ΕΠΑΤΗΘΗ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ

by admin

Ἡ ἁγία, ἀγαπητοὶ ἀναγνῶστες, Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας ἔχει διάφορες ἑορτές, μικρὲς καὶ μεγάλες, κινητὲς καὶ ἀκίνητες.

Οἱ ἑορτὲς εἶνε μία ζωτικὴ ἀνάγκη τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ζωὴ αὐτή, τὴν ὁποία ζοῦμε ἐδῶ πάνω στὸν πλανήτη τῆς γῆς, ὁμοιάζει μὲ ἕνα δρόμο μακρινὸ καὶ ἀνηφορικό, ὁ ὁποῖος ἀρχίζει τὴν ἡμέρα, ποὺ ὁ ἄνθρωπος γεννᾶται, καὶ τελειώνει τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου του. Ἡ δὲ ἡμέρα τοῦ θανάτου εἶνε ἡ ἀρχὴ μιᾶς ἄλλης ζωῆς, τῆς αἰωνίου, ἡ ὁποία δὲν ἔχει τέλος. Ἀλλ’ ὅπως σ’ ἕνα δρόμο μακρινὸ καὶ ἀνηφορικὸ ὁ ὁδοιπόρος δὲν δύναται νὰ βαδίζῃ ἄνευ στάσεως, ἀλλὰ κάπου σταθμεύει, πλησίον κάποιας πηγῆς κάτω ἀπὸ τὴ σκιά ἑνὸς δένδρου, γιὰ νὰ ἀνασάνῃ καὶ μὲ νέες δυνάμεις νὰ συνεχίσῃ τὸ δρόμο του, ἔτσι καὶ στὴ ζωὴ αὐτὴ ὁ ἄνθρωπος δὲν δύναται ἀκαταπαύστως νὰ ἐργάζεται, ἀλλ ̓ ἔχει ἀνάγκη κατά χρονικὰ διαστήματα νὰ διακόπτῃ τὴν ἐργασία, νὰ ἀναπαύεται, καὶ μὲ νέες δυνάμεις νὰ ἐπαναλαμβάνῃ τὸ ἔργο του. Ἡμέρα ἀναπαύσεως ὡρίσθηκε ἡ ἑβδόμη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος συμφώνως πρὸς τὴν τρίτη ἐντολὴ τοῦ δεκαλόγου, ἡ ὁποία λέγει: «Ἓξ ἡμέρας ἐργᾷ καὶ ποιήσεις πάντα τὰ ἔργα σου· τῇ δὲ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμη σάββατα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου» (Ἐξόδ. 20:9-10). Ἡ δὲ ἑβδόμη ἡμέρα γιὰ μᾶς τοὺς χριστιανούς εἶνε ἡ Κυριακή.

Ἡ ὑψίστη τῶν ἑορτῶν
Ἀλλὰ πλὴν τῆς Κυριακῆς ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ἔχει, ὅπως εἴπαμε, καὶ ἄλλες ἑορτές, μέ τὶς ὁποῖες ἑορτάζονται καὶ πανηγυρίζονται ἡ μνήμη τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἡ μνήμη τῶν ἁγίων ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, ἡ μνήμη ἁγίων πατέρων, διδασκάλων, ὁσίων, μαρτύρων, ὁμολογητῶν, καθὼς καὶ διάφορα γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ. Ποικιλία ἑορτῶν, οἱ ὁποῖες ὁμοιάζουν μὲ τοὺς ἀστέρες τοῦ οὐρανοῦ, πού στέλνουν τὸ πνευματικὸ φῶς τους στὴ γῆ. Ἀλλ’ ὅπως μεταξὺ τῶν ἀστέρων διακρίνεται ὁ ἥλιος μὲ τὸ λαμπρό του φῶς, ἔτσι καὶ μεταξὺ τῶν διαφόρων ἑορτῶν διακρίνεται ἀπὸ ὅλες τὶς ἄλλες μία ἑορτή, ἡ ὁποία λάμπει ὅπως ὁ ἥλιος μέσα στὴν Ἐκκλησία. Καὶ ἡ ἑορτὴ αὐτὴ εἶνε ἡ ἀνάστασι τοῦ Κυρίου. Σ’ αὐτὴ τὴν ἑορτὴ ἁρμόζει κυρίως ἐκεῖνο πού ψάλλει ἡ Ἐκκλησία: «Αὕτη ἡ ἡμέρα, ἣν ἐποίησεν ὁ Κύριος· ἀγαλλιασώμεθα καὶ εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῇ» (Ψαλμ. 117:24).

Ἡ ἀνάστασι τοῦ Κυρίου! Εἶνε ἡ μεγαλύτερη ἑορτὴ καὶ πανήγυρις τῆς χριστιανικῆς θρησκείας. Διότι ἡ Ἀνάστασι, ὅσο κανένα ἄλλο γεγονός, ἀπέδειξε, ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶνε μόνο ἄνθρωπος, ἀλλ ̓ εἶνε καὶ Θεός, Θεάνθρωπος.

Τὸ κράτος τοῦ θανάτου καθηρέθη
Ὡς ἄνθρωπο, μὲ ἐξαιρετικὲς βεβαίως δυνάμεις, ἔβλεπε ὁ Σατανᾶς τὸ Χριστό. Ἀλλ ̓ οὐδέποτε μποροῦσε νὰ φαντασθῇ, ὅτι μέσα στὸν ἄνθρωπο ἐκεῖνο κατοικοῦσε ὁλόκληρη ἡ Θεότητα. Καὶ ὡς ἄνθρωπο τὸν πολέμησε, νομίζοντας, ὅτι μὲ τὸ σκληρὸ θάνατο, ποὺ τοῦ προκάλεσαν αὐτὸς καὶ τὰ ὄργανά του, θὰ ἔσβηνε καὶ θὰ ἐξαφανιζόταν, ὅπως τόσοι ἄλλοι ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι στὴν ἐποχή τους ἔκαναν μεγάλα πράγματα, ἀλλὰ κατόπιν λησμονήθηκαν. Στὰ δίκτυα τοῦ θανάτου ἔπεσε ὁ Χριστός. Ὅλοι οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι πίπτουν στά δίκτυα τοῦ θανάτου, δὲν δύνανται νὰ τὰ διασπάσουν. Καὶ δὲν δύνανται νὰ τὰ διασπάσουν, διότι εἶνε ἁμαρτωλοί, ἔχουν διαπράξει διάφορες ἁμαρτίες, τὰ δὲ «ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος», ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Ρωμ. 6:23). Ἀλλ ̓ ὁ Χριστὸς ὑπῆρξε ὁ μόνος ἄνθρωπος, ἀπὸ τὰ ἑκατομμύρια καὶ δισεκατομμύρια, ποὺ γεννήθηκαν καὶ θὰ γεννηθοῦν, ὁ ὁποῖος ἀπολύτως οὐδεμία ἁμαρτία διέπραξε. Δὲν ὑπῆρχε ἐντός του τὸ μικρόβιο τῆς ἁμαρτίας, τὸ ὁποῖο προκαλεῖ τὶς νόσους καὶ τὸ θάνατο. Ὁ Χριστὸς ὑπῆρξεν ἀναμάρτητος. Καὶ ὅπως κήρυξε ὁ ἀπόστολος Πέτρος, ὁ ὁποῖος παρακολούθησε ὅλη τὴ ζωή του ἀπὸ κοντά, ὁ Χριστὸς «ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ» (Α ́ Πέτρ. 2:22). Καὶ ὡς ἀναμάρτητος, ποὺ ἦταν ὁ Χριστός, δὲν ὑπέκειτο στὴν ποινὴ τοῦ θανάτου, στὴν ὁποία ὑπόκεινται ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ὡς ἀπόγονοι τοῦ Ἀδάμ, συμφώνως πρὸς τὴν ἀπόφασι τοῦ Θεοῦ «Θανάτῳ ἀποθανεῖσθε» (Γεν. 2:17).

Ὁ θάνατος ἐπικρατοῦσε ἀπ ̓ ἄκρου σ’ ἄκρο σ’ ὅλο τὸν κόσμο. Κανείς, ἀπολύτως κανείς, ὅσο μεγάλος καὶ ἰσχυρὸς καὶ ἂν ἦταν, δὲν ἐξαιρέθηκε ἀπ’ τὸ θάνατο. Ἀλλ ̓ ἡ ἀπόφασι τῶν ἀνθρωπίνων δικαστηρίων, τά ὁποῖα κατεδίκασαν τὸ Χριστὸ σὲ θάνατο, ὑπῆρξε ἄδικη. Ὁ ἀθῷος, –ὄχι ἁπλῶς ἀθῷος, ἀλλ’ ὁ Αθῷος, μὲ ἄλφα κεφαλαῖο–, δὲν ἔπρεπε νά καταδικασθῇ σὲ θάνατο. Ἔτσι στὰ δίκτυα τοῦ θανάτου ἔπεσε καὶ ἕνας, ὁ ὁποῖος ἐξαιρεῖτο ἀπ’ τὴν ποινὴ τοῦ θανάτου, καὶ ἐξαιρεῖτο, διότι ἦταν ἀναμάρτητος. Καὶ ἦταν ἀναμάρτητος, διότι κάτω ἀπ’ τὸ ταπεινὸ σχῆμα τοῦ ἀνθρώπου κρυβόταν ἡ Θεότητα. Ἡ σὰρξ τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ἔκρυπτε τὴ Θεότητα, ὅπως λέγει ἕνας διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας, ὁμοίαζε πρὸς δόλωμα, μὲ τὸ ὁποῖο ὁ ἁλιεὺς κρύπτει τὸ ἄγκιστρο. Ἄγκιστρο ἐδῶ ὑπῆρξε ἡ ἀόρατη Θεότητα. Ὁ Σατανᾶς καὶ τὰ ὄργανά του ἔπεσαν μὲ ὁρμὴ ἐπάνω στὴ σάρκα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴ θανάτωσαν. Ἀλλ’ ἀλλοίμονο σ’ αὐτούς! Κάτω ἀπὸ τὴ σάρκα ἦταν τὸ αἰχμηρὸ ἄγκιστρο, ἦταν ἡ Θεότης. Καὶ ἡ σατανικὴ δύναμι συνελήφθη, ἀγκιστρώθηκε καὶ ἀχρηστεύθηκε.

Ἔτσι ἡ ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ εἶνε τρανὴ ἀπόδειξι, ὅτι ὁ Χριστὸς ὑπῆρξε ὁ ἀναμάρτητος, ὁ Αθῷος καὶ ὁ Δίκαιος, ὑπῆρξε ὁ Θεάνθρωπος, τὸν ὁποῖο δὲν μποροῦσε να κρατήσῃ αἰχμάλωτο ὁ σκοτεινὸς ᾅδης.

Θνητοί, μὴ φοβεῖσθε πλέον!
Ὁ Χριστὸς μὲ τὴν ἀνάστασί του νίκησε τὴν ἁμαρτία καὶ τὸ θάνατο, δύο δυνάμεις, ποὺ ὡς φοβερά καὶ ἀπαίσια θηρία νικοῦσαν ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ σκόρπιζαν τὸ φόβο καὶ τὸν τρόμο.

Θνητοί, μὴ φοβεῖσθε πλέον τὸ θάνατο. Μὴ κλαίετε ἀπαρηγόρητοι ἐπάνω στὰ μνήματα τῶν προσφιλῶν σας, ὅπως κλαίουν οἱ ἄπιστοι καὶ ἄθεοι. Ὁ Χριστὸς νίκησε τὸ θάνατο. Εἶνε γεγονός, τὸ ὁποῖο λάμπει ὅπως ὁ ἥλιος. Εἶνε γεγονός, τὸ ὁποῖο μαρτυρεῖ ὄχι ἕνας, ἀλλὰ πολλοὶ μάρτυρες, ποὺ καὶ αὐτὴν ἀκόμη τὴ ζωή τους θυσίασαν, κηρύττοντας τὴν ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ. Παρηγορηθῆτε καὶ σφογγίσετε τα δάκρυά σας. Οἱ ἄνθρωποί σας δὲν ἐξαφανίσθηκαν, ὄχι! Ποιός τὸ εἶπε; Μὴν ἀκούετε τοὺς ἀπίστους καὶ ἀθέους, οἱ ὁποῖοι λέγουν, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶνε ὅπως τό ζῷο, πού ψοφᾷ καὶ ἐξαφανίζεται. Ὄχι. Τὸ σῶμα ἀποθνῄσκει, ἀλλ ̓ ἡ ψυχὴ εἶνε ἀθάνατη. Καὶ οἱ μὲν ψυχὲς τῶν προσφιλῶν νεκρῶν ὑπάρχουν καὶ ζοῦν στὴν αἰωνιότητα, τὰ δὲ σώματά τους, τά ὁποῖα βρίσκονται στὴ γῆ καὶ μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου μεταβάλλονται σὲ χῶμα καί κόνι, αὐτά τά σώματα, πιστεύσετέ το, θ’ ἀναστηθοῦν! Θ ̓ ἀναστηθοῦν πολὺ ὡραιότερα ἀπὸ ὅ,τι ἦταν προηγουμένως. Ἀπὸ φθαρτὰ θὰ γίνουν ἄφθαρτα. Ἐγγύησι δὲ τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν εἶνε ἡ ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ. Ἀναστήθηκε ὁ Χριστός; ὁπωσδήποτε θὰ ἀναστηθοῦν καὶ οἱ νεκροὶ ὅλων τῶν αἰώνων.

Θνητοί, μὴ φοβεῖσθε τὸ θάνατο. Ἀλλὰ καὶ ἁμαρτωλοί, ὅσοι ὡς ἄνθρωποι πίπτετε σὲ ἁμαρτίες καὶ ὁ Σατανᾶς τῆς ἀπελπισίας σφυρίζει στὰ ὦτα τῆς ψυχῆς σας, ὅτι δὲν ὑπάρχει πλέον γιὰ σᾶς σωτηρία, μὴ φοβεῖσθε, μὴν ἀπελπίζεσθε. Ὑπάρχει σωτηρία καὶ γιὰ τὸ μεγαλύτερο ἁμαρτωλό, ἀρκεῖ αὐτὸς νὰ πιστεύῃ στὸ Χριστό. Μέσα ἀπὸ τὸν τάφο τοῦ Χριστοῦ ἀνέτειλε ἡ συγγνώμη καὶ τὸ ἔλεος. Ὁ Χριστὸς νίκησε τὴν ἁμαρτία, καὶ ἀπὸ τότε μὲ τὰ ἅγια μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας του δίνει τὴ δύναμι στοὺς πιστούς, ἄνδρες, γυναῖκες καὶ παιδιά, νὰ νικοῦν καὶ αὐτοὶ τὸ Διάβολο καὶ τὴν ἁμαρτία.

Ὤ, τί θὰ ἦταν ὁ κόσμος χωρὶς τὴν ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ! Ἕνα πυκνὸ σκότος θὰ βασίλευε στὸν κόσμο. Κανένα ἄστρο δὲν θὰ φαινόταν στὸν οὐρανό. Κανεὶς ἅγιος καὶ μάρτυς καὶ διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας. Κανεὶς σωσμένος.

Κόσμος χωρὶς Χριστό, χωρὶς ἀνάστασι Χριστοῦ, θὰ ἦταν κόσμος χωρὶς ἥλιο.

Ἀναστημένη ζωή

Ἂς χαροῦμε λοιπόν, ἀγαπητοὶ ἀναγνῶστες, καὶ ἐμεῖς τώρα, ποὺ ὁ Θεὸς μᾶς ἀξίωσε νὰ ἀκούσωμε γι ̓ ἄλλη μία φορὰ τὸ «Χριστὸς ἀνέστη». Ἂς ἑορτάσωμε καὶ ἂς πανηγυρίσωμε κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτή, ἡ ὁποία εἶνε «ἑορτῶν ἑορτὴ καὶ πανήγυρις πανηγύρεων».

Ἂς ἑορτάσωμε ὅπως ἁρμόζει σὲ ὀρθοδόξους χριστιανούς. Ὄχι γλέντια ἁμαρτωλά, ὄχι χοροὶ ἔξαλλοι, ὄχι αἰσχρολογίες καὶ βλασφημίες, ὄχι χαρτοπαίγνια, ὄχι πορνεῖες καὶ μοιχεῖες, ὄχι μίση καὶ ἐκδικήσεις, ἀλλὰ μία νέα ζωή, ἀναστημένη ζωή, χριστιανικὴ ζωή, ζωὴ ποὺ φέρει τὰ χαρακτηριστικὰ τῆς νίκης κατὰ τοῦ θανάτου, ζωὴ τὴν ὁποία φωτίζει ὁ ἥλιος τῆς Ἀναστάσεως.

Ἔτσι, ἀγαπητοί μου, καθαροὶ ἀπὸ τὴν ἀπιστία καὶ τὴ διαφθορὰ τοῦ παρόντος αἰῶνος, θὰ μποροῦμε μαζὶ μὲ τὸν ὑμνῳδὸ τῆς Ἀναστάσεως νὰ ψάλλωμε καὶ ἐμεῖς: «Τὴν ἀνάστασίν του, Χριστὲ Σωτήρ, ἄγγελοι ὑμνοῦσιν ἐν οὐρανοῖς· καὶ ἡμᾶς τοὺς ἐπὶ γῆς καταξίωσον ἐν καθαρᾷ καρδίᾳ σὲ δοξάζειν» (ὕμνος τοῦ ὄρθρου τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα).

Διαβάστε επίσης και τα εξής:

elGreek