ΔΡΑΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΔΟΤΟ ΘΑΝΑΤΟΥ

12 - 18 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2025

by admin

π. Δημη­τρί­ου Μπό­κου

Μὲ τὴ Βάπτι­ση τοῦ Χρι­στοῦ ὁ ρόλος τοῦ Προ­δρό­μου βαδί­ζει σιγὰ-σιγὰ πρὸς τὸ τέλος. Εἶδε νὰ ἐκπλη­ρώ­νε­ται τὸ σημά­δι ποὺ τοῦ ἔδω­σε ὁ Θεός: Σὲ ὅποιον δεῖς νὰ κατε­βαί­νει τὸ Ἅγιο Πνεῦ­μα καὶ νὰ μένει γιὰ πάν­τα πάνω του, αὐτὸς εἶναι ποὺ θὰ βαπτί­ζει ὄχι ἁπλῶς μὲ νερό, ἀλλὰ μὲ Πνεῦ­μα Ἅγιο, μετα­δί­δον­τας ἄφε­ση ἁμαρ­τιῶν καὶ ὅλα τὰ χαρί­σμα­τα τοῦ Ἁγί­ου Πνεύ­μα­τος. Κατό­πιν τού­του ὁ Ἰωάν­νης ἔδω­σε μὲ ἀπό­λυ­τη βεβαιό­τη­τα τὴ μαρ­τυ­ρία του, «ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ», ὁ ἐρχό­με­νος ἐκλε­κτός του, ὁ ἀνα­με­νό­με­νος Μεσ­σί­ας (Ἰω. 1, 33–34).

Τόνι­σε μάλι­στα ὅτι στὸ ἑξῆς «ἐκεῖ­νον δεῖ αὐξά­νειν, ἐμὲ δὲ ἐλατ­τοῦ­σθαι» (Ἰω. 3, 30). Ἡ ἐπιρ­ροή, ἡ ἀπή­χη­ση, ἡ δόξα τοῦ Χρι­στοῦ πρέ­πει νὰ αὐξά­νον­ται. Ὁ ρόλος τοῦ Προ­δρό­μου εἶχε πλέ­ον ἐπι­τευ­χθεῖ. Δὲν θὰ συνε­χί­σει ἄλλο τὴ δρά­ση του, ἀντα­γω­νι­στι­κὰ πρὸς τὸν Χρι­στό. Ἀντι­θέ­τως, θὰ προ­πο­ρευ­τεῖ τοῦ Χρι­στοῦ καὶ στὸν Ἅδη, γιὰ νὰ φέρει καὶ στοὺς κεκοι­μη­μέ­νους τὸ μήνυ­μα τῆς ἐπι­κεί­με­νης καθό­δου τοῦ Χρι­στοῦ καὶ ἐκεῖ. Ἔτσι, κατὰ τὸ σχέ­διο τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἰωάν­νης φυλα­κί­ζε­ται ἀπὸ τὸν Ἡρώ­δη, ὁ δὲ Χρι­στὸς ἀρχί­ζει ἀπὸ τὴ Γαλι­λαία τὸ κήρυγ­μά του γιὰ μετά­νοια, ἐν ὄψει τῆς ἐλεύ­σε­ως τῆς Βασι­λεί­ας τοῦ Θεοῦ (Κυρια­κὴ μετὰ τὰ Φῶτα).

Ἡ δημό­σια ἐμφά­νι­ση τοῦ Χρι­στοῦ εἶχε ἤδη προ­φη­τευ­θεῖ ἀπὸ τὸν Ἡσα­ΐα: «Ὁ λαὸς ὁ καθή­με­νος ἐν σκό­τει εἶδε φῶς μέγα, καὶ τοῖς καθη­μέ­νοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανά­του φῶς ἀνέ­τει­λεν αὐτοῖς». Ἡ ζωὴ στὴν ἁμαρ­τία, ἡ ἄγνοια τοῦ Θεοῦ, ὀνο­μά­ζε­ται ἀπὸ τὸν προ­φή­τη σκό­τος καὶ τόπος θανά­του. Οἱ ἄνθρω­ποι ζοῦ­σαν «ἐν σκό­τει…, ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανά­του». Ἐκεῖ ποὺ κανέ­νας ἥλιος δὲν εἶχε τὴ δύνα­μη νὰ φέρει τὸ φῶς. Ἐκτὸς ἀπὸ τὸν νοη­τὸ ἥλιο τῆς δικαιο­σύ­νης, τὸν Χρι­στό, τὸ φῶς ποὺ «ἐν τῇ σκο­τίᾳ φαί­νει καὶ ἡ σκο­τία αὐτὸ οὐ κατέ­λα­βε» (Ἰω. 1, 5). Κανέ­να σκο­τά­δι δὲν μπο­ρεῖ νὰ σκε­πά­σει τὸ φῶς τοῦ Χρι­στοῦ. Ὁπου­δή­πο­τε ἀνα­τέλ­λει, φυγα­δεύ­ε­ται ἡ σκο­τει­νιὰ τοῦ θανά­του.

Ποῦ καὶ πῶς μπο­ρεῖ νὰ ἀνα­τεί­λει τὸ φῶς αὐτό; Στὸν ἄνθρω­πο ποὺ ἀρχί­ζει νὰ ζεῖ κατὰ τὶς ἐντο­λὲς τοῦ Χρι­στοῦ, νὰ ἐμβα­πτί­ζει τὴν καρ­διά του στὸ πνεῦ­μα τῆς χάρι­τός του, στὸ ἄρω­μα τῆς ἀγά­πης. Ὁ ἄνθρω­πος ποὺ ἐνερ­γεῖ δια­φο­ρε­τι­κά, ἀπο­πνέ­ει σκο­τά­δι καὶ θάνα­το. Ὅποιος ὅμως εὐαι­σθη­το­ποιεῖ­ται στὴν ἀγά­πη, φωτί­ζε­ται, ἀπο­κτά­ει ξανὰ τὴν ὀμορ­φιὰ τῆς εἰκό­νας τοῦ Θεοῦ.

Τὰ περι­γρά­φει ὅλα αὐτὰ μὲ τὴ δυνα­τή του πένα ὁ μεγά­λος Τολ­στόη, μὲ τὸ στό­μα ἑνὸς «τιμω­ρη­μέ­νου» ἀγγέ­λου, ποὺ χρειά­στη­κε κάπο­τε ἀνθρώ­πι­νη βοή­θεια. Λέει ὁ ἄγγε­λος γιὰ τὸν ἄνθρω­πο ποὺ τὸν βοή­θη­σε, ὅτι «πρὶν (τὸν βοη­θή­σει) τὸ πρό­σω­πό του κάλυ­πτε μιὰ ἀπο­κρου­στι­κὴ μάσκα θανά­του, τώρα ὅμως (ὅταν ἀπο­φά­σι­σε νὰ τὸν βοη­θή­σει) ἦταν ὅλος ζωὴ καὶ τὸ πρό­σω­πό του ἀντι­φέγ­γι­ζε ἀνά­γλυ­φα τὴν εἰκό­να τοῦ Θεοῦ

Καθὼς μπῆ­κα κάτω ἀπὸ τὴ στέ­γη τῆς καλύ­βας του, μιὰ γυναί­κα ἦρθε νὰ μᾶς συναν­τή­σει… Παρα­τή­ρη­σα πὼς ἡ γυναί­κα ἦταν ἀκό­μη πιὸ φρι­κτή, ἀπαί­σια καὶ ἀπο­κρου­στι­κὴ ἀπ’ ὅ,τι ὁ ἄνδρας πιὸ πρίν. Μιὰ βρω­με­ρὴ μπό­χα θανα­τε­ρῆς σαπί­λας ἀνα­δυό­ταν ἀπὸ τὸ στό­μα της. Οὔτε νὰ ἀνα­πνεύ­σω δὲν μπο­ροῦ­σα ἀπὸ τὴ βρώ­μα τῆς παρου­σί­ας τοῦ θανά­του, ποὺ ἦταν ἁπλω­μέ­νη γύρω της. Ἤθε­λε μὲ πρω­το­φα­νῆ καὶ ἀναί­τια κακία νὰ μὲ πετά­ξει ἔξω στὸ κρύο… Καὶ ἔξαφ­να ὁ ἄνδρας της ἄρχι­σε νὰ μιλᾶ γιὰ τὸν Θεὸ καὶ κεί­νη πῆρε καὶ μαλά­κω­σε καὶ ἄλλα­ξε ἡ διά­θε­ση καὶ ἡ καρ­διά της. Καὶ σὰν μοῦ ’φερε τρο­φὴ καὶ μὲ κοί­τα­ξε, …εἶδα πὼς ὁ θάνα­τος δὲν κατοι­κοῦ­σε πιὰ μέσα της. Εἶχε πάλι ζωὴ μέσα της καὶ ἀντι­φέγ­γι­ζε καὶ αὐτὴ ἀνά­γλυ­φη τὴν εἰκό­να τοῦ Θεοῦ».

Ἡ ἀγά­πη εἶναι τὸ γλυ­κὸ φῶς τοῦ Χρι­στοῦ ποὺ δια­λύ­ει τὸ σκο­τά­δι καὶ τὴ μπό­χα τοῦ θανά­του.

Διαβάστε επίσης και τα εξής:

elGreek