ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ

Αποστολική Περικοπή και Κηρύγματα Αγίων Πατέρων

by admin

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ — Α΄ ΚΟΡ. (ΙΣΤ΄ 13 — 24)

Α΄ προς Κοριν­θί­ους, κεφά­λαιο ΙΣΤ΄, εδά­φια 13–24

13 Γρη­γο­ρεῖ­τε, στή­κε­τε ἐν τῇ πίστει, ἀνδρί­ζε­σθε, κρα­ταιοῦ­σθε. 14 Πάν­τα ὑμῶν ἐν ἀγά­πῃ γινέ­σθω. 15 Παρα­κα­λῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελ­φοί· οἴδα­τε τὴν οἰκί­αν Στε­φα­νᾶ, ὅτι ἐστὶν ἀπαρ­χὴ τῆς ᾿Αχα­ΐ­ας καὶ εἰς δια­κο­νί­αν τοῖς ἁγί­οις ἔτα­ξαν ἑαυ­τούς· 16 ἵνα καὶ ὑμεῖς ὑπο­τάσ­ση­σθε τοῖς τοιού­τοις καὶ παν­τὶ τῷ συνερ­γοῦν­τι καὶ κοπιῶν­τι. 17 Χαί­ρω δὲ ἐπὶ τῇ παρου­σίᾳ Στε­φα­νᾶ καὶ Φουρ­του­νά­του καὶ ᾿Αχαϊ­κοῦ, ὅτι τὸ ὑμῶν ὑστέ­ρη­μα οὗτοι ἀνε­πλή­ρω­σαν· 18 ἀνέ­παυ­σαν γὰρ τὸ ἐμὸν πνεῦ­μα καὶ τὸ ὑμῶν. ᾿Επι­γι­νώ­σκε­τε οὖν τοὺς τοιού­τους. 19᾿Ασπά­ζον­ται ὑμᾶς αἱ ἐκκλη­σί­αι τῆς ᾿Ασί­ας. σπά­ζον­ται ὑμᾶς ἐν Κυρίῳ πολ­λὰ ᾿Ακύ­λας καὶ Πρί­σκιλ­λα σὺν τῇ κατ᾿ οἶκον αὐτῶν ἐκκλη­σίᾳ. 20 σπά­ζον­ται ὑμᾶς οἱ ἀδελ­φοὶ πάν­τες. σπά­σα­σθε ἀλλή­λους ἐν φιλή­μα­τι ἁγίῳ. 21 ῾Ο ἀσπα­σμὸς τῇ ἐμῇ χει­ρὶ Παύ­λου. 22 Εἴ τις οὐ φιλεῖ τὸν Κύριον ᾿Ιησοῦν Χρι­στόν, ἤτω ἀνά­θε­μα. Μαρὰν ἀθᾶ. 23 ῾Η χάρις τοῦ Κυρί­ου ᾿Ιησοῦ Χρι­στοῦ μεθ᾿ ὑμῶν. 24 ἀγά­πη μου μετὰ πάν­των ὑμῶν ἐν Χρι­στῷ ᾿Ιησοῦ· ἀμήν.

13 Μενε­τε άγρυ­πνοι και προ­σε­κτι­κοί. Στα­θή­τε στε­ρε­οί και ακλό­νη­τοι εις την πίστιν. Δει­χθή­τε άνδρες γεν­ναί­οι· παρέ­τε δύνα­μιν και ισχύν. 14 Ολα όσα λέγε­τε και κάνε­τε ας γίνων­ται με αγά­πην. 15 Σας παρα­κα­λώ δε, αδελ­φοί, και δια το εξής ακό­μη· γνω­ρί­ζε­τε την οικο­γέ­νειαν του Στε­φα­νά, ότι είναι οικο­γέ­νεια που πρώ­τη αυτή από όλην την Αχα­ΐ­αν επί­στευ­σεν στον Χρι­στόν και έτα­ξαν τον εαυ­τόν τους εις την υπη­ρε­σί­αν των Χρι­στια­νών. 16 Σας παρα­κα­λώ, λοι­πόν, να υπο­τάσ­σε­σθε και σεις εις τέτοιους εκλε­κτούς Χρι­στια­νούς και εις καθέ­να, ο οποί­ος συνερ­γεί και κοπιά­ζει στο έργον του Κυρί­ου. 17 Χαί­ρω δε, διό­τι είναι παρόν­τες εδώ ο Στε­φα­νάς και ο Φουρ­του­νά­τος και ο Αχαϊ­κός, οι οποί­οι ανε­πλή­ρω­σαν εις αρκε­τόν βαθ­μόν την στέ­ρη­σιν της ιδι­κής σας παρου­σί­ας. 18 Διό­τι ανέ­παυ­σαν το πνεύ­μα μου με τας πλη­ρο­φο­ρί­ας που μου έφε­ραν, και πιστεύω ότι θα ανα­παύ­σουν και το ιδι­κόν σας πνεύ­μα με την επι­στο­λήν, που θα σας φέρουν. Να ανα­γνω­ρί­ζε­τε την αξί­αν των και να εκτι­μά­τε τους τοιού­τους Χρι­στια­νούς. 19 Σας στέλ­νουν αδελ­φι­κούς χαι­ρε­τι­σμούς αι Εκκλη­σί­αι της Ασί­ας. Σας χαι­ρε­τούν πολύ εν Κυρίω ο Ακύ­λας και η Πρί­σκιλ­λα μαζή με τους πιστούς, οι οποί­οι συνα­θροί­ζον­ται στο σπί­τι των. 20 Σας χαι­ρε­τούν όλοι οι αδελ­φοί. Ασπα­σθή­τε ο ένας τον άλλον με το άγιον φίλη­μα της αγά­πης. 21 Οχαι­ρε­τι­σμός αυτός εγρά­φη με το χέρι εμού, του Παύ­λου. 22 Εάν κανείς δεν αγα­πά με όλην του την ψυχήν και την δύνα­μιν τον Κυριον Ιησούν, ας είναι χωρι­σμέ­νος από την Εκκλη­σί­αν και τον Χρι­στόν. Ο Κυριος θα έλθη και θα τον κρί­νη όπως του πρέ­πει. 23 Η χάρις του Κυρί­ου Ιησού Χρι­στού είθε να είναι μαζή σας πάν­το­τε. 24 Η αγά­πη μου, η εν Χρι­στώ Ιησού, είναι και θα είναι με όλους σας. Αμήν.

13 Προ­σέ­χε­τε σαν άγρυ­πνοι φρου­ροί. Μένε­τε στε­ρε­οί και όρθιοι στην πίστη. Να αγω­νί­ζε­στε σαν άνδρες γεν­ναί­οι. Πάρ­τε δύνα­μη και θάρ­ρος. 14 Όλα όσα κάνε­τε, ας γίνον­ται με αγά­πη. 15 Σας απευ­θύ­νω τώρα και μια άλλη παρά­κλη­ση, αδελ­φοί. Γνω­ρί­ζε­τε το σπι­τι­κό του Στε­φα­νά, ότι είναι η οικο­γέ­νεια που πρώ­τη στην Αχα­ΐα πίστε­ψε στον Χρι­στό, και αφιέ­ρω­σαν τον εαυ­τό τους στο να υπη­ρε­τούν τους Χρι­στια­νούς. 16 Σας παρα­κα­λώ λοι­πόν να υπο­τάσ­σε­στε κι εσείς σε τέτοιους δια­κε­κρι­μέ­νους Χρι­στια­νούς, όπως και σε κάθε άλλον που συνερ­γά­ζε­ται και κοπιά­ζει σε μία τόσο θεά­ρε­στη δια­κο­νία. 17 Χαί­ρο­μαι πάν­τως, διό­τι είναι παρόν­τες εδώ ο Στε­φα­νάς και ο Φουρ­του­νά­τος και ο Αχαϊ­κός. Διό­τι αυτοί ανα­πλή­ρω­σαν το κενό που αισθά­νο­μαι, επει­δή δεν σας έχω κον­τά μου. 18 Διό­τι με τις πλη­ρο­φο­ρί­ες και τις ειδή­σεις τους ανέ­παυ­σαν τα βάθη της ψυχής μου, και με την επι­στο­λή μου αυτή που θα σας φέρουν, είμαι βέβαιος ότι θα ανα­παύ­σουν και τα βάθη της δικής σας ψυχής. Τέτοιους Χρι­στια­νούς λοι­πόν να τους εκτι­μά­τε και να ανα­γνω­ρί­ζε­τε την αξία τους.

13 N’ ἀγρυ­πνῆ­τε. Nὰ μένε­τε στε­ρε­οὶ στὴν πίστι. Nὰ εἶσθε ἀνδρεῖ­οι, δυνα­τοί. 14 Ὅλα, ὅσα κάνε­τε, νὰ γίνων­ται μὲ ἀγά­πη. 15 Σᾶς κάνω δὲ μία παρά­κλη­σι, ἀδελ­φοί. Γνω­ρί­ζε­τε τὴν οἰκο­γέ­νεια τοῦ Στε­φα­νᾶ, ὅτι εἶναι ἡ πρώ­τη οἰκο­γέ­νεια ποὺ πίστευ­σε στὴν Ἀχα­ΐα καὶ ἔτα­ξαν τοὺς ἑαυ­τούς των στὴν ὑπη­ρε­σία τῶν ἁγί­ων (τῶν πιστῶν). 16 Παρα­κα­λῶ καὶ σεῖς νὰ θέτε­τε τοὺς ἑαυ­τούς σας στὴ διά­θε­σι τῶν πολυ­τί­μων αὐτῶν ἀνθρώ­πων, καὶ καθε­νὸς ποὺ ἐπί­σης ἐργά­ζε­ται καὶ κοπιά­ζει. 17 Xαί­ρω δὲ γιὰ τὴν ἐδῶ παρου­σία τοῦ Στε­φα­νᾶ καὶ τοῦ Φουρ­του­νά­του καὶ τοῦ Ἀχαϊ­κοῦ, διό­τι αὐτοὶ ἀνα­πλή­ρω­σαν τὸ κενό, ποὺ αἰσθα­νό­μουν ἀπὸ τὴ δική σας στέ­ρη­σι. 18 Kαὶ ἀνέ­παυ­σαν τὸ δικό μου πνεῦ­μα, ἀσφα­λῶς καὶ τὸ δικό σας. Γι’ αὐτὸ νὰ ἐκτι­μᾶ­τε τέτοιους ἀνθρώ­πους. 19 Σᾶς στέλ­νουν χαι­ρε­τι­σμοὺς οἱ ἐκκλη­σί­ες τῆς ἐπαρ­χί­ας τῆς Ἀσί­ας. Σᾶς στέλ­νουν πολ­λοὺς χαι­ρε­τι­σμοὺς ἐν Kυρίῳ ὁ Ἀκύ­λας καὶ ἡ Πρί­σκιλ­λα μαζὶ μὲ ὅλη τὴν ἐκκλη­σία, ποὺ συνα­θροί­ζε­ται στὸ σπί­τι τους. 20 Σᾶς στέλ­νουν χαι­ρε­τι­σμοὺς ὅλοι οἱ ἀδελ­φοί. Xαι­ρε­τι­σθῆ­τε μετα­ξύ σας μὲ φίλη­μα ἅγιο. 21 Ὁ χαι­ρε­τι­σμὸς αὐτὸς γρά­φε­ται ἀπὸ μένα τὸν Παῦ­λο μὲ τὸ ἴδιο μου τὸ χέρι. 22 Ὅποιος δὲν ἀγα­πᾷ τὸν Kύριο Ἰησοῦ Xρι­στό, νὰ εἶναι ἀνα­θε­μα­τι­σμέ­νος. Ὁ Kύριος ἔρχε­ται! 23 Ἡ χάρι τοῦ Kυρί­ου Ἰησοῦ Xρι­στοῦ νὰ εἶναι μαζί σας. 24 Σᾶς ἀγα­πῶ ὅλους μὲ τὴν ἁγνὴ ἀγά­πη, ποὺ θέλει ὁ Ἰησοῦς Xρι­στός. Ἀμήν.

Ιερός Χρυ­σό­στο­μος (Ερμη­νεία Περι­κο­πής)

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ

Στη συνέ­χεια ο από­στο­λος Παύ­λος, για να δεί­ξει ότι όχι στους διδα­σκά­λους, αλλά και στους εαυ­τούς τους πρέ­πει να έχουν τις ελπί­δες της σωτη­ρί­ας τους, λέγει: «Γρη­γο­ρετε, στή­κε­τε ν τ πίστει (:Προ­σέ­χε­τε σαν άγρυ­πνοι φρου­ροί. Μένε­τε στα­θε­ροί και όρθιοι στην πίστη)»· στην πίστη, όχι στην κοσμι­κή σοφία· διό­τι δεν είναι δυνα­τόν στη διαρ­κώς μετα­βαλ­λό­με­νη κοσμι­κή σοφία να μένει στα­θε­ρός κανείς, αλλά διαρ­κώς περι­φέ­ρε­ται· όπως ακρι­βώς βέβαια, αντι­θέ­τως, στην πίστη μπο­ρεί να μένει στα­θε­ρός. «νδρί­ζε­σθε, κρα­ταιοσθε. πάν­τα μν ν γάπ γινέ­σθω (:Να αγω­νί­ζε­στε σαν άντρες γεν­ναί­οι. Πάρ­τε δύνα­μη και θάρ­ρος. Όλα όσα κάνε­τε, ας γίνον­ται με αγά­πη)»[Α΄Κορ.16,13–14].

Με το να λέγει λοι­πόν αυτά φαί­νε­ται μεν ότι παρο­τρύ­νει, αλλά όμως στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα κατη­γο­ρεί τους Κοριν­θί­ους ως ράθυ­μους. Γι’ αυτό λέγει: «Μένε­τε άγρυ­πνοι και προ­σε­κτι­κοί», σαν να κοι­μούν­ται· «στα­θεί­τε στε­ρε­οί και ακλό­νη­τοι στην πίστη», σαν να κλο­νί­ζον­ται· «Να είστε ανδρεί­οι και δυνα­τοί», σαν να έχουν χαυ­νω­θεί· «όλα όσα λέτε και κάνε­τε ας γίνον­ται με αγά­πη», σαν να βρί­σκον­ταν σε έχθρα. Και την μεν προ­τρο­πή «Γρη­γο­ρετε, στή­κε­τε ν τ πίστει (:Μένε­τε άγρυ­πνοι και προ­σε­κτι­κοί. Στα­θεί­τε στε­ρε­οί και ακλό­νη­τοι στην πίστη)» τη λέγει σχε­τι­κά με αυτούς που τους εξα­πα­τούν, ενώ την προ­τρο­πή «νδρί­ζε­σθε, κρα­ταιοσθε (:να είστε ανδρεί­οι και δυνα­τοί)» τη λέγει σχε­τι­κά με εκεί­νους που τους επι­βου­λεύ­ον­ται, την δε «πάν­τα μν ν γάπ γινέ­σθω(: ό,τι λέτε και κάνε­τε να γίνε­ται με αγά­πη)», πράγ­μα που είναι σύν­δε­σμος τελειό­τη­τας και ρίζα και πηγή των αγα­θών, σχε­τι­κά με εκεί­νους που προ­κα­λού­σαν ταρα­χές και προ­σπα­θού­σαν να τους δια­σπά­σουν.

Και τι σημαί­νει η φρά­ση: «Όλα ας γίνον­ται με αγά­πη»; «Είτε επι­πλήτ­τει κανείς», λέγει, «είτε εξου­σιά­ζει, είτε εξου­σιά­ζε­ται, είτε είναι μαθη­τής, είτε ο ίδιος διδά­σκει, όλα να γίνον­ται με αγά­πη· επει­δή και όλα όσα ανα­φέρ­θη­καν, όλα προ­ήλ­θαν από το ότι παρα­με­λή­θη­κε η αγά­πη»· διό­τι εάν δεν είχε παρα­με­λη­θεί αυτή, δεν θα έπε­φταν σε υπε­ρη­φά­νεια, δεν θα έλε­γαν: «γ μέν εμι Παύ­λου, γ δ πολ­λώ(:Εγώ μεν είμαι του Παύ­λου, εγώ δε του Απολ­λώ)»[Α΄Κορ.1,12]· εάν η αγά­πη υπήρ­χε, δεν θα δικά­ζον­ταν σε κοσμι­κά δικα­στή­ρια, ή μάλ­λον ούτε καν θα δικά­ζον­ταν [Α΄Κορ.6,1–11]· εάν υπήρ­χε η αγά­πη, ούτε εκεί­νος ο Κορίν­θιος θα συζού­σε αναι­δώς με τη γυναί­κα του πατέ­ρα του[βλ. Α΄Κορ.5,1–13], δεν θα κατα­φρο­νού­σαν τους πτω­χούς αδελ­φούς, δεν θα είχαν διαι­ρε­θεί μετα­ξύ τους, δεν θα είχαν πέσει σε ματαιο­δο­ξία για τα χαρί­σμα­τα. Γι’ αυτό λέγει : «Όλα να γίνον­ται με αγά­πη».

«Παρα­καλ δ μς, δελ­φοί· οδατε τν οκίαν Στε­φαν, τι στν παρχ τς χαΐ­ας κα ες δια­κο­νί­αν τος γίοις ταξαν αυτούς(:Σας απευ­θύ­νω τώρα και μία άλλη παρά­κλη­ση, αδελ­φοί. Γνω­ρί­ζε­τε το σπι­τι­κό του Στε­φα­νά, ότι είναι η οικο­γέ­νεια που πρώ­τη στην Αχα­ΐα πίστε­ψε στον Χρι­στό και τα μέλη της αφιέ­ρω­σαν τον εαυ­τό τους στο να υπη­ρε­τούν τους Χρι­στια­νούς)»[Α΄Κορ.16,15]. Και στην αρχή αυτής της επι­στο­λής του μνη­μο­νεύ­ει τον Στε­φα­νά, όταν λέγει: «βάπτι­σα δ κα τν Στε­φαν οκον(:Βάπτι­σα ακό­μη και την οικο­γέ­νεια του Στε­φα­νά)»[ Α΄Κορ.1,16]· και τώρα λέγει αυτόν πρώ­το όχι μόνο στην Κόριν­θο, αλλά και σε όλη την Ελλά­δα. Και δεν είναι και μικρός έπαι­νος και αυτός, το να προ­σέλ­θει κανείς πρώ­τος στον Χρι­στό. Γι’ αυτό και στην προς Ρωμαί­ους επι­στο­λή του, όταν επαι­νεί μερι­κούς γι’ αυτό, λέγει: «Ο κα πρ μο γεγνασιν ν Χριστ(:Οι οποί­οι μάλι­στα Ανδρό­νι­κος και Ιου­νία έχουν προ­σέλ­θει στον Χρι­στό πριν από εμέ­να)»[: Ρωμ. 16,7]. Και δεν είπε ότι απλώς πίστε­ψαν πρώ­τοι, αλλά ότι έγι­ναν πρώ­τοι, «απαρ­χή», για να δεί­ξει ότι μαζί με την πίστη επέ­δει­ξαν και άψο­γη ως προς την αρε­τή ζωή, όπως και στους καρ­πούς προ­σφέ­ρου­με θυσία τους καλύ­τε­ρους, με το να προ­σφέ­ρουν τους εαυ­τούς τους άξιους από κάθε πλευ­ρά· διό­τι η «απαρ­χή» πρέ­πει να είναι καλύ­τε­ρη από τους υπό­λοι­πους καρ­πούς των οποί­ων είναι απαρ­χή· πράγ­μα το οποίο βεβαί­ω­σε γι΄αυτούς με αυτούς τους λόγους ο Παύ­λος. Καθό­σον όχι μόνο πίστε­ψαν γνη­σί­ως όπως είπαν, αλλά επέ­δει­ξαν και πολ­λή ευλά­βεια και μεγί­στη αρε­τή και γεν­ναιο­δω­ρία στις ελεη­μο­σύ­νες.

Όχι μόνο από αυτά όμως, αλλά και από αλλού δεί­χνει την ευλά­βειά τους, δηλα­δή και από το ότι ολό­κλη­ρη η οικο­γέ­νεια του Στε­φα­νά ήταν ευσε­βής· ότι επί­σης φρόν­τι­ζαν και για αγα­θά έργα, το δηλώ­νει με τα λόγια: «κα ες δια­κο­νί­αν τος γίοις ταξαν αυτούς(:και αφιέ­ρω­σαν τον εαυ­τό τους στην υπη­ρε­σία των Χρι­στια­νών)»· διό­τι δεν είπε: «υπη­ρε­τούν», αλλά «αφιέ­ρω­σαν τον εαυ­τό τους στην υπη­ρε­σία αυτή»· αυτήν τη ζωή επι­θυ­μού­σαν συνε­χώς, αυτή τη φρον­τί­δα δεί­χνουν.

«να κα μες ποτάσ­ση­σθε τος τοιού­τοις(:σας παρα­κα­λώ, λοι­πόν, να υπο­τάσ­σε­στε και εσείς σε τέτοιους εκλε­κτούς Χρι­στια­νούς)». Δηλα­δή, «να συμ­βο­η­θεί­τε και σε χρη­μα­τι­κή δαπά­νη και σε σωμα­τι­κό κόπο, να συμ­με­τέ­χε­τε στα έργα τους». Διό­τι και σε εκεί­νους ο κόπος θα είναι ελα­φρός, όταν έχουν συμ­μά­χους και τα έργα της ευερ­γε­σί­ας, θα μοι­ρα­στούν σε περισ­σό­τε­ρους. Και δεν είπε απλώς «συνερ­γά­ζε­στε», αλλά «και σε όσα σας παραγ­γέλ­λουν να πεί­θε­στε», για να δεί­ξει εντό­νως και σαφώς την υπα­κοή. Και για να μη φανεί ότι έχει προ­σω­πι­κούς λόγους για να προ­τι­μά αυτούς, πρό­σθε­σε: «κα παντ τ συνερ­γοντι κα κοπιντι (: όπως και σε κάθε άλλον που συνερ­γά­ζε­ται και κοπιά­ζει σε μία τόσο θεά­ρε­στη δια­κο­νία)»[Α΄Κορ.16,16]. «Ας είναι κοι­νός για όλους», λέγει, «αυτός ο νόμος· διό­τι δεν λέγω ιδιαι­τέ­ρως για εκεί­νους αλλά εάν κανείς είναι όπως εκεί­νοι, ας απο­λαμ­βά­νει και αυτός της ίδιας τιμής». Για αυτό και όταν αρχί­ζει να τους συστή­νει, καλεί μάρ­τυ­ρες τους ίδιους, με τα λόγια: « Παρα­καλ δ μς, δελ­φοί· οδατε τν οκίαν Στε­φαν(:Σας παρα­κα­λώ επί­σης, αδελ­φοί, και για το εξής ακό­μη· γνω­ρί­ζε­τε την οικο­γέ­νεια του Στε­φα­νά)»· «γνω­ρί­ζε­τε δηλα­δή», λέγει, «και εσείς πώς κοπιά­ζουν και δεν έχε­τε ανάγ­κη να μάθε­τε από εμάς».

«Χαί­ρω δ π τ παρου­σί Στε­φαν κα Φουρ­του­νά­του κα χαϊ­κο, τι τ μν στέ­ρη­μα οτοι νεπλή­ρω­σαν·νέπαυ­σαν γρ τ μν πνεμα κα τ μν(:Χαί­ρο­μαι πάν­τως, διό­τι είναι παρόν­τες εδώ ο Στε­φα­νάς και ο Φουρ­του­νά­τος και ο Αχαϊ­κός· διό­τι αυτοί ανα­πλή­ρω­σαν το κενό που αισθά­νο­μαι, επει­δή δεν σας έχω κον­τά μου· διό­τι με τις πλη­ρο­φο­ρί­ες και τις ειδή­σεις τους ανέ­παυ­σαν τα βάθη της ψυχής μου, και με την επι­στο­λή αυτή που θα σας φέρουν, είμαι βέβαιος ότι θα ανα­παύ­σουν και τα βάθη της δικής σας ψυχής.)»[Α΄Κορ.16,18]. Επει­δή λοι­πόν ήταν πιθα­νόν να εξα­γριω­θούν οι Κορίν­θιοι εναν­τί­ον αυτών, διό­τι αυτοί ήταν που ήλθαν και ανέ­φε­ραν στον Παύ­λο τα σχε­τι­κά με τη διχό­νοια που επι­κρα­τού­σε μετα­ξύ των Κοριν­θί­ων, δια­μέ­σου αυτών μάλι­στα και έγρα­ψαν πώς τους κατα­πρά­υ­νε, αφού στην αρχή μεν της επι­στο­λής: «Πλη­ρο­φο­ρή­θη­κα για εσάς από τους ανθρώ­πους της Χλόης» και τους έκρυ­ψε και εμφά­νι­σε εκεί­νους, διό­τι έπρε­πε να ανα­φερ­θεί σε εκεί­νους δια­μέ­σου αυτών· εδώ πάλι: «Τ μν στέ­ρη­μα οτοι νεπλή­ρω­σαν·νέπαυ­σαν γρ τ μν πνεμα κα τ μν(:Ανα­πλή­ρω­σαν σε αρκε­τό βαθ­μό τη στέ­ρη­ση της δικής σας παρου­σί­ας· διό­τι ανέ­παυ­σαν το πνεύ­μα μου με τις πλη­ρο­φο­ρί­ες που μου έφε­ραν, και πιστεύω ότι θα ανα­παύ­σουν και το δικό σας πνεύ­μα με την επι­στο­λή, που θα σας φέρουν)», για να εμφα­νί­σει αυτούς ότι ήλθαν ως εκπρό­σω­ποι όλων και ότι θέλη­σαν να κάνουν τόσο μεγά­λο ταξί­δι χάριν αυτών.

Πώς όμως να γίνει κοι­νό αυτό που είναι προ­σω­πι­κό; «Εάν μετριά­σε­τε το υστέ­ρη­μα με την αγά­πη σας προς αυτούς· εάν τους τιμή­σε­τε, εάν τους δεχτεί­τε, εάν συμ­με­τά­σχε­τε στα καλά έργα τους». Γι΄ αυτό λέγει: «πιγι­νώ­σκε­τε ον τος τοιού­τους(:Τέτοιους Χρι­στια­νούς λοι­πόν να τους εκτι­μά­τε και να ανα­γνω­ρί­ζε­τε την αξία τους)», «διό­τι για εσάς εγκα­τέ­λει­ψαν πατρί­δα και οικία». Είδες σύνε­ση; Πώς δεί­χνει ότι όχι για τον Παύ­λο, αλλά για τους ίδιους τους Κορίν­θιους έκα­ναν ό,τι έκα­ναν, με το να δεί­χνει ότι από αυτούς εκπρο­σω­πεί­ται όλη η πόλη· πράγ­μα το οποίο και αυτούς τους έκα­νε αξιό­πι­στους και τους Κορίν­θιους δεν τους άφη­νε να απο­χω­ρί­ζον­ται από αυτούς, αφού αντί αυτών παρου­σιά­στη­καν στον Παύ­λο.

«σπά­ζον­ται μς α κκλη­σί­αι τς σίας(:Σας στέλ­νουν εγκάρ­διους αδελ­φι­κούς χαι­ρε­τι­σμούς οι Εκκλη­σί­ες της Ασί­ας)»[Α΄Κορ.16,19]. Πάν­το­τε συγ­κεν­τρώ­νει και συνε­νώ­νει τα μέλη της εκκλη­σί­ας δια του ασπα­σμού. «σπά­ζον­ται μς ν Κυρί πολλ κύλας κα Πρί­σκιλ­λα σν τ κατ᾿ οκον ατν κκλη­σί(:Σας στέλ­νουν πολ­λούς χαι­ρε­τι­σμούς εν Κυρίω ο Ακύ­λας και η Πρί­σκιλ­λα μαζί με τους πιστούς, οι οποί­οι συνα­θροί­ζον­ται στο σπί­τι τους)»· επει­δή σε αυτούς έμε­νε ως σκη­νο­ποιός. «σπά­ζον­ται μς ο δελ­φο πάν­τες. σπά­ζε­σθε λλή­λους ν φιλή­μα­τι γί(:Σας στέλ­νουν εγκάρ­διους χαι­ρε­τι­σμούς όλοι οι αδελ­φοί. Ασπα­στεί­τε ο ένας τον άλλον με το άγιο φίλη­μα της αγά­πης)»[Α΄Κορ.16,20]. Αυτήν την προ­σθή­κη για το άγιο φίλη­μα, μόνο σε αυτήν την επι­στο­λή τη θέτει. Για­τί άρα­γε; Διό­τι είχαν έλθει σε διά­στα­ση και μεγά­λη ψυχρό­τη­τα μετα­ξύ τους οι Κορίν­θιοι με το να λέγουν: «γ μέν εμι Παύ­λου, γ δ πολ­λώ (:Εγώ μεν είμαι του Παύ­λου, εγώ δε του Απολ­λώ)»[Α΄Κορ.1,12]. Επει­δή άλλος πει­νά, άλλος μεθά­ει· επει­δή έχουν πολέ­μους και ζηλο­τυ­πί­ες και δικα­στή­ρια. Και από τα χαρί­σμα­τά τους είχαν πέσει σε πολύ φθό­νο και μεγά­λη υπε­ρη­φά­νεια. Αφού λοι­πόν τους συνέ­δε­σε με την παραί­νε­ση, ορθώς προ­τρέ­πει να συμ­φι­λιω­θούν και με το άγιο φίλη­μα· διό­τι αυτό ενώ­νει και γεν­νά ένα σώμα· αυτό το φίλη­μα είναι άγιο, το οποίο δεν δίδε­ται με δόλο και υπο­κρι­σία. « σπα­σμς τ μ χειρ Παύ­λου(:Ο χαι­ρε­τι­σμός αυτός γρά­φτη­κε από μένα τον Παύ­λο, με το ίδιο μου το χέρι)»[Α΄Κορ.16,21]. Δεί­χνει ότι με πολ­λή επι­μέ­λεια και ενδια­φέ­ρον γρά­φτη­κε η επι­στο­λή· γι’ αυτό και πρό­σθε­σε αυτό.

«Ε τις ο φιλε τν Κύριον ησον Χρι­στόν, τω νάθε­μα(:Εάν κανείς δεν αγα­πά με όλη του την ψυχή και την δύνα­μη τον Κύριο Ιησού, ας είναι χωρι­σμέ­νος από το σώμα της Εκκλη­σί­ας)»[Α΄Κορ.16,22]. Με αυτόν τον ένα λόγο όλους τους φόβι­σε, αυτούς που κάνουν τα μέλη τους, μέλη πόρ­νης, αυτούς που σκαν­δα­λί­ζουν τους αδελ­φούς με τα ειδω­λό­θυ­τα, αυτούς που δοξά­ζον­ται από ανθρώ­πους, αυτούς που δεν πιστεύ­ουν στην ανά­στα­ση. Δεν φόβι­σε μόνο όμως, αλλά και έδει­ξε την οδό της αρε­τής και την πηγή της κακί­ας· διό­τι όπως ακρι­βώς όταν η αγά­πη για τον Χρι­στό γίνε­ται πολύ δυνα­τή, εξα­φα­νί­ζει και διώ­κει έξω από τον άνθρω­πο κάθε είδος αμαρ­τί­ας, έτσι όταν είναι ασθε­νέ­στε­ρη, κάνει αυτά να βλα­στά­νουν.

«Μαρν θ(:Ο Κύριος θα έλθει και θα κατα­δι­κά­σει κάθε ανα­θε­μα­τι­σμέ­νο)»[Α΄Κορ.16,22]. Για­τί το είπε αυτό; Και για­τί στην εβραϊ­κή γλώσ­σα; Επει­δή αίτιος όλων των κακών ήταν τη υπε­ρη­φά­νεια, και αυτήν την υπε­ρη­φά­νεια την προ­κα­λού­σε η κοσμι­κή σοφία και αυτό ήταν η κορω­νί­δα των κακών, το οποίο κυρί­ως διέ­σπα­σε την Κόριν­θο, προ­κει­μέ­νου να την ταπει­νώ­σει, δεν χρη­σι­μο­ποιεί την ελλη­νι­κή γλώσ­σα, αλλά την εβραϊ­κή, και δεί­χνει έτσι ότι, όχι μόνο δεν ντρέ­πε­ται να είναι απλοϊ­κός και απαί­δευ­τος στην ειδω­λο­λα­τρι­κή ελλη­νι­κή σοφία, αλλά και ασπά­ζε­ται την απλοϊ­κή ιδιω­τι­κή του ζωή και με πολ­λή θερ­μό­τη­τα. Και τι σημαί­νει «Μαρν θ»; : «Ο Κύριός μας ήλθε». Για­τί λοι­πόν το λέγει αυτό; Για να βεβαιώ­σει το κήρυγ­μα για την οικο­νο­μία, από εκεί­να από τα οποία κυρί­ως συνέ­θε­σε τους καρ­πούς της ανα­στά­σε­ως, όχι μάλι­στα μόνο γι’ αυτό, αλλά και για να τους ντρο­πιά­σει, σαν να έλε­γε: «ο κοι­νός Κύριος και δεσπό­της όλων, μάς τίμη­σε με το να κατε­βεί τόσο, και εσείς είστε ακό­μη στα ίδια και επι­μέ­νε­τε να αμαρ­τά­νε­τε και δεν φρίτ­τε­τε για την υπερ­βο­λή της αγά­πης, το απο­κο­ρύ­φω­μα των αγα­θών;». «Διό­τι σκέ­ψου αυτό μόνο», λέγει, «και θα σου είναι αρκε­τό για να προ­κό­ψεις σε κάθε αρε­τή κα θα μπο­ρέ­σεις να εξα­φα­νί­σεις τελεί­ως κάθε αμαρ­τία».

« χάρις το Κυρί­ου ησο Χρι­στο μεθ᾿ μν (:Σας εύχο­μαι η χάρις του Κυρί­ου Ιησού Χρι­στού να είναι μαζί σας πάν­το­τε)»[Α΄Κορ.16,23]. Αυτό είναι έργο διδα­σκά­λου, το να βοη­θεί όχι μόνο με συμ­βου­λές, αλλά και με ευχές. « γάπη μου μετ πάν­των μν ν Χριστ ησο· μήν (:Η αγά­πη μου, η εν Χρι­στώ Ιησού, είναι και θα είναι με όλους σας. Αμήν)». Τίπο­τε ανθρώ­πι­νο δεν έχει δηλα­δή, ούτε σαρ­κι­κό, αλλά πνευ­μα­τι­κή είναι· γι’ αυτό και είναι απο­λύ­τως γνή­σια· διό­τι αυτοί ήσαν λόγοι ανθρώ­που που αγα­πά πολύ. Διό­τι επει­δή βρι­σκό­ταν μακριά, σαν κατά κάποιο τρό­πο με την έκτα­ση του δεξιού του χεριού, τους αγκα­λιά­ζει όταν λέγει: «Η αγά­πη μου μαζί σας», σαν να έλε­γε, «μαζί με όλους σας εγώ». Με αυτά δεί­χνει ότι όσα γρά­φτη­καν δεν ήσαν λόγοι θυμού ούτε οργής, αλλά πατρι­κής φρον­τί­δας, αφού βέβαια μετά από τόσες κατη­γο­ρί­ες δεν τους απο­στρέ­φε­ται, αλλά και τους αγα­πά και τους εγκολ­πώ­νε­ται, ενώ βρί­σκον­ται μακριά, αφού τους αγκά­λια­σε με αυτά τα γρα­φό­με­να και τις επι­στο­λές. Έτσι λοι­πόν πρέ­πει να κάνει αυτός που διορ­θώ­νει· διό­τι αυτός που μόνο με οργή επι­χει­ρεί να διορ­θώ­σει, επι­διώ­κει να ικα­νο­ποι­ή­σει το πάθος του· ενώ αυτός που μετά τη διόρ­θω­ση εκεί­νου που αμαρ­τά­νει, δεί­χνει και την αγά­πη, απο­δει­κνύ­ει ότι και οι λόγοι που έλε­γε, όταν επέ­πλητ­τε, ήσαν απο­τέ­λε­σμα πατρι­κής αγά­πης.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επι­μέ­λεια κει­μέ­νου: Ελέ­νη Λιναρ­δά­κη, φιλό­λο­γος

ΠΗΓΕΣ:

  • https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-i-ad-corinthios.pdf

  • Ιωάν­νου του Χρυ­σο­στό­μου Άπαν­τα τα έργα, Υπό­μνη­μα στην Προς Α΄προς Κοριν­θί­ους επι­στο­λήν, ομι­λία ΜΔ΄[επι­λεγ­μέ­να απο­σπά­σμα­τα], πατε­ρι­κές εκδό­σεις «Γρη­γό­ριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάν­τιον», Θεσ­σα­λο­νί­κη 1980, τόμος 18Α, σελί­δες 745–755.

  • Π. Τρεμ­πέ­λα, Η Και­νή Δια­θή­κη με σύν­το­μη ερμη­νεία (από­δο­ση στην κοι­νή νεο­ελ­λη­νι­κή), εκδό­σεις αδελ­φό­τη­τος θεο­λό­γων «Ο Σωτήρ», έκδο­ση τέταρ­τη, Αθή­να 2014.

  • Η Και­νή Δια­θή­κη, Κεί­με­νον και ερμη­νευ­τι­κή από­δο­σις υπό Ιωάν­νου Κολι­τσά­ρα, εκδό­σεις αδελ­φό­τη­τος θεο­λό­γων «Η Ζωή», έκδο­ση τρια­κο­στή τρί­τη, Αθή­να 2009.

  • Η Παλαιά Δια­θή­κη κατά τους εβδο­μή­κον­τα, Κεί­με­νον και σύν­το­μος από­δο­σις του νοή­μα­τος υπό Ιωάν­νου Κολι­τσά­ρα, εκδό­σεις αδελ­φό­τη­τος θεο­λό­γων «Η Ζωή», έκδο­ση τέταρ­τη, Αθή­να 2005.

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm

  • Liddell & Scott, Λεξι­κό της Αρχαί­ας Ελλη­νι­κής Γλώσσας(Επιτομή του Μεγά­λου Λεξι­κού, εκδ. Πελε­κά­νος 2007),

http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html

Αυγου­στί­νος Καν­τιώ­της (Από το βιβλίο “ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ”)

Κανέ­νας προ­δό­της!

«Στή­κε­τε ἐν τῇ πίστει» (A΄ Kop. 16,13)

ΚΑΊ ΠΑΛΙ, ἀγα­πη­τοί μου, καὶ πάλι ὁ Παῦ­λος μιλά­ει. Ἂς τὸν ἀκού­σου­με. Εἶνε σὰν ν ̓ ἀκοῦ­με τὸν ἴδιο τὸ Χρι­στό. Για­τί στό­μα τοῦ Χρι­στοῦ ἦταν ὁ Παῦ­λος. Δὲν ἔλε­γε τίπο­τε ποὺ νὰ εἶνε ἔξω ἀπ’ τὴ διδα­σκα­λία τοῦ Χρι­στοῦ. Κήρυτ­τε μὲ πίστι. Τὰ λόγια του ἔβγαι­ναν ἀπ’ τὸ στό­μα του σὰν φωτιά, που πέφτει μέσ’ στ’ ἀγκά­θια καὶ τὰ καί­ει. Πόθος του ἦταν, νὰ κηρυ­χθῇ ὣς τὰ πέρα­τα τοῦ κόσμου τὸ εὐαγ­γέ­λιο. Πόθος του ἦταν, νὰ φύγῃ τὸ σκο­τά­δι καὶ νά ’ρθῃ τὸ φῶς. Πόθος του ἦταν, νὰ νική­σῃ καὶ νὰ θριαμ­βεύ­σῃ παν­τοῦ ὁ Χρι­στός.

Ὁ Παῦ­λος βρι­σκό­ταν πάν­τα σὲ πόλε­μο. Ἔδι­νε καθη­με­ρι­νὰ μάχες καὶ καλοῦ­σε τοὺς χρι­στια­νοὺς ν’ ἀγω­νι­στοῦν κι αὐτοὶ κάτω ἀπ’ τὴν ἔνδο­ξη σημαία τοῦ Χρι­στοῦ καὶ νὰ νική­σουν τὸν ἐχθρό. Κανέ­νας νὰ μὴν ἐγκα­τα­λεί­ψῃ τὴν ἱερὰ παρά­τα­ξι. Κανέ­νας νὰ μὴ φοβη­θῇ. Κανέ­νας νὰ μὴν πετά­ξῃ τὰ ὅπλα καὶ γίνῃ λιπο­τά­κτης. Κανέ­νας νὰ μὴν προ­δώ­σῃ τὸ Χρι­στό.

* * *

Ὅλοι στὸν ἱερὸ ἀγῶ­να! ἀκού­γε­ται ἡ φωνὴ τοῦ Παύ­λου. Κι ὅπως ἕνας γεν­ναῖ­ος στρα­τη­γὸς τὴν ὥρα τῆς μάχης δὲν κοι­μᾶ­ται, ἀλλὰ τρέ­χει παν τοῦ καὶ ἐπι­σκέ­πτε­ται τὸ στρα­τὸ καὶ φτά­νει μέχρι τὴν πρώ­τη γραμ­μὴ καὶ ἐνθαρ­ρύ­νει τοὺς στρα­τιῶ­τες, ἔτσι κάνει κι ὁ Παῦ­λος. Εἶνε κι αὐτὸς στρα­τη­γός. Αλλά τί στρα­τη­γός! Στρα­τη­γὸς ἀσύγ­κρι­τα ἀνώ­τε­ρος ἀπὸ κάθε ἄλλο στρα­τη­γό. Εἶνε πνευ­μα­τι­κὸς στρα­τη­γός. Ὁ λόγος ποὺ κηρύτ­τει εἶνε τὸ σπα­θί του σπα­θί κοφτε­ρό, ποὺ δὲν κόβει κεφά­λια ἀνθρώ­πων, ἀλλ’ ἀκο­νι­σμέ­νο καὶ ἀστρα­φτε­ρό νικᾷ καὶ συν­τρί­βει κάθε σατα­νι­κὴ ἀντί­στα­σι. Ὁ Παῦ­λος στρα­τη­γός. Κι ὅπως ὁ στρα­τη­γὸς δίνει παραγ­γέλ­μα­τα, ἔτσι κι ὁ Παῦ­λος δίνει παραγ­γέλ­μα­τα, ποὺ πρέ­πει οἱ χρι­στια­νοὶ νὰ τὰ ἐκτε­λέ­σουν, ἂν θέλουν νὰ νική­σουν καὶ νὰ θριαμ­βεύ­σουν.

Πέν­τε παραγ­γέλ­μα­τα τοῦ Παύ­λου ἀκού­γον­ται στὸ σημε­ρι­νὸ Ἀπό­στο­λο. «Γρη­γο­ρεῖ­τε» εἶνε τὸ πρῶ­το παράγ­γελ­μα. «Στή­κε­τε ἐν τῇ πίστει» εἶνε τὸ δεύ­τε­ρο. «Ἀνδρί­ζε­σθε» εἶνε τὸ τρί­το. «Κρα­ταιοῦ­σθε» εἶνε τὸ τέταρ­το. «Πάν­τα ὑμῶν ἐν ἀγά­πῃ γινέ­σθω» εἶνε τὸ πέμ­πτο παράγ­γελ­μα (Α’ Κορ. 16,13–14).

* * *

Θεό­πνευ­στα ὅλα τὰ παραγ­γέλ­μα­τα. Εἶνε παραγ­γέλ­μα­τα ποὺ ἀπευ­θύ­νον­ται σ’ ὅλους τοὺς χρι­στια­νοὺς ὅλων τῶν ἐπο­χῶν καὶ ὅλων τῶν αἰώ­νων. Ἐὰν τὰ ἐφάρ­μο­ζαν ὅλοι οἱ χρι­στια­νοί, ἡ χρι­στια­νι­κὴ παρά­τα­ξις θὰ ἦταν ἀήτ­τη­τη. Ἕνα ἀπ’ τὰ παραγ­γέλ­μα­τα αὐτὰ θέλου­με νὰ προ­σέ­ξουν ἰδιαί­τε­ρα οἱ χρι­στια­νοί μας. Εἶνε ἐπί­καί­ρο. Εἶνε τὸ «Στή­κε­τε ἐν τῇ πίστει» (Α’ Κορ. 16,13). Μὲ τὸ παράγ­γελ­μα αὐτό μᾶς προ­τρέ­πει ὁ Παῦ­λος νὰ μὴ φύγου­με ἀπ ̓ τὴν πίστι, ἀλλὰ νὰ μεί­νου­με στα­θε­ροὶ καὶ ἀκλό­νη­τοι στὴ θέσι μας, καὶ νὰ προ­τι­μή­σου­με τὸ θάνα­το παρὰ ν’ ἀρνη­θοῦ­με τὴν πίστι μας καὶ νὰ γίνου­με λιπο­τά­κτες καὶ προ­δό­τες.

«Στή­κε­τε ἐν τῇ πίστει». Ἀλλὰ τί εἶνε αὐτὴ ἡ πίστίς, ποὺ καλού­με­θα νὰ κρα­τή­σου­με μέχρι θανά­του; Θὰ ποῦ­με μερι­κά παρα­δείγ­μα­τα, γιὰ νὰ κατα­λά­βουν ὅλοι τί σημαί­νει πίστίς. Αρρω­σταί­νεις. Πέφτεις στὸ κρε­βά­τι. Ἔχεις πυρε­τὸ καὶ πόνο. Ανη­συ­χείς. Καλεῖς τὸ για­τρό. Σὲ ἐξε­τά­ζει. Ὕστε­ρα ἀπ’ τὴν ἐξέ­τα­σι ὁ για­τρός σοῦ λέει, ὅτι γιὰ νὰ γίνῃς καλὰ πρέ­πει νὰ πάρῃς φάρ­μα­κο, νὰ κάνης δίαι­τα. Κ’ ἐσὺ παίρ­νεις τὰ φάρ­μα­κα, κάνεις δίαι­τα, συμ­μορ­φώ­νε­σαι μὲ ὅλες τὶς ὑπο­δεί­ξεις τοῦ για­τροῦ. Δηλα­δὴ δίνεις πίστι στὸ για­τρό, ὅτι αὐτὸς μὲ τὴν ἐπι­στή­μη του θὰ σὲ κάνῃ καλά. Ἐὰν ὅμως ἡ πίστι, ἡ ἐμπι­στο­σύ­νη στὸ για­τρό, κλο­νι­στῇ, τότε οὔτε φάρ­μα­κα παίρ­νεις οὔτε δίαι­τα κάνεις οὔτε καμ­μιὰ συμ­βου­λὴ τοῦ για­τροῦ ἐκτε­λεῖς. Ἡ πίστι στὸ για­τρό εἶνε τὸ πρῶ­το γιὰ τὸν ἄρρω­στο. Καὶ χιλιά­δες κ’ ἑκα­τομ­μύ­ρια ἄρρω­στοι τρέ­χουν κάθε μέρα στὰ ἰατρεῖα καὶ νοσο­κο­μεῖα καὶ ἐμπι­στεύ­ον­ται τὴν ὑγεία τους στὰ χέρια τῶν για­τρῶν. Καὶ μόνο οἱ ἄρρω­στοι ἔχουν ἀνάγ­κη ἀπὸ πίστι; Ὅλη σχε­δὸν ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώ­που κινεῖ­ται μέσα στὴν πίστι, δηλα­δή μέσα στὴν ἐμπι­στο­σύ­νη ποὺ δίνει ὁ ἕνας στὸν ἄλλο. Κλο­νί­στη­κε ἡ ἐμπι­στο­σύ­νη; Δὲν μπο­ρεῖ νὰ στα­θῇ κοι­νω­νία. Ρίξε μια ματιά γύρω σου καὶ θὰ πει­σθῇς. Ὅσοι ταξι­δεύ­ουν ἐμπι­στεύ­ον­ται τη ζωή τους στοὺς ὁδη­γοὺς ποὺ ὁδη­γοῦν τὰ αὐτο­κί­νη­τα, τὰ τραῖ­να, τὰ ἀερο­πλά­να. Ὅσοι πάλι κατα­θέ­τουν λεφτά στίς τρά­πε­ζες ἐμπι­στεύ­ον­ται τὴν περιου­σία τους στὰ ἰσχυ­ρὰ οἰκο­νο­μι­κὰ συγ­κρο­τή­μα­τα…

Οἱ ἄνθρω­ποι δίνουν πίστι σὲ ὅλους. Αὐτοὶ ποὺ ἔχουν λεφτά, στίς τρά­πε­ζες· αὐτοὶ ποὺ ταξι­δεύ­ουν, στοὺς ὁδη­γούς· αὐτοὶ ποὺ εἶνε ἄρρω­στοι, στους για­τρούς. Νὰ ποῦ­με κ’ ἕνα ἀκό­μη παρά­δειγ­μα; Υπάρ­χουν καὶ ἄλλοι ποὺ πηγαί­νουν στοὺς μάγους καὶ στὶς μάγισ­σες καὶ δίνουν πίστι σ’ αὐτὰ ποὺ τοὺς λένε. Ἀλλ’ ἐδῶ εἶνε τὸ τρα­γι­κό· ἐνῷ οἱ ἄνθρω­ποι δίνουν πίστι σὲ ὅλους καὶ σὲ ὅλα, δὲν δίνουν πίστι στὸ Θεό. Μιλά­ει ὁ Θεὸς στὸν ἄνθρω­πο. Τὰ λόγια, ποὺ εἶπε ὁ Χρι­στὸς καὶ κήρυ­ξαν οἱ ἀπό­στο­λοι καὶ εἶνε γραμ­μέ­να στὴν ἁγία Γρα­φή, αὐτὰ τὰ λόγια εἶνε ἑκα­τὸ τοῖς ἑκα­τὸ ἀλη­θι­νὰ καὶ θὰ ἔπρε­πε στὰ λόγια αὐτὰ νὰ ἔχουν ἐμπι­στο­σύ­νη ἀπό­λυ­τη οἱ ἄνθρω­ποι. Θὰ ἔπρε­πε νὰ πιστεύ­ουν, ὅτι ὁ Χρι­στὸς εἶνε ὁ μονα­δι­κὸς ἰατρός, ποὺ μπο­ρεῖ νὰ τοὺς θερα­πεύ­σῃ ἀπὸ τὴν τρο­με­ρή ἀρρώ­στια που λέγε­ται ἁμαρ­τία. Νὰ πιστεύ­ουν, ὅτι ὁ Χρι­στὸς εἶνε ὁ μονα­δι­κὸς ὁδη­γός, ποὺ μὲ ἀσφά­λεια μπο­ρεῖ νὰ τοὺς ὁδη­γή­σῃ ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρα­νό. Νὰ πιστεύ­ουν πὼς ὅ,τι δώσουν γιὰ τὸ Χρι­στό, καί μιά ἀκό­μη δραχ­μή, δὲν θὰ χαθῇ, ἀλλὰ θὰ πολ­λα­πλα­σια­σθῇ. Καμ­μιά τρά­πε­ζα δεν εἶνε τόσο ἀσφα­λὴς καὶ δὲν δίνει τόσο μεγά­λο τόκο, ὅσο ἡ τρά­πε­ζα ποὺ ἔχει ἀνοί­ξει ὁ Χρι­στὸς καὶ λέγε­ται ἐλεη­μο­σύ­νη.

* * *

Ὑπῆρ­χαν, ἀγα­πη­τοί μου, στὴν ἐπο­χὴ τοῦ Παύ­λου ἄνθρω­ποι ποὺ πολε­μοῦ­σαν τὴν πίστι. Ἀλλ ̓ ὑπάρ­χουν καὶ σήμε­ρα αὐτοὶ ποὺ πολε­μοῦν τὴν πίστι. Κι ὅσο πλη­σιά­ζει τὸ τέλος τοῦ κόσμου, οἱ ἄπι­στοι γίνον­ται πιὸ πολ­λοὶ καὶ μὲ πιὸ μεγά­λο φανα­τί­ςμό πολε­μοῦν τὸ χρι­στια­νι­σμό. Οἱ ἄπι­στοι ἔχουν μανία νὰ ξερ­ρι­ζώ­σουν ἀπ ̓ τὶς καρ­διὲς ὅλων, καὶ τῶν μικρῶν ἀκό­μη παι­διῶν, τὴν πίστι στὸ Χρι­στό. Πιστεύ­ε­τε στὴν ἐπι­στή­μη, πιστεύ­ε­τε στο μαμω­νᾶ, πιστεύ­ε­τε στὶς ἡδο­νές, πιστεύ­ε­τε στοὺς μάγους καὶ στὶς μάγισ­σες, πιστεύ­ε­τε σ ̓ ὅλους τοὺς δια­βό­λους, ἀλλὰ στὸ Χρι­στὸ ὄχι. Ὁ Χρι­στὸς δὲν ἔχει νὰ σᾶς ὠφε­λή­σῃ τίπο­τα, λένε οἱ ἄπι­στοι. Καὶ δυστυ­χῶς πολ­λοί, ποὺ τοὺς ἀκοῦ­νε, χάνουν τὴν πίστι τους, φεύ­γουν ἀπ’ τὸ Χρι­στό, καὶ πηγαί­νουν σ ̓ αὐτοὺς τοὺς ψεῦ­τες, τοὺς ἀπα­τε­ῶ­νες καὶ τοὺς ἐκμε­ταλ­λευ­τάς. Κακὸ τέλος θὰ ἔχουν. Κόλα­σις αἰώ­νια τοὺς περι­μέ­νει. Για­τί ἡ ἀπι­στία στὸ Χρι­στό, στὸν ἀλη­θι­νό Θεό, εἶνε ἡ πιὸ μεγά­λη ἁμαρ­τία, ἀλλὰ καὶ ἡ πιὸ μεγά­λη συμ­φο­ρά. Χίλιες φορές προ­τι­μό­τε­ρο να σβή­σῃ ὁ ἥλιος, παρὰ νὰ σβή­σῃ μέσ’ ἀπ ̓ τὶς καρ­διὲς ἡ πίστι στὸ Χρι­στό. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅσοι ἀπὸ μᾶς ποὺ ζοῦ­με στὸν αἰῶ­να αὐτὸ τῆς ἀπι­στί­ας καὶ τῆς δια­φθο­ρᾶς θέλου­με να μεί­νου­με κον­τὰ στὸ Χρι­στὸ καὶ τὴν ἁγία του Ἐκκλη­σία, τὴν Ὀρθό­δο­ξο Ἐκκλη­σία, ποὺ κρα­τεῖ καθα­ρὴ καὶ ἀνό­θευ­τη τὴ διδα­σκα­λία του, ἂς προ­σέ­χου­με πολύ, καὶ ποτέ νὰ μὴν ξεχνᾶ­με τὸ οὐρά­νιο παράγ­γελ­μα ποὺ ἀκού­σα­με σήμε­ρα «Στή­κε­τε ἐν τῇ πίστει» (ἔ.ά.).

Διαβάστε επίσης και τα εξής:

elGreek