ΚΥΡΙΑΚῌ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ (Απόστολος)

Αποστολική Περικοπή και Κηρύγματα Αγίων Πατέρων

by admin

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ — ΠΡΟΣ ΓΑΛΑΤΑΣ (ΣΤ΄ 11 — 18)

11 ῎Ιδε­τε πηλί­κοις ὑμῖν γράμ­μα­σιν ἔγρα­ψα τῇ ἐμῇ χει­ρί. 12 ὅσοι θέλου­σιν εὐπρο­σω­πῆ­σαι ἐν σαρ­κί, οὗτοι ἀναγ­κά­ζου­σιν ὑμᾶς περι­τέ­μνε­σθαι, μόνον ἵνα μὴ τῷ σταυ­ρῷ τοῦ Χρι­στοῦ διώ­κων­ται. 13 οὐδὲ γὰρ οἱ περι­τε­τμη­μέ­νοι αὐτοὶ νόμον φυλάσ­σου­σιν, ἀλλὰ θέλου­σιν ὑμᾶς περι­τέ­μνε­σθαι, ἵνα ἐν τῇ ὑμε­τέ­ρᾳ σαρ­κὶ καυ­χή­σων­ται. 14 ἐμοὶ δὲ μὴ γένοι­το καυ­χᾶ­σθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυ­ρῷ τοῦ Κυρί­ου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χρι­στοῦ, δι’ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύ­ρω­ται κἀγὼ τῷ κόσμῳ. 15 ἐν γὰρ Χρι­στῷ ᾿Ιησοῦ οὔτε περι­το­μή τι ἰσχύ­ει οὔτε ἀκρο­βυ­στία, ἀλλὰ και­νὴ κτί­σις. 16 καὶ ὅσοι τῷ κανό­νι τού­τῳ στοι­χή­σου­σιν, εἰρή­νη ἐπ’ αὐτοὺς καὶ ἔλε­ος, καὶ ἐπὶ τὸν ᾿Ισρα­ὴλ τοῦ Θεοῦ. 17 Τοῦ λοι­ποῦ κόπους μοι μηδεὶς παρε­χέ­τω· ἐγὼ γὰρ τὰ στίγ­μα­τα τοῦ Κυρί­ου ᾿Ιησοῦ ἐν τῷ σώμα­τί μου βαστά­ζω. 18 ῾Η χάρις τοῦ Κυρί­ου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χρι­στοῦ μετὰ τοῦ πνεύ­μα­τος ὑμῶν, ἀδελ­φοί· ἀμήν.

11 Ιδέ­τε με πόσην λεπτο­μέ­ρειαν και σαφή­νειαν σας έγρα­ψα με το ίδιό μου το χέρι. 12 Οσοι θέλουν να φανούν ευπρό­σω­ποι και να αρέ­σουν στους ανθρώ­πους του κόσμου δια πράγ­μα­τα, που ανα­φέ­ρον­ται εις την σάρ­κα, αυτοί σας πει­θα­ναγ­κά­ζουν να περι­τέ­μνε­σθε, όχι από πεποί­θη­σιν εις την αξί­αν της περι­το­μής, αλλά μόνον και μόνον δια να μη κατα­διώ­κων­ται από τους Εβραί­ους εξ αιτί­ας του κηρύγ­μα­τος περί του σταυ­ρού του Χρι­στού. 13 Αυτό δε απο­δει­κνύ­ε­ται και από το γεγο­νός, ότι ούτε αυτοί οι περι­τμη­μέ­νοι δεν τηρούν τον Νομον του Μωϋ­σέ­ως, αλλά θέλουν να περι­τέ­μνε­σθε σεις, δια να καυ­χών­ται αυτοί εις την ιδι­κήν σας σάρ­κα, ότι δηλα­δή σας έπει­σαν να δεχθή­τε την σαρ­κι­κήν περι­το­μήν. 14 Μη γένοι­το δε ποτέ να καυ­χη­θώ εγώ δια τίπο­τε άλλο, παρά μόνον δια τον σταυ­ρι­κόν θάνα­τον του Κυρί­ου ημών Ιησού Χρι­στού, δια του οποί­ου έχει πλέ­ον σταυ­ρω­θή και νεκρω­θή ως προς εμέ ο κόσμος, όπως και εγώ, χάρις στον σταυ­ρόν του Κυρί­ου, έχω σταυ­ρω­θή και νεκρω­θή δια τον κόσμον. 15 Διό­τι εις την νέαν κατά­στα­σιν της σωτη­ρί­ας και της πνευ­μα­τι­κής ζωής, που προ­σφέ­ρει ο Χρι­στός, ούτε η περι­το­μή έχει καμ­μί­αν ισχύν ούτε η ακρο­βυ­στία, αλλ’ ισχύ­ει η νέα πνευ­μα­τι­κή δημιουρ­γία και ανα­γέν­νη­σις, που παρέ­χε­ται από τον Χρι­στόν. 16 Και όσοι θα ακο­λου­θή­σουν αυτόν τον κανό­να και θα πορευ­θούν σύμ­φω­να με την διδα­σκα­λί­αν του Χρι­στού, θα έχουν ειρή­νην και έλε­ος από τον Θεόν, όπως γενι­κώ­τε­ρα θα έχη ειρή­νην και έλε­ος ο νέος Ισρα­ήλ της χάρι­τος, ο χρι­στια­νι­κός λαός του Θεού. 17 Εις το εξής να μη με βάζη κανείς εις κόπους και ενο­χλή­σεις δια τα ζητή­μα­τα, που ανα­φέ­ρον­ται εις την περι­το­μήν και τας άλλας τυπι­κάς δια­τάξ­στου μωσαϊ­κού Νομου. Πει­σθή­τε εις αυτά που σας λέγω, διό­τι εγώ βαστά­ζω επά­νω στο σώμά μου τα σημά­δια των πλη­γών, που υπέ­στην δια τον Κυριον, και αυτά μαρ­τυ­ρούν την αγνήν πίστιν μου προς τον Χρι­στόν και την φιλα­λή­θειάν μου. 18 Αδελ­φοί, η χάρις του Κυρί­ου μας Ιησού Χρι­στού είθε να είναι πάν­το­τε με το πνεύ­μα σας και να σας ενι­σχύη συνε­χώς εις την πνευ­μα­τι­κήν σας ζωήν.

11 Δεί­τε με πόσο μεγά­λα γράμ­μα­τα σας έγρα­ψα με το ίδιο μου το χέρι. 12 Όσοι θέλουν να κάνουν καλή εντύ­πω­ση και να αρέ­σουν στους ανθρώ­πους για πράγ­μα­τα που ανα­φέ­ρον­ται στα σάρ­κα, αυτοί σας παρα­κι­νούν και σας παρα­σύ­ρουν να περι­τέ­μνε­σθε, μόνο και μόνο για να μην κατα­διώ­κον­ται απ’ τους Ιου­δαί­ους για το κήρυγ­μα που ανα­φέ­ρε­ται στο σταυ­ρό του Χρι­στού. 13 Γι’ αυτό και μόνο σας αναγ­κά­ζουν να περι­τέ­μνε­σθε. Κι αυτό απο­δει­κνύ­ε­ται από το ότι ούτε κι αυτοί που έχουν περι­τμη­θεί τηρούν τις τελε­τουρ­γι­κές δια­τά­ξεις του νόμου, τις καθάρ­σεις δηλα­δή και τις ζωο­θυ­σί­ες? αλλά θέλουν να περι­τέ­μνε­σθε εσείς για να καυ­χη­θούν αυτοί για τη δική σας σάρ­κα. Θέλουν δηλα­δή να καυ­χη­θούν ότι σας έπει­σαν να δεχθεί­τε την περι­το­μή. 14 Εγώ όμως δεν κινού­μαι από τέτοια αμαρ­τω­λά ελα­τή­ρια. Ποτέ να μη συμ­βεί εγώ να καυ­χη­θώ για τίπο­τε άλλο παρά μόνο για το ότι ο Ιησούς Χρι­στός για χάρη μου πήρε μορ­φή δού­λου και σταυ­ρώ­θη­κε για τη σωτη­ρία μου. Μόνο καύ­χη­μά μου είναι ο σταυ­ρι­κός θάνα­τος του Κυρί­ου. Και με την πίστη στο θάνα­τό του αυτόν έχει νεκρω­θεί κι έχει χάσει τη δύνα­μή του ο κόσμος για μένα. Αλλά κι εγώ έχω νεκρω­θεί για τον κόσμο. 15 Είμαι νεκρω­μέ­νος για τον κόσμο, και τίπο­τε απ’ αυτόν δεν με δελε­ά­ζει ούτε με φοβί­ζει. Διό­τι στην κοι­νω­νία και την ένω­ση με τον Χρι­στό ούτε η περι­το­μή έχει καμία αξία ούτε η ακρο­βυ­στία, αλλά ισχύ­ει νέα κτί­ση και δημιουρ­γία. Η και­νή αυτή κτί­ση είναι η ανα­γέν­νη­ση που δίνει ο Χρι­στός σε κάθε πιστό με τη δύνα­μη της απο­λυ­τρω­τι­κής του σταυ­ρι­κής θυσί­ας. 16 Και όσοι θ’ ακο­λου­θή­σουν τη διδα­σκα­λία αυτή για τη νέα κτί­ση και θα την έχουν ως μέτρο και υπό­δειγ­μα για να συμ­μορ­φώ­σουν τη ζωή τους μ’ αυτή, ας έχουν επά­νω τους την ειρή­νη και το έλε­ος? αλλά και γενι­κό­τε­ρα όλος ο νέος Ισρα­ήλ της χάρι­τος, ο νέος λαός που με την πίστη έγι­νε εκλε­κτός στο Θεό και αντι­κα­τέ­στη­σε τον παλαιό κατά σάρ­κα Ισρα­ήλ. 17 Στο εξής ας μη μου δημιουρ­γεί κανείς κόπους και ενο­χλή­σεις, ζητών­τας από μένα να απο­λο­γού­μαι για όσα κάνω. Διό­τι εγώ βαστά­ζω στο σώμα μου τα σημά­δια των πλη­γών που δέχθη­κα για τον Κύριο Ιησού. Και οι πλη­γές μου αυτές είναι η απο­λο­γία μου. 18 Σας εύχο­μαι, αδελ­φοί, η χάρις του Κυρί­ου μας Ιησού Χρι­στού να ενι­σχύ­ει και να ενδυ­να­μώ­νει τις πνευ­μα­τι­κές σας δυνά­μεις, ώστε να δια­τη­ρεί­τε πάν­το­τε τον αγια­σμό που σας έδω­σε το Άγιον Πνεύ­μα. Αμήν.

11 Kοι­τά­ξε­τε μὲ πόσο μεγά­λα γράμ­μα­τα σᾶς ἔγρα­ψα μὲ τὸ ἴδιο μου τὸ χέρι. 12 Ὅσοι θέλουν νὰ ἀρέ­σουν στοὺς ἀνθρώ­πους (Ὅσοι θέλουν νὰ φανοῦν σπου­δαῖ­οι) ἐπι­δει­κνύ­ον­τας κατόρ­θω­μα στὴ σάρ­κα, αὐτοὶ σᾶς ἀναγ­κά­ζουν νὰ περι­τέ­μνε­σθε, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ μὴ κατα­διώ­κων­ται ἐξ αἰτί­ας τοῦ σταυ­ροῦ τοῦ Xρι­στοῦ. 13 Διό­τι οὔτε αὐτοί, ποὺ ἔχουν περι­το­μή, τηροῦν τὸ νόμο, ἀλλὰ θέλουν νὰ περι­τέ­μνε­σθε σεῖς, γιὰ νὰ καυ­χη­θοῦν γιὰ τὴ δική σας σάρ­κα (διό­τι σᾶς ἔπει­σαν νὰ κάνε­τε σ’ αὐτὴ περι­το­μή). 14 Ἀλλὰ σὲ μένα μὴ γένοι­το νὰ καυ­χῶ­μαι, παρὰ γιὰ τὸ σταυ­ρὸ τοῦ Kυρί­ου μας Ἰησοῦ Xρι­στοῦ, διὰ τοῦ ὁποί­ου ὁ κόσμος ἔχει σταυ­ρω­θῆ (καὶ νεκρω­θῆ) ὡς πρὸς ἐμέ­να, καὶ ἐγὼ ἔχω σταυ­ρω­θῆ (καὶ νεκρω­θῆ) ὡς πρὸς τὸν κόσμο. 15 Στὴ Θρη­σκεία βεβαί­ως τοῦ Ἰησοῦ Xρι­στοῦ οὔτε ἡ περι­το­μὴ ἔχει κάποια ἰσχὺ οὔτε ἡ ἀκρο­βυ­στία (ἡ ἀπε­ρι­τμη­σία), ἀλλ’ ἡ νέα δημιουρ­γία (ἡ πνευ­μα­τι­κὴ ἀνα­γέν­νη­σι). 16 Kαὶ σ’ ὅσους θὰ συμ­μορ­φώ­νων­ται πρὸς αὐτὴ τὴν ἀρχή, εὐλο­γία καὶ ἔλε­ος νὰ εἶναι σ’ αὐτούς, καὶ γενι­κῶς στὸν Ἰσρα­ὴλ τοῦ Θεοῦ. 17 Στὸ ἑξῆς κανεὶς νὰ μὴ μὲ ἐνο­χλῇ, διό­τι ἐγὼ στὸ σῶμα μου φέρω τὰ σημά­δια τῶν πλη­γῶν χάριν τοῦ Kυρί­ου Ἰησοῦ (καὶ αὐτὰ ἀπο­δει­κνύ­ουν, ὅτι εἶμαι γνή­σιος ἀπό­στο­λος). 18 Ἡ χάρι τοῦ Kυρί­ου μας Ἰησοῦ Xρι­στοῦ νὰ εἶναι μὲ τὸ πνεῦ­μα σας, ἀδελ­φοί. Ἀμήν.

Ιερός Χρυ­σό­στο­μος (ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ)

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ

«῎Ιδε­τε πηλί­κοις ὑμῖν γράμ­μα­σιν ἔγρα­ψα τῇ ἐμῇ χει­ρί(:Δεί­τε με πόσο μεγά­λα γράμ­μα­τα σας έγρα­ψα με το ίδιο μου το χέρι)»[Γαλ.6,11].

Σκέ­ψου πόση οδύ­νη κατέ­χει τη μακά­ρια εκεί­νη ψυχή· διό­τι, όπως ακρι­βώς εκεί­νοι οι οποί­οι περι­πί­πτουν σε πέν­θος και αφού απώ­λε­σαν κάποιον από τους οικεί­ους τους ή υπο­μέ­νον­τας κάτι από τα απροσ­δό­κη­τα, ούτε τη νύκτα ησυ­χά­ζουν, ούτε την ημέ­ρα, επει­δή πολιορ­κεί την ψυχή τους το πέν­θος· έτσι και ο μακά­ριος Παύ­λος, αφού είπε λίγο για τα ήθη, πάλι επα­νέρ­χε­ται στα προ­η­γού­με­να, τα οποία περισ­σό­τε­ρο τάρασ­σαν την ψυχή του, λέγον­τας τα εξής λόγια: «Κοι­τάξ­τε με πόσο μεγά­λα γράμ­μα­τα σας έγρα­ψα».

Εδώ τίπο­τε άλλο δεν υπαι­νίσ­σε­ται, παρά το ότι αυτός ο ίδιος έγρα­ψε την επι­στο­λή ολό­κλη­ρη· πράγ­μα το οποίο ήταν σημείο από­λυ­της γνη­σιό­τη­τας· διό­τι σε μεν τις άλλες υπα­γό­ρευε αυτός και έγρα­φε άλλος· και τού­το είναι φανε­ρό από την προς Ρωμαί­ους επι­στο­λή· διό­τι προς το τέλος λέγει: «σπά­ζο­μαι μς γ Τέρ­τιος γρά­ψας τν πιστολν ν Κυρί(:Σας χαι­ρε­τώ εν Κυρίω εγώ ο Τέρ­τιος, που έγρα­ψα με την υπα­γό­ρευ­ση του Παύ­λου αυτήν την επι­στο­λή)»[Ρωμ.16,22]· εδώ όμως ο ίδιος ο Παύ­λος έγρα­ψε όλη την επι­στο­λή προς τους Γαλά­τες. Και έκα­νε αυτό εδώ και από ανάγ­κη, όχι μόνο από αγά­πη, αλλά και για να αναι­ρέ­σει κάθε πονη­ρή υπό­νοια· διό­τι, επει­δή δια­βαλ­λό­ταν για πράγ­μα­τα με τα οποία δεν είχε σχέ­ση, και λεγό­ταν ότι κηρύτ­τει την περι­το­μή και υπο­κρί­νε­ται ότι δεν την κηρύτ­τει, για τού­το αναγ­κά­στη­κε να γρά­ψει ιδιο­χεί­ρως την επι­στο­λή, δίνον­τας εκ των προ­τέ­ρων έγγρα­φη μαρ­τυ­ρία. Όσο για τη φρά­ση «με πόσο μεγά­λα» νομί­ζω ότι ανα­φέ­ρε­ται όχι στο μέγε­θος, αλλά στη δυσμορ­φία των γραμ­μά­των λέγον­τας ότι: «ενώ δεν γνω­ρί­ζω να γρά­φω πολύ καλά, αναγ­κά­στη­κα να γρά­ψω ο ίδιος, ώστε να φρά­ξω το στό­μα των συκο­φαν­τών».

«σοι θλου­σιν επρο­σωπσαι ν σαρκ, οτοι ναγκζου­σιν μς περιτμνε­σθαι, μνον να μ τ σταυρ το Χρι­στο δικων­ται. οδ γρ ο περι­τε­τμημνοι ατο νμον φυλσσου­σιν, λλ θλου­σιν μς περιτμνε­σθαι, να ν τ μετρ σαρκ καυχσων­ται (:Όσοι θέλουν να κάνουν καλή εντύ­πω­ση και να αρέ­σουν σε ανθρώ­πους για πράγ­μα­τα που ανα­φέ­ρον­ται στη σάρ­κα, αυτοί σας παρα­κι­νούν και σας παρα­σύ­ρουν να κάνε­τε περι­το­μή, μόνο και μόνο για να μην κατα­διώ­κον­ται από τους Ιου­δαί­ους, για το κήρυγ­μα που ανα­φέ­ρε­ται στον σταυ­ρό του Χρι­στού. Γι’ αυτό και μόνο σας αναγ­κά­ζουν να περι­τέ­μνε­στε. Και αυτό απο­δει­κνύ­ε­ται από το ότι ούτε και αυτοί που έχουν περι­τμη­θεί τηρούν τις τελε­τουρ­γι­κές δια­τά­ξεις του νόμου, τις καθάρ­σεις δηλα­δή και τις ζωο­θυ­σί­ες, αλλά θέλουν να περι­τέ­μνε­στε εσείς, για να καυ­χη­θούν αυτοί για τη δική σας σάρ­κα. Θέλουν δηλα­δή να καυ­χη­θούν ότι σας έπει­σαν να δεχθεί­τε την περι­το­μή)»[Γαλ. 6,12–13].

Εδώ δεί­χνει αυτούς ότι υπο­μέ­νουν αυτό, όχι με τη θέλη­σή τους, αλλά ότι αναγ­κά­ζον­ται, δίνον­τάς τους αφορ­μή να ανα­χω­ρή­σουν, και σχε­δόν απο­λο­γού­με­νος υπέρ αυτών και προ­τρέ­πον­τας να φύγουν ταχέ­ως. Και τι σημαί­νει ότι «θέλουν να φανούν ευά­ρε­στοι με εξω­τε­ρι­κά μέσα»; Σημαί­νει ότι θέλουν να δοξά­ζον­ται από τους ανθρώ­πους. Επει­δή δηλα­δή κατη­γο­ρούν­ταν από τους Ιου­δαί­ους ότι απο­στά­τη­σαν από τα πάτρια έθη, «για να μην κατη­γο­ρούν­ται για αυτά», λέγει, «θέλουν να σας κατα­στρέ­ψουν, απο­λο­γού­με­νοι στους Ιου­δαί­ους μέσω της δικής σας της σάρ­κας». Και αυτά τα έλε­γε, για να δεί­ξει ότι δεν έπρατ­ταν αυτά για τον Θεό. Σαν να έλε­γε ότι δεν είναι υπό­θε­ση ευσε­βεί­ας αυτό το οποίο γίνε­ται· για ανθρώ­πι­νη ματαιο­δο­ξία γίνον­ται όλα αυτά, χάριν αρε­σκεί­ας στους απί­στους- διό­τι οι πιστοί κατα­σφάτ­τον­ται και περι­τέ­μνουν τους εαυ­τούς τους- και προ­τι­μούν να προ­σβάλ­λουν τον Θεό για να αρέ­σουν στους ανθρώ­πους.

Ύστε­ρα, δεί­χνον­τας ότι και από αλλού είναι στε­ρη­μέ­νοι από κάθε συγνώ­μη, ελέγ­χει πάλι αυτούς, όχι μόνο για το ότι θέλουν να αρέ­σουν σε άλλους, αλλά και διό­τι παραγ­γέλ­λουν αυτό από δική τους κενο­δο­ξία. Για τον λόγο αυτόν και πρό­σθε­σε: « για να καυ­χη­θούν για τη συμ­μόρ­φω­σή σας σε έναν εξω­τε­ρι­κό τύπο», σαν να έχουν μαθη­τές και να είναι διδά­σκα­λοι. Και ποια η από­δει­ξη για αυτά; «Διό­τι ούτε αυτοί φυλάσ­σουν τον νόμο», λέγει. Αλλά και εάν τον φύλασ­σαν, και πάλι θα ήσαν άξιοι κατη­γο­ρί­ας· τώρα όμως και ο σκο­πός τους είναι διε­φθαρ­μέ­νος.

«μο δ μ γνοι­το καυχσθαι ε μ ν τ σταυρ το Κυρου μν ᾿Ιησο Χρι­στο(:Εγώ όμως δεν κινού­μαι από τέτοια αμαρ­τω­λά ελα­τή­ρια. Ποτέ να μη συμ­βεί εγώ να καυ­χη­θώ για τίπο­τε άλλο παρά μόνο για το ότι ο Ιησούς Χρι­στός για χάρη μου πήρε μορ­φή δού­λου και σταυ­ρώ­θη­κε για τη σωτη­ρία μου. Μόνο καύ­χη­μα μου είναι ο σταυ­ρι­κός θάνα­τος του Κυρί­ου μας Ιησού Χρι­στού)»[Γαλ.6,14]. Και βεβαί­ως το πράγ­μα φαί­νε­ται ότι είναι επο­νεί­δι­στο, αλλά για τους κοσμι­κούς και τους απί­στους· ενώ στους ουρα­νούς και στους πιστούς είναι δόξα, και μάλι­στα η μεγί­στη· διό­τι και η πτω­χεία είναι πράγ­μα επο­νεί­δι­στο, αλλά για εμάς είναι καύ­χη­μα. Και δεν είπε «εγώ δεν καυ­χώ­μαι» ή «εγώ δεν θέλω να καυ­χώ­μαι», αλλά «σε εμέ­να μη γένοι­το»· απευ­χή­θη­κε αυτό σαν κάτι άτο­πο, και ζήτη­σε τη συμ­μα­χία του Θεού για να το κατορ­θώ­σει αυτό.

Και τι είναι το καύ­χη­μα του σταυ­ρού; Ότι ο Χρι­στός έλα­βε τη μορ­φή δού­λου για εμέ­να, και έπα­θε όσα έπα­θε για εμέ­να τον δού­λο, τον εχθρό Του, τον αχά­ρι­στο· αλλά τόσο με αγά­πη­σε, ώστε και τον εαυ­τό Του να παρα­δώ­σει σε κατά­ρα. Είναι δυνα­τόν να γίνει τίπο­τε ισά­ξιο προς αυτό; Διό­τι εάν οι δού­λοι, όταν απλώς επαι­νούν­ται από τους κυρί­ους τους, και τού­το παρά το ότι ανή­κουν στο ίδιο γένος, στο ανθρώ­πι­νο, υψη­λο­φρο­νούν, πώς δεν πρέ­πει να καυ­χό­μα­στε, όταν ο Δεσπό­της, ο αλη­θι­νός Θεός, δεν ντρέ­πε­ται τον σταυ­ρό για χάρη μας; Ας μην ντρε­πό­μα­στε λοι­πόν ούτε εμείς την απε­ρί­γρα­πτη φρον­τί­δα Του. Αυτός δεν ντρά­πη­κε να σταυ­ρω­θεί για εσέ­να, και εσύ ντρέ­πε­σαι την άπει­ρο φρον­τί­δα Του; Όπως ακρι­βώς εάν κάποιος δεσμώ­της χωρίς να ντρέ­πε­ται τον βασι­λιά, όταν ήλθε στη φυλα­κή και τον ελευ­θέ­ρω­σε από τα δεσμά δια του εαυ­τού του, ντρέ­πε­ται αυτόν γι’ αυτό. Αλλά αυτά είναι εσχά­της παρα­φρο­σύ­νης· διό­τι για τού­το μάλι­στα πρέ­πει να καυ­χιό­μα­στε.

«Δι’ ο μο κσμος σταρωται κγ τ κσμ(:Και με την πίστη στον θάνα­τό Του αυτόν, έχει νεκρω­θεί και έχει χάσει τη δύνα­μή του ο κόσμος για μένα. Αλλά και εγώ έχω νεκρω­θεί για τον κόσμο)»[Γαλ. 6, 14]. «Κόσμο» ονο­μά­ζει τώρα, όχι τον ουρα­νό, ούτε τη γη, αλλά τα βιο­τι­κά πράγ­μα­τα, τον έπαι­νο των ανθρώ­πων, την ακο­λου­θία, τη δόξα, τον πλού­το, όλα αυτά τα οποία φαί­νον­ται λαμ­πρά. Αυτά λοι­πόν έχουν νεκρω­θεί για εμέ­να. Τέτοιος πρέ­πει να είναι ο Χρι­στια­νός, αυτά τα φωνα­χτά λόγια του Παύ­λου πάν­το­τε να φέρει παν­τού μέσα του. Δεν αρκέ­στη­κε λοι­πόν μόνο στον προ­η­γού­με­νο τρό­πο της νεκρώ­σε­ως, αλλά και άλλο πρό­σθε­σε λέγον­τας: «και εγώ για τον κόσμο», εννο­ών­τας ότι είναι διπλή η νέκρω­ση και λέγον­τας ότι και εκεί­να είναι για εμέ­να νεκρά, και εγώ για εκεί­να, και ούτε μπο­ρούν αυτά να με κυριεύ­σουν και να με υπο­δου­λώ­σουν· διό­τι είναι νεκρά άπαξ δια παν­τός· και διό­τι είμαι νεκρός και εγώ για αυτά. Τίπο­τε μακα­ριό­τε­ρο δεν υπάρ­χει από αυτήν τη νέκρω­ση· διό­τι αυτή είναι η βάση της μακα­ρί­ας ζωής.

«ν γρ Χριστ ᾿Ιησο οτε περι­τομ τι σχει οτε κρο­βυστα, λλ καιν κτσις· κα σοι τ καννι τοτ στοιχσου­σιν, ερνη π’ ατος κα λεος, κα π τν ᾿Ισραλ το Θεο(:Είμαι νεκρω­μέ­νος για τον κόσμο, και τίπο­τε από αυτόν δεν με δελε­ά­ζει ούτε με φοβί­ζει· διό­τι στην κοι­νω­νία και την ένω­ση με τον Χρι­στό ούτε η περι­το­μή έχει καμία αξία, ούτε η ακρο­βυ­στία, αλλά ισχύ­ει νέα κτί­ση και δημιουρ­γία. Η και­νή αυτή κτί­ση είναι η ανα­γέν­νη­ση που δίνει ο Χρι­στός σε κάθε πιστό με τη δύνα­μη της απο­λυ­τρω­τι­κής Του σταυ­ρι­κής θυσί­ας. Και όσοι θα ακο­λου­θή­σουν τη διδα­σκα­λία αυτή για τη νέα κτί­ση και θα την έχουν ως μέτρο και υπό­δειγ­μα για να συμ­μορ­φώ­σουν τη ζωή τους με αυτή, ας έχουν επά­νω τους την ειρή­νη και το έλε­ος· αλλά και γενι­κό­τε­ρα όλος ο νέος Ισρα­ήλ της χάρι­τος, ο νέος λαός που με την πίστη έγι­νε εκλε­κτός στον Θεό και αντι­κα­τέ­στη­σε τον παλαιό κατά σάρ­κα Ισρα­ήλ)»[Γαλ.6,15–16].

Είδες σε πόσο ύψος τον ανέ­βα­σε η δύνα­μη του Θεού; Διό­τι, όχι μόνο νέκρω­σε στον εαυ­τό του όλα τα πράγ­μα­τα του κόσμου, αλλά τον κατέ­στη­σε και από τον παλαιό τρό­πο ζωής πολύ ανώ­τε­ρο. Τι είναι ίσο προς αυτήν τη δύνα­μη; Διό­τι αυτόν ο οποί­ος ήταν πρό­θυ­μος και να σφα­γεί ακό­μη, και άλλους να σφά­ζει υπέρ αυτής της περι­το­μής, αυτόν έπει­σε ο σταυ­ρός, αφού θεω­ρή­σει ίση την ακρο­βυ­στία προς αυτήν, να επι­ζη­τεί πράγ­μα­τα ξένα και παρά­δο­ξα και τα υπε­ρά­νω των ουρα­νών ευρι­σκό­με­να. «Νέα δημιουρ­γία», λοι­πόν, ονο­μά­ζει τον δικό μας χρι­στια­νι­κό τρό­πο ζωής, και για όσα έχουν γίνει, και για όσα πρό­κει­ται να γίνουν· για τα όσα μεν έχουν γίνει, διό­τι η ψυχή μας, έχον­τας παλαιω­θεί από το γήρας της αμαρ­τί­ας, αμέ­σως ανα­νε­ώ­θη­κε δια του βαπτί­σμα­τος, σαν να δημιουρ­γή­θη­κε από την αρχή, γι’ αυτό νέο και ουρά­νιο τρό­πο ζωής επι­ζη­τού­με· για όσα επί­σης πρό­κει­ται να γίνουν, διό­τι και ο ουρα­νός και η γη και ολό­κλη­ρη η δημιουρ­γία, θα οδη­γη­θεί σε αφθαρ­σία μαζί με τα δικά μας σώμα­τα.

«Μη λοι­πόν μου ομι­λείς για περι­το­μή», λέγει, «η οποία τίπο­τε πλέ­ον δεν μπο­ρεί να επι­τύ­χει»· διό­τι πώς θα φανεί αυτή, όταν όλα τόσο έχουν μετα­βλη­θεί; Αλλά να επι­ζη­τείς τα νέα πράγ­μα­τα της χάρι­τος· διό­τι αυτοί οι οποί­οι επι­διώ­κουν αυτά, αυτοί θα απο­λαύ­σουν και ειρή­νη και φιλαν­θρω­πία, και αξί­ως θα ονο­μά­ζον­ται με το όνο­μα του Ισρα­ήλ· όπως βεβαί­ως εκεί­νοι οι οποί­οι φρο­νούν τα αντί­θε­τα, ακό­μη και αν κατά­γον­ται από εκεί­νο και φέρουν την ονο­μα­σία του, έχουν εκπέ­σει από όλα αυτά, και από τη συγ­γέ­νεια και από την επω­νυ­μία αυτή· διό­τι οι κυρί­ως Ισραη­λί­τες είναι αυτοί οι οποί­οι δύναν­ται να τηρούν αυτόν τον κανό­να, δηλα­δή να απέ­χουν από τα παλαιά και να επι­διώ­κουν τα της χάρι­τος.

«Το λοι­πο κπους μοι μηδες παρεχτω(:Στο εξής ας μη μου δημιουρ­γεί κανείς κόπους και ενο­χλή­σεις, ζητών­τας από εμέ­να να απο­λο­γού­μαι για όσα κάνω)»[Γαλ.6,17]. Εδώ όχι από κόπω­ση, ούτε από κακία τα λέγει αυτά· διό­τι αυτός ο οποί­ος είναι πρό­θυ­μος τα πάν­τα και να κάνει και να πάθει για τους μαθη­τές, πώς θα δια­λυό­ταν και θα έπε­φτε τώρα; Εκεί­νος ο οποί­ος λέγει: «πστη­θι εκαρως καρως(:Στά­σου επι­τη­ρη­τής και επί­μο­νος καθο­δη­γη­τής στους ακρο­α­τές σου όχι μόνο σε περι­στά­σεις κατάλ­λη­λες, αλλά και σε εκεί­νες που φαί­νον­ται ακα­τάλ­λη­λες)» [Β΄Τιμ.4,2] και «Μποτε δ ατος Θες μετνοιαν ες πγνω­σιν ληθεας, κα νανψωσιν κ τς το διαβλου παγδος(:Να παι­δα­γω­γεί και να συνε­τί­ζει με πρα­ό­τη­τα εκεί­νους που έχουν αντί­θε­τα φρο­νή­μα­τα. Ποιος ξέρει μήπως καμιά φορά τους δώσει ο Θεός μετά­νοια, και οδη­γη­θούν στην πλή­ρη και ορθή γνώ­ση της αλή­θειας και συνέλ­θουν από τη μέθη όπου τους έχει φέρει η παγί­δα της πλά­νης, στην οποία τους έπια­σε ο διά­βο­λος, και τους συλ­λά­βει τώρα ως αιχ­μα­λώ­τους ο δού­λος του Θεού, έτσι ώστε να εφαρ­μό­ζουν το θέλη­μα Εκεί­νου)»[Β΄Τιμ. 2, 25–26], για ποιο λόγο τα λέγει αυτά; Για να ανα­στεί­λει τη ράθυ­μη προ­αί­ρε­σή τους, και να τους εμβά­λει περισ­σό­τε­ρο φόβο και να τους στε­ρε­ώ­σει στους νόμους τους οποί­ους έθε­σε ο ίδιος και να μην επι­τρέ­ψει αυτούς συνε­χώς να τους ταράσ­σουν.

«γ γρ τ στγμα­τα το Κυρου ᾿Ιησο ν τ σματ μου βαστζω(:διό­τι εγώ βαστά­ζω στο σώμα μου τα σημά­δια των πλη­γών που δέχτη­κα για τον Κύριο Ιησού. Και οι πλη­γές μου αυτές είναι η απο­λο­γία μου)»[Γαλ.6,17]. Δεν είπε «έχω», αλλά «βαστά­ζω», όπως κανείς καυ­χιέ­ται για τρό­παια ή βασι­λι­κά σημά­δια· αν και φαί­νε­ται και αυτό πάλι ότι είναι εντρο­πή. Αλλά αυτός για τα τραύ­μα­τα καυ­χιέ­ται· και όπως οι σημαιο­φό­ροι από τους στρα­τιώ­τες, έτσι και αυτός αγάλ­λε­ται να φέρει τραύ­μα­τα. Για­τί όμως λέγει αυτό; «Λαμ­πρό­τε­ρο από κάθε λόγο, από κάθε φωνή απο­λο­γού­μαι μέσω αυτών», λέγει· διό­τι αυτά εκβάλ­λουν φωνή ισχυ­ρό­τε­ρη από τη φωνή της σάλ­πιγ­γας προς εκεί­νους οι οποί­οι αντι­λέ­γουν και λέγουν ότι «υπο­κρί­νο­μαι ως προς την πίστη και ότι λέγω κάτι για να αρέ­σω στους ανθρώ­πους»· διό­τι ούτε εάν κανείς έβλε­πε στρα­τιώ­τη να εξέρ­χε­ται της παρα­τά­ξε­ως ματω­μέ­νος και να έχει αμέ­τρη­τα τραύ­μα­τα θα ανε­χό­ταν να κατη­γο­ρεί αυτόν ως δει­λό και προ­δό­τη ενώ φέρει στο σώμα του την από­δει­ξη της ανδρα­γα­θί­ας.

«Και από εμέ­να λοι­πόν, αυτές τις απο­δεί­ξεις να έχε­τε», λέγει. «Και εάν κανείς θέλει να ακού­σει την απο­λο­γία μου και να μάθει τη γνώ­μη μου, ας βλέ­πει τα τραύ­μα­τα, τα οποία δίδουν μεγα­λύ­τε­ρη από­δει­ξη των όσων ειπώ­θη­καν και γρά­φτη­καν εδώ». Αρχί­ζον­τας την επι­στο­λή, από την άμε­ση μετα­στρο­φή του, έδει­ξε σαφώς την ανυ­πό­κρι­τη πρό­θε­σή του· τελειώ­νον­τας επί­σης την απέ­δει­ξε από τους κιν­δύ­νους που προ­ήλ­θαν από αυτή τη μετα­στρο­φή του από τον ιου­δαϊ­σμό στον Χρι­στια­νι­σμό· διό­τι, για να μη λέγει κανείς ότι μετα­στρά­φη­κε μεν από ορθή σκέ­ψη, αλλά δεν παρέ­μει­νε στην ίδια καλή προ­αί­ρε­ση, για το ότι και παρέ­μει­νε σε αυτήν, φέρει μάρ­τυ­ρες τους πει­ρα­σμούς, τους κιν­δύ­νους, τις πλη­γές.

Ύστε­ρα, αφού απο­λο­γή­θη­κε σαφώς για όλα, και αφού έδει­ξε ότι τίπο­τε δεν είπε από θυμό και μίσος, αλλά ότι έχει αμε­τα­κί­νη­τη την αγά­πη προς αυτούς, πάλι απο­δει­κνύ­ει αυτό, κλεί­νον­τας τον λόγο του με μια ευχή η οποία είναι πλή­ρης μυρί­ων αγα­θών και λέγον­τας: « χρις το Κυρου μν ᾿Ιησο Χρι­στο μετ το πνεματος μν, δελ­φο· μν(:Σας εύχο­μαι, αδελ­φοί, η χάρις του Κυρί­ου μας Ιησού Χρι­στού να ενι­σχύ­ει και να ενδυ­να­μώ­νει τις πνευ­μα­τι­κές σας δυνά­μεις, ώστε να δια­τη­ρεί­τε πάν­το­τε τον αγια­σμό που σας έδω­σε το Άγιο Πνεύ­μα)»[Γαλ.6,18]. Με τον τελευ­ταίο αυτόν λόγο επι­σφρά­γι­σε όλα τα μέχρι τώρα· διό­τι δεν είπε απλώς: «μαζί σας», όπως στις άλλες επι­στο­λές, αλλά: «με το πνεύ­μα σας», απο­μα­κρύ­νον­τάς τους από τα σαρ­κι­κά, και δεί­χνον­τας παν­τού την ευερ­γε­σία του Θεού, και υπεν­θυ­μί­ζον­τας τη χάρη την οποία από­λαυ­σαν, δια της οποί­ας ήταν ικα­νός να τους απο­μα­κρύ­νει από κάθε ιου­δαϊ­κή πλά­νη· διό­τι, αφού έλα­βαν το Πνεύ­μα, δεν βρί­σκον­ταν πλέ­ον στην πτω­χεία του νόμου, αλλά στη δικαί­ω­ση την προ­ερ­χό­με­νη από την πίστη· και το ότι δια­τη­ρή­θη­καν σε αυτήν, όχι από την περι­το­μή, αλλά από τη χάρη έγι­νε πάλι. Για τον λόγο αυτόν έκλει­σε την παραί­νε­ση με ευχή, και αφού προ­η­γου­μέ­νως τους θύμι­σε τη χάρη και το Πνεύ­μα, και συγ­χρό­νως τους είπε αδελ­φούς, και παρα­κά­λε­σε τον Θεό να απο­λαμ­βά­νουν αυτά στο διη­νε­κές και ασφά­λι­σε τους ανθρώ­πους με διπλό τρό­πο· διό­τι το ίδιο και ευχή και ολό­κλη­ρη διδα­σκα­λία ήταν των όσων ειπώ­θη­καν, η οποία έγι­νε γι΄αυτούς σαν διπλό τεί­χος· διό­τι και η διδα­σκα­λία, υπεν­θυ­μί­ζον­τας σε αυτούς όσα αγα­θά από­λαυ­σαν, περισ­σό­τε­ρο τους στε­ρέ­ω­νε τα δόγ­μα­τα της εκκλη­σί­ας· και η ευχή επι­κα­λού­με­νη τη χάρη και πεί­θον­τάς τους να παρα­μέ­νουν, δεν άφη­νε το πνεύ­μα τους να μετα­τε­θεί. Και εφό­σον Αυτό υπήρ­χε σε αυτούς, ολό­κλη­ρη η πλά­νη απο­διω­κό­ταν σαν σκό­νη.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επι­μέ­λεια κει­μέ­νου: Ελέ­νη Λιναρ­δά­κη, φιλό­λο­γος

ΠΗΓΕΣ:

  • https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-galatas-commentarius.pdf

  • Ιωάν­νου του Χρυ­σο­στό­μου Άπαν­τα τα έργα, Υπό­μνη­μα στην Προς Γαλά­τας επι­στο­λήν, ομι­λία Γ΄[επι­λεγ­μέ­να απο­σπά­σμα­τα], πατε­ρι­κές εκδό­σεις «Γρη­γό­ριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάν­τιον», Θεσ­σα­λο­νί­κη 1979, τόμος 20, σελί­δες 397–409.

  • Π. Τρεμ­πέ­λα, Η Και­νή Δια­θή­κη με σύν­το­μη ερμη­νεία (από­δο­ση στην κοι­νή νεο­ελ­λη­νι­κή), εκδό­σεις αδελ­φό­τη­τος θεο­λό­γων «Ο Σωτήρ», έκδο­ση τέταρ­τη, Αθή­να 2014.

  • Η Και­νή Δια­θή­κη, Κεί­με­νον και ερμη­νευ­τι­κή από­δο­σις υπό Ιωάν­νου Κολι­τσά­ρα, εκδό­σεις αδελ­φό­τη­τος θεο­λό­γων «Η Ζωή», έκδο­ση τρια­κο­στή τρί­τη, Αθή­να 2009.

  • Η Παλαιά Δια­θή­κη κατά τους εβδο­μή­κον­τα, Κεί­με­νον και σύν­το­μος από­δο­σις του νοή­μα­τος υπό Ιωάν­νου Κολι­τσά­ρα, εκδό­σεις αδελ­φό­τη­τος θεο­λό­γων «Η Ζωή», έκδο­ση τέταρ­τη, Αθή­να 2005.

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm

  • Liddell & Scott, Λεξι­κό της Αρχαί­ας Ελλη­νι­κής Γλώσσας(Επιτομή του Μεγά­λου Λεξι­κού, εκδ. Πελε­κά­νος 2007),

  • http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html

Αρχιμ. Αθα­νά­σιος Μυτι­λη­ναί­ος (Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, ΤΟ ΑΙΩΝΙΟΝ ΚΑΥΧΗΜΑ ΜΑΣ)

Απο­μα­γνη­το­φω­νη­μέ­νη ομι­λία μακα­ρι­στού γέρον­τος Αθα­να­σί­ου Μυτι­λη­ναί­ου με θέμα:

«Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, ΤΟ ΑΙΩΝΙΟΝ ΚΑΥΧΗΜΑ ΜΑΣ»

[εκφω­νή­θη­κε στην Ιερά Μονή Κομνη­νεί­ου Στο­μί­ου Λαρί­σης στις 10–9‑2000]

(Β΄έκδοσις)

(Β421)

Στις 14 Σεπτεμ­βρί­ου, αγα­πη­τοί μου, η Εκκλη­σία μας εορ­τά­ζει την παγ­κό­σμιον Ύψω­σιν του Τιμί­ου Σταυ­ρού. Αυτό σημαί­νει ότι μετά την εύρε­σή του από την βασι­λο­μή­το­ρα Αγί­αν Ελέ­νην, υψώ­θη από του άμβω­νος ο ευρε­θείς Τίμιος Σταυ­ρός, υπό του τότε Πατριάρ­χου Ιερο­σο­λύ­μων Μακα­ρί­ου, περί το 325.

Η Εκκλη­σία μας για να προσ­δώ­σει αίγλην και τιμήν, θεώ­ρη­σε την εορ­τήν του Τιμί­ου Σταυ­ρού ως έναν αντί­λα­λον της Μεγά­λης Τεσ­σα­ρα­κο­στής και της Μεγά­λης Παρα­σκευ­ής. Γι΄αυτό νηστεύ­ο­με την ημέ­ρα αυτή. Όλοι το γνω­ρί­ζο­με. Ακό­μη έθε­σε την εορ­τήν της Μετα­μορ­φώ­σε­ως 40 ημέ­ρες προ της Υψώ­σε­ως. Είναι 40 ημέ­ρες. Και δημιουρ­γεί έναν αντί­λα­λο της Μεγά­λης Τεσ­σα­ρα­κο­στής. Η Και­νή Δια­θή­κη γρά­φει ότι η Μετα­μόρ­φω­σις έγι­νε ολί­γον προ του Πάθους. Δηλα­δή λίγες ημέ­ρες προ της 15ης του μηνός Νισ­σάν, δηλα­δή στα μέσα περί­που του Φεβρουα­ρί­ου ή του Μαρ­τί­ου. Ακό­μη η Εκκλη­σία όρι­σε δυο Κυρια­κές, η μία προ και η άλλη μετά, με υμνο­λο­γι­κό και ευαγ­γε­λι­κό περιε­χό­με­νο σχε­τι­κό με τον Τίμιον Σταυ­ρόν. Έτσι οι δύο αυτές Κυρια­κές, εκ των οποί­ων η πρώ­τη είναι σήμε­ρα, στέ­κον­ται σαν στή­λες τιμής και συνο­δεί­ας της μεγά­λης εορ­τής.

Αν ερω­τή­σε­τε για­τί όλα αυτά, η απάν­τη­σις είναι ότι όλη η θεο­λο­γία της αγά­πης του Θεού για τον άνθρω­πο κορυ­φώ­νε­ται εις την σταυ­ρι­κή θυσία του Χρι­στού. Όπως το ακού­σα­με και εις την σημε­ρι­νή ευαγ­γε­λι­κή περι­κο­πή: «Οὕτω γὰρ ἠγά­πη­σεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον -τόσο πολύ αγά­πη­σε ο Θεός τον κόσμον ή τόσο αγά­πη­σε ο Θεός τον κόσμον-, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονο­γε­νῆ ἔδω­κεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύ­ων εἰς αὐτὸν -ώστε εκεί­νος ο οποί­ος πιστεύ­ει εις αυτόν- μὴ ἀπό­λη­ται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώ­νιον». Εκεί­νο το «οὕτω γὰρ ἠγά­πη­σεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον», αυτό το «οὕτω» είναι απρο­σμέ­τρη­τον.

Ακό­μη, το κέν­τρον του Ευαγ­γε­λί­ου είναι ο Σταυ­ρός του Χρι­στού. Είναι το κέν­τρον της πνευ­μα­τι­κής ζωής, ο Τίμιος Σταυ­ρός. Το κέν­τρον, το υπο­γραμ­μί­ζω και το ξανα­λέ­γω, της πνευ­μα­τι­κής ζωής. Εάν δεν βάλεις στη ζωή σου ως κέν­τρον τον Τίμιον Σταυ­ρόν, είναι αδύ­να­τον να κατα­νο­ή­σεις και πολύ περισ­σό­τε­ρο να βιώ­σεις την πνευ­μα­τι­κή ζωή. Αυτά που εμείς –επι­τρέ­ψα­τέ μου- όπως ζού­με πνευ­μα­τι­κή ζωή, επι­τρέ­ψα­τέ μου, πασα­λείμ­μα­τα είναι. Δεν απο­τε­λούν πραγ­μα­τι­κά την πνευ­μα­τι­κή ζωή. Για­τί απλού­στα­τα πολ­λές φορές απ’ όλα αυτά λεί­πει η έννοια του Σταυ­ρού. Αν αφαι­ρε­θεί ο Σταυ­ρός ή το περί Σταυ­ρού κήρυγ­μα, τότε δεν έχο­με σωτη­ρία. Γι΄αυτό γρά­φει ο Από­στο­λος Παύ­λος εις την Α΄ προς Κοριν­θί­ους επι­στο­λή του: « λόγος γρ το σταυ­ρο-λόγος θα πει κήρυγ­μα. Δηλα­δή το κήρυγ­μα του Σταυ­ρού-τος μν πολ­λυ­μέ­νοις μωρία στί -για εκεί­νους οι οποί­οι τελι­κά μένουν αμε­τα­νόη­τοι και οι οποί­οι βεβαί­ως θα χαθούν, δεν θα σωθούν, γι’ αυτούς ο Τίμιος Σταυ­ρός είναι μωρία: «Πώς είναι δυνα­τόν ένας Εναν­θρω­πή­σας Θεός να σταυ­ρώ­νε­ται;»· και μάλι­στα δια τους Εβραί­ους, λέγει, ότι είναι σκάν­δα­λον. Διό­τι αν είναι ο Γιαχ­βέ, δηλα­δή ο Κύριος, ο Κύριος της δόξης, ο Άγιος του Ισρα­ήλ, όπως τον είδε καθή­με­νον επί θρό­νου αιω­ρου­μέ­νου ο προ­φή­της Ησα­ΐ­ας, πώς είναι δυνα­τόν ποτέ να φθά­σει εις τον Σταυ­ρόν; Άρα δεν είναι. Αυτό είναι σκάν­δα­λο εις τους Εβραί­ους, που δεν τους αφή­νει να επι­στρέ­ψουν εις Χρι­στόν)· τος δ σζομέ­νοις μν δύνα­μις Θεο στι - αλλά για εκεί­νους οι οποί­οι πιστεύ­ουν, σώζον­ται, γι’ αυτούς είναι ο Τίμιος Σταυ­ρός, είναι δύνα­μις-». Και έκφρα­σις βεβαί­ως της αγά­πης του Θεού Πατρός, και του Υιού και του Αγί­ου Πνεύ­μα­τος, του Αγί­ου Τρια­δι­κού Θεού δηλα­δή.

Δια του Σταυ­ρού, αγα­πη­τοί μου, επα­νερ­χό­με­θα εις τον απω­λε­σθέν­τα Παρά­δει­σον· που είναι το σύμ­βο­λον της αρνή­σε­ως του κόσμου, για­τί ο κόσμος εσταύ­ρω­σε τον Χρι­στόν. Κι εμείς λοι­πόν, αν απο­δε­χό­με­θα τον Σταυ­ρόν, ουσια­στι­κά μένο­με στην άρνη­ση του κόσμου.

Είναι και το σύμ­βο­λον της ασκή­σε­ως ο Τίμιος Σταυ­ρός. Δεν λέει ο Από­στο­λος στους Φιλιπ­πη­σί­ους ότι μερι­κοί Χρι­στια­νοί, «ν Θες κοι­λία», «που η κοι­λιά τους», λέει, «είναι ο Θεός τους, δηλα­δή τι θα φάμε, τι θα πιού­με και πώς θα αφρο­δι­σιά­σου­με», και τους απο­κα­λεί αυτούς «χθρος το σταυ­ρο το Χρι­στο». Για­τί; Για­τί απλού­στα­τα απέρ­ρι­ψαν την άσκη­ση και συνε­πώς τον Τίμιον Σταυ­ρόν.

Ακό­μα, ο Τίμιος Σταυ­ρός του Χρι­στού είναι το δέν­δρον της ζωής. Ενθυ­μεί­στε ότι στον Παρά­δει­σον ο Θεός, λέγει, εφύ­τευ­σε δύο δέν­τρα. Ο Παρά­δει­σος, σας υπεν­θυ­μί­ζω, ήταν επά­νω εις την Γην. Η λέξις Παρά­δει­σος είναι περ­σι­κή και θα πει «μεγά­λος κήπος». Και ήτο μετα­ξύ των δύο ποτα­μών του Ευφρά­του και του Τίγρη­τος. Λοι­πόν, εφύ­τευ­σε, λέει, εκεί ο Θεός, δύο δέν­τρα. Το ένα δέν­δρον ήταν της γνώ­σε­ως του καλού και του κακού. Το άλλον δέν­δρον ήταν της ζωής. Και είπε εις τους πρω­το­πλά­στους: «Δεν θα δοκι­μά­σε­τε από το δέν­δρον της γνώ­σε­ως». Εκεί­νοι απα­τη­θέν­τες από τον διά­βο­λον, εδο­κί­μα­σαν, παρά την ειδο­ποί­η­ση του Θεού ότι «ν μέρ φάγε­σθε, θανάτ ποθα­νεσθε». Και τους εξε­δί­ω­ξε ο Θεός από τον Παρά­δει­σον. Ήταν μία περιο­χή αυτή. Όλο το υπό­λοι­πον του πλα­νή­του μας ελέ­γε­το Γη. Το τμή­μα αυτό ελέ­γε­το Παρά­δει­σος. Σύμ­βο­λον της Βασι­λεί­ας του Θεού. Σήμε­ρα εκεί πηγαί­νο­με. Είναι το σημε­ρι­νό Ιράκ, αν το θέλε­τε. Σύμ­βο­λον. Το ένα δέν­δρον, που εξα­πα­τή­θη­καν και έφα­γαν τον καρ­πόν, τους οδή­γη­σε εις τον θάνα­τον. Η αγά­πη του Θεού τούς εξε­δί­ω­ξε για να μην εγγί­σουν από το δέν­δρον της ζωής. Για­τί τότε το κακόν, όπως λένε οι Πατέ­ρες, θα εγί­νε­το αθά­να­τον. Έτσι επε­φύ­λα­ξε τον καρ­πόν του δέν­δρου της ζωής για αργό­τε­ρα.

Και ποιο είναι το δέν­δρον της ζωής; Είναι, αγα­πη­τοί μου, ο Ιησούς Χρι­στός. Ή, αν θέλε­τε, είναι ο Σταυ­ρός. Και όπως εκεί εκρέ­μον­το οι καρ­ποί του δέν­δρου της ζωής, έτσι εδώ κρε­μά­ται ο Χρι­στός. Εάν λοι­πόν τώρα φάμε τον καρ­πόν εκεί­νου του δέν­δρου και παίρ­νο­με εντο­λή, εάν δεν δοκι­μά­σο­με από τον καρ­πόν αυτόν του δέν­δρου της ζωής, αμαρ­τά­νο­με. Είναι το αντί­θε­το από ό,τι ήταν τότε. Δηλα­δή τι είναι ο καρ­πός; Το σώμα και το αίμα του Χρι­στού. Και με αυτό έχο­με την ζωήν, την αιώ­νιον ζωήν.

Είδα­τε λοι­πόν όλα αυτά πώς προ­τυ­πώ­θη­καν, πώς προ­πα­ρα­σκεύ­σαν τον άνθρω­πο αλλά και τον ερχο­μό του Υιού του Θεού με την Εναν­θρώ­πη­ση εις τον κόσμον αυτόν. Πρέ­πει λοι­πόν τώρα για να ζήσου­με, να φάμε τον καρ­πόν του δέν­δρου της ζωής· που ξανα­λέ­γω είναι ο Τίμιος Σταυ­ρός, επί του οποί­ου είναι ο Χρι­στός· το σώμα Του και το αίμα Του.

Μία τέτοια γνώ­σις περί του Τιμί­ου Σταυ­ρού, ό,τι είπα­με, μας απο­κα­λύ­πτει το μέγε­θος της αγά­πης του Θεού. Και είναι το κλει­δί της επα­νει­σό­δου μας εις την Βασι­λεί­αν του Θεού. Έτσι ξανα­γυ­ρί­ζο­με πίσω εις την Βασι­λεί­αν του Θεού. Αλλά η Βασι­λεία του Θεού είναι πολύ καλυ­τέ­ρα και πολύ ευτυ­χε­στέ­ρα απ΄ ό,τι ήτο ο αρχαί­ος Παρά­δει­σος. Δηλα­δή είναι το βασί­λειον της αθα­να­σί­ας και της αφθαρ­σί­ας· που λέει ο Από­στο­λος Παύ­λος στους Γαλά­τας το εξής: «μοὶ δὲ μὴ γένοι­το καυ­χᾶ­σθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυ­ρῷ τοῦ Κυρί­ου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χρι­στοῦ, δι’ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύ­ρω­ται κἀγὼ τῷ κόσμῳ». «Σε μένα», λέει, «μη γένοι­το να καυ­χη­θώ για οτι­δή­πο­τε. Η καύ­χη­σίς μου είναι ο Τίμιος Σταυ­ρός», λέγει ο Παύ­λος· «που επί του Σταυ­ρού απέ­θα­νε ο Ιησούς Χρι­στός, ο Κύριός μου», που λέει ο Παύ­λος. Δια του οποί­ου Σταυ­ρού, «ἐμοὶ κόσμος ἐσταύ­ρω­ται κἀγὼ τῷ κόσμῳ». «Για τον κόσμο; Έχω πεθά­νει. Δεν είμαι ζων­τα­νός για τον κόσμο». Εννο­εί­ται «κόσμος», το κοσμι­κόν φρό­νη­μα. Αυτό που κατα­κε­ραυ­νώ­νει στην προς Φιλιπ­πη­σί­ους, που σας είπα προ­η­γου­μέ­νως, «ν Θες κοι­λία» και δεν βαριέ­σαι και… Όχι. «Το φρό­νη­μα της σαρ­κός, το φρό­νη­μα του κόσμου, να σκέ­πτο­μαι δηλα­δή κοσμι­κά, αυτό, για μένα τον Παύ­λο, έχει πεθά­νει. Κι εγώ έχω πεθά­νει για τον κόσμο». Πολύ σπου­δαίο αυτό. Μας ανοί­γει τον δρό­μο να ζήσου­με κι εμείς ακρι­βώς το ίδιο. Ώστε το καύ­χη­μα του Παύ­λου και μάλι­στα το μονα­δι­κό καύ­χη­μα του Παύ­λου είναι ο Σταυ­ρός του Χρι­στού. Ο σταυ­ρω­μέ­νος Χρι­στός! Για­τί, ξέρε­τε, ντρε­πό­μα­στε πολ­λές φορές να πού­με ότι λατρεύ­ο­με έναν εσταυ­ρω­μέ­νον Θεόν.

Ο άγιος Κύριλ­λος Ιερο­σο­λύ­μων, στις Κατη­χή­σεις του, συγ­κε­κρι­μέ­να στην 13η Κατή­χη­σή του, ανα­φέ­ρε­ται εις τον Τίμιον Σταυ­ρόν. Μπο­ρού­με από εκεί να πάρο­με μία μικρή επι­λο­γή, τι λέγει δια τον Τίμιον Σταυ­ρόν. Προ­σέ­ξα­τε. Γρά­φει: «Καύ­χη­μα μὲν τῆς καθο­λι­κῆς ἐκκλη­σί­ας καὶ πᾶσα πρᾶ­ξις ησοῦ, καύ­χη­μα δὲ καυ­χη­μά­των ὁ σταυ­ρός- Κάθε πρά­ξη του Ιησού, για την Εκκλη­σία είναι καύ­χη­μα. Αλλά το καύ­χη­μα των καυ­χη­μά­των είναι ο σταυ­ρός». Και παρα­τη­ρεί ότι γι΄αυτό ο Παύ­λος, παρα­τη­ρεί ο άγιος Κύριλ­λος, έλε­γε ότι το καύ­χη­μά του ήταν ο σταυ­ρός. Και σημειώ­νει ακό­μα: «Καὶ μὴ θαυ­μά­σῃς εἰ (:εάν) κόσμος ὅλος ἐλυ­τρώ­θη. Οὐ γὰρ ἦν ἄνθρω­πος ψιλός, ἀλλὰ υἱὸς θεοῦ μονο­γε­νής, ὁ ὑπε­ρα­πο­θνή­σκων». «Και μην απο­ρή­σεις για­τί τού­το σου λέγω, εάν ελυ­τρώ­θη», λέει, «όλος ο κόσμος δια του Σταυ­ρού, για­τί απλού­στα­τα, Εκεί­νος που εσταυ­ρώ­θη, δεν ήτο ψιλός άνθρω­πος-το «ψι» με γιώ­τα, ξανα­λέ­γω-, δηλα­δή γυμνός, σκέ­τος άνθρω­πος. Αλλά τι ήταν; Ο Υιός του Θεού, που ενην­θρώ­πη­σε ο μονο­γε­νής, ‘’ὁ ὑπε­ρα­πο­θνή­σκων’’. Αυτός ο Οποί­ος πεθαί­νει για όλους».

Ακό­μη γρά­φει ο άγιος Κύριλ­λος: «Μὴ τοί­νυν ἐπαι­σχυ­νώ­με­θα τῷ σταυ­ρῷ τοῦ σωτῆ­ρος, ἀλλὰ μᾶλ­λον ἐγκαυ­χώ­με­θα». Δηλα­δή «μην ντρε­πό­μα­στε τον σταυ­ρόν του Χρι­στού· αλλά μάλ­λον να έχο­με καύ­χη­μα». Είδα­τε πώς τα πράγ­μα­τα αλλά­ζουν; Είδα­τε πώς ο διά­βο­λος κατά­φε­ρε να κάνο­με τον σταυ­ρό μας κρυ­φά, για να μη μας βλέ­πουν οι άλλοι και πουν ότι …χμ, ότι είμα­στε Χρι­στια­νοί. Μα, δεν βαφτί­στη­κες; Δεν είσαι Χρι­στια­νός; Για­τί κρύ­βεις την ιδιό­τη­τά σου αυτή; Κι όπως και πρό­σφα­τα σας το είπα και πολ­λές φορές σας το έχω πει, όταν περ­νούν από κάπου, μία Εκκλη­σία, κάνουν τον σταυ­ρό τους κάτω από το σακά­κι τους. Κλή­θη­κες, αγα­πη­τέ μου, σε ένα διπλω­μα­τι­κό τρα­πέ­ζι, που είναι…,ε, όποιοι είναι εκεί; ‑αυτοί, βέβαια, άλλοι πιστεύ­ουν, άλλοι δεν πιστεύουν‑, εσύ να κάνεις τον σταυ­ρό σου κι έτσι να αρχί­ζεις να τρως. Επή­γες στο εστια­τό­ριο; Ποιος κάνει τον σταυ­ρό του στο εστια­τό­ριο; Αλλά για­τί; Την ευερ­γε­σία τη δεχό­με­θα, δηλα­δή το φαγη­τό, την ομο­λο­γία την αρνού­με­θα. Αυτό δεν είναι ασυ­νε­πές, ανα­κό­λου­θον; Τι θα κάνο­με; Θα κάνο­με τον σταυ­ρό μας. Και θα πού­με και την ευχή. Το «Πάτερ μν» φερ’ ειπείν, αν πήγα­με μεση­μέ­ρι. Έτσι λέγει ο άγιος Κύριλ­λος, ότι πρέ­πει να μην ντρε­πό­με­θα τον Τίμιον Σταυ­ρόν, αλλά πρέ­πει δια του Τιμί­ου Σταυ­ρού να ομο­λο­γού­με τον Χρι­στόν. Και συνε­χί­ζει:

«μολο­γῶ τὸν σταυ­ρόν, ἐπει­δὴ οἶδα τὴν ἀνά­στα­σιν ‑λέγει ο άγιος Κύριλ­λος: «Ομο­λο­γώ τον Χρι­στόν, δεν ντρέ­πο­μαι. Για­τί; Για­τί ακο­λού­θη­σε η Ανά­στα­σις» Εἰ γὰρ σταυ­ρω­θεὶς ἀπέ­μει­νεν, οὐκ ἂν ἴσως ὡμο­λό­γη­σα, συνέ­κρυ­ψα γὰρ ἂν τάχα τῷ ἐμῷ διδα­σκά­λῳ -«Για­τί εάν δεν είχε ανα­στη­θεί, τότε πιθα­νώς να μην ομο­λο­γού­σα και να ντρε­πό­μου­να, για­τί ο Διδά­σκα­λος απέ­θα­νε επί του σταυ­ρού». Και θεω­ρή­θη­κε βέβαια αφού μάλι­στα σταυ­ρώ­θη­κε ανά­με­σα σε δύο ληστάς, ίσως ίσως και αρχι­λη­στής. Ποιος ξέρει πού, πώς; Αλλά αφού ακο­λού­θη­σε η Ανά­στα­σις, για­τί να κρύ­ψω την ομο­λο­γία ότι πιστεύω εις τον Κύριον Ιησούν τον Εσταυ­ρω­μέ­νον;-· ἀνα­στά­σε­ως δὲ τὸν σταυ­ρὸν δια­δε­ξα­μέ­νης οὐκ ἐπαι­σχύ­νο­μαι διη­γού­με­νος». «Αφού ακο­λού­θη­σε», λέει, η Ανά­στα­ση, «δεν ντρέ­πο­μαι να διη­γη­θώ την σταύ­ρω­σιν του Χρι­στού».

Συνε­χί­ζει ο άγιος Κύριλ­λος: «Ε τις πιστε τ δυνά­μει το σταυ­ρω­θέν­τος, ξετα­ζέ­τω τος δαί­μο­νας -Είναι ένα πολύ καλό επι­χεί­ρη­μα αυτό, έστω και έμμε­σο. «Όποιος», λέει, «απι­στεί εις την δύνα­μιν του Χρι­στού, να δει τι κάνουν απέ­ναν­τι στον Χρι­στό οι δαί­μο­νες». Ξανα­λέ­γω είναι έμμε­σος από­δει­ξις. Δεν θα ‘πρε­πε εκεί να στα­θού­με. Αλλά εν τοιαύ­τη περι­πτώ­σει, κατά παρα­χώ­ρη­σιν μπο­ρού­με κι εκεί να στα­θού­με-. Ε τις ο πιστεύ­ει τος λόγοις, πιστευέ­τω τος φαι­νο­μέ­νοις». «Όποιος δεν πιστεύ­ει στα λόγια», του Ευαγ­γε­λί­ου εννο­εί­ται, «να πιστεύ­σει στα φαι­νό­με­να». Τι δηλα­δή; Όπως είναι το φαι­νό­με­νο του Πνευ­μα­τι­σμού· που φυγα­δεύ­ον­ται οι δαί­μο­νες. Έχει συμ­βεί πολ­λές φορές. Μία κυρία, ένας κύριος, πάνε εις το μέν­τιουμ, στο πνευ­μα­τι­στι­κό τρα­πε­ζά­κι. Κι εκεί — πω πω πω, φοβε­ρό…- ας πού­με ότι είναι γυναί­κα αυτή η οποία είναι μέν­τιουμ. Μέν­τιουμ θα πει μέσον, μεσά­ζων. Σου λέει αμέ­σως: «Κυρία μου, βγάλ­τε τον σταυ­ρό που έχε­τε στον λαι­μό σας». Για­τί; Για­τί την πλη­ρο­φό­ρη­σαν οι δαί­μο­νες ότι δεν θα της απο­κα­λύ­ψουν τίπο­τα, εάν ο πελά­της της δεν βγά­λει τον σταυ­ρό. «Δεν είναι μία από­δει­ξις ότι εδώ οι δαί­μο­νες πτήσ­σου­σιν», λέει, «τρο­μά­ζουν, παίρ­νου­νε δρό­μο μπρο­στά εις τον Σταυ­ρόν του Χρι­στού;». Ακό­μη, όπως είναι τα μάγια, οι κακο­τε­χνί­ες του δια­βό­λου. Όλα αυτά δεί­χνουν, όταν πάμε τον Τίμιο Σταυ­ρό, κεραυ­νώ­νου­με τους δαί­μο­νες.

Όπως συνέ­βη κάπο­τε με εκεί­νον τον δαι­μο­νι­σμέ­νο ή τους δαι­μο­νι­σμέ­νους: «Τί μοί καί σοί, ησο υέ το Θεο». «Τι δια­φο­ρά υπάρ­χει ανά­με­σα σε μας ‑Ποιους; Τους δαί­μο­νες- και σε Σένα, που είσαι ο Υιός του Θεού;». Βλέ­πε­τε πώς τρο­μά­ζουν οι δαί­μο­νες; Όχι τότε στο Ευαγ­γέ­λιο που είναι γραμ­μέ­νο. Αλλά και τώρα σήμε­ρα όπως σας εξή­γη­σα. Να πας στη μάγισ­σα, θα σου πει να βγά­λεις τον σταυ­ρό σου ή ό,τι άλλο. Και συνε­χί­ζει: «Πολ­λο κατ τν οκου­μέ­νην σταυ­ρώ­θη­σαν ‑ο άγιος Κύριλ­λος συνε­χί­ζει-, «λλ’ οδένα πτήσ­σου­σιν ο δαί­μο­νες». «Πολ­λοί», λέει, «σταυ­ρώ­θη­καν στην οικου­μέ­νη, πολ­λοί». Ήταν εξάλ­λου ο ρωμαϊ­κός τρό­πος εκτε­λέ­σε­ως των κατα­δί­κων. Ρωμαϊ­κός. «Αλλά κανέ­ναν», λέει, «απ’ αυτούς δεν φοβή­θη­καν οι δαί­μο­νες». «Το δ πρ μν σταυ­ρω­θέν­τος Χρι­στο κα τ σημεον δόν­τες μόνον το σταυ­ρο πτήσ­σου­σιν ο δαί­μο­νες -Παίρ­νουν δρό­μο και φεύ­γου­νε. Μόνο τον σταυ­ρό να δουν· όχι και τον Χρι­στόν». Όλα αυτά τι είναι; Και συνε­χί­ζει: «παθεν ον ησος κατ λήθειαν πρ πάν­των νθρώ­πων- Πράγ­μα­τι, όταν λέει «κατ λήθειαν», σημαί­νει πράγ­μα­τι πέθα­νε επί του Σταυ­ρού. Δεν είναι φαι­νο­με­νι­κός ο θάνα­τος επί του Σταυ­ρού. Γι΄αυτό και το λέει ο Από­στο­λος Παύ­λος· λέγει ότι «πέθα­νεν πί Πον­τί­ου Πιλά­του», πραγ­μα­τι­κά, προ­σέξ­τε· κατά τας γρα­φάς». Αυτό το πήρα­με εμείς και το έχο­με στο Σύμ­βο­λο της Πίστε­ως. Όπως το λένε οι γρα­φές. Πέθα­νε πραγ­μα­τι­κά. «Ο γρ δόκη­σις σταυ­ρός –«Δεν ήταν», λέει, «κατά φαν­τα­σί­αν ο Σταυ­ρός»-, πε δόκη­σις κα λύτρω­σις -τότε θα ήταν κατά φαν­τα­σί­αν και η σωτη­ρία. Ο φαν­τα­σιώ­δης θάνα­τος- «Δεν ήταν κατά φαν­τα­σί­αν ο θάνα­τος»-, πε κα μυθώ­δης σωτη­ρία –«για­τί τότε θα ήταν και η σωτη­ρία μας ένας μύθος». Τ μν ον πάθος ληθές - Πράγ­μα­τι πέθα­νε ο Χρι­στός επί του Σταυ­ρού. Έτσι αλη­θεύ­ει και η Ανά­στα­σις-, ληθς γρ σταυ­ρώ­θη, κα οκ παι­σχυ­νό­με­θα -Πράγ­μα­τι πέθα­νε επί του Σταυ­ρού και δεν ντρε­πό­με­θα να το πού­με-. σταυ­ρώ­θη, κα οκ ρνού­με­θα, λλ μλλον καυχμαι λέγων. κν γρ ρνή­σω­μαι νν, λέγ­χει με οτος Γολ­γοθς, ο πλη­σί­ον νν πάν­τες πάρε­σμεν – «Αν αρνη­θώ, θα με ελέγ­ξει», λέει, «εδώ κον­τά μου που είναι ο Γολ­γο­θάς». Ξέρε­τε, ο άγιος Κύριλ­λος Ιερο­σο­λύ­μων, ήταν επί­σκο­πος Ιερο­σο­λύ­μων, αυτά τα γρά­φει γύρω στο 350 μ.Χ. και λέει: «Να, εδώ κον­τά μας είναι ο Γολ­γο­θάς». Φοβε­ρή παρά­δο­σις, ότι πέθα­νε ο Ιησούς επί του Σταυ­ρού κτλ. κτλ.- λέγ­χει με το σταυ­ρο τ ξύλον -το οποί­ον είχε βρε­θεί από την αγία Ελέ­νη, μόλις 25 χρό­νια πιο μπρο­στά. «Με ελέγ­χει», λέει, «το ξύλον του Σταυ­ρού» τ κατ μικρν ντεθεν πάσ τ οκου­μέν λοιπν δια­δο­θέν»· «που το κόψα­νε μικρά μικρά κομ­μα­τά­κια και το σκόρ­πι­σαν σε όλη την Οικου­μέ­νη». Σήμε­ρα, το μεγα­λύ­τε­ρον τεμά­χιον του Τιμί­ου Σταυ­ρού βρί­σκε­ται εις το Άγιον Όρος.

«Κα θέλεις γνναι σαφς, τι δόξα στ τ ησο σταυ­ρός;- Θέλεις να δεις με σαφή­νεια ότι ο Σταυ­ρός απο­τε­λεί δόξα του Ιησού;-. Ατο κουε λέγον­τος- Άκου­σε τι λέει ο Ίδιος- λήλυ­θεν ρα, να δοξα­σθ υἱὸς το νθρώ­που – «Ήλθε η ώρα για να δοξα­σθεί ο υιός του ανθρώ­που». Και το έλε­γε στους μαθη­τάς Του λίγο πριν σταυ­ρω­θεί-. Βλέ­πεις πς δόξαν οκεί­αν οδε τν σταυ­ρόν;». «Ανα­γνω­ρί­ζει ότι δόξα δική Του είναι ο σταυ­ρός. Αν Εκεί­νος λοι­πόν το θεω­ρεί δόξα, για­τί έκα­νε το θέλη­μα του Πατρός και δια του οποί­ου Σταυ­ρού σώζει τον κόσμον, εγώ για­τί θα ντρα­πώ;».

Αγα­πη­τοί, ο Από­στο­λος Παύ­λος γρά­φει: «Χρι­στῷ συνε­σταύ­ρω­μαι»· ότι «Έχω συσταυ­ρω­θεί με τον Χρι­στόν». Κι αν ο Σταυ­ρός είναι η δόξα του Ιησού, τότε και όποιος σταυ­ρού­ται με τον Ιησούν, συν­δο­ξά­ζε­ται. Όλοι οι άγιοι κρα­τού­σαν τον σταυ­ρό. Και όλοι δοξά­στη­καν. Δόξα μας λοι­πόν είναι ο σταυ­ρός του Χρι­στού.

Σήμε­ρα, όπως σας είπα, πολ­λοί δυστυ­χώς, αρνούν­ται τον σταυ­ρόν, για­τί αρνούν­ται τον Χρι­στόν. Έτσι η ομο­λο­γία μας και το καύ­χη­μά μας για τον Σταυ­ρό του Χρι­στού, μας βάζει χρο­νι­κά στην επο­χή του Παύ­λου και των πρω­το­μαρ­τύ­ρων. Έκφρα­σις αυτής της δόξης και της καυ­χή­σε­ως είναι το σημεί­ον του σταυ­ρού σωστά. Κάποιος προ­η­γου­μέ­νως ήρθε εδώ και κοι­νώ­νη­σε, ένας κύριος, καρι­κα­τού­ρα σταυ­ρού… Αγα­πη­τοί μου, σωστά θα κάνο­με τον σταυ­ρό μας, σωστά. Ακού­σα­τε; Σωστά. Έγι­νε καρι­κα­τού­ρα. Και γίνε­ται έτσι, πάν­τα κάπου να περι­κρύ­ψου­με ότι εκά­να­με τον σταυ­ρό μας. Έτσι λοι­πόν θα κάνου­με το σημεί­ον του σταυ­ρού ἐν παν­τί τόπῳ και χρό­νῳ, μπρο­στά στα μάτια και των πιστών και των απί­στων.

Έτσι, ας κλεί­σο­με με τα σημε­ρι­νά απο­στο­λι­κά λόγια, που είπε ο Παύ­λος δηλα­δή: «μοὶ δὲ μὴ γένοι­το καυ­χᾶ­σθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυ­ρῷ τοῦ Κυρί­ου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χρι­στοῦ - Σε τίπο­τα, μη γένοι­το, σε τίπο­τα δεν θα καυ­χη­θώ, παρά μόνον εις τον σταυ­ρόν του Χρι­στού-, δι’ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύ­ρω­ται κἀγὼ τῷ κόσμῳ -δια του οποί­ου σε μένα ο κόσμος σταυ­ρώ­θη­κε και εγώ για τον κόσμο». Αμήν.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

και με απρο­σμέ­τρη­τη ευγνω­μο­σύ­νη στον πνευ­μα­τι­κό μας καθο­δη­γη­τή  μακα­ρι­στό γέρον­τα Αθα­νά­σιο Μυτι­λη­ναίο,

μετα­φο­ρά της απο­μα­γνη­το­φω­νη­μέ­νης ομι­λί­ας σε ηλε­κτρο­νι­κό κεί­με­νο και επι­μέ­λεια: Ελέ­νη Λιναρ­δά­κη, φιλό­λο­γος

ΠΗΓΕΣ:

  • Απο­μα­γνη­το­φώ­νη­ση ομι­λί­ας δια χει­ρός του αξιο­τί­μου κ. Αθα­να­σί­ου Κ.

  • http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_848.mp3

Αυγου­στί­νος Καν­τιώ­της (Από το βιβλίο “ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ”)

Ο σταυ­ρός νικᾷ τὸν κόσμο

«Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοι­το καυ­χᾶ­σθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυ­ρῷ τοῦ Κυρί­ου ἡμῶν Ἰησοῦ Χρι­στοῦ» (Γαλ. 6,14)

ΕΑΝ, ἀγα­πη­τοί μου, ὑπάρ­χῃ κάτι, γιὰ τὸ ὁποῖο ἕνας χρι­στια­νὸς πρέ­πει νὰ χαί­ρε­ται, νὰ εὐφραί­νε­ται καὶ νὰ καυ­χᾶ­ται ἀκό­μη, αὐτὸ εἶνε ὁ σταυ­ρός· ὁ σταυ­ρός, ποὺ σὲ λίγες μέρες θὰ μᾶς καλέ­σῃ ἡ Ἐκκλη­σία νὰ τὸν γιορ­τά­σου­με.

Αλλ’ ὅταν λέμε σταυ­ρὸς δὲν ἐννο­οῦ­με ἁπλῶς τὸ ξύλο, ἀπ’ τὸ ὁποῖο εἶνε κατα­σκευα­σμέ­νος. Ἐννο­οῦ­με τὸν Ἐσταυ­ρω­μέ­νο, τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χρι­στόν, ὁ ὁποῖ­ος ὑπέ­φε­ρε το φρι­κτό μαρ­τύ­ριο τῆς σταυ­ρώ­σε­ως, καὶ μὲ τὴ θυσία αὐτὴ ποὺ προ­σέ­φε­ρε πάνω στὸ ξύλο τοῦ σταυ­ροῦ ἐλυ­τρώ­θη τὸ ἀνθρώ­πι­νο γένος ἀπὸ τὴν ἁμαρ­τία. Κάθε στα­λαγ­μα­τιὰ τοῦ αἵμα­τος ποὺ χύθη­κε ἀπὸ τὶς πλη­γὲς τοῦ Ἐσταυ­ρω­μέ­νου, ἀπὸ τὰ τρυ­πη­μέ­να χέρια καὶ πόδια καὶ τὴν πλευ­ρά του, κάθε στα­λα γμα­τιὰ τοῦ αἵμα­τος τοῦ Χρι­στοῦ ἔγι­νε ἕνας ποτα­μὸς τί λέω;, ἔγι­νε μιὰ θάλασ­σα, ἕνας ὠκε­α­νός, μέσα στὸν ὁποῖο πλέ­νον­ται καὶ καθα­ρί­ζον­ται τὰ ἑκα­τομ­μύ­ρια τῶν ἁμαρ­τω­λῶν ἀνθρώ­πων.

* * *

Ο σταυ­ρός! Χωρὶς τὸ αἷμα τοῦ Χρι­στοῦ κανέ­νας μὰ κανέ­νας ἄνθρω­πος, ὅσο καλὸς καὶ ἅγιος κι ἂν φαί­νε­ται, δὲν μπο­ρεῖ νὰ σωθῇ. Σώζε­ται, καθα­ρί­ζε­ται, λυτρώ­νε­ται μόνο ὁ ἄνθρω­πος ποὺ πιστεύ­ει στὸν ἐσταυ­ρω­μέ­νο Λυτρω­τὴ τοῦ κόσμου. Ἡ δύνα­μις, ποὺ πηγά­ζει ἀπὸ τὴ σταυ­ρι­κὴ θυσία τοῦ Χρι­στοῦ, ξεπερ­νά­ει κάθε ἄλλη δύνα­μι. Εἶνε μιὰ δύνα­μις μυστι­κὴ καὶ ἀόρα­τη. Αὐτὴ ἡ δύνα­μις τοῦ σταυ­ροῦ ἄγγι­ξε τὴν ψυχὴ τοῦ λῃστοῦ καὶ τὸν ἔκα­νε νὰ πῇ τὸ «Μνή­σθη­τί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασι­λείᾳ σου» (Λουκ. 23,42). Αὐτὴ ἡ δύνα­μις ἔκα­νε τὸν ἑκα­τόν­ταρ­χο νὰ γονα­τί­σῃ μπρο­στὰ στὸν Ἐσταυ­ρω­μέ­νο καὶ νὰ πῇ ̇ «Αλη­θῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» (Ματθ. 27,54). Αὐτὴ ἡ δύνα­μις ἄγγι­ξε καὶ τὴν ψυχὴ ἑνὸς φανα­τι­κοῦ ἐχθροῦ τοῦ Ἐσταυ­ρω­μέ­νου καὶ τὸν ἔκα­νε τὸν πιὸ θερ­μὸ κήρυ­κα τοῦ εὐαγ­γε­λί­ου· κι αὐτὸς εἶνε ὁ ἀπό­στο­λος Παῦ­λος. Γεμᾶ­τος τώρα εὐγνω­μο­σύ­νη ὁ Παῦ­λος πέφτει καὶ προ­σκυ­νᾷ τὸ σταυ­ρὸ τοῦ Κυρί­ου καὶ λέει λόγια, ποὺ μαζὶ μὲ τὰ λόγια ποὺ εἶπαν ὁ λῃστὴς καὶ ὁ ἑκα­τόν­ταρ­χος ἀπο­τε­λοῦν αἰώ­νιο ὕμνο τοῦ Ἐσταυ­ρω­μέ­νου. Λέει ὁ Παῦ­λος ̇ «Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοι­το καυ­χᾶ­σθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυ­ρῷ τοῦ Κυρί­ου ἡμῶν Ἰησοῦ Χρι­στοῦ, δι’ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύ­ρω­ται κἀγὼ τῷ κόσμῳ» (Γαλ. 6, 14). Δηλα­δή Ἄλλοι ἂς καυ­χῶν­ται γιὰ ὅ,τι θέλουν δικαί­ω­μά τους. Ἐγώ ὅμως γιὰ ἕνα καὶ μόνο καυ­χιέ­μαι, γιὰ τὸ σταυ­ρὸ τοῦ Κυρί­ου. Ο σταυ­ρός τοῦ Κυρί­ου μὲ ἔσω­σε. Αὐτὸς μοῦ ἔδω­σε δύνα­μι νὰ νική­σω τὸ κακὸ ποὺ ὑπάρ­χει στον κόσμο. Τὸ κακὸ δὲν μπο­ρεῖ πιὰ νὰ μὲ νική­σῃ. Ἐγὼ εἶμαι νεκρὸς ὡς πρὸς τὸν κόσμο καὶ ὁ κόσμος εἶνε νεκρὸς ὡς πρὸς ἐμέ­να.

* * *

Ἀλλὰ ποιός εἶνε ὁ κόσμος, γιὰ τὸν ὁποῖο μιλά­ει ὁ Παῦ­λος; Στὴν ἁγία Γρα­φὴ ἡ λέξι κόσμος ἔχει καὶ καλὴ καὶ κακὴ σημα­σία. Κόσμος μὲ τὴν καλή σημα­σία εἶνε ὅσα δημιούρ­γη­σε ὁ καλὸς Θεός. Εἶνε ἡ γῆ, ἡ θάλασ­σα, τὰ δέν­τρα, τὰ βου­νά, ὁ ἥλιος, τὸ φεγ­γά­ρι, τὰ ἄστρα. Εἶνε τὰ ψάρια, τὰ που­λιά, τὰ ζῷα. Εἶνε ὁ ἄνθρω­πος. Εἶνε ὅλη ἡ θεία δημιουρ­γία. Καὶ κόσμος μὲ τὴν κακὴ σημα­σία εἶνε οἱ ἄνθρω­ποι ̇ ὄχι ὅλοι οἱ ἄνθρω­ποι, ἀλλὰ ἐκεῖ­νοι ποὺ δὲν πιστεύ­ουν στο Θεό, παρα­βαί­νουν τὶς ἐντο­λές του, βρί­ζουν καὶ βλα­στη­μοῦν καὶ δὲν αἰσθά­νον­ται καμ­μιά τύψι γιὰ τὸ κακὸ ποὺ κάνουν, ἀλλὰ καὶ προ­σπα­θοῦν μὲ διά­φο­ρα μέσα νὰ παρα­σύ­ρουν καὶ ἄλλους στὴν ἀπι­στία καὶ στὴ δια­φθο­ρά. Αὐτὸς εἶνε ὁ κόσμος μὲ τὴν κακὴ σημα­σία. Αρχον­τας δέ, ποὺ ἐξου­σιά­ζει ὅλο αὐτὸ τὸν κόσμο, εἶνε ὁ σατα­νᾶς. Γι’ αὐτὸ κι ὁ σατα­νᾶς ὀνο­μά­ζε­ται «κοσμο­κρά­τωρ» (Εφ. 6,12).

Ὁ κόσμος μὲ τὴν κακή του σημα­σία ἀπο­τε­λεῖ ἕνα τερά­στιο ῥεῦ­μα ἀπι­στί­ας καὶ δια­φθο­ρᾶς. Εἶνε ἕνας μεγά­λος καὶ τρο­με­ρὸς ἐχθρὸς τῆς σωτη­ρί­ας τοῦ ἀνθρώ­που.

Ὁ κόσμος αὐτὸς μισεῖ τοὺς πραγ­μα­τι­κοὺς χρι­στια­νοὺς καὶ προ­σπα­θεῖ νὰ τοὺς παρα­σύ­ρῃ μὲ τὸ μέρος του, νὰ τοὺς κάνῃ δικούς του, νὰ σκέ­πτων­ται, νὰ αἰσθά­νων­ται καὶ νὰ κάνουν ὄχι ὅ,τι θέλει ὁ Χρι­στός, ἀλλ’ ὅ,τι θέλει ὁ κόσμος. Τὰ δὲ ὅπλα, ποὺ χρη­σι­μο­ποιεῖ ὁ κόσμος ἐναν­τί­ον τῶν χρι­στια­νῶν, εἶνε δυό· τὰ θέλ­γη­τρα καὶ τὰ φόβη­τρα.

Ποιά εἶνε τὰ θέλ­γη­τρα; Εἶνε τὰ εὐχά­ρι­στα ἐκεῖ­να πράγ­μα­τα ποὺ προ­σφέ­ρει ὁ κόσμος. Εἶνε τὰ χρή­μα­τα, ποὺ χωρὶς κόπο καὶ ἱδρῶ­τα εἶνε ἕτοι­μος νὰ δώσῃ ἄφθο­να σ’ ἐκεί­νους ποὺ τὸν ἀκοῦ­νε. Εἶνε τὰ φαγο­πό­τια, τὰ μεθύ­σια, οἱ ἀσω­τί­ες, οἱ αἰσχροί ἔρω­τες. Εἶνε οἱ θέσεις καὶ τ’ ἀξιώ­μα­τα, ποὺ εἶνε ἕτοι­μος ὁ κόσμος νὰ προ­σφέ­ρῃ στοὺς ἀνθρώ­πους, ἀρκεῖ νὰ πέσουν νὰ τὸν προ­σκυ­νή­σουν. Αὐτὰ καὶ ἄλλα ἀκό­μη εἶνε τὰ εὐχά­ρι­στα ποὺ προ­σφέ­ρει ὁ κόσμος. Εἶνε τὰ θέλ­γη­τρά του. Τὰ δὲ φόβη­τρά του ποιά εἶνε; Εἶνε οἱ εἰρω­νεῖ­ες, οἱ βρι­σιές, οἱ δια­βο­λές, οἱ συκο­φαν­τί­ες, οἱ ἀπει­λὲς κατὰ τῶν χρι­στια­νῶν ποὺ θέλουν νὰ ζοῦν τὴ χρι­στια­νι­κὴ ζωή.

Ἐναν­τί­ον αὐτῶν ἐξε­γεί­ρε­ται ὁ κόσμος. Φόβη­τρα ἀκό­μα εἶνε οἱ παραγ­κω­νι­σμοί, οἱ ἀδι­κί­ες, οἱ ἀπο­λύ­σεις, οἱ κατα­διώ­ξεις, οἱ φυλα­κές, οἱ ἐξο­ρί­ες, καὶ τέλος ὁ μαρ­τυ­ρι­κός, ὁ σκλη­ρὸς θάνα­τος. Αὐτὰ εἶνε τὰ δυσά­ρε­στα, μὲ τὰ ὁποῖα ἀπει­λεῖ ὁ κόσμος. Αὐτὰ εἶνε τὰ φόβη­τρά του.

Ἄχ, πόση δύνα­μι ἔχει ὁ κόσμος! Ἄλλοι ἀπ’ τοὺς ἀνθρώ­πους νικιῶν­ται ἀπὸ τὰ θέλ­γη­τρα τοῦ κόσμου και πιά­νον­ται στὶς παγί­δες τοῦ σατα­νᾶ καὶ χάνουν τὴν ἠθι­κὴ καὶ τὴν πίστι καὶ γίνον­ται ἄνθρω­ποι κοσμι­κοί, ἕνα μὲ τὸν ἁμαρ­τω­λὸ κόσμο. Ἄλλοι πάλι νικιῶν­ται ἀπὸ τὰ φόβη­τρα που χρη­σι­μο­ποιεῖ ὁ κόσμος ἐναν­τί­ον τῶν χρι­στια­νῶν. Οἱ ἄνθρω­ποι αὐτοὶ φοβοῦν­ται καὶ τρέ­μουν τον κόσμο. Θέλουν νὰ ἐκκλη­σια­σθοῦν, νὰ ἐξο­μο­λο­γη­θοῦν, νὰ κοι­νω­νή­σουν, θέλουν νὰ ἐκτε­λέ­σουν τὰ θρη­σκευ­τι­κά τους καθή­κον­τα, ἀλλὰ δὲν τὰ ἐκτε­λοῦν. Τρέ­μουν τί θὰ πῇ ὁ κόσμος. Σε τέτοιο σημεῖο δει­λί­ας ἔχουν καταν­τή­σει, ὥστε δὲν τολ­μοῦν νὰ κάνουν τὸ σημεῖο τοῦ σταυ­ροῦ, γιὰ νὰ μὴν τοὺς κοροϊ­δέ­ψουν οἱ μοντέρ­νοι ἄνθρω­ποι. Ἀλλὰ δόξα τῷ Θεῷ, δόξα στὸν Ἐσταυ­ρω­μέ­νο!— ὑπάρ­χουν καὶ χρι­στια­νοί, ποὺ οὔτε τὰ θέλ­γη­τρα οὔτε τὰ φόβη­τρα τοῦ κόσμου τοὺς νικοῦν. Αὐτοὶ εἶνε οἱ ἐσταυ­ρω­μέ­νοι ἥρω­ες τοῦ χρι­στια­νι­σμοῦ. Αὐτοὶ εἶνε νεκροὶ ὡς πρὸς τὰ θέλ­γη­τρα καὶ τὰ φόβη­τρα τοῦ κόσμου, ἀλλὰ πραγ­μα­τι­κὰ ζων­τα­νοί, ποὺ ἔχουν μέσ’ στὴν καρ­διά τους τὸ Χρι­στό, καὶ ὁ Χρι­στὸς τοὺς δίνει τὴ δύνα­μι νὰ νικοῦν καὶ νὰ θριαμ­βεύ­ουν στον κόσμο.

Αγα­πη­τοί μου! Μέσα στοὺς ἥρω­ες, στοὺς νικη­τὰς τοῦ κόσμου, δια­κρί­νε­ται ὁ ἀπό­στο­λος Παῦ­λος. Αὐτὸς νίκη­σε τὸν κόσμο καὶ κανέ­να θέλ­γη­τρο καὶ κανέ­να φόβη­τρο δεν μπό­ρε­σε νὰ τὸν ἐπη­ρε­ά­σῃ, καὶ γι’ αὐτὸ δικαί­ως ἀκού­γε­ται νὰ λέῃ «Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοι­το καυ­χᾶ­σθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυ­ρῷ τοῦ Κυρί­ου ἡμῶν Ἰησοῦ Χρι­στοῦ» (ἔ.ά.). Ἀλλ’ ἐμεῖς; Ὤ ἐμεῖς, ποὺ μᾶς νικοῦν οἱ κακί­ες καὶ τὰ πάθη! Δὲν μπο­ροῦ­με νὰ ποῦ­με τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Παύ­λου. Ἂς μετα­νο­ή­σου­με λοι­πόν. Ας ζητή­σου­με τὸ ἔλε­ος τοῦ Ἐσταυ­ρω­μέ­νου, κι ἂς πάρου­με ἀπό­φα­σι νὰ ζήσου­με κατὰ τὸ ἅγιο θέλη­μά του μέχρι θανά­του.

Διαβάστε επίσης και τα εξής:

elGreek