ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ)

Ευαγγελική Περικοπή και Κηρύγματα Αγίων Πατέρων

by admin

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ) - ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ (Β΄ 1 - 12)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἰσῆλθε ὁ Ἰησοῦς εἰς Καπερναοὺμ δι’ ἡμερῶν καὶ ἠκούσθη ὅτι εἰς οἶκόν ἐστι. 2καὶ εὐθέως συνήχθησαν πολλοὶ, ὥστε μηκέτι χωρεῖν μηδὲ τὰ πρὸς τὴν θύραν· καὶ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον. 3καὶ ἔρχονται πρὸς αὐτὸν παραλυτικὸν φέροντες, αἰρόμενον ὑπὸ τεσσάρων. 4καὶ μὴ δυνάμενοι προσεγγίσαι αὐτῷ διὰ τὸν ὄχλον, ἀπεστέγασαν τὴν στέγην ὅπου ἦν, καὶ ἐξορύξαντες χαλῶσι τὸν κράβαττον ἐφ’ ᾧ ὁ παραλυτικὸς κατέκειτο. 5ἰδὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν λέγει τῷ παραλυτικῷ· Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. 6ἦσαν δέ τινες τῶν γραμματέων ἐκεῖ καθήμενοι καὶ διαλογιζόμενοι ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν· 7Τί οὗτος οὕτως λαλεῖ βλασφημίας; τίς δύναται ἀφιέναι ἁμαρτίας εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός; 8καὶ εὐθέως ἐπιγνοὺς ὁ Ἰησοῦς τῷ πνεύματι αὐτοῦ ὅτι οὕτως αὐτοὶ διαλογίζονται ἐν ἑαυτοῖς εἶπεν αὐτοῖς· Τί ταῦτα διαλογίζεσθε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; 9τί ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν τῷ παραλυτικῷ, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, ἢ εἰπεῖν, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει; 10ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀφιέναι ἐπὶ τῆς γῆς ἁμαρτίας – λέγει τῷ παραλυτικῷ· 11Σοὶ λέγω, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου. 12καὶ ἠγέρθη εὐθέως, καὶ ἄρας τὸν κράβαττον ἐξῆλθεν ἐναντίον πάντων, ὥστε ἐξίστασθαι πάντας καὶ δοξάζειν τὸν Θεὸν λέγοντας ὅτι οὐδέποτε οὕτως εἴδομεν.

Υστερα δε από ολίγας ημέρας, εισήλθε πάλιν ο Κυριος εις την Καπερναούμ και διεδόθη ότι ευρίσκεται εις κάποιο σπίτι. Και αμέσως συγκεντρώθηκαν πολλοί, ώστε εγέμισεν η οικία και δεν υπήρχε πλέον τόπος να τους χωρέση ούτε καντά εις την θύραν. Και εδίδασκε εις αυτούς τον λόγον του Θεού. Και έρχονται προς αυτόν φέροντες ένα παραλυτικόν, τον οποίον εσήκωναν τέσσαρες επάνω εις κρεββάτι. Επειδή δε ένεκα του πολλού πλήθους δεν ήτο δυνατόν να πλησιάσουν τον Κυριον, αφήρεσαν από την στέγην το μέρος εκείνο, κάτω από το οποίον ήτο ο Κυριος, ήνοιξαν τρύπαν και κατέβασαν σιγά το κρεββάτι, όπου ήτο κατάκοιτος ο παραλυτικός. Οταν ο Ιησούς είδε την πίστιν που είχαν, τόσον ο παραλυτικός όσον και εκείνοι που τον έφεραν, λέγει στον παραλυτικόν· “τέκνον, σου συγχωρούνται αι αμαρτίαι, αι οποίαι είναι και αιτία της σωματικής σου ασθενείας”. Ησαν δε και μερικοί από τους γραμματείς, που εκάθηντο εκεί και εσυλλογίζοντο μέσα των· Διατί αυτός ο άνθρωπος εκστομίζει τέτοιες βλασφημίες; Ποιός ημπορεί να συγχωρή αμαρτίες, ει μη μόνον ένας, δηλαδή ο Θεός; Και αμέσως ο Ιησούς αντελήφθη καθαρώτατα, με την θεία δύναμιν του πνεύματός του, ότι έτσι αυτοί εσκέπτοντο μέσα των και τους είπε· “διατί συλλογίζεσθε τέτοια εις τας καρδίας σας; Τι είναι ευκολώτερον, να είπω στον παραλυτικόν, συγχωρούνται οι αμαρτίες σου η να είπω, σήκω επάνω υγιής, πάρε το κρεββάτι στον ώμον σου και περιπάτει; Σεις θεωρείτε δυσκολώτερον το δεύτερον. 10 Δια να μάθετε δε, ότι ο υιός του ανθρώπου έχει εξουσίαν να συγχωρή αμαρτίας εδώ εις την γην-λέγει στον παραλυτικόν· 11 Σε σένα που πιστεύεις λέγω, σήκω επάνω υγιής, πάρε το κρεββάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου”. 12 Και αμέσως εσηκώθη, επήρε το κρεββάτι στον ώμον και εβγήκε ενώπιον όλων, ώστε όλοι να καταπλαγούν και να δοξάζουν τον Θεόν λέγοντες ότι “ποτέ δεν είδαμε τέτοια γεγονότα, να συγχωρούνται με ένα λόγον αμαρτίαι και εις πιστοποίησιν της συγχωρήσεως να θεραπεύεται θαυματουργικώς η παράλυσις”.

Ύστερα από μερικές ημέρες μπήκε πάλι ο Ιησούς στην Καπερναούμ? κι έγινε γνωστό ότι βρίσκεται σε κάποιο σπίτι. Αμέσως λοιπόν μαζεύτηκαν τόσο πολλοί, ώστε να γεμίσει το σπίτι και να μην υπάρχει χώρος πλέον ούτε δίπλα στη θύρα. Και τους δίδασκε το λόγο του Θεού. Έρχονται τότε και του φέρνουν έναν παράλυτο, που τον σήκωναν πάνω σ’ ένα κρεβάτι τέσσερις. Κι επειδή δεν μπορούσαν εξαιτίας του πλήθους να τον πλησιάσουν, ξεσκέπασαν τη σκεπή στο μέρος όπου βρισκόταν ο Κύριος, κι αφού έκαναν ένα άνοιγμα, έριξαν από κει κάτω σιγά – σιγά το κρεβάτι, πάνω στο οποίο ήταν ξαπλωμένος ο παράλυτος. Όταν ο Ιησούς είδε την πίστη που είχαν όλοι αυτοί, και ο παράλυτος και εκείνοι που τον έφεραν, λέει στον παράλυτο, που αγωνιούσε μήπως οι αμαρτίες του γίνουν εμπόδιο στη θεραπεία του: Παιδί μου, σου έχουν συγχωρηθεί οι αμαρτίες σου, οι οποίες είναι και η αιτία της σωματικής σου παραλυσίας. Ήταν όμως μερικοί από τους γραμματείς που κάθονταν εκεί και συλλογίζονταν μέσα τους: Γιατί ο άνθρωπος αυτός μιλάει έτσι και ξεστομίζει βλασφημίες; Ποιός άλλος μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες παρά μόνον ένας, ο Θεός; Αμέσως όμως ο Ιησούς, με υπερφυσική πληροφορία που έδινε στο πνεύμα του η θεότητά του, αντιλήφθηκε ότι έτσι σκέφτονται αυτοί μέσα τους, και τους είπε: Γιατί δέχεστε και κυκλοφορείτε τέτοιους λογισμούς μέσα στις καρδιές σας; Τί είναι ευκολότερο? να πω στον παραλυτικό, είναι συγχωρημένες οι αμαρτίες σου, ή να του πω, σήκω και πάρε στον ώμο σου το κρεβάτι σου και περπάτα; Εσείς θεωρείτε δυσκολότερο αυτό το τελευταίο. 10 Για να μάθετε λοιπόν ότι ο υιός του ανθρώπου, ο Μεσσίας, ο μοναδικός εκπρόσωπος της ανθρωπότητος, ο οποίος θα έλθει και πάλι πάνω στις νεφέλες ως Κριτής ένδοξος, έχει εξουσία να συγχωρεί πάνω στη γη αμαρτίες – λέει στον παράλυτο: 11 Σε σένα που πιστεύεις μιλώ. Σήκω και πάρε στον ώμο σου το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου. 12 Κι εκείνος σηκώθηκε αμέσως, πήρε το κρεβάτι σου και βγήκε απ’ το σπίτι εκείνο μπροστά σ’ όλους. Κι έτσι τον είδαν όλοι με τα μάτια τους και γέμισαν με έκπληξη. Και δόξασαν τον Θεό λέγοντας ότι ποτέ μέχρι τώρα δεν είδαμε κάτι τέτοιο, ένας παράλυτος με μία προσταγή να σηκώνεται αμέσως υγιής και να περπατά.

 Mπῆκε δὲ πάλι στὴν Kαπερναοὺμ ἔπειτα ἀπὸ μερικὲς ἡμέρες, καὶ ἀκούστηκε ὅτι βρίσκεται σὲ κάποιο σπίτι.  Kαὶ ἀμέσως μαζεύτηκαν πολλοί, ὥστε νὰ μὴ τοὺς χωράῃ πλέον οὔτε ὁ χῶρος ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα. Kαὶ κήρυττε σ’ αὐτοὺς τὸ λόγο.  Kαὶ ἔρχονται πρὸς αὐτὸν φέροντας ἕνα παραλυτικό, ποὺ τὸν βάσταζαν τέσσερες.  Kαὶ ἐπειδὴ δὲν μποροῦσαν νὰ φθάσουν σ’ αὐτὸν λόγῳ τοῦ πλήθους τοῦ λαοῦ, ἔβγαλαν τὴ στέγη πάνω ἀπὸ τὸ μέρος ποὺ βρισκόταν, καί, ἀφοῦ ἔτσι ἔκαναν ἄνοιγμα, κατέβασαν τὸ κρεββάτι, πάνω στὸ ὁποῖο ἦταν κατάκοιτος ὁ παραλυτικός.  Bλέποντας δὲ ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστι τους λέγει στὸν παραλυτικό: «Παιδί μου, σοῦ ἔχουν συγχωρηθῆ οἱ ἁμαρτίες σου».  Kάθονταν δὲ ἐκεῖ μερικοὶ ἀπὸ τοὺς γραμματεῖς καὶ σκέπτονταν μέσα τους:  «Γιατί αὐτὸς ὁμιλεῖ ἔτσι καὶ ἐκστομίζει βλασφημίες; Ποιός δύναται νὰ συγχωρῆ ἁμαρτίες, παρὰ ἕνας, ὁ Θεός;».  Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀμέσως γνώρισε μὲ ἐσωτερικὴ ὑπερφυσικὴ πληροφορία ὅτι σκέπτονται μέσα τους ἔτσι, καὶ τοὺς εἶπε: «Γιατί σκέπτεσθε μέσα σας αὐτά;  Tί εἶναι εὐκολώτερο, νὰ εἰπῶ στὸν παραλυτικό, “ Ἔχουν συγχωρηθῆ οἱ ἁμαρτίες σου”, ἢ νὰ εἰπῶ, “Σήκω καὶ πάρε τὸ κρεββάτι σου καὶ βάδιζε”; 10  Γιὰ νὰ μάθετε δέ, ὅτι ὁ Yἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔχει ἐξουσία νὰ συγχωρῇ ἁμαρτίες ἐπάνω στὴ γῆ», — λέγει στὸν παραλυτικό: 11  «Σὲ σένα ἀπευθύνομαι: Σήκω καὶ πάρε τὸ κρεββάτι σου καὶ πήγαινε στὸ σπίτι σου». 12  Kαὶ σηκώθηκε ἀμέσως καὶ πῆρε τὸ κρεββάτι καὶ ἀναχώρησε μπροστὰ στὰ μάτια ὅλων, ὥστε νὰ ἐκπλήσσωνται ὅλοι καὶ νὰ δοξάζουν τὸ Θεὸ λέγοντας: «Ποτὲ δὲν εἴδαμε τέτοια φαινόμενα».

Ιερός Χρυσόστομος (ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΙΚΟΥ ΤΗΣ ΚΑΠΕΡΝΑΟΥΜ)

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΙΚΟΥ ΤΗΣ ΚΑΠΕΡΝΑΟΥΜ

«Καὶ ἐμβὰς εἰς τὸ πλοῖον διεπέρασε, καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν. Καὶ ἰδοὺ προσήνεγκαν αὐτῷ παραλυτικὸν ἐπὶ κλίνης βεβλημένον. Καὶ ἰδὼν ὁ ησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν, εἶπε τῷ παραλυτικῷ· ‘’Θάρσει, τέκνον, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι’’(: Και αφού μπήκε σε ένα πλοίο, πέρασε στην απέναντι όχθη της λίμνης, και ήλθε στη δική Του πόλη, την Καπερναούμ. Τότε Του έφεραν έναν παράλυτο, που τον είχαν βάλει πάνω σ’ ένα κρεβάτι. Και καθώς ο Ιησούς είδε την πίστη που είχε και ο παράλυτος κι εκείνοι που τον μετέφεραν, είπε στον παράλυτο, ο οποίος ανησυχούσε και φοβόταν μήπως οι αμαρτίες του γίνουν εμπόδιο στη θεραπεία του: ‘’Έχε θάρρος, παιδί μου˙ έχουν συγχωρηθεί οι αμαρτίες σου’’)»[Ματθ.9,1-2]

Δική Του πόλη εδώ ονομάζει την Καπερναούμ· διότι άλλη μεν Τον έφερε στον κόσμο, η Βηθλεέμ, άλλη Τον ανέθρεψε, η Ναζαρέτ, και άλλη Τον είχε διαρκώς κάτοικό της, η Καπερναούμ.[πρβ.Ματθ.4,13: «κούσας δ ησος τι ωάννης παρεδόθη, νεχώρησεν ες τν Γαλιλαίαν. κα καταλιπν τν Ναζαρτ λθν κατκησεν ες Καπερναομ τν παραθαλασσίαν ν ρίοις Ζαβουλν κα Νεφθαλείμ(:Όταν άκουσε ο Ιησούς ότι ο Ιωάννης παραδόθηκε στη φυλακή απ’ τον βασιλιά Αντίπα, αναχώρησε και πήγε στη Γαλιλαία. Κι αφού άφησε τη Ναζαρέτ, πήγε και κατοίκησε στην Καπερναούμ, η οποία ήταν κτισμένη κοντά στη λίμνη της Γαλιλαίας, στα σύνορα των φυλών Ζαβουλών και Νεφθαλείμ)» και Ματθ.4,17: «π τότε ρξατο ησος κηρύσσειν κα λέγειν· μετανοετε· γγικε γρ βασιλεία τν ορανν(:Από τότε άρχισε ο Ιησούς να κηρύττει συστηματικά και να λέει: ‘’Μετανοείτε, διότι πλησίασαν οι ημέρες που ο Μεσσίας θα εγκαθιδρύσει και στη γη τη βασιλεία των ουρανών με τη νέα, πνευματική, άγια και ουράνια ζωή, η οποία θα μεταδίδεται μέσα στην Εκκλησία Του’’)»].

Ο παραλυτικός της παρούσης διηγήσεως είναι διαφορετικός από εκείνον που αναφέρει ο ευαγγελιστής Ιωάννης[Ιω.5,5-18]· διότι εκείνος ήταν κατάκοιτος κοντά στην κολυμβήθρα της Βηθεσδά, ενώ αυτός εδώ βρισκόταν στην Καπερναούμ. Και ο ένας είχε τριάντα οκτώ χρόνια παράλυτος, ενώ για αυτόν που αναφέρεται εδώ δεν ειπώθηκε τίποτε παρόμοιο. Ακόμη, εκείνος δεν είχε ανθρώπους που θα τον βοηθούσαν, ενώ αυτός που αναφέρεται από τον ευαγγελιστή Ματθαίο είχε τους προστάτες του, οι οποίοι και τον μετέφεραν. Επίσης στον παραλυτικό της Καπερναούμ, λέγει: «παιδί μου, σου έχουν συγχωρηθεί οι αμαρτίες σου», ενώ εκείνον που αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης τον ρωτά: «Θέλεις γις γενέσθαι;(:Θέλεις να γίνεις υγιής😉»[ Ιω.5,6]. Και εκείνον της Βηθεσδά τον θεράπευσε μέρα Σάββατο, ενώ αυτόν εδώ όχι Σάββατο. Διότι, διαφορετικά θα τον κατηγορούσαν και γι’ αυτό οι Ιουδαίοι. Αλλά όσον αφορά αυτόν της Καπερναούμ σιώπησαν για το θέμα αυτό, ενώ στον άλλο έκαναν επίθεση και τον κατεδίωκαν. Αυτά δεν τα είπα τυχαία, αλλά για να μη νομίσει κανείς ότι υπάρχει διαφωνία μεταξύ των ευαγγελιστών εάν θεωρήσει ότι πρόκειται για ένα και τον αυτόν παραλυτικό.

Εσύ, όμως, πρόσεξε, σε παρακαλώ, την ταπείνωση και την επιείκεια του Κυρίου. Διότι και πριν από αυτόν είχε απομακρύνει τους ανθρώπους από κοντά Του. Αλλά και όταν εκδιώχθηκε από τους κατοίκους των Γαδάρων, δεν έφερε αντίσταση, αλλά αναχώρησε, όχι μακριά, βέβαια. Και πάλι μπήκε στο πλοίο και κατευθυνόταν προς την απέναντι όχθη, ενώ είχε τη δυνατότητα να περάσει και πεζοπορώντας δια της παραλίας της λίμνης· διότι δεν ήθελε συνεχώς να θαυματουργεί, για να μην παραβλέψει την υπόθεση της θείας οικονομίας.

Ο Ματθαίος, λοιπόν, λέγει ότι έφεραν απλώς τον παραλυτικό προς τον Ιησού, ενώ οι άλλοι ευαγγελιστές λέγουν ότι ξεσκέπασαν τη στέγη και τον κατέβασαν[πρβ. Μαρκ.2,4: «Κα μ δυνάμενοι προσεγγίσαι ατ δι τν χλον, πεστέγασαν τν στέγην που ν, κα ξορύξαντες χαλσι τν κράβαττον, φ᾿ παραλυτικς κατέκειτο(:Και επειδή δεν μπορούσαν εξαιτίας του πλήθους να τον πλησιάσουν, ξεσκέπασαν τη σκεπή στο μέρος όπου βρισκόταν ο Κύριος, και αφού έκαναν ένα άνοιγμα, έριξαν από κει κάτω σιγά – σιγά το κρεβάτι, πάνω στο οποίο ήταν ξαπλωμένος ο παράλυτος)» και Λουκ. 5,19: «Κα μ ερόντες ποίας εσενέγκωσιν ατν δι τν χλον, ναβάντες π τ δμα δι τν κεράμων καθκαν ατν σν τ κλινιδί ες τ μέσον μπροσθεν το ησο(:Και επειδή λόγω της κοσμοπλημμύρας δεν βρήκαν από ποια είσοδο να τον βάλουν μέσα, ανέβηκαν στην ταράτσα του σπιτιού, και αφού έβγαλαν μερικά κεραμίδια, τον κατέβασαν από εκεί μαζί με το μικρό κρεβάτι του στη μέση, μπροστά στον Ιησού)»].Και στη συνέχεια τοποθέτησαν τον ασθενή μπροστά στον Χριστό, χωρίς να πουν τίποτε, αλλά τα πάντα τα ανέθεσαν στον Ιησού.

Κατά την αρχή της δράσεώς Του και ο Ιησούς περιερχόταν από τόπου σε τόπο και δε ζητούσε τόση μεγάλη πίστη από τους ανθρώπους που Τον πλησίαζαν και Τον παρακαλούσαν για κάτι. Εδώ, όμως, ήλθαν μόνοι τους και πίστη εκδήλωσαν· διότι έγινε η θαυματουργική θεραπεία: «δὼν ὁ ησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν(:Όταν είδε ο Ιησούς την πίστη αυτών)», λέγει ο ευαγγελιστής, δηλαδή την πίστη αυτών που Τον κατέβασαν από τη στέγη. Επειδή δεν ζητεί πάντοτε την πίστη από τους ασθενείς, όπως, επί παραδείγματι, όταν στερούνται του λογικού τους ή έχουν χάσει τις αισθήσεις με άλλο τρόπο λόγω της νόσου. Στην προκειμένη περίπτωση υπήρχε μάλλον και η πίστη του ασθενούς, διότι, διαφορετικά, δεν θα δεχόταν να τον κατεβάσουν από τη στέγη, εάν δεν είχε πίστη.

Αφού λοιπόν έδειξαν τόσο μεγάλη πίστη, δείχνει και ο Ιησούς τη δύναμή Του, με το να συγχωρήσει τα αμαρτήματα με μεγάλη εξουσία και να αποδείξει με όλα αυτά ότι είναι ομότιμος με Αυτόν που Τον γέννησε. Σκέψου, τώρα· παραπάνω το απέδειξε αυτό με τη διδασκαλία, όταν τους δίδαξε ως να έχει εξουσία[πρβ. Ματθ. 7, 28-29: «Κα γένετο τε συνετέλεσεν ησος τος λόγους τούτους, ξεπλήσσοντο ο χλοι π τ διδαχ ατο· ν γρ διδάσκων ατος ς ξουσίαν χων, κα οχ ς ο γραμματες(:Και όταν ο Ιησούς τελείωσε τους λόγους Του αυτούς, τα πλήθη για πολλή ώρα έμεναν εκστατικά και έκπληκτα από τη διδασκαλία Του· διότι τους δίδασκε πάντοτε με εξουσία και κύρος, ως νομοθέτης και κριτής και αυθεντικός γνώστης της αλήθειας, και όχι σαν τους γραμματείς, οι οποίοι για να επιβεβαιώσουν τα όσα έλεγαν αναφέρονταν στο νόμο και τις παραδόσεις των παλαιοτέρων)».

Επίσης, στη θεραπεία του λεπρού, όταν ο λεπρός Του είχε ζητήσει να τον θεραπεύσει[Ματθ.8,2:«Κα δο λεπρς λθν προσεκύνει ατ λέγων· Κύριε, ἐὰν θέλς, δύνασαί με καθαρίσαι(:Και να, ένας λεπρός ήλθε και τον προσκυνούσε γονατιστός λέγοντας: ‘’Κύριε, εάν θέλεις, έχεις τη δύναμη να με καθαρίσεις από τις πληγές και τα εξανθήματα της ακάθαρτης αρρώστιας μου’’)» και ο Ιησούς του απάντησε: «Θέλω, καθαρίσθητι(:Θέλω. Καθαρίσου)», καθώς επίσης και με την περίπτωση του εκατοντάρχου, που όταν Του είπε: «Μόνον επ λόγ, κα αθήσεται πας μου(:Πες αυτό που θέλεις μόνο με έναν απλό λόγο, και θα γιατρευθεί ο δούλος μου)»[Ματθ. 8,8], έδειξε τον θαυμασμό Του και τον επαίνεσε περισσότερο από όλους.

Επιπροσθέτως, το απέδειξε και με τη γαλήνευση της θάλασσας, όταν με τον λόγο Του μόνο τη χαλιναγώγησε(πρβλ. Ματθ.8,26: «Τότε γερθες πετίμησε τος νέμοις κα τ θαλάσσ, κα γένετο γαλήνη μεγάλη(:Τότε, αφού σηκώθηκε όρθιος, διέταξε με αυστηρότητα τους ανέμους και τη θάλασσα, κι αμέσως έγινε γαλήνη μεγάλη)», καθώς επίσης και στην περίπτωση εκείνη που οι ίδιοι οι δαίμονες παραδέχονται τον Κύριο ως κριτή[Ματθ.8,29: «Κα δο κραξαν λέγοντες· τί μν κα σοί, ησο, Υἱὲ το Θεο; λθες δε πρ καιρο βασανίσαι μς;(: Ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα σε μας και σε σένα, Ιησού, υιέ του Θεού; Ήλθες εδώ πρόωρα, πριν από τον καιρό της παγκόσμιας κρίσεως, για να μας βασανίσεις;)»], και τους εκδίωκε με μεγάλη εξουσιαστική δύναμη[Ματθ.8,28-34]. Εδώ, πάλι, με ένα τρόπο πιο θαυμαστό εξαναγκάζει τους ίδιους τους εχθρούς Του να ομολογήσουν την ομοτιμία Του προς τον Πατέρα και με το στόμα αυτών καθιστά αυτό φανερό.

Ο ίδιος, λοιπόν, ο Ιησούς, δείχνοντας τη μετριοφροσύνη Του (διότι Τον περιέβαλε πολύς κόσμος που απέκλειε την είσοδο, γι’ αυτό και τον κατέβασαν από τη στέγη), δεν έσπευσε αμέσως να θεραπεύσει το σώμα, το οποίο ήταν ορατό από όλους, αλλά από τους εχθρούς τους παίρνει αφορμή να πράξει αυτό. Και κατά πρώτον θεράπευσε εκείνο που δε φαινόταν, όταν συγχώρησε τις αμαρτίες του παραλυτικού. Η πράξη αυτή έσωζε μεν τον ασθενή, αλλά στον Ιησού δεν έδιδε μεγάλη δόξα. Οι εχθροί του όμως, παρωθούμενοι από την πονηρία τους και επιθυμώντας να Τον προσβάλλουν, δημιούργησαν χωρίς να το θέλουν τις προϋποθέσεις για να γίνει πλήρως γνωστό και από όλους τους ανθρώπους το γεγονός αυτό της ιάσεως του παραλυτικού.

Πραγματικά, ο Κύριος με την ευστροφία Του χρησιμοποίησε το μίσος τους για τη φανέρωση του θαύματος. Επειδή δηλαδή ταράσσονταν και έλεγαν μέσα τους: «Οτος βλασφημε(:Αυτός βλασφημεί, διότι σφετερίζεται δικαίωμα που μόνον ο Θεός έχει)»[ Ματθ. 9,3] και: «Τί οτος οτω λαλε βλασφημίας; τίς δύναται φιέναι μαρτίας ε μ ες Θεός;(: Γιατί ο άνθρωπος αυτός μιλάει έτσι και ξεστομίζει βλασφημίες; Ποιος άλλος μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες παρά μόνον ένας, ο Θεός;)» [Μάρκ.2,7],ας δούμε ποια απάντηση τούς έδωσε. Μήπως τους διέλυσε την άποψη αυτήν; Διότι, εάν δεν ήταν ίσος προς τον Θεό, έπρεπε να τους πει: ‘’Γιατί μου αποδίδετε φήμη που δε μου ταιριάζει; Απέχω πολύ από τη δύναμη αυτή’’. Δεν είπε, όμως, τίποτε από αυτά. Αντίθετα, βεβαίωσε και επικύρωσε τον συλλογισμό τους και με όσα είπε και με την πραγματοποίηση του θαύματος.

Επειδή, βέβαια, το να ομιλεί κανείς για τον εαυτό του φαινόταν ότι προκαλούσε την αντίδραση των ακροατών, γι’ αυτό την αντίληψη των ανθρώπων για το άτομό Του την επιβεβαιώνει ο Κύριος διαμέσου των άλλων. Και το άξιον θαυμασμού είναι ότι αυτό το επιτυγχάνει όχι μόνο διαμέσου των φίλων, αλλά και διαμέσου των εχθρών Του. Διότι τόσος ήταν ο πλούτος της σοφίας Του. Διαμέσου των φίλων το πέτυχε όταν είπε: «Θέλω, καθαρίσθητι(:Θέλω. Καθαρίσου)» στον λεπρό και επίσης όταν είπε για τον εκατόνταρχο: «μν λέγω μν, οδ ν τ σραλ τοσαύτην πίστιν ερον(:Αληθινά σας λέω, τόσο μεγάλη πίστη δεν βρήκε ούτε ανάμεσα στους Ισραηλίτες, οι οποίοι είναι ο εκλεκτός λαός του Θεού)»[Ματθ.8,10], ενώ δια των εχθρών το πραγματοποιεί στην προκειμένη περίπτωση.

Όταν, λοιπόν, είπαν ότι κανείς δεν μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες, παρά μόνο ο Θεός, πρόσθεσε: «να δ εδτε τι ξουσίαν χει υἱὸς το νθρώπου π τς γς φιέναι μαρτίας – τότε λέγει τ παραλυτικ· γερθες ρόν σου τν κλίνην κα παγε ες τν οκόν σου(:για να μάθετε λοιπόν τώρα ότι ο υιός του ανθρώπου, ο Μεσσίας, ο εκπρόσωπος της ανθρωπότητας και ένδοξος Κριτής της κατά τη δευτέρα παρουσία Του, έχει εξουσία να συγχωρεί στη γη τις αμαρτίες των ανθρώπων, τότε λέει στον παράλυτο: ‘’Σήκω όρθιος και πάρε στους ώμους σου το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου’’)»[ Ματθ. 9,6 και Μαρκ. 2,11].

Και όχι μόνο εδώ, αλλά και άλλοτε πάλι, όταν Του έλεγαν αυτοί: «Περ καλο ργου ο λιθάζομέν σε, λλ περ βλασφημίας, κα τι σ νθρωπος ν ποιες σεαυτν Θεόν(:Δεν θέλουμε να σε λιθοβολήσουμε για κάποιο καλό έργο από εκείνα που λες ότι έκανες. Αλλά θέλουμε να σε λιθοβολήσουμε για τη βλασφημία που ξεστόμισες, και επειδή εσύ, ενώ είσαι άνθρωπος, παρουσιάζεις τον εαυτό σου για Θεό και λες ότι είσαι ένα με τον Θεό)»[:Ιω.10,33],και στην περίπτωση αυτή ξανά δεν αρνήθηκε την αντίληψη αυτή αλλά και πάλι την επικύρωσε, όταν είπε: «Ε ο ποι τ ργα το Πατρός μου, μ πιστεύετέ μοι· ε δ ποι, κν μο μ πιστεύητε, τος ργοις πιστεύσατε, να γντε κα πιστεύσητε τι ν μο Πατρ κγ ν Ατ(:Εάν δεν κάνω τα υπερφυσικά έργα που μου ζητά ο Πατέρας μου και με βοηθά να τα εκτελώ, και ουσιαστικά αυτά είναι τα ίδια τα έργα του Πατέρα μου, μην πιστεύετε στη μαρτυρία του στόματός μου και στις δικές μου διαβεβαιώσεις. Εφόσον όμως ενεργώ τα έργα του Πατέρα μου, και αν ακόμη δεν πιστεύετε σε ό,τι λέω εγώ, πιστέψτε τουλάχιστον στα έργα αυτά, για να μάθετε και να οδηγηθείτε απ’ αυτά στην τέλεια πίστη. Κι έτσι θα βεβαιωθείτε ότι μέσα μου είναι και μένει ο Πατέρας μου, κι εγώ είμαι και μένω μέσα στον Πατέρα. Έχω δηλαδή ως Υιός και Λόγος του Θεού την ίδια φύση με τον Πατέρα, και είμαι άπειρος και εγώ, ώστε να χωράει μέσα μου ο Πατέρας. Είμαστε αχώριστοι ο ένας από τον άλλο, διότι κι εγώ είμαι και μένω μέσα στον Πατέρα μου)» [ Ιω.10,37-38].

Στην περίπτωση του παραλυτικού της Καπερναούμ όμως και ένα άλλο σημείο της θεότητάς Του και της ισοτιμίας Του προς τον Πατέρα αποδεικνύει. Εκείνοι λοιπόν έλεγαν μέσα τους ότι η συγχώρηση των αμαρτιών είναι αποκλειστική δικαιοδοσία του Θεού· ο Κύριος, όμως, όχι μόνο συγχωρεί τις αμαρτίες, αλλά και πριν από την ενέργεια αυτή δείχνει και κάτι άλλο, το οποίο ήταν γνώρισμα του Θεού μόνο, το να αποκαλύπτει δηλαδή, τις απόκρυφες σκέψεις των ανθρώπων· διότι δεν είχαν εκφράσει ενώπιον όλων ό, τι σκέπτονταν. «Κα δού τινες τν γραμματέων επον ν αυτος· οτος βλασφημε. κα δν ησος τς νθυμήσεις ατν επεν· να τί μες νθυμεσθε πονηρ ν τας καρδίαις μν;(:Τότε όμως μερικοί από τους γραμματείς είπαν μέσα τους: ‘’Αυτός βλασφημεί, διότι σφετερίζεται δικαίωμα που μόνον ο Θεός έχει’’. Ο Ιησούς την ίδια στιγμή είδε στα βάθη της καρδιάς τους τις σκέψεις τους και είπε: ‘’Γιατί κάνετε μέσα στις καρδιές σας σκέψεις πονηρές και κακοπροαίρετες;’’)»[Ματθ.9,3-4].

Ως προς το ότι μόνο ο Θεός μπορεί να γνωρίζει καλά τα απόρρητα, άκουσε τι λέγει σχετικά ο προφήτης: «Μόνος γινώσκεις τν καρδίαν υἱῶν νθρώπων(:Εσύ μόνος γνωρίζεις τις καρδιές των υιών των ανθρώπων)»[Β΄Παραλ. 6,30].Και πάλι: «τάζων καρδίας κα νεφρος Θεός(:διότι εσύ, Θεέ μου, γνωρίζεις τα κρυφά ελατήρια των ανθρώπων διότι εξετάζεις τις σκέψεις στα βάθη της καρδιάς και τα απόκρυφά τους συναισθήματα)»[Ψαλ.7,10]. Αλλά και ο Ιερεμίας λέγει: «Βαθεα καρδία παρά πάντα, κα νθρωπός στι· κα τίς γνώσεται ατόν; γ Κύριος τάζων καρδίας κα δοκιμάζων νεφρος το δοναι κάστ κατ τς δος ατο κα κατ τος καρπος τν πιτηδευμάτων ατο(:Η καρδιά του ανθρώπου είναι βαθιά και ανεξερεύνητη, περισσότερο από όλα τα άλλα πράγματα. Αυτός είναι ο άνθρωπος· και ποιος μπορεί να γνωρίσει σε βάθος και πλάτος αυτόν; Εγώ μόνο είμαι ο Κύριος και Θεός, ο οποίος εξετάζω τις καρδιές των ανθρώπων και ερευνώ τους νεφρούς, για να δίδω στον καθένα σύμφωνα με τους δρόμους και τους τρόπους της ζωής του και με τους καρπούς των έργων του)»[Ιερ.17,9]. Και σε πολλές άλλες περιπτώσεις είναι δυνατόν να διαπιστώσουμε ότι ο Θεός μόνον έχει τη δυνατότητα να γνωρίζει καλά ό,τι υπάρχει στη σκέψη των ανθρώπων.

Δείχνοντας, λοιπόν, ο Κύριος ότι είναι Θεός ίσος προς τον Πατέρα που Τον γέννησε, εκείνο που σκέπτονταν μέσα τους -διότι φοβούμενοι τον κόσμο δεν είχαν το θάρρος να διατυπώσουν ενώπιον όλων τη γνώμη τους αυτή- αυτό αποκαλύπτει και το καθιστά φανερό, φερόμενος συγχρόνως και στην παρούσα στιγμή με μεγάλη επιείκεια. «να τί (:Γιατί)», έλεγε, «μες νθυμεσθε πονηρ ν τας καρδίαις μν;(:κάνετε μέσα στις καρδιές σας σκέψεις πονηρές και κακοπροαίρετες;)»[Ματθ.9,4].Μολονότι βέβαια, εάν έπρεπε κάποιος να αγανακτήσει, αυτός ήταν ο παράλυτος, με την ιδέα ότι εξαπατήθηκε και να πει: «Άλλο ήλθα να θεραπεύσω, και εσύ θεραπεύεις άλλο; Διότι από πού αποδεικνύεται ότι έχουν συγχωρηθεί οι αμαρτίες μου;». Τώρα εκείνος δεν λέγει τίποτε παρόμοιο, αλλά εμπιστεύεται τον εαυτό Του στη δικαιοδοσία του θεράποντος. Αυτοί, όμως, επειδή ήσαν κακοήθεις και γεμάτοι μίσος, επιβουλεύονται τις ευεργεσίες των άλλων. Γι’ αυτό και ο Κύριος τους προσβάλλει μεν, αλλά το κάνει με κάθε λεπτότητα. Πραγματικά, «εάν», λέγει, «δεν πιστεύετε σε ό,τι είπα προηγουμένως και έχετε τη γνώμη ότι αυτό αποτελεί κομπασμό, ιδού προσθέτω και κάτι άλλο σε αυτό, το ότι δηλαδή, αποκαλύπτω τις απόκρυφες σκέψεις σας. Και ύστερα από αυτό, ένα ακόμη. Ποιο είναι λοιπόν αυτό; Το ότι θα ενδυναμώσω το σώμα του παραλύτου».

Και όταν μεν απευθυνόταν προς τον παράλυτο, δεν ομιλούσε κατά τρόπο που να αποδεικνύει σαφώς την εξουσία Του. Διότι δεν είπε «σου συγχωρώ τις αμαρτίες», αλλά «φέωνταί σοι α μαρτίαι σου(:σου έχουν συγχωρηθεί οι αμαρτίες σου)». Όταν όμως Τον ανάγκασαν εκείνοι, τότε πλέον καθαρότερα δείχνει την εξουσία Του, όταν λέγει: «να δ εδτε τι ξουσίαν χει υἱὸς το νθρώπου π τς γς φιέναι μαρτίας (:για να μάθετε λοιπόν τώρα ότι ο υιός του ανθρώπου, ο Μεσσίας, ο εκπρόσωπος της ανθρωπότητας και ένδοξος Κριτής της κατά τη δευτέρα παρουσία Του, έχει εξουσία να συγχωρεί στη γη τις αμαρτίες των ανθρώπων)»[Ματθ.9,6]. Βλέπεις πόσο απείχε από του να μη θέλει να θεωρείται ίσος προς τον Πατέρα; Διότι δεν είπε ότι έχει ανάγκη από άλλο ο υιός του ανθρώπου ή ότι του έδωσε ο Πατέρας την εξουσία. «Αλλά για να σας πείσω», λέγει, «ότι δε βλασφημώ όταν κάνω τον εαυτό μου ίσο με τον Θεό».

Πραγματικά, σε κάθε περίπτωση επιθυμεί να φέρει αποδείξεις σαφείς και αναντίρρητες, όπως όταν λέγει: «παγε σεαυτν δεξον τ ερε(:Πρόσεξε να μην πεις σε κανένα το θαύμα της θεραπείας σου, αλλά πήγαινε και δείξε τον εαυτό σου στον ιερέα και πρόσφερε το δώρο που έχει καθορίσει ο Μωυσής. Για να χρησιμεύσει η εξέτασή σου από τον ιερέα και η προσφορά του δώρου σου ως μαρτυρία και απόδειξη στον ιερέα και στους Ιουδαίους ότι και εσύ θεραπεύτηκες τελείως και εγώ δεν ήλθα να καταργήσω τον νόμο)» [Ματθ.8,4]. Επίσης, την πεθερά του Πέτρου την παρουσιάζει να τον υπηρετεί[Ματθ.8,15: «Κα ψατο τς χειρς ατς, κα φκεν ατν πυρετς κα γέρθη κα διηκόνει ατ(:Τότε άγγιξε το χέρι της κι αμέσως έφυγε ο πυρετός, και σηκώθηκε τελείως υγιής και τον υπηρετούσε, αφού δεν αισθανόταν ούτε την παραμικρή εξάντληση)»]και επιτρέπει να πέσουν οι χοίροι στον γκρεμό [Ματθ. 8,32: «Κα επεν ατος· πάγετε. ο δ ξελθόντες πλθον ες τν γέλην τν χοίρων· κα δο ρμησε πσα γέλη τν χοίρων κατ το κρημνο ες τν θάλασσαν κα πέθανον ν τος δασιν(:και επειδή αυτοί που έτρεφαν τους χοίρους το έκαναν αυτό παραβαίνοντας τον μωσαϊκό νόμο, που απαγόρευε ως ακάθαρτο το χοιρινό κρέας, ο Κύριος τιμωρώντας την παρανομία τους αυτή είπε στους δαίμονες: ‘’Πηγαίνετε’’. Κι αυτοί βγήκαν απ’ τους ανθρώπους και πήγαν στους χοίρους. Και ξαφνικά όλο το κοπάδι των χοίρων όρμησε με μανία από το επάνω μέρος του γκρεμού προς τα κάτω, στη θάλασσα, και πνίγηκαν στα νερά της λίμνης)»].

Κατά όμοιο τρόπο και εδώ προς απόδειξη της συγχωρήσεως των αμαρτιών φέρει τη θεραπεία του σώματος, προς απόδειξη δε της θεραπείας του σώματος το ότι ο θεραπευμένος,πλέον, παραλυτικός σήκωσε το κρεβάτι του, ώστε να μη θεωρηθεί ότι το γεγονός αυτό ήταν φαντασία. Και δεν το κάνει αυτό προηγουμένως, παρά αφού τους ρώτησε: «Τί γάρ στιν εκοπώτερον, επεν, φέωνταί σου α μαρτίαι, επεν, γειρε κα περιπάτει;(:Και είναι πράγματι οι σκέψεις σας αυτές κακόγνωμες και κακοπροαίρετες, διότι, τι είναι ευκολότερο, να πει κανείς: ‘’Είναι συγχωρημένες οι αμαρτίες σου’’, ή να πει: ‘’Σήκω όρθιος και περπάτα’’; Εσείς θεωρείτε δυσκολότερο αυτό το τελευταίο)»[Ματθ.9,5], λέγει. Είναι φανερό ότι ευκολότερο είναι η θεραπεία του σώματος· διότι όσο η ψυχή είναι ανώτερη από το σώμα, τόσο περισσότερο προτιμότερο είναι το να συγχωρηθούν τα αμαρτήματα αυτού· επειδή όμως το μεν δεν φαίνεται, ενώ το άλλο φαίνεται, πράττω το υποδεέστερο μεν αλλά οπωσδήποτε που είναι περισσότερο εμφανές, ώστε δι’αυτού να αποδειχθεί και αυτό που είναι σπουδαιότερο και που δεν φαίνεται, αποκαλύπτοντας πλέον δια των έργων Του αυτό που είχε λεχθεί από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή , ότι δηλαδή Αυτός σηκώνει τις αμαρτίες του κόσμου[ Ιω.1,29:«δε μνς το Θεο αρων τν μαρτίαν το κόσμου(:Να Εκείνος που προφήτευσε ο Ησαΐας και μας Τον απέστειλε ο Θεός για να θυσιαστεί ως αρνί και να σηκώσει με τη σφαγή και τη θυσία Του ολόκληρη την αμαρτία και την ενοχή του κόσμου, και έτσι να την εξαλείψει)»].

Αφού λοιπόν τον θεράπευσε, τον αποστέλλει στο σπίτι του. Πάλι με την ενέργειά Του αυτήν φανερώνει την ταπεινοφροσύνη Του και ακόμη ότι το γεγονός αυτό που συνέβη δεν ήταν φανταστικό· διότι εκείνους που ήταν μάρτυρες της ασθένειας, τους καθιστά μάρτυρες και της πραγματικής θεραπείας. «Εγώ, βέβαια, ήθελα», λέγει, «διαμέσου της δικής σου ασθένειας να θεραπεύσω και εκείνους που νομίζουν ότι είναι υγιείς, αλλά είναι ασθενείς πνευματικώς. Επειδή όμως δεν θέλουν, πήγαινε στο σπίτι σου, για να θεραπεύσεις τους οικείους σου». Προσέχεις με ποιον τρόπο αποδεικνύει ότι ο Ίδιος είναι ο δημιουργός και της ψυχής και του σώματος; Θεραπεύει, λοιπόν, την παράλυση του κάθε συστατικού του ανθρώπου και τη θεραπεία που είναι αθέατη την αποδεικνύει με εκείνη που είναι φανερή.

Αλλά εξακολουθούν ακόμη να σύρονται στο χώμα: «δόντες δ ο χλοι θαύμασαν κα δόξασαν τν Θεν τν δόντα ξουσίαν τοιαύτην τος νθρώποις(:Όταν λοιπόν τα πλήθη του λαού είδαν αυτό που έγινε, θαύμασαν και δόξασαν τον Θεό, ο Οποίος έδωσε στους ανθρώπους τέτοια εξουσία, καθώς τον Ιησού Τον θεωρούσαν ως έναν εκ των ανθρώπων, το να συγχωρούνται δηλαδή οι αμαρτίες, και συγχρόνως να γιατρεύονται με ένα λόγο αθεράπευτες ασθένειες του σώματος)»[Ματθ.9,8]. Τους εμπόδιζε ακόμη η σάρκα για να αντιληφθούν πλήρως τη θεότητά Του. Αλλά δεν τους μαλώνει, μα προχωρεί και με τα έργα Του τους αφυπνίζει και τους εξυψώνει το φρόνημα· διότι προς το παρόν δεν ήταν μικρό να τον θεωρούν ανώτερο απ΄όλους τους ανθρώπους και ότι έχει έλθει εκ μέρους του Θεού. Επειδή, εάν είχαν τέλεια βεβαιότητα γι’ αυτά μέσα τους, τότε βαθμιαία θα αντιλαμβάνονταν ότι ήταν και του Θεού υιός.

Αλλά δεν κατενόησαν καλά αυτά, γι’ αυτό και δεν μπόρεσαν να Τον πλησιάσουν· διότι έλεγαν πάλι: «Οτος νθρωπος οκ στι παρ το Θεοῦ·ἄλλοι ἔλεγον· πῶς δύναται ἄνθρωπος ἁμαρτωλὸς τοιαῦτα σημεῖα ποιεῖν; (:’’Αυτός ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι σταλμένος από τον Θεό, διότι δεν τηρεί την αργία του Σαββάτου’’. Άλλοι έλεγαν: ‘’Πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος αμαρτωλός να κάνει τέτοια αποδεικτικά και σημαδιακά θαύματα;’’ Και διαφωνούσαν μεταξύ τους)»[Ιω.9,16].Και συνεχώς αυτά ανέφεραν, για να δικαιολογήσουν τα δικά τους πάθη.

Το ίδιο κάνουν και σήμερα πολλοί άνθρωποι και πιστεύουν ότι ο Θεός εκδικείται και εκδηλώνουν με τον τρόπο αυτόν τα δικά τους πάθη, ενώ πρέπει να εξετάζουμε τα πάντα με επιείκεια· διότι ο Θεός, μπορούσε, πραγματικά, να ρίξει κεραυνό σε εκείνους που Τον βλασφημούν, αλλά, εντούτοις, ανατέλλει για όλους τον ήλιο και βρέχει και όλα τα άλλα τα παρέχει με αφθονία. Αυτόν πρέπει να μιμούμαστε και εμείς και να παρακαλούμε, να συμβουλεύουμε, να νουθετούμε με πραότητα, χωρίς να οργιζόμαστε ούτε να γινόμαστε πραγματικά θηρία· διότι δεν συμβαίνει καμία βλάβη στον Θεό από τη βλασφημία, για να θυμώσει. Αντίθετα, ο βλάσφημος ο ίδιος δέχεται και το τραύμα από τη βλασφημία του. Γι’ αυτό, λοιπόν, στέναξε, θρήνησε, διότι το πάθος αυτό είναι άξιο για δάκρυα.

Επίσης, αυτόν που τραυματίστηκε τίποτα δεν μπορεί να τον θεραπεύσει τόσο πολύ όσο η επιείκεια. Πρόσεξε, εξάλλου με ποιον τρόπο μας ομιλεί ο υβρισθείς Θεός και στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη. Στην Παλαιά λέγει: «Λαός μου, τί ποίησά σοι τί λύπησά σε τί παρηνώχλησά σοι; ποκρίθητί μοι (:Λαέ μου, τι κακό σου έκαμα ή σε τι σε λύπησα ή σε τι σε παρενόχλησα; Απάντησέ μου)»[Μιχ. 6,3], και στην Καινή: «Σαολ Σαούλ, τί με διώκεις;(:Σαύλε, Σαύλε, γιατί με καταδιώκεις;)»[Πράξ.9,4].Και ο Παύλος, επίσης, προτρέπει να διδάσκουμε με πραότητα τους αντιφρονούντες. Αλλά και όταν οι μαθητές πλησίασαν τον Χριστό και ήγειραν την αξίωση να κατεβεί φωτιά από τον ουρανό, τους μάλωσε πολύ και τους είπε: «Οκ οδατε ποίου πνεύματός στε μες(:Δεν ξέρετε ακόμη τι διαθέσεων και φρονημάτων ανθρώπους σας κάνει η νέα πνευματική δύναμη και ζωή που μεταδίδει η διδασκαλία μου και η χάρη του Πνεύματός μου. Δεν είστε άνθρωποι και διδάσκαλοι του πνεύματος της οργής και τιμωρίας που επικρατούσε στην Παλαιά Διαθήκη, αλλά του πνεύματος της πραότητας, της μακροθυμίας και της αγάπης, που δεν καταστρέφει, αλλά σώζει)»[Λουκ.9,55].Και στην παρούσα περίπτωση δεν είπε: «ω μιαροί και αγύρτες˙ ω εσείς που είστε γεμάτοι από φθόνο και εχθροί της σωτηρίας των ανθρώπων». Αλλά λέγει: «Γιατί σκέπτεστε πονηρά μέσα στην καρδιά σας;»

Κατά συνέπεια, πρέπει με επιείκεια να αφανίζουμε τα νοσήματα· διότι εκείνος που θα γίνει καλύτερος πιεζόμενος από τον ανθρώπινο φόβο, γρήγορα θα επιστρέψει εκ νέου στην πονηρία. Γι’ αυτό άλλωστε προέτρεψε να αφήσουν και τα ζιζάνια, για να δώσει τη δυνατότητα και τον καιρό να μετανοήσουν[πρβλ. Ματθ.13,30: «φετε συναυξάνεσθαι μφότερα μέχρι το θερισμο, κα ν καιρ το θερισμο ρ τος θεριστας· συλλέξατε πρτον τ ζιζάνια κα δήσατε ατ ες δέσμας πρς τ κατακασαι ατά, τν δ στον συναγάγετε ες τν ποθήκην μου(:Αφήστε να μεγαλώνουν και τα δύο μέχρι την εποχή του θερισμού. Και τον καιρό του θερισμού, δηλαδή της τελικής κρίσεως, θα πω στους θεριστές αγγέλους μου: ‘’Μαζέψτε πρώτα τα ζιζάνια και δέστε τα σε δεσμίδες για να τα κατακάψετε. Δηλαδή ξεχωρίστε τους πονηρούς ανθρώπους και ρίξτε τους όλους μαζί στη φωτιά της αιωνίου κολάσεως. Το σιτάρι όμως μαζέψτε το στην αποθήκη μου. Τους αγαθούς δηλαδή και ενάρετους συνάξτε τους στην ουράνια βασιλεία’’)»]. Πραγματικά, πολλοί από αυτούς μετανόησαν και έγιναν σπουδαίοι, ενώ προηγουμένως ήταν φαύλοι, όπως είναι ο Παύλος, ο τελώνης και ο ληστής· διότι, ενώ ήσαν ζιζάνια, έγιναν σίτος εκλεκτός. Βέβαια, όσον αφορά τα σπέρματα αυτό είναι αδύνατο, αλλά αναφορικά με τη διάθεση των ανθρώπων είναι πολύ εύκολο, διότι αυτή δεν υπόκειται στους φυσικούς νόμους, αλλά έχει τιμηθεί με την ελευθερία της εκλογής.

Γι’ αυτό, λοιπόν, όταν δεις έναν εχθρό της αλήθειας να τον φροντίσεις, να τον επιμεληθείς, να τον οδηγήσεις προς την αρετή, να δείξεις άριστο βίο, να του μιλήσεις με λόγους απαλλαγμένους από κάθε κατηγορία(«Περ πντα σεαυτν παρεχμενος τπον καλν ργων, ν τ διδασκαλίᾳ διαφθοραν, σεμντητα, φθαρσαν, λγον γι, κατγνωστον, να ξ ναντας ντραπ μηδν χων περ μν λγειν φαλον(:Αλλά συγχρόνως πρέπει και εσύ να συμπεριφέρεσαι έτσι, ώστε σε όλα να παρέχεις τον εαυτό σου υπόδειγμα καλών έργων. Και στη διδασκαλία απόφευγε κάθε νόθευση, αλλά να διδάσκεις αδιάφθορη την αλήθεια και όσα διδάσκεις να εμπνέουν τη σεμνότητα, να διακρίνονται για την καθαρότητα της διδασκαλίας, να είναι λόγος σωστός και υγιής, ελεύθερος από την αρρώστια της αιρέσεως, ακατηγόρητος, ώστε κάθε αντίπαλος και εχθρός του Χριστού και του Ευαγγελίου να ντροπιαστεί, καθώς δεν θα έχει να λέει κανένα κακό για μας)»[Τίτ.2,8], να του προσφέρεις προστασία και κηδεμονία, να χρησιμοποιήσεις κάθε τρόπο διορθώσεως, μιμούμενος τους αρίστους ιατρούς.

Διότι και αυτοί δεν θεραπεύουν με έναν τρόπο μόνο, αλλά όταν δουν ότι δεν υποχωρεί η πληγή στο αρχικό φάρμακο προσθέτουν άλλο και ύστερα από αυτό πάλι άλλο. Και άλλοτε μεν κόπτουν, άλλοτε δε επιδένουν. Και εσύ, λοιπόν, αφού γίνεις ιατρός των ψυχών, να χρησιμοποιήσεις κάθε τρόπο θεραπείας σύμφωνα με τους νόμους του Χριστού, για να λάβεις αμοιβή και για τη δική σου σωτηρία και για την ωφέλεια που έδωσες στους άλλους. Όλα να τα κάνεις προς δόξαν του Θεού και έτσι θα δοξάζεσαι και ο ίδιος. [Α΄Βασ.2,30: «Τος δοξάζοντάς με δοξάσω, κα ξουθενν με τιμασθήσεται(:Εγώ θα δοξάζω εκείνους, που με δοξάζουν και με σέβονται, και θα καταφρονήσω και θα εξουθενώσω εκείνους, οι οποίοι με καταφρονούν)»].

Τα πάντα λοιπόν ας τα πράττουμε προς δόξαν του Θεού, για να λάβουμε τη μακάρια εκείνη κληρονομία, την οποία είθε όλοι μας να επιτύχουμε, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και το κράτος στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

  • Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΚΘ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 10, σελίδες 279-297.

  • Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 65, σελ. 92-100.

  • Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

  • Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

  • Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

  • Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016

  • http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm

Αρχιμ. Αθανάσιος Μυτιληναίος (Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ, Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΑΥΤΗΣ)

Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:

«Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ, Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΑΥΤΗΣ»

[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 22-3-1981]

[Β45 ]

Σήμερα η Εκκλησία μας, αγαπητοί μου, δευτέρα Κυριακή των Νηστειών, εορτάζει τη μνήμη του μεγάλου πατρός και θεολόγου του 14ου αιώνος, του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης.

Εάν η Κυριακή της Ορθοδοξίας, που εορτάσαμε την περασμένην Κυριακήν, είναι η εορτή κατά την οποίαν οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, στην 7η Οικουμενική Σύνοδο έδειξαν ότι ο Υιός του Θεού αληθινά έγινε άνθρωπος, για να θεωθεί ο άνθρωπος, αυτό με τη σημερινή Κυριακή και την προβολή του μεγάλου προσώπου και αγίου, του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, που δεν είναι βεβαίως σήμερα η κανονική του μνήμη, αλλά η προβολή του, ως θεολόγου και μαχητού υπέρ της Ορθοδοξίας, με τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά έγινε αυτό πολύ σαφές· διότι ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ηγωνίσθη ως μοναχός και ως επίσκοπος, ακριβώς να δείξει ότι είναι δυνατόν αυτό να γίνει.

Ποιο; Αυτό που η 7η Οικουμενική Σύνοδος ήδη είχε θεμελιώσει: ότι Λγος σρξ γνετο να σάρξ γένηται λόγος. Αυτό που όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, σε μια ολοσύμφωνη γραμμή ετήρησαν μέσα στη διαδρομή της Εκκλησίας: ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος, για να γίνει ο άνθρωπος Θεός. Και δύο μεγάλες Οικουμενικές Σύνοδοι, που έγιναν στην Κωνσταντινούπολη το 1341 και το 1351, κατοχύρωσαν αυτήν την μεγάλη αλήθεια. Είναι οι τελευταίες μεγάλες Σύνοδοι που έγιναν στην Κωνσταντινούπολη, που έγιναν στην Ανατολή, 100 χρόνια πριν πέσει η Κωνσταντινούπολις και η Ανατολή πια βρίσκεται κάτω από την κυριαρχία αλλοθρήσκων. Αλλά όμως, θείω Πνεύματι, έγιναν αυτές οι δύο Σύνοδοι και ενεφανίσθη αυτός ο Άγιος μεγάλος πατήρ, ο οποίος και προκάλεσε τας Συνόδους, σημειώσατέ το αυτό, εξ αφορμής της Δύσεως, η οποία υπεστήριζε τα εναντία, στο πρόσωπο του Βαρλαάμ, ότι δεν είναι δυνατόν ο άνθρωπος να φθάσει στη θέωση, και θα δούμε τι ακριβώς σημαίνει αυτό, ο άγιος αυτός πατήρ που τόσο ηγωνίσθη, με τας Συνόδους αυτάς έθεσαν το θεμέλιον της Ανατολής, της Ορθοδόξου Ανατολικής Θεολογίας,ώστε όταν θα ήρχοντο τα μεγάλα κύματα της Δύσεως να την καταποντίσουν, αυτή να είναι θεμελιωμένη.

Το κύριο πρόβλημα που απησχόλησε τότε, κατά τον 14ον αιώνα, ήταν το εξής: Ποιος είναι ο βασικός χαρακτήρ της Χριστιανικής υπάρξεως. Ποιες είναι οι δυνατότητες του ανθρώπου να φθάσει πού; Αυτό ήταν το πρόβλημα. Βεβαίως δεν ήταν πρόβλημα. Το θέμα αυτό ήδη είχε τεθεί από την πρώτη στιγμή που ιδρύθηκε και φανερώθηκε και κηρύχθηκε η Εκκλησία εις τον κόσμον. Όλοι οι αρχαίοι Πατέρες ήδη είχαν δώσει τη γραμμή πλεύσεως. Ποιες ακριβώς είναι οι δυνατότητες του ανθρώπου ως Χριστιανού, να φθάσει πού; Αλλά επειδή όμως προεκλήθη θέμα κατά τον 14ο αιώνα, εξ αφορμής του εκ Καλαβρίας της Δύσεως Βαρλαάμ, ο οποίος Βαρλαάμ εξεπροσώπευε τη Δύση και η οποία Δύσις επίστευε ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να φθάσει σε μεγάλα μέτρα, προεβλήθη το θέμα ως πρόβλημα. Το υπεστήριξε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και το επεκύρωσαν αυτές οι δύο τοπικές μεγάλες Σύνοδοι εις την Κωνσταντινούπολιν το 1341 και το 1351.

Το θέμα λοιπόν ήταν οι δυνατότητες του ανθρώπου πού φθάνουν; Τι μπορεί να γίνει ο άνθρωπος; Και απάντησε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς: «Να θεωθεί!». Είναι η θέωσις. Τι σημαίνει θέωσις; Σημαίνει την κοινωνία, την προσωπική κοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό. Αυτό βέβαια επήρε διαστάσεις προβλήματος για τον εξής λόγο. «Θεώνομαι» που είναι μία λέξις καθαρά Ελληνική, και που δεν μπόρεσε να μεταφραστεί σε καμία γλώσσα, ούτε σε αυτήν την Λατινικήν, και μένει μία λέξις μοναδική στη γλώσσα μας και σε όλες τις γλώσσες του κόσμου, αν έπρεπε να μιλήσει ο Λατίνος ή ο Γερμανός ή ο Κινέζος θα έλεγε τη λέξη Ελληνικά, «θέωσις», είναι η θεοποίησις του Μεγάλου Αθανασίου και του Μεγάλου Βασιλείου. Το να γίνει ο άνθρωπος Θεός. Και να έχει ο άνθρωπος μια κοινωνία με τον Θεό κατά έναν μοναδικό τρόπο.

Ετέθη όμως το εξής ερώτημα: Είναι δυνατόν αυτό; Εφόσον ο Θεός είναι ακατάληπτος και «φς οκν πρόσιτον(:που κατοικεί σε φως απρόσιτο)»[Α’ Τιμ.στ΄16], πώς είναι δυνατόν ο άνθρωπος να φθάσει μέσα στην περιοχή του Θεού και να θεωθεί; Οι ίδιοι πάλι Πατέρες υπεστήριξαν ότι ο Θεός είναι ακατάληπτος και απρόσιτος. Όμως, εδώ ήταν τώρα η μεγάλη προσφορά του αγίου πατρός, η οποία, σημειώσατε, ότι δεν είναι πρωτοφανής. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στηρίζεται σε δύο στερεά θεμέλια·και τα οποία τον καθιστούν ορθοδοξότατο. Και πάντα που θα ήθελε να θεολογήσει, εάν μείνει στα δύο αυτά θεμέλια, θα μείνει ορθόδοξος. Είναι η βιβλική Ιστορία και οι Πατέρες της Εκκλησίας ως ερμηνείς της βιβλικής Ιστορίας. Ο άγιος Γρηγόριος μένει στα γεγονότα της βιβλικής Ιστορίας. Μένει σ’ αυτήν την Ιστορία. Μένει σ’ αυτήν την Ενανθρώπηση. Μένει στην Σταύρωση του Χριστού, στην Ανάστασή Του, στην Ανάληψή Του, στη Μεταμόρφωσή Του. Παίρνει το γεγονός της Μεταμορφώσεως· υπογραμμίζω, παίρνει το γεγονός της Μεταμορφώσεως. Δεν αλληγορεί τίποτα. Παίρνει καθ’ αυτά τα γεγονότα. Και τα θεολογεί. Τα θεολογεί όμως με μια θεολογία πατερική. Όπως οι Πατέρες κατενόησαν και προσωπικά έζησαν τη βιβλική Ιστορία. Αυτά είναι τα δυο θεμέλια της Ορθοδοξίας. Και όποιος μιλάει επάνω σ’ αυτά τα δύο θεμέλια και στηρίζεται, ποτέ δεν πέφτει έξω. Είναι δε ο άγιος Γρηγόριος ορθοδοξότατος.

Έρχεται λοιπόν τώρα να μας πει η Δύσις· η οποία εκπροσωπεί αν θέλετε, τη λογική κατανόηση, τη φιλοσοφική τοποθέτηση, την αριστοτελική ειδικότερα: Πώς μπορεί ο άνθρωπος να φθάσει μέσα στο μυστήριο του Θεού, του ακατάληπτου, ακατανοήτου και απροσίτου και να θεωθεί; Και λέγει ο άγιος Γρηγόριος: Εάν υπάρξει μία διάκρισις της ουσίας του Θεού και των ενεργειών του Θεού· ο Θεός ως ουσία πράγματι είναι ακατανόητος, απερίγραπτος και απρόσιτος. Ποτέ η ουσία του Θεού δεν έρχεται σε επαφή με τη Δημιουργία. Ο Θεός μόνον τον Υιό γεννά ως ουσία. Τον κόσμον τον δημιουργεί με τας ενεργείας Του. Αυτό ήτο η μεγάλη προσφορά του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά.

Τώρα βέβαια σας φαίνονται δύσκολα αυτά, θα δείτε όμως τώρα τι θα βγει. Γι’ αυτό σας παρακαλώ μην κλείνετε τα μάτια σας, αλλά να ακούτε και να βλέπετε. Γιατί κάποτε πρέπει να μπαίνουμε στα βαθιά νερά και να μαθαίνουμε σε αυτά κολύμπι. Παρακαλώ, κοιτάξτε. Πώς ακριβώς γίνεται αυτή η διάκρισις; Γίνεται μια δίακρισις χωρίς μερισμό. Διακρίνουμε τις ενέργειες του Θεού από την ουσία του Θεού, χωρίς να χωρίσουμε όμως τις ενέργειες του Θεού από την ουσία του Θεού. Γιατί οι ενέργειες του Θεού είναι άκτιστες και συνεπώς είναι ο Θεός. Όπως ακριβώς είναι ο ήλιος με την ακτινοβολία του. Ο ήλιος, όπως τον βλέπουμε, είναι απρόσιτος. Ποιος μπόρεσε ποτέ να πάει στον ήλιο; Και να τον πιάσει; Είναι απρόσιτος. Είναι όμως προσιτός με την ακτινοβολία του, με την ενέργεια της ακτινοβολίας του. Ακούστε τι είπα: με την ενέργεια της ακτινοβολίας του. Τον ήλιο τον έχουμε εδώ, τον έχουμε στη γη. Μας φωτίζει, μας ζωογονεί, τον βλέπουμε, χωρίς όμως να μπορούμε να πάμε στον ήλιο. Κατά παρόμοιο τρόπο είναι η ουσία του Θεού με τις ενέργειές Του.

Όταν λέμε λοιπόν ότι θα ζήσουμε ή θα δούμε τον Θεό από την παρούσα ζωή…ποιος μπορεί να δει τον Θεό; Λέγει η Γραφή: «Θεν οδες ώρακε πώποτε». Όταν όμως λέμε ότι μπορούμε να δούμε τον Θεό από την παρούσα ζωή αυτό σημαίνει ότι ο Θεός γίνεται φανερός με τις ενέργειές Του. Αλλά πώς γίνεται με τις ενέργειές Του; Έτσι είναι ένα λεκτικό πράγμα; Απλώς σαν κουβέντα; «Όχι», απαντά ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, «είναι μια οντολογική παρουσία του Θεού, εις τας ενεργείας Του, όχι στην ουσία Του»·η οποία είναι πράγματι ακατάληπτος και απρόσιτος. Και συνεπώς μπορώ να δω τον Θεό. Τον Θεό να δεις; Μπορώ να δω τον Θεό πρόσωπον προς πρόσωπον. Και βλέποντας τον Θεό πρόσωπον προς πρόσωπον, από την παρούσα ζωή, θεώνομαι.

Αυτό το «Μακάριοι ο καθαροί τ καρδί τι ατοί τόν Θεόν ψονται» είναι η βάσις η ευαγγελική. Λέγει ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος- ακούστε επιχείρημα: «Ποιοι είναι οι καθαροί στην καρδιά; Εκείνοι που είναι, αυτοί θα δουν τον Θεό. Εσύ λες ότι θα δεις τον Θεό στην άλλη ζωή. Μα στην άλλη ζωή, δεν υπάρχει η δυνατότητα να καθαρίσεις την καρδιά σου, για να δεις τον Θεό». Είδατε επιχείρημα; Εδώ είναι η δυνατότητα να καθαρίσεις την καρδιά σου, για να δεις τον Θεό. Συνεπώς εδώ θα δεις τον Θεό· εδώ, στην παρούσα ζωή.

Αλλά αυτό τι συνέπιες έχει; Έχει τις εξής συνέπειες αγαπητοί μου. Απλώς τον 14ο αιώνα αυτό διετυπώθη ως δόγμα. Ήταν πάντοτε γνωστό. Δεν ήταν κάτι καινούριο. Γιατί, σας είπα, ήταν η προσωπική εμπειρία των Πατέρων της Εκκλησίας και των αγίων της Εκκλησίας: ότι (εδώ προσέξτε) ότι η πνευματική ζωή δεν εξαντλείται στη μετάνοια, αλλά επεκτείνεται στην αναγέννηση. Πραγματικά πώς το λέμε αυτό; Να πώς το λέμε. Να δείτε πόσο σήμερα έχει βασική σημασία η προβολή του προσώπου του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά και της Θεολογίας του. Σήμερα λέμε «να μετανοήσεις» και μόλις μετανοήσω και πάω και εξομολογηθώ, έχω την αίσθηση μιας αυτάρκειας, ότι τελείωσα. Αφού πήγα και εξομολογήθηκα, επισφραγίζω την εξομολόγησή μου και με τη Θεία Κοινωνία και τελείωσα. Τελείωσες; Εξαντλείται η πνευματική ζωή στο να μετανοήσεις μόνο; Η πνευματική ζωή πάει πέρα από τη μετάνοια. Είναι στην αναγέννηση. Γι’αυτό λέγει ο άγιος Νικόδημος πολύ σωστά..- ξέρετε ότι στην εμπειρία αυτή έχουμε πάντα τους αγίους, στον άγιο Νικόδημο, στον άγιο Νεκτάριο, που είναι της εποχής μας κι συγχρόνους αγίους, που ίσως ακόμη η Εκκλησία δεν τους ανεκήρυξε, ίσως ποτέ να μην τους ανακηρύξει, δεν έχει σημασία, άγνωστοι άνθρωποι, ζουν αυτήν την εμπειρία.

Προσέξατε. Λέγει ο άγιος Νικόδημος: «Όταν κάποιος που πεθαίνει, μας φωνάξουν να τον εξομολογήσουμε και να τον κοινωνήσουμε, πηγαίνουμε εκ καθήκοντος, γιατί μας το ζήτησαν. Δεν ξέρουμε όμως αν αυτός ο άνθρωπος θα σωθεί. Απλούστατα γιατί αφήσαμε να περάσει η ζωή μας και νομίσαμε ότι προς το τέλος της ζωής μας… κι αυτό το λάθος κάνουμε, ότι θα αφήσουμε να μετανοήσουμε στο τέλος. Δεν είναι η μετάνοια που θα μας σώσει. Η αναγέννηση. Είναι η αναγέννηση. Άφησες τη μετάνοια αδελφέ μου να περάσει η ζωή σου και τότε να μετανοήσεις είπες. Είσαι σίγουρος ότι θα γεράσεις; Είσαι σίγουρος ότι δεν θα έχεις αιφνίδιο θάνατο; Έστω. Αλλά πότε θα προλάβεις να αναγεννηθείς; Πότε θα προλάβεις;».

Γι’ αυτό τον λόγο πάμε και ερχόμαστε στην εξομολόγηση, πάμε και ερχόμαστε χρόνια ολόκληρα, νομίζοντες ότι δυνάμεθα να περιοριζόμεθα σε μια ανανέωση της μετάνοιας και όχι σε μία αναγέννηση. Αυτό για όλους μας είναι ένα δυστύχημα. Και πρέπει να σας πω ότι σήμερα ακριβώς αυτό κάνουμε. Γι’ αυτόν τον λόγο μας φαίνεται πολύ μακρινή η θεολογία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά σήμερα. Μέχρι σήμερα η Δύσις δεν τον έχει κατανοήσει τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά. Και επειδή σήμερα δυτικίζουμε και όλο δυτικίζουμε, όχι μόνο στον πολιτισμό αλλά και στο θρησκευτικόν αίσθημα και συνεχώς δυτικίζουμε, ολοένα απομακρυνόμαστε από την θεολογία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, δηλαδή από τη θεολογία της αναγεννήσεως, από τη θεολογία της θεώσεως. Να μπορούμε πραγματικά να φθάσουμε σε εκείνα τα μέτρα.

Και σήμερα, ξέρετε τι αίσθημα έχουμε; Έχουμε το εξής αίσθημα. Και εγώ που σας ομιλώ αγαπητοί μου. Όλοι μας είμεθα παιδιά της εποχής μας και όλοι βρισκόμαστε κάτω από την ίδια νοοτροπία. Έχουμε το εξής αίσθημα: ότι αυτοί οι άγιοι με τη θεολογία τους, που δεν είναι παρά η ευαγγελική θεολογία, όπως την ερμηνεύουν οι Πατέρες και την κατανοούν και τη ζουν, σας είπα, προϊόν και της προσωπικής τους εμπειρίας, το υπογραμμίζω αυτό, ως να είναι αυτά στην κορυφή του Ολύμπου και εμείς να είμαστε στην πεδιάδα και να βλέπουμε και να λέμε «και πώς ανεβαίνει κανείς τώρα εκεί πάνω; Απρόσιτες κορυφές». Αυτό όμως είναι ένα δυστύχημα. Είναι δυστύχημα γιατί αυτά τα πράγματα αφορούν σε αυτήν τη σωτηρία μας.

Γι’ αυτό τον λόγο, μου φαίνεται, ένα πρώτο βήμα, ένα πρώτο στάδιο που πρέπει να κινήσουμε, είναι να προβάλλουμε τα πράγματα, να προβάλλουμε τους αγίους, που τόσο πολύ αγωνίστηκαν, όπως ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς· με τη θεολογία του-δεν είναι καινούρια θεολογία, το ξαναλέγω, είναι η βιβλική και η πατερική, αλλά απλώς την έκανε σαφή και την προέβαλε, επειδή υπήρξαν αφορμές. Πρέπει αυτά να προβάλλονται. Και η Εκκλησία μας προσπαθεί να το κάνει αυτό. Η Εκκλησία μας, βλέπετε, προβάλλει την Κυριακή την Α΄ των Νηστειών, την Ορθοδοξία. Και γιορτάζει τον εαυτόν της, την ορθοδοξότητά της. Προβάλλει την Β΄ Κυριακή τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, για να δείξει ότι εκείνο το οποίον τότε αγωνίστηκε, εκατόν-τόσα χρόνια εις την 7η Οικουμενικήν Σύνοδο να διασώσει και την ανθρώπινη φύση του Θεού Λόγου, έρχεται τώρα ο άγιος Γρηγόριος να μας πει ότι αυτό είναι δυνατό: το ότι μπορεί τώρα ο άνθρωπος, αφού ο Θεός έγινε άνθρωπος, ο άνθρωπος μπορεί να γίνει Θεός.

Γι’ αυτό, αγαπητοί, κατακλείοντες, θα σας έλεγα, μη μένομε στα στενά όρια μιας ανεπαρκεστάτης και στοιχειωδεστάτης μετανοίας. Μια μετάνοια χωρίς δάκρυα πολλές φορές· χωρίς δάκρυα, χωρίς συναίσθηση, από μια συνήθεια πάμε να πούμε τις αμαρτίες μας και τίποτε άλλο. Να ήταν τουλάχιστον και της προκοπής η μετάνοιά μας! Να ήταν της προκοπής! Θα άξιζε ο κόπος. Ούτε αυτή δεν είναι της προκοπής. Γιατί; Γιατί απλούστατα δεν έχουμε μπροστά μας, στον οπτικό μας ορίζοντα, την αναγέννηση. Αν έχουμε στον οπτικό μας ορίζοντα την αναγέννηση, τότε θα δούμε ότι η μετάνοια είναι ένα μεταβατικό στάδιο. Βέβαια πρέπει να μετανοούμε σε όλη μας τη ζωή, γιατί είμαστε άνθρωποι και πέφτουμε. Αλλά αν το θέλετε, στη ζωή των μεγάλων αγίων, δεν έχουμε πια μετάνοια. Παρά το ότι αυτοί έλεγαν «άστε με να μετανοήσω ακόμη», όπως έλεγε ο άγιος Σισώης. «Άστε με να μετανοήσω.» Και είχε λάμψει ολόκληρος. Όμως, όπως λέγει και ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος «αυτός που μπήκε στην αναγέννηση και στη θέωση, δεν έχει ανάγκη πλέον ούτε της μετανοίας, ούτε καν των δακρύων. Δεν είναι πλέον η περιοχή της μετανοίας, αλλά της θεολογίας». Είναι μεγάλο πράγμα αυτό. Ε, αυτή λοιπόν η προοπτική, αυτός ο οπτικός ορίζων, έχει χαθεί από τα μάτια μας. Κι έχει μείνει μπροστά μας μόνον η μετάνοια. Γιατί νομίζουμε ότι το παν είναι η μετάνοια. Την αφήνουμε κι αυτή και ατονεί, γιατί είναι ίδιον του ανθρώπου να μη θέλει να φθάνει στο τέλος. Αλλά λέει: «Δέκα είναι;». Να σας το πω με ένα μικρό παράδειγμα. Όλοι το παθαίνουμε. «Τι ώρα τελειώνει η Εκκλησία; Εννιά; Ε, θα πάω 8.30. Δέκα; Θα πάω 9.30. Τελειώνει δώδεκα; Θα πάω 11.30». Αυτό παθαίνουμε. Λέμε «η μετάνοια, ε, ας είναι και λιγάκι πιο εδώ, δεν πειράζει». Ας προβάλλουμε, ξαναλέω άλλη μια φορά, στον οπτικό μας ορίζοντα όλο το μέγεθος του μυστηρίου της σωτηρίας μας·που είναι η αναγέννησις του ανθρώπου, που προεβλήθη τόσο δυνατά από τον άγιο πατέρα, τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και που η Εκκλησία μας προβάλλει κάθε δεύτερη Κυριακή των Νηστειών.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή  μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,

ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς (Ομιλία)

Από το βιβλίο: Ομιλίες Αγ. Βελιμίροβιτς – Τόμος Β (Καιρός Μετανοίας)

Τὴν περασμένη Κυριακὴ ἀκούσαμε τὸ εὐαγγέλιο ποὺ ἀναφέρεται στὴ θαυμαστὴ ἰσχὺ ποὺ ἔχει καὶ ἡ μεγάλη καὶ δυναμικὴ παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ναθαναὴλ ἀμφισβητοῦσε τὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου Φιλίππου πῶς εἶχε ἐμφανιστεῖ στὸν κόσμο καὶ ἀπὸ πολλούς ἀναμενόμενος Μεσσίας, στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ τοῦ ἀπὸ Ναζαρέτ. Ὁ Ναθαναὴλ ὅμως, μὲ τὸ ποὺ βρέθηκε κατὰ πρόσωπο μὲ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο, ἀμέσως τὸν ἀναγνώρισε καὶ τὸν ὁμολόγησε ὡς Υἱὸ τοῦ Θεοῦ καὶ ὡς Βασιλιᾶ τοῦ Ἰσραήλ. Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο μᾶς μιλάει γιὰ τίς μεγάλες προσπάθειες καὶ τὸν ἀγῶνα ποὺ κατέβαλαν ἄνθρωποι μὲ πραγματικὴ πίστη γιὰ νὰ παρουσιαστοῦν μπροστὰ στὸν Κύριο.

Τέσσερις ἄνθρωποι μετέφεραν ἕναν συνάνθρωπο ἢ φίλο τους ποὺ ἦταν παραλυτικός. Τὸν μετέφεραν μὲ τὸ κρεβάτι του, ἀφοῦ ἦταν τόσο ἀδύνατος κι ἀβοήθητος, ὥστε δὲ θὰ μποροῦσε νὰ μεταφερθεῖ διαφορετικά. Μάταια ὅμως προσπαθοῦσαν νὰ περάσουν ἀνάμεσα ἀπὸ τὸ πυκνὸ πλῆθος καὶ νὰ πλησιάσουν τὸν Κύριο. Κι ἀφοῦ αὐτὸ δὲν μποροῦσαν νὰ τὸ κατορθώσουν, ἀνέβηκαν στὴν όροφή της οἰκίας, τὴν ἄνοιξαν, καὶ μὲ μεγάλη προσπάθεια κατέβασαν τὸ κρεβάτι ὅπου κείτονταν ὁ ἄρρωστος καὶ τὸ ἀκούμπησαν μπροστὰ στὰ πόδια τοῦ θαυματουργου Ἰατροῦ. Τόσο μεγάλη ἦταν ἡ πίστη τους στὸ Χριστό.

«Ἰδὼν δὲ Ἰησους τὴν πίστιν αὐτῶν λέγει τὸ παραλυτικὸ τέκνον, ἀφέωνταί σοὶ αἱ ἁμαρτίαι σοῦ» (Μάρκ. β’5). Οἱ ἁμαρτίες σου συγχωροῦνται, εἶπε ὁ Ἰησοῦς στὸν παραλυτικό. Ὁ Χριστὸς δὲν περίμενε ν’ ἀκούσει νὰ ἐκφράζεται μὲ λόγια ἡ πίστη τους. Τὴν εἶδε. Ἡ πνευματική Του ὅραση εἰσχώρησε στὰ μύχια τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς. Καὶ κεί, στὰ βάθη της, εἶδε τὴ μεγάλη τους πίστη. Μὲ τὰ σωματικά Του μάτια εἶδε τίς προσπάθειες καὶ τὸν ἀγῶνα τους νὰ φέρουν τὸν ἄρρωστο ἄνθρωπο μπροστά Του. Ἡ πίστη τους ἑπομένως ἦταν ὁλοφάνερη.

Ἡ ἀπιστία τῶν γραμματέων ποὺ παρευρίσκονταν στὸ γεγονὸς αὐτὸ ἦταν ἐπίσης ὁλοφάνερη στὸν Κύριο. «Τί οὗτος οὕτῳ λαλεῖ βλασφημίας; Τίς δύναται ἀφιέναι ἁμαρτίας εἰ,εἶ μὴ εἰς ὁ Θεός;» (Μάρκ. β’8). Αὐτὸς βλασφημεῖ, ἔλεγαν μέσα τους. Ποιός ἄλλος, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ Θεό, μπορεῖ νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες;

Ὁ Κύριος «ἐπιγνούς το πνεύματι αὐτοῦ ὅτι οὕτως αὐτοὶ διαλογίζονται ἐν ἑαυτοῖς, εἶπεν αὐτοῖς: τί ταῦτα διαλογίζεσθε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν;» (Μάρκ. β’8). Ὁ Κύριος γνώριζε αὐτὰ ποὺ σκέφτονταν κι ἄρχισε νὰ τοὺς ἐπιτιμᾷ μὲ ἤρεμο τρόπο. Γιατί σκέφτεστε τέτοια πράγματα; Ὁ Κύριος διαβάζει τίς πονηρὲς καρδιὲς τὸ ἴδιο εὔκολα ποὺ διαβάζει καὶ τίς ἁγνές. “Ὅπως ἀναγνώρισε ἀμέσως τὴν ἁγνὴ καὶ καθαρὴ καρδιὰ τοῦ Ναθαναήλ, ποὺ δὲν εἶχε πονηριὰ καὶ δόλο, ἔτσι ἀναγνώρισε ἀμέσως τίς ἀκάθαρτες καρδιὲς τῶν γραμματέων, ποὺ ἦταν γεμᾶτες δόλο. Γιὰ νὰ τοὺς δείξει λοιπὸν πῶς ἔχει ἐξουσία τόσο στὰ σώματα ὅσο καὶ στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων, τόσο νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες ὅσο καὶ νὰ θεραπεύει τὰ ἄρρωστα σώματα, ὁ Κύριος λέει στὸν παραλυτικό: «σοὶ λέγω, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἴκόν σου» (Μάρκ. βί1). Καὶ μπροστὰ σὲ τέτοιο ἐξουσιαστικὸ λόγο, ὁ ἄρρωστος ἄνθρωπος «ἠγέρθῃ εὐθέως, καὶ ἄρας τὸν κράβαττον ἐξῆλθεν ἐναντίον πάντων, ὥστε ἐξίστασθαι πάντας καὶ δοξάζειν τὸν Θεὸν λέγοντας ὅτι οὐδέποτε οὕτως εἴδομεν» (Μάρκ. β12). “Ὁ παράλυτος ἄνθρωπος σηκώθηκε ἀμέσως, ἔβαλε τὸ κρεβάτι στὸν ὦμο του καὶ πέρασε μπροστὰ ἀπ’ ὅλους. Κι ὅλοι θαύμασαν καὶ δόξασαν το Θεὸ λέγοντας: τέτοια γεγονότα ποτέ μας δὲν εἴδαμε.

Ἄς δοῦμε τώρα πόσες θαυμαστὲς δυνάμεις φανερώνει διὰ μιᾶς ὁ Κύριος:

Διαβάζει τίς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων καὶ σὲ μερικὲς διακρίνει τὴν πίστη, ἐνῶ σὲ ἄλλες το δόλο.

Συγχωρεῖ στὴν ψυχὴ τίς ἁμαρτίες καὶ τὴν κάνει ὑγιῆ, καθαρὴ ἀπὸ τὴν πηγὴ τῆς ἀρρώστιας καὶ τῆς ἀναπηρίας.

Ἀποκαθιστᾷ τὴν ὑγεία στὸ ἄρρωστο καὶ παραλυτικὸ σῶμα μὲ τὴ δύναμη τοῦ λόγου Του.

Πόσο μεγάλη, πόσο φοβερὴ καὶ πόσο θαυμαστὴ καὶ ζωοδότρα εἶναι ἡ παρουσία τοῦ ζῶντος Κυρίου!

Ἄς ἔρθουμε ὅμως κι ἂς σταθοῦμε μπροστὰ στὴν παρουσία τοῦ ζῶντος Κυρίου. Τὸ πιὸ σπουδαῖο πρᾶγμα στὸ δρόμο τῆς σωτηρίας εἶναι νὰ προσεγγίσουμε μὲ πίστη τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου, νὰ τὴ νιώσουμε. Μερικὲς φορὲς ἔρχεται καὶ μᾶς ἀποκαλύπτεται ὁ ἴδιος ὁ Κύριος. “Ἔτσι πῆγε στὴ Μάρθα καὶ τὴ Μαρία στὴ Βηθανία, ἔτσι ξαφνικὰ ἐμφανίστηκε στὸν ἀπόστολο Παῦλο στὸ δρόμο πρὸς τὴ Δαμασκό, σὲ ἄλλους ἀποστόλους στὴ θάλασσα τῆς Γαλιλαίας καὶ στὸ δρόμο πρὸς τοὺς Ἐμμαούς, στὴν οἰκία ὅπου μπῆκε «κεκλεισμένων τῶν θυρῶν», στὴ Μαρία τὴ Μαγδαληνὴ στὸν κῆπο καὶ σὲ πολλοὺς ἁγίους σὲ ὄνειρα ἢ ὁράματα. Μερικὲς φορὲς παρουσίασαν οἱ ἀπόστολοι ἀνθρώπους στὸν Κύριο, ὅπως ὁ Ἀνδρέας ἔφερε τὸν Πέτρο κι ὁ Φίλιππος τὸ Ναθαναήλ. Οἱ διάδοχοι τῶν ἀποστόλων κι οἱ ἱεραπόστολοι ἔφεραν στὸ Χριστὸ χιλιάδες, ἑκατομμύρια ἀνθρώπους κι ἄλλες φορὲς ὁ ἕνας πιστὸς ἔφερνε τὸν ἄλλο. Ἀλλὰ καὶ ἄγνωστοι ἄνθρωποι μερικὲς φορὲς προσπάθησαν πολὺ μόνοι τους νὰ πλησιάσουν τὸν Κύριο, ὅπως στὴν περίπτωση τῶν τεσσάρων ποὺ ἄνοιξαν τὴν ὀροφὴ τοῦ σπιτιοῦ γιὰ νὰ φέρουν τὸν παραλυτικὸ φίλο τοὺς μπροστά Του.

Αὐτοὶ εἶναι οἱ τρεῖς τρόποι μὲ τοὺς ὁποίους οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νὰ παρουσιαστοῦν στὸν Κύριο. Ἐκεῖνο ποὺ πρέπει νὰ κάνουμε ἐμεῖς εἶναι νὰ προσπαθήσουμε πολὺ καὶ ν’ ἀγωνιστοῦμε γιὰ νὰ βρεθοῦμε μπροστά Του, ὥστε νὰ μᾶς βοηθήσει κι Ἐκεῖνος νὰ τὸν προσεγγίσουμε καὶ νὰ μᾶς φωτίσει. Πρέπει ν’ ἀκολουθήσουμε τοὺς τρεὶς αὐτοὺς τρόπους σὲ ἀντίθετη πορεία. Αὐτὸ σημαίνει πῶς πρέπει μὲ πίστη καὶ ζῆλο νὰ κάνουμε ὅ,τι μποροῦμε γιὰ νὰ βρεθοῦμε μπροστὰ στὸν Κύριο. Μετὰ ν’ ἀκολουθήσουμε τὴν κλήση καὶ τίς ἐντολὲς τῆς ἁγίας ἀποστολικῆς ‘Ἐκκλησίας, τῆς Ἐκκλησίας τῶν πατέρων καὶ τῶν διδασκάλων. Καὶ τελικά, ἀφοῦ θὰ ἔχουμε ἐκπληρώσει τοὺς δυὸ πρώτους ὅρους, θὰ πρέπει νὰ περιμένουμε μὲ πίστη κι ἐλπίδα στὸ Θεὸ νὰ μᾶς παρουσιαστεῖ, κι ἡ παρουσία Του νὰ μᾶς φωτίσει, νὰ μᾶς ἐνισχύσει, νὰ μᾶς θεραπεύσει καὶ νὰ μᾶς σώσει.

Τὸ μέγεθος τῶν προσπαθειῶν ποὺ πρέπει νὰ καταβάλουμε γιὰ ν’ ἀνοίξουμε τὸ δρόμο ποὺ μᾶς ὁδηγεῖ στὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ, φαίνεται ἀπὸ τὸ παράδειγμα τῶν τεσσάρων αὐτῶν ἀντρῶν. Δὲ δίστασαν ν’ ἀνέβουν στὴν ὀροφὴ τοῦ σπιτιοῦ, γιὰ νὰ κατεβάσουν καὶ νὰ παρουσιάσουν μπροστὰ στὸν Κύριο τὸν ἄρρωστο φίλο τους. Δὲν ἔκαναν πίσω οὔτε ἀπὸ ντροπὴ οὔτε ἀπὸ φόβο. Τὸ παράδειγμα αὐτὸ τοῦ μεγάλου ζήλου τους εἶναι ὅμοιο μὲ τὸ παράδειγμα τῆς χώρας ποὺ ζητοῦσε πιεστικὰ καὶ φορτικὰ ἀπὸ τὸν ἄδικο κριτὴ νὰ τὴ δικάσει καὶ νὰ τὴν προστατέψει ἀπὸ τὸν ἀντίδικό της (βλ. Λουκ. ἰη’1-5). Αὐτὸ σημαίνει πῶς πρέπει νὰ τηροῦμε τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου καὶ νὰ κραυγάζουμε μέρα καὶ νύχτα, ὡσότου μᾶς ἀκούσει. «κρούετε καὶ ἀνοιγήσεται ὑμῖν» (Ματθ. ζ7), εἶπε ὁ Κύριος. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἐξήγηση ποὺ ἔχουν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ: «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ βιάζεται καὶ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτήν» (Ματθ. ἰα12).

Ὁ Κύριος ζητᾷ ἀπ’ ὅλους τοὺς πιστούς Του νὰ καταβάλουν κάθε προσπάθεια, νὰ ἐξαντλήσουν τὴ δύναμή τους, νὰ ἐργαστοῦν ὅσο κρατᾷ ἡ ἡμέρα, νὰ προσεύχονται ἀδιάλειπτα, νὰ ζητήσουν, νὰ κρούσουν, νὰ νηστέψουν καὶ νὰ κάνουν ἀμέτρητα ἔργα ἐλέους. Κι όλ’ αὐτὰ ὥστε ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν – ἡ μεγάλη, φοβερὴ καὶ ζωοποιὸς παρουσία τοῦ Θεοῦ – ν’ ἀνοιχτεῖ γι’ αὐτούς. «’Ἀγρυπνεῖτε οὔν ἐν παντὶ καιρῷ, εἶπε ὁ Κύριος, ἶνα,ἵνα καταξιωθῆτε… σταθῆναι ἔμπροσθεν τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου» (Λουκ. κά’36). Νά ‘χετε προσοχὴ καὶ ἐγρήγορση στὴν καρδιά σας, γιὰ νὰ μὴν προσκολληθεῖ στὰ γήινα. Νά ‘χετε ἐγρήγορση στὶς σκέψεις σας, γιὰ νὰ μὴ σᾶς ὁδηγοῦν μακριὰ ἀπό το Θεό. Νὰ προσέχετε τὰ ἔργα σας, νὰ διπλασιάζετε τὰ τάλαντά σας, μὴν τὸ ἀφήσετε νὰ λιγοστέψουν ἢ νὰ ἐξαφανιστοῦν ἐντελῶς. Ν’ ἀγρυπνεῖτε διαρκῶς, ὥστε ὁ θάνατος νὰ μή σας βρεῖ ἀπροετοίμαστους καὶ ἀμετανόητους στὴν ἁμαρτία σας. Ἡ ὀρθόδοξη πίστη μας αὐτὴ εἶναι: ἐνεργός, προσευχητική, γρηγοροῦσα. ‘Ἀναλώνεται στὰ δάκρυα καὶ τοὺς ἀγῶνες. Καμιὰ ἄλλη πίστη δὲ ζητάει τέτοιον ἀγῶνα ἀπὸ τοὺς πιστοὺς γιὰ ν’ ἀξιωθοῦν νὰ σταθοῦν μπροστὰ στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Ὁ Κύριος καὶ Σωτῆρας μας ζητάει τὸν ἀγῶνα αὐτὸν ἀπὸ τοὺς πιστούς. Ἡ Ἐκκλησία ἐπαναλαμβάνει τίς ἐντολές Του ἀπὸ αἰῶνα σὲ αἰῶνα, ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιά, φέρνοντας σὰν παράδειγμα στοὺς πιστούς τους ἀπειράριθμους καὶ μεγάλους πνευματικοὺς ἀγωνιστὲς ποὺ τήρησαν το νόμο τοῦ Χριστοῦ κι ἀξιώθηκαν ν’ ἀποκτήσουν δόξα καὶ ἀνέκφραστη δύναμη τόσο στὸν οὐρανὸ ὅσο καὶ στὴ γῆ.

Δὲν πρέπει ὅμως ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ νὰ πέσουμε στὴν πλάνη καὶ νὰ νομίσουμε πῶς ἀπὸ μόνες τους ὅλες οἱ προσπάθειες τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὅλοι οἱ ἀγῶνες του μποροῦν νὰ τὸν σώσουν. Δὲν πρέπει νὰ πιστέψουμε πῶς ὁ ἄνθρωπος μὲ τίς προσπάθειες καὶ τὸν ἀγῶνα του θὰ μπορέσει μόνος του νὰ παραστεῖ μπροστὰ στὸ ζῶντα Θεό. “Ἄν ὁ Θεὸς δὲν τὸ θελήσει, κανένας θνητὸς δὲν μπορεῖ νὰ δεῖ τὸ πρόσωπό Του. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ποὺ καθόρισε τὸν ἀγῶνα καὶ τίς προσπάθειες τοῦ ἀνθρώπου, λέει: «Ὅταν ποιήσητε πάντα τὰ διαταχθέντα ὑμῖν, λέγετε ὅτι δοῦλοι ἀχρείοί ἐσμεν, ὅτι ὸ ώφείλομεν ποιῆσαι πεποιήκαμεν» (Λουκ. ἴζ10). Καὶ σὲ κάποιο ἄλλο σημεῖο λέει: «Οὐδεὶς δύναται ἐλθεῖν πρός με, ἐὰν μὴ ὁ πατὴρ ὁ πέμψας με ἑλκύσει αὐτόν» (Ἰωάν. στ’44). Κι ἀλλοῦ πάλι: «Χωρὶς ἐμοῦ οὐ,οὗ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰωάν. ἰε’5). Κι ὁ ἀπόστολος Παῦλος γιὰ τὸ ἴδιο θέμα: «Χάριτί ἐστε σεσωσμένοι» (Ἐφ. β’5).

Μετὰ ἀπ’ όλ’ αὐτὰ τί μποροῦμε νὰ ποῦμε; Μήπως πρέπει νὰ σκεφτοῦμε πῶς εἶναι μάταιοι ὅλοι οἱ ἀγῶνες κι οἱ προσπάθειες ποὺ κάνουμε γιὰ τὴ σωτηρία μας; Μήπως πρέπει νὰ τὰ ἐγκαταλείψουμε ὅλα καὶ νὰ περιμένουμε ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο, μὲ τὴ δύναμη καὶ τὴν ἐξουσία ποὺ ἔχει, νὰ μᾶς παρουσιάσει ἐνώπιόν Τοῦ; Δὲ λέει ὁ προφήτης Ἠσαΐας πῶς «ὼς ράκος ἀποκαθημένης πᾶσα ἡ δικαιοσύνη ἡμῶν» (ξδ’6); Τί πρέπει νὰ κάνουμε τότε; Νὰ ἐγκαταλείψουμε κάθε προσπάθειά μας, ὅλους τοὺς ἀγῶνες μας; Μὰ τότε δὲ θὰ γίνουμε ἴδιοι μὲ τὸν ὀκνηρὸ δοῦλο, ποὺ ἔσκαψε καὶ ἔκρυψε τὸ τάλαντο ποὺ τοῦ ἐμπιστεύτηκε ὁ Κύριος στὴ γῆ, καὶ τὸν ὁποῖο ἐπέπληξε ὁ Κύριος μὲ τὰ λόγια, «πονηρὲ δοῦλε καὶ ὀκνηρέ!» (Ματθ. κέ’26);

Πρέπει νὰ σοβαρευτοῦμε καὶ ν’ ἀσκηθοῦμε στὴν τήρηση ὅλων τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου. Πρέπει νὰ καταβάλλουμε ὅ,τι εἶναι δυνατὸ ἀπὸ τὴν πλευρά μας, μὰ ἀνήκει στὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ νὰ εὐλογήσει τίς προσπάθειές μας καὶ νὰ μᾶς παρουσιάσει ἐνώπιόν Του. “Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἔχει δώσει μιὰ πολὺ καλὴ ἐξήγηση πάνω σ’ αὐτὸ τὸ θέμα. Λέει: «Ἐγὼ ἔφύτευσα, Ἀπολλὼς ἐπότισεν, ἀλλ’ ὁ Θεὸς ηὔξανεν· ὥστε οὔτε ὁ φυτεύων ἐστὶ τί οὔτε ὁ ποτίζων, ἀλλ’ ὁ αὐξάνων Θεός» (Α ́κόρ. γ’6-7). “Ὅλα ἑπομένως ἐξαρτιῶνται ἀπὸ τὸ Θεό, ἀπὸ τὴ δύναμη, τὴ σοφία καὶ τὸ ἔλεός Του. Ἐμεῖς πρέπει νὰ φυτεύουμε καὶ νὰ ποτίζουμε. Δὲν πρέπει νὰ ἐγκαταλείψουμε τὰ καθήκοντά μας αὐτά, γιατί διαφορετικὰ θὰ κινδυνεύσουμε νὰ καταδικαστοῦμε στὸν αἰώνιο θάνατο.

Τὸ καθῆκον τοῦ γεωργου εἶναι νὰ σπέρνει καὶ νὰ ποτίζει. Ἀπό το Θεὸ ὅμως, ἀπὸ τὴ δύναμη, τὴ σοφία καὶ τὸ ἔλεὸς Τοῦ, ἐξαρτᾷται ἂν ὁ σπόρος θὰ ριζώσει ἢ ὄχι, ἂν θ’ ἀναπτυχθεῖ καὶ θὰ βγάλει καρπούς.

Εἶναι χρέος τοῦ ἐπιστήμονα νὰ ἔρευνα καὶ νὰ ψάχνει, μὰ ἀνήκει στὸ Θεό, στὴ δύναμη, τὴ σοφία καὶ τὸ ἔλεὸς Τοῦ, ἂν ἡ γνώση θὰ τοῦ ἀποκαλυφτεῖ ἢ ὄχι.

Εἶναι καθῆκον τῶν γονιῶν ν’ ἀναθρέψουν τὰ παιδιά τους καὶ νὰ τὰ μάθουν το φόβο τοῦ Θεοῦ, μὰ εἶναι στὴ δύναμη, τὴ σοφία καὶ τὸ ἔλεός Του ὁ χρόνος τῆς ζωῆς τους.

Εἶναι χρέος τῶν ἱερέων νὰ διδάσκουν, νὰ παρακαλοῦν, νὰ ἐπιτιμοῦν καὶ νὰ καθοδηγοῦν τοὺς πιστούς. Τὸ ἂν οἱ προσπάθειές τους θὰ καρποφορήσουν ὅμως εἶναι στὴ δύναμη, τὴ σοφία καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.

Εἶναι καθῆκον ὅλων μας νὰ προσπαθήσουμε καὶ ν’ ἀγωνιστοῦμε γιὰ ν’ ἀξιωθοῦμε νὰ σταθοῦμε μπροστὰ στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ἀνήκει ὅμως στὴ δύναμη, τὴ σοφία καὶ τὸ ἔλεὸς Τοῦ ἂν θὰ μᾶς ἐπιτραπεῖ νὰ τὸν πλησιάσουμε.

Δὲν πρέπει ν’ ἀγωνιζόμαστε χωρὶς ἐλπίδα στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Εὔχομαι ὅλες μας οἱ προσπάθειες νὰ φωτίζονται ἀπὸ τὸ φὼς τῆς ἐλπίδας πῶς ὁ Κύριος εἶναι κοντά μας, δίπλα μας. Πῶς θὰ μᾶς δεχτεῖ μπροστὰ στὸ φὼς τοῦ προσώπου Του. Δὲν ὑπάρχει πιὸ βαθιὰ καὶ πιὸ ἀνεξάντλητη πηγὴ ἀπὸ τὸ ἔλεος τοῦ Θεου. Ὅταν ὁ Ἄσωτος Υἱὸς μετάνιωσε γιὰ τὴν τρομερὴ πτώση του στὸ ἐπίπεδο τῶν χοίρων, ὁ εὔσπλαχνος πατέρας ἔτρεξε νὰ τὸν συναντήσει, τὸν ἀγκάλιασε καὶ τὸν συγχώρεσε. Ὁ Θεὸς δὲν ἀποκάμει νὰ τρέχει γιὰ νὰ συναντήσει τὰ μετανιωμένα παιδιά Του. Ἁπλώνει τὸ χέρι Του σὲ ὅλους ἐκείνους ποὺ θέλουν νὰ γυρίσουν κοντά Του. «’Ἐξεπέτασα τὰς χείράς μου ὅλην τὴν ἡμέραν πρὸς λαὸν ἀπειθοῦντα καὶ ἀντιλέγοντα», εἶπε ὁ Κύριος γιὰ τοὺς Ἰουδαίους (Ἠσ. ξέ’2). “Ἄν ὁ Κύριος ἁπλώνει τὸ χέρι Τοῦ στοὺς ἀπειθοῦντες καί τους ἀντιλέγοντες, δὲ θὰ τὸ κάνει στὸν ὑπάκουο; Ὁ ὑπάκουος προφήτης Δαβὶδ λέει: «Προωρώμην τὸν Κύριον ἐνώπιόν μου διαπαντός, ὅτι ἐκ δεξιῶν μοῦ ἔστιν, ἶνα μὴ σαλευθῶ» (Ψαλμ. ἰε’9). Σ’ ἐκείνους ποὺ ἀγωνίζονται γιὰ τὴ σωτηρία τους, καὶ Κύριος δὲν ἀρνεῖται τὴν παρουσία Του.

Δὲν πρέπει νὰ λογαριάζουμε μάταιες τίς προσπάθειές μας, ὅπως κάνουν οἱ ἄθεοι κι οἱ ἀπελπισμένοι ἄνθρωποι. Ἐμεῖς πρέπει ν’ ἀγωνιζόμαστε, νὰ καταβάλλουμε κάθε δυνατὴ προσπάθεια, καὶ ταυτόχρονα νὰ ἐλπίζουμε στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἰδιαίτερα τὴν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς πρέπει νὰ διπλασιάζουμε τοὺς ἀγῶνες μας, ὅπως συνιστᾷ καὶ ἡ ἁγία Ἐκκλησία μας. Μακάρι τὸ δρόμο μας αὐτὸν νὰ τὸν φωτίζει τὸ παράδειγμα τῶν τεσσάρων ἀνθρώπων ποὺ σκαρφάλωσαν στὴν ὀροφὴ καὶ τὴν ἄνοιξαν, γιὰ ν’ ἀποθέσουν μπροστὰ στὰ πόδια τοῦ Κυρίου τὸν πέμπτο ἀπ’ αὐτούς, τὸ φίλο τους ποὺ ἔπασχε ἀπὸ παραλυσία. Ἄν τὸ ἕνα πέμπτο τῆς ψυχῆς μας εἶναι παράλυτο ἢ ἄρρωστο, ἂς σπεύσουμε μὲ τὰ ἄλλα ὑγιῆ τέσσερα πέμπτα στὸν Κύριο. Ἐκεῖνος θὰ θεραπεύσει τὸ ἄρρωστο κομμάτι ποὺ ἔχουμε μέσα μας. Ἄν κάποια ἀπὸ τίς αἰσθήσεις μας ἔχει σκανδαλιστεῖ μὲ τὸν κόσμο αὐτὸν κι αὐτὸ τὴν ἔκαμε ἀδύνατη κι ἄρρωστη, ἂς τρέξουμε στὸν Κύριο μὲ τίς ἄλλες τέσσερις ὑγιεῖς αἰσθήσεις. Ἐκεῖνος θὰ σπλαχνιστεὶ τὴν ἄρρωστη αἴσθησή μας καὶ θὰ τὴν θεραπεύσει.

Ὅταν ἕνα μέρος τοῦ σώματος ἀσθενεῖ, ὁ γιατρὸς συνιστᾷ δυὸ εἴδη θεραπείας: τὴ φροντίδα καὶ τὴν καλὴ σίτιση τοῦ ὑπόλοιπου σώματος, ὥστε τὸ ὑγιὲς μέρος νὰ δυναμώσει περισσότερο, νὰ γίνει πιὸ δυνατό, γιὰ νὰ μπορέσει ν’ ἀντισταθεῖ στὸ ἄρρωστο. Τὸ ἴδιο γίνεται καὶ μὲ τίς ψυχές μας. “Ἄν μέσα μας, στὸ νοῦ μας, ἔχουμε ἀμφιβολίες, ἂς προσπαθήσουμε μὲ τὴν καρδιὰ καὶ τὴν ψυχὴ νὰ ἐνισχύσουμε τὴν πίστη μας καὶ μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Κυρίου νὰ θεραπεύσουμε καὶ νὰ δυναμώσουμε τὸν ἄρρωστο νοῦ μας. Ἄν ἁμαρτήσαμε ἐπειδὴ ξεχάσαμε τὴν προσευχή, ἂς σπεύσουμε νὰ κάνουμε ἔργα ἐλέους γιὰ ν’ ἀποκαταστήσουμε τὴν προσευχητική μας διάθεση.

Ὁ Κύριος θὰ δεῖ τὴν πίστη μας, τίς προσπάθειες καὶ τὸν ἀγῶνα μας καὶ θὰ μᾶς ἐλεήσει. Ἐκεῖνος μὲ τὸ ἀμέτρητο ἔλεὸς Τοῦ θὰ μᾶς ἐπιτρέψει νὰ παρουσιαστοῦμε ἐνώπιόν Τοῦ, μπροστὰ στὴν ἀθάνατη καὶ ζωοδότρα παρουσία ἀπὸ τὴν ὁποία παίρνουν ζωή, ἐνισχύονται καὶ χαροποιοῦνται οἱ ἀναρίθμητες ἀγγελικὲς δυνάμεις κι ὁ στρατὸς τῶν ἁγίων. Στὸν Κύριο καὶ Σωτῆρα μας Ἰησοῦ Χριστὸ πρέπει ὁ αἶνος κι ἡ δόξα, μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὴν ὁμοούσια καὶ ἀδιαίρετη Τριάδα, τώρα καὶ πάντα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Αυγουστίνος Καντιώτης (Από το βιβλίο "ΚΥΡΙΑΚΗ")

Πρῶτα ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς

«Λέγει (ὁ Ἰησοῦς) τῷ παραλυτικῷ: Τέκνον, ἀφέωνταί σοὶ αἱ ἁμαρτίαι σου» (Μάρκ. 2, 5).

ΗTAN, ἀγαπητοί μου, ἕνας ἄρρωστος. Δὲν ἦταν ἐξ ἀρχῆς ἄρρωστος. Ὑγιὴς ἦταν ἄλλοτε. Γερὸ παλληκάρι. Πήγαινε ὅπου ἤθελε. Ἔτρεχε σὰν ζαρκάδι. Ἀνέβαινε καὶ κατέβαινε τὰ βουνα. Ἔπιανε τὴν ἀξίνη καὶ τ’ ἀλέτρι καὶ δούλευε τὴ γῆ. Ἔκανε τίς πιὸ βαρειὲς δουλειές. Σήκωνε βάρη. Ἀλλὰ κάποτε κάτι ἔνιωσε στὸ κορμί του. Ἕνας πόνος τὸν ἔπιασε. Μούδιασε το ἕνα χέρι. Σὲ λίγο καὶ τὸ ἄλλο χέρι. Μούδιασαν καὶ τὰ πόδια, καὶ ὅλο τὸ κορμί. Ἔπεσε στὸ κρεβάτι. Στὴν ἀρχὴ δὲν ἔδωσε καὶ τόση σημασία. Θὰ περάσῃ, εἶπε. Ἀλλὰ δὲν πέρασαν πολλὲς μέρες καὶ ὅλο τὸ κορμί του ἔγινε παράλυτο. Οὔτε χέρια οὔτε πόδια μποροῦσε νὰ κουνήσῃ. Φώναξε γιατρούς, πῆρε φάρμακα, ἔκανε λουτρὰ καὶ ὅ,τι ἄλλο τοῦ εἶπαν οἱ γιατροί, ἀλλὰ τίποτε δὲν μπόρεσε νὰ τὸν θεραπεύσῃ. Τὸ κορμί του ἔγινε μολύβι. Ἀκίνητος πάνω στὸ κρεβάτι. Ζωντανὸς ἦταν, ἀλλὰ νεκρὸς φαινόταν. Νεκρὸς ἄταφος. Καμμιὰ ἐλπίδα δὲν εἶχε ὅτι θὰ θεραπευθῇ. Ἀπὸ τὸν ἕνα τάφο, ποὺ ἦταν τὸ κρεβάτι του, θὰ τὸν πήγαιναν στὸν ἄλλο τάφο, στὴ γῆ.

Τί δυστυχισμένος ἄνθρωπος ἦταν αὐτὸς ὁ παράλυτος τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου!

Ἀλλὰ ξαφνικὰ καὶ ἀπελπισμένος αὐτὸς ἄνθρωπος ἀκούει μιὰ εὐχάριστη εἴδησι. Ποιά εἴδησι; Ὅτι στὴν πόλη ποὺ ἔμενε ἔφθασε ἕνας, ποὺ τὰ λόγια του κάνουν καὶ τὸν πιὸ ἀπελπισμένο νὰ θέλῃ νὰ ζῆ. Ἔφθασε ἕνας, ποὺ τὸ ἅγιό του χέρι, ὅπου ἀγγίζει, ἄρρωστοι, ὀσοδήποτε βαρειὰ καὶ νὰ εἶνε, γίνονται καλά. Ἰησοῦς Χριστὸς εἶνε τὸ ὄνομά του. Κόσμος πολὺς τρέχει πίσω του, γιὰ ν’ ἀκούσῃ τὰ λόγια τοῦ καὶ νὰ δὴ τὰ θαύματά του. Ὁ Χριστός, εἶπε μέσα του καὶ παράλυτος, θὰ μὲ κάνῃ καλά!…

Θὰ ἤθελε νὰ πάη νὰ τὸν συναντήσῃ. Μὰ πῶς; Ὁ παράλυτος πόδια εἶχε καὶ πόδια δὲν εἶχε. Ἄν περπατᾷ μιὰ πέτρα, ἄλλο τόσο μποροῦσε νὰ περπατήσῃ κι αὐτός. Ζητάει βοήθεια γιὰ νὰ πάη στὸ Χριστό. Τέσσερις σπλαχνικοὶ ἄνθρωποι ἀναλαμβάνουν νὰ τὸν βοηθήσουν. Ὅπως ἦταν στὸ ξυλοκρέβατό του, τὸν σηκώνουν, περνοῦν δρόμους, καὶ τέλος φθάνουν ἐκεῖ ποὺ ἦταν ὁ Χριστὸς καὶ δίδασκε. Ἀλλὰ ἦταν ἀδύνατο νὰ προχωρήσουν. Ὁ κόσμος εἶχε γεμίσει τὸ σπίτι, ἄνθρωποι στέκονταν ἔξω ἀπ’ τὴν πόρτα, καὶ ὅλοι, σὰ νὰ ἦταν καρφωμένοι στὴ γῆ, δὲν κουνοῦσαν καθόλου ἀπ’ τὴ θέσῃ τους. Μὲ ἀνοιχτὸ τὸ στόμα ἄκουγαν τὰ θεϊκὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ. Ν’ ἀνοίξουν δίοδο γιὰ νὰ περάσῃ ὁ παράλυτος ἦταν ἀδύνατο.

Τότε οἱ τέσσερις σπλαχνικοὶ ἄνθρωποι ἀνέβηκαν πάνω στὴ στέγη, ἀφαίρεσαν μερικὲς πλάκες ἀπό ‘κεῖνες ποὺ σκέπαζαν τὴν ἐποχὴ ἐκείνη τὰ φτωχικὰ σπίτια, ἄνοιξαν τρῦπα, καὶ μὲ σχοινιὰ κατέβασαν τὸν παράλυτο. Καὶ νὰ τώρα καὶ παράλυτος μπροστὰ στὸ Χριστό! Καὶ ὁ Χριστὸς τί κάνει; Θὰ περίμενε κανεὶς νὰ κάνῃ τὸ θαῦμα καὶ νὰ θεραπεύσῃ ἀμέσως τὸν παράλυτο. Ἀλλ’ ὁ Χριστος δὲν κάνει αὐτὸ ποὺ ὅλοι περιμένουν. Κάνει πρῶτα κάτι ἄλλο, ποὺ εἶνε πιὸ μεγάλο καὶ πιὸ σπουδαῖο. Λέει στὸν παραλυτικὸ «Τέκνον, ἀφέωνταί σοὶ αἱ ἁμαρτίαι σου». Παιδί μου, αἱ ἁμαρτίες σου συγχωροῦνται (Μάρκ. 2, 5). Καὶ ὕστερα ἀπὸ τὴν συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν, τοῦ δίνει καὶ τὴ σωματική του ὑγεία. Τοῦ λέει: «Σήκω πάνω, πᾶρε τὸ κρεβάτι σου καὶ περπάτα». Ὅπως εἶπε, ἔτσι καὶ ἔγινε. Ὁ παράλυτος ἔγινε ἀμέσως καλά, τινάχτηκε ὄρθιος, πῆρε τὸ κρεβάτι του στὸν ὦμο καὶ μπροστὰ σὲ ὅλους βγῆκε ἀπὸ τό σπίτι. Ὅλοι θαύμασαν καὶ δόξασαν τὸ Θεὸ γιὰ τὸ θαῦμα.

Ἀγαπητοί μου! Ἐντύπωση ἔκανε στοὺς ἀνθρώπους ὅτι ἕνας παράλυτος τινάχτηκε ὄρθιος καὶ περπατοῦσε. Ὅπως τότε, ἔτσι καὶ σήμερα, στοὺς πολλοὺς κάνουν ἐντύπωσι τὰ θαύματα ἐκεῖνα ποὺ θεραπεύουν τὰ κορμιὰ τῶν ἀρρώστων. Ἄν ἀκούσῃ ὁ κόσμος, ὅτι ἕνας παράλυτος ἔγινε καλὰ καὶ ἕνας τυφλὸς εἶδε τὸ φῶς καὶ ἕνας ποὺ ἔπασχε ἀπὸ μιὰ ἀγιάτρευτη ἀσθένεια θεραπεύτηκε, θαυμάζει καὶ δοξάζει το Θεὸ καὶ τοὺς ἁγίους. Ἀλλὰ αὐτὰ εἶνε τὰ μεγαλύτερα θαύματα; Ὄχι. Γιατί ὅλοι αὐτοί, ποὺ πάσχουν ἀπὸ διάφορες ἀρρώστιες καὶ γίνονται καλά, πόσα χρόνια θὰ ζήσουν; Δέκα, εἴκοσι, τριάντα; Ὁπωσδήποτε θὰ ἔρθῃ ὥρα ποὺ θὰ πεθάνουν. Καὶ μέσ’ στὸν τάφο ὄχι μόνο τὰ δικά τους κορμιά, ἀλλὰ καὶ τὰ κορμιὰ ἐκείνων ποὺ εἶχαν σιδερένια ὑγεία καὶ ποτέ τους δὲν ἀρρώστησαν, κι αὐτὰ θὰ σαπίσουν καὶ θὰ διαλυθοῦν. Προσωρινὴ λοιπὸν εὐεργεσία εἶνε ἡ θεραπεία τῶν ἀρρώστων σωματικῶς.

Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τίς σωματικὲς ἀρρώστιες, ὑπάρχει καὶ μιὰ ἄλλη ἀρρώστια, ποὺ εἶνε πιὸ φοβερὴ ἀπ’ ὅλες καὶ ἔχει φρικτὲς συνέπειες καὶ ἐδῶ στὴ παροῦσα ζωὴ ἀλλὰ καὶ στὴν ἄλλη. Καὶ ἡ ἀρρώστια αὐτή, ποὺ τὰ μικρόβιά της φωλιάζουν μέσα στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, καὶ ἀπό ‘κεῖ ξαπλώνεται καὶ μολύνει καὶ τὴ σκέψη καὶ τὸ αἴσθημα καὶ τὴ θέληση, καὶ στάζει τὸ φαρμάκι της καὶ σ’ αὐτὸ τὸ κορμὶ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὸ γεμίζει μὲ διάφορες ἀρρώστιες, ἡ ἀρρώστια ποὺ κάνει ἀφάνταστη καταστροφὴ στὰ κορμιὰ καὶ στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων, εἶνε ἡ ἁμαρτία. Αὐτὴ εἶνε ἡ ἀκάθαρτη πηγή, ἀπὸ τὴν ὁποία προέρχονται ὅλα τὰ κακά. Στέρεψε αὐτὴ ἡ πηγή; Θὰ στερέψῃ τὸ κακὸ καὶ ἡ δυστυχία πάνω στὸν κόσμο. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Χριστὸς πρῶτα θεράπευσε τὴν ψυχὴ τοῦ παραλυτικοῦ ἀπὸ τὴ φοβερὴ ἀσθένεια τῆς ἁμαρτίας, πρῶτα ἔδωσε τὴν ἄφεσι τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ παραλυτικοῦ, καὶ ἔπειτα ἔδωσε τὴ σωματικὴ ὑγεία.

Ἡ παραλυσία τοῦ ἀσθενοῦς ἦταν ἀποτέλεσμα τῶν ἁμαρτιῶν του. Ἁμάρτησε ὁ παράλυτος, καὶ γι’ αὐτὸ τιμωρήθηκε ἀπό το Θεὸ μὲ τὴν παραλυσία. Παράλυτος στὴν ψυχὴ πρῶτα, ἔγινε ὕστερα παράλυτος καὶ στὸ σῶμα.

Ἄνθρωπε! Ἁμαρτάνεις; Βάζεις μέσα στὸ αἷμα σου, σ’ ὅλη σου τὴν ὕπαρξι, τὸ πιὸ φοβερὸ μικρόβιο, τὸ μικρόβιο ποὺ λέγεται ἁμαρτία. Αὐτὸ τὸ μικρόβιο, ἂν προχωρήσῃ καὶ πολλαπλασιαστὴ καὶ ἀόρατο ὅπως εἶνε φωλιάσῃ σὲ κάθε κύτταρο μᾶς, σὲ κάθε σημεῖο τῆς ζωῆς μας, θὰ φέρῃ τὴ μεγάλη καταστροφή. Γιατί ἀπὸ τὴν ἁμαρτία προέρχονται ὅλα τὰ κακά.

Ἄχ νὰ μποροῦσε ὁ κόσμος ν’ ἀπαλλαγὴ ἀπό τὴν ἁμαρτία! Παράδεισος θὰ γινόταν ὁ κόσμος. Ὑγεία θὰ βασίλευε παντοῦ. Εἰρήνη καὶ ἀγάπη καὶ ὁμόνοια θὰ ἐπικρατοῦσε. Ἀλλ’ ὑπάρχει τρόπος σωτηρίας; Ὑπάρχει γιατρός; Ὑπάρχει φάρμακο, ποὺ νὰ σκοτώνῃ τὸ μικρόβιο τῆς ἁμαρτίας; Δόξα τῷ Θεῷ, ὑπάρχει! Ὑπάρχει Γιατρός, ὑπάρχει Φάρμακο. Εἶνε ὁ Χριστός, εἶνε τὸ Αἷμα του, ποὺ ἔχυσε πάνω στὸ σταυρὸ γιὰ νὰ θεραπεύσῃ τὸ μεγάλο τραῦμα ποὺ ἄνοιξε ἡ ἁμαρτία. Δυστυχῶς δὲν τὸ συναισθανόμαστε, καὶ ὅλοι ζοῦμε ἀδιάφοροι καὶ ἀμέριμνοι, ἐνῶ ἡ ἁμαρτία, καρκίνος πραγματικός, τρώει τὰ σπλάχνα μας.

Ἄν συναισθανθοῦμε τὴν ἀμαρτωλότητά μας, ἂν ἐνδιαφερθοῦμε γιὰ τὴν ὑγεία τῆς ψυχῆς, ὅπως ἐνδιαφερόμαστε γιὰ τὴν ὑγεία τοῦ σώματος, τότε θὰ τρέξουμε νὰ πᾶμε στὸ Χριστό, στοὺς πνευματικούς μας πατέρες, θὰ ποῦμε τὰ κρίματά μας μὲ δάκρυα στὰ μάτια, θὰ ζητήσουμε συχώρεσι ἀπὸ τὸν οὐράνιο Πατέρα μας, καὶ ἐκεῖνος, οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος, θὰ μᾶς συχωρέση. Θ’ ἀκούσουμε καὶ ἐμεῖς τὴ φωνή του «Τέκνον, ἀφέωνταί σοὶ αἱ ἁμαρτίαι σοῦ» (Μάρκ. 2, 5). Τότε παράδεισος θὰ γίνῃ ἡ καρδιά μας.

Διαβάστε επίσης και τα εξής:

elGreek