ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ

Αποστολική Περικοπή και Κηρύγματα Αγίων Πατέρων

by admin

ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ - Ρωμ. (ΙΒ΄ 6 - 14)

Προς Ρωμαίους, κεφ. ΙΒ΄, εδάφια 6-14

6 χοντες δ χαρσματα κατ τν χριν τν δοθεσαν μν διφορα, ετε προφητεαν, κατ τν ναλογαν τς πστεως, 7 ετε διακοναν, ν τ διακονίᾳ, ετε διδσκων, ν τ διδασκαλίᾳ, 8 ετε παρακαλν, ν τ παρακλσει, μεταδιδος, ν πλτητι, προϊστμενος, ν σπουδ, λεν, ν λαρτητι.

9 Η γπη νυπκριτος. ποστυγοντες τ πονηρν, κολλμενοι τ γαθ, 10 τ φιλαδελφίᾳ ες λλλους φιλστοργοι, τ τιμ λλλους προηγομενοι, 11 τ σπουδ μ κνηρο, τ πνεματι ζοντες, τ Κυρίῳ δουλεοντες, 12 τ λπδι χαροντες, τ θλψει πομνοντες, τ προσευχ προσκαρτεροντες, 13 τας χρεαις τν γων κοινωνοντες, τν φιλοξεναν δικοντες. 14 Ελογετε τος δικοντας μς, ελογετε κα μ καταρσθε.

Εφ’ όσον δε έχομεν διάφορα χαρίσματα σύμφωνα με την χάριν, που μας έχει δοθή από το Αγιον Πνεύμα, ας επαναπαυώμεθα εις αυτά και ας εργαζώμεθα πνευματικώς δι’ αυτών. Είτε δηλαδή έχομεν προφητικόν χάρισμα, ας διδάσκωμεν την αλήθειαν ανάλογα με το χάρισμα αυτό. Είτε έχομεν χάρισμα πνευματικής διακονίας εις την Εκκλησίαν, ας μένωμεν συνεπείς εις αυτό· εκείνος, που έλαβε το χάρισμα να διδάσκη, ας μένη εις την διακονίαν της διδασκαλίας και ας αναλύη τας αληθείας του Θεού στους πιστούς. Εκείνος που έχει το χάρισμα να παρηγορή, να ενθαρρύνη και να προτρέπη τους πιστούς στον δρόμον της αρετής, ας μένη στο έργον αυτό της ηθικής τονώσεως· εκείνος, που έχει αγαθά και αισθάνεται την εσωτερικήν κλίσιν να τα μοιράζη στους πτωχούς, ας το πράττη με απλότητα και διάκρισιν· εκείνος που έχει ορισθή προϊστάμενος, ας διαχειρίζεται την εξουσίαν και ας επιστατή εις κάθε καλόν έργον με επιμέλειαν και δραστηριότητα· εκείνος, που ελεεί, ας προσφέρη την ελεημοσύνην του με γλυκύτητα και καλωσύνην. Η αγάπη σας ας είναι πάντοτε ειλικρινής, απηλλαγμένη από κάθε υποκρισίαν και ιδιοτέλειαν· να αποστρέφεσθε και να μισήτε με όλην σας την δύναμιν το πονηρόν, να είσθε δε και να μένετε πάντοτε προσκολλημένοι στο αγαθόν. 10 Δια της ειλικρινούς και αδελφικής αγάπης να γίνεσθε φιλόστοργοι ο ένας στον άλλον και ο καθένας σας να αποδίδη τα πρωτεία της τιμής και του σεβασμού στους άλλους (και να μη σπεύδη να ζητή δια τον ευατόν του τιμάς και πρωτοκαθεδρίας). 11 Εις τον ζήλον και την δραστηριότητα, που απαιτείται δια κάθε καλόν έργον, να μη είσθε ράθυμοι και δυσκίνητοι. Το πνεύμα σας, αι εσωτερικαί πνευματικαί δυνάμεις σας, να είναι διαποτισμέναι και πλήρεις από την φλόγα του κατά Θεόν ζήλου. Δι’ όλων δε αυτών των χαρισμάτων και αρετών να δουλεύετε με προθυμίαν και να ευαρεστήτε στον Κυριον. 12 Εχοντες ακλόνητον την ελπίδα εις τα άπειρα αγαθά, που σας έχει ετοιμάσει ο Θεός, να χαίρετε και να αγάλλεσθε· εις την θλίψιν να δεικνύετε υπομονήν και γενναιότητα· να επιμένετε πάντοτε με προθυμίαν και ζήλον εις την προσευχήν. 13 Με τα δώρα της αγάπης σας να γίνεσθε συμμέτοχοι και βοηθοί εις τας ανάγκας των Χριστιανών· να επιδιώκετε την φιλοξενίαν, χωρίς να περιμένετε να σας την ζητήσουν. 14 Να εύχεσθε και να παρακαλήτε, τον Θεόν δι’ εκείνους που σας διώκουν. Να εύχεσθε και να λέγετε πάντοτε καλά λόγια δι’ όλους και ποτέ να μη καταράσθε.

6 Και έχοντας διάφορα χαρίσματα και ικανότητες, ανάλογα με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος που μας δόθηκε, ας αρκούμαστε σε αυτές κι ας μη ζητούμε εγωιστικά εκείνα που δεν μας έδωσε το Άγιο Πνεύμα. Είτε δηλαδή έχουμε το χάρισμα της προφητείας, ας προφητεύουμε ανάλογα με το χάρισμα που δόθηκε στον καθένα σύμφωνα με τον βαθμό της πίστεώς του. 7 Είτε έχουμε χάρισμα εκκλησιαστικής διακονίας, ας μένουμε στο χάρισμα αυτό της διακονίας. Είτε είναι κανείς διδάσκαλος των θείων αληθειών, ας μένει στη διδασκαλία και ας αρκείται να εξηγεί τις αλήθειες που αποκαλύπτονται από τους προφήτες και περιλαμβάνονται στον λόγο του Θεού. 8 Κι εκείνος που έχει το χάρισμα να προτρέπει στην αρετή και στην εφαρμογή των θείων αληθειών, τις οποίες αποκαλύπτει βέβαια ο προφήτης, εξηγεί όμως ο διδάσκαλος, ας μένει στο έργο της προτροπής. Εκείνος που έχει κλίση να μοιράζει από τα αγαθά του στους φτωχούς, ας το κάνει αυτό με απλότητα, χωρίς επίδειξη ή άλλα εγωιστικά ελατήρια. Εκείνος στον οποίο ανατέθηκε η επιστασία, η φροντίδα και η επιμέλεια οποιουδήποτε καλού έργου, ας επιστατεί με προθυμία και δραστηριότητα. Και εκείνος που κάνει ελεημοσύνη, ας ελεεί με χαρά και καλοσύνη.

9 Η αγάπη ας είναι ειλικρινής και ελεύθερη από υποκρισία. Να αποστρέφεστε με όλη σας τη δύναμη το πονηρό και να είστε προσκολλημένοι στο καλό. 10 Με τη φιλαδελφία να γίνεστε φιλόστοργοι μεταξύ σας. Να προλαβαίνει ο καθένας να αποδίδει πρώτος την τιμή στους άλλους. 11 Στην προθυμία και τον ζήλο που απαιτείται για κάθε θεάρεστο έργο να μην είστε δυσκίνητοι και οκνηροί. Οι εσωτερικές σας πνευματικές δυνάμεις να είναι γεμάτες από θερμή αφοσίωση και πάντοτε ζεστές από την πνευματική φλόγα του Αγίου Πνεύματος. Και με όλα αυτά να υπηρετείτε τον Κύριο ως αφοσιωμένοι δούλοι του. 12 Η ακλόνητη ελπίδα σας στα μελλοντικά αγαθά να σας γεμίζει χαρά και να σας ενισχύει για να δείχνετε υπομονή στη θλίψη. Και να επιμένετε στην προσευχή, από την οποία θα παίρνετε μεγάλη βοήθεια για όλες αυτές τις αρετές, καθώς και για τις δύσκολες περιστάσεις της ζωής. 13 Να συμμετέχετε και να βοηθάτε στις ανάγκες των Χριστιανών, και να επιδιώκετε τη φιλοξενία χωρίς να περιμένετε οι ξενιτεμένοι αδελφοί να σας τη ζητήσουν. 14 Να εύχεστε για εκείνου που σας καταδιώκουν˙ για όλους να εύχεστε και να λέτε καλά λόγια ζητώντας την ευλογία του Θεού επάνω τους, και ποτέ να μην τους καταριέστε.

Ἔχοντας δὲ διάφορα χαρίσματα συμφώνως πρὸς τὴ χάρι, ποὺ μᾶς δόθηκε, ἂς τὰ χρησιμοποιοῦμε. Ἐὰν κανεὶς ἔχῃ προφητεία, ἂς κηρύττῃ ἀναλόγως μὲ τὴν πίστι του. Ἐὰν ἔχῃ διακονία, ἂς διακονῇ. Ἐὰν εἶναι διδάσκαλος, ἂς διδάσκῃ. Ἐὰν ἔχῃ τὸ χάρισμα νὰ παρηγορῇ καὶ νὰ στηρίζῃ, ἂς παρηγορῇ καὶ ἂς στηρίζῃ. Ἐὰν ἔχῃ τὸ χάρισμα νὰ μεταδίδῃ ἀπὸ τὰ ἀγαθά του, ἂς μεταδίδῃ μὲ ἁπλότητα. Ὁ προϊστάμενος ἂς προΐσταται μὲ ζῆλο. Ὅποιος μοιράζει τὶς ἐλεημοσύνες, ἂς τὸ κάνῃ μὲ προθυμία. Ἡ ἀγάπη νὰ εἶναι ἀνυπόκριτη. Nὰ μισῆτε τελείως τὸ κακό, καὶ νὰ προσκολλᾶσθε στὸ καλό. 10 Ὡς πρὸς τὴν ἀδελφικὴ ἀγάπη νὰ εἶσθε γεμᾶτοι στοργὴ ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλο. Ὡς πρὸς τὴν ἀπόδοσι τιμῆς ὁ ἕνας νὰ συναγωνίζεται τὸν ἄλλο. 11 Στὴ φροντίδα νὰ μὴν εἶσθε ὀκνηροί. Στὸ πνεῦμα νὰ εἶσθε θερμοί. Tὸν Kύριο νὰ ὑπηρετῆτε ὡς ἀφωσιωμένοι δοῦλοι. 12 Mὲ τὴν ἐλπίδα νὰ χαίρετε. Στὴ θλῖψι νὰ ὑπομένετε. Στὴν προσευχὴ νὰ ἐπιμένετε. 13 Στὶς ἀνάγκες τῶν ἁγίων (τῶν πιστῶν) νὰ βοηθῆτε. Tὴ φιλοξενία νὰ ἐπιδιώκετε. 14 Nὰ εὔχεσθε γιὰ τοὺς διῶκτες σας, νὰ εὔχεσθε καὶ νὰ μὴ καταρᾶσθε. 

Ιερός Χρυσόστομος (Ερμηνεία Περικοπής)

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ

«Καθάπερ γρ ν ν σώματι μέλη πολλ χομεν, τ δ μέλη πάντα ο τν ατν χει πρξιν, οτως ο πολλο ν σμά σμεν ν Χριστ, δ καθ᾿ ες λλήλων μέλη(: διότι όπως σε ένα σώμα έχουμε πολλά μέλη και όλα τα μέλη δεν έχουν το ίδιο έργο, έτσι οι πολλοί πιστοί στην Εκκλησία είμαστε ένα σώμα εξαιτίας της ενώσεώς μας με τον Χριστό, και ο καθένας μας είμαστε μέλη ο ένας του άλλου. Συνεπώς οφείλουμε να συνεργαζόμαστε με ταπείνωση και ο καθενός να υπηρετεί όλο το σώμα της Εκκλησίας)»[ Ρωμ.12,4-5]

Πάλι χρησιμοποιεί το ίδιο παράδειγμα, που χρησιμοποίησε και στην επιστολή προς τους Κορινθίους, για να καταπολεμήσει το ίδιο ακριβώς πάθος· καθόσον είναι μεγάλη η δύναμη του φαρμάκου και η επίδραση του παραδείγματος αυτού προς διόρθωση της αρρώστιας της αλαζονείας. «Για ποιον λόγο, λοιπόν», λέγει, «υπερηφανεύεσαι εσύ; Ή γιατί πάλι άλλος εξευτελίζει τον εαυτό του; Δεν είμαστε ένα σώμα όλοι, και μεγάλοι και μικροί; Όταν λοιπόν κατά το σπουδαιότερο είμαστε ένα και μέλη ο ένας του άλλου, γιατί με την αλαζονεία ξεχωρίζεις τον εαυτό σου; Γιατί περιφρονείς τον αδελφό σου; Εφόσον, όπως ακριβώς εκείνος είναι μέλος σου, έτσι και εσύ είσαι μέλος εκείνου· και είναι μεγάλη και ως προς αυτό η ισοτιμία σας».

Αναφέρει λοιπόν δύο πράγματα που είναι ικανά να εξαλείψουν την αλαζονεία τους· και ότι είμαστε μέλη ο ένας του άλλου, όχι ο μικρός του μεγάλου μόνο, αλλά και ο μεγάλος του μικρότερου, και ότι όλοι αποτελούμε ένα σώμα· ή καλύτερα και τρία· καθόσον έδειξε πως είναι χάρισμα αυτό που μας δόθηκε. Μην υπερηφανεύεσαι λοιπόν· γιατί το χάρισμα σου δόθηκε από τον Θεό, δεν το έλαβες εσύ, ούτε το βρήκες. Γι’ αυτό και μιλώντας για τα χαρίσματα, δεν είπε ότι «ο ένας έλαβε μεγαλύτερο και ο άλλος μικρότερο», αλλά τι; Είπε ότι ο καθένας έλαβε «διαφορετικό» χάρισμα. «Έχοντας λοιπόν», λέγει, «χαρίσματα», όχι μεγαλύτερα και μικρότερα, αλλά «διαφορετικά».

Τι σημασία έχει, αν δεν σου όρισε τα ίδια; Όμως το σώμα είναι το ίδιο. Και αρχίζοντας από χάρισμα, καταλήγει σε κατόρθωμα· γιατί, αφού ανέφερε την προφητεία και τη διακονία και όλα τα παρόμοια, κατέληξε στην ελεημοσύνη, στην προθυμία και στη βοήθεια. Επειδή λοιπόν ήταν φυσικό μερικοί να είναι ενάρετοι, αλλά να μην έχουν ικανότητα για προφητεία, δείχνει ότι και το να έχει κανένας αρετή είναι χάρισμα, και μάλιστα πολύ μεγαλύτερο από εκείνο, όπως ακριβώς έδειξε στην προς Κορινθίους επιστολή, και τόσο μεγαλύτερο μάλιστα, όσο ότι το ένα έχει μισθό, ενώ το άλλο, η προφητεία, στερείται κάθε αμοιβής, καθόσον όλο είναι δωρεά και χάρη. Γι’ αυτό λέγει: «ἔχοντες δὲ χαρίσματα κατὰ τὴν χάριν τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν διάφορα, εἴτε προφητείαν, κατὰ τὴν ἀναλογίαν τῆς πίστεως(:και έχοντας διάφορα χαρίσματα και ικανότητες, ανάλογα με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος που μας δόθηκε, ας αρκούμαστε σε αυτές, και ας μη ζητούμε εγωιστικά εκείνο που δεν μας έδωσε το Άγιο Πνεύμα. Είτε δηλαδή έχουμε το χάρισμα της προφητείας, ας προφητεύουμε ανάλογα με το χάρισμα που δόθηκε στον καθένα σύμφωνα με τον βαθμό της πίστεώς του)» [Ρωμ. 12,6].

Αφού λοιπόν τους παρηγόρησε αρκετά, θέλει να τους βάλει και σε αγωνία, και να τους κάνει πιο πρόθυμους, αποδεικνύοντας ότι αυτοί οι ίδιοι δίνουν τις αφορμές για να λάβουν μεγαλύτερο ή μικρότερο χάρισμα. Βέβαια λέγει ότι αυτό δόθηκε και από τον Θεό, όπως όταν λέγει: « κάστ ς Θες μέρισε μέτρον πίστεως(: ανάλογα με το χάρισμα που μοίρασε ο Θεός στον καθένα· και μη νομίσετε ότι τα χαρίσματα δίνονται στον καθένα για να του γίνονται αφορμή αμαρτωλής καυχήσεως και αλαζονείας. Δίνονται για να υπηρετεί ο καθένας τους άλλους και το σύνολο της Εκκλησίας)»[Ρωμ.12,3] ή «κατὰ τὴν χάριν τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν(:σύμφωνα με τη χάρη, που μας έχει δοθεί από το Άγιο Πνεύμα)»[Ρωμ.12,6], για να συγκρατήσει τους υπερήφανους, λέγει όμως ότι και από αυτούς έγινε η αρχή, για να παρακινήσει τους αδιάφορους, πράγμα που κάνει και στην προς Κορινθίους επιστολή, μιλώντας και για τα δύο αυτά.

Όταν δηλαδή λέγει «ζηλοτε δ τ χαρίσματα τ κρείττονα. κα τι καθ᾿ περβολν δν μν δείκνυμι(:επιδιώκετε λοιπόν με ζήλο τα χαρίσματα που φέρνουν μεγαλύτερη ωφέλεια, και γι’ αυτό είναι και ανώτερα. Και τώρα σας δείχνω ένα πολύ ανώτερο ακόμα δρόμο, και μέσο έξοχο και υπέροχο, με το οποίο αποκτώνται τα καλύτερα χαρίσματα. Και το μέσο αυτό είναι η αγάπη)»[Α΄Κορ.12,31]· δείχνει πως και αυτοί είναι αίτιοι για τα διαφορετικά χαρίσματα που δίνονται, αλλά όταν λέγει: «Πάντα δ τατα νεργε τ ν κα τ ατ Πνεμα, διαιρον δί κάστ καθς βούλεται (:και όλα αυτά τα πολλά και ποίκιλα χαρίσματα ενεργεί το ένα και το αυτό Άγιο Πνεύμα, το οποίο μοιράζει ιδιαιτέρως και χωριστά στον καθένα σύμφωνα με την Θεία του θέληση. Και η θέληση του αυτή δεν είναι μεροληπτική και αυθαίρετη, αλλά πάντοτε αποβλέπει από συμφέρον και εκείνου στον οποίου δίνετε χάρισμα, αλλά και όλου του σώματος της εκκλησίας)»[Α΄Κορ.12,11], αποδεικνύει εκείνο, το ότι δηλαδή δεν πρέπει να υπερηφανεύονται εκείνοι που έχουν λάβει, μετριάζοντας από παντού το πάθος τους, πράγμα ακριβώς που κάνει και εδώ. Και πάλι για να ενισχύσει τους απελπισμένους λέγει: «Εἴτε προφητείαν, κατὰ τὴν ἀναλογίαν τῆς πίστεως(:είτε δηλαδή έχουμε προφητικό χάρισμα, ας προφητεύουμε ανάλογα με το χάρισμα που δόθηκε στον καθένα σύμφωνα με τον βαθμό της πίστεώς του)»· γιατί, αν και είναι χάρη, όμως δεν δίνεται τυχαία, αλλά λαμβάνοντας τα μέτρα από εκείνους που τη δέχονται, τόση παρέχεται, όσο ανάλογο είναι το σκεύος πίστεως στο οποίο προσφέρεται.

«Ετε διακονίαν, ν τ διακονί(:είτε έχουμε χάρισμα εκκλησιαστικής διακονίας, ας μένουμε στο χάρισμα αυτό της διακονίας)»· εδώ αναφέρει κάτι το γενικό, που αφορά όλους, καθόσον διακονία ονομάζεται το αποστολικό έργο. Και κάθε πνευματικό έργο είναι διακονία. Βέβαια η ονομασία αυτή ανήκει σε ειδική φροντίδα, αλλά εδώ λέχθηκε με γενική έννοια.

«ετε διδάσκων, ν τ διδασκαλί(:είτε είναι κανείς διδάσκαλος των θείων αληθειών, ας μένει στη διδασκαλία και ας αρκείται να εξηγεί τις αλήθειες που αποκαλύπτονται από τους προφήτες και περιλαμβάνονται στον λόγο του Θεού)». Πρόσεχε πως αναφέρει αυτά αδιάφορα με ποια σειρά, πρώτα το μικρό και τελευταία το μεγάλο, για να διδάξει αυτό ακριβώς το ίδιο, το να μην αλαζονεύονται δηλαδή και να μην υπερηφανεύονται.

«ετε παρακαλν, ν τ παρακλήσει(:και εκείνος που έχει το χάρισμα να προτρέπει στην αρετή και στην εφαρμογή των θείων αληθειών, τις οποίες αποκαλύπτει βέβαια ο προφήτης, εξηγεί όμως ο διδάσκαλος, ας μένει στο έργο της προτροπής)»[Ρωμ.12,8]. Και αυτό είναι είδος διδασκαλίας. Λέγει: «νδρες δελφοί, ε στι λόγος ν μν παρακλήσεως πρς τν λαόν, λέγετε(:άνδρες αδελφοί, εάν έχετε να πείτε κάποιο λόγο προτρεπτικό και διδακτικό για το λαό, μιλήστε· εάν έχετε λόγο διδασκαλίας και παρηγορίας προς τον λαό, λέγετέ τον)»[Πράξ.13,15].

Στη συνέχεια για να δείξει ότι δεν είναι μεγάλο κέρδος να ασκεί κανείς την αρετή, αν δεν γίνεται αυτό με τον κατάλληλο νόμο και τρόπο, προσθέτει: « μεταδιδούς, ν πλότητι (: εκείνος που έχει κλίση να μοιράζει από τα αγαθά του στους φτωχούς, ας το κάνει αυτό με απλότητα, χωρίς επίδειξη ή άλλα εγωιστικά ελατήρια)»· διότι δεν φτάνει το να δώσουμε, αλλά πρέπει και με γενναιοδωρία να το κάνουμε αυτό· γιατί απλότητα αυτό αναγνωρίζει παντού, επειδή και οι πέντε μωρές παρθένες της παραβολής είχαν λάδι, αλλά επειδή δεν είχαν αρκετό, τα έχασαν όλα[ βλ. Ματθ. 25,1-13].

« προϊστάμενος, ν σπουδ(:εκείνος στον οποίο ανατέθηκε η επιστασία, η φροντίδα κι η επιμέλεια οποιουδήποτε καλού έργου, ας επιστατεί με προθυμία και δραστηριότητα.)»[Ρωμ.12,8]· γιατί δεν αρκεί το να είναι προϊστάμενος, εάν δεν εργάζεται με ζήλο.

« λεν, ν λαρότητι(:και εκείνος που κάνει ελεημοσύνη, ας ελεεί με χαρά και καλοσύνη)»· γιατί δεν φτάνει το να ελεήσει κανείς, αλλά πρέπει να το κάνει αυτό με γενναιοδωρία και με διάθεση χωρίς λύπη· ή καλύτερα, όχι μόνο με διάθεση χωρίς λύπη, αλλά και με ευχάριστη και χαρούμενη. Γιατί δεν είναι το ίδιο το να μη λυπάται κανείς και το να χαίρεται.

Και αυτό ακριβώς τόνιζε με προσοχή, όταν έγραφε και στους Κορινθίους. Προτρέποντας λοιπόν για γενναιοδωρία, έλεγε: « σπείρων φειδομένως φειδομένως κα θερίσει, κα σπείρων π᾿ ελογίαις π᾿ ελογίαις κα θερίσει. καστος καθς προαιρεται τ καρδία(:και πρέπει να γνωρίζετε αυτό, ότι εκείνος που σπέρνει με τσιγγουνιά, με τσιγγουνιά και θα θερίσει. Και εκείνος που σπέρνει άφθονα, άφθονα και θα θερίσει. Ο καθένας ας δίνει ελεύθερα ό,τι έχει διάθεση η καρδιά του)». Και διορθώνοντας τη διάθεση, έλεγε στη συνέχεια: «μ κ λύπης ξ νάγκης· λαρν γρ δότην γαπ Θεός(:χωρίς να στενοχωριέται ή να εξαναγκάζεται· διότι ο Θεός αγαπά εκείνον που δίνει με προθυμία και χαρούμενο πρόσωπο)»[Β’ Κορ.9,6-7]·γιατί και τα δύο πρέπει να παραβρίσκονται σε εκείνον που ελεεί, δηλαδή και αφθονία και ευχαρίστηση.

Για ποιο λόγο λοιπόν κλαις και στενοχωριέσαι για όσα χρήματα χάνεις επειδή δίνεις ελεημοσύνη και γιατί στενοχωριέσαι όταν ελεείς, προδίδοντας έτσι τον καρπό του κατορθώματος; Καθόσον, αν στενοχωριέσαι, δεν ελεείς, αλλά είσαι σκληρός και απάνθρωπος. Γιατί αν εσύ στενοχωριέσαι, πώς θα μπορέσεις να ανορθώσεις τον λυπημένο; Γιατί είναι ανάγκη να μην υποψιασθεί εκείνος κανένα πονηρό, και όταν δίνεις με χαρά. Επειδή λοιπόν τίποτε δεν φαίνεται στους ανθρώπους να είναι τόσο αισχρό, όσο το να λαμβάνουν από άλλους, αν δεν εξαφανίσεις με την υπερβολική χαρά την υποψία και δεν δείξεις ότι λαμβάνεις μάλλον παρά δίνεις, περισσότερο ταπείνωσες παρά ανακούφισες εκείνον που λαμβάνει. Γι’ αυτό λέγει: « λεν, ν λαρότητι (:εκείνος που ελεεί, ας προσφέρει την ελεημοσύνη του με γλυκύτητα και καλοσύνη)». Γιατί ποιος λαμβάνει βασιλεία και είναι σκυθρωπός; Ποιος δέχεται συγχώρηση αμαρτημάτων και παραμένει κατηφής; Μην προσέχεις λοιπόν στη δαπάνη των χρημάτων, αλλά στο κέρδος που έρχεται από τη δαπάνη. Γιατί, αν εκείνος που σπέρνει χαίρεται, παρόλο βέβαια που σπέρνει πάνω στην αβεβαιότητα, πολύ περισσότερο πρέπει να χαίρεται εκείνος που καλλιεργεί τον ουρανό. Έτσι και αν ακόμη δώσεις λίγα, θα δώσεις πολλά· όπως πάλι, αν δώσεις με σκυθρωπό ύφος, και αν ακόμη δώσεις πολλά, έκανες λίγα τα πολλά. Έτσι και η χήρα με δύο λεπτά ξεπέρασε πολλά τάλαντα, γιατί ήταν γενναιόδωρη η διάθεσή της.

«Και πώς είναι δυνατό», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος, «να κάνει κανείς με προθυμία αυτό, όταν ζει μέσα στη χειρότερη φτώχεια και στερείται τα πάντα;» Ρώτησε τη φτωχή χήρα του Ευαγγελίου που με το δίλεπτό της για το κουτί υπέρ των φτωχών επαινέθηκε από τον ίδιο τον Κύριο [βλ. Μάρκ. 12, 41-44: «Τότε ο Ιησούς κάθισε απέναντι απ’ το θησαυροφυλάκιο του ναού και παρατηρούσε πώς ο πολύς λαός έριχνε χάλκινα κέρματα στο θησαυροφυλάκιο. Και πολλοί πλούσιοι έριχναν πολλά. Ήλθε και μια φτωχή χήρα κι έριξε δύο λεπτά, δηλαδή έναν κοδράντη. Κάλεσε τότε ο Ιησούς τους μαθητές Του και τους είπε: “Αληθινά σας λέω ότι η φτωχή αυτή χήρα έριξε περισσότερα απ’ όλους αυτούς που ρίχνουν χρήματα στο θησαυροφυλάκιο· διότι όλοι αυτοί έριξαν απ’ το περίσσευμά τους. Αυτή όμως έριξε από το υστέρημά της και από την τέλεια φτώχεια της όλα όσα είχε, όλη την περιουσία της”»] και θα ακούσεις τον τρόπο και θα μάθεις ότι δεν κάνει τη δυσχέρεια η φτώχεια, αλλά η διάθεση κάνει και αυτό και το αντίθετο. Γιατί μπορεί κανείς και στη φτώχεια να είναι μεγαλόψυχος και στον πλούτο μικρολόγος. Γι’ αυτό και στη μετάδοση αγαθών ζητάει τη γενναιοδωρία και στην ελεημοσύνη τη χαρά και στην προστασία τον ζήλο· γιατί δεν θέλει να βοηθούμε μόνο με χρήματα εκείνους που έχουν ανάγκη, αλλά και με λόγια και με πράγματα και με το σώμα και με όλα τα άλλα. Και αφού είπε την πρώτη προστασία που γίνεται με τη διδασκαλία και με τη νουθεσία( γιατί αυτή είναι πιο αναγκαία, αφού είναι και τροφή της ψυχής), ήρθε στην προστασία που γίνεται με τα χρήματα και όλα τα άλλα.

Έπειτα, για να δείξει πώς μπορεί να κατορθωθούν αυτά, παρουσιάζει τη μητέρα των αγαθών, την αγάπη. « γάπη νυπόκριτος(:Η αγάπη σας ας είναι πάντοτε ειλικρινής, απαλλαγμένη από κάθε υποκρισία και ιδιοτέλεια)»[Ρωμ.12,9]. Αν έχεις αυτή, δεν θα καταλάβεις τη δαπάνη των χρημάτων, ούτε τον κόπο των σωμάτων, ούτε την κούραση των λόγων, ούτε τον ιδρώτα και τη διακονία, αλλά θα τα υποφέρεις όλα γενναία, είτε με το σώμα, είτε με χρήματα, είτε με λόγο, είτε με οτιδήποτε άλλο πρέπει να βοηθήσεις τον πλησίον. Όπως ακριβώς λοιπόν δεν απαιτεί μόνο μετάδοση αγαθών, αλλά μετάδοση με γενναιοδωρία, ούτε προστασία, αλλά προστασία με ζήλο, ούτε ελεημοσύνη, αλλά ελεημοσύνη με χαρά, έτσι και δεν απαιτεί απλώς αγάπη, αλλά αγάπη χωρίς υποκρισία· επειδή και αυτό αγάπη είναι, και αν γίνει αυτό, όλα τα άλλα ακολουθούν. Καθόσον εκείνος που ελεεί, ελεεί με χαρά, γιατί στον εαυτό του δίνει· και εκείνος που προΐσταται, προΐσταται με ζήλο, γιατί τον εαυτό του βοηθάει· και εκείνος που δίνει κάτι, το κάνει αυτό με γενναιοδωρία, γιατί στον εαυτό του δίνει.

Έπειτα επειδή υπάρχει και αγάπη για πονηρά πράγματα, όπως είναι η αγάπη των ακόλαστων, η αγάπη όσων συμφωνούν για χρήματα και αρπαγές, ή για μεθύσια και συμπόσια, για να καθαρίσει την αγάπη απ’ αυτά, λέγει: «ποστυγοντες τ πονηρόν(:να αποστρέφεστε με όλη σας τη δύναμη το πονηρό)». Και δεν είπε «να απέχετε» αλλά «να μισείτε», και όχι απλώς να το μισείτε, αλλά και υπερβολικά να το μισείτε· διότι η πρόθεση «πό» πολλές φορές σημαίνει επίταση εκείνου με το οποίο συντίθεται, όπως όταν λέγει «ποκαραδοκία(:συνεχή έντονη αναμονή)»[Ρωμ.8,19] και «πεκδεχόμενοι(:προσδοκώντας με πολύ μεγάλη αδημονία, ανυπομονησία)»[Ρωμ.8,23].

Επειδή λοιπόν πολλοί, αν και δεν πράττουν τα κακά, έχουν όμως την επιθυμία γι΄ αυτά, γι’ αυτό είπε: «να τα αποστρέφεστε και να τα μισείτε με όλη σας τη δύναμη». Γιατί αυτός θέλει και η σκέψη μας να είναι καθαρή και να έχουμε εμείς για την κακία μεγάλη έχθρα και μίσος και πόλεμο. «Να μη νομίσετε λοιπόν, επειδή είπα», λέγει, «να αγαπήσετε ο ένας τον άλλο, ότι εννοώ μέχρι το σημείο αυτό, ώστε και στα κακά να συνεργάζεστε μεταξύ σας· γιατί εντελώς το αντίθετο νομοθετώ· να είσαι ξένος όχι μόνο από την πράξη, αλλά και από τη διάθεση για την κακία· και όχι μόνο να είσαι ξένος από τη διάθεση αυτή, αλλά και υπερβολικά να την αποστρέφεσαι και να τη μισείς».

Και δεν αρκείται μόνο σε αυτό, αλλά και τη διάπραξη της αρετής ορίζει λέγοντας: «κολλώμενοι τ γαθ(:να είστε και να μένετε πάντοτε προσκολλημένοι στο αγαθό)». Δεν είπε «να κάνετε μόνο» αλλά και «να είστε συνέχεια στο καλό»· γιατί αυτό δήλωσε με το να παραγγείλει να είναι προσηλωμένοι. Έτσι και ο Θεός, όταν ένωνε τον άνδρα με τη γυναίκα, έλεγε: «νεκεν τούτου καταλείψει νθρωπος τν πατέρα ατο κα τν μητέρα κα προσκολληθήσεται πρς τν γυνακα ατο, κα σονται ο δύο ες σάρκα μίαν(: εξαιτίας του στενού αυτού συνδέσμου του άντρα προς τη γυναίκα, στο μέλλον κάθε άντρας θα αφήνει τον πατέρα και τη μητέρα του και θα συνδέεται στενότατα με τη γυναίκα του, ώστε οι δύο να γίνουν πλέον μία σάρκα δια της συζυγίας)» [Γεν.2,24].

Στη συνέχεια αναφέρει τις αιτίες, για τις οποίες πρέπει ο ένας να αγαπάει τον άλλο: «τ φιλαδελφί ες λλήλους φιλόστοργοι(:με την ειλικρινή και αδελφική αγάπη να γίνεστε φιλόστοργοι ο ένας στον άλλον)»[Ρωμ.12,10].«Είστε αδελφοί», λέγει, «και γεννηθήκατε από τους ίδιους πόνους του τοκετού· επομένως και γι’ αυτό θα ήταν δίκαιο να αγαπάτε ο ένας τον άλλο». Το ίδιο έλεγε και ο Μωυσής σε εκείνους τους Εβραίους που φιλονικούσαν και είχαν έρθει στα χέρια στην Αίγυπτο: «νδρες, δελφοί στε μες· να τί δικετε λλήλους;(: Άνθρωποί μου, εσείς είστε μεταξύ σας αδέλφια. Γιατί αδικείτε ο ένας τον άλλο;)»[Πράξ. 7,26· πρβλ. Έξ. 2,13-14].

Όταν λοιπόν αναφέρεται στους μη Χριστιανούς λέγει «ε δυνατόν, τ ξ μν μετ πάντων νθρώπων ερηνεύοντες(:όσο εξαρτάται από σας, προσπαθείτε να έχετε ειρηνικές σχέσεις με όλους τους ανθρώπους, αν είναι δυνατόν)»[Ρωμ. 12,18], όταν όμως μιλάει για τους πιστούς λέγει: «τ φιλαδελφί ες λλήλους φιλόστοργοι(:με την ειλικρινή και αδελφική αγάπη να γίνεστε φιλόστοργοι ο ένας προς τον άλλον)». Εκεί δηλαδή ζητάει το να μη φιλονικούν και το να αγαπούν, και όχι απλώς να αγαπούν, αλλά και να αισθάνονται στοργή. «Γιατί δεν πρέπει», λέγει, «η αγάπη να είναι μόνο χωρίς υποκρισία, αλλά να είναι δυνατή και ζωηρή και ολόθερμη».

Γιατί ποιο το κέρδος, αν αγαπάς βέβαια χωρίς δόλο, αλλά δεν αγαπάς με θέρμη; Γι’ αυτό και είπε «να είστε φιλόστοργοι μεταξύ σας», δηλαδή και να αγαπάς, και να αγαπάς θερμά. Να μην αρκείσαι να αγαπιέσαι από άλλον, αλλά ο ίδιος να τρέχεις σε αυτό και να κάνεις την αρχή. Γιατί έτσι θα κερδίσεις και τον μισθό της δικής του αγάπης. Αφού είπε λοιπόν την αιτία, για την οποία πρέπει να αγαπούμε ο ένας τον άλλο, λέγει και πώς θα μπορούσε να γίνει σταθερή η αγάπη. Γι’ αυτό και προσθέτει: «τ τιμ λλήλους προηγούμενοι(:να προλαβαίνει ο καθένας να αποδίδει πρώτος την τιμή στους άλλους και να μη σπεύδει να ζητεί για τον εαυτό του τιμές και πρωτοκαθεδρίες)». Γιατί έτσι η αγάπη και γίνεται και αφού γίνει, παραμένει. Και τίποτε δεν κάνει τόσο φίλους, όσο το να προσπαθεί κανείς να ξεπεράσει τον πλησίον του στην τιμή. Και όχι μόνο αγάπη, αλλά και τιμή μεγαλύτερη γίνεται από εδώ· γιατί τα όσα προαναφέρθηκαν προέρχονται από την αγάπη, αλλά η αγάπη γίνεται από την τιμή, όπως ακριβώς λοιπόν και η τιμή από την αγάπη.

Στη συνέχεια, για να μην τιμούμε μόνο, απαιτεί και κάτι άλλο παραπάνω λέγοντας «τ σπουδ μ κνηροί (:στην προθυμία και στον ζήλο που απαιτείται για κάθε θεάρεστο έργο να μην είστε δυσκίνητοι και οκνηροί)»[Ρωμ.12,11]. Γιατί πραγματικά και αυτό γεννάει αγάπη, όταν μαζί με την τιμή δείξουμε και φροντίδα για κάποιον. Καθόσον τίποτε δεν συμβάλλει τόσο στο να αγαπιέται κανείς, όσο η τιμή και η φροντίδα. Γιατί δεν φθάνει το να αγαπάει, αλλά χρειάζεται και αυτό. Ή καλύτερα, από την αγάπη γίνεται και αυτό, όπως ακριβώς λοιπόν και η αγάπη από αυτό διαθερμαίνεται, και τον ένα δημιουργεί ο άλλος· καθόσον υπάρχουν πολλοί που αγαπούν με τη σκέψη τους, αλλά δεν απλώνουν το χέρι για βοήθεια. Γι’ αυτό από παντού οικοδομεί την αγάπη.

Και πώς θα ήταν δυνατό να μη γίνουμε οκνηροί στο ζήλο; «Τ πνεύματι ζέοντες (:οι εσωτερικές σας πνευματικές δυνάμεις να είναι γεμάτες από θερμή αφοσίωση και πάντοτε ζεστές από την πνευματική φλόγα του Αγίου Πνεύματος)».Πρόσεχε πώς παντού ζητάει τις επιτάσεις. Γιατί δεν είπε μόνο: «να δίνετε κάτι», αλλά «να δίνετε κάτι με αφθονία, με απλοχεριά», ούτε «να είστε προϊστάμενοι», αλλά «να εργάζεστε με ζήλο», ούτε είπε απλώς και μόνο «να ελεείτε» ,αλλά «να ελεείτε με χαρά», ούτε μόνο «να τιμάτε», αλλά «να ξεπερνάτε τους άλλους στις τιμές», ούτε μόνο «να αγαπάτε», αλλά «να αγαπάτε χωρίς υποκρισία», ούτε «να απέχετε από τα κακά», αλλά «να τα αποστρέφεστε και να τα μισείτε τα κακά», ούτε «να επιδιώκετε τα αγαθά», αλλά «να προσηλώνεστε στους τρόπους απόκτησης των αιωνίων αγαθών», ούτε απλώς «να αγαπάτε», αλλά «να αγαπάτε με φιλοστοργία», ούτε «να είστε πρόθυμοι», αλλά «όχι με οκνηρία», ούτε «να έχετε το πνεύμα», αλλά «να έχετε το θερμό πνεύμα, δηλαδή, για να είστε θερμοί και σε εγρήγορση». Εάν λοιπόν έχεις εκείνα που προαναφέρθηκαν, θα προσελκύσεις το Άγιο Πνεύμα· εάν παραμένει Αυτό κοντά σου, και προς εκείνα θα σε κάνει να τρέξεις, και όλα από το Άγιο Πνεύμα και την αγάπη θα είναι εύκολα, αφού και από τις δύο μεριές θα είσαι πυρωμένος. Δεν βλέπεις πως οι ταύροι, που έχουν επάνω στη ράχη τους τη φλόγα, είναι σε όλους αφόρητοι; Έτσι και εσύ θα είσαι αφόρητος στον διάβολο, αν λάβεις και από τις δύο μεριές τη φλόγα.

«τ Κυρί δουλεύοντες(:Με όλα αυτά τα χαρίσματα και τις αρετές να υπηρετείτε τον Κύριο ως αφοσιωμένοι δούλοι Του)». Με όλα αυτά δηλαδή είναι δυνατό να υπηρετήσεις τον Θεό. Γιατί, όσα κάνεις στον αδελφό σου, πηγαίνουν στον Κύριό σου, και ευεργετούμενος Αυτός, αμέσως σου λογαριάζει τον μισθό. Είδες πού οδήγησε το φρόνημα εκείνου που κάνει αυτά;

Στη συνέχεια, για να δείξει πώς μπορεί να αναφθεί η φλόγα του Πνεύματος, λέγει: «τ λπίδι χαίροντες, τ θλίψει πομένοντες, τ προσευχ προσκαρτεροντες (:η ακλόνητη ελπίδα σας στα μελλοντικά αγαθά να σας γεμίζει χαρά και να σας ενισχύει για να δείχνετε υπομονή στη θλίψη. Και να επιμένετε στην προσευχή, από την οποία θα παίρνετε μεγάλη βοήθεια για όλες αυτές τις αρετές, καθώς και για τις δύσκολες περιστάσεις της ζωής)».Γιατί όλα αυτά είναι προσανάμματα της φωτιάς εκείνης. Επειδή δηλαδή απαίτησε και δαπάνη χρημάτων και σωματικό κόπο και προστασία και ζήλο και διδασκαλία και τα άλλα τα επίπονα, προετοιμάζει πάλι τον αθλητή με την αγάπη, με το Πνεύμα, με την ελπίδα. Γιατί τίποτε δεν κάνει την ψυχή τόσο γενναία και τολμηρή σε όλα, όσο η αγαθή ελπίδα.

Έπειτα και πριν από τα ελπιζόμενα αγαθά δίνει πάλι άλλο έπαθλο. Επειδή δηλαδή η ελπίδα ανήκε στα μελλοντικά, λέγει: «να έχετε υπομονή στη θλίψη». Γιατί και πριν από τα μελλοντικά, θα κερδίσεις στο παρόν μεγάλο καλό από τη θλίψη, το να γίνεσαι καρτερικός και δόκιμος. Και μαζί με αυτό δίνει και άλλη βοήθεια λέγοντας: «τ προσευχ προσκαρτεροντες(:να επιμένετε πάντοτε με προθυμία και ζήλο στην προσευχή)». Όταν λοιπόν και η αγάπη κάνει εύκολο το πράγμα, και το Άγιο Πνεύμα βοηθάει, και η ελπίδα ελαφρύνει, και η θλίψη σε κάνει δόκιμο και ικανό για να τα υποφέρεις όλα γενναία, και έχεις μαζί με αυτά και άλλο όπλο πάρα πολύ μεγάλο, την προσευχή και τη βοήθεια από την παράκληση, ποιο από τα προστάγματα πλέον θα είναι δύσκολο; Κανένα. Είδες πώς από παντού στήριξε τον αθλητή και έδειξε πολύ ελαφρά τα προστάγματα;

Πρόσεχε πάλι πώς καταπιάνεται με την ελεημοσύνη ή καλύτερα όχι απλώς με την ελεημοσύνη, αλλά με την ελεημοσύνη στους Χριστιανούς. Γιατί με το να πει παραπάνω, « λεν, ν λαρότητι (:εκείνος που ελεεί, ας προσφέρει την ελεημοσύνη του με γλυκύτητα και καλοσύνη)», άνοιξε το χέρι σε όλους· εδώ όμως ομιλεί για ελεημοσύνη υπέρ των πιστών. Γι’ αυτό και προσθέτει λέγοντας: «τας χρείαις τν γίων κοινωνοντες(:να συμμετέχετε και να βοηθάτε στις ανάγκες των Χριστιανών)». Δεν είπε: «να δίνετε στις ανάγκες τους», αλλά «να μετέχετε στις ανάγκες τους», δείχνοντας ότι μεγαλύτερα παίρνουν παρά δίνουν, και ότι το πράγμα είναι εμπορία· γιατί είναι κοινωνία. Προσφέρεις εσύ χρήματα; Σου προσφέρουν εκείνοι την παρρησία προς τον Θεό.

«τν φιλοξενίαν διώκοντες(:να επιδιώκετε τη φιλοξενία χωρίς να περιμένετε οι ξενιτεμένοι αδελφοί να σας τη ζητήσουν)».Δεν είπε «να εκτελείτε», αλλά «να επιδιώκετε», διδάσκοντάς μας να μην περιμένουμε πότε να έρθουν σε εμάς εκείνοι που έχουν ανάγκη, αλλά να τρέχουμε πίσω τους και να τους καταδιώκουμε.

Αυτό έκανε ο Λωτ, αυτό έκανε ο Αβραάμ. Καθόσον την ημέρα την ξόδεψε σε αυτό, περιμένοντας το καλό αυτό κυνήγι, και όταν το είδε, αναπήδησε και έτρεξε να το συναντήσει, και προσκύνησε μέχρι το έδαφος και είπε: «Κύριε, ε ρα ερον χάριν ναντίον σου, μ παρέλθς τν παδά σου(:Κύριε, εάν τυχόν βρήκα χάρη ενώπιόν Σου, μην καταφρονήσεις τον δούλο Σου)»[Γέν. 18,3]. Όχι όπως εμείς, όταν δούμε κάποιον ξένο ή φτωχό, κατεβάζουμε τα φρύδια μας και δεν τους θεωρούμε άξιους ούτε για χαιρετισμό. Και αν ύστερα από χίλια παρακάλια μαλακώσουμε και διατάξουμε τον υπηρέτη να δώσει λίγα χρήματα, νομίζουμε πως κατορθώσαμε το παν. Όμως εκείνος δεν συμπεριφερόταν έτσι, αλλά πήρε τη θέση του ικέτη και του υπηρέτη, αν και βέβαια δεν ήξερε ποιους επρόκειτο να υποδεχθεί. Εμείς όμως, αν και γνωρίζουμε καλά ότι υποδεχόμαστε τον Χριστό, ούτε έτσι γινόμαστε μαλακοί. Αλλά εκείνος βέβαια και παρακαλεί και ικετεύει και προσκυνεί, ενώ εμείς βρίζουμε εκείνους που μας πλησιάζουν· και εκείνος τα καταφέρνει όλα μόνος του και με τη γυναίκα του, ενώ εμείς δεν τα καταφέρνουμε ούτε με τους υπηρέτες μας.

Εάν όμως θα ήθελες να δεις και το τραπέζι που παράθεσε, θα δεις και εδώ πολλή γενναιοδωρία. Τη γενναιοδωρία όμως δεν την έκανε η αφθονία των χρημάτων, αλλά ο πλούτος της διαθέσεως. Πόσοι λοιπόν πλούσιοι υπήρχαν τότε; Αλλά κανένας δεν έκανε τίποτε παρόμοιο. Πόσες χήρες υπήρχαν στο Ισραήλ; Καμιά όμως δεν φιλοξένησε τον Ηλία. Πόσοι πλούσιοι πάλι υπήρχαν στην εποχή του Ελισαίου; Αλλά η Σουμανίτδα τρυγούσε μόνη της τον καρπό της φιλοξενίας, όπως βέβαια και ο Αβραάμ τότε, τον οποίο αξίζει να θαυμάζουμε μαζί με την αφθονία των αγαθών και για την προθυμία και ιδίως για αυτό, ότι δηλαδή έκανε αυτά αν και δεν γνώριζε ποιοι ήταν οι επισκέπτες. Μην πολυεξετάζεις λοιπόν και εσύ, γιατί δέχεσαι εξαιτίας του Χριστού. Και αν θελήσεις να περιεργάζεσαι πάντοτε, πολλές φορές θα παραλείψεις και δοκιμασμένο και έγκριτο άνδρα, και θα χάσεις τον μισθό εξαιτίας αυτού. Αν και βέβαια εκείνος που δέχεται μη έγκριτο δεν κατηγορείται, αλλά και μισθό έχει [Ματθ. 10,41: « δεχόμενος προφήτην ες νομα προφήτου μισθν προφήτου λήψεται, κα δεχόμενος δίκαιον ες νομα δικαίου μισθν δικαίου λήψεται(:Εκείνος που υποδέχεται και υποστηρίζει και βοηθά έναν προφήτη, επειδή είναι προφήτης, θα πάρει την ίδια ανταμοιβή που θα πάρει κι ο προφήτης· και εκείνος που υποδέχεται τον δίκαιο, επειδή είναι δίκαιος, θα πάρει την ίδια ανταμοιβή που θα πάρει κι ο δίκαιος)»], ενώ εκείνος που από την άκαιρη αυτή εξέταση παραλείπει το θαυμαστό, ακόμη και τιμωρείται.

Μην πολυεξετάζεις λοιπόν τους τρόπους ζωής και τις πράξεις καθόσον αυτό είναι γνώρισμα της πιο χυδαίας συμπεριφοράς, να εξετάζεις σχολαστικά ολόκληρη τη ζωή του φτωχού ανθρώπου εξαιτίας ενός ψωμιού που είναι να του δώσεις για να σταματήσει η πείνα του. Είτε λοιπόν είναι δολοφόνος αυτός, είτε είναι ληστής, είτε είναι οτιδήποτε, δεν σου φαίνεται άξιος για ψωμί και λίγα χρήματα; Και ο Κύριός σου και τον ήλιο ανατέλλει σε αυτόν, ενώ εσύ τον θεωρείς ανάξιο και για την καθημερινή τροφή;

Εγώ όμως αναφέρω και άλλη υπερβολή. Και αν ακόμη δηλαδή γνωρίζεις πολύ καλά, ότι ο φτωχός που χρειάζεται να ελεήσεις είναι γεμάτος από άπειρα κακά, ούτε έτσι θα έχεις δικαιολογία, αφού του στερείς την καθημερινή του τροφή. Γιατί είσαι δούλος του Ιησού, που έλεγε: «Οκ οδατε ποίου πνεύματός στε μες(:δεν ξέρετε ακόμη τι διαθέσεων και φρονημάτων ανθρώπους σας κάνει η νέα πνευματική δύναμη και ζωή που μεταδίδει η διδασκαλία μου και η χάρη του Πνεύματός μου. Δεν είστε άνθρωποι και διδάσκαλοι του πνεύματος της οργής και τιμωρίας που επικρατούσε στην Παλαιά Διαθήκη, αλλά του πνεύματος της πραότητας, της μακροθυμίας και της αγάπης, που δεν καταστρέφει, αλλά σώζει)»[Λουκά 9,55].

Είσαι υπηρέτης Εκείνου που θεράπευσε εκείνους που Τον λιθοβόλησαν, ή καλύτερα, Εκείνου που σταυρώθηκε για αυτούς. Και μη μου λέγεις ότι φόνευσε άλλον. Γιατί και αν ακόμη πρόκειται να φονεύσει εσένα τον ίδιο, ούτε έτσι να τον αφήνεις να υποφέρει από πείνα. Καθόσον είσαι μαθητής Εκείνου που ποθούσε τη σωτηρία εκείνων που Τον σταύρωσαν, Εκείνου που έλεγε βρισκόμενος πάνω στο σταυρό: «Πάτερ, φες ατος· ο γρ οδασι τί ποιοσι (:Πατέρα μου, συγχώρησέ τους˙ διότι είναι τυφλωμένοι από τα πάθη τους και δεν ξέρουν τι κάνουν)»[ Λουκ.23,34].

Είσαι δούλος Εκείνου που θεράπευσε αυτόν που Τον χαστούκισε, Εκείνου που στεφάνωσε αυτόν που Τον έβρισε ενώ βρισκόταν επάνω στο σταυρό, πράγμα με το οποίο τι θα μπορούσε να εξισωθεί; Καθόσον στην αρχή και οι δύο ληστές Τον έβριζαν, αλλά όμως στον ένα από αυτούς άνοιξε τον παράδεισο. Και δακρύζει για εκείνους που πρόκειται να Τον φονεύσουν, και ταράζεται και συγχύζεται βλέποντας τον προδότη, όχι γιατί επρόκειτο να σταυρωθεί, αλλά γιατί χάθηκε εκείνος, οδηγήθηκε στην απώλεια με τις επιλογές του. Ταρασσόταν λοιπόν προβλέποντας την αγχόνη, την κόλαση που ακολουθούσε τον Ιούδα μετά την αγχόνη. Και παρόλο που γνώριζε την κακία του, μέχρι την τελευταία ώρα τον ανεχόταν, και δεν τον απομάκρυνε, αλλά και φίλησε τον προδότη.

Ο Κύριός σου φιλεί και δέχεται εκείνον που πρόκειται να συντελέσει στο να χυθεί αμέσως το Τίμιο Αίμα Του από τους ανόμους στους οποίους πρόδωσε τον Διδάσκαλό του, αλλά εσύ δεν κρίνεις τον φτωχό άξιο ούτε για ψωμί; Και δεν σέβεσαι τον νόμο που όρισε ο Χριστός; Γιατί με αυτά έδειξε ότι όχι μόνο τους φτωχούς δεν πρέπει να αποστρεφόμαστε, αλλά ούτε εκείνους που μας οδηγούν στο θάνατο. Μη μου πεις λοιπόν ότι «ο τάδε μου προξένησε κακά», αλλά σκέψου τι έκανε ο Χριστός λίγο πριν την Σταύρωσή Του, με το φίλημα, με το οποίο επρόκειτο να παραδοθεί, για να διορθώσει τον προδότη. Και κοίταζε πώς τον ελέγχει: «ούδα», λέγει, «φιλήματι τν υἱὸν το νθρώπου παραδίδως;(: Ιούδα, με φίλημα, που ως τώρα ήταν δείγμα της αγάπης μας, προδίδεις αυτόν που είναι ο μοναδικός εκπρόσωπος του ανθρώπινου γένους και ο αναμενόμενος Μεσσίας σύμφωνα με τους προφήτες;)» [Λουκά 22,48]. Ποιον δεν θα μαλάκωνε, ποιον δεν θα λύγιζε αυτή η φωνή; Ποιο θηρίο, ποιο διαμάντι; Αλλά δεν λύγισε εκείνον τον άθλιο.

Μη λέγεις, λοιπόν, ότι «ο τάδε φόνευσε τον τάδε, και γι’ αυτό τον αποστρέφομαι». Γιατί, και αν ακόμη πρόκειται να βγάλει το ξίφος εναντίον σου και να μπήξει το δεξί του χέρι στον ίδιο τον λαιμό σου, φίλησε αυτό το χέρι, γιατί και ο Χριστός φίλησε τον μαθητή Του εκείνον που Του προξένησε τη σφαγή. Και εσύ λοιπόν να μη μισείς, αλλά να κλαις και να σπλαχνίζεσαι εκείνον που θέλει να σου κάνει κακό. Γιατί αυτός είναι άξιος να τον σπλαχνιζόμαστε και να τον κλαίμε. Είμαστε λοιπόν υπηρέτες Εκείνου που φίλησε και τον προδότη(γιατί δεν θα σταματήσω να το επαναλαμβάνω συνέχεια αυτό) και είπε λόγια πιο τρυφερά από το φίλημα. Γιατί δεν είπε: «Μιαρέ και παμπόνηρε και προδότη, αυτές τις αμοιβές μας δίνεις πίσω για την τόση ευεργεσία;», αλλά πώς είπε; «Ιούδα», αναφέροντας το κύριο όνομα, που ήταν λόγος περισσότερο εκείνου που ταλανίζει και επαναφέρει στην τάξη, παρά εκείνου που οργίζεται. Και δεν είπε: «τον Διδάσκαλό σου, τον Κύριό σου και Ευεργέτη σου», αλλά «τον υιό του ανθρώπου». Εάν λοιπόν δεν ήταν διδάσκαλος ούτε κύριος, παραδίνεις αυτόν που συμπεριφερόταν σε εσένα τόσο ήπια και τόσο ειλικρινά, ώστε και την ώρα της προδοσίας να σε φιλεί και μάλιστα όταν το φίλημα ήταν το σημάδι της προδοσίας; Ευλογητός είσαι Κύριε! Πόσο μεγάλης ταπεινοφροσύνης, πόσο μεγάλης ανεξικακίας παράδειγμα έδωσες!

Αλλά προς τον Ιούδα βέβαια έτσι μίλησε , προς εκείνους όμως που ήρθαν εναντίον Του με ξύλα και λαμπάδες δεν μίλησε έτσι; Και τι θα μπορούσε να υπάρξει πιο τρυφερό από τα λόγια που λέχθηκαν και προς εκείνους; Γιατί, ενώ μπορούσε να τους εξαφανίσει αμέσως όλους, δεν έκανε τίποτε από αυτά, αλλά τους μίλησε με σκοπό να τους ελέγξει λέγοντας: «Τί ξήλθετε ς π λστν μετ μαχαιρν κα ξύλων συλλαβεν με;(:Γιατί, σαν να ήμουν ληστής, βγήκατε με μαχαίρια και με ρόπαλα να με πιάσετε; Κάθε μέρα καθόμουν κοντά σας διδάσκοντας μέσα στο ιερό και δεν με συλλάβατε)»[ Ματθ. 26,55]. Και αφού τους έριξε κάτω, επειδή εξακολουθούσαν να είναι πνευματικά αναίσθητοι, με τη θέλησή Του πάλι παραδινόταν, και ανεχόταν να βλέπει να περνούν αλυσίδες στα άγια χέρια Του, αν και μπορούσε όλα μαζί να τα συγκλονίσει και να τα ρίξει κάτω.

Εσύ όμως κα ύστερα από αυτά συμπεριφέρεσαι άγρια προς τον φτωχό. Και βέβαια και αν ακόμη είναι ένοχος για άπειρα κακά, η φτώχεια και η πείνα είναι ικανά να μαλακώσουν εκείνη την ψυχή που δεν είναι υπερβολικά πωρωμένη. Αλλά εσύ εξακολουθείς να είσαι άγριος και να μιμείσαι τους θυμούς των λιονταριών· αν και βέβαια αυτά δεν θα έτρωγαν ποτέ νεκρά σώματα, εσύ όμως παρόλο που τον βλέπεις να είναι ταριχευμένος με τόσα κακά, πατάς επάνω του ενώ είναι πεσμένος, κατασπαράζεις το σώμα του με τις ύβρεις, μαζεύεις συμφορά επάνω στη συμφορά, και εκείνον που κατέφυγε στο λιμάνι τον κάνεις να χτυπήσει σε σκόπελο και προκαλείς πιο φοβερό ναυάγιο από αυτούς που βρίσκονται στη θάλασσα. Και πώς εσύ θα πεις στο Θεό: «ελέησέ με»;

Και πώς ζητάς συγχώρηση των αμαρτημάτων, όταν υβρίζεις με την ασπλαχνία σου Εκείνον που δεν αμάρτησε καθόλου, και απαιτείς τιμωρία για την πείνα και την τόσο μεγάλη ανάγκη, και ξεπερνάς στην αγριότητα όλα τα θηρία; Γιατί αυτά, επειδή τα εξαναγκάζει η κοιλιά, τρώγουν την τροφή που είναι συνηθισμένη σε αυτά, ενώ εσύ, χωρίς να σε παρακινεί κανένας, ούτε να σε εξαναγκάζει, κατατρώγεις τον αδελφό σου δαγκώνοντας και σπαράζοντας αυτόν, αν και όχι με τα δόντια, αλλά με λόγια πιο φοβερά από τα δαγκώματα. Πώς λοιπόν θα δεχθείς την ιερή προσφορά, αφού έβαψες κόκκινη τη γλώσσα σου με ανθρώπινα αίματα; Πώς δίνεις ειρήνη με στόμα που είναι γεμάτο πόλεμο; Και πώς θα απολαύσεις την υλική τροφή, όταν μαζεύεις τόσο πολύ δηλητήριο; Δεν διορθώνεις τη φτώχεια· γιατί και την ερεθίζεις; Δεν ανακουφίζεις κάποιον που βρίσκεται σε άθλια κατάσταση· γιατί και τον εξευτελίζεις; Δεν αφαιρείς τη στενοχώρια· γιατί και τη μεγαλώνεις; Δεν δίνεις χρήματα· γιατί και βρίζεις με λόγια;

Δεν άκουσες πόσο τιμωρούνται όσοι δεν τρέφουν τους φτωχούς; Σε ποιες τιμωρίες καταδικάζονται; Λέγει: «Πορεύεσθε π᾿ μο ο κατηραμένοι ες τ πρ τ αώνιον τ τοιμασμένον τ διαβόλ κα τος γγέλοις ατο(:εσείς που από τα έργα σας γίνατε καταραμένοι, φύγετε μακριά από μένα στο πυρ το αιώνιο, που έχει ετοιμαστεί για τον διάβολο και τουςαγγέλους του)»[Ματθ.25,41]. Εάν όμως όσοι δεν τρέφουν καταδικάζονται έτσι, με ποια τιμωρία θα τιμωρηθούν εκείνοι, που μαζί με το ότι δεν τρέφουν, βρίζουν κιόλας; Πόσο μεγάλη κόλαση θα υποφέρουν, πόσο μεγάλη γέενα;

Για να μην προκαλέσουμε λοιπόν τόσα κακά εναντίον μας, όσο ακόμη μπορούμε, ας διορθώσουμε και την κακή αυτή αρρώστια και ας βάλουμε χαλινάρι στη γλώσσα. Και όχι μόνο να μη βρίζουμε, αλλά και να παρηγορούμε, και με λόγια και με πράγματα, ώστε αφού αποταμιεύσουμε από πριν πολλή ελεημοσύνη για τον εαυτό μας, να επιτύχουμε τα αγαθά που μας έχει ο Θεός υποσχεθεί, τα οποία είθε να τα επιτύχουμε όλοι μας, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μέσω του οποίου και μαζί με τον οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα στους αιώνες. Αμήν.

……………………………………………………………………………………………………………………………………………

ΟΜΙΛΙΑ ΚΓ’(επιλεγμένο απόσπασμα)

«Ελογετε τος διώκοντας μς, ελογετε κα μ καταρσθε(:να εύχεστε για εκείνους που σας καταδιώκουν· για όλους να εύχεστε και να λέτε καλά λόγια ζητώντας την ευλογία του Θεού επάνω τους, και ποτέ να μην τους καταριέστε)»[Ρωμ.12,14].

Αφού ο Παύλος τούς δίδαξε πώς πρέπει να συμπεριφέρονται μεταξύ τους και αφού ένωσε με ακρίβεια τα μέλη, έτσι τους οδηγεί πλέον προς την έξω από την εκκλησία παράταξη, κάνοντάς την από εδώ πιο εύκολη. Γιατί, όπως ακριβώς εκείνος που δεν πέτυχε τις υποχρεώσεις του προς τους συγγενείς, δυσκολότερα θα τακτοποιήσει τις υποχρεώσεις του προς τους ξένους, έτσι εκείνος που άσκησε καλά τον εαυτό του σε αυτό, ευκολότερα θα νικήσει και τους ξένους. Για αυτό λοιπόν και ο Παύλος προχωρώντας σιγά σιγά, αναφέρει αυτά μετά από εκείνα, και λέγει: «Ελογετε τος διώκοντας μς(:Να εύχεστε και να παρακαλείτε τον Θεό για εκείνους που σας διώκουν)». Δεν είπε «να μη μνησικακείτε, ούτε να τους πολεμείτε», αλλά ζήτησε το πολύ περισσότερο από αυτά. Γιατί εκείνο βέβαια είναι γνώρισμα ανθρώπου πιστού, ενώ αυτό είναι γνώρισμα πλέον αγγέλου.

Και αφού είπε «να ευλογείτε», πρόσθεσε, «και να μην καταριέστε», για να μην κάνουμε και αυτό και εκείνο, αλλά μόνο εκείνο. Καθόσον εκείνοι που μας καταδιώκουν είναι πρόξενοι μισθών σε εμάς. Εάν όμως είσαι προσεκτικός, θα ετοιμάσεις στον εαυτό σου και άλλο μισθό ύστερα από αυτόν. Γιατί εκείνος θα σου δώσει τον μισθό από το διωγμό, ενώ εσύ θα δώσεις στον εαυτό σου τον μισθό από τον καλό σου λόγο σε αυτόν, φανερώνοντας πάρα πολύ μεγάλο δείγμα της αγάπης σου στον Χριστό. Όπως ακριβώς δηλαδή όποιος καταριέται εκείνον που τον καταδιώκει, δείχνει ότι δε χαίρεται υπερβολικά που παθαίνει αυτά για χάρη του Χριστού, έτσι όποιος ευλογεί αποδεικνύει μεγάλη την αγάπη του.

Μην τον κακολογήσεις λοιπόν για να κερδίσεις και εσύ ο ίδιος μεγαλύτερο μισθό και να διδάξεις εκείνον, ότι το πράγμα είναι γνώρισμα προθυμίας και όχι ανάγκης, πανήγυρης και εορτής, όχι συμφοράς ούτε στενοχώριας. Γι’ αυτό και ο Χριστός έλεγε: «μακάριοί στε ταν επωσι πν πονηρν ῥῆμα καθ᾿ μν ψευδόμενοι νεκεν μο. χαίρετε κα γαλλισθε, τι μισθς μν πολς ν τος ορανος(:μακάριοι είστε εσείς οι μαθητές μου, όταν σας χλευάσουν οι άνθρωποι και σας καταδιώξουν και εξαιτίας μου πουν κάθε είδους ψεύτικες κακολογίες και κατηγορίες εναντίον σας. Να χαίρεστε και να εκδηλώνετε ζωηρά τη χαρά σας, διότι θα είναι μεγάλη η ανταμοιβή σας στους ουρανούς. Έτσι εξάλλου καταδίωξαν και τους προφήτες που έστειλε ο Θεός πριν από σας)»[ Ματθ.5,11-12].Γι’ αυτό και οι απόστολοι επέστρεφαν χαρούμενοι, όχι γιατί τους έβρισαν μόνο. Αλλά και γιατί μαστιγώθηκαν. Γιατί μαζί με τα προηγούμενα θα κερδίσεις και άλλο μεγάλο, το να καταπλήξεις και έτσι τους εχθρούς σου και να τους διδάξεις με τα έργα ότι βαδίζεις προς άλλη ζωή. Γιατί, αν σε δει να χαίρεσαι και να πετάς από χαρά γιατί σε κακομεταχειρίζονται, θα μάθει καλά εκ των πραγμάτων ότι έχεις άλλες ελπίδες μεγαλύτερες από τα παρόντα· γιατί, αν δεν κάνεις αυτό, αλλά κλαις και οδύρεσαι, από πού θα μπορέσει να μάθει εκείνος, ότι περιμένεις άλλη ζωή; Αλλά και μαζί με αυτό πάλι θα επιτύχεις και κάτι άλλο. Γιατί, αν σε δει να μη στενοχωριέσαι για τις ύβρεις, αλλά και να ευλογείς, θα σταματήσει να σε καταδιώκει.

Κοίταξε λοιπόν πόσα καλά γίνονται από εδώ· και ο μισθός θα είναι μεγαλύτερος για σένα και ο πειρασμός μικρότερος και εκείνος θα σταματήσει να σε καταδιώκει, και ο Θεός θα δοξασθεί και η πίστη σου θα γίνει διδασκαλία για ευσέβειας εκείνον που έχει βρεθεί σε πλάνη. Γι’ αυτό όχι μόνο εκείνους που μας βρίζουν, αλλά και εκείνους που μας καταδιώκουν και μας κακομεταχειρίζονται με τα έργα, διέταξε να τους ευεργετούμε και με έργα.

«Χαρειν μετ χαιρντων κα κλαειν μετ κλαιντων(:να χαίρεστε μαζί με εκείνους που χαίρονται, και να κλαίτε μαζί με εκείνους που κλαίνε)». Επειδή λοιπόν είναι δυνατό να ευλογήσουμε και να μην καταραστούμε αλλά να μην το κάνουμε αυτό από αγάπη, θέλει να θερμαινόμαστε εντελώς με την αγάπη. Γι αυτό πρόσθετε και αυτό , ώστε να μην ευλογούμε μόνο, αλλά και να συμπονούμε και να συμπάσχουμε αν κάποτε τους βλέπαμε να έχουν πέσει σε συμφορά. «Ναι», θα μπορούσε να πει κανείς, «αλλά το να συμπονούμε με εκείνους που κλαίνε πολύ σωστά το διέταξε, το άλλο όμως γιατί τέλος πάντων το πρόσταξε, αφού δεν είναι κανένα μεγάλο πράγμα;». Και όμως, εκείνο χρειάζεται φιλοσοφότερη ψυχή, δηλαδή το να χαιρόμαστε μαζί με εκείνους που χαίρονται, παρά το να κλαίμε μαζί με εκείνους που κλαίνε. Γιατί αυτό βέβαια το κατορθώνει και η ίδια η φύση και κανένας δεν είναι τόσο σκληρός σαν πέτρα, που να μην κλαίει εκείνον που βρίσκεται σε συμφορές, εκείνο όμως χρειάζεται πάρα πολύ γενναία ψυχή, ώστε όχι μόνο να μη φθονούμε αυτόν που ευημερεί, αλλά και να χαιρόμαστε μαζί του. Γι αυτό και ανέφερε πρώτο αυτό· γιατί τίποτε δεν δυναμώνει τόσο την αγάπη, όσο όταν μετέχουμε μεταξύ μας και στη χαρά και στη λύπη.

Να μη μένεις λοιπόν, επειδή ο ίδιος βρέθηκες μακριά από τις συμφορές και έξω από τη συμπάθεια. Γιατί, όταν ο πλησίον πάθει κάτι κακό, οφείλεις να κάνεις κοινή τη συμφορά· να συμμετέχεις λοιπόν στα δάκρυα, για να ανακουφίσεις τη λύπη· να συμμετέχεις στη χαρά, για να ριζώσεις την ευφροσύνη και να στερεώσεις την αγάπη, και για να ωφελήσεις πριν από εκείνον τον εαυτό σου, γιατί με τα δάκρυα κάνεις τον εαυτό σου συμπονετικό, ενώ με τη συμμετοχή στη χαρά, τον καθαρίζεις εντελώς από το φθόνο και τη ζήλεια. Πρόσεχε, όμως, παρακαλώ, και την έλλειψη φορτικότητας από τον Παύλο. Γιατί δεν είπε, «σταμάτησε τη συμφορά», για να μη λέγεις πολλές φορές ότι είναι αδύνατο, αλλά το πιο εύκολο πρόσταξε και το οποίο έχεις τη δύναμη να το κάνεις. Γιατί και αν ακόμη δεν μπορέσεις να εξαλείψεις το κακό, να δακρύζεις, και το περισσότερο το εξάλειψες· και αν ακόμη δεν μπορέσεις να μεγαλώσεις την ευτυχία, να χαίρεσαι και την αύξησες πολύ. Γι’ αυτό συμβουλεύει όχι μόνο να μη φθονούμε, αλλά και εκείνο που είναι πολύ περισσότερο, το να χαιρόμαστε δηλαδή μαζί του· γιατί αυτό είναι πολύ περισσότερο από το να μη φθονούμε.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

 

ΠΗΓΕΣ:

  • https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-romanos.pdf

  • Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Προς Ρωμαίους επιστολή, επιλεγμένα αποσπάσματα από τις ομιλίες ΚΒ΄και ΚΓ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1985, τόμος 17, σελίδες 456-480 και 481-487 .

  • http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html

  • Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

  • Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

  • Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm

Αρχιμ. Αθανάσιος Μυτιληναίος (ΤΑ ΑΝΥΠΟΨΙΑΣΤΑ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ)

Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:

«ΤΑ ΑΝΥΠΟΨΙΑΣΤΑ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ»

[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 3-8-1986]

(Β161)

Η Εκκλησία μας, αγαπητοί μου, είναι ένας ζωντανός οργανισμός. Τόσο γιατί είναι το σώμα του Χριστού, όσο και γιατί τα μέλη Του είμαστε εμείς, εμείς που πιστεύομε στον Χριστό. Και ενωθήκαμε μαζί Του στο Βάπτισμα και εις το μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας. Και όπως η ζωή του σώματος ανήκει στον Θεό, έτσι και η οργάνωσις του σώματος ανήκει πάλι εις τον Θεό. Και η οργάνωσις του σώματος αποβλέπει στην καλή και σωστή λειτουργικότητά του. Έτσι, το κάθε μέλος του σώματος, δηλαδή ο κάθε πιστός, έχει και ένα έργο, έχει μια διακονία. Έτσι, σημειώνει ο Απόστολος Παύλος στην σημερινή αποστολική του περικοπή: «Καθπερ ν ν σματι μλη πολλ χομεν, τ δ μλη πντα ο τν ατν χει πρξιν, λλ κστ ς Θες μρισε μτρον πστεως». Δηλαδή «όπως ένα σώμα έχει μέλη πολλά, τα δε μέλη του σώματος δεν ενεργούν, παρά διαφοροτρόπως, το καθένα έχει το καθήκον του, έχει την πράξη την δική του, έχει την διακονία την δική του, άλλη η διακονία των ματιών μου, άλλη του στόματός μου, άλλη των χεριών μου, άλλη των ποδιών μου. Και στον καθέναν ο Θεός μοίρασε κατά το μέτρον της πίστεως του καθενός». Για να μπορέσει, λοιπόν, ο πιστός να ανταποκριθεί στο έργο του αυτό μέσα στην Εκκλησία, πρέπει να του δοθεί μια ικανότης. Και αυτή είναι ένα χάρισμα. Είναι ένα δώρον του Αγίου Πνεύματος.

Όταν όμως ακούμε για τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, που είναι μοιρασμένα στους πιστούς, δηλαδή σε όλους εμάς, η σκέψη μας συνήθως πηγαίνει… πού πηγαίνει; Στα λαμπερά χαρίσματα, εκείνα που λάμπουν, εκείνα που κάπως διακρίνονται, που ξεχωρίζουν, που εκθαμβώνουν τα μάτια των πολλών. Όπως είναι η γλωσσολαλία, να ομιλήσει κανείς ξαφνικά μία ξένη γλώσσα. Παρότι αυτό το χάρισμα πλέον δεν υπάρχει στην Εκκλησία. Ήτο χάρισμα των πρώτων ημερών της Εκκλησίας. Ή ακόμα αν θέλετε η ίασις των ασθενών, το θεραπευτικόν χάρισμα. Ή ακόμα η απέλασις των δαιμόνων. Να λέγει μία ευχή, να εναποθέτει το χέρι του ο άνθρωπος και να διώχνει τους δαίμονες. Και ο δαιμονισμένος άνθρωπος να γίνεται καλά. Ή ακόμα η προόρασις, η διόρασις, να προγνωρίζει κανείς κάτι και να το αναγγέλλει ή να βλέπει κανείς κάτι, την ώρα που γίνεται, σε μία μακρινή απόσταση. Όλα αυτά, αγαπητοί μου, και όποια άλλα, είναι εκείνα τα οποία πραγματικά δημιουργούν μίαν αίγλη και νομίζομε έτσι ότι αυτά τα χαρίσματα δεν είναι για μας, ότι εμείς είμαστε άμοιροι χαρισμάτων, που να έχομε τέτοια χαρίσματα και συνεπώς είμεθα μέλη ανενέργητα και στατικά.

Εντούτοις, υπάρχουν χαρίσματα. Ανυποψίαστα. Χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, τα οποία ούτε καν έχομε υποψιασθεί ότι είναι χαρίσματα· που, αν προσέξομε σε αυτά, ίσως ανήκομε σε ένα από αυτά ή αν θέλετε, μπορούμε να καλλιεργήσομε ένα από αυτά. Γι΄αυτό σημειώνει και ο Απόστολος Παύλος και λέγει, πάντα στη σημερινή αποστολική περικοπή· λέγει: «χοντες δ χαρσματα κατ τν χριν τν δοθεσαν μν διφορα(:«έχοντες», λέει, «χαρίσματα που μας δόθηκαν, κατά την χάριν του Θεού, διαφορετικά το ένα από το άλλο»), ετε προφητεαν, κατ τν ναλογαν τς πστεως, ετε διακοναν, ν τ διακονίᾳ -δηλαδή εάν κανείς έχει την διακονία να μένει στην διακονία-, ετε διδσκων, ν τ διδασκαλίᾳ (:εάν εκείνος που διδάσκει να μένει στο χάρισμα αυτό), ετε παρακαλν, ν τ παρακλσει (:εκείνος ο οποίος παρηγορεί, να μένει εις την παρηγορίαν), μεταδιδος, ν πλτητι (:εκείνος ο οποίος μεταδίδει, να μεταδίδει με απλότητα), προϊστμενος, ν σπουδ(:εκείνος ο οποίος προΐσταται ενός έργου, να προΐσταται μετ’ επιμελείας), λεν, ν λαρτητι (:εκείνος ο οποίος έχει το χάρισμα να ελεεί, να ελεεί με ιλαρότητα)».Να τα χαρίσματα τα ανυποψίαστα. Να υπηρετείς την Εκκλησία, να δίδεις από τα υπάρχοντά σου με απλότητα, να ελεείς με ιλαρότητα, να προΐστασαι ενός έργου με επιμέλεια, φροντίδα ιδιαιτέρα και προσφορά της υπάρξεώς σου. Να, επαναλαμβάνω, αγαπητοί μου, τα ανυποψίαστα χαρίσματα.

Εδώ ο Απόστολος, αναφέρει, σε αυτήν την περικοπή που σας διάβασα, μία δέσμη από επτά χαρίσματα. Αλλού αναφέρει εννέα χαρίσματα, διαφορετικά. Αλλού άλλα. Διότι τα χαρίσματα είναι πάμπολλα. Πόσα είναι τα χαρίσματα; Όσες και οι ανάγκες της Εκκλησίας. Α, ώστε λοιπόν τα χαρίσματα δεν αποβλέπουν εις το να έχει κανείς το χάρισμα και να καμαρώνει, αλλά αποβλέπουν εις το να υπηρετείται η Εκκλησία δια των χαρισμάτων. Διαμέσου εκείνων οι οποίοι έχουν τα χαρίσματα αυτά. Αν εγώ φορώ τον σταυρόν αυτόν, δεν είναι αδαμαντοκόλλητος, μπορούσε όμως να ήτο και αδαμαντοκόλλητος, μεταλλικός, ένας σταυρός, απλώς. Δεν είναι κόσμημα. Όταν φοράω τον σταυρό, ξέρετε τι λέγω; Διότι προβλέπεται αυτό. Δεν είναι δική μου επινόησις. «Επεν Κύριος τος ατο μαθητας· ὁ θέλων πίσω μου λθεν, παρνησάσθω αυτν κα ράτω τν σταυρν ατο,κα κολουθείτω μοι». Δεν είναι κόσμημα. Είναι έργον. Είναι καθήκον. Και δη σκληρόν. Έτσι λοιπόν, δεν μπορούμε να πούμε ότι κάτι λάμπει. Μπορεί βέβαια ένα χάρισμα να μοιάζει ότι λάμπει. Είναι ταυτόχρονα και ένα παράσημο, μία τιμή. Αλλά εκείνος που υπηρετεί την Εκκλησία, δεν έχει μία τιμή; Αλλά είναι κυρίως έργον.

Και πρώτα πρώτα να πούμε τούτο. Ότι δεν υπάρχει κανείς που να μην έχει κάποιο χάρισμα. Δεν υπάρχει ούτε ένας μέσα στην Εκκλησία, που να μην έχει κάποιο χάρισμα. Εξάλλου αυτό το φανερώνει και η παραβολή των ταλάντων. «Πήρε», λέει, «ο πρώτος πέντε τάλαντα, ο δεύτερος επήρε δύο ο άλλος ένα». Δεν έχει σημασία πόσα πήρε ο καθένας. Σημασία ότι ο καθένας πήρε ένα τάλαντο, κάποια τάλαντα. Αυτό λοιπόν σημαίνει ότι όλοι έχομε κάποιο ή κάποια χαρίσματα.

Ακόμα το κάθε χάρισμα, πρέπει να καταλάβουμε ότι είναι η συνισταμένη του προσωπικού κόπου, της προσωπικής πίστεως, αλλά και της δωρεάς του Θεού. Το χάρισμα δεν είναι που έρχεται στον άνθρωπο χωρίς ο άνθρωπος να προσφέρει κάτι. Γιατί τότε θα λέγαμε ότι για μια στιγμή, δεν πήρα εγώ το χάρισμα αυτό. Ε, δεν έχω ευθύνη. Όχι, αδελφέ μου. Ακόμη όταν προτρέπει ο Απόστολος και λέγει «Ζηλοτε τά χαρίσματα τά κρείττονα», «να ζηλεύετε τα χαρίσματα τα καλύτερα και διώκετε τα καλύτερα χαρίσματα» σημαίνει ότι δεν είναι μόνο θέμα να μου δώσει ο Θεός. Είναι θέμα να Του δώσω κι εγώ. Ξέρετε πώς μοιάζει το πράγμα; Με μία βρύση το χάρισμα του Θεού, που τρέχει. Πόσο θα πάρεις νερό; Εξαρτάται από το δοχείο που θα βάλεις κάτω από την βρύση. Το παράδειγμα είναι του αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων. Να σας το πω καλύτερα πώς το λέγει ο ίδιος. «Η χάρις του Θεού είναι ωκεανός. Το πόσο θα πάρεις από τον ωκεανό, εξαρτάται από το δοχείο που κρατάς». Το ίδιο πράγμα. Μόνο που δεν λέγει «βρύση», λέγει «ωκεανός». Ώστε τι είναι ένα χάρισμα; Η συνισταμένη, η κράσις, το δέσιμο δύο πραγμάτων. Ο προσωπικός μου κόπος και το χάρισμα του Θεού. Ούτε μόνο ο Θεός χαρίζει, ούτε μόνο ο άνθρωπος προσφέρει από το έργο το δικό του. Αλλά είναι και τα δυο μαζί.

Γι΄αυτό σημειώνει ο Απόστολος: «Κατ τν ναλογαν τς πστεως». Η πίστις είναι έργον, είναι αρετή. Ό,τι είναι έργον, είναι αρετή. Ό,τι δεν είναι έργον, δεν είναι αρετή. Και τι λέγει λοιπόν εδώ ο Απόστολος; Σου προσφέρει, λέει, ο Θεός το χάρισμα «κατ τν ναλογαν τς πστεως». Πιο πάνω λέει: «κατ τό μέτρον τς πστεως». Είναι το ίδιο. Και ακόμα τι λέγει; Ή μάλλον, αυτό δείχνει ότι είναι η δωρεά, κράμα της προσωπικής σου δουλειάς και της προσφοράς του Αγίου Πνεύματος. Ή ακόμη, αν θέλετε, θυμηθείτε την παραβολή των ταλάντων, που σας είπα προηγουμένως, που, τι ζήτησε ο Κύριος, όταν προσέφερε τα τάλαντα; Τον πολλαπλασιασμόν. Γυρίζει ο πρώτος και λέγει: «Κύριε, τα πέντε σου τάλαντα, γίνηκαν δέκα». Τι σημαίνει αυτό; Δουλεύω αυτό που μου δίνει ο Θεός, και μου δίνει πιο πολλά. «Τα δυο σου Κύριε, τάλαντα, έγιναν τέσσερα». «Το ένα σου τάλαντο, Κύριε, που μου’ δωσες», λέει ο τρίτος, «ε, σε φοβήθηκα, είσαι σκληρό αφεντικό, γυρεύεις να θερίζεις εκεί που δεν σπέρνεις και γυρεύεις να μαζεύεις από εκεί που δεν σκορπίζεις. Λοιπόν επειδή σε φοβήθηκα, δεν κατεχράσθην το τάλαντό σου, το πήρα, το έκρυψα στη γη και τώρα να’ το, παρ’ το». «Δούλε πονηρέ και αχρείε και πονηρέ…», άκουσε αυτός ο δούλος.

Ακούσατε; Δεν είναι λοιπόν μόνο να το φυλάξεις. Γιατί υπάρχει και η άλλη περίπτωση. Να σπαταλήσεις το τάλαντο. Ο άσωτος υιός της παραβολής, όταν απεμακρύνθη, εσπατάλησεν την «οσίαν» του πατρός. «Οσία» θα πει περιουσία. Εσπατάλησε την περιουσία του πατρός. Και ποια είναι η περιουσία του πατρός; Η προίκα που δίνει στα παιδιά του. Τα τάλαντα! Αυτή είναι η προίκα. Και έρχεσαι και την σπαταλάς. Δεν την σπαταλάς, μου λες. Αλλά την κρύπτεις. Και πάλι αποκαλείσαι αχρείος και οκνηρός δούλος. Άχρηστος, δηλαδή, άνθρωπος, αχρείος, άχρηστος άνθρωπος. Τι φοβερό πράγμα! Βλέπετε ότι πρέπει να δουλέψουμε τα διακονήματα, τα χαρίσματα που μας δίδει ο Θεός, μέσα εις την Εκκλησία και υπέρ της Εκκλησίας;

Ας έρθομε λοιπόν να δούμε, αγαπητοί μου, τα επιμέρους αυτά επτά ανυποψίαστα ξαναλέγω, χαρίσματα, πλην του πρώτου· που είναι η προφητεία. Μήπως αρχίσουμε να αφυπνιζόμεθα και να λέμε ότι μπορούμε και πρέπει, οφείλομε να υπηρετήσομε σε ένα ή σε περισσότερα από αυτά.

«Ετε προφητείαν», λέγει ο Απόστολος, «κατ τν ναλογίαν τς πίστεως». Είναι το χάρισμα της προφητείας. Είναι αυτό που λέγει ο Θεοδώρητος: «Ο μόνον τν σομένων τήν πρόγνωσιν, λλά καί τν κεκρυμμένων τήν γνσιν». Ποιο είναι το χάρισμα της προφητείας; Να γίνω ένας σαν τους τέσσερις μεγάλους προφήτας της Παλαιάς Διαθήκης ή τους δώδεκα ελάσσονας, τους μικρούς; Ή να γίνω… τι να γίνω; Το χάρισμα της προφητείας, ξέρετε, υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει πάντοτε μέσα εις την Εκκλησίαν. Όχι μόνον σαν κάτι που προλέγει τα μέλλοντα, όπως λέγει εδώ ο Θεοδώρητος, «τν σομένων τήν πρόγνωσιν», εκείνων που θα γίνουν την πρόγνωσιν, αλλά «καί τν κεκρυμμένων τήν γνσιν». Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι τα κρυμμένα υπάρχουν όμως. Να γίνει μια αποκάλυψις.

Και πού μπορεί να γίνει αυτή η αποκάλυψις των παρόντων; Πρώτα πρώτα μέσα στην Αγία Γραφή. Η Αγία Γραφή είναι μπροστά μας. Και καλούμεθα να την ερμηνεύσομε. Αλλά η ερμηνεία της Αγίας Γραφής ακολουθεί τον πεπατημένον δρόμον της λεγομένης «ακαδημαϊκής» ερμηνείας. Αυτή που θα μαθαίναμε στο σχολείο μας ή στο Πανεπιστήμιο. Από καθηγητάς που, αν θέλετε, μπορεί να είναι και άπιστοι άνθρωποι. Και όχι κατά το πλείστον, ε, τυχαίνει και κανένας καθηγητής Θεολογίας να είναι άπιστος άνθρωπος ή στο Γυμνάσιο ή στο Πανεπιστήμιο. Να μην πιστεύει. Αλλά τι κάνει; Διδάσκει την καθιερωμένην ερμηνείαν. Και λέγει το και το. Και αυτό να είναι αληθές, να είναι πραγματικό, να είναι σωστό. Αυτό είναι; Όχι. Είναι η ερμηνεία εκείνη που γίνεται έξω από τους συνήθεις ή σχολαστικούς κανόνες της ερμηνείας. Είναι εκείνη η έκτακτος ερμηνεία του ιδίου σημείου· που στους ακροατάς δημιουργεί έκπληξη. Αν θέλετε, κάποτε άκουσα από έναν καθηγητή της Θεολογίας, της ερμηνείας μάλιστα της Καινής Διαθήκης, άκουσα το εξής να λέγει: «Δεν είδα, δεν βρήκα στον άγιο τον Γρηγόριο τον Παλαμά, ούτε ένα χωρίο της Αγίας Γραφής να το ερμηνεύει σωστά». Περίεργο πράγμα… Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς! Δεν ερμηνεύει ούτε ένα χωρίο της Γραφής σωστά! Γιατί; Είχε δίκιο. Είχε δίκιο! Τον θυμήθηκα χθες το βράδυ, που ετοίμαζα τον λόγον αυτόν να σας τον πω. Γιατί είχε δίκιο; Γιατί αυτός ο καθηγητής ερμηνεύει σύμφωνα με τους κανόνες τους παραδεδομένους ή αν θέλετε, τους σχολαστικούς κανόνες ερμηνείας της Αγίας Γραφής· οι οποίοι δεν είναι και αδιάβλητοι, αν το θέλετε. Ο άγιος Γρηγόριος ερμηνεύει με προφητικό χάρισμα. Αυτό είναι το σπουδαίο. Που λες… «Μα αυτό τι θέλει να πει;». Αυτό θα πει… Αυτό θα πει! Διότι μόνο ο άγιος ερμηνεύει σωστά τον λόγο του Θεού. Αυτός που έχει το προφητικό χάρισμα. Αυτό είναι το προφητικό χάρισμα. Όχι να προλέγω μόνον. Αλλά και να αποκαλύπτω. Είναι πολύ σημαντικό αυτό και θα παρακαλούσα να το προσέξομε.

Ή, ακόμη, να αποκρυπτογραφεί κανείς την εποχή του. Να αποκρυπτογραφεί την εποχή του. Ξέρετε, ο ιστορικός, δεν μπορεί να γράψει ιστορία της εποχής του. Αλλά ο άγιος, που έχει το χάρισμα της προφητείας, ο πιστός, αποκαλύπτει ποιο είναι το πρόσωπο της εποχής του. Θα σας πω ένα παράδειγμα. Ο Τωβίτ ερμηνεύει έναν προφήτην, τον Ιωνά. Και λέγει στο παιδί του, τον Τωβία: «Παιδί μου, κοίταξε, ο Ιωνάς είναι αληθινός. Είπε ο Θεός, θα καταστρέψει την Νινευί -Δεν την κατέστρεψε· είχαν περάσει 120 χρόνια!-. Ο Ιωνάς είναι αληθινός -δηλαδή ο Θεός είναι αληθινός πίσω από τον Ιωνά-. Παιδί μου, πρόσεξε. Η Νινευί θα καταστραφεί οπωσδήποτε. Γι΄αυτό κοίταξε, άμα θα πεθάνω -ήταν στο τέλος της ζωής του- θα με θάψεις και θα φύγεις. Θα μαζέψεις την περιουσία σου και θα φύγεις. Θα πας… -του είπε πού θα πάει- στους Ράγους της Μηδίας. Εκεί, λέει, θα πας». Όταν έφυγε ο Τωβίας, έγινε η καταστροφή της Νινευί. Ανύποπτα. Ύστερα από τόσα χρόνια. Πώς και έγινε αυτό; Αποκάλυπτε τους καιρούς ο Τωβίτ. Έβλεπε ότι η Νινευί δεν κατεστράφη, γιατί μετενόησε. Τώρα όμως επανήλθε εις την κακίαν της. Συνεπώς επανέρχεται και η προφητεία. Αυτό όμως ήταν ανυποψίαστο για πολλούς. Για τους πάντας. Αλλά ο Τωβίτ, με το προφητικό του πνεύμα, αυτό το προφητικό πνεύμα, αυτό που μιλάμε τόσην ώρα, τι είπε; «Η Νινευί οπωσδήποτε θα καταστραφεί». Βλέπετε παρακαλώ; Ενώ δεν είναι ο πρωτότυπος προφήτης. Ο πρωτότυπος προφήτης είναι ο Ιωνάς. Αλλά ο Τωβίτ επιβεβαιώνει. Αυτό θέλει πάλι προφητικό χάρισμα.

Αλλά ας προχωρήσουμε. «Ετε διακονίαν, ν τ διακονί». Είναι οι ποικίλες, αγαπητοί μου, διακονίες, μέσα στο ποιμαντικό έργο της Εκκλησίας. Θα λέγαμε, από θέματα πνευματικά που μπορεί να υπηρετήσει κανείς μέσα στην Εκκλησία, μέχρι το κτίσιμο μιας εκκλησιάς ή την καθαριότητα μίας εκκλησίας, ενός ναού. Ή ακόμα, αν θέλετε, από την γραφειοκρατική εξυπηρέτηση των μελών της Εκκλησίας μέχρι τα τεχνικά στοιχεία, την τεχνική διεκπεραίωση μίας υποθέσεως στην Εκκλησία. Αυτό με μία γενική ονομασία λέγεται «διακονία». Θα ήθελα να σας έλεγα, μήπως σ’ αυτό μπορούμε να βρούμε τον εαυτόν μας; Εδώ μπορούμε να υπηρετήσομε την Εκκλησία; Κι άμα λέμε «Εκκλησία» δεν εννοούμε παρά τους πιστούς. Μπορούμε; Αν προσέξετε, κάποιος παίρνει σύνταξη κι έχει χρόνο στην διάθεσή του. Μπορεί να τρέχει, λοιπόν, σε υποθέσεις ποικίλες ή των μελών της Εκκλησίας ή του ναού. Και γενικά της ενορίας του. Άλλος έχει γερά πόδια, μπορεί να ανεβοκατεβαίνει σκάλες, να τρέχει από δω, από εκεί, έχει χέρια, έχει μάτια, έμαθε κάτι, τρέχει να βοηθήσει από δω από εκεί. Άλλος σκουπίζει, πλένει τα καλύμματα. Όλα αυτά είναι διακονία μέσα στην Εκκλησία. Και… δεν το λέγω εγώ, το είδατε, είναι χάρισμα. Χάρισμα; Είναι χάρισμα. Έτσι, θα έκλεινα αυτό το διακόνημα, αυτό το χάρισμα, με τούτο. Γίνεται μία λειτουργική ή κηρυκτική σύναξις. Και δεν υπάρχει τρόπος να ειδοποιηθούν οι άνθρωποι. Το λέμε σε πέντε μόνο. Γίνονται ταχυδρόμοι αυτοί οι πέντε και το μαθαίνουν οι πιστοί στα πέρατα της γης. «Έχομε αύριο σύναξη στο τάδε μέρος. Ελάτε να ακούσετε». Τι είναι αυτό; Διακονία είναι. Υπηρετούν μέσα εις την Εκκλησία με προθυμία.

Τρίτον: «ετε διδάσκων, ν τ διδασκαλί». Είναι αυτός που διασαφηνίζει τις αποκεκαλυμμένες αλήθειες. Ή εμβαθύνει ακόμα, αν θέλετε, στον λόγο του Θεού. Και τον μεταδίδει τον λόγον του Θεού εις τους υπολοίπους. Είναι μία συνεχής, θα λέγαμε, μία επί χρόνια, μια ισόβια μελέτη της Αγίας Γραφής, που αποδίδει το χάρισμα αυτό· που θα έλεγε κανένας ότι θέλει πολλή αγρυπνία, θέλει πολλή προσοχή, θέλει πολύ βασανισμό του ιερού κειμένου. Και τότε ο Θεός δίνει το χάρισμα να δει κανείς περισσότερα από εκείνα τα οποία διαβάζει.

Τέταρτον: «ετε παρακαλν, ν τ παρακλήσει». «Είτε», λέγει, «αυτός ο οποίος παρακαλεί, να είναι στο χάρισμα της παρακλήσεως». Τι θα πει αυτό; Είναι ο διδάσκαλος της παρακλήσεως. Τι θα πει αυτό; Είναι ο διδάσκαλος που δεν απευθύνεται εις τον νου, αλλά είναι εκείνος που εξατομικεύει τα πράγματα και αποτείνεται όχι στον νου, αλλά στην καρδιά και την βούληση ενός ανθρώπου. Να σας πω ένα παράδειγμα. Ομιλεί ο ομιλητής, ο οποίος μπορεί να έχει χάρισμα να ομιλεί, αλλά να μην είναι με το χάρισμα του παρακαλούντος. Όταν πλησιάσει έναν άνθρωπο να είναι αδέξιος. Αντίστροφα, εκείνος που έχει το χάρισμα της παρακλήσεως, να είναι αδέξιος να ομιλήσει. Είδατε μερισμό, χωρισμό των χαρισμάτων; Ομιλεί λοιπόν ο ομιλητής μέσα εις την Εκκλησίαν και ο πλαϊνός ενός κάποιου που έχει το χάρισμα της παρακλήσεως, λέγει: «Ποιος μπορεί να τα κάνει αυτά; Αλίμονό μας. Είμαστε για την κόλαση…». Τον παίρνει ο παρακαλών και του λέει: «Γιατί για την κόλαση; Ο λόγος του Θεού είναι για όλους μας. Δεν είναι για αγγέλους· είναι για ανθρώπους». Τον παίρνει, τον προτρέπει, τον παρηγορεί, τον βοηθάει, τον ενισχύει. Αποτείνεται στην καρδιά του, αποτείνεται στην βούλησή του. Δεν αποτείνεται εις τον νου του. Αυτός είναι εκείνος που έχει το χάρισμα της παρακλήσεως. Έτσι θα λέγαμε ότι παράκλησις σημαίνει παρηγορία, ενίσχυσις, προτροπή ή συμβουλή. Έρχονται άνθρωποι και μας λέγουν: «Πάτερ, πέστε μας, ένα λόγο μόνο, ένα λόγο». Λες: «Τι να σας πω;». «Ένα λόγο». Και τους λες ένα λόγο και παρηγορούνται. Kaι ενισχύονται. Και φεύγουν ενισχυμένοι. Και μπορούν να γυρίσουν ύστερα από καιρό και να σου πουν: «Θυμόσαστε, μας είχατε πει εκείνο. Ε, αυτό μας εστήριξε». Αυτό είναι το χάρισμα της παρακλήσεως.

Πέμπτον: « μεταδούς, ν πλότητι». «Εκείνος που μεταδίδει, να μεταδίδει με απλότητα». Τι είναι αυτός που μεταδίδει; Είναι αυτός που χορηγεί από τα προσωπικά του υλικά αγαθά. Όχι τα υλικά αγαθά της Εκκλησίας. Από τα προσωπικά του αγαθά. Χωρίς να ζητά –αυτό θα πει «ν πλότητι»- την ανθρώπινη δόξα και την ανθρώπινη προβολή. Απλώς ζητάει την κάλυψη των αναγκών του πλησίον. Ακόμα, όταν αυτός ο άνθρωπος έτσι προσφέρει, «ν πλότητι» -το ωραίο, « μεταδούς, ν πλότητι», ωραιοτάτη φράσις- είναι κερδισμένος. Διότι λέγει «ευχαριστώ πολύ». Όχι εκείνος που λαμβάνει λέγει «ευχαριστώ» –οφείλει να πει «ευχαριστώ» ο λαμβάνων- αλλά εκείνος που δίδει, λέγει «ευχαριστώ». Γιατί; Γιατί αισθάνεται ότι του δίδεται η ευκαιρία να κερδίσει την Βασιλεία του Θεού, με την παρουσία εκείνου που έχει ανάγκη. Και λέγει αυτός το «ευχαριστώ».

Έκτον: « προϊστάμενος, ν σπουδ». Δηλαδή εκείνος που έχει την επιμέλεια, την φροντίδα των άλλων. Των ορφανών, των χειρών, των συσσιτίων αν θέλετε, ό,τι έργο υπάρχει στην Εκκλησία. Είναι αυτό που λέγει στον Τίτο ο Απόστολος Παύλος, «να μάθουν και οι δικοί μας προΐστασθαι καλών έργων». «Να το μάθουν», λέει, «οι δικοί μας». Αυτός είναι ο προϊστάμενος. Και τι; Καλείται να προΐσταται, να επιμελείται «ν σπουδῇ». Δηλαδή τι; Με επιμέλεια, με ζήλο, με φροντίδα. Σαν να είναι δικό του το έργο. Όχι σαν να είναι κάποιου ξένου. Όχι αγγαρεία. Αλλά να το παίρνει θερμά, ζεστά, προσωπικά.

Και τέλος, έβδομον: « λεν, ν λαρότητι». «Κι εκείνος ο οποίος ελεεί, να ελεεί με ιλαρότητα, με χαρούμενο πρόσωπο». Είναι εκείνος ο οποίος, γενικά, θα λέγαμε, αγαπά να βρίσκεται κοντά στους θλιβομένους, στους πάσχοντας, στους πενθούντας, στους φτωχούς, να τους συνδράμει με κάθε τρόπο, αλλά το πρόσωπό του είναι ιλαρόν, είναι χαρούμενον. Όπως λέγει η Σοφία Σειράχ: «ν πάσ δόσει λάρωσον τ πρόσωπόν σου». Ό,τι δίνεις, το πρόσωπό σου να είναι χαμογελαστό. «λάρωσον τ πρόσωπόν σου». Ή όπως λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος : «Ο μετά λύπου μόνον γνώμης, λλά καί μετά φαιδρς καί χαιρούσης». «Όχι μόνον να είσαι άλυπος, αλλά και χαρούμενος, όταν δίνεις κάτι».

Αγαπητοί μου, ο Απόστολος ομιλεί για τα χαρίσματα, τα διάφορα χαρίσματα, για να δείξει, όπως λέγει ο Μέγας Φώτιος ότι «Ο τό μέν μέγα τό δέ μικρόν λλά ποικίλα καί ρμόδια». Δεν υπάρχουν μικρά και μεγάλα χαρίσματα. Υπάρχουν χαρίσματα απλώς μέσ’ την Εκκλησία, τα οποία υπηρετούν έναν σκοπόν. Ακόμη: «Ε γάρ καί χεις», λέει ο Ιερός Χρυσόστομος, ε γάρ καί χάρις στιν (:αν υπάρχει χάρις) λλ’ οκ πλς κχεται (:δεν έρχεται να χυθεί η χάρις απάνω σου), λλά τοσοτον πιρρε (:αλλά τόσο επιρρέει επάνω σου) σον ν εροι σκεος πίστεως ατό προσενεχθέν (:όσο βρίσκει σκεύος πίστεως που προσηνέχθη στο Πνεύμα το Άγιον, για να μπει μέσα το χάρισμα)».

Αγαπητοί μου, μπορείτε να φανταστείτε μιαν Εκκλησία, που οι πάντες εργάζονται σαν το μελίσσι, που ο καθένας έχει την διακονία του κατά τρόπον άψογον; Τι ωραίο αυτό! Τι θαυμάσιο! Αν πει κάποιος: «Είμαι άρρωστος και είμαι στο κρεβάτι, δεν έχω την δυνατότητα, τι μπορώ εγώ να κάνω;». Κάνε προσευχή για τους άλλους. Να υπηρετήσεις την διακονίαν της προσευχής. Αρκεί να λείπει η οκνηρία από μας. Αρκεί να φύγει αυτή η εσφαλμένη αντίληψη ότι εμείς δεν έχομε τίποτα, κανένα χάρισμα. Αυτά, αγαπητοί μου, είναι τα ανυποψίαστα χαρίσματα που ο ταπεινός και εργατικός άνθρωπος επισημαίνει, αποδέχεται και αποδίδει. Έτσι η Εκκλησία λαμπρύνεται και ο Χριστός δοξάζεται.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή  μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,

ψηφιοποίηση της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας και επιμέλεια:

Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

 

ΠΗΓΕΣ:

  • Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.

  • http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_327.mp3





Αυγουστίνος Καντιώτης (Από το βιβλίο "ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ")

Χαρίσματα

«Ἔχοντες χαρίσματα κατὰ τὴν χάριν τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν διάφορα» (Ρωμ. 12,6)

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ, ἀγαπητοί μου χριστιανοί, ὁ Ἀπόστολος ποὺ ἀκούσαμε σήμερα μιλάει γιὰ τὰ χαρίσματα. Γιὰ τὰ χαρίσματα θα μιλήσουμε κ ̓ ἐμεῖς, καὶ παρακαλῶ Μα να προσέξετε στὴν ἀνάπτυξι τοῦ θέματος.

Καὶ πρῶτα – πρῶτα τί λέγονται χαρίσματα;

Χαρίσματα εἶνε οἱ ἱκανότητες ποὺ ἔχουν οἱ ἄνθρωποι. Ἐπειδὴ δὲ οἱ ἱκανότητες αὐτὲς εἶνε διάφορες, διάφορα εἶνε καὶ τὰ χαρίσματα. Υπάρχουν χαρίσματα σωματικά, χαρίσματα διανοητικά, χαρίσματα πνευματικά. Ἂς ποῦμε μερικὰ παραδείγματα, γιὰ νὰ καταλάβουμε καλύτερα τί εἶνε χαρίσματα.

* * *

Σωματικά χαρίσματα. Ἕνας ἔχει ψηλό ἀνάστημα, ὄμορφη κορμοστασιά, ὄμορφο πρόσωπο. Εἴτε εἶνε ἄντρας εἴτε ἀκόμη περισσότερο εἶνε γυναίκα, τραβάει τὴν προσοχὴ καὶ τὸ θαυμασμό. Ἡ ὀμορφιά εἶνε ἕνα χάρισμα. Ὁ ἄλλος δὲν εἶνε ὄμορφος, ἀλλὰ εἶνε δυνατός. Μπορεῖ νὰ σηκώνῃ βάρος, ποὺ τρεῖς ἄλλοι ἄνθρωποι μαζὶ δὲν μποροῦν νὰ τὸ σηκώσουν. Μπορεῖ νὰ κάνῃ δουλειὲς σκληρές, νὰ δουλεύῃ ἀπ ̓ τὸ πρωΐ μέχρι τὸ βράδι καὶ νὰ μὴν κουράζεται. Ἡ σωματικὴ δύναμι εἶνε χάρισμα, ὅπως χάρισμα εἶνε καὶ τὸ νὰ εἶνε κανείς γρήγορος στο τρέξιμο. Δρόμο, ποὺ ἄλλος τὸν κάνει σὲ δυὸ ὧρες, αὐτὸς τὸν κάνει σὲ μισή ὥρα. Ἄλλος ἔχει ὑγεία σιδερένια. Ποτέ του δὲν ἀρρώστησε. Ὅσοι ἀρρώστησαν βαρειὰ κ ̓ ἔπεσαν στὸ κρεβάτι καί πέρασαν μέρες καί νύχτες ἀγωνίας, αὐτοὶ μόνο μποροῦν νὰ ἐκτιμήσουν τί χάρισμα εἶνε ἡ ὑγεία.

Διανοητικά χαρίσματα. Ένας μαθητὴς ἀκούει τί λέει ὁ δάσκαλος καὶ τυπώνει τὸ μάθημα μέσ’ στο μυαλό του. Αὐτὸς ὁ μαθητὴς ἔχει τὸ χάρισμα τῆς μνήμης. Ἄλλος μαθητής λύνει μὲ τὴ μεγαλύτερη εὐκολία ἕνα δύσκολο πρόβλημα τῆς ἀριθμητικῆς· ἔχει τὸ χάρισμα τῆς μαθηματικῆς ἐπιστήμης. Ἄλλος παίρνει τὸ πινέλο καὶ ζωγραφίζει μιὰ θαυμάσια εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ τὴ βλέπεις καὶ νομίζεις πῶς θὰ σοῦ μιλήσῃ ̇ ἔχει τὸ χάρισμα τῆς ζωγραφικῆς. Ἄλλος ἐνθουσιάζεται ἀπ’ ὅ,τι βλέπει στο φυσικό κόσμο καὶ γράφει ὡραῖα ποιήματα· ἔχει τὸ χάρισμα τῆς ποιήσεως. Ἄλλος πιάνει τὸ βιολὶ στὰ χέρια του καὶ τὰ δάχτυλά του παίζουν με μεγάλη εὐκολία, κάνει τίς χορδές νὰ ζωντανεύουν, κι ἀκούγεται μιὰ μουσικὴ ποὺ συγκινεῖ καὶ συνεπαίρνει τὸν ἄνθρωπο στὰ ὕψη ἔχει τὸ χάρισμα τῆς μουσικῆς. Ἄλλος…

Οἱ ἱκανότητες καὶ δεξιότητες αὐτὲς ποὺ ἀναφέραμε γύρω ἀπ’ τὴ ζωή, την τέχνη, τὴν ἐπιστήμη, εἶνε χαρίσματα. Γιατὶ ἀπ’ τὸ Θεὸ προέρχονται. Τὸ νὰ μὴν ἔχουν δὲ οἱ ἄνθρωποι τὶς ἴδιες, ἀλλὰ διάφορες ἱκανότητες, εἶνε κι αὐτὸ ἕνα μυστήριο, ποὺ ἐξυπηρετεῖ τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Τὸ βλέπει ἕνας πατέρας ποὺ ἔχει πολλὰ παιδιά. Ἐνῷ ὅλα τὰ παιδιὰ ἔζησαν κάτω ἀπ’ τὴν ἴδια στέγη καὶ εἶχαν τὴν ἴδια ἀνατροφή, ἐν τούτοις τὸ καθένα ἀπ’ αὐτὰ ἔχει τὴ δική του κλίσι, τὸ δικό του χάρισμα. Τὸ ἕνα θέλει νὰ γίνῃ γεωργὸς καὶ νὰ ζῇ μιὰ ζωὴ ἤρεμη. Τὸ ἄλλο θέλει νὰ γίνῃ βοσκός, ν ̓ ἀνεβαίνῃ στὸ βουνό, νὰ παίζῃ τὴ φλογέρα του, κι ἀπὸ ἐκεῖ ψηλὰ νὰ θαυμάζῃ τὸ μεγαλεῖο τῆς φύσεως καὶ νὰ δοξάζῃ τὸ Θεό. Το τρίτο βλέπει τὴ θάλασσα, μαγεύεται καὶ θέλει νὰ γίνῃ καπετάνιος. Το τέταρτο ἔχει κλίσι στὰ μηχανικά. Το πέμπτο… Διάφορες, βλέπεις, κλίσεις καὶ ῥοπές, διάφορα χαρίσματα ἔχουν οἱ ἄνθρωποι. Εἴπαμε, ὅτι αὐτὸ εἶνε μυστήριο ποὺ ἐξυπηρετεῖ τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Γιατὶ ἀλλοίμονο ἂν εἶχαν ὅλοι τὶς ἴδιες ἱκανότητες, τὰ ἴδια χαρίσματα. Δὲν θὰ μποροῦσε νὰ σταθῇ κοινωνία. Γιὰ φαντασθῆτε μιὰ κοινωνία, ποὺ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νὰ εἶνε γιατροὶ ἢ δικηγόροι ἢ μηχανικοὶ ἢ δάσκαλοι καὶ καθηγηταί. Εἶνε ἀδύνατο νὰ σταθῇ ἡ κοινωνία αὐτή. Μὲ γεωργοὺς καὶ βοσκοὺς μόνο μποροῦσε νὰ ζήσῃ, ἀλλὰ τότε πάλι θὰ ἦταν μιὰ κοινωνία ἐλλιπής. Βλέπουμε λοιπὸν στὴν ποικιλία αὐτὴ τῶν σωματικῶν καὶ διανοητικῶν χαρισμάτων τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ, ποὺ μὲ σοφία καὶ ἀγάπη μοιράζει στοὺς ἀνθρώπους ὅ,τι χρειάζονται, ὄχι ἁπλῶς γιὰ νὰ ζήσουν, ἀλλὰ γιὰ νὰ δημιουργήσουν ἕνα σύνδεσμο, μιὰ κοινωνία, μέσα στὴν ὁποία ὁ καθένας νὰ αἰσθάνεται τὴν ἀνάγκη τοῦ ἄλλου.

* * *

Ἀλλὰ πιὸ πολὺ θαυμάζει κανεὶς τὴ σοφία τοῦ Θεοῦ, ὅταν ῥίξῃ μιὰ ματιὰ στὴν Ἐκκλησία, τὴ νέα αὐτὴ κοινωνία, ποὺ ἵδρυσε ὁ Χριστὸς γιὰ νὰ ζήσῃ ὁ ἄνθρωπος μιὰ ζωὴ πολὺ ἀνώτερη ἀπὸ κάθε ἄλλη ζωή. Μέσα στὴν Ἐκκλησία ὑπάρχουν χαρίσματα, πνευματικά χαρίσματα. Ποιά εἶνε αὐτά; Ἕνας χριστιανὸς ἔχει τὸ χάρισμα νὰ πονάῃ τοὺς ἄλλους, κι ὅταν μαθαίνῃ ὅτι στὸ γειτονικό του σπίτι συνέβη δυστύχημα καὶ οἱ ἄνθρωποι κλαῖνε καὶ ὑποφέρουν, τρέχει, ἐπισκέπτεται τὸ σπίτι καὶ μὲ λόγια βγαλμένα ἀπ’ τὴν καρδιά του παρηγορεῖ καὶ ἐμψυχώνει. Ἄνθρωποι ἀπελπισμένοι, ποὺ ἦταν ἕτοιμοι ν’ αὐτοκτονήσουν, ὅταν ἄκουσαν τὰ παρηγορητικὰ λόγια κάποιου χριστιανοῦ, πῆραν κουράγιο καὶ ἄρχισαν πάλι νὰ ζοῦνε μὲ καίνούργιες ἐλπίδες. Τὸ νὰ παρηγορῇ κανεὶς τοὺς ἄλλους εἶνε ἕνα χάρισμα. Τὸ ν ̓ ἀνοίγῃ τὸ πορτοφόλι του καὶ νὰ δίνῃ ἐλεημοσύνη σ ̓ αὐτοὺς ποὺ δὲν ἔχουν καὶ ὑποφέρουν εἶνε χάρισμα, τὸ χάρισμα τῆς ἐλεημοσύνης. Τὸ ν’ ἀνοίγῃ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ νὰ διαβάζῃ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ εἶνε κι αὐτὸ χάρισμα, τὸ χάρισμα τῆς ἀναγνώσεως τῆς Γραφῆς. Τὸ νὰ γονατίζῃ καὶ νὰ προσεύχεται εἶνε κι αὐτὸ χάρισμα, τὸ χάρισμα τῆς προσευχῆς. Τὸ νὰ πηγαίνῃ στὴν ἐκκλησία καὶ νὰ στέκεται στὸ στασίδι τοῦ ψάλτη καὶ νὰ ψάλλῃ, χωρὶς νὰ περιμένῃ καμμιὰ ἀμοιβὴ ἀπὸ τὸ ταμεῖο τῆς ἐκκλησίας, εἶνε κι αὐτὸ ἕνα χάρισμα, τὸ χάρισμα τῆς ψαλμῳδίας. Καὶ ἀκόμη πιὸ μεγάλο χάρισμα εἶνε τὸ νὰ γίνῃ κανεὶς ἱερεύς, νὰ τελῇ τὰ ἅγια μυστήρια, νὰ κηρύττῃ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ ν’ ἁγιάζῃ το λαό. Υπάρχουν δὲ στὴν Ἐκκλησία καὶ μερικὰ ἔκτακτα χαρίσματα. Τέτοιο ἔκτακτο χάρισμα εἶνε νὰ βγάζῃ ὁ χριστιανὸς μὲ τὴν προσευχή του δαιμόνια ἀπὸ τοὺς δαιμονισμένους. Ἄλλο ἔκτακτο χάρισμα εἶνε νὰ προφητεύῃ τί θὰ συμβῇ ὕστερα ἀπὸ 100 – 200 χρόνια. Τέτοιο χάρισμα προφητείας εἶχε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ποὺ προφήτευσε πολλὰ πράγματα ἀπ ̓ αὐτὰ ποὺ γίνονται σήμερα.

Τὰ χαρίσματα ποὺ βλέπουμε μέσ’ στὴν Ἐκκλησία εἶνε πνευματικὰ χαρίσματα, γιατὶ τὰ δίνει τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο. Καὶ τὰ δίνει ὄχι σὲ ἀνθρώπους ἀπίστους καὶ διεφθαρμένους, ἀλλὰ σὲ ἀνθρώπους ποὺ πιστεύουν καὶ ζοῦν σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά του. Τὰ δίνει, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος σήμερα, «κατὰ τὴν ἀναλογίαν τῆς πίστεως» (Ρωμ. 12,6). Τί θὰ πῇ αὐτό; Στο ποτάμι, ποὺ πηγαίνει κάποιος, παίρνει νερὸ ὅσο χωράει τὸ δοχεῖο ποὺ ἔχει μαζί του. Ἂν ἔχῃ ἕνα κανάτι, θὰ πάρῃ νερὸ ὅσο χωράει τὸ κανάτι. Ἂν ἔχῃ μιὰ στάμνα, θὰ πάρῃ περισσότερο. Ἂν ἔχῃ βαρέλι, ἀκόμη περισσότερο. Ανάλογα μὲ τὸ δοχεῖο εἶνε καὶ τὸ νερὸ ποὺ παίρνει. Παραβολικὰ μιλᾶμε. Ποτάμι εἶνε ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, ποτάμι πνευματικό. Τρέξε, χριστιανέ μου, νὰ πάρῃς ἀπὸ τὸ ποτάμι αὐτὸ νερό. Δοχεῖο κατάλληλο γιὰ νὰ πάρῃς τὸ νερὸ αὐτὸ εἶνε ἡ πίστι. Μικρή πίστι ἔχεις; μικρό χάρισμα θὰ πάρῃς. Μεγάλη πίστι ἔχεις; μεγάλο χάρισμα θὰ πάρῃς. Ἂν εἴχαμε τὴν πίστι, ποὺ εἶχαν οἱ ἅγιοι καὶ οἱ μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας μας, θὰ βλέπαμε τὴ δύναμι τοῦ Θεοῦ νὰ ἐνεργῇ καὶ διὰ μέσου ἡμῶν πράγματα μεγάλα καὶ θαυμαστά.

* * *

Ὁ Θεός, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἐκεῖνος ποὺ δίνει τὰ διάφορα χαρίσματα. Χαρίσματα, ὅπως εἴδαμε, σωματικά, διανοητικά, πνευματικά. Τὰ δίνει ὄχι γιὰ νὰ τὰ κρύψουμε, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐργασθοῦμε πάνω σ’ αὐτὰ καὶ νὰ τὰ πολλαπλασιάσουμε γιὰ τὴν ὠφέλεια τῆς κοινωνίας, γιὰ τὴν πρόοδο τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ. Ὅ,τι ἔχουμε εἶνε τοῦ Θεοῦ. Μόνο οἱ ἁμαρτίες εἶνε δικές μας. Τὰ χαρίσματα εἶνε τοῦ Θεοῦ, καὶ ἔχουμε εὐθύνη μεγάλη ὅταν τὰ παίρνουμε. Θὰ δώσουμε λόγο φρικτὸ γιὰ τὸ πῶς τὰ μεταχειριστήκαμε. Εἴμαστε διαχειρισταὶ ξένων χρημάτων, καὶ θὰ δώσουμε λογαριασμό τί κάναμε καὶ τὴν τελευταία δραχμή.

Θεέ, ἐλέησόν μας!

Διαβάστε επίσης και τα εξής:

elGreek