε πώς το διορθώνει, επειδή δεν ειπώθηκε καλώς. Τι λέγει λοιπόν; «Εάν μπορείς να πιστέψεις, όλα είναι δυνατά σε όποιον πιστεύει»· αυτό σημαίνει: «Έχω τόσο μεγάλο πλούτο δυνάμεως και εξουσίας, ώστε μπορώ να καταστήσω ικανούς και άλλους να επιτελούν αυτά τα θαύματα. Επομένως εάν πιστεύεις όπως πρέπει», λέγει, «και ο ίδιος μπορείς να θεραπεύσεις και αυτόν και άλλους πολλούς».

Και αφού είπε αυτά, ελευθέρωσε τον δαιμονιζόμενο. Εσύ πάλι μην σκέπτεσαι μόνο από αυτό την πρόνοια και την ευεργεσία Του, αλλά και από τον χρόνο εκείνον κατά τον οποίο επέτρεψε την εντός του ανθρώπου παραμονή του δαίμονος· διότι εάν και τότε δεν εκδηλωνόταν στον νέο αυτόν σε τόσο μεγάλο βαθμό η πρόνοια του Θεού, θα είχε προ πολλού απολεσθεί. Καθόσον, όπως λέγει ο δυστυχής εκείνος πατέρας, «το δαιμόνιο ρίχνει τον γιο του άλλοτε στη φωτιά και άλλοτε στο νερό». Και εκείνος ο δαίμονας που αποτολμούσε τέτοια πράγματα σε βάρος του νέου αυτού, ασφαλώς και θα τον οδηγούσε στο θάνατο, εάν ο Θεός δεν του συγκρατούσε τη μεγάλη μανία με ισχυρό χαλινό· όπως ακριβώς συνέβη αυτό και στην περίπτωση των δύο εκείνων γυμνών (δαιμονιζομένων), οι οποίοι έτρεχαν στις ερήμους, και κατέκοπταν τα σώματά τους με πέτρες[Ματθ.8,28 κ.ε.].

Μη θορυβηθείς επίσης, εάν τον αποκαλεί «σεληνιαζόμενο», διότι η ονομασία αυτή ανήκει στον πατέρα του δαιμονιζόμενου. Πώς όμως ο Ευαγγελιστής λέγει ότι «κα πλθεν κο ατο ες λην τν Συρίαν, κα προσήνεγκαν ατ πάντας τος κακς χοντας ποικίλαις νόσοις κα βασάνοις συνεχομένους, κα δαιμονιζομένους κα σεληνιαζομένους κα παραλυτικούς, κα θεράπευσεν ατούς(:διαδόθηκε λοιπόν η φήμη Του σε όλη τη Συρία. Και έφεραν μπροστά Του όλους όσους υπέφεραν από διάφορες αρρώστιες και κατέχονταν από βασανιστικές ασθένειες, δαιμονισμένους και σεληνιασμένους και παραλύτους, και τους θεράπευε)»[Ματθ.4,24].Τους ονομάζει έτσι στηριζόμενος στην αντίληψη των πολλών[κατά τη λαϊκή αντίληψη επί της ασθενείας αυτής ασκούν επίδραση οι φάσεις της σελήνης. Κάποιες μορφές της νόσου κατά την Αγία Γραφή οφείλονται στην επενέργεια των ακαθάρτων πνευμάτων]· διότι ο διάβολος για να διαβάλει το φυσικό στοιχείο, κάνει τους δαιμονιζόμενους να καταλαμβάνονται από κρίσεις και πάλι τους ελευθερώνει κατά τις περιστροφές της σελήνης· όχι διότι εκείνη επενεργεί, μη γένοιτο· αλλά ο διάβολος διαπράττει την κακουργία αυτήν, προς διαβολή του φυσικού στοιχείου. Γι’ αυτό και επικράτησε μεταξύ των ανόητων η εσφαλμένη αυτή αντίληψη, και εξαπατώμενοι αποκαλούν «σεληνιαζομένους» τους δαιμονιζόμενους.

«Τότε προσελθόντες ο μαθητα τ ησο κατ᾿ δίαν επον· διατί μες οκ δυνήθημεν κβαλεν ατό;(:Τότε οι μαθητές πλησίασαν ιδιαιτέρως τον Ιησού κα του είπαν: “Γιατί εμείς δεν μπορέσαμε να βγάλουμε το δαιμόνιο αυτό;” (Και αυτό το είπαν, διότι σε άλλες περιστάσεις είχαν εκδιώξει δαιμόνια)»][Ματθ. 17,19]. Σε εμένα φαίνονται ότι αγωνιούν και φοβούνται μην τυχόν έχασαν τη χάρη, την οποία τους είχε εμπιστευθεί ο Θεός· διότι έλαβαν εξουσία κατά δαιμόνων ακαθάρτων[Ματθ.10,8: «σθενοντας θεραπεύετε, λεπρος καθαρίζετε, νεκρος γείρετε, δαιμόνια κβάλλετε· δωρεν λάβετε, δωρεν δότε(:Και για να επιβεβαιώνεται το κήρυγμά σας, σας δίνω εξουσία και δύναμη να θεραπεύετε ασθενείς, να καθαρίζετε λεπρούς, να ανασταίνετε νεκρούς, να βγάζετε δαιμόνια. Τη χάρη αυτή της θαυματουργίας τη λάβατε δωρεάν, δωρεάν δώστε την και εσείς, χωρίς να παίρνετε χρήματα)»].Γι’ αυτό και ρωτούν, αφού Τον πλησίασαν ιδιαιτέρως, χωρίς να ντρέπονται (διότι εφόσον συνέβη ό,τι συνέβη, και ελέγχθηκαν, ήταν περιττό να ντρέπονται στο εξής να ομολογήσουν με τα λόγια την αδυναμία τους), αλλά επειδή επρόκειτο να Τον ρωτήσουν περί μυστικού και μεγάλου πράγματος.

Τι είπε λοιπόν ο Χριστός; «Δι τν πιστίαν μν· μν γρ λέγω μν, ἐὰν χητε πίστιν ς κόκκον σινάπεως, ρετε τ ρει τούτ μετάβηθι ντεθεν κε, κα μεταβήσεται, κα οδν δυνατήσει μν(:Επειδή σας λείπει η πίστη· διότι αληθινά σας λέω, εάν έχετε πίστη θερμή και δυνατή σαν το μικρό σπόρο του σιναπιού, θα πείτε στο βουνό αυτό, πήγαινε από εδώ εκεί, και θα μετακινηθεί. Και τίποτε δεν θα είναι αδύνατο σε σας)»[Ματθ.17,20].

Εάν όμως ρωτάς «σε ποια περίπτωση μετακίνησαν όρος;», θα σου απαντήσω ότι πραγματοποίησαν πολύ μεγαλύτερα θαύματα, ανασταίνοντας μυρίους νεκρούς· διότι δεν είναι ίσο το να μετακινήσεις όρος και να διώξεις τον θάνατο από ένα νεκρό σώμα. Αναφέρονται δε μετά τους αποστόλους ως άγιοι μερικοί πολύ μικρότεροι ως προς το αξίωμα από εκείνους, οι οποίοι και όταν παρέστη ανάγκη να μετακινήσουν όρη, τα μετακίνησαν[Και ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός σε κήρυγμά του για τη δύναμη της πίστεως, μάς αναφέρει για τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Ιωακείμ(1487-1563),ότι επιτέλεσε παρόμοιο θαύμα:«… Εις την Αλεξάνδρειαν ήτον ένας Πατριάρχης, το όνομά του Ιωακείμ, αγιότατος άνθρωπος, σοφός και ενάρετος. Ακούγοντας ο βασιλεύς τον Πατριάρχην πως ήτον άγιος άνθρωπος, τον αγάπα κατά πολλά. Λέγει ο Εβραίος του βασιλέως: ‘’Κάτι πολλήν αγάπην έχεις με τον Πατριάρχην’’. Του λέγει ο Βασιλεύς: ‘’ο Ιωακείμ, ο Πατριάρχης, είναι καλός, δίκαιος άνθρωπος’’. Του λέγει ο Εβραίος, σαν βεζύρης οπού ήτον: ‘’Κράξε, Βασιλεύ, τον Πατριάρχην να έλθη’’. ..Λέγει ο Εβραίος του Πατριάρχου:’’ Τι θέλομεν να φιλονικώμεν; Εγώ ακούω, οπού λέγει ο Χριστός σας εις το ευαγγέλιον πως όποιος έχει πίστιν όσον με ένα σπυρί σινάπι μετατοπά ένα βουνό από τον τόπον του και πηγαίνει σ’ άλλο μέρος’’. Λέγει ο Πατριάρχης: ‘’Αληθινά, έτσι το λέγει το ευαγγέλιον’’. Λέγει του ο Εβραίος: ‘’λοιπόν, αν είσαι άξιος, πρόσταξε και συ να σηκωθή από τον τόπον του το βουνό και τότε να πιστεύσω’’. ….Ήτον ένα βουνό από την Αίγυπτον έως τρεις ώρες μακριά. Λέγει ο Εβραίος: ‘’Βασιλέα, πρόσταξε τον Πατριάρχη να σηκώση εκείνο το βουνό να πιστεύσωμεν και εμείς’’. Τότε πιάνει ο Πατριάρχης και θυμιάζει από μακριά εκείνο το βουνό και κάμνοντας τον Σταυρόν του τρεις φορές, λέγοντας και το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. ‘’Σε προστάζω εσέ βουνό να σηκωθής και να έρθης εδώ’’. Και, ω του θαύματος! Ευθύς εσηκώθη εκείνο το βουνό και έγινε τρία, εις τύπον της Αγίας Τριάδος, και εκίνησε και ερχόταν. Φωνάζει ο βασιλεύς και λέγει: ‘’για το όνομα του Θεού! Βοήθησέ μας και εχαθήκαμε!’’. Ερχόταν απάνω τους το βουνό. Και κάνοντας πάλιν δέησιν ο Πατριάρχης εστάθη το βουνό έως έξι μίλια μακριά από την Αίγυπτον και το ωνόμασαν Ντουρ νταγ· θέλει να ειπή: « στάσου βουνό πάλιν».Ο Εβραίος δεν επίστευσεν και λέγει: ‘’Πάλιν λέγει το Ευαγγέλιον πως όποιος έχει πίστιν, ανίσως και τύχη ανάγκη να πιή θανάσιμον φαρμάκι, δεν αποθαίνει. Λοιπόν πρόσταξε τον Πατριάρχην να του κάμω ένα φαρμάκι να το πίη’’… Ο Εβραίος παρεσκεύασε ιδίαις χερσίν ένα φαρμάκι, το οποίο μόνο να το ήγγιζες στα χείλη θα απέθνησκες. Ο Πατριάρχης ήπιε όλο το ποτήρι και δεν έπαθε τίποτε. Και λέγει τώρα στον βασιλιά: «Πες του να ξεπλύνη τώρα το ποτήρι και να πιη το ξέπλυμα». Και μόλις το ήπιε ο Εβραίος πέθανε μπροστά σε όλους!»].

Επομένως είναι φανερό ότι και οι απόστολοι θα τα μετακινούσαν εάν παρίστατο ανάγκη. Και εάν τότε δεν παρέστη τέτοια ανάγκη, μην κατηγορείς. Εξάλλου και ο Χριστός δεν είπε ότι «οπωσδήποτε θα μετακινήσετε όρη, αλλά θα μπορέσετε να πράξετε και αυτό». Αν όμως δεν μετακίνησαν όρη (τούτο συνέβη όχι διότι δεν μπόρεσαν – πώς ήταν δυνατόν αφού κατόρθωσαν τα μεγαλύτερα) αλλά επειδή δεν θέλησαν, για το ότι δεν παρέστη ανάγκη. Φυσικό επίσης ήταν και να έχει συμβεί αυτό, και να μην έχει γραφεί· καθόσον δεν έγραψαν οι Ευαγγελιστές όλα τα θαύματα που επιτελέστηκαν από τους μαθητές του Κυρίου. Αλλά βέβαια τότε ήσαν ακόμη πολύ ατελείς πνευματικά.

Τι λοιπόν; Δεν είχαν τότε ούτε αυτήν την πίστη, δηλαδή σαν το σπόρο του σιναπιού; Και βέβαια δεν την είχαν· διότι δεν ήσαν πάντοτε οι ίδιοι· για τούτο και ο Πέτρος άλλοτε μεν μακαρίζεται από τον Κύριο, άλλοτε όμως επιτιμάται. Αλλά και οι υπόλοιποι μαθητές κατηγορούνται από τον Κύριο για πνευματική ατέλεια, όταν δεν αντιλήφθηκαν τον λόγο Του σχετικά με τη ζύμη[βλ. Ματθ.16,6-12].Συνέβη λοιπόν και τότε να φανούν πνευματικά αδύνατοι· διότι ήσαν πνευματικά πάρα πολύ ατελείς πριν από τη σταύρωσή Του. Στην περίπτωση μάλιστα αυτήν ‘’πίστη’’ εννοεί εκείνη με την οποία μπορούσαν να κάνουν θαύματα και αναφέρει τον κόκκο του σιναπιού, για να φανερώσει την απερίγραπτη δύναμη της πίστεως· διότι μολονότι το σινάπι φαίνεται ως προς το μέγεθος μικρό, όμως έχει την πιο μεγάλη δύναμη από όλα. Για να δείξει λοιπόν ότι και ελάχιστη ακόμη, αλλά γνήσια πίστη, μπορεί μεγάλα πράγματα να επιτύχει, ανέφερε το σινάπι· και δεν αρκέστηκε μόνο σε αυτό, αλλά πρόσθεσε και όρη και προχώρησε ακόμη περισσότερο· διότι, λέγει «τίποτε δεν θα σας είναι αδύνατο».

Εσύ όμως θαύμασε από όλα αυτά και τη φιλοσοφία τους και τη δύναμη του Πνεύματος. Την μεν φιλοσοφία τους, επειδή δεν έκρυψαν το ελάττωμά τους, ενώ τη δύναμη του Πνεύματος, διότι τόσο πολύ αναβίβασε, σιγά σιγά, εκείνους που δεν είχαν πίστη ούτε σαν τον κόκκο του σιναπιού, ώστε να πηγάσουν από αυτούς ποταμοί και πηγές πίστεως.

«Τοτο δ τ γένος οκ κπορεύεται ε μ ν προσευχ κα νηστεί(:Αυτό όμως το είδος των δαιμόνων δεν βγαίνει από τον άνθρωπο που έχει καταληφθεί από αυτό, παρά μόνο με προσευχή που συνοδεύεται και με νηστεία, ώστε η προσευχή να γίνεται με διάνοια όσο δυνατόν ελαφρότερη και περισσότερο προσηλωμένη στον Θεό)»[Ματθ.17,21].

Με τα λόγια αυτά ο Κύριος εννοούσε όχι μόνο τους δαίμονες που κατέχουν τους σεληνιαζομένους, αλλά όλο το γένος των δαιμόνων. Βλέπεις πως τώρα με τα λόγια Του αυτά τους προετοιμάζει για να ακούσουν τα σχετικά με τη νηστεία; Μη μου αναφέρεις βέβαια τις σπάνιες εκείνες περιπτώσεις που ορισμένοι εξέβαλαν δαιμόνια και χωρίς νηστεία. Εάν όμως θελήσει κάποιος να το προβάλει αυτό και για εκείνους που επιτιμούν ένα και ενδεχομένως και δύο, αλλά όμως είναι αδύνατον, κάποιος που πάσχει και κάνει τρυφηλή ζωή, να απαλλαγεί κάποτε από αυτήν τη μανία· διότι αυτός που υποφέρει από αυτήν την ασθένεια, αυτός κατεξοχήν έχει ανάγκη από αυτό το πράγμα. «Αλλά όμως», θα πει κάποιος, «εάν έχουμε πίστη, τι χρειάζεται η νηστεία;». Χρειάζεται επειδή και η νηστεία μαζί με την πίστη προσφέρει πολύ μεγάλη δύναμη. Καθόσον προσφέρει πολλή ευσέβεια στον άνθρωπο και τον μεταβάλλει από άνθρωπο σε άγγελο και τον κάνει να αγωνίζεται εναντίον των ασωμάτων δυνάμεων. Αυτό όμως δεν μπορεί να το κάνει μόνη της, αλλά χρειάζεται και προσευχή και μάλιστα η προσευχή κατέχει την πρώτη θέση.

Πρόσεχε λοιπόν πόσα είναι τα αγαθά που προέρχονται από αυτές τις δύο αρετές· διότι αυτός που προσεύχεται και νηστεύει όπως πρέπει, δεν χρειάζεται πολλά πράγματα, και αυτός που δεν χρειάζεται πολλά πράγματα, δεν θα ήταν δυνατόν να γίνει φιλοχρήματος και αυτός που δεν είναι φιλοχρήματος, είναι περισσότερο πρόθυμος για ελεημοσύνη. Αυτός που νηστεύει είναι απαλλαγμένος από βάρη, έχει πτερά και προσεύχεται με καθαρή καρδιά, σβήνει τις πονηρές επιθυμίες και εξευμενίζει τον Θεό και ταπεινώνει την υπερηφανευόμενη ψυχή του.

Για τον λόγο αυτόν και οι Απόστολοι σχεδόν πάντοτε νήστευαν. Αυτός που προσεύχεται και νηστεύει έχει διπλές φτερούγες, πιο ελαφρές και από τους ίδιους τους ανέμους· διότι δεν χασμουριέται κατά την ώρα της προσευχής, ούτε τεντώνεται, ούτε βυθίζεται σε ύπνοπράγμα που το παθαίνουν οι περισσότεροι- αλλά έχει μεγαλύτερη δύναμη από τη φωτιά και είναι ανώτερος από τα γήινα πράγματα. Και για τον λόγο αυτόν ο άνθρωπος αυτός είναι ο μεγαλύτερος εχθρός και πολέμιος των δαιμόνων· καθόσον τίποτε δεν υπάρχει πιο δυνατό από τον άνθρωπο εκείνο που η προσευχή του είναι ειλικρινής· διότι εάν γυναίκα κατόρθωσε να κάμψει κάποιον άρχοντα που δεν φοβόταν ούτε τον Θεό, ούτε και τον άνθρωπο ντρεπόταν, πολύ πιο εύκολα θα προσελκύσει τον Θεό εκείνος που επιμένει διαρκώς στην προσευχή του προς Αυτόν και εξουσιάζει την κοιλιά του και αποφεύγει την τρυφηλή ζωή.

Εάν όμως το σώμα σου είναι ασθενές, ώστε να μην μπορείς να νηστεύεις συνεχώς, αλλά όμως δεν είναι ασθενές και για την προσευχή, ούτε ανίσχυρο για να περιφρονήσει και την κοιλιά· διότι εάν δεν μπορείς να νηστεύεις, όμως μπορείς να μην κάνεις τρυφηλή ζωή. Δεν είναι και αυτό μικρό πράγμα, ούτε απέχει πολύ από τη νηστεία, αλλά είναι ικανό και αυτό να καταβάλει την μανία του διαβόλου· καθόσον τίποτε δεν είναι τόσο αγαπητό στον δαίμονα εκείνο, όσο η τρυφηλή ζωή και η μέθη, διότι είναι η πηγή και η μητέρα όλων των κακών.

«ναστρεφομένων δ ατν ες τν Γαλιλαίαν επεν ατος ησος· μέλλει υἱὸς το νθρώπου παραδίδοσθαι ες χερας νθρώπων κα ποκτενοσιν ατόν, κα τ τρίτ μέρ γερθήσεται. κα λυπήθησαν σφόδρα(:Και ενώ αυτοί περιόδευαν στη Γαλιλαία, τους είπε ο Ιησούς: “Ο Yιός του ανθρώπου πρόκειται να παραδοθεί πολύ σύντομα σε χέρια ανθρώπων, και θα Tον θανατώσουν, και την τρίτη ημέρα από τον θάνατό Tου θα αναστηθεί”. Και οι μαθητές λυπήθηκαν πάρα πολύ)»[Ματθ.17,22-23].

Για να μην αναρωτιούνται λοιπόν για ποιο λόγο μένουν συνεχώς εκεί, Τους ομιλεί και πάλι για το πάθος Του· αυτό ακριβώς ακούγοντας δεν ήθελαν να δουν τα Ιεροσόλυμα. Πρόσεχε λοιπόν πως μολονότι και ο Πέτρος επιτιμήθηκε, και συνομίλησαν με Αυτόν ο Μωυσής και ο Ηλίας περί του πράγματος αυτού, και ονόμασαν δόξα τον θάνατό Του, και άφησε ο Πατήρ Του από τον ουρανό να ακουστεί η φωνή Του[Λουκά 9,30-36: «Κα δο νδρες δύο συνελάλουν ατ, οτινες σαν Μωϋσς κα λίας, ο φθέντες ν δόξ λεγον τν ξοδον ατο ν μελλε πληρον ν ερουσαλήμ. δ Πέτρος κα ο σν ατ σαν βεβαρημένοι πν· διαγρηγορήσαντες δ εδον τν δόξαν ατο κα τος δύο νδρας τος συνεσττας ατ. Κα γένετο ν τ διαχωρίζεσθαι ατος π᾿ ατο επεν Πέτρος πρς τν ησον· πιστάτα, καλόν στιν μς δε εναι· κα ποιήσωμεν σκηνς τρες, μίαν σο κα μίαν Μωϋσε κα μίαν λί, μ εδς λέγει. Τατα δ ατο λέγοντος γένετο νεφέλη κα πεσκίασεν ατούς· φοβήθησαν δ ν τ εσελθεν κείνους ες τν νεφέλην· κα φων γένετο κ τς νεφέλης λέγουσα· οτός στιν υός μου γαπητός· ατο κούετε. Κα ν τ γενέσθαι τν φωνν ερέθη ησος μόνος. Κα ατο σίγησαν κα οδεν πήγγειλαν ν κείναις τας μέραις οδν ν ωράκασιν(:Και ιδού δύο άνδρες συνομιλούσαν μαζί Του. Και αυτοί ήσαν ο Μωυσής και ο Ηλίας, οι οποίοι παρουσιάστηκαν με δόξα και έλεγαν για την έξοδό Του, για την αναχώρησή Του από τον κόσμο αυτό, την οποία σύμφωνα με τις προφητείες έμελλε να εκπληρώσει στην Ιερουσαλήμ. Ο δε Πέτρος και οι δύο άλλοι μαθητές είχαν καταληφτεί από βαρύ ύπνο. Όταν όμως ξύπνησαν, είδαν την δόξα Του και τους δύο άνδρες, που στέκονταν μαζί Του. Και συνέβη, όταν οι δύο άνδρες ετοιμάζονταν να χωριστούν από τον Ιησού, είπε ο Πέτρος προς Αυτόν: “Διδάσκαλε, είναι καλά να μένουμε εδώ· ας κάνουμε τρεις σκηνές, μία για Εσένα, μία για τον Μωυσή και μία για τον Ηλία”. Και τα έλεγε αυτά, χωρίς να καταλαβαίνει καλά-καλά, τι είναι αυτό που έλεγε. Ενώ λοιπόν ο Πέτρος έλεγε αυτά, ήλθε ένα σύννεφο και τους σκέπασε. Και φοβήθηκαν ο Πέτρος και οι δύο άλλοι μαθητές, όταν ο Ιησούς και οι δύο προφήτες εισήλθαν στην παράδοξη εκείνη νεφέλη, η οποία ήταν σημείο της παρουσίας του Θεού, όπως και άλλοτε στο όρος Σινά. Και ακούστηκε φωνή από την νεφέλη, η οποία έλεγε: “Αυτός είναι ο μονογενής Υιός μου, ο κατεξοχήν αγαπητός, που Τον έστειλα Σωτήρα του κόσμου. Αυτόν να ακούτε”. Και αφού έγινε αυτή η φωνή, βρέθηκε ο Ιησούς μόνος· και οι τρεις μαθητές κράτησαν σιγή για το γεγονός και σε κανέναν εκείνες τις μέρες δεν ανακοίνωσαν τίποτε από όσα είδαν)»], και τόσα θαύματα έγιναν, και βρισκόταν προ των θυρών η Ανάστασή Του (διότι δεν είπε ότι θα μείνει επί πολύ χρόνο στον θάνατο, αλλά είπε ότι θα αναστηθεί την τρίτη ημέρα), ούτε και έτσι μπόρεσαν να υποφέρουν το πράγμα, αλλά λυπήθηκαν· και όχι απλώς λυπήθηκαν, αλλά σε βαθμό υπερβολικό.

Και συνέβη αυτό επειδή δεν ήσαν σε θέση ακόμη να αντιληφθούν τη δύναμη των όσων λέγονταν. Και ακριβώς αυτό υπαινισσόμενοι ο Μάρκος και ο Λουκάς έλεγαν· ο Μάρκος ότι: «Ο δ γνόουν τ ῥῆμα, κα φοβοντο ατν περωτσαι(:αυτοί όμως δεν καταλάβαιναν τον λόγο αυτό για την ανάσταση και απέφευγαν να Του ζητήσουν εξηγήσεις επειδή φοβούνταν μήπως ακούσουν απ’ Αυτόν κάτι άλλο πιο δυσάρεστο ή και επιτιμήσεις· διότι δεν είχαν ακόμη καταλάβει αυτό για το οποίο τους είχε μιλήσει επανειλημμένα)»[Μάρκ.9,32], ενώ ο Λουκάς ότι: «Ο δ γνόουν τ ῥῆμα τοτο, κα ν παρακεκαλυμμένον π᾿ ατν να μ ασθωνται ατό, κα φοβοντο ρωτσαι ατν περ το ήματος τούτου(:Αυτοί όμως δεν κατάλαβαν ποια σημασία είχαν αυτά τα λόγια Του˙ το νόημά τους παρέμενε κρυμμένο απ’ αυτούς, για να μην το κατανοήσουν· διότι δεν ήταν ακόμη καιρός να φωτίσει ο Θεός τον νου τους για να κατανοούν τις Γραφές. Εάν το κατανοούσαν παράκαιρα, ήταν επόμενο να κυριεύονται από διαρκή κατήφεια και αποθάρρυνση. Και από ευλάβεια φοβούνταν να Τον ρωτήσουν και δεν είχαν το θάρρος να Του ζητήσουν εξηγήσεις για τα λόγια Του αυτά)»[Λουκ.9,45].

Αλλά όμως εάν δεν εννόησαν τη σημασία του λόγου αυτού πώς τότε λυπήθηκαν; Διότι δεν τους ήταν όλα άγνωστα, αλλά το ότι επρόκειτο να πεθάνει το γνώριζαν, διότι το άκουγαν συνέχεια αυτό, τι τέλος πάντων όμως ήταν αυτός ο θάνατος και ότι θα πάψει πολύ γρήγορα η ισχύς του και ότι θα επιφέρει αμέτρητα αγαθά, αυτό δεν το γνώριζαν ακόμη με απόλυτη ακρίβεια· ακόμη δεν γνώριζαν ούτε και αυτή η Ανάστασή Του τι τέλος πάντων ήταν, αλλά την αγνοούσαν και αυτήν. Για τον λόγο αυτό λυπούνταν· καθόσον ήταν μεγάλη η αφοσίωσή τους προς τον Διδάσκαλό τους.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

  • https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf

  • Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλίες ΝΖ΄και ΝΗ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11Α, σελίδες 17-31 και 40-43.

  • Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

  • Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

  • Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm

 



Ιερός Χρυσόστομος (ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΗ ΑΠΟΦΥΓΗΣ ΤΗΣ ΤΡΥΦΗΛΗΣ ΖΩΗΣ)

Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΗ ΑΠΟΦΥΓΗΣ ΤΗΣ ΤΡΥΦΗΛΗΣ ΖΩΗΣ

Εάν το σώμα σου είναι ασθενές, ώστε να μην μπορείς να νηστεύεις συνεχώς, αλλά όμως δεν είναι ασθενές και για την προσευχή, ούτε ανίσχυρο για να περιφρονήσει και την κοιλιά· διότι εάν δεν μπορείς να νηστεύεις, όμως μπορείς να μην κάνεις τρυφηλή ζωή. Δεν είναι και αυτό μικρό πράγμα, ούτε απέχει πολύ από τη νηστεία, αλλά είναι ικανό και αυτό να καταβάλει την μανία του διαβόλου· καθόσον τίποτε δεν είναι τόσο αγαπητό στον δαίμονα εκείνο, όσο η τρυφηλή ζωή και η μέθη, διότι είναι η πηγή και η μητέρα όλων των κακών.

Με αυτήν λοιπόν κάποτε οδήγησε τους Ισραηλίτες στην ειδωλολατρία και με αυτήν παρέσυρε τους Σοδομίτες σε παράνομους έρωτες. Διότι λέγει: « Πλν τοτο τ νόμημα Σοδόμων τς δελφς σου, περηφανία· ν πλησμον ρτων κα ν εθηνί ονου σπατάλων ατ κα α θυγατέρες ατς. τοτο πρχεν ατ κα τας θυγατράσιν ατς, κα χερα πτωχο κα πένητος οκ ντελαμβάνοντο(:αλλά η παρανομία των Σοδόμων, της αδελφής σου αυτής πόλεως, ήταν η υπερηφάνεια. Μέσα στην αφθονία των άρτων και του οίνου και των υλικών αγαθών ζούσε αυτή και οι κωμοπόλεις της μία άσωτη και σπάταλη ζωή. Επιπλέον υπήρχε σε αυτήν και στις κωμοπόλεις της και σκληρότητα, διότι δεν έδιδαν σε απλωμένο χέρι του πτωχού και του πένητος καμία βοήθεια)»[Ιεζ.16,49]. Με αυτήν οδήγησε σε απώλεια πλήθος άλλων ανθρώπων και τους παρέδωσε στη γέενα.

Διότι ποιο κακό είναι αυτό που δεν το προξενεί η τρυφηλή ζωή; Κάνει τους ανθρώπους χοίρους και μάλιστα χειρότερους και από χοίρους· διότι ο μεν χοίρος κυλίεται μέσα στον βούρκο και τρέφεται με την κοπριά, ενώ αυτός που αγαπά τις απολαύσεις και την τρυφηλή ζωή κάθεται και τρώγει σε τραπέζι που είναι πιο βρωμερό και από εκείνο του χοίρου, επινοώντας ανήθικες συνουσίες και παράνομους έρωτες. Ο άνθρωπος αυτού του είδους δεν διαφέρει σε τίποτε από τον δαιμονιζόμενο, διότι κατά τον ίδιο τρόπο διαπράττει αναισχυντίες και ενεργεί ως παράφρονας. Και τον μεν δαιμονιζόμενο, ακόμη και τον ελεούμε, ενώ αυτόν που είναι άνθρωπος των απολαύσεων τον αποφεύγουμε και τον αποστρεφόμαστε. Γιατί τέλος πάντων όλα αυτά; Διότι με τη θέλησή του φέρεται ως παράφρονας και το στόμα του, τα μάτια του και τη μύτη του κι όλα γενικώς, τα μεταβάλλει σε οχετό και αυλάκια ακαθαρσιών. Και αν θελήσεις να δεις και τον εσωτερικό του κόσμο, θα δεις και την ψυχή του να είναι σαν μέσα σε κάποια κακοκαιρία και παγωνιά παγωμένη και ναρκωμένη και να μην μπορεί σε τίποτε να ωφελήσει το σκάφος της λόγω της υπερβολικής κακοκαιρίας που την περιβάλλει.

Ντρέπομαι να αναφέρω τα κακά που παθαίνουν άντρες και γυναίκες από την τρυφηλή ζωή, τα αφήνω όμως στην συνείδησή τους που τα γνωρίζει λεπτομερέστερα· διότι τι υπάρχει αισχρότερο από γυναίκα που μεθά ή που παραφέρεται γενικώς; Και όσο ασθενέστερο είναι το σκεύος, τόσο πιο μεγάλο είναι το ναυάγιο, είτε αυτή είναι ελεύθερη, είτε είναι δούλη· διότι η μεν ελεύθερη διαπράττει ασχημοσύνες μπροστά στα μάτια των δούλων, ενώ η δούλη πάλι όμοια μεταξύ των δούλων και γίνονται αιτία να βλασφημούνται τα δώρα του Θεού από τους ανόητους.

Ακούω πάλι πολλούς που λέγουν, όταν συμβαίνουν αυτού του είδους τα πάθη, «μακάρι να μην υπήρχε ο οίνος». Πόσο μεγάλη αλήθεια ανοησία, πόσο μεγάλη παραφροσύνη… Άλλοι αμαρτάνουν και εσύ κατηγορείς τις δωρεές του Θεού; Πόση αλήθεια τρέλα αυτό δεν αποδεικνύει; Μήπως λοιπόν ο οίνος, άνθρωπέ μου, προξένησε αυτό το κακό; Όχι ο οίνος, αλλά η ακολασία αυτών που απολαμβάνουν αυτόν κακώς. Επομένως πες να μην υπάρχει μέθη, να μην υπάρχει τρυφηλή ζωή· εάν όμως επρόκειτο να πεις να μην υπάρχει οίνος, θα φτάσεις σιγά σιγά να πεις να μην υπάρχει σίδηρος, για να μην υπάρχουν φονιάδες, να μην υπάρχει νύκτα, για να μην υπάρχουν κλέφτες, να μην υπάρχει φως, για να μην υπάρχουν συκοφάντες, να μην υπάρχει γυναίκα, για να μη συμβαίνουν μοιχείες και γενικά θα τα καταργήσεις όλα.

Αλλά να μην σκέπτεσαι έτσι, διότι αυτή είναι σατανική σκέψη, ούτε να κατηγορείς τον οίνο, αλλά τη μέθη, και αφού πλησιάσεις αυτόν που μεθά, τότε που είναι νηφάλιος, περίγραψέ του όλη την ασχημοσύνη του και πες του ότι ο οίνος δόθηκε για να ευφραινόμαστε και όχι για να διαπράττουμε ασχημοσύνες, για να γελούμε και όχι για να γινόμαστε γελοίοι, για να μας χαρίζει υγεία και όχι για να ασθενούμε, για να θεραπεύσουμε την ασθένεια του σώματός μας, και όχι για να μας εξασθενίσει την ψυχή. Ο Θεός σε τίμησε με αυτό το δώρο· γιατί εσύ υβρίζεις τον εαυτόν σου με το να μην τον χρησιμοποιείς με μέτρο; Άκουσε τι λέγει ο Παύλος: «Μηκτι δροπτει, λλ’ ον λγ χρ δι τν στμαχν σου κα τς πυκνς σου σθενεας(: να μην πίνεις πλέον μόνο νερό όταν τρως το φαγητό σου, αλλά να χρησιμοποιείς και λίγο κρασί για το στομάχι σου και τις συχνές ασθένειές σου)»[Α΄Τιμ.5,23]. Εάν λοιπόν εκείνος ο άγιος άνθρωπος, ο Τιμόθεος προς τον οποίο απευθυνόταν με την επιστολή του ο απόστολος Παύλος, δεν έπινε οίνο μέχρις ότου του το επέτρεψε ο διδάσκαλος, μολονότι επέφερε από ασθένεια και από πολλές άλλες την μίαν κατόπιν της άλλης αρρώστιες, ποιας συγχωρήσεως θα μπορούσαμε να τύχουμε εμείς που μεθούμε, ενώ είμαστε υγιείς;

Σε εκείνον μεν έλεγε: «Να χρησιμοποιείς λίγο οίνο για το στομάχι σου» ενώ στον καθένα από εσάς που μεθάτε θα πει: «Να χρησιμοποιείς λίγο οίνο, ώστε να αποφεύγεις τις πορνείες, τις συχνές αισχρολογίες και τις άλλες πονηρές επιθυμίες τις οποίες γεννά συνήθως η μέθη. Εάν όμως δεν θέλετε να τον αποφεύγετε για όλα αυτά, τουλάχιστον αποφεύγετέ τον για τις λύπες και τις αηδίες που πηγάζουν από αυτόν· διότι ο οίνος δόθηκε για να μας ευφραίνει· διότι λέγει ο Ψαλμωδός: «ονος εφραίνει καρδίαν νθρώπου(:ο οίνος ευφραίνει την καρδιά του ανθρώπου)»[Ψαλμ.103,15]· εσείς όμως καταστρέφετε και αυτήν την ιδιότητά του»· διότι ποια ευφροσύνη μάς προξενεί, όταν είμαστε εκτός εαυτού και υποφέρουμε από απείρους πόνους και όλα τα βλέπουμε να γυρίζουν άνω-κάτω και κατεχόμαστε από ζάλη, και χρειαζόμαστε, όπως ακριβώς εκείνοι που υποφέρουν από πυρετό, εκείνους που καταβρέχουν με έλαιο τις κεφαλές τους;

Τα λόγια μου αυτά δεν ειπώθηκαν για όλους, ή καλύτερα για όλους ειπώθηκαν. Όχι επειδή όλοι μεθούν· μη γένοιτο· αλλά επειδή δεν φροντίζουν για αυτούς που μεθούν εκείνοι που δεν μεθούν. Για τούτο και απευθύνομαι περισσότερο προς εσάς που είστε υγιείς· διότι και ο ιατρός, αφού αφήσει τους ασθενείς, συνομιλεί με εκείνους που κάθονται κοντά στους ασθενείς. Προς εσάς λοιπόν απευθύνω τον λόγο και σας παρακαλώ ούτε να αφήσετε ποτέ τον εαυτό σας να κυριευτεί από αυτό το πάθος, και να φροντίζετε εκείνους που κυριεύτηκαν από αυτό, ώστε να μη φαίνονται χειρότεροι και από τα ζώα· διότι εκείνα μεν δεν ζητούν τίποτε περισσότερο από αυτό που είναι αναγκαίο, ενώ αυτοί έχουν γίνει αλογότεροι και από εκείνα, καθόσον υπερβαίνουν τα όρια του μέτρου.

Πόσο καλύτερος λοιπόν είναι από αυτούς ο όνος; Πόσο επίσης είναι καλύτερος ο σκύλος; Καθόσον το καθένα από τα ζώα αυτά, αλλά και από όλα γενικώς τα άλλα, είτε είναι ανάγκη να φάγει είτε είναι ανάγκη να πιει, γνωρίζει ως όριο την αυτάρκεια και δεν προχωρεί πέρα από το αναγκαίο· και αν ακόμη άπειροι το εξαναγκάζουν, δε θα θελήσει να ξεπεράσει το μέτρο. Άρα λοιπόν εσείς είστε χειρότεροι και από τα άλογα ζώα, όχι μόνο σύμφωνα με τη λογική των υγιώς σκεπτόμενων ανθρώπων, αλλά και σύμφωνα με τη δική σας ακόμη λογική. Το ότι βέβαια θεωρείτε τους εαυτούς σας άξιους περισσότερης περιφρονήσεως από τους σκύλους και τους όνους, γίνεται φανερό από όλα αυτά· διότι τα μεν άλογα ζώα δεν τα εξαναγκάζεις να φάνε πέρα από την κανονική τροφή· και αν σε ρωτήσει κάποιος, «για ποιον λόγο;», θα του απαντήσεις για να μην τους προξενήσεις ζημία· για τον εαυτό σου όμως δεν λαμβάνεις ούτε αυτήν την πρόνοια. Έτσι θεωρείς τον εαυτό σου πιο ευτελή από εκείνα και τον αφήνεις αβοήθητο ώστε να υποφέρει διαρκώς.

Αλλά δεν υπομένεις τη βλάβη από τη μέθη μόνο κατά την ημέρα της μέθης, αλλά και μετά όταν περάσει η ημέρα εκείνη. Και όπως ακριβώς και αν ακόμη περάσει ο πυρετός, παραμένει η βλάβη από τον πυρετό, έτσι και όταν ακόμη περάσει η μέθη, η ζάλη από τη μέθη εξακολουθεί να επιδρά και στην ψυχή και στο σώμα. Και το μεν άθλιο σώμα βρίσκεται κάτω σε κατάσταση παραλυσίας, όπως ακριβώς το σκάφος που ναυάγησε, ενώ η ψυχή αυτού που είναι πολύ περισσότερο ταλαίπωρη από το σώμα, και όταν αυτό ακόμη έχει διαλυθεί, διεγείρει τη συμφορά και την επιθυμία ανάπτει, και όταν φαίνεται ότι σωφρονεί, τότε προπάντων εκδηλώνεται η μανία του, καθόσον φέρει στη φαντασία του οίνο, πιθάρια, φιάλες και ποτήρια. Και όπως ακριβώς κατά την περίπτωση κακοκαιρίας και αν ακόμη πάψει η ανεμοθύελλα, όμως παραμένει η ζημία που προκλήθηκε από τη θύελλα, έτσι λοιπόν και στην περίπτωση αυτή· καθόσον όπως ακριβώς στην περίπτωση εκείνη ρίχνονται στη θάλασσα τα μεταφερόμενα πράγματα, έτσι και εδώ αποβάλλονται όλα σχεδόν τα αγαθά.

Είτε λοιπόν βρει σωφροσύνη, είτε ντροπή, είτε σύνεση, είτε επιείκεια, είτε ταπεινοφροσύνη, όλα τα ρίπτει η μέθη στο πέλαγος της παρανομίας. Αλλά όμως δεν είναι πλέον όμοια τα όσα συμβαίνουν στη συνέχεια· διότι σε εκείνη μεν την περίπτωση μετά την απόρριψη των μεταφερόμενων πραγμάτων, το σκάφος γίνεται ελαφρύτερο, στην περίπτωση όμως της μέθης γίνεται περισσότερο βαρύ· διότι αντί εκείνου του πλούτου δέχεται άμμο και ύδωρ αλμυρό και όλα τα υπολείμματα της μέθης, τα οποία καταβυθίζουν αμέσως το σκάφος μαζί με τους επιβάτες και τον κυβερνήτη.

Ώστε λοιπόν για να μην πάσχουμε όλα αυτά, ας απαλλάξουμε τους εαυτούς μας από τη θύελλα αυτήν. Δεν είναι δυνατό μεθώντας κανείς να δει τη βασιλεία των ουρανών. Διότι λέγει ο απόστολος Παύλος: «μ πλανσθε· οτε πόρνοι οτε εδωλολάτραι οτε μοιχο οτε μαλακο οτε ρσενοκοται οτε πλεονέκται οτε κλέπται οτε μέθυσοι, ο λοίδοροι, οχ ρπαγες βασιλείαν Θεο ο κληρονομήσουσι(:Μην πλανάστε. Ούτε οι πόρνοι, ούτε οι ειδωλολάτρες, ούτε οι μοιχοί, ούτε οι εκθηλυμένοι και θηλυπρεπείς, ούτε οι αρσενοκοίτες, ούτε οι πλεονέκτες, ούτε οι κλέφτες, ούτε οι μέθυσοι, ούτε αυτοί που εμπαίζουν και βρίζουν τους άλλους, ούτε οι άρπαγες με κανένα τρόπο δεν θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού)»[Α΄Κορ.6,9-10].

Και γιατί λέγω “τη βασιλεία’’; Διότι εκείνος που έχει συνδέσει τη ζωή του με τη μέθη δεν είναι δυνατόν ούτε τα παρόντα πράγματα να δει . Καθόσον η μέθη τις ημέρες τις κάνει νύκτες και το φως σκοτάδι και μολονότι αυτοί που μεθούν έχουν ανοικτά τα μάτια τους δε βλέπουν ούτε τα πόδια τους. Και δεν είναι αυτό μόνο το φοβερό, αλλά μαζί με αυτά υφίστανται και άλλη φοβερότερη τιμωρία, διότι καταλαμβάνονται από παράλογη λύπη, μανία, ασθένεια, γέλωτα και διαρκώς χλευάζονται. Ποια λοιπόν συγχώρηση υπάρχει για αυτούς που κεντούν τους εαυτούς τους με τόσα κακά; Δεν υπάρχει καμία.

Ας αποφύγουμε λοιπόν αυτήν την ασθένεια, ώστε και τα αγαθά της παρούσης ζωής να απολαύσουμε και τα μελλοντικά, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη μαζί και στον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

  • https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf

  • Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΝΖ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11Α, σελίδες 31-39.

  • Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 67, σελ. 109- 114 (ή: 51-54 του PDF).

https://drive.google.com/file/d/0ByZQkrKg4yKLc00xQlk2TnZfbVE/view

  • Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

  • Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

  • Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm

 

Αρχιμ. Αθανάσιος Μυτιληναίος (Η ΑΠΙΣΤΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ)

Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:

«Η ΑΠΙΣΤΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ»

[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 4-9-1983]

(Β97)

Όταν, αγαπητοί μου, ο Κύριος επέστρεψε από το όρος Θαβώρ με τους τρεις μαθητάς Του, τον Ιάκωβον, τον Ιωάννην και τον Πέτρον, έφθασε εκεί που ήσαν οι άλλοι μαθηταί, οι εννέα, τους οποίους είχαν περικυκλώσει πλήθος πολύ κόσμου, Φαρισαίοι, και ακόμη ένας δυστυχισμένος πατέρας, ο οποίος έφερε το παιδί του εις τους μαθητάς του Κυρίου να το θεραπεύσουν, που ήταν δαιμονισμένο και δεν μπόρεσαν. Και τώρα έρχεται εις τον Κύριον και Του λέγει: «Κύριε, σε παρακαλώ κάνε καλά το παιδί μου, γιατί το έφερα στους μαθητάς σου και δεν μπόρεσαν να μου το κάνουν καλά». Και τότε ο Κύριος αναστέναξε και είπε: « γενε πιστος κα διεστραμμένη! ως πότε σομαι μεθ᾿ μν; ως πότε νέξομαι μν;». «Ω γενεά άπιστη και διεστραμμένη, έως πότε θα είμαι μαζί σας, έως πότε θα σας ανέχομαι, που είδατε τόσα θαύματα και μένετε ακόμη στην απιστία σας;». Και τότε εζήτησε να φέρουν το παιδί μπροστά Του, από το οποίον έβγαλε το δαιμόνιον και το απήλλαξε.

Όταν έμεινε με τους μαθητάς Του, μόνοι έμειναν, ερώτησαν οι εννέα μαθηταί: «Γιατί δεν μπορέσαμε εμείς να βγάλομε το δαιμόνιο;». Και ο Κύριος τους απήντησε: «Δι τν πιστίαν μν». «Ένεκα της απιστίας σας δεν μπορέσατε να βγάλετε το δαιμόνιο».

Και τίθεται το ερώτημα: Μπορεί να είμαστε βαπτισμένοι Χριστιανοί, όπως και οι μαθηταί ηκολούθουν τον Κύριον, να ζούμε κοντά εις τον Χριστό, να δεχόμεθα τις ευλογίες Του και ταυτόχρονα να είμεθα, άπιστοι; Αυτοί οι οποίοι εστάλησαν να κηρύσσουν το ευαγγέλιο της Βασιλείας, να κάνουν θαύματα και να διώχνουν δαίμονες οι μαθηταί, για μια στιγμή βρίσκονται άπιστοι; Είναι δυνατόν στον πυρήνα της πίστεως να υπάρχει η απιστία; Έτσι φαίνεται, αγαπητοί μου. Από τα πράγματα έτσι φαίνεται. Και μπορούμε να πούμε ότι η απιστία είναι κάτι που μπορεί να κρύπτεται με ένα περίβλημα πίστεως και μάλιστα κάποτε και θερμής.

Τι είναι εκείνο το οποίο μπορεί να γεννά την απιστία; Και δια την οποίαν πίστιν μας δεν μπορούμε να είμεθα σίγουροι. Δεν μπορούμε. Τι έκανε τον Απόστολο Πέτρο, από την μια να ομολογεί τον Κύριον ότι είναι ο Υιός του Θεού του ζώντος και από την άλλη να τον αρνείται; Εάν, άγιε Πέτρε του Θεού, άγιε Απόστολε του Θεού, Εκείνον τον οποίον ομολόγησες ότι είναι ο Υιός του Θεού του ζώντος, τώρα γιατί φοβείσαι να Τον ομολογήσεις ενώπιον δυο- τριών ανθρώπων ασήμων; Για ποιο λόγο; Μήπως λοιπόν πράγματι μέσα στον πυρήνα, θα ξαναπώ άλλη μία φορά, στον πυρήνα της πίστεως, φωλιάζει η απιστία; Έτσι φαίνεται, ξαναλέγω. Τι είναι εκείνο το οποίο μπορεί να δημιουργεί τι να φωλιάζει ή να διατηρεί αυτήν την απιστίαν; Νομίζω ότι μας ενδιαφέρει όλους, γιατί όλοι θα θέλαμε να είμεθα πιστοί.

Αγαπητοί μου, το πρώτο πράγμα είναι ο ορθολογισμός μας. Τι είναι ο ορθολογισμός; Είναι αυτό που λέγει ο Κύριος σε μίαν άλλη περίπτωση· «άν πιστεύετε μηδέν διακρινόμενοι». «Διακρίνομαι» θα πει «έχω μίαν απιστίαν, η οποία στηρίζεται στον λογισμό μου». Αυτό θα το λέγαμε με έναν σύγχρονο τρόπο «ορθολογισμόν». Τι είναι ακριβώς ο ορθολογισμός; Ο ορθολογισμός είναι το να βάζω τα πράγματα με την δική μου λογική να τα ερμηνεύσω. Ο Κύριος είπε πιο κάτω, στην ιδίαν περικοπήν: «άν χητε πίστιν ς κόκκον σινάπεως», δηλαδή κάτι λίγη πίστη, αλλά θερμή, «μπορείτε να πείτε σε αυτό το βουνό να φύγει από την θέση του και να πάει να πέσει στην θάλασσα και θα σας υπακούσει». Τι είναι τώρα ο ορθολογισμός; Ο ορθολογισμός είναι ο εξής: «Πώς είναι δυνατόν ένα βουνό να φύγει από την θέση του και να πάει να πέσει εις την θάλασσαν; Είναι δυνατόν ποτέ;».

Θέλετε ακόμη κάτι άλλο; Έχομε ιστορικό προηγούμενο; Εάν είχαμε ένα ιστορικό προηγούμενο, να αποπειραθούμε να το κάνομε. Μα εάν δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο, τότε γιατί; Ε, αυτό θα πει ορθολογισμός. Δηλαδή το να βάζεις όχι την εμπιστοσύνη σου στον λόγο του Θεού μπροστά, αλλά το να βάζεις τον δικό σου λογισμό, το δικό σου σχήμα της λογικής, για να ερμηνεύσεις τα φαινόμενα. Αυτό λέγεται ορθολογισμός. Δηλαδή με άλλα λόγια είναι μια αρρώστια του ιδίου του λογικού. Διότι η λογική είναι δημιούργημα του Θεού. Αλλά η λογική η ιδία, σαν δημιούργημα του Θεού, θα πρέπει να πει στον εαυτόν της: «Έχω τα όριά μου». Η ιδία η λογική πρέπει να υπαγορεύσει εις τον άνθρωπον και να του πει· αφού έχω τα όριά μου, πέραν τούτων των ορίων θα έχεις εμπιστοσύνη στην αγάπη και την δύναμη και την σοφία του Θεού. Αλλά δεν το κάνει όμως αυτό η λογική, γιατί έχει αρρωστήσει. Και αφού έχει αρρωστήσει, αυτή η λογική, έχει αρρωστήσει, υποβάλλει αρρωστημένα πράγματα. Συνεπώς ο ορθολογισμός είναι μία αρρωστημένη κατάστασις. Είναι αυτή η αρρωστημένη κατάσταση του πεπτωκότος ανθρώπου, του ξεπεσμένου ανθρώπου. Δηλαδή αυτός ο ορθολογισμός πάνω στον οποίον στηρίζεται, τρέφεται, ζει, αυξάνει γενικά ο άνθρωπος, ειδικότερα δε ο δυτικός άνθρωπος, ο άνθρωπος της Δύσεως. Τρέφεται με αυτόν τον ορθολογισμόν. Παρότι η Δύσις είναι χριστιανική, φωλιάζει μέσα στην καρδιά του δυτικού ανθρώπου αυτός ο ορθολογισμός που του γεννά την απιστία και έχομε τόσα φαινόμενα απιστίας στον δυτικόν άνθρωπον.

Είναι όμως κι άλλος λόγος, που μπορεί να δημιουργήσει την απιστία. Είναι ο διεφθαρμένος βίος. Όταν κανείς, δηλαδή, πιστεύει στον Θεό, αλλά ταυτοχρόνως ζει έναν βίον διεφθαρμένον, έναν βίον αμαρτωλόν. Έναν αμαρτωλό βίο, τον οποίον όμως αγαπά. Δεν ομολογεί. Διότι ποιος δεν είναι αμαρτωλός; Θα λέγαμε τότε, αφού είμεθα όλοι αμαρτωλοί, τότε όλοι κουτσαίνομε στην πίστη; Αναμφισβήτητα όχι. Δεν είναι η αμαρτωλότητα που ομολογώ. Δεν είναι η αμαρτωλότητα για την οποία μετανοώ και παραδέχομαι. Αλλά είναι η αμαρτωλότητα την οποία δεν παραδέχομαι· θέλω να την κρατώ για δική μου, να είναι στη ζωή μου και θα ήθελε και να την δικαιολογώ, αν θέλετε -τραγικό για τον άνθρωπο…- με το ίδιο το Ευαγγέλιο. Το Ευαγγέλιο να μου δικαιολογεί την διεφθαρμένη μου ζωή. Είναι φοβερό! Φοβερό!

Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, αγαπητοί μου, θα μπορούσαμε να πούμε είναι εκείνο το οποίον λέγει πάλι ο λόγος του Θεού, ο Ιωάννης το λέγει: «Τό φς λήλυθεν ες τόν κόσμον καί ο νθρωποι γάπησαν μλλον τό σκότος τό φς». Λέγει εδώ: «ν γρ πονηρ ατν τ ργα. Πς γρ φαλα πράσσων μισε τ φς κα οκ ρχεται πρς τ φς, να μ λεγχθ τ ργα ατο». Να η ψυχολογία του πράγματος, να η ερμηνεία του πράγματος. «Καθένας που πράττει», λέει, «το πονηρόν, πράττει τα φαύλα, μισεί το φως». Γιατί; Το μισεί διότι, εφόσον επιμένει και θέλει να επιμένει εις το να πράττει τα φαύλα, επόμενον είναι, εάν έρθει κοντά στο φως που είναι ο Χριστός, η ζωή του να ελεγχθεί, να φανερωθεί. Και τότε, εάν απ’ την μία επιμένει να ζει και απ’ την άλλη θα είναι κοντά στο φως, τότε τι κάνει; Προσβάλλεται, υποτιμάται, και για να μην υποτιμηθεί, τι κάνει; Δεν πάει στο φως. Και όχι μόνον δεν πάει στο φως αλλά και μισεί το φως. Επιτίθεται εναντίον του φωτός, να το σταυρώσει το φως, να φύγει από την μέση, δια να μην υπάρχει στοιχείον ελέγχου της συνειδήσεώς του.

Είναι φοβερή η ψυχολογία του ανθρώπου που θα ήθελε να μένει στην αμαρτία χωρίς να μετανοεί. Αυτό του δίδει την διάσταση της απιστίας. Μένει στην απιστία τελικά. Όταν θα του πεις του άλλου: «Μην πέφτεις στην ανηθικότητα», την οποία αγαπά, θα σου πει: «Και πού είναι γραμμένο αυτό;». «Μα το είπε ο Χριστός». «Το αμφισβητώ». «Πιστεύεις στον Χριστό;». «Βεβαιότατα!». «Ε, μα πώς πιστεύεις στον Χριστό, όταν αμφισβητείς τα λόγια Του;». Πιστεύω στον Χριστό σημαίνει «πιστεύω στα λόγια Του». Εδώ υπάρχει μία ασυνέπεια. Πώς λοιπόν είναι δυνατόν να λες «Πιστεύω» και να αμφισβητείς τον λόγον του Χριστού; Βλέπετε, ο άνθρωπος ο οποίος θέλει να μένει στην αμαρτία; Ενώ ο άνθρωπος ο αμαρτωλός που έχει μετάνοια, θα πει: «Δεν το ήξερα. Ώστε το λέγει ο Χριστός, θα αλλάξω ζωή». Αυτό είναι μία φυσιολογική ομαλή κατάστασις.

Θυμηθείτε εκείνο που λέγει ο ψαλμικός στίχος: «Επεν φρων ν καρδί ατο· Οκ στι Θεός». Ποιος είναι αυτός ο φρων; Είναι ο αμαρτωλός άνθρωπος ο οποίος λέγει· «Δεν υπάρχει Θεός». Ώστε σήμερα, αν υποτεθεί ότι λέμε, και το λέμε, ότι δεν υπάρχει ο Θεός, τότε τι σημαίνει; Σημαίνει δύο πράγματα. Η λέξις φρων σημαίνει δυο πράγματα. Καταρχάς, κατά κυριολεξίαν θα πει ο μη έχων φρόνησιν, ο άμυαλος άνθρωπος, δηλαδή ο άνθρωπος που δεν έχει μυαλό. Λέει ότι δεν υπάρχει Θεός. Ώστε είναι αμυαλοσύνης αποτέλεσμα η αθεΐα; Ε, δεν θέλει φιλοσοφία, να το καταλάβει κανείς αυτό το πράγμα. Και το άλλο, φρων θα πει εδώ και αμαρτωλός. Ώστε, επεν φρων ν καρδί ατο … Πού το είπε; «Ἐν καρδί ατοῦ». Γιατί ν καρδί ατο; Διότι η καρδία, κατά τον Κύριον, είναι η έδρα των λογισμών των επιθυμιών και όλων εκείνων που κατόπιν η καρδία θα εξωτερικεύσει με πράξεις. Λέει: «Από την καρδία εκπορεύονται μοιχείες, πορνείες, κλοπές», είπε ο Κύριος.

Πολύ ωραία λέγει ο ιερός Αυγουστίνος το εξής: «Κανείς δεν αρνείται τον Θεό παρά μόνον όσοι έχουν συμφέρον να μην υπάρχει». Αλλά εκείνη η μαρτυρία που είναι πολύ αξιόλογη, είναι του αγίου Θεοφίλου Αντιοχείας, είναι του 2ου αιώνος, που λέγει στην πρώτη του επιστολή προς Αυτολύκον – φίλος του ήτο ή εικονικόν πρόσωπον, δεν ξέρομε ακριβώς- τα εξής. Αμφισβητεί αυτός ο φίλος του ο ειδωλολάτρης, αμφισβητεί διά την ύπαρξιν του Θεού, όπως τα παρουσιάζει τα πράγματα ο Θεόφιλος. Και λέγει: «ν φς· “Δεξόν μοι τν θεόν σου”, κγώ σοι εποιμι ν· “Δεξόν μοι τν νθρωπόν σου κγώ σοι δείξω τν Θεόν μου”». Είναι κλασική αυτή η πρότασις· κλασική. Ακούσατέ την. Και πολύ σπουδαία. Νομίζω συνοψίζει όσα είπαμε. «Εάν μου πεις, δείξε μου τον Θεόν σου για τον οποίον μιλάς τόσο και λες ‘’ο Θεός μου και ο Θεός μου’’· δείξε μου τον. Θα σου τον δείξω, λέγει. Θα σου τον δείξω, εάν μου δείξεις κι εσύ ποιος είσαι». «Δεξόν μοι τν νθρωπόν σου». Δείξε μου ποιος είσαι, ποια είναι η ζωή σου. «Βλέπεται γρ Θες τος δυναμένοις ατν ρν». Διότι τον Θεόν πράγματι μπορείς να τον δεις. Βλέπεται ο Θεός, οράται ο Θεός. Για εκείνους που μπορούν να Τον δουν. «Δεξον ον κα σ σεαυτόν, ε οκ ε μοιχός(:Δείξε κι εσύ τον εαυτό σου ότι δεν είσαι μοιχός), ρπαξ, ργίλος, φθονερός, λαζών, πλήκτης, φιλάργυρος». Εάν δεν είσαι όλα αυτά, τότε δεν έχεις λόγους να πεις ότι δεν υπάρχει ο Θεός. Εάν είσαι όλα αυτά και θέλεις να μένεις σε αυτό που είσαι, τότε έχεις λόγους να λες: «Πού είναι ο Θεός;».

Και κάτι που είναι πολύ σπουδαίο ακόμα και είναι όχι ένα παράδειγμα, προσέξτε αυτό το σημείο, όχι ένα παράδειγμα, αλλά είναι μία πραγματικότης· λυπούμαι, δεν θα μπορέσω να σας την αναλύσω περισσότερο. Είναι η εξής. Λέγει: «Η ανθρωπίνη ψυχή μοιάζει με ένα κάτοπτρο, με έναν καθρέπτη. Εάν τώρα η επιφάνεια του καθρέπτου έχει σκουριά, τότε δεν μπορεί να ανακλάσει το φως». Όλα, ξέρετε, τα χαρίσματα, όλες οι θείες ενέργειες έρχονται στον άνθρωπο από τον Θεό. Η αγάπη δεν είναι παρά μία ενέργεια του Θεού, που έρχεται στον άνθρωπο. Δεν μπορεί να αγαπήσει ο άνθρωπος, εάν ο Θεός δεν στείλει την ενέργειά Του αυτή, την άκτιστη ενέργεια. Και η πίστις το ίδιο. Έχει πολλά σημεία η Αγία Γραφή που το δείχνει αυτό. Θυμηθείτε για την πίστη που μιλάμε, θυμηθείτε εκείνο που λέγει ο Χριστός: «Εάν ο Πατήρ δεν σας ελκύσει προς Εμένα, δεν μπορείτε να ‘ρθείτε σε μένα». Τι θα πει «Δεν σας ελκύσει;». Θα πει ότι πρέπει να στείλει την θεία Του άκτιστη ενέργεια που αναφέρεται στο θέμα της ελκύσεως στην πίστη. Αλλιώτικα δεν γίνεται. «Μα τότε», θα πει κάποιος, «μα τότε εγώ δεν ελκύστηκα, για να μην πιστεύω».

Δεν είναι έτσι τα πράγματα. Αλλά μια που μιλάω για την έλξη, επιτρέψατέ μου να χρησιμοποιήσει την μαγνητική ιδιότητα. Αδελφέ μου, εάν είσαι σίδηρος θα ελκυστείς. Εάν είσαι μπρούντζος, δεν θα ελκυστείς. Εάν είσαι αλουμίνιο, δεν θα ελκυστείς. Δεν παύει να ασκεί την ελκτική δύναμη ο μαγνήτης. Εσύ δεν έλκεσαι. Γιατί είσαι κάτι άλλο. Έτσι κι εδώ. Όταν έρχονται οι θείες ακτίνες, οι θείες άκτιστες ενέργειες, επάνω στην ψυχή να ανακλαστούν και να επανέλθουν, παν ό,τι ανακλάται, ξαναγυρίζει πίσω… τι θα πει «ανακλάται» εδώ; «Ανακλάται» θα πει, αγαπητοί μου, ότι όταν θα σου στείλει ο Θεός την ενέργεια να πιστέψεις, πρέπει να ανακλάσεις αυτήν την ενέργεια. Δηλαδή να ανταποκριθείς. Σου στέλνει την ενέργειά Του κι Εσύ πρέπει να πεις: «Πιστεύω, Κύριε». Αλλά πότε θα γίνει η ανάκλασις αυτών των θείων ακτίνων; Όταν ο καθρέπτης της ψυχής σου είναι λείος, είναι καθαρός και μπορεί να ανακλάσει. Πότε γεμίζει σκουριά; Από τις αμαρτίες, τις ηθελημένες αμαρτίες. Γιατί ο αμαρτωλός σώζεται. Μετανοεί. Αλλά τις ηθελημένες, που είναι εκεί ο εγωισμός, ο ριζωμένος στο κέντρον της ψυχής, που δεν αφήνει περιθώρια ανακλάσεως αυτής της θείας ενεργείας. Γι΄αυτό ο Κύριος είπε: «Μακάριοι ο καθαροί τ καρδί τι ατοί τόν Θεόν ψονται». «Ευτυχισμένοι εκείνοι που έχουν καθαρή καρδιά, γιατί αυτοί θα δουν τον Θεό». Πώς; Είναι ό,τι σας λέγω τόσην ώρα.

Αλλά ακόμη είναι και κάτι άλλο που γεννάει, αγαπητοί μου, την απιστία. Δηλαδή στο κέντρον της πίστεως δημιουργείται το μικρόβιον της απιστίας. Ποιο είναι αυτό; Αυτό είναι… – εδώ θέλω να το προσέξετε αυτό- είναι…- θα πω μία σύγχρονη λέξη, η οποία δεν μ’ αρέσει σαν λέξη, αλλά θα την πω γιατί είναι γνωστή- είναι ο σνομπισμός. Δηλαδή να το πω Ελληνικά, η μίμησις. Αλλά η μίμησις επί αξιοθρήνητων πραγμάτων. Όχι επί σπουδαίων πραγμάτων. Το να μιμηθείς το καλό, να μιμηθείς το ωραίο, αυτό δεν λέγεται σνομπισμός. Η λέξις αυτή -ξένη είναι, όπως σας είπα- και καθιερώθηκε στην γλώσσα μας, να φανερώσει την μίμησιν επί πραγμάτων ανοήτων και που δεν διαθέτει κανείς κρίση και λογική να κρίνει αν αυτό είναι καλό ή δεν είναι καλό. Απλώς επειδή το κάνουν οι πολλοί, το κάνω κι εγώ. Ντύνεται ο άλλος σαν καραγκιόζης, θα ντυθώ κι εγώ σαν Καραγκιόζης, όχι διότι κάπως η λογική μου δεν θα μου έλεγε ότι αυτό που είναι… βγαίνω με τις πυτζάμες μου, σήμερα βγαίνουν οι γυναίκες με τις πυτζάμες τους έξω. Φοράνε κάτι παντελόνια… σαν πυτζάμες είναι· που κάποτε θα ντρεπόντουσαν να βγουν στο σαλόνι τους απ’ την κρεβατοκάμαρά τους, και βγαίνουνε στους δρόμους… Να πεις κανείς: «Βρε κυρά μου, δεν ντρέπεσαι με αυτόν τον τρόπο που βγαίνεις έξω;». Θα σου απαντήσει, αν είναι ειλικρινής: «Το καταλαβαίνω». «Γιατί το κάνεις;». «Μα όλες έτσι βγαίνουν».Άρα λοιπόν τι είναι ο σνομπισμός; Ο σνομπισμός είναι η μίμησις επί πραγμάτων που η λογική και η κρίσις έχουν ευνουχιστεί, έχουν παραμεριστεί. Είναι δυστύχημα, όταν ο άνθρωπος ενεργεί κατ΄αυτόν τον τρόπον. Ο λογικός άνθρωπος.

Ε, λοιπόν, αγαπητοί, σήμερα παρουσιάζεται το φαινόμενο και της απιστίας και της αθεΐας ευρύτατα, στον ελληνικό μας χώρο, να μην πάω πιο πέρα, μένω στον ελληνικό μας χώρο. Αν ερωτήσετε κάποιον: «Καλά δεν πιστεύεις; Εσύ ήσουνα πιστός μέχρι τώρα». Αν έχει ειλικρίνεια, θα σας πει ότι πιστεύει. Αλλά τότε γιατί μιλάει με τρόπο που σαν να δείχνει ότι είναι άθεος; Θα σας πει, αν έχει πάντα ειλικρίνεια, το ξαναλέγω, θα σας πει: «Γιατί όλοι έτσι μιλάνε». Μα δεν έχεις προσωπικότητα, άνθρωπε; Δεν έχεις ιδίαν κρίσιν; Είσαι τόσο δουλικός, ώστε να ακολουθείς το τι λέγει το σύνολο, η μάζα; Δεν έχεις δική σου κρίση; Αυτό είναι το φοβερό. Λοιπόν, στην εποχή μας, στον ελλαδικό μας χώρο, αγαπητοί μου, αυτό το φαινόμενο, αυτό το μυστήριο της ανομίας ενεργείται. Και συναγωνιζόμεθα να εμφανιστούμε ο ένας απιστότερος του άλλου, ο ένας αθεότερος του άλλου. Αυτό όμως είναι πια ένα κατάντημα αυτής της χώρας, που υπήρξε ανέκαθεν χριστιανική. Και αν θέλετε, η πίστις υπήρχε και στους προγόνους μας, που ήσαν ειδωλολάτρες. Γιατί αν δεν υπήρχε αυτή η πίστη, έστω κι αν ειδωλολάτρες ήσαν, δεν θα κτίζανε Παρθενώνες και σπουδαίους ναούς με καλλιτεχνήματα που τα θαυμάζει ο κόσμος όλος.

Τι σημαίνει; Σημαίνει ότι έχομε μαραζώσει, έχομε ξεφτίσει. Και βλέπετε την αθεΐα να κηρύσσεται παντού με τον τρόπο που σας είπα· τον σνομπισμό. Στην οικογένεια μέσα; Ω στην οικογένεια μέσα! Αρχίζει η πίστη στην οικογένεια να ατονεί και να δημιουργείται η απιστία. Δεν κάνουν πια οι άνθρωποι προσευχή. Οι γονείς δεν βάζουν τα παιδιά τους από νήπια να μάθουν να προσεύχονται, να κάνουν τον σταυρό τους στο τραπέζι, να κοινωνούν, να εξομολογούνται, να πηγαίνουν στην Εκκλησία. Στην κοινωνία έξω; Τι να πει κανείς; Τι να πει κανείς; Στα σχολεία μας; Που εκεί ακριβώς καθρεπτίζεται η αγωγή της νέας γενεάς; Κατεβάζομε τις εικόνες του Χριστού, οι δάσκαλοι και καθηγηταί μιλάνε εναντίον του Χριστού, άλλοι θα μιλήσουνε περιφρονητικότατα για τον Χριστό και άλλοι, οι κάπως ευγενέστεροι, όχι ολιγότερον δηλητηριώδεις, θα μιλήσουν για την ανθρωπίνη μόνον φύσιν του Χριστού. Έτσι βλέπετε, διαρκώς, μέσα σ’ αυτούς τους χώρους, στην οικογένεια, το σχολειό και την κοινωνία να ανθεί το φαινόμενον της αθεΐας και της απιστίας. Δεν είναι κρίμα; Δεν είναι κρίμα;

Οι Έλληνες δεν είμαστε πολλοί. Εννέα εκατομμύρια είμαστε. Αν αγαπητοί μου, όμως μερικοί άνθρωποι ξεφύγουν απ’ αυτόν τον κλοιόν, γιατί περί κλοιού πρόκειται, που λέγεται «σνομπισμός» και σταθούν όρθιοι και πουν: «Για στάσου βρε αδελφέ, αν εσύ είσαι άπιστος, εγώ δεν είμαι. Λες ότι είσαι παραδοσιακός; Και τι είναι η παράδοση; Τα μπουζούκια; Οι πολιτιστικές εκδηλώσεις; Και τα σαντούρια; Γιατί αυτά βάζομε συνέχεια στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση και λέμε… «παράδοσις» και «παράδοσις». Στα χωριά κρατάνε από μια μέχρι εφτά μέρες οι γιορτές, με σαντούρια και με χορούς. Αυτά είναι η Παράδοση; Αυτά είναι η Παράδοση; Φτωχοί άνθρωποι! Η Παράδοσις είναι να κρατήσεις την ψυχή του λαού σου. Και η ψυχή του λαού σου είναι η πίστις. Η πίστις στον Χριστό και η αγάπη στην πατρίδα σου. Αν αυτά δεν τα κρατήσεις, έχασες την ψυχή σου.

Θυμηθείτε τι έλεγε ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός. Τι έλεγε; «Ό,τι να σας κάνουν, να σας γδάρουν, να σας τηγανίσουν, να σας κάνουν, να σας κάνουν… ψυχή και Χριστό μην χάσετε». Αυτό είναι η Παράδοσις. Αυτό που λέγει στον Τιμόθεο ο Παύλος: «Φύλαξε την παρακαταθήκη». Αυτό θα πει παρακαταθήκη. Θα πει παράδοσις. Δηλαδή αυτό που παίρνω και σου δίνω. Αυτό θα πει παρακαταθήκη. Παίρνω και σου δίνω. Και σου λέω «Κράτα το καλά». Και τι λέει εκεί στην Αποκάλυψη ο Χριστός; «Κράτει καλά αυτό που έχεις. Για να μην σου πάρει κανείς το στεφάνι με το να πετάξεις αυτό που κρατάς. Κράτα καλά αυτό που έχεις». Τι είναι αυτό που έχεις; Αυτό που σας είπα τόσην ώρα. Αυτό είναι Παράδοσις. Εκείνος που το κατάλαβε καλά αυτό, που είναι η ψυχή της ψυχής μας, τότε δεν παρασύρεται από τα ρεύματα αυτά της εποχής, από αυτόν τον σνομπισμόν τον ανόητο, τον βλακωδέστατο και δαιμονικότατον ταυτοχρόνως. Αλλά στέκεται όρθιος. Στέκεται όρθιος και λέει: «Εγώ κρατώ την παράδοση των προγόνων μου. Κρατώ εκείνο που πήρα από την μάνα μου και τον πατέρα μου, κι εκείνοι απ’ τους γονείς των κι εκείνοι απ’ τους Αποστόλους και οι Απόστολοι από τον Χριστό. Αυτή είναι η αλήθεια. Αυτή είναι η μία πίστις, αυτή είναι η μία Παράδοση, μπροστά στην οποία αξίζει να πεθάνει κανείς».

Αν λοιπόν, εμείς οι Έλληνες, είμαστε 9 εκατομμύρια και μερικοί δεν υποκύψουν σ’ αυτούς τους συγχρόνους πειρασμούς αντί πινακίου φακής, για να έχομε κάποια αγαθά και κάποια καλοπέραση, τότε ίσως μας λυπηθεί ο Θεός και επιζήσουμε. Αν όμως όλοι οι Έλληνες φθάσουν σ’ αυτό το κατάντημα της απεμπολήσεως των πάντων, ε, τότε… η Ελλάδα τέλειωσε την ζωή της μέσα στην Ιστορία· την τέλειωσε. Δεν θα ήθελα ποτέ να είμαι προφήτης κακών αλλά ας μιμηθούμε τουλάχιστον τον Αβραάμ που ζήτησε: «Αν υπάρχουν μερικοί άνθρωποι στα Σόδομα, να σωθούν οι πόλεις αυτές». Έτσι, αν υπάρχουν, αν υπάρχουν κάποιοι Έλληνες πιστοί, που θα μείνουν πιστοί παρά το ρεύμα της εποχής, τότε η Ελλάς θα ζήσει. Καταλαβαίνετε, αγαπητοί μου, τι ανεβαίνει και τι πέφτει επάνω στους ώμους μας; Καταλαβαίνετε τι επωμιζόμεθα; Κι εμείς οι κληρικοί κι εσείς οι λαϊκοί. Εμείς οι πιστοί δηλαδή. Καταλαβαίνετε; Έχομε πολλή ευθύνη. Έχω να σηκώσω στους ώμους μου εκείνο που δεν σηκώνει ο άλλος. Και ο παραπέρα και ο παραπέρα. Το φορτίο; Βαρύτατο. Μα πρέπει να το σηκώσω. Και ο Χριστός θα με βοηθήσει να το σηκώσω, να το σηκώσομε. Και άμα το σηκώσομε, αγαπητοί μου, το φορτίο, τότε κι εμείς θα σωθούμε και θα έχομε εκφράσει στους συμπατριώτες μας, Έλληνες και Χριστιανούς, την πιο αγνή, την πιο καθαρή, την πιο σπουδαία αγάπη. Μια αγάπη στηριγμένη πάνω στη βαθιά πίστη.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή  μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,

μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

  • Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.

  • http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_198.mp3

Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς (Ομιλία)

Από το βιβλίο: Ομιλίες Αγ. Βελιμίροβιτς – Τόμος Δ (Κυριακοδρόμιο Α΄)

Ἀπὸ τὴ δημιουργία τοῦ κόσμου καὶ τοῦ χρόνου ὅλοι οἱ λαοὶ τῆς γῆς πίστευαν πῶς ὑπάρχει πνευματικὸς κόσμος, ἀόρατα πνεύματα. Πολλοὶ ἄνθρωποι ὅμως ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ τὴ θεωρία αὐτὴ κι ἀποδίδουν μεγαλύτερη δύναμη στὰ πονηρὰ πνεύματα, παρὰ στὰ ἀγαθά. Μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου θεοποίησαν τὰ πονηρὰ πνεύματα, ἔχτισαν ναοὺς πρὸς τιμή τους, προσέφεραν θυσίες καὶ προσευχὲς καὶ κατέφευγαν σ’ αὐτὰ γιὰ κάθε πρόβλημά τους. Ὅσο περνοῦσαν τὰ χρόνια πολλοὶ ἄνθρωποι ἐγκατέλειψαν τελείως τὴν πίστη τους στὰ ἀγαθὰ πνεύματα κι ἀφέθηκαν νὰ πιστεύουν μόνο στὰ πονηρά, στοὺς «κακοὺς θεούς», ὅπως τὰ ὀνόμαζαν. Ὁ κόσμος αὐτὸς ἔμοιαζε πιὰ μὲ στάδιο, ὅπου ἄνθρωποι καὶ πονηρὰ πνεύματα ἀνταγωνίζονταν μεταξύ τους. Τὰ πονηρὰ πνεύματα βασάνιζαν τοὺς ἀνθρώπους ὅλο καὶ περισσότερο, τοὺς τύφλωναν πνευματικά, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ σβήσουν ἀπὸ τὴ μνήμη τους τὴν ἰδέα τοῦ καλοῦ Θεοῦ καὶ τῆς μέγιστης καὶ θεόσδοτης δύναμης τῶν ἀγαθῶν πνευμάτων.

Στὶς μέρες μας ὅλοι οἱ λαοὶ τῆς γῆς πιστεύουν στὰ πνεύματα. Ἡ πίστη αὐτὴ ἀπὸ μόνη της εἶναι ὀρθή. Ἐκεῖνοι ποὺ ἀπορρίπτουν τὸν πνευματικὸ κόσμο, τὸ κάνουν ἐπειδὴ ἡ ὅρασή τους εἶναι μόνο σωματικὴ καὶ ἔτσι δὲν μποροῦν νὰ τὸν δοῦν. Ὁ πνευματικὸς κόσμος ὅμως δὲ θὰ ἦταν πνευματικός, ἂν ἦταν ὁρατὸς στὰ σωματικὰ μάτια. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ὁ νοῦς τοῦ δὲν ἔχει τυφλωθεῖ καὶ τὴν καρδιά του δὲν τὴν ἔχει κάνει ἀναίσθητη ἡ ἁμαρτία, μπορεῖ κάθε μέρα καὶ κάθε ὥρα νὰ νιώσει μὲ ὅλη του τὴν ὕπαρξη, πῶς στὸν κόσμο αὐτὸν δὲν εἴμαστε μόνοι μας. Συντροφιὰ μᾶς δὲν εἶναι μόνο ἡ βουβὴ καὶ ἄλαλη φύση, οἱ βράχοι, τὰ φυτά, τὰ ζῶα καὶ τ’ ἄλλα πλάσματα, στοιχεῖα καὶ φαινόμενα. Οἱ ψυχές μας βρίσκονται σὲ συνεχῆ ἐπαφὴ μὲ τὸν ἀόρατο κόσμο, μὲ ἀόρατες ὑπάρξεις. Ἐκεῖνοι ποῦ ἀπὸ τὴ μιὰ ἀπορρίπτουν τὰ ἀγαθὰ πνεύματα κι ἀπὸ τὴν ἄλλη θεοποιοῦν καὶ προσκυνοῦν τὰ πονηρά, εἶναι πλανεμένοι.

Ὅταν ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἐμφανίστηκε στὸν κόσμο, ὅλοι σχεδὸν οἱ λαοὶ πίστευαν πῶς τὰ πονηρὰ πνεύματα ἦταν δυνατὰ καὶ τὰ ἀγαθὰ πνεύματα ἀνίσχυρα. Οἱ πονηρὲς δυνάμεις κυριαρχοῦσαν πραγματικὰ στὸν κόσμο, γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Χριστὸς ὀνόμασε τὸν ἀρχηγό τους ἄρχοντα αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Δὲν εἶναι τυχαῖο ποὺ κι οἱ ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων ἀπέδιδαν ὅλη τὴ θεϊκή δύναμη τοῦ Χριστοῦ στὸ διάβολο καὶ τοὺς ἀγγέλους του.

Ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἦρθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ ξεριζώσει τὴν πίστη τῶν ἀνθρώπων στὸ πονηρὸ καὶ νὰ σπείρει στὶς ψυχές τους τὴν πίστη στὸ ἀγαθό, στὴν παντοδυναμία τοῦ καλοῦ καὶ τὴν ἀκατανίκητη δύναμή του. Ὁ Χριστὸς δὲν κατήργησε, ἀλλ’ ἐπιβεβαίωσε τὴν ἀρχαία καὶ παγκόσμια πίστη στὰ πνεύματα. Ἀποκάλυψε ὅμως τὸν πνευματικὸ κόσμο ὅπως πραγματικὰ εἶναι κι ὄχι ὅπως φαινόταν στοὺς ἀνθρώπους μὲ τὴ φθοροποιὸ ἐπιρροὴ τῶν δαιμόνων. Ὁ ἕνας, ἀγαθός, σοφὸς καὶ παντοδύναμος Θεός, εἶναι ὁ Κύριος τόσο τοῦ πνευματικοῦ ὅσο καὶ τοῦ φυσικοῦ κόσμου, ὁρατοῦ καὶ ἀοράτου. Τὰ ἀγαθὰ πνεύματα εἶναι οἱ ἄγγελοι κι ὁ ἀριθμός τους εἶναι ἀμέτρητος. Τὰ ἀγαθὰ πνεύματα, οἱ ἄγγελοι, εἶναι ἀπείρως πιὸ δυνατὰ ἀπὸ τὰ πονηρὰ πνεύματα, ποὺ στὴν πραγματικότητα δὲν ἔχουν ἐξουσία νὰ κάνουν τίποτα, ἂν ὁ παντεπόπτης Θεὸς δὲν τὸ ἐπιτρέψει.

Τὰ πονηρὰ πνεύματα εἶναι πολυάριθμα. Σ’ ἕνα μόνο δαιμονισμένο στὰ Γάδαρα, ποὺ τὸν θεράπευσε ὁ Κύριος, κατοικοῦσε ὁλόκληρη λεγεῶνα, δηλαδὴ μερικὲς χιλιάδες δαίμονες. Τὰ πονηρὰ αὐτὰ πνεύματα πλανοῦσαν τοὺς ἀνθρώπους, λαοὺς ὁλόκληρους, ἐκεῖνο τὸν καιρό, ὅπως καὶ σήμερα πλανοῦν πολλοὺς ἁμαρτωλούς, προσπαθοῦν νὰ τοὺς πείσουν πῶς εἶναι παντοδύναμα πῶς εἶναι στὴν οὐσία οἱ μόνοι θεοί, πῶς ἐκτὸς ἀπ’ αὐτοὺς δὲν ὑπάρχουν ἄλλοι θεοί, ἀγαθὰ πνεύματα δὲν ὑπάρχουν. “Ὅπου κι ἂν ἐμφανίστηκε ὁ Κύριος Ἰησοῦς ὅμως, ἐκεῖνα ἔφευγαν μακριὰ ἔντρομα. Ἀναγνώριζαν πῶς ὁ Κύριος εἶχε ἐξουσία καὶ δύναμη, πῶς μποροῦσε νὰ τοὺς διώξει ἀπ’ αὐτὸν τὸν κόσμο καὶ νὰ τοὺς στείλει στὴν ἄβυσσο τῆς κόλασης. Προκαλοῦσαν ἀναταραχὴ σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο μόνο μὲ τὴν παραχώρηση τοῦ Θεοῦ. Πολεμοῦσαν τὸ ἀνθρώπινο γένος μὲ τόση ὁρμή, ὅπως τὰ όρνια πέφτουν στὰ θνησιμαία. Τὸν κόσμο αὐτὸν τὸν λογάριαζαν καταφύγιο, κρησφύγετό τους.

Ξαφνικὰ ὁ φορέας τοῦ ἀγαθοῦ, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ἐμφανίστηκε μπροστά τους. Τρέμοντας ἀπὸ φόβο ἐκεῖνοι ἔκραξαν: «Τί ἡμῖν καὶ σοί, Ἰησοῦ ὑιε τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρὸ καιρου βασανίσαι ἡμᾶς;» (Ματθ. ἡ’ 29). Κανένας δὲ φοβᾶται τόσο πολύ, ὅσο ἐκεῖνος ποὺ βασανίζει τοὺς ἄλλους. Τὰ πονηρὰ πνεύματα βασάνιζαν τοὺς ἀνθρώπους γιὰ χιλιάδες χρόνια, ἔβρισκαν ἱκανοποίηση στὰ βασανιστήρια αὐτά. Ὅταν ὅμως εἶδαν τὸ Χριστό, τρόμαξαν μπροστὰ στὸ μέγιστο Κριτή τους. Ἦταν ἕτοιμα νὰ ἐγκαταλείψουν τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ μποῦν στὰ γουρούνια ἢ καὶ σὲ ἄλλα πλάσματα, φτάνει νὰ μὴν τὰ ἐξόριζε ὁ Χριστὸς ἀπ’ αὐτὸν τὸν κόσμο. Ὁ Χριστὸς ὅμως δὲν εἶχε τέτοια πρόθεση. Ὁ κόσμος αὐτὸς εἶναι γεμᾶτος μὲ ἀνάμικτες δυνάμεις. Εἶναι ἕνα πεδίο μάχης, ὅπου οἱ ἄνθρωποι ἔχουν νὰ διαλέξουν ἐντελῶς συνειδητὰ καὶ ἐλεύθερα: “Ἢ θ’ ἀκολουθήσουν το Νικητὴ Χριστό, ἢ θὰ πᾶνε μαζὶ μὲ τ’ ἀκάθαρτα καὶ νικημένα πνεύματα. Ὁ Χριστὸς ἦρθε στοὺς ἀνθρώπους ὡς Ἄγάπη, γιὰ νὰ δείξει τὴ δύναμη τοῦ καλοῦ πάνω στὸ κακὸ καὶ νὰ στερεώσει τὴν πίστη τῶν ἀνθρώπων στὸ ἀγαθό – μόνο στὸ ἀγαθό.

Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο περιγράφει ἕνα μόνο περιστατικὸ ἀπὸ ἀναρίθμητα ἄλλα ἀνάλογα. Μᾶς λέει πὼς ὁ Κύριος, μὲ τὴν ἀγάπη Τοῦ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους, ἔδειξε γιὰ μιὰ ἀκόμα φορὰ τὴ δύναμη τοῦ καλοῦ πάνω στὸ κακὸ καὶ πῶς προσπάθησε νὰ στερεώσει τὴν πίστη στὸ παντοδύναμο καὶ νικηφόρο ἀγαθό.

«Καὶ ἐλθόντων αὐτῶν πρὸς τὸν ὄχλον προσῆλθεν αὐτῷ ἄνθρωπος γονυπετῶν αὐτὸν καὶ λέγων· Κύριε, ἐλέησόν μου τὸν υἱόν, ὅτι σεληνιάζεται καὶ κακῶς πάσχει πολλάκις γὰρ πίπτει εἰς τὸ πῦρ καὶ πολλάκις εἰς τὸ ὕδωρ» (Ματθ. ἴζ’ 14-15). Τὸ περιστατικὸ αὐτὸ τὸ ἀναφέρουν κι ἄλλοι δυὸ εὐαγγελιστές: ὁ Μάρκος (Θ’ 9-17) κι ὁ Λουκᾶς (Θ’ 37-42). Κι οἱ δυό τους ἀναφέρουν κάποιες λεπτομέρειες γιὰ τὴν ἀρρώστια τοῦ παιδιοῦ. Ἠταν ὁ μοναδικὸς γιὸς τοῦ πατέρα καὶ τὸν κατεῖχε πνεῦμα ἄλαλο. Ὅταν τὸ ἀκάθαρτο πνεῦμα ἔμπαινε μέσα τοῦ, «ἐξαίφνης κράζει καὶ σπαράσσει αὐτὸν μετὰ ἀφροῦ, καὶ μόγις ἀποχωρεῖ ἀπ’ αὐτοῦ συντρίβων αὐτόν» (Λουκ. θ’ 39). Τὸ πονηρὸ πνεῦμα κυριεύει τὸ παιδὶ κι αὐτὸ ἔξαφνα κραυγάζει, συγκλονίζεται μὲ σπασμοὺς ὅλο του τὸ σῶμα, συντρίβεται καὶ βγάζει ἀφροὺς ἀπὸ τὸ στόμα. Πολὺ δύσκολα φεύγει ἀπὸ μέσα του.

Τὰ βέλη τοῦ πονηροῦ στόχευαν ταυτόχρονα τρεὶς στόχους: τὸν ἄνθρωπο, τὴν κτίση τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν ἴδιο τὸ Θεό. Τὸ παιδὶ «σεληνιαζόταν». Πῶς θὰ μποροῦσε νὰ ἐνοχοποιηθεῖ ἡ σελήνη γιὰ τὴν ἀρρώστια κάποιου ἀνθρώπου; “Ἄν ἡ σελήνη ἔχει τὴ δύναμη νὰ προκαλέσει σ’ ἕναν ἄνθρωπο ἀλαλία ἢ παραφροσύνη, γιατί δὲν τὸ κάνει σὲ ὅλους; Τὸ κακὸ δὲ βρίσκεται στὴ σελήνη ἀλλὰ στὸ πονηρὸ καὶ ἀκάθαρτο πνεῦμα ποὺ πλανᾶ τὸν ἄνθρωπο, ἐνῶ τὸ ἴδιο κρύβεται. Ἔνοχοποιεὶ τὴ σελήνη, ὥστε οἱ ἄνθρωποι νὰ μὴ κατηγορήσουν τὸ ἴδιο. Μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο θέλει νὰ ὁδηγήσει τὸν ἄνθρωπο στὴ σκέψη πῶς ὅλη ἡ κτίση τοῦ Θεοῦ εἶναι κακή, πῶς τὸ κακὸ ἔρχεται στὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴ φύση κι ὄχι ἀπὸ τὰ πονηρὰ πνεύματα ποὺ ἐξέπεσαν ἀπό το Θεό. Τὰ θύματά τους ἐνεργοποιοῦνται στὶς ἀλλαγὲς φάσης τῆς σελήνης, ὥστε οἱ ἄνθρωποι νὰ σκεφτοῦν: «Ὁρίστε, τὸ κακὸ αὐτὸ προέρχεται ἀπὸ τὴ σελήνη!» Κι ἀφοῦ τὴ σελήνη τὴ δημιούργησε ὁ Θεός, σημαίνει πῶς τὸ κακὸ προέρχεται ἀπὸ τὸ Θεό. Ἔτσι πλανιοῦνται οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τ’ ἄγρια καὶ πανοῦργα αὐτὰ θηρία.

“Ὅλα ὅσα ἔκανε ὁ Θεὸς εἶναι καλὰ λίαν. Αὐτὸ εἶναι πέρα γιὰ πέρα ἀληθινό. “Ὅλη ἡ κτίση ἔγινε γιὰ νὰ ὑπηρετήσει τὸν ἄνθρωπο, νὰ τὸν βοηθήσει, ὄχι νὰ τὸν βλάψει. Ἄν καὶ ὑπάρχουν πράγματα ποὺ ἐμποδίζουν τὴ φυσικὴ ἱκανοποίηση τοῦ ἀνθρώπου, ἀκόμα κι λειτουργοῦν γιὰ τὸ καλὸ τῆς ψυχῆς του, νὰ τὴν χαροποιοῦν καὶ νὰ τὴν ἐμπλουτίζουν. «Σοὶ εἰσιν οἱ οὐρανοὶ καὶ σὴ ἐστιν ἡ γῆ τὴν οἰκουμένην καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς σὺ ἔθεμελίωσας » (Ψαλμ. πῆ’ 12), ἀναφωνεῖ ὁ ἱερὸς Ψαλμωδός. Κι ὁ ἴδιος ὁ Θεός μας λέει μὲ τὸ στόμα τοῦ προφήτη Ἠσαΐα: «πάντα γὰρ ταῦτα ἐποίησεν ἢ χεὶρ μοῦ» (ξστ’ 2).

Ὁτιδήποτε λοιπὸν εἶναι τοῦ Θεοῦ, εἶναι καλό. Ἡ πηγὴ βγάζει μόνο ὅ,τι περιέχει, ὄχι ὅ,τι θέλει. Δὲν ὑπάρχει κακὸ στὸ Θεό. Πῶς λοιπὸν μπορεῖ νὰ προκύψει κακὸ ἀπὸ Ἐκεῖνον, τὴ μοναδικὴ πηγὴ τοῦ καλοῦ; Πολλοὶ ἀδαεῖς κι ἀπερίσκεπτοι ἄνθρωποι ὀνομάζουν μεγάλο κακὸ τὴν ἀρρώστια. Εἶναι ἀλήθεια ὅμως πως δὲν εἶναι κακὴ κάθε ἀρρώστια. Μερικὲς ἀρρώστιες εἶναι ἔργο τοῦ πονηροῦ κι ἄλλες εἶναι θεραπεία τοῦ κακοῦ. Κακὸ εἶναι τὸ πονηρὸ πνεῦμα ποὺ ἐνεργεῖ σ’ ἕναν παράφρονα ἢ παρανοϊκὸ ἄνθρωπο.

Οἱ ἀρρώστιες κι οἱ δυστυχίες ποὺ βρῆκαν πολλοὺς ἀπὸ τοὺς βασιλιᾶδες τοῦ Ἰσραήλ, ἐπειδὴ ἔπραξαν τὸ κακὸ ἐνώπιον τοῦ Κυρίου (βλ. Α ́ Βασ. 25, 30), ἦταν συνέπεια τῆς ἁμαρτίας τους. Οἱ ἀρρώστιες κι οἱ δυστυχίες ὅμως ποὺ ἐπιτρέπει ὁ Κύριος νὰ ἐπισκεφτοῦν τοὺς δίκαιους, δὲν εἶναι ἔργο τοῦ πονηροῦ ἀλλὰ φάρμακο, τόσο γιὰ τοὺς ἴδιους τοὺς δίκαιους ὅσο καὶ γιὰ τοὺς δικούς τους, ποὺ κατανοοῦν πῶς τὰ βάσανα τὰ στέλνει ὁ Θεὸς γιὰ τὸ καλό τους. Τὰ βάσανα ποῦ ἔρχονται ἀπὸ τίς ἐπιθέσεις τῶν πονηρῶν πνευμάτων στὸν ἄνθρωπο ἢ εἶναι συνέπεια τῆς ἁμαρτίας, εἶναι κακά. Ἐκεῖνα τὰ βάσανα ποὺ ἐπιτρέπει ὁ Θεός, γιὰ νὰ καθαρίσει τελείως τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, νὰ τὸν ἐλευθερώσει ἀπὸ τὴν τυραννία τοῦ πονηροῦ καὶ νὰ τὸν φέρει κοντά Του, εἶναι καθαρκτικά. Αὐτὰ δὲν προέρχονται ἀπὸ τὸ διάβολο οὔτε καὶ εἶναι ἀπὸ μόνα τους κακά. Προέρχονται ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ λειτουργοῦν γιὰ τὸ καλὸ τοῦ ἀνθρώπου. «Ἀγαθὸν μοὶ ὅτι ἐταπείνωσάς μέ, ὅπως ἂν μάθω τὰ δικαιώματά σου» (Ψαλμ. ριη’ 71), λέει ὁ προφητάνακτας Δαβίδ.

Ὁ πονηρὸς εἶναι κακός. Δρόμος τοῦ πονηροῦ εἶναι ἡ ἁμαρτία. Ἐκτὸς ἀπὸ τὸν πονηρὸ καὶ τὴν ἁμαρτία, δὲν ὑπάρχει κανένα κακό. Τὸ πονηρὸ πνεῦμα εἶναι ἔνοχο γιὰ τὰ βάσανα τοῦ παιδιοῦ αὐτοῦ, ὄχι ἡ σελήνη. Ἄν ὁ Θεὸς μὲ τὴν ἀγάπη του γιὰ τὸν ἄνθρωπο δὲν περιόριζε τὰ πονηρὰ πνεύματα καὶ δὲν προστάτευε τὸν ἄνθρωπο ἀπ’ αὐτά, εἴτε ἄμεσα εἴτε ἔμμεσα μὲ τοὺς ἀγγέλους Του, τὰ πονηρὰ πνεύματα θὰ ἐξολόθρευαν ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ἀστραπιαῖα, σωματικὰ καὶ ψυχικά, ὅπως ἐξολοθρεύουν οἱ ἀκρίδες τοὺς σπόρους στοὺς ἀγρούς.

«Καὶ προσήνεγκα αὐτὸν τοὺς μαθηταῖς σου καὶ οὐκ ἠδυνήθησαν αὐτὸν θεραπεῦσαι» (Ματθ. ἴζ’ 16), εἶπε στὸν Κύριο ὁ πατέρας τοῦ ἄρρωστου παιδιοῦ. Ἐκείνη τὴ στιγμὴ ἔλειπαν τρεῖς ἀπὸ τοὺς μαθητὲς τοῦ Κυρίου: ὁ Πέτρος, ὁ Ἰάκωβος κι ὁ Ἰωάννης, ποὺ εἶχαν ἀκολουθήσει τὸν Κύριο στὸ ὄρος Θαβώρ, τότε ποὺ μεταμορφώθηκε μπροστά τους. Ὅταν κατέβηκαν ἀπὸ τὸ ὄρος μαζὶ μὲ τὸν Κύριο, βρῆκαν ἐκεῖ τὸ πλῆθος συγκεντρωμένο γύρω ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀποστόλους, καθὼς καὶ τὸ ἄρρωστο παιδί. Ἀφοῦ δὲ βρῆκε τὸ Χριστό, ὁ δύστυχος πατέρας ἔφερε τὸ παιδὶ στοὺς μαθητές Του, ἐκεῖνοι ὅμως δὲν μπόρεσαν νὰ βοηθήσουν. Δὲν εἶχαν τὴ δύναμη νὰ τὸ κάνουν αὐτὸ γιὰ τρεὶς λόγους: πρῶτο, ἐπειδὴ οἱ ἴδιοι δὲν εἶχαν ἀρκετὴ πίστης δεύτερο, ἐπειδὴ κι ὁ πατέρας τοῦ παιδιοῦ δὲν εἶχε πίστη καὶ τρίτο, ἐπειδὴ ἡ πίστη ἔλειπε κι ἀπὸ τοὺς γραμματεῖς ποὺ παρευρίσκονταν ἐκεῖ καὶ συζητοῦσαν μὲ τοὺς μαθητές, ὅπως ἀναφέρει ὁ Μάρκος (Θ’ 16). Ἡ ἀπιστία τοῦ πατέρα τοῦ παιδιοῦ εἶναι φανερὴ ἀπὸ τὰ λόγια ποὺ εἶπε στὸ Χριστό. Δὲ μίλησε ὅπως ὁ λεπρός, ποὺ εἶπε: «Κύριε, ἐὰν θέλης δύνασαι μὲ καθαρίσαι» (Ματθ. ἡ 2). Τότε μίλησε ἕνας ἄνθρωπος ποὺ εἶχε δυνατὴ πίστη. Δὲ μίλησε ὅπως ὁ Ἰάειρος, ὅταν κάλεσε τὸ Χριστὸ γιὰ ν’ ἀναστήσει τὴν κόρη του: «ἐλθὼν ἐπίθες ἐπ’ αὐτὴν τὴν χείρά σου καὶ ζήσεται» (Ματθ. θ’ 18). Κι ἐδῶ μίλησε ἕνας ἄνθρωπος μὲ δυνατὴ πίστη. Πολὺ λιγότερο μίλησε ὅπως καὶ ἑκατόνταρχος στὴν Καπερναούμ, ποῦ ἦταν ἄρρωστος ὁ δοῦλος του: «μόνον εἶπε λόγῳ καὶ ἰαθήσεται ὁ παίς μου» (Ματθ. ἡ 8). Ἐδῶ μίλησε ἡ πολὺ μεγάλη πίστη. Ἐκείνη ποὺ εἶχε τὴ μεγαλύτερη πίστη ὅμως, ἡ αἱμορροοῦσα γυναῖκα, δὲν εἶπε τίποτα.

Σύρθηκε στὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ καὶ ἄγγιξε τὸ ἱμάτιό Του.

Ὁ πατέρας τοῦ παιδιοῦ δὲ μίλησε σὰν κι αὐτούς. Αὐτὸς εἶπε στὸ Χριστό: «εἴ τί δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν» (Μάρκ. Θ’ 22). Εἴ τί δύνασαι! “Ἄν μπορεῖς, κάνε κάτι. Ταλαίπωρος ἄνθρωπος! Θὰ πρέπει νὰ εἶχε μάθει πολὺ λίγα γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ τὴ δύναμή Τοῦ γιὰ νὰ μιλάει ἔτσι σ’ Ἐκεῖνον, ποῦ μπορεῖ νὰ κάνει τὰ πάντα. Κι ἡ ἀδύναμη πίστη του ἐξασθένησε ἀκόμα περισσότερο τὴ δύναμη τῶν ἀποστόλων νὰ τὸν βοηθήσουν. Ἔτσι οἱ σκόπιμες συκοφαντίες τῶν γραμματέων ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν μαθητῶν Του, βοήθησαν γιὰ νὰ διατυπώσει μὲ τόση ἀμφιβολία ὁ πατέρας τοῦ παιδιοῦ τὴν ἐρώτηση: εἴ τί δύνασαι. Ἡ ἐρώτηση αὐτὴ προδίδει μόνο μιὰ ἀμυδρὴ ἀκτῖνα πίστης, πολὺ πολὺ μικρῆς, ἕτοιμης νὰ σβήσει.

«Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν: ὼ γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη! ἕως πότε ἔσομαι μεθ’ ὑμῶν, ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν;» (Ματθ. ἴζ’ 17). Ὁ Κύριος ἀπευθύνθηκε ἐπιτιμητικὰ σ’ ὅλους γενικά: στοὺς ἄπιστους καὶ τοὺς ὀλιγόπιστους τοῦ Ἰσραήλ, καθὼς καὶ σ’ ὅλους ἐκείνους ποὺ ἦταν μπροστά τους στὸν πατέρα τοῦ ἄρρωστου παιδιοῦ, στοὺς μαθητές Του καὶ κυρίως στοὺς γραμματεῖς. Ὦ, γενεὰ ἄπιστος! Γενεὰ ποὺ ἔχεις ὑποταχθεῖ στὸν πονηρό, στὸ διάβολο, ποὺ πιστεύει σταθερὰ στὴ δύναμη τοῦ πονηροῦ, ποὺ ὑπηρετεῖ δουλικὰ τὸν πονηρὸ καὶ ἀρνεῖται τὸ καλό, ποὺ ἀντιτίθεται στὸ Θεὸ γενεὰ ποὺ ἔχει λίγη ἢ καὶ καθόλου πίστη στὸ καλό, ποὺ ἐπαναστατεῖ στὸ καλό! Γι’ αὐτὸ καὶ πρόσθεσε τὴ λέξη διεστραμμένη ὁ Κύριος. “Ἤθελε μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο νὰ δείξει ἀπὸ ποῦ προέρχεται ἡ ἀπιστία: ἀπὸ τὴ διαστροφή, τὴ διαφθορὰ ἤ -ἀκόμα πιὸ καθαρά- ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Ἡ ἀπιστία εἶναι συνέπεια. Αἰτία εἶναι ἡ διαφθορά. Ἡ ἀπιστία εἶναι κοινωνία μὲ τὸ διάβολο. Ἡ ἁμαρτία -διαφθορά- εἶναι ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὴν κοινωνία αὐτή. Διαφθορὰ εἶναι ἡ κατάσταση ἀποστασίας ἀπό το Θεό. Ἀπιστία εἶναι τὸ σκοτάδι, ἡ ἀδυναμία κι ὁ τρόμος ὅπου βυθίζεται ὁ ἄνθρωπος ὅταν ἀπομακρύνεται ἀπό το Θεό.

Ἀξίζει νὰ ἐπισημάνουμε πόσο προσεχτικὲς ἐκφράσεις χρησιμοποιεῖ ὁ Κύριος. Μιλάει γενικά, δὲν κατονομάζει κανέναν. Δὲν τὸν ἐνδιαφέρει νὰ κάνει κριτικὴ στοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ νὰ τοὺς εὐαισθητοποιήσει. Δὲ θέλει νὰ τοὺς προσβάλει ἢ νὰ τοὺς ταπεινώσει, ἀλλὰ νὰ ξυπνήσει τὴ συνείδησή τους, νὰ τοὺς βοηθήσει νὰ ξεπεράσουν τὸν ἑαυτό τους. Πόσο ὑπέροχη εἶναι ἡ διδαχή Του γιὰ τὴν ἐποχή μας, γιὰ τὴ γενιά μας, ποὺ εἶναι τόσο πρόθυμη στὰ λόγια, τόσο γρήγορη νὰ προσβάλει! “Ἄν οἱ ἄνθρωποι μποροῦσαν σήμερα νὰ περιορίσουν τὴ γλῶσσα τους καὶ νὰ μετρήσουν τὰ λόγια τους, νὰ σταματήσουν νὰ προσβάλουν ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, τότε τὸ μισὸ κακὸ στὸν κόσμο θὰ ἐξαφανιζόταν, τὰ μισὰ πονηρὰ πνεύματα θὰ ἐγκατέλειπαν τοὺς ἀνθρώπους. Ὁ ἀπόστολος Ἰάκωβος, ποὺ διδάχτηκε τὸ καλὸ ἀπὸ τὸ παράδειγμα τοῦ Διδασκάλου Του, λέει: «Πολλὰ γὰρ πταίομεν ἅπαντες. εἴ τίς ἐν λόγῳ οὐ,οὗ πταίει, οὗτος τέλειος ἄνήρ, δυνατὸς χαλιναγωγῆσαι καὶ ὅλον τὸ σῶμα. ἴδε τῶν ἵππων τοὺς χαλινοὺς εἰς τὰ στόματα βάλλομεν πρὸς τὸ πείθεσθαι αὐτοὺς ἡμῖν, καὶ ὅλον τὸ σῶμα αὐτῶν μετάγομεν» (Ἰάκ. γ’ 2-3).

Τί σημαίνουν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, ἕως πότε ἔσομαι μεθ’ ὑμῶν; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; Φανταστεῖτε ἕναν εὐγενῆ καὶ φωτισμένο ἄνθρωπο, νὰ τὸν ἔχουν ἀναγκάσει νὰ ζήσει ἀνάμεσα σὲ ἀγρίους. “Ἢ ἕνα βασιλιᾶ ποὺ ἀφήνει το θρόνο του καὶ κατεβαίνει στοὺς ἀγύρτες κι ἀπατεῶνες, ὄχι μόνο γιὰ νὰ ζήσει μαζί τους καὶ νὰ μάθει τὸν τρόπο ζωῆς τους, ἀλλὰ νὰ τοὺς διδάξει πῶς νὰ σκέφτονται, νὰ ἐργάζονται καί νὰ νιώθουν σὰν βασιλιᾶδες, μὲ εὐγένεια καὶ μεγαλοκαρδία. Ὅταν περνοῦσαν τρεῖς μέρες, ἀκόμα κι ἕνας βασιλιᾶς θὰ φώναζε: «Πόσο καιρὸ μπορῶ νὰ μείνω μαζί σας;» Θὰ μπούχτιζε ἀπὸ τὴν ὑπερβολικὴ ἀγριότητα, τὴν ἀνοησία, τὴν ἀκαθαρσία καὶ τὴ δυσωδία αὐτῶν τῶν τριῶν ἡμερῶν. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς ὅμως, ὁ «Βασιλεὺς τῶν βασιλέων», ἔβγαλε τέτοια φωνὴ μετὰ ἀπὸ τριάντα τρία ὁλόκληρα χρόνια ποὺ ζοῦσε ἀνάμεσα σὲ ἀνθρώπους, ποὺ ἀπεῖχαν ἀπὸ τὴν ἀρχοντιά Του πολὺ περισσότερο ἀπ’ ὅσο ἀπέχουν οἱ ἀγριότεροι τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὸν εὐγενέστερο ἀνάμεσά τους, ἀπ’ ὅσο διαφέρει ὁ πιὸ βρώμικος ἀγύρτης ἀπὸ τὸν μέγιστο τῶν ἐπίγειων βασιλιάδων.

Σίγουρα ὁ Κύριος δὲ θὰ μετροῦσε το χρόνο σὲ μέρες καὶ ἔτη, ἀλλὰ μὲ τὰ ἔργα καὶ τὰ θαύματα ποὺ εἶχε κάνει μπροστὰ σὲ χιλιάδες ἀνθρώπους, μὲ τὴ διδασκαλία του ποὺ εἶχε διαδοθεῖ σὲ πολλὲς χιλιάδες ἀνθρώπινες ψυχές. Μετὰ ἀπὸ τόσα ἔργα καὶ θαύματα, μετὰ ἀπὸ τόσες διδαχὲς καὶ ἄπειρα θαυμαστὰ περιστατικὰ ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ καλύψουν χιλιάδες χρόνια, ξαφνικὰ εἶδε πῶς οἱ μαθητὲς Τοῦ δὲν μποροῦσαν νὰ θεραπεύσουν ἕναν ἐπιληπτικὸ νέο καὶ νὰ βγάλουν ἕνα δαιμόνιο ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, μ’ ὅλο ποὺ τοὺς εἶχε διδάξει μὲ λόγια καὶ μὲ τὸ παράδειγμά Τοῦ πῶς νὰ ἐκβάλουν λεγεῶνες δαιμόνων. Κι ἄκουσε ἕναν ἁμαρτωλὸ μὲ πολὺ ἀδύναμη πίστη νὰ τοῦ λέει: εἰ,εἶ τί δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν.

Ἀφοῦ ὁ Κύριος ἐπιτίμησε ἐκείνους ποὺ ἦταν μπροστὰ γιὰ τὴν ἀπιστία τους, μετὰ τοὺς ἔδωσε ἐντολὴ νὰ φέρουν τὸ ἄρρωστο παιδὶ μπροστὰ Τοῦ: φέρετέ μου αὐτὸν ὧδε. Τότε ἐπιτίμησε τὸ δαιμόνιο κι ἐκεῖνο βγῆκε ἀμέσως ἀπὸ τὸ σῶμα τοῦ παιδιοῦ. Τὴν ἴδια στιγμὴ τὸ παιδὶ ἔγινε καλά. Αὐτὰ ἀναφέρει ὁ Ματθαῖος. Οἱ ἄλλοι δύο εὐαγγελιστὲς δίνουν λεπτομέρειες γιὰ ὅσα ἔγιναν πρὶν ἀπὸ τὴν πραγματικὴ θεραπεία τοῦ παιδιοῦ. Οἱ τρεῖς αὐτὲς λεπτομέρειες εἶναι οἱ ἑξῆς: πρώτη, πῶς ὁ Χριστὸς ρώτησε τὸν πατέρα ἀπὸ πότε εἶναι ἄρρωστο τὸ παιδί.: δεύτερη, πῶς ἔδωσε ἔμφαση στὴν πίστη, ὡς προϋπόθεση τῆς θεραπείας καὶ τρίτη, πῶς τὴν ὥρα ποὺ ὁδηγοῦσαν τὸ παιδὶ μπροστὰ στὸ Χριστό, τρομοκρατημένος ὁ διάβολος ἐγκατέλειψε τὸ παιδὶ κι ἔφυγε.

«Πόσος χρόνος ἐστὶν ὼς τοῦτο γέγονεν αὐτῷ;», ρώτησε ὁ Ἰησοῦς τὸν πατέρα τοῦ ἄρρωστου παιδιοῦ (Μάρκ. Θ’ 21). Καὶ βέβαια δὲν ἔκανε τὴν ἐρώτηση αὐτὴ γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὴν ἀκούσουν οἱ συγκεντρωμένοι ἄνθρωποι. Ὁ ἴδιος τὸ ἤξερε καλά, γνώριζε πῶς ἡ ἀρρώστια τοῦ παιδιοῦ ἦταν μακροχρόνια. Ὁ πατέρας ἀπάντησε: «παιδιόθεν». Ἄς ἀναλογιστεῖ καὶ καθένας πόσα τρομερὰ βάσανα προκαλοῦνται ἀπὸ τὰ πονηρὰ πνεύματα καὶ πόσο μεγάλη εἶναι ἡ προστασία τοῦ Θεοῦ. Χωρὶς τὴν προστασία Του, τὰ πονηρὰ πνεύματα σίγουρα θὰ εἶχαν κυριολεκτικὰ ἀφανίσει τόσο τὸ σῶμα ὅσο καὶ τὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ. Καὶ τελικὰ ἂς σκεφτοῦμε πόσο μεγάλη εἶναι ἡ δύναμη τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ πάνω στὰ πονηρὰ πνεύματα. Βοήθησον ἡμῖν, εἶπε στὸ Χριστὸ ὁ πατέρας τοῦ παιδιοῦ. Δὲν ἀνέφερε μόνο τὸ παιδί, γιατί τὰ βάσανα τοῦ παιδιοῦ ἦταν καὶ τοῦ πατέρα του βάσανα, ὅπως καὶ ὅλης τῆς οἰκογένειας. “Ἄν τὸ παιδὶ θεραπευόταν, θὰ ἐλευθερώνονταν ἀπὸ τὸ βάρος πολλὲς ἀνθρώπινες ψυχές. Κι ὁ Χριστός του ἀπάντησε: «εἴ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατά το πιστεύοντι» (Μάρκ. Θ’ 23).

Ὅπως συνήθιζε νὰ ἐνεργεῖ ὁ Κύριος, ἤθελε νὰ κάνει κι ἐδῶ τὸ μέγιστο δυνατὸ καλὸ μὲ μιὰ πράξη. “Ἕνα καλὸ ἦταν ν’ ἀποκαταστήσει τὴν ὑγεία τοῦ παιδιοῦ. Ἀλλὰ γιατί νὰ μὴν ὠφελήσει καὶ τοὺς ἄλλους; Γιατί νὰ μὴν ἐνισχύσει καὶ νὰ σταθεροποιήσει τὴν πίστη τοῦ πατέρα; Γιατί νὰ μὴν κάνει ταυτόχρονα κι ἕνα τρίτο καλό, νὰ δείξει δηλαδὴ τὴ δύναμή Του ὅσο πιὸ καθαρὰ γινόταν, ὥστε νὰ τὸν πιστέψουν οἱ ἄνθρωποι; Καὶ γιατί νὰ μὴν κάνει κι ἕνα τέταρτο καλό, νὰ καταγγείλει τὴν ἀπιστία καὶ τὴ διαφθορά, καθὼς καὶ τὴ χαμερπῆ τάση τῶν ἀνθρώπων πρὸς τὸ κακό, πρὸς τὰ πονηρὰ πνεύματα καὶ τὴν ἁμαρτία; Καὶ γιατί νὰ μὴν ἐπιτύχει κι ἕναν πέμπτο καλό, κι ἕνα ἕκτο κι ἕνα ἕβδομο κι ὅλα τὰ καλὰ ποὺ μποροῦν νὰ προκύψουν ἀπὸ μιὰ καλὴ πράξη; Μιὰ καλὴ πράξη συνήθως σέρνει μαζί της πολλὲς ἄλλες, ὅπως τὸ τρένο σέρνει πολλὰ βαγόνια.

Προσέξτε ἐπίσης πὼς ὁ Κύριος συνδυάζει μὲ πολλὴ σοφία τὴν ἀκρίβεια μὲ τὴ λεπτότητα. Ὅταν κατάγγειλε αὐστηρὰ τὴν ἀπιστία, μίλησε γενικά, γιὰ νὰ διεγείρει ὅλων τὴν πίστη, χωρὶς νὰ ταπεινώσει κανέναν προσωπικά. Μετά, ὅταν στράφηκε σ’ ἐκεῖνον ποῦ τὸν ἱκέτευε, δὲ μίλησε αὐστηρά, ἀλλὰ μὲ μεγάλη προσοχὴ καὶ εὐγένεια: εἰ,εἶ δύνασαι πιστεῦσαι… Αὐτὴ ἡ προσεχτικὴ διατύπωση κι ἡ εὐγένεια τοῦ Χριστοῦ ἔφερε τὸ ἐπιθυμητὸ ἀποτέλεσμα. Ὁ πατέρας ἔκραξε μὲ δάκρυα στὰ μάτια: «πιστεύω, κύριε βοήθει μου τὴ ἀπιστία» (Μάρκ. Θ’ 24).

Δὲν ὑπάρχει τίποτα ποὺ νὰ λιώνει εὐκολότερα τὸν πάγο τῆς ἀπιστίας ὅσο τὰ δάκρυα. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἔκλαψε μπροστὰ στὸν Κύριο καί μετανόησε γιὰ τὴν προηγούμενη ζωή του, ἀπὸ μέσα του ξεπήδησε ἡ πίστη ὅπως τὸ νερὸ ἀπὸ τὴν πηγή. Καὶ τότε εἶπε τὰ λόγια ποὺ ἔμειναν ὡς ἕνα δυνατὸ μήνυμα σὲ ὅλες τίς γενιὲς τῶν ἀνθρώπων: πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τὴ ἀπιστία.

Τὰ λόγια αὐτὰ δείχνουν πῶς ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ οὔτε νὰ πιστέψει χωρὶς τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Ἀπὸ μόνος του μπορεῖ νὰ φτάσει σὲ μιὰ ὑποψία πίστης, νὰ πιστεύει δηλαδὴ στὸ καλὸ καὶ στὸ κακὸ ἤ, μὲ ἄλλα λόγια, ν’ ἀμφιβάλλει γιὰ τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό. Ὁ δρόμος ὅμως ἀπὸ τὴ μερικὴ πίστη στὴν ἀληθινὴ εἶναι πραγματικὰ μακρύς. Χωρὶς τὸ καθοδηγητικὸ χέρι τοῦ Θεοῦ κανένας ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ ν’ ἀκολουθήσει τὸ δρόμο αὐτό. Τὸ νόημα τῶν λόγων τοῦ πατέρα τοῦ παιδιοῦ, πιστεύω, κύριε βοήθεια μοῦ τὴ ἀπιστία, εἶναι: «Βοήθησέ μέ, Κύριε, νὰ πιστέψω σὲ Σένα! Βοήθησέ μὲ νὰ μὴν πιστέψω στὸ κακό! Βοήθησέ μὲ ν’ ἀπαλλαγῶ ἐντελῶς ἀπὸ τὸν πονηρὸ καὶ νὰ ἑνωθῶ μαζί Σου!»

«Ἔτι δὲ προσερχομένου αὐτοῦ ἔρρηξεν αὐτὸν τὸ δαιμόνιον καὶ συνεσπάραξεν» (Λουκ. θ’ 42). Αὐτὸ ἦταν τὸ τελευταῖο πρᾶγμα ποὺ ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς στὸ δαίμονα. Κι αὐτὸ ὥστε νὰ δοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι το φόβο καὶ τὸν τρόμο ποὺ μπορεῖ νὰ προκαλέσει ὁ διάβολος στὸν ἄνθρωπο. Νὰ καταλάβουν πόσο ἄνεπαρκὴς εἶναι ἡ δύναμη τῶν ἀνθρώπων, ἀκόμα καὶ τῶν καλλίτερων γιατρῶν τοῦ κόσμου, γιὰ νὰ γλιτώσουν ἀπὸ τὸ φόβο καὶ τὸν τρόμο τὴ ζωὴ ἔστω καὶ ἑνὸς μόνο ἀνθρώπου. Ἔτσι ὅταν οἱ ἄνθρωποι δοὺν τὴ δύναμη τοῦ διαβόλου καὶ συνειδητοποιήσουν τὴ δική τους ἀδυναμία, θὰ κατανοήσουν πόσο μεγαλειώδης καὶ θεϊκὴ εἶναι ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Ὁ εὐαγγελιστὴς Μάρκος καταγράφει τὰ λόγια ποὺ εἶπε ὁ Κύριος στὸ πονηρὸ πνεῦμα: «Τὸ πνεῦμα τὸ ἄλαλον καὶ κωφόν, ἐγὼ σοὶ ἐπιτάσσω, ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ καὶ μηκέτι εἰσέλθης εἰς αὐτόν» (Μάρκ. Θ’ 25). Σοὶ ἐπιτάσσω, εἶπε ὁ Κύριος. Εἶναι ἡ πηγὴ τῆς δύναμης καὶ τῆς ἐξουσίας. Δὲν τὴ δανείζεται ἀπὸ κάποιον ἄλλο. «Πάντα ὅσα ἔχει ὁ πατὴρ ἐμὰ ἔστι» (Ἰωάν. ἴστ’ 15), εἶχε πεῖ σὲ ἄλλη περίπτωση ὁ Κύριος Ἰησοῦς. Καὶ τώρα βλέπουμε πῶς τὸ ἐπιβεβαιώνει αὐτὸ στὴν πράξη. «Σοῦ μιλάω Ἐγώ: σὲ διατάζω μὲ τὴν ἐξουσία ποὺ ἔχω καὶ σὲ διώχνω ἀπὸ τὸ παιδὶ μὲ τὴ δύναμή μου». Ἄς τὸ καταλάβουν καλὰ οἱ ἄνθρωποι πῶς ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς προφῆτες, ποὺ ἔκαναν κάποια θαυμαστὰ πράγματα μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, Ἐκεῖνος ποὺ προανήγγειλαν οἱ προφῆτες καὶ ἀνέμενε ὁ κόσμος.

Θὰ πρέπει νὰ προσέξουμε ἰδιαίτερα καὶ τὸ δεύτερο σκέλος τῆς ἐντολῆς τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸ διάβολος καὶ μηκέτι εἰσέλθης εἰς αὐτόν. Ὁ Κύριος τοῦ ἔδωσε τὴν ἐντολὴ ὄχι μόνο νὰ φύγει, μὰ καὶ νὰ μὴν ξαναγυρίσει στὸν ἄνθρωπο ποὺ εἶχε τόσο πολὺ ταλαιπωρήσει. Αὐτὸ σημαίνει πὼς ἀκόμα κι ὅταν καθαριστεῖ καὶ θεραπευτει ὁ ἄνθρωπος, μπορεῖ νὰ προσβληθεῖ ξανὰ ἀπὸ τὸ ἀκάθαρτα πνεύματα. Ὁ διάβολος μπορεῖ νὰ ξανάρθει στὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν ὁποῖο διώχτηκε. Αὐτὸ γίνεται ὅταν ὁ ἁμαρτωλὸς ποὺ μετάνιωσε καὶ συχωρέθηκε ἀπό το Θεό, ξαναγυρίσει στὴν παλιὰ ἁμαρτία του. Τότε ὁ διάβολος βρίσκει ἀνοιχτὴ τὴν εἴσοδο καὶ ξαναμπαίνει στὸν ἄνθρωπο.

Ὁ Κύριος ἐδῶ διατάζει τὸ διάβολο ὄχι μόνο νὰ ἐλευθερώσει τὸ παιδί, μὰ καὶ νὰ μὴν ξαναγυρίσει ποτέ. Κι αὐτὸ γιὰ δυὸ λόγους: πρῶτο, ὥστε τὸ θεϊκὸ δῶρο ποὺ τοῦ ἔδωσε νὰ εἶναι ὁλοκληρωμένο καὶ τέλειο: καὶ δεύτερο, γιὰ νὰ διδαχτοῦμε πῶς, ἀφοῦ λάβουμε τὴν ἄφεση ἀπὸ τὸ Θεό, δὲν πρέπει νὰ ξαναγυρίσουμε στὴν ἁμαρτία, «ὥσπερ κύων ἐπὶ τὸ ἴδιον ἔξέραμα» (Βπέτρ. β’ 22), γιὰ νὰ μὴν ἐκτεθοῦμε στὸν κίνδυνο κι ἀνοίξουμε πάλι τὴν πόρτα στὸ πονηρὸ πνεῦμα γιὰ νὰ μπεῖ μέσα μας καὶ νὰ μᾶς κυριεύσει.

Μετὰ τὸ μεγάλο αὐτὸ θαῦμα τοῦ Χριστοῦ, «ἔξεπλήσσοντο πάντες ἐπὶ τὴ μεγαλειότητα τοῦ Θεοῦ», γράφει ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς (θ’ 43). Πόσο καλὸ θὰ ἦταν νὰ ἔμενε ὁ θαυμασμὸς αὐτὸς διαρκὴς κι ἀνεξάλειπτος ἀπὸ τίς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων! Νὰ μὴν ἔσβηνε τόσο γρήγορα ὅσο οἱ σαπουνόφουσκες στὸ νερό! Ὁ Θεὸς ὅμως δὲ σπέρνει μάταια. “Ἄν ὁ σπόρος ποὺ πέφτει στὸ δρόμο, στὴν πέτρα ἢ ἀνάμεσα στὰ ζιζάνια χάνεται, ἐκεῖνος ποὺ πέφτει σὲ καλὴ γῆ μένει ζωντανὸς καὶ ἀποδίδει καρποὺς ἑκατονταπλάσιους..

Ἀργότερα ποὺ ὁ Χριστὸς ἔμεινε μόνος μὲ τοὺς μαθητές Του, ἐκεῖνοι τὸν ρώτησαν: «Τότε προσελθόντες οἱ μαθηταὶ τὼ Ἰησοῦ κατ’ ἰδίαν εἶπον· διατὶ ἤμεὶς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό; ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς: διὰ τὴν ἀπιστίαν ὑμῶν, ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἐὰν ἔχετε πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως, ἔρεῖτε τῷ ὄρει τούτῳ μετάβηθι ἐντεῦθεν ἐκεῖ, καὶ μεταβήσεται, καὶ οὐδὲν ἀδυνατίσει ὑμῖν» (Ματθ. ἴζ’ 19-20). Ἡ ρίζα τῆς ἀδυναμίας τῶν ἀποστόλων ἑπομένως ἦταν ἡ ἀπιστία. “Ὅσο μεγαλύτερη εἶναι ἡ πίστη, τόσο μεγαλύτερη κι ἡ δύναμη. Λιγότερη πίστη, λιγότερη δύναμη. Νωρίτερα ὁ Κύριος εἶχε δώσει στοὺς ἀποστόλους «ἐξουσίαν πνευμάτων ἀκαθάρτων, ὥστε ἐκβάλλειν αὐτὰ καί θεραπεύειν πᾶσαν νόσον καὶ μαλακίαν» (Ματθ. ἰ’ 1). Οἱ μαθητὲς ἔκαναν γιὰ κάποιο διάστημα καλὴ χρήση αὐτῆς τῆς ἐξουσίας. Στὸ μέτρο ὅμως ποὺ ἐξασθένησε ἡ πίστη τους, εἴτε ἀπό το φόβο τῶν ἀνθρώπων εἴτε ἀπὸ ὑπερηφάνεια, ἐξασθένησε καὶ ἡ δύναμη ποὺ τοὺς ἔδωσε. Στὸν Ἀδὰμ εἶχε δοθεῖ ἐξουσία πάνω σ’ ὅλα τὰ πλάσματα. Μὲ τὴν παρακοή, τὴν ἀπληστία καὶ τὴν ὑπερηφάνειά του ὅμως, ἔχασε τὴν ἐξουσία αὐτή. Οἱ ἀπόστολοι τώρα, ἀπὸ κάποιο δικό τους σφάλμα, εἶχαν χάσει τὴ δύναμη καὶ τὴν ἐξουσία ποὺ τοὺς εἶχε δώσει ὁ Κύριος. Ἡ χαμένη αὐτὴ δύναμη τώρα μπορεῖ ν’ ἀνακτηθεῖ μόνο μὲ πίστη, πίστη καὶ περισσότερη πίστη.

Σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση ὁ Κύριος ἔδωσε μεγάλη ἔμφαση στὸ θέμα τῆς πίστης. Ἡ πίστη μπορεῖ νὰ μετακινήσει καὶ ὄρη. Δὲν ἀδυνατεῖ τίποτα μπροστά της. “Ὁ κόκκος τοῦ σιναπιοῦ εἶναι πολὺ μικρός, τὸ ἄρωμά του ὅμως μπορεῖ νὰ διαπεράσει ἕνα μπὼλ ὁλόκληρο μὲ φαγητό. Γράφει ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων στὴν Κατήχησή του ἀρ. 5: «Ὅπως ὁ κόκκος τοῦ σιναπιοῦ, ποῦ εἶναι μικρὸς σὲ μέγεθος ἀλλὰ μεγάλος σὲ ἐνέργεια, ὅταν σπαρεὶ σ’ ἕναν τόπο βγάζει πολλοὺς κλάδους, ὥστε σ’ αὐτοὺς νὰ κάθονται καὶ πουλιά, ἔτσι εἶναι κι ἡ πίστη. Σύντομα κάνει ἔργα μεγάλα. Γι’ αὐτὸ ἔχετε πίστη σ’ Ἐκεῖνον, γιὰ νά σας δώσει πίστη δυνατή, ποῦ ἐνεργεῖ πέρα ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη δύναμη». Ἄν ἔχετε πίστη ἔστω ὅσο ὁ κόκκος τοῦ σιναπιοῦ, τὰ βουνὰ θὰ ὑποχωρήσουν μπροστά σας καὶ θὰ μετακινηθοῦν ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος σὲ ἄλλο.

Γιατί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος δὲ μετακίνησε βουνά; Ἐπειδὴ δέν του ἦταν ἀπαραίτητο νὰ τὸ κάνει. Ἔκανε ἐκεῖνα μόνο τὰ θαύματα, ποὺ χρειάζονταν γιὰ νὰ ὠφελήσουν τοὺς ἀνθρώπους, γιὰ τὴ σωτηρία τους. Εἶναι ὅμως μεγαλύτερο θαῦμα νὰ μετακινήσεις ἕνα βουνὸ ἢ νὰ μετατρέψεις τὸ νερὸ σὲ κρασί, νὰ πολλαπλασιάσεις τούς ἄρτους, νὰ ἐκβάλεις πονηρὰ πνεύματα, νὰ θεραπεύσεις ὅλων τῶν λογιῶν τίς ἀρρώστιες, νὰ περπατήσεις πάνω στὸ νερὸ ἢ νὰ γαληνέψεις μ’ ἕνα λόγο – ἢ καὶ μία σκέψη – τίς καταιγίδες καὶ τοὺς ἀνέμους; Δὲν ἄποκλείεται πιστοὶ τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶχαν πολὺ μεγάλη πίστη καὶ σὲ εἰδικὲς περιπτώσεις, νὰ “καναν καὶ τὸ θαῦμα αὐτό, νὰ μετακίνησαν δηλαδὴ ὄρη. Εἶναι ὅμως τὰ ψηλὰ βουνὰ πιὸ φοβερὰ φορτία γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τίς ἔγκόσμιες μέριμνες, τοὺς ἔγκόσμιους δεσμοὺς καὶ τίς ἁλυσίδες τῶν παθῶν; Ἐκεῖνος ποὺ μπορεῖ νὰ σηκώσει τὰ βάρη αὐτὰ ἀπὸ τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου καὶ νὰ τὰ ρίξει στὴ θάλασσα, σίγουρα ἔχει μετακινήσει τὸ μεγαλύτερο βουνὸ τοῦ κόσμου.

«Τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ,εἶ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ» (Ματθ. ἴζ’ 21). Ἡ νηστεία κι ἡ προσευχὴ εἶναι οἱ δύο πυλῶνες τῆς πίστης, δυὸ δυνατὲς φλόγες ποὺ κατακαίουν τὰ πονηρὰ πνεύματα. Μὲ τὴ νηστεία καταπραύνονται καὶ νεκρώνονται ὅλα τὰ σωματικὰ πάθη, κυρίως τὰ σαρκικά. Μὲ τὴν προσευχὴ πολεμοῦνται κι ἄφανίζονται ὅλα τ’ ἄλλα πάθη τῆς ψυχῆς, τῆς καρδιᾶς καὶ τοῦ νοῦ, ὅπως πονηρὲς ἐπιθυμίες, κακὲς πράξεις, φθόνος, ἐκδίκηση, μῖσος, κακία, ὑπερηφάνεια, κενοδοξία καὶ ἄλλα. Μὲ τὴ νηστεία καθαρίζονται τὰ δοχεῖα τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ ἀκάθαρτο περιεχόμενό των ἐγκόσμιων παθῶν καὶ τῆς κακίας τους. Μὲ τὴν προσευχὴ ἕλκεται τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στὸ ἄδειο καὶ καθαρὸ δοχεῖο κι ἐγκαθίσταται στὸν ἄνθρωπο ἡ πληρότητα τῆς πίστης. – Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει ἀπὸ χρόνια ἀμνημόνευτα τονίσει τὴ δοκιμασμένη συνταγὴ τῆς νηστείας γιὰ ὅλα τὰ σωματικὰ πάθη καὶ σὰν ἕνα δυνατό ὅπλο ἐναντίον τῶν πονηρῶν πνευμάτων. Ἐκεῖνοι ποὺ ὑποβαθμίζουν ἢ ἀπορρίπτουν τὴ νηστεία, στὴν οὐσία ὑποβαθμίζουν κι ἀπορρίπτουν μιὰ θεμελιακὴ ἐντολὴ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ποὺ ἀφορᾶ στὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ προσευχὴ ἐνισχύεται μὲ τὴ νηστεία, ἡ πίστη ἑδραιώνεται κι ἀπὸ τὴ μιὰ (τὴν προσευχὴ) κι ἀπὸ τὴν ἄλλη (τὴ νηστεία). Κι ἡ πίστη μετακινεῖ ὄρη, ἐκβάλλει δαιμόνια καὶ κάνει δυνατὰ τὰ ἀδύνατα.

Τὰ τελευταῖα λόγια τοῦ Χριστοῦ στὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο δὲ φαίνεται νὰ ἔχουν σχέση μὲ τὸ περιστατικὸ ποὺ προηγήθηκε. Μετὰ τὸ μεγάλο θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ δαιμονισμένου παιδιοῦ κι ἐνῶ οἱ ἄνθρωπου θαύμαζαν τὸ γεγονός, ὁ Κύριος ἄρχισε νὰ μιλάει στοὺς μαθητὲς γιὰ τὸ Πάθος Του. «Μέλλει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοσθαι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων. καὶ ἀποκτενούσιν αὐτόν, καὶ τὴ τρίτη ἡμέρα ἐγερθήσεται. καὶ ἐλυπήθησαν σφόδρα» (Ματθ. ἴζ’ 22, 23). Γιατί μετὰ τὸ θαῦμα, ὅπως καὶ μετὰ ἀπὸ κάποια ἄλλα ἀπὸ τὰ θαύματά Του, ὁ Κύριος μιλοῦσε στοὺς μαθητὲς γιὰ τὸ Πάθος Του; Τὸ ἔκανε αὐτὸ ὥστε, ὅταν ἐρχόταν τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, νὰ μὴν ἀποκαρδιωθοῦν, νὰ μὴν ὀλιγοπιστήσουν. Τά ‘λεγε αὐτὰ στοὺς μαθητὲς μετὰ ἀπὸ τὰ μεγάλα θαύματά Τοῦ, ὥστε οἱ προρρήσεις αὐτές, κοντὰ στὰ μεγάλα γεγονότα, τὴ δόξα καὶ τὰ ἐγκώμια μὲ τὰ ὁποῖα τὸν ὑποδέχονταν, νὰ χαραχτοῦν καλύτερα στὸ νοῦ τους. Τά ‘λεγε ὅμως καὶ γιὰ νὰ διδάξει, ὄχι μόνο τοὺς ἀποστόλους ἀλλὰ καί μας. Νὰ κατανοήσουμε πῶς μετὰ ἀπὸ τόσο μεγάλα ἔργα δὲν πρέπει νὰ ζητοῦμε καὶ νὰ περιμένουμε ἀνταμοιβὴ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι γιὰ τὸ χειρότερο, γιὰ τὰ σκληρότερα χτυπήματα καί τις ταπεινώσεις, ἀκόμα κι ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ βοηθήσαμε κι εὐεργετήσαμε πολύ.

Ὁ Κύριος δὲν προεῖπε μόνο τὸ πάθος καί το θάνατό Τοῦ, ἀλλὰ καὶ τὴν ἔνδοξη Ἀνάστασή Του. Στὸ τέλος ὅλων ὑπάρχει ἡ Ἀνάσταση, ἡ νίκη κι ἡ αἰώνια δόξα. Ὁ Κύριος προεῖπε στοὺς μαθητές Του κάτι ποὺ φαινόταν ἀδύνατο. Ἤθελε νὰ τονώσει τὴν πίστη τους, γιὰ ν’ ἀντιμετωπίσουν ὅσα θ’ ἀκολουθοῦσαν, νὰ τοὺς διδάξει πῶς πρέπει νὰ πιστέψουν ὅσα τοὺς εἶπε. Πίστη ὅση ὁ κόκκος τοῦ σιναπιοῦ ἢ ἀκόμα λιγότερη, πρέπει νὰ χεῖ κάθε ἄνθρωπος γιὰ νὰ ναὶ προετοιμασμένος καὶ νὰ περιμένει κάθε εἶδος βασάνων σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο. Νὰ `ναὶ σίγουρος ὅμως πῶς στὸ τέλος ὑπάρχει ἡ ἀνάσταση. Κάθε ἐπίγεια δόξα καὶ κάθε ἔπαινο πρέπει νὰ τὰ λογαριάζουμε σὰν μηδέν. Μετὰ ἀπ’ ὅλους τοὺς θριάμβους ποὺ μπορεῖ νὰ προσφέρει ὁ κόσμος, πρέπει ν’ ἀναμένουμε τὸν πειρασμό. Ὅλα ὅσα μᾶς στέλνει ὁ οὐράνιος Πατέρας μας, πρέπει νὰ τὰ δεχόμαστε μὲ ταπείνωση καὶ ὑπακοή. Δὲν πρέπει ν’ ἀπαριθμοῦμε τὰ καλὰ ποὺ ἔχουμε κάνει γιά το λαό, τὴν πόλη ἢ τὸ χωριό, γιὰ τὸ ἔθνος ἢ γιὰ τὴν πατρίδα μας. Δὲν πρέπει νὰ ἐπανασταστοῦμε ὅταν μᾶς πιέζουν προβλήματα. “Ἄν κάναμε κάτι γιὰ τοὺς πλησίον μας, αὐτὸ ἔγινε μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ. “Ἔτσι εἶναι. Κάθε καλὸ γίνεται ἀπὸ τὸ Θεό, ἐμεῖς εἴμαστε ἁπλᾶ ὄργανά Του. Ἑπομένως δὲν πρέπει νὰ γογγύζουμε ὅταν μᾶς στείλει ὁ Θεὸς βάσανα μετά την εγκόσμια δόξα, ταπείνωση μετὰ ἀπὸ ἐπαίνους, φτώχεια μετὰ τὸν πλοῦτο, περιφρόνηση μετὰ ἀπὸ ματαιοδοξία, ἀρρώστια μετὰ τὴν ὑγεία, μόνωση καὶ ἐγκατάλειψη μετὰ ἀπὸ τὴν ἀπόλαυση πολλῶν φίλων.

Ὁ Θεὸς γνωρίζει γιατί μᾶς τὰ στέλνει όλ’ αὐτά. Γνωρίζει πῶς ὅλα εἶναι γιὰ τὸ καλό μας. Πρῶτο, γιὰ νὰ μάθουμε νὰ ἐκτιμοῦμε τίς αἰώνιες κι ἄφθαρτες ἀξίες καὶ νὰ μὴν ὁδηγηθοῦμε στὸ θάνατο παρασυρμένοι ἀπὸ τὴν ψεύτικη καὶ παροδικὴ λαμπρότητα αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Δεύτερο, πῶς δὲν πρέπει νὰ λάβουμε ἀνταπόδοση ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους γιὰ τὰ καλὰ ποὺ κάναμε σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο, γιατί ἔτσι δὲ θὰ μείνει τίποτα νὰ περιμένουμε γιὰ νὰ λάβουμε στὴ μέλλουσα ζωή. “Ὅταν φτάσουμε στὴν πύλη τῆς οὐράνιας βασιλείας, εὔχομαι νὰ μὴν ἀκούσουμε: «Πορεύεσθε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι ἤδη ἀπέχετε τὸν μισθὸν ὑμῶν».

Ἐλπίζω νὰ μὴ συμβεῖ αὐτό σε μᾶς. Γιὰ νὰ μὴ χαθοῦμε αἰώνια ὅταν ἔρθει τὸ σίγουρο τέλος αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ἀπ’ ὅπου λάβαμε δόξα καὶ τιμή, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὁ μοναδικός μας Φίλος, μᾶς διδάσκει πῶς μετὰ τὴ μέγιστη δόξα, τὸν ἔπαινο καὶ τὴν τιμὴ ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς προσφέρει αὐτὸς ὁ κόσμος, πρέπει νὰ προετοιμαστοῦμε γιὰ ν’ ἀναλάβουμε τὸ σταυρό μας. Γι’ αὐτὸ πρέπει δόξα καὶ ὕμνος στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, μαζὶ μὲ τὸν ἄναρχο Πατέρα Του καὶ τὸ Πανάγιο Πνεῦμα, τὴν ὁμοούσια καὶ ἀδιαίρετη Τριάδα, τώρα καὶ πάντα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Αυγουστίνος Καντιώτης (Από το βιβλίο "ΚΥΡΙΑΚΗ")

Ὅπλα κατὰ τοῦ πονηροῦ

«Τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ,εἶ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ» (Ματθ. 17, 21)

ΠΟΙΟΣ, ἀγαπητοί μου, ποιός δὲν θέλει τὴν εἰρήνη; Ὅλος ὁ κόσμος ἀγαπᾷ τὴν εἰρήνη. Ὅταν μάλιστα τὴν στερῆται, τότε περισσότερο τὴν ἀναζητα. Ἀλλὰ δυστυχῶς, παρὰ τὸν πανανθρώπινο πόθο γιὰ εἰρήνη, ὁ κόσμος πολλὲς φορὲς δοκίμασε – καὶ δοκιμάζει ἀκόμα- τὴ φωτιὰ τοῦ πολέμου. Ὑλικὰ συμφέροντα καὶ ἀνθρώπινου ἐγωισμοὶ σπρώχνουν τυφλὰ στὴν καταστροφή. Δύο παγκόσμιοι καὶ ἀμέτρητοι ἄλλοι τοπικοὶ πόλεμοι σκόρπισαν καὶ σκορπίζουν τὴ φρίκη. Ὅσοι ἔζησαν τέτοιες ἡμέρες, εὔχονται νὰ μὴ ξαναγυρίσουν ποτέ. Φιλήσυχοι ἄνθρωποι, ποὺ παρὰ τὴ θέλησή τους ὁδηγήθηκαν στὴν ἀλληλοσφαγή, φωνάζουν ἀπὸ τὰ μύχια τῆς ψυχῆς· Καταραμένος ὁ πόλεμος!

– Ἄν ὅμως αὐτὸς ὁ πόλεμος εἶνε καταραμένος, ὑπάρχει ἕνας ἄλλος πόλεμος ποὺ εἶνε εὐλογημένος. Εὐλογημένος πόλεμος; μὰ τί εἶνε αὐτὰ ποὺ λές; θ’ ἀπορήσῃ κανείς. Ναί, ἀγαπητοί μου, ὑπάρχει καὶ εὐλογημένος πόλεμος. Εἶνε πόλεμος, στὸν ὁποῖον ὁ χριστιανὸς καλεῖται νὰ λάβῃ μέρος ὄχι μόνον ἑκουσίως, μὲ τὴ θέλησή του, ἀλλὰ καὶ ὁλοψύχως, μὲ ὅλη τὴν καρδιά του. Εἶνε πόλεμος ἐναντίον τοῦ κακοῦ γι’ αὐτὸ εἶνε εὐλογημένος. Καὶ ποιός εἶνε αὐτὸς ὁ πόλεμος; Εἶνε ὁ πόλεμος ἐναντίον τοῦ μεγαλυτέρου ἐχθροῦ μας, ἐναντίον τοῦ διαβόλου.

Ἔχουμε πόλεμο λοιπόν. Ἐχθρὸς σ’ αὐτὸ τὸν πόλεμο εἶνε ὁ διάβολος. Καὶ ὅπλα; Μὲ τί ὅπλα μπορεῖ κανεὶς νὰ πολεμήσῃ τὸ διάβολο; Διότι αὐτὸς βέβαια δὲν πολεμεῖται μὲ κανόνια καὶ ἅρματα καὶ ἀεροπλάνα ἢ καὶ πυρηνικὲς βόμβες ἀκόμη. Ἄλλα ὅπλα χρειάζονται ἐδῶ. Γιὰ τὰ ὅπλα ἐναντίον τοῦ διαβόλου μᾶς ὁμιλεῖ τὸ Εὐαγγέλιο σήμερα. Ἄς δοῦμε λοιπόν, ποιά ὅπλα κατὰ τοῦ πονηροῦ συνιστᾷ ἡ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ ἀκούσαμε.

Ἕνας πατέρας γονατίζει ἐμπρὸς στὸν Κύριο καὶ τὸν παρακαλεῖ νὰ θεραπεύσῃ το γυιό του, ποὺ πάσχει ἀπὸ ἐπήρεια τοῦ πονηροῦ πνεύματος. Το δαιμόνιο ρίχνει τὸ παιδὶ ἄλλοτε στὴ φωτιὰ κι ἄλλοτε στὸ νερό. Οἱ μαθηταὶ τοῦ Χριστοῦ, παρὰ τὴν καλή τους διάθεση, δὲν μπόρεσαν νὰ τὸ ἀπαλλάξουν ἀπὸ τὴν τυραννία. Ἀλλ’ ὁ Χριστὸς μὲ ἕνα λόγο του διώχνει τὸ δαιμόνιο καὶ ἀπαλλάσσει ἀμέσως τὸ παιδί. Κι ὅταν ἔφυγε ὁ κόσμος οἱ μαθηταὶ πλησιάζουν ἰδιαιτέρως το Διδάσκαλο καὶ τὸν ἐρωτοῦν: «Γιατί ἐμεῖς δὲν κατορθώσαμε νὰ τὸ βγάλουμε;». Καὶ ὁ Χριστὸς ἀπαντᾷ: «Λόγῳ τῆς ἀπιστίας σας. Ἀλήθεια σᾶς λέω, ἂν ἔχετε πίστι σάν το σπόρο τοῦ σιναπιοῦ, θὰ πῆτε σὲ τοῦτο τὸ βουνό, Φύγε ἀπό ‘δὼ καὶ πήγαινε ἐκεῖ, καὶ θὰ πάη, καὶ τίποτε δὲν θὰ σταθῇ ἀδύνατο γιά σας. Τοῦτο δὲ τὸ γένος (τῶν δαιμόνων) δὲν βγαίνει παρὰ μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία» (Ματθ. 17, 1921). Μέσα στὰ λόγια αὐτὰ ἀκοῦμε τὸν Κύριο νὰ ὑποδεικνύῃ τρία ὅπλα κατὰ τοῦ πονηροῦ πρῶτο ὅπλο ἢ πίστι, δεύτερο ἡ προσευχή, καὶ τρίτο ἢ νηστεία.

Πρῶτο ὅπλο ἡ πίστι. Ποιά πίστις Ἡ θερμὴ καὶ ἀκλόνητη πίστι. Δὲν μπορέσατε, λέει, ὁ Χριστὸς στοὺς μαθητάς του, νὰ βγάλετε τὸ δαιμόνιο ἐξ αἰτίας τῆς ἀπιστίας σας ἐνῶ ἂν εἴχατε πίστι θερμὴ καὶ δυνατή, ὅπως θερμὸ καὶ δυνατὸ εἶνε τὸ σινάπι, καὶ βουνὰ ἀκόμη θὰ μετακινούσατε. Μὲ τὴν πίστι νικιέται ὁ πονηρός. Νὰ πιστεύουμε λοιπὸν στὸ Θεό, ποὺ εἶνε ὁ παντοδύναμος, ὁ δὲ διάβολος ἐνώπιόν του φοβᾷται καὶ τρέμει. Νὰ πιστεύουμε στὸ λόγο τοῦ Εὐαγγελίου, ποὺ βεβαιώνει ὅτι, ἂν ἀντισταθοῦμε στὸ διάβολο, ἐκεῖνος θὰ φύγῃ νικημένος «Ἀντίστητε τῷ διαβόλῳ, καὶ φεύξεται ἀφ’ ὑμῶν» (Ἰακ. 4, 7). Νὰ πιστεύουμε στὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ, ποὺ καὶ βουνὰ παραμερίζει καὶ μετατοπίζει.

Δεύτερο ὅπλο ἡ προσευχή. «Τοῦτο τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ,εἶ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ» (Ματθ. 17, 21). Μεγάλη ἡ δύναμη τῆς προσευχῆς, καὶ θαυμαστὰ τὰ ἀποτελέσματά της σὲ ὥρα πειρασμοῦ. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὅταν περνοῦσε τίς στιγμὲς τῆς ὑπερτάτης ἀγωνίας του στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανή, ἀντιμετώπισε τὸν πειρασμὸ μὲ προσευχὴ «καὶ γενόμενος ἐν ἀγωνίᾳ ἐκτενέστερον προσηύχετο», λέει ὁ εὐαγγελιστὴς (Λουκ. 22, 44). Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν ὑπέδειξε, ὅταν βρεθοῦμε καὶ ἐμεῖς μέσα στὸν κυκλῶνα τοῦ πειρασμοῦ, ἔτσι ν’ ἀντιμετωπίζουμε τὴν ἐπίθεσι τοῦ διαβόλου, μὲ προσευχή. Ἀλλὰ καὶ πρὶν ἀπὸ τὸν κυκλῶνα, σὲ ὥρα γαλήνης καὶ προτοῦ μᾶς βρὴ καὶ πειρασμός, ὁ Χριστὸς συνέστησε «Προσεύχεσθε μὴ εἰσελθεῖν εἰς πειρασμόν» (Λουκ. 22, 40). Γι’ αὐτὸ ἂς προσευχώμεθα καὶ προκαταβολικῶς – προληπτικῶς. Ἄλλωστε καὶ στὴν κυριακὴ προσευχή, τὸ γνωστὸ «Πάτερ ἡμῶν», μᾶς δίδαξε νὰ λέμε: «Καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ρύσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ» (Ματθ. 6, 13). .

Τὸ δὲ τρίτο ὅπλο, ποὺ συνιστᾷ ὁ Χριστός, εἶνε ἡ νηστεία. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος νήστεψε στὴν ἔρημο καὶ νίκησε τοὺς τρεῖς πειρασμοὺς τοῦ διαβόλου. Οἱ προφῆτες νήστεψαν, οἱ ἀπόστολοι νήστεψαν, οἱ μάρτυρες νήστεψαν, οἱ ὅσιοι καὶ ἀσκηται προπαντὸς νήστεψαν. Ἡ νηστεία λεπτύνει τὰ αἰσθήματα, βοηθάει στὴν προσευχή, ταπεινώνει τὴ σάρκα καὶ τὸ σαρκικὸ φρόνημα, ἰσχυροποιεῖ τὸ πνεῦμα, κάνει τὸν ἄνθρωπο πρόθυμο στὴν ἐφαρμογὴ τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ἑλκύει τη χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀποδιώκει τίς δαιμονικὲς ἐπήρειες, κάνει θαύματα. Δὲν ἐννοοῦμε βεβαίως τὴ νηστεία μόνο ἀπὸ τροφὲς ἐννοοῦμε τὴ νηστεία καὶ ἀπὸ τὰ πάθη. Μὴ λησμονοῦμε, λοιπόν, καὶ αὐτὸ τὸ τόσο ἀποτελεσματικὸ ὅπλο.

Ὁ χριστιανὸς ὅμως ἔχει κι ἄλλα ὅπλα κατὰ τοῦ πονηροῦ. Μετὰ τὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὴν ὁποία νικήθηκε ὁ σατανᾶς, κοντὰ στὰ τρία ὅπλα ποὺ εἴδαμε, ἡ Ἐκκλησία διδάσκει, ὅτι ὁ Κύριος μᾶς χάρισε κι ἄλλο ἕνα ὅπλο κατὰ τοῦ πονηροῦ. Καὶ αὐτὸ εἶνε ὁ τίμιος σταυρός του. Γι’ αὐτὸ σ’ ἕναν ὡραῖο ὕμνο οἱ ὀρθόδοξοι ψάλλουμε: «Κύριε, ὅπλον κατὰ τοῦ διαβόλου τὸν σταυρόν σου ἡμῖν δέδωκας: φρίττει γὰρ καὶ τρέμει μὴ φέρων καθορὰν αὐτοῦ τὴν δύναμιν, ὅτι νεκροὺς ἀνιστὰ καὶ θάνατον κατήργησε. Διὰ τοῦτο προσκυνοῦμεν τὴν ταφήν σου καὶ τὴν ἔγερσιν». Μᾶς ἔδωσες, λέει, Κύριε, ὅπλο κατὰ τοῦ διαβόλου τὸν τίμιο σταυρό σου καὶ πράγματι ὁ διάβολος φρίττει καί τρέμει, μὴ ἀντέχοντας ν’ ἀντικρύζῃ τὴ δύναμί του. Διότι ὁ σταυρὸς ἀνασταίνει νεκροὺς καὶ κατήργησε το θάνατο. Γι’ αὐτὸ κ’ ἐμεῖς, Κύριε, προσκυνοῦμε τὴν ταφὴ καὶ τὴν ἀνάστασή σου. Ἄς σημειώνουμε, λοιπόν, τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ λέγοντας «Ἰησοῦς Χριστὸς νικᾷ».

Ἄς ἐρωτήσουμε τέλος καὶ κάποιον ἀπό ‘κείνους ποὺ πάλεψαν μὲ τὸ διάβολο καὶ νίκησαν. Ἄς ρωτήσουμε λ.χ. τὸν ἅγιο Ἀντώνιο, νὰ μᾶς πῇ, τί ὅπλο χρησιμοποίησε; Καὶ ὁ ἅγιος Ἀντώνιος ἀπαντᾷ: «Εἶδα», λέει, «ἐγὼ τίς παγίδες τοῦ διαβόλου ἁπλωμένες κάτω στὴ γῆ, καὶ φοβισμένος εἶπα: Ποιός μπορεῖ νὰ τὰ νικήσῃ αὐτά; Καὶ τότε ἄκουσα φωνή: Ὅποιος ἔχει ταπείνωσι». Ὁ ταπεινὸς βρίσκεται κάτω ἀπὸ τὴν προστατευτικὴ ὀμπρέλλα τῆς θείας χάριτος καὶ ἀποκρούει κάθε δαιμονικὴ ἐπίθεσι.

Ἀγαπητοί μου χριστιανοί. Μὴ ζοῦμε στὴν ἄγνοια. Μὴ ζοῦμε στὴν ἀμέλεια, ἀνύποπτοι του τί γίνεται στὸν κόσμο. Γύρῳ,Γύρω μας καὶ μέσα μας γίνεται μάχη, μάχη πνευματική. «Ἀόρατος πόλεμος», ὅπως λέει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στὸ ὁμώνυμο περίφημο βιβλίο του, τὸ ὁποῖο συνιστῶ νὰ διαβάζετε. Ὁ δὲ ἀπόστολος Παῦλος διευκρινίζει: «Οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις» (Ἐφ. 6, 12). Βροχὴ τὰ βόλια. Κεφάλια πέφτουν! Ἀόρατοι ἐχθροὶ κάνουν ἐπιθέσεις κάθε ὥρα καὶ στιγμή. Ψυχὲς ἀθάνατες κινδυνεύουν. Γι’ αὐτὸ καὶ ἐμεῖς ἂς εἴμαστε ἄγρυπνοι. Ὄχι στὸν ὕπνο, ἀλλὰ στὰ ὅπλα, στὰ ὅπλα τὰ πνευματικά. Στὴ μάχη αὐτὴ ὁ Χριστὸς δὲν μᾶς ἄφησε χωρὶς ὅπλα. Πνεῦμα ὁ ἐχθρός, πνευματικὰ καὶ τὰ ὅπλα ἐναντίον του. Ἀπαριθμήσαμε πέντε ὅπλα, ποὺ ἀποτελοῦν μιὰ τέλεια πνευματικὴ πανοπλία· πίστι, προσευχή, νηστεία, ταπείνωσι καὶ ὁ τίμιος σταυρός. Ἐὰν χρησιμοποιοῦμε τὰ ὅπλα αὐτά, τότε ὁ ἐχθρὸς θὰ νικηθῇ καὶ θὰ πραγματοποιηθῇ καὶ στὸν καθένα μας ὁ θριαμβευτικὸς λόγος τοῦ Χριστοῦ «Ἐθεώρουν τὸν σατανᾶν ὡς ἀστραπὴν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ πεσόντα» (Λουκ. 10, 18). Ἀμήν.

Διαβάστε επίσης και τα εξής:

elGreek