ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ ΛΟΥΚΑ

Ευαγγελική Περικοπή και Κηρύγματα Αγίων Πατέρων

by admin

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ ΛΟΥΚΑ - ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑ (ΙΔ΄ 16 - 24)

Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· Ἄνθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα, καὶ ἐκάλεσε πολλούς· 17καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα. 18καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες, ὁ πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. 19καὶ ἕτερος εἶπε· ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. 20καὶ ἕτερος εἶπε· γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν. 21καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα. τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ· ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ῥύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε. 22καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. 23καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· Ἔξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκός μου. 24λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου. Πολλοὶ γὰρ εἰσι κλητοὶ, ὀλίγοι δὲ εκλεκτοί.

16 Ο δε Ιησούς είπε εις αυτόν την εξής παραβολήν· “ένας άνθρωπος παρέθεσε μέγα δείπνον και εκάλεσε πολλούς. 17 Και την ώραν, που θα παρετίθετο το δείπνον, έστειλε τον δούλον του να πη στους προσκαλεσμένους· Ελάτε διότι τώρα είναι τα πάντα έτοιμα. 18 Και αυτοί σαν να ήταν συνεννοημένοι ήρχισαν να παραιτούνται όλοι από το δείπνον με διαφόρους δικαιολογίας· ο πρώτος είπε· Αγόρασα ένα αγρόν και έχω ανάγκην να βγω έξω και να τον ίδω· σε παρακαλώ να με θεωρήσης απηλλαγμένον από την υποχρέωσιν να παρακαθίσω στο δείπνον. 19 Και άλλος είπε· Αγόρασα πέντε ζευγάρια βώδια και πηγαίνω να τα δοκιμάσω· σε παρακαλώ να θεωρήσης δικαιολογημένην την απουσίαν μου. 20 Και άλλος είπε· Ενυμφεύθην και δια τούτο δεν μπορώ να έλθω. 21 Και επέστρεψε ο δούλος εκείνος προς τον κύριον του και του διηγήθηκε όλα αυτά. Τοτε, γεμάτος οργήν ο οικοδεσπότης εναντίον των αναξίων προσκαλεσμένων, είπε στον δούλον του· Εβγα γρήγορα εις τας πλατείας και τους δρόμους της πόλεως και φέρε εδώ μέσα τους πτωχούς και τους αναπήρους και τους χωλούς και τους τυφλούς. 22 Και αφού εξετέλεσε την εντολήν του Κυρίου του ο δούλος, είπε· Κυριε, έγινε όπως διέταξες, και είναι ακόμη τόπος αδειανός. 23 Και είπεν ο κύριος προς τον δούλον· Εβγα στους δρόμους, στους φράκτες των κτημάτων, έξω από την πόλιν και παρακίνησε με επιμονήν όλους όσους εύρης να έλθουν εδώ, δια να γεμίση οίκος μου. 24 Διότι σας διαβεβαιώνω, ότι κανείς από τους προσκαλεσμένους εκείνους άνδρες δεν θα γευθή τίποτε από το δείπνον μου”. (Οι κυρίως προσκεκλημένοι, οι πνευματικοί άρχοντες του Ισραήλ και οι άλλοι Εβραίοι, αποροφημένοι από τα υλικά των συμφέροντα και την ματαιοδοξίαν των, ηρνήθησαν την πρόσκλησιν του Χριστού και απέκλεισαν τον ευατόν των από την βασιλείαν των ουρανών. Οι τελώναι και οι αμαρτωλοί και οι ειδωλολάτραι, οι περιφρονημένοι από τους γραμματείς και τους Φαρισαίους εδέχθησαν με ευγνωμοσύνην και ταπείνωσιν την τιμητικήν πρόσκλησιν και έγιναν έτσι ένδοξα μέλη της βασιλείας των ουρανών).

16 Ο Ιησούς τότε, προκειμένου να διδάξει ποιες αρετές πρέπει να έχει κανείς για να συμμετάσχει στην αιώνια ευφροσύνη της βασιλείας του Θεού, του είπε: Κάποιος άνθρωπος έκανε μεγάλο βραδινό συμπόσιο και κάλεσε πολλούς. Η χαρά και η απόλαυση δηλαδή της αιώνιας βασιλείας παρομοιάζεται μ’ ένα μεγαλοπρεπές δείπνο που ετοίμασε ο Θεός. Σ’ αυτό δεν κάλεσε αρχικά όλους τους ανθρώπους, αλλά πολλούς, δηλαδή μόνο τους Ιουδαίους. 17 Και την ώρα του δείπνου έστειλε το δούλο του για να πει στους καλεσμένους: Ελάτε και μην αναβάλλετε, διότι είναι πλέον όλα έτοιμα. (Σε κάθε εποχή δηλαδή ο Θεός έστελνε τους απεσταλμένους του. Και στο τέλος έστειλε τον Ιωάννη τον Βαπτιστή κι έπειτα τον Υιό του, ο οποίος με την ενανθρώπησή του έλαβε μορφή δούλου). 18 Τότε άρχισαν μεμιάς όλοι οι καλεσμένοι, ο ένας μετά τον άλλον, σαν να ήταν συνεννοημένοι, να δικαιολογούν την απουσία τους από το δείπνο. Ο πρώτος του είπε: Έχω αγοράσει κάποιο χωράφι και πρέπει να βγω έξω και να το δω. Σε παρακαλώ, θεώρησέ με δικαιολογημένο και απαλλαγμένο από την υποχρέωση να έλθω. 19 Άλλος πάλι του είπε: Έχω αγοράσει πέντε ζευγάρια βόδια και πηγαίνω να τα δοκιμάσω. Σε παρακαλώ, συγχώρησε τη δικαιολογημένη απουσία μου. 20 Κι ένας άλλος του είπε: Είμαι νιόπαντρος και γι’ αυτό δεν μπορώ να έλθω. Δηλαδή οι προσκεκλημένοι όλοι απορροφήθηκαν από τις βιοτικές και τις σαρκικές τους μέριμνες και αδιαφόρησαν για την πρόσκληση του Θεού, ο οποίος τους καλούσε να γίνουν μέτοχοι και κληρονόμοι της βασιλείας του. 21 Όταν λοιπόν γύρισε ο δούλος εκείνος, διηγήθηκε στον κύριό του τα όσα του είπαν οι καλεσμένοι. Τότε ο νοικοκύρης θύμωσε και είπε στο δούλο του: Βγες γρήγορα στις πλατείες και στα στενά της πόλεως και φέρε εδώ μέσα τους φτωχούς, τους σακάτηδες, τους χωλούς και τους τυφλούς που θα βρεις εκεί. Κάλεσε δηλαδή όσους είναι περιφρονημένοι μεταξύ των Ισραηλιτών, αφού οι επίσημοι άρχοντες του Ισραήλ αρνούνται να δεχθούν τη σωτηρία που τους προσφέρει ο Μεσσίας. 22 Ύστερα από λίγο επέστρεψε πάλι ο δούλος και είπε: Κύριε, έγινε όπως διέταξες, και υπάρχει ακόμη τόπος αδειανός στο σπίτι για να προσκληθούν κι άλλοι. 23 Τότε είπε ο κύριος στο δούλο: Βγες έξω απ’ την πόλη στους δρόμους και στους φράχτες των κτημάτων, όπου συνήθως μαζεύονται οι περιπλανώμενοι, που δεν έχουν σπίτι και μόνιμη κατοικία. Κι επειδή αυτοί θα διστάζουν από συστολή να πάρουν μέρος στο δείπνο μου, παρακίνησέ τους επίμονα να μπουν εδώ, για να γεμίσει το σπίτι μου. προσκάλεσε δηλαδή και τους εθνικούς να πάρουν μέρος στα αγαθά της βασιλείας μου. 24 Διότι σας βεβαιώνω ότι κανένας από τους ανθρώπους εκείνους που κάλεσα όχι μόνο δεν θα καθίσει, άλλ’ ούτε καν θα γευθεί το δείπνο μου.

 16  Aὐτὸς δὲ τοῦ εἶπε: «Kάποιος ἄνθρωπος ἑτοίμασε μεγάλο δεῖπνο καὶ κάλεσε πολλούς. 17  Kαὶ ἀπέστειλε τὸ δοῦλο του τὴν ὥρα τοῦ δείπνου νὰ εἰπῇ στοὺς καλεσμένους: “Ἐλᾶτε, διότι ὅλα εἶναι πλέον ἕτοιμα”. 18  Ἀλλ’ ἄρχισαν ἀμέσως ὅλοι νὰ προβάλλουν ἄρνησι. Ὁ πρῶτος τοῦ εἶπε: “ Ἀγόρασα χωράφι, καὶ πρέπει νὰ βγῶ καὶ νὰ τὸ ἰδῶ. Σὲ παρακαλῶ, νὰ μὴ μὲ ὑπολογίσῃς”. 19  Ἄλλος δὲ εἶπε: “Ἀγόρασα πέντε ζεύγη βόδια, καὶ πηγαίνω νὰ τὰ δοκιμάσω. Σὲ παρακαλῶ, νὰ μὴ μὲ ὑπολογίσῃς”. 20  Kαὶ ἄλλος εἶπε: “Nυμφεύθηκα γυναῖκα, καὶ γι’ αὐτὸ δὲν δύναμαι νὰ ἔλθω”. 21  Πῆγε δὲ ὁ δοῦλος ἐκεῖνος καὶ ἀνέφερε αὐτὰ στὸν κύριό του. Ὠργίσθηκε τότε ὁ οἰκοδεσπότης καὶ εἶπε στὸ δοῦλο του: “Πήγαινε ἔξω γρήγορα στοὺς δρόμους καὶ στὰ στενὰ τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ κουτσοὺς καὶ τυφλοὺς φέρε ἐδῶ μέσα”. 22  Eἶπε δὲ ὁ δοῦλος (ὅταν ἐπέστρεψε): “Kύριε, ἔγινε ὅπως διέταξες, καὶ ἀκόμη ὑπάρχει τόπος”. 23  Kαὶ ὁ κύριος εἶπε στὸ δοῦλο: “Πήγαινε ἔξω στοὺς δρόμους καὶ στὰ στενὰ καὶ ἀνάγκασέ τους νὰἔλθουν μέσα, γιὰ νὰ γεμίσῃ τὸ σπίτι μου”. 24  Σᾶς βεβαιώνω δέ, ὅτι κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους τοὺς προσκεκλημένους δὲν θὰ γευθῇ τὸ δεῖπνο μου».

Ιερός Χρυσόστομος (ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΙΚΩΝ ΓΑΜΩΝ)

Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΙΚΩΝ ΓΑΜΩΝ [:Ματθ.22,1-14]

Αντιλήφθηκες και στην προηγούμενη παραβολή του υιού του νοικοκύρη εκείνου που, εκτός από τους απεσταλμένους δούλους του για τη συγκομιδή τω καρπών στο αμπέλι που τους εμπιστεύτηκε να καλλιεργούν, θανάτωσαν οι κακοί γεωργοί[βλ. Ματθ.21,33-46]και σε αυτήν εδώ την παραβολή του υιού και των απεσταλμένων δούλων, το ενδιάμεσο κεντρικό νόημα; Αντιλήφθηκες ότι υπάρχει βέβαια μεγάλη συγγένεια ανάμεσα στις δύο αυτές παραβολές, αλλά και πολύ μεγάλη διαφορά ταυτόχρονα; Καθόσον και αυτή δείχνει και του Θεού τη μεγάλη μακροθυμία και την πρόνοια, αλλά και την ιουδαϊκή αγνωμοσύνη.

Αυτή όμως η παραβολή, η παραβολή των βασιλικών γάμων, έχει και κάτι επιπλέον από την παραβολή των κακών γεωργών· διότι προλέγει βέβαια και την έκπτωση των Ιουδαίων ως περιούσιου λαού του Θεού και την κλήση των εθνικών, αλλά μαζί με αυτά δείχνει και την ορθότητα του βίου και πόση τιμωρία επιφυλάσσεται για εκείνους που θα επιδείξουν αδιαφορία. Και πολύ ορθά αυτή η παραβολή αναφέρεται μετά από εκείνη των κακών γεωργών· διότι, επειδή μετά από εκείνη την παραβολή τούς είπε ότι «ρθήσεται φ᾿ μν βασιλεία το Θεο κα δοθήσεται θνει ποιοντι τος καρπος ατς(: θα αφαιρεθεί από εσάς η βασιλεία και η ιδιαίτερη προστασία του Θεού, και θα δοθεί σε έθνος το οποίο θα παράγει τα αγαθά έργα, που είναι οι καρποί της βασιλείας αυτής)»[Ματθ.21,43], αποκαλύπτει λοιπόν εδώ και σε ποιο έθνος θα δοθεί.

Και όχι μόνο αυτό, αλλά δείχνει και πάλι την απερίγραπτη πρόνοια του Θεού προς τους Ιουδαίους· διότι σε εκείνη μεν την παραβολή φαίνεται να τους καλεί πριν από την σταύρωση Του, ενώ σε αυτήν και μετά τη σφαγή Του φροντίζει να τους προσκαλεί κοντά Του. Και τότε που έπρεπε αυτοί να υποστούν την πιο φοβερή τιμωρία, ακριβώς τότε και στους γάμους τούς προσκαλεί και τους τιμά με την ανωτάτη τιμή. Και πρόσεχε ότι και στην παραβολή των κακών γεωργών δεν προσκαλεί πρώτα τους εθνικούς, αλλά τους Ιουδαίους για να Του αποδώσουν τους καρπούς του αμπελώνα και να τους ανταμείψει, το ίδιο επίσης κάνει και εδώ με την πρόσκληση στους βασιλικούς γάμους πρώτα σε αυτούς. Αλλά όπως ακριβώς εκεί τότε έδωσε τον αμπελώνα στους άλλους, όταν δεν θέλησαν να Τον δεχθούν αλλά και Τον σφαγίασαν όταν ήλθε, έτσι και εδώ, τότε κάλεσε άλλους στους γάμους, όταν δεν θέλησαν αυτοί να έλθουν. Τι λοιπόν θα μπορούσε να θεωρηθεί μεγαλύτερο από αυτήν την αχαριστία τους, από τη στιγμή που αποσκιρτούν την ώρα που προσκαλούνται στους γάμους; Διότι ποιος δεν θα προτιμούσε να έλθει σε γάμους βασιλέως και μάλιστα σε γάμους του υιού του βασιλέως;

«Και γιατί», θα πει κάποιος, «ονομάστηκε το γεγονός αυτό ‘’γάμος’’»; Για να γνωρίσεις τη φροντίδα του Θεού, τη μεγάλη αγάπη Του προς εμάς, το χαρμόσυνο του γεγονότος, διότι τίποτε το λυπηρό δεν υπάρχει εκεί ούτε δυσάρεστο, αλλά όλα είναι γεμάτα από πνευματική χαρά. Για τον λόγο αυτό και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής τον Κύριο Τον ονομάζει «νυμφίον»[Ιω.3,29: « χων τν νύμφην νυμφίος στίν· δ φίλος το νυμφίου, στηκς κα κούων ατο, χαρ χαίρει δι τν φωνν το νυμφίου. ατη ον χαρ μ πεπλήρωται(:Μην παραξενεύεστε εάν όλοι πηγαίνουν σε Αυτόν και Τον ακολουθούν. Γαμπρός είναι Εκείνος που τον ακολουθεί η νύφη και πηγαίνει κοντά Του ως δική Του. Και ο φίλος του γαμπρού, ο παράνυμφος και κουμπάρος που μεσίτευσε για το γάμο αυτό και στέκεται κοντά Του στο γάμο και Τον ακούει, χαίρεται υπερβολικά να ακούει τη φωνή του γαμπρού να εκδηλώνει την αγάπη του προς τη νύφη και την ευχαρίστησή του για το γάμο του με αυτήν. Χαίρομαι λοιπόν και εγώ ως φίλος του ουρανίου νυμφίου, στον οποίο πηγαίνουν τώρα όλοι όσοι μετά από λίγο θα αποτελέσουν τη νύφη Του, την Εκκλησία. Αυτή είναι η δική μου χαρά και την αισθάνομαι πλήρη και τέλεια· διότι πέτυχε ο πνευματικός αυτός γάμος, στον οποίο μεσίτευσα)»].

Για τον ίδιο λόγο αυτό επίσης και ο Παύλος λέγει: «ρμοσάμην γρ μς ν νδρί, παρθένον γνν παραστσαι τ Χριστ(:Σας έχω ενώσει με δεσμούς αρραβώνα προς ένα άνδρα, δηλαδή τον Χριστό, για να παρουσιάσω τον καθένα σας ως παρθένο αγνή σε Αυτόν· δηλαδή να παρουσιάσω τις ψυχές σας αγνές και καθαρές από κάθε πλάνη και αμαρτία, ενωμένες με την πίστη και την αγάπη σε μία πνευματική νύμφη, οποίας νυμφίος είναι ο Χριστός)»[: Β΄Κορ.11,2]· και αλλού πάλι λέγει: «Τ μυστήριον τοτο μέγα στίν, γ δ λέγω ες Χριστν κα ες τν κκλησίαν(: Και η αλήθεια αυτή για την Εκκλησία είναι ένα μυστήριο μεγάλης σημασίας, το οποίο, ενώ ήταν άγνωστο μέχρι τώρα μας αποκαλύφθηκε από τον Θεό. Και το μεγάλο αυτό μυστήριο αναφέρεται στην πνευματική ένωση του Χριστού και της Εκκλησίας. Ό,τι δηλαδή είπε ο Θεός στην αρχή της δημιουργίας για τον άνδρα και τη γυναίκα, το ίδιο εκπληρώθηκε και πραγματοποιήθηκε με τη μυστική ένωση του Χριστού και της Εκκλησίας)»[Εφ.5,32]. Γιατί λοιπόν η νύμφη-Εκκλησία δεν αρραβωνίζεται με τον Πατέρα, αλλά με τον Υιό; Διότι η νύμφη που αρραβωνιάζεται με τον Υιό, συνδέεται και με τον Πατέρα. Καθόσον η Γραφή αναφέρει αυτό ή εκείνο χωρίς καμία διάκριση, διότι ο Υιός είναι ομοούσιος του Πατέρα.

Με αυτήν επίσης την παραβολή προείπε και την ανάσταση. Επειδή δηλαδή προηγουμένως μίλησε για τον θάνατό Του, δείχνει τώρα ότι και μετά τον θάνατο, τότε θα γίνουν οι γάμοι, τότε θα έλθει ο νυμφίος. Αλλά όμως ούτε και έτσι γίνονται οι Ιουδαίοι καλύτεροι, ούτε ημερότεροι· τι θα μπορούσε να υπάρξει χειρότερο από αυτό; Και αυτό είναι η τρίτη κατηγορία. Η πρώτη είναι ότι φόνευσαν τους προφήτες· η δεύτερη ότι φόνευσαν και τον Υιό· στη συνέχεια, αν και φόνευσαν τον Υιό, και καλούνται στους γάμους του φονευθέντος Υιού από τον ίδιο τον φονευθέντα, δεν προσέρχονται, αλλά προβάλλουν δικαιολογίες, «ζεύγη βοδιών», «αγρούς» και «γυναίκες»[Λουκ.14,18-20:«Κα ρξαντο π μις παραιτεσθαι πάντες. πρτος επεν ατ· γρν γόρασα, κα χω νάγκην ξελθεν κα δεν ατόν· ρωτ σε, χε με παρτημένον. κα τερος επε· ζεύγη βον γόρασα πέντε, κα πορεύομαι δοκιμάσαι ατά· ρωτ σε, χε με παρτημένον. κα τερος επε· γυνακα γημα, κα δι τοτο ο δύναμαι λθεν»]. Μολονότι βέβαια οι προφάσεις δείχνουν ευλογοφανείς, όμως από εδώ διδασκόμαστε ότι και αν ακόμη είναι αναγκαίες οι βιοτικές ενασχολήσεις μας, πρέπει από καθετί άλλο να προηγείται η εκτέλεση των πνευματικών καθηκόντων μας.

Και η πρόσκληση δεν γίνεται την τελευταία στιγμή, αλλά έχει γίνει πριν από πολύ χρόνο· διότι λέγει: «Επατε τος κεκλημένοις(:Πείτε σε αυτούς που έχουν προσκληθεί)»[Ματθ.22,4]· και πάλι: «καλέσαι τος κεκλημένους(:να καλέσουν αυτούς που έχουν προσκληθεί)»[Ματθ.22,3], πράγμα που έκανε μεγαλύτερη την κατηγορία. Και πότε καλέστηκαν; Αρχικά με όλους τους προφήτες και έπειτα με τον Ιωάννη τον Πρόδρομο· διότι προς τον Χριστό τούς παρέπεμπε όλους, λέγοντας: «κενον δε αξάνειν, μ δ λαττοσθαι(:Σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού, που με απέστειλε, Εκείνος πρέπει να αυξάνει σε επιρροή και δόξα, κι εγώ να μικραίνω· για να μην ακολουθούν πλέον εμένα οι άνθρωποι, αλλά Εκείνον)» [Ιω.3,30]. Αλλά και με τον ίδιο τον Υιό Του έχουν προσκληθεί· διότι λέγει: «Δετε πρός με πάντες ο κοπιντες κα πεφορτισμένοι, κγ ναπαύσω μς(:Ελάτε κοντά μου όλοι όσοι μοχθείτε και κοπιάζετε και είστε φορτωμένοι από το βάρος των αμαρτιών και των θλίψεων και των πλανών και εγώ θα σας αναπαύσω και θα σας ξεκουράσω)»[Ματθ.11,28]·και πάλι: «άν τις διψ, ρχέσθω πρός με κα πινέτω(:Εάν κάποιος διψά, ας έλθει προς εμένα και ας πιει)»[Ιω.7,37].

Και δεν τους καλούσε μόνο με λόγια, αλλά και με έργα και μετά την Ανάληψη μέσω του Πέτρου και των συνεργατών του: « γρ νεργσας Πτρ(:διότι αυτός που ενήργησε στον Πέτρο)», λέγει, «ες ποστολν τς περιτομς νργησε κα μο ες τ θνη(:ώστε να γίνει απόστολος των περιτμημένων, ενήργησε και εμένα, ώστε να γίνω απόστολος στα έθνη)»[Γαλ.2,8]· διότι επειδή οργίσθηκαν μόλις είδαν τον Υιό και Τον φόνευσαν, στη συνέχεια τούς προσκαλεί δια των δούλων. Και για ποιο πράγμα τους καλεί; Για μόχθους και κόπους και ιδρώτες; Όχι, αλλά για απόλαυση· διότι λέγει: «δο τ ριστόν μου τοίμασα, ο ταροί μου κα τ σιτιστ τεθυμένα, κα πάντα τοιμα· δετε ες τος γάμους(:Οι ταύροι μου και τα καλοθρεμμένα θρεφτάρια έχουν σφαγεί)»[Ματθ.22,4]. Πρόσεχε πόσο πολύ πλούσιο είναι το συμπόσιο, πόσο μεγάλη η τιμή που τους γίνεται. Και όμως ούτε και έτσι φιλοτιμήθηκαν, αλλά όσο μεγαλύτερη μακροθυμία έδειχνε, τόσο μεγάλωνε η σκληρότητά τους. Και δεν ήλθαν όχι επειδή ήταν απασχολημένοι, αλλά από αδιαφορία.

Πώς λοιπόν άλλοι μεν προβάλλουν ως δικαιολογία γάμους και άλλοι ζεύγη βοδιών; Ασφαλώς αυτά είναι βιοτική απασχόληση. Δεν είναι καθόλου απασχόληση· διότι όταν υπάρχει πρόσκληση για πνευματικά πράγματα, δεν είναι αναγκαία καμία άλλη απασχόληση. Έχω την εντύπωση ότι χρησιμοποίησαν αυτές τις προφάσεις για να τις προβάλουν ως προκαλύμματα της αδιαφορίας τους. Και δεν είναι μόνο αυτό το φοβερό, το ότι δεν ήλθαν δηλαδή, αλλά το πιο φοβερό και το μεγαλύτερο δείγμα της παραφροσύνης τους είναι το ότι έδειραν χωρίς κανένα οίκτο αυτούς που ήλθαν, τους κακοποίησαν και τους φόνευσαν· αυτό ήταν χειρότερο από το προηγούμενο· διότι εκείνοι μεν [:οι υπηρέτες του γαιοκτήμονα που θανάτωσαν οι κακοί γεωργοί στην προηγούμενη παραβολή] ήλθαν για να ζητήσουν τη σοδειά και τους καρπούς και σφαγιάστηκαν, ενώ αυτοί καλώντας αυτούς στους γάμους αυτού που σφαγιάστηκε μέσω της σταυρικής Του θυσίας από αυτούς, φονεύονται και αυτοί. Τι μπορεί να εξισωθεί με αυτή τη μανία; Γι’ αυτό το πράγμα κατηγορώντας τους ο Παύλος, έλεγε: «Τν κα τν Κύριον ποκτεινάντων ησον κα τος δίους προφήτας, κα μς κδιωξάντων(:Αυτοί οι οποίοι και τον Κύριο φόνευσαν και τους ίδιους τους προφήτες και κατεδίωξαν κι εμάς σκληρά)»[Α΄Θεσ.2,15].

Έπειτα για να μη λένε ότι «είναι αντίθεος και για τούτο δεν προσερχόμαστε», άκουσε τι λένε αυτοί που τους προσκαλούν: «Ο Πατήρ είναι αυτός που κάνει τους γάμους και ο Ίδιος τους προσκαλεί». Τι ακολουθεί στη συνέχεια μετά από την άρνηση αυτή των Ιουδαίων; Επειδή δεν θέλησαν να έλθουν, αλλά και φόνευσαν αυτούς που ήλθαν να τους καλέσουν, κατακαίει τις πόλεις τους, και αφού απέστειλε στρατό, τους εξολόθρευσε. Και αυτά τα λέγει, προλέγοντας τα όσα συνέβησαν επί Βεσπασιανού και επί Τίτου[:οι καταστροφές της Ιερουσαλήμ έγιναν η πρώτη το 71 μ. Χ. και η δεύτερη το 134 μ. Χ.], και ότι και τον Πατέρα εξόργισαν, επειδή δεν πίστεψαν σε Αυτόν· διότι Αυτός είναι εκείνος που επέτρεψε την καταστροφή τους. Για τον λόγο αυτόν και η άλωση της Ιερουσαλήμ δεν έγινε αμέσως μετά την σταύρωση του Χριστού, αλλά μετά σαράντα χρόνια, για να δείξει την μακροθυμία Του· η καταστροφή έγινε αφού φόνευσαν τον Στέφανο, αφού φόνευσαν τον Ιάκωβο, αφού κακοποίησαν τους αποστόλους. Είδες πραγματοποίηση προφητειών και ταχύτητα πραγματοποιήσεως αυτών; Διότι αυτά συνέβησαν ενώ ζούσε ακόμη ο Ιωάννης ο ευαγγελιστής και πολλοί άλλοι από αυτούς που συναναστράφηκαν τον Χριστό και ήσαν μάρτυρες των όσων συνέβησαν αυτοί που τα άκουσαν αυτά.

Πρόσεχε λοιπόν απερίγραπτη κηδεμονία. Φύτεψε αμπελώνα και όλα τα έκανε και τα τακτοποίησε· και μολονότι φονεύθηκαν οι δούλοι, έστειλε άλλους δούλους· και όταν και εκείνοι σφαγιάστηκαν, έστειλε τον Υιό Του· και όταν και Εκείνος φονεύτηκε επάνω στον Σταυρό, τους καλεί και πάλι στους γάμους· αλλά δεν θέλησαν να έλθουν. Στη συνέχεια αποστέλλει άλλους δούλους· αυτοί όμως και αυτούς τους φόνευσαν. Τότε λοιπόν πια τους καταστρέφει, επειδή ήταν αθεράπευτη η ασθένειά τους. Το ότι βέβαια ήταν αθεράπευτη η ασθένειά τους, το απέδειξαν όχι μόνο τα όσα συνέβησαν, αλλά και το ότι, αν και πίστευαν και οι πόρνες ακόμη και οι τελώνες, αυτοί διέπραξαν όλα αυτά. Ώστε κατακρίνονται όχι μόνο από όσα διέπραξαν οι ίδιοι, αλλά και από όσα κατόρθωσαν οι άλλοι.

Εάν όμως κάποιος ήθελε να πει ότι δεν κλήθηκαν τότε οι εθνικοί, όταν δηλαδή μαστιγώθηκαν οι απόστολοι και έπαθαν τόσα πολλά, αλλά αμέσως μετά την ανάσταση( διότι τότε λέγει σε αυτούς: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τ θνη(:πηγαίνετε και κάνετε μαθητές μου όλα τα έθνη)»[Ματθ.28,19]),θα μπορούσαμε να του πούμε, ότι και πριν από τη σταύρωσή Του και μετά από αυτήν με αυτούς εξαρχής είχε συνδιαλλαγές. Καθόσον πριν από την σταύρωσή Του λέγει προς αυτούς: «Πορεύεσθε δ μλλον πρς τ πρόβατα τ πολωλότα οκου σραήλ(:Πηγαίνετε προς τα πρόβατα τα χαμένα που κατάγονται από το γένος του Ισραήλ)»[Ματθ.10,6]· και μετά από τον σταυρό δεν τους εμπόδισε, αλλά έδωσε εντολή προς αυτούς να κηρύσσουν το ευαγγέλιο.

Μολονότι βέβαια είπε, «κάνετε μαθητές μου όλα τα έθνη», όταν όμως επρόκειτο να ανεβεί στον ουρανό, είπε σε εκείνους να κηρύξουν πρώτα. Διότι λέγει: «Λήψεσθε δύναμιν πελθόντος το γίου Πνεύματος φ᾿ μς, κα σεσθέ μοι μάρτυρες ν τε ερουσαλμ κα ν πάσ τ ουδαί κα Σαμαρεί κα ως σχάτου τς γς(:Θα λάβετε όμως ενίσχυση και δύναμη, όταν θα έλθει το άγιο Πνεύμα σε εσάς, και θα γίνετε μάρτυρές μου και στην Ιερουσαλήμ και σε όλη την Ιουδαία και μέχρι το τελευταίο και το πιο απομακρυσμένο μέρος της γης)»[Πράξ. 1,8].Και ο Παύλος πάλι: « γρ νεργσας Πτρ ες ποστολν τς περιτομς νργησε κα μο ες τ θνη(: Διότι ο ίδιος Κύριος που ενήργησε στον Πέτρο, στέλνοντάς τον σε αποστολή γι’ αυτούς που έχουν την περιτομή, ενήργησε και σε εμένα στέλνοντάς με στους εθνικούς)»[Γαλ. 2,8].Για τούτο και οι απόστολοι αρχικά μετέβησαν προς τους Ιουδαίους και αφού διέμειναν επί πολύ χρόνο στην Ιερουσαλήμ, στη συνέχεια, αφού εκδιώχθηκαν από αυτούς, τότε διασκορπίσθηκαν στα έθνη.

Εσύ λοιπόν πρόσεχε και στην περίπτωση αυτή την φιλοτιμία του Κυρίου: «σους ἐὰν ερητε(:Όσους θα βρείτε)», λέγει, «καλέσατε ες τος γάμους(:καλέστε τους στους γάμους)»· διότι πριν από αυτό που προανέφερα, κήρυτταν και προς τους Ιουδαίους και προς τους εθνικούς, και περνούσαν τον περισσότερο χρόνο τους διαμένοντας στην Ιουδαία, επειδή όμως επέμεναν οι Ιουδαίοι να τους επιβουλεύονται, άκουσε τον Παύλο που ερμηνεύει αυτή την παραβολή και λέγει τα εξής: «μν ν ναγκαον πρτον λαληθναι τν λόγον το Θεο. πειδ δ πωθεσθε ατν κα οκ ξίους κρίνετε αυτος τς αωνίου ζως, δο στρεφόμεθα ες τ θνη(:Σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού, ο οποίος κάλεσε στη σωτηρία τον Ισραήλ πριν από όλους τους άλλους λαούς, ήταν αναγκαίο και επιβεβλημένο να κηρυχθεί ο λόγος του Θεού πρώτα σε σας τους Ιουδαίους. Αφού όμως τον αποδιώχνετε και δεν τον δέχεστε και αφού εσείς οι ίδιοι βγάζετε για τους εαυτούς σας την απόφαση ότι δεν είστε άξιοι της αιώνιας ζωής, ιδού στρεφόμαστε πλέον στους εθνικούς)»[Πράξ.13,46].

Για τον λόγο αυτό λέγει και ο Δεσπότης: «Ο μεν γάμος είναι έτοιμος, οι καλεσμένοι όμως δεν ήσαν άξιοι ». Βέβαια αυτό το γνώριζε και πριν να συμβεί, αλλά όμως για να μην τους αφήσει καμία πρόφαση αναίσχυντης αντιλογίας, μολονότι τα γνώριζε, προς αυτούς πρώτα και ο ίδιος ήλθε, και άλλους απέστειλε στη συνέχεια και αποστομώνοντας έτσι εκείνους και διδάσκοντάς μας να κάνουμε ό,τι εξαρτάται από μας, και αν ακόμη πρόκειται κανείς να μην κερδίσει τίποτε από αυτό.

Επειδή λοιπόν δεν ήσαν άξιοι, «Πηγαίνετε», λέγει, «όπου βγάζουν οι δρόμοι και καλέστε όσους θα βρείτε» και αυτούς που θα βρίσκονται εκεί κατά τύχη και τους περιφρονημένους. Επειδή δηλαδή συνεχώς έλεγε ότι «ο τελναι κα α πόρναι προάγουσιν μς ες τν βασιλείαν το Θεο(:οι τελώνες και οι πόρνες, οι οποίες στην αρχή έδειξαν απείθεια στον νόμο του Θεού, πηγαίνουν πριν από σας τους Φαρισαίους και γραμματείς στην Βασιλεία του Θεού. Διότι εσείς με λόγια μόνο δείξατε υπακοή στον Θεό, στην πραγματικότητα όμως υπήρξατε απειθείς και άπιστοι)» [Ματθ.21,31] και «Πολλο δ σονται πρτοι σχατοι κα σχατοι πρτοι(:Οι πρώτοι θα γίνουν τελευταίοι και οι τελευταίοι πρώτοι)»[Ματθ.19,30] αποδεικνύει ότι αυτά δικαίως γίνονται, πράγμα που κατεξοχήν ενοχλούσε τους Ιουδαίους και τους πείραζε πολύ φοβερότερα αυτό και από την κατακρήμνιση του ναού, το να βλέπουν δηλαδή να εισάγονται οι εθνικοί και μάλιστα πολύ περισσότερο στη θέση εκείνη που ανήκε σε αυτούς.

Στη συνέχεια για να μην επαναπαυθούν και αυτοί απλώς και μόνο στην πίστη, τους ομιλεί και περί της κρίσεως για τις πονηρές πράξεις, των μεν απίστων για το ότι δεν προσήλθαν ακόμη στην πίστη, των δε πιστών για την ανάλογη φροντίδα που έδειξαν στη ζωή τους· διότι στην περίπτωση αυτή «ένδυμα» είναι ο τρόπος ζωής και οι πράξεις. Και βέβαια η κλήση είναι έργο της χάριτος. Γιατί όμως ομιλεί με τόση ακρίβεια; Για το ότι η μεν κλήση και η κάθαρση είναι έργο της χάριτος, το να παραμείνει όμως κανείς από αυτούς που κλήθηκαν και ενδύθηκαν καθαρά ενδύματα με τέτοια ενδύματα, οφείλεται στη φροντίδα αυτών που εκλήθησαν. Η κλήση δεν έγινε εξαιτίας της αξίας τους, αλλά κατά θεία χάρη. Έπρεπε λοιπόν η χάρις να αμείψει αυτόν που υπάκουσε και να μη δείξει ο τιμημένος τόση κακία μετά την τιμή που του έγινε.

«Αλλά», θα πει κάποιος, «δεν απήλαυσα αυτά που απήλαυσαν οι Ιουδαίοι». Και όμως απήλαυσες πολύ περισσότερα αγαθά. Διότι αυτά που ετοιμάζονταν για εκείνους, αυτά τα έλαβες εσύ. Για τον λόγο αυτό και ο Παύλος λέγει: «Τ δ θνη πρ λέους δοξάσαι τν Θεόν, καθς γέγραπται· δι τοτο ξομολογήσομαί σοι ν θνεσι, Κύριε, κα τ νόματί σου ψαλ(:και συγχρόνως και οι εθνικοί, που συμμετέχουν στη σωτηρία αυτή, να δοξάσουν τον Θεό για το έλεος που έδειξε σε αυτούς σύμφωνα με εκείνο που είναι γραμμένο στους ψαλμούς, όπου ο Χριστός λέει στον Πατέρα Του: ‘’Γι αυτό θα Σε δοξάσω ανάμεσα στα έθνη και θα ψάλω ύμνο στο όνομά Σου’’)»[Ρωμ.15,9]· διότι αυτά που προετοιμάζονταν για εκείνους σε όλη τη διάρκεια του χρόνου, αυτά εσύ τα έλαβες σε μία στιγμή χωρίς να είσαι άξιος. Για τον λόγο αυτό και αναμένει μεγάλη τιμωρία εκείνους που θα δείξουν αδιαφορία. Καθόσον, όπως ακριβώς εκείνοι τον προσέβαλαν που δεν προσήλθαν, έτσι και εσύ Τον προσβάλλεις με το να καθίσεις στην τράπεζα με τέτοιο διεφθαρμένο βίο. Διότι αυτό σημαίνει η είσοδος με ρυπαρά ενδύματα το να φύγει δηλαδή κανείς από αυτήν τη ζωή με βίο ακάθαρτο και ακριβώς για τον λόγο αυτό και «αυτός που δεν φορούσε ένδυμα γάμου» σιωπούσε, όντας αναπολόγητος.

Βλέπεις πως αν και είναι τόσο ολοφάνερο το πράγμα, δεν τιμωρεί από την αρχή, προτού ο ίδιος ο αμαρτωλός γίνει αίτιος της καταδίκης του; Διότι, με το να μην έχει να πει τίποτε, κατέκρινε τον εαυτό του και έτσι οδηγείται προς τις απερίγραπτες τιμωρίες. Μη νομίσεις όμως ακούγοντας τη φράση «σκότος το πυκνότατο» ότι αυτός τιμωρείται κατ’ αυτόν τον τρόπο, οδηγούμενος δηλαδή απλώς και μόνο οδηγούμενος σε σκοτεινό μέρος, αλλά οδηγείται εκεί όπου είναι το κλάμα και ο τριγμός των δοντιών. Αυτό λοιπόν το λέγει για να δείξει τα ανυπόφορα βάσανα.

Ακούστε όσοι απολαύσατε των μυστηρίων και περιβάλλετε την ψυχή σας με ρυπαρές πράξεις, αν και προσήλθατε στους γάμους. Ακούσατε από πού προσκληθήκατε. Από τα σταυροδρόμια. Τι ήσαστε προηγουμένως; Χωλοί και ψυχικά ανάπηροι, πράγμα που είναι κατά πολύ χειρότερο από τον ακρωτηριασμό του σώματος. Σεβασθείτε την φιλανθρωπία Αυτού που σας κάλεσε και κανείς ας μη συνεχίσει να μένει με ρυπαρά ενδύματα, αλλά ο καθένας ας φροντίζει για την στολή της ψυχής του. Ακούστε, γυναίκες· ακούστε, άνδρες. Δεν χρειαζόμαστε αυτά τα χρυσοΰφαντα ενδύματα, που μας στολίζουν εξωτερικά, αλλά εκείνα που μας στολίζουν εσωτερικά. Ενόσο θα έχουμε αυτά, είναι δύσκολο να ενδυθούμε εκείνα. Δεν είναι δυνατόν να καλλωπίζουμε συγχρόνως και την ψυχή και το σώμα. Δεν είναι δυνατό και στον μαμωνά να δουλεύεις και στον Χριστό να υπακούς όπως πρέπει.

Ας εκδιώξουμε λοιπόν από πάνω μας αυτή τη φοβερή τυραννίδα· διότι ούτε θα το ανεχόσουν με ευχαρίστηση εάν κάποιος την μεν οικία του την στόλιζε κοσμώντας την με χρυσά παραπετάσματα, εσένα όμως σε προσκαλούσε να καθίσεις στο τραπέζι του κουρελιάρη και γυμνό. Αλλά να, τώρα εσύ το κάνεις αυτό στον εαυτό σου την μεν οικία της ψυχής σου, δηλαδή το σώμα, το καλλωπίζεις με άπειρα παραπετάσματα, την δε ψυχή σου την αφήνεις να κάθεται μέσα σε αυτό με κουρέλια. Δεν γνωρίζεις ότι ο βασιλεύς της πόλεως πρέπει προπάντων να στολίζεται; Και ακριβώς για τον λόγο αυτόν για μεν την πόλη έχουν κατασκευαστεί παραπετάσματα από λινό, για δε τον βασιλέα αλουργίδα και στέμμα. Έτσι και εσύ, το μεν σώμα ντύσε το με πολύ ασήμαντη στολή, τον δε νου ένδυσέ τον με αλουργίδα και βάλε επάνω σε αυτόν στεφάνι και βάλε τον να καθίσει επάνω σε όχημα υψηλό και περίλαμπρο. Τώρα όμως κάνεις το αντίθετο την μεν πόλη την καλλωπίζεις ποικιλοτρόπως, τον βασιλέα όμως νου τον αφήνεις να σύρεται δεμένος οπίσω από τα παράλογα πάθη. Δεν σκέπτεσαι ότι κλήθηκες σε γάμο και μάλιστα γάμο Θεού; Δεν αναλογίζεσαι πώς πρέπει να εισέρχεται σε αυτούς τους νυφικούς θαλάμους η καλεσμένη ψυχή, ενδεδυμένη δηλαδή με χρυσά κροσσωτά και καλλωπισμένη;

Θέλεις να σου δείξω αυτούς που είναι έτσι στολισμένοι; Αυτοί που έχουν ένδυμα γάμου; Ενθυμήσου εκείνους τους αγίους, τους ασκητές, περί των οποίων σας μίλησα παλαιότερα, που φορούν τρίχινα ενδύματα και κατοικούν στις ερήμους. Αυτοί κατεξοχήν είναι εκείνοι που φορούν τα ενδύματα εκείνων των γάμων· και αυτό γίνεται φανερό από το εξής· όσα δηλαδή βασιλικά ενδύματα και αν τους δώσεις, δεν θα προτιμούσαν να τα λάβουν· αλλά όπως ακριβώς ένας βασιλιάς, εάν κάποιος αφού λάμβανε το κουρελιασμένα ενδύματα του πτωχού, προέτρεπε αυτόν να ενδυθεί αυτά, θα βδελυσσόταν την στολή, έτσι και εκείνοι σιχαίνονται την βασιλική στολή. Και συμβαίνει αυτό σε αυτούς όχι για κάποια άλλη αιτία, αλλά για το ότι γνωρίζουν το κάλλος της δικής τους στολής. Για τον λόγο αυτό και το βασιλικό εκείνο ένδυμα το περιφρονούν σαν αράχνη. Και όλα αυτά βέβαια τους τα δίδαξε ο σάκος που φορούν· καθόσον είναι πολύ υψηλότεροι και λαμπρότεροι και από αυτόν τον ίδιο τον βασιλέα. Και αν μπορέσεις να ανοίξεις τις πύλες του νου τους και να εξετάσεις την ψυχή τους και όλο τον εσωτερικό τους κόσμο και αν ακόμη καταπέσεις στη γη, δε θα μπορέσεις να αντέξεις τη λαμπρότητα της ομορφιάς τους και τη λάμψη των ενδυμάτων εκείνων και την απαστράπτουσα συνείδησή τους.

[…]Τι λοιπόν; Δεν θα προσφύγουμε προς μία τόσο μεγάλη μακαριότητα; Δεν θα φορέσουμε καθαρά ενδύματα για να ακολουθήσουμε τους γάμους αυτούς, αλλά θα παραμείνουμε επαίτες, χωρίς να βρισκόμαστε σε καλύτερη μοίρα από τους ζητιάνους των δρόμων, μάλλον δε σε πολύ χειρότερη και αθλιότερη κατάσταση; Καθόσον είναι πολύ χειρότεροι από εκείνους όσοι πλουτίζουν παράνομα, και είναι προτιμότερο να ζητιανεύει κανείς, παρά να αρπάζει διότι το μεν πρώτον είναι δυνατόν να συγχωρηθεί, το δεύτερο όμως είναι άξιο κατηγορίας και ο μεν ζητιάνος καθόλου δεν αντιστρατεύεται προς τον Θεό, αυτός που πλουτίζει αρπάζοντας τα αγαθά των άλλων όμως, παρανομεί και έναντι των ανθρώπων και έναντι του Θεού· και τους μεν κόπους της αρπαγής τούς υφίσταται, την ευχαρίστηση όμως της αρπαγής πολλές φορές την καρπώθηκαν ολόκληρη άλλοι.

Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά και απορρίπτοντας την πλεονεξία εξ ολοκλήρου, ας προσπαθούμε να συγκεντρώνουμε περισσότερο ουράνιο πλούτο, αρπάζοντας με πολλή προθυμία την ουράνια βασιλεία. Διότι δεν είναι δυνατόν, δεν είναι δυνατόν κάποιος που είναι ράθυμος να εισέλθει σε αυτήν. Είθε, λοιπόν, αφού όλοι γίνουν πρόθυμοι και επάγρυπνοι να επιτύχουν αυτήν, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, στον Οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμις στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

  • https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf

  • Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11Α, Υπόμνημα στον Ευαγγελιστή Ματθαίο, ομιλία ΞΘ΄, σελίδες 401-419 και σελ. 431.

  • Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 68, σελ. 90-104 και σελ. 110-111.

  • Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

  • Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

  • Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

  • Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016

  • http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm

Αρχιμ. Αθανάσιος Μυτιληναίος (Ο ΕΞΑΝΑΓΚΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΟΣ)

Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:

«Ο ΕΞΑΝΑΓΚΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΟΣ»

[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 16-12-2001]

(Β 449) Έκδοσις Β΄

Κάποτε ο Κύριος, αγαπητοί μου, εκλήθη σε ένα δείπνο από κάποιον Φαρισαίον. Κατά τη διάρκεια του δείπνου, ο Κύριος είπε στον οικοδεσπότη να μην καλεί φίλους και συγγενείς στο τραπέζι του, αλλά αναγκεμένους ανθρώπους, που δεν θα είχαν τη δυνατότητα να του ανταποδώσουν την ευεργεσία. Μάλιστα προσέθεσε ο Κύριος: «νταποδοθήσεται γάρ σοι ν τ ναστάσει τν δικαίων». Δηλαδή «Θα έχεις την αμοιβή σου κατά την ανάσταση των νεκρών. Τώρα μην περιμένεις αμοιβή, γιατί το κάλεσμα συγγενών και φίλων δεν θα είναι τίποτε άλλο, παρά γεμάτο επαίνους: ‘’Ήταν ωραίο το φαγητό. Σε ευχαριστούμε που μας κάλεσες’’» και άλλα τέτοια. Κάποιος ανακείμενος ενθουσιάστηκε και είπε εις τον Κύριον: «Μακάριος ς φάγεται ριστον ν τ βασιλεί το Θεο». Δηλαδή είναι ευτυχισμένος εκείνος ο οποίος θα καθίσει στο τραπέζι της Βασιλείας του Θεού. Και τότε ο Κύριος, σαν απάντηση και εις επήκοον, μάλιστα, πάντων, είπε την παραβολή του Μεγάλου Δείπνου, που σήμερα ακούσαμε σαν ευαγγελική περικοπή.

Λέγει: «νθρωπός τις ποίησε δεπνον μέγα…». Βέβαια δεν θα επαναλάβουμε την περικοπή, γιατί θα μας καταναλώσει χρόνον. Πιστεύω την προσέξατε την παραβολήν.

Ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος που ποίησεν, έκανε δείπνον μέγα, μεγάλο δείπνο; Ο άνθρωπος της παραβολής, αγαπητοί μου, είναι ο Θεός· που στρώνει το μεγάλο δείπνο στη γη και που είναι η Βασιλεία Του. Είδατε, λέμε «Αγία Τράπεζα», «Σώμα και Αίμα Χριστού», «τά παρατιθέμενα πί τς γίας τραπέζης». Πραγματικά είναι ένα δείπνον.

Και ο «παρατιθέμενος μόσχος» που λέγει, ποιος είναι; Ή ο αμνός; Είναι η θυσία του Υιού Του, που με αυτήν βέβαια στρώνεται το τραπέζι. Είναι το δείπνον μέγα, γιατί μεγάλος είναι Εκείνος που το παραθέτει. Είπαμε, ο Θεός. Μεγάλα δε και τα παρατιθέμενα. Όπως είναι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Αλλά και όλα τα άλλα· η Θεία Χάρις, η άφεσις των αμαρτιών, η υιοθεσία, τα μυστήρια της Εκκλησίας, όλα που απορρέουν από αυτήν την τράπεζα, όλα είναι μεγάλα και φοβερά.

Αλλά είναι μεγάλο το δείπνο ακόμη γιατί είναι και οικουμενικό, είναι και παγκόσμιον. Μην το ξεχνούμε αυτό. «εί παρατιθέμενον»· το οποίον παρατίθεται πάντοτε. Βλέπετε; Έως ότου έλθει ο Κύριος ξανά εις τον κόσμον αυτόν, το δείπνο αυτό θα παρατίθεται. Και πάντα θα είναι εκείνο που χορταίνει και ευφραίνει και αιωνίζει όποιον σε αυτό το τραπέζι όντως καθίσει.

«Και το δείπνον ετοιμάστηκε», όπως μας λέγει η παραβολή. Και εδώ αρχίζει τώρα το δεύτερο μέρος. Αυτά, το πρώτο μέρος, όσον αφορά τον οικοδεσπότη· τώρα εδώ, στο κάλεσμα των συνδαιτυμόνων. Εδώ έχομε μία περίεργη, αγαπητοί μου, συμπεριφορά, όπως θα δούμε και θα εκπλαγούμε πραγματικά.

«ρξαντο», λέγει η παραβολή, «π μις παραιτεσθαι πάντες». «Απ’ την πρώτη στιγμή, οι καλεσμένοι άρχισαν να παραιτούνται». Δηλαδή να ζητούν να μη μετέχουν εις το τραπέζι αυτό. Η αιτία; Λέγει ο πρώτος καλεσμένος: «γρν γόρασα, κα χω νάγκην ξελθεν κα δεν ατόν· ρωτ σε, χε με παρτημένον». Λέγει: «Αγόρασα ένα χωράφι και έχω ανάγκη να βγω να πάω να το δω το χωράφι αυτό. Γι΄αυτό, σε παρακαλώ, άφησέ με. Δεν θα μπορέσω να έλθω εις το δείπνον που με καλείς». Ο δεύτερος απήντησε εις τον δούλον εκείνον που έστειλε ο οικοδεσπότης βέβαια για το κάλεσμα. Και εκείνος με ανάλογο τρόπο απήντησε ότι είχε να κάνει κάτι αγορές ζώων. Ήθελε με τον τρόπον αυτόν να πάει να τα δοκιμάσει τα βόδια του, ας το πούμε, αν είναι καλά, γερά το όργωμα κ.λπ. Και ο τρίτος; Και ο τρίτος, ο ταλαίπωρος ο τρίτος, έκανε καινούρια οικογένεια και τώρα είχε πολλές βιοτικές ανάγκες τις οποίες έπρεπε να καλύπτει και φυσικά δεν είχε καιρό, δεν είχε δυνατότητα να ανταποκριθεί εις το μεγάλο αυτό δείπνο…

Πάντως, έτσι, δειγματοληπτικά, αναφερομένη η παραβολή, όλοι δεν ανταποκρίθηκαν εις αυτήν την πρόσκλησιν. Ας προσέξομε τη διατύπωση, γιατί πάνω στην διατύπωση μιας προτασούλας θα μείνομε και θα αναλύσομε το θέμα μας σήμερα, αγαπητοί μου.

«χω νάγκην ξελθεν»· που θα πει: «Έχω ανάγκη να βγω». Ο πρώτος. «Να πάω να δω το χωράφι που θα αγοράσω». Ο δεύτερος: «Να πάω να δω τα ζώα». Ο τρίτος: «Να πάω να δουλέψω, γιατί πώς θα ζήσω την καινούρια μου οικογένεια;». «νάγκη ξελθεν». Αυτό το «έχω ανάγκη» μας θυμίζει έναν εξαναγκασμό ακούσιον· που μας ωθεί να πραγματοποιήσομε κάτι. Και αυτό είναι κάθε μέρα, όλη τη μέρα. Είναι κάθε μέρα όλη τη μέρα. Ένας εξαναγκασμός μέσα εις την καθημερινότητα, που κάπου μας θυμίζει την καταναγκαστική ψύχωση. Έχετε ακούσει περί καταναγκαστικής ψυχώσεως;

Η καταναγκαστική ψύχωσις είναι μία ψυχική αρρώστια πολύ βασανιστική. Αυτός που πάσχει από την αρρώστια αυτή, δεν είναι σίγουρος για τις ενέργειές του και διαρκώς επιθεωρεί τις ενέργειές του κατά έναν βασανιστικό τρόπο. Αυτό είναι η καταναγκαστική ψύχωσις. Π.χ. «Έκλεισα το πετρογκάζ;». Πάμε να κοιμηθούμε. «Έκλεισα το πετρογκάζ; Μπας και το άφησα ανοιχτό; Και τότε κάπου καμία διαρροή και πεθάνομε;». «Κλείδωσα την πόρτα; Μη καμιά φορά ξεχάσομε την πόρτα του σπιτιού μας ανοιχτή και μπει κάποιος κλέφτης;»· κ.ο.κ. Όλα αυτά μας βασανίζουν. Αυτό λέγεται «καταναγκαστική ψύχωσις». Έτσι και ο άνθρωπος της πολλής μερίμνης, σαν να πάσχει από καταναγκαστική ψύχωση, κινείται όλη την ημέρα στις βιοτικές του μέριμνες, κατά έναν βασανιστικό τρόπο. Βέβαια, η εργασία είναι νόμος πνευματικός και βιολογικός, αν το θέλετε. Και εδόθη στον άνθρωπο μέσα εις τον Παράδεισον. Αυτό το «δόθη» είναι σύμφωνο βέβαια με τη δομή του ανθρώπου να εργάζεται.

Υπάρχει όμως και ένα αλλά. Είπε μεν ο Θεός εις τον Παράδεισον εις τους πρωτοπλάστους: «ργάζεσθαι καί φυλάσσειν τόν Παράδεισον». Και ο Χριστός είπε: « Πατήρ μο ως ρτι ργάζεται κγώ ργάζομαι». Όμως δεν πρόκειται για την εργασία καθ’ εαυτήν. Αλλά για έναν ανόητο και επικίνδυνο καταναγκασμό στην εργασία. Είναι γνωστό ότι μετά την απώλεια του Παραδείσου, η εργασία έγινε δουλεία. Γι΄αυτό και το λέμε στη νεοελληνική μας γλώσσα· λέμε: «Έχω δουλειά». Δηλαδή είμαι δούλος σε μία υπόθεση. Αυτό θα πει δουλειά. Είμαι στη δουλεία. Πάω στο χωράφι, πάω στο κατάστημα, πάω οπουδήποτε, από έναν εξαναγκασμόν. Αυτή η δουλεία στην εργασία, γίνεται στον άνθρωπο μία τρόπον τινά και πρέπει να το πούμε, καταναγκαστική ψύχωση. Όχι ότι θα είχαμε τόση προθυμία να δουλέψομε, αλλά γιατί κάτι μας σπρώχνει. Σημαίνει ότι ο κύριος της εργασίας δεν είναι ο άνθρωπος. Αντίστροφα. Η εργασία είναι η αφεντικίνα και ο άνθρωπος είναι δούλος· που θα πάει τώρα σε αυτή τη δουλεία, σε αυτή τη δουλειά. Πώς αλλιώτικα θα μπορούσε να ερμηνευθεί η συμπεριφορά και των τριών καλεσμένων στον δείπνο που έβαλαν πιο πάνω από το σπουδαίο δείπνο, την εργασία που ο καθένας είχε; Πώς αλλιώτικα μπορεί αυτό να εξηγηθεί; Σαν ένας νόμος να αναγκάζει τον άνθρωπο να μένει μόνον στη μέριμνα του βίου και να μην ατενίζει στον ουρανό, να μη βλέπει την σωτηρία Του.

Και αυτός ο παράσιτος νόμος είναι η πλεονεξία στον πλουτισμό. Είδατε τι ακούσαμε σήμερα στην αποστολική περικοπή που λέει ο Απόστολος Παύλος, Κολοσσαείς, ότι η πλεονεξία είναι ειδωλολατρία. Και δεν μπορείς, όταν είσαι πλεονέκτης και φυσικά αποδεικνύεσαι ότι είσαι ειδωλολάτρης, να μπορείς να εκτιμήσεις τα πνευματικά αγαθά. Δεν είναι δυνατόν.

Είναι ακόμη και η προσκόλληση στην ικανοποίηση των αισθήσεων. Όπως λέμε «Πάω να δω, να δοκιμάσω τα βόδια μου». Οι Πατέρες ερμηνεύουν ότι είναι η υπηρεσία που κάνει ο άνθρωπος στις πέντε του αισθήσεις. Να ικανοποιεί τις πέντε του αισθήσεις. Αλλά και η ειδωλοποίηση της οικογενείας. «Α, οικογένεια» σου λέει. «Ιερόν πράγμα». Ιερό πράγμα κάνουν και την εργασία, όλα ιερά σαν δικαιολογία, να μην κοιτάξουν, να μην ατενίσουν τίποτε απ’ ό,τι ανήκει εις τον ουρανόν και την σωτηρία.

Η εργασία, αγαπητοί μου, είναι νόμιμος. Αρκεί να μένει στα όριά της. Εκεί που πρέπει να μένει. Στους όρους της, χωρίς να γίνεται σκοπός της ζωής. Το καταλάβαμε; Δεν είναι σκοπός της ζωής η εργασία. Η εργασία είναι ένα μέσον για να υπάρχομε. Είτε βιολογικά, είτε ακόμη και πνευματικά. Και όταν επιτελείται η εργασία, θα γίνεται βεβαίως πάντοτε με την μνήμη του Θεού. Λέμε: «Μπορείς να εργάζεσαι οτιδήποτε. Διανοητική ή χειρονακτική εργασία και να λες την μονολόγιστη ευχή: ‘’Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με’’»; Ή να έχεις την μνήμη του Θεού διαρκώς. Όταν μάλιστα μας λένε οι Πατέρες λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος ότι «πιο συχνότερο πρέπει να είναι η μνήμη του Θεού από την αναπνοή!».Τότε βεβαίως δεν παραδοθήκαμε στην εργασία.

Είναι αξιοπρόσεκτο ότι δεν ομιλεί εδώ η παραβολή περί γεύματος. Προσέξτε κάτι. Μια λεπτομέρεια είναι. Αλλά περί δείπνου. Γεύμα στην ελληνική γλώσσα λέμε το τραπέζι που στρώνεται για το μεσημέρι. Δείπνο λέμε το τραπέζι που στρώνεται για το βραδινό φαγητό. Εδώ λέει ότι έκανε δείπνο μέγα. Άρα λοιπόν η τράπεζα εδώ είναι βραδινή. Προσέξτε, είναι βραδινή. Όταν εσύ λες: «Πάω να δω το χωράφι μου, πάω να δω τα βόδια μου», άνθρωπε, το βράδυ θα πας γι’ αυτά; Το βράδυ θα πας γι’ αυτά; Αφού υποτίθεται ότι έχει τελειώσει η εργασία η ημερινή, για να βρεθείς σε ένα δείπνο. Αυτό σημαίνει μας έχει πάρει ο στρόβιλος της μερίμνης και έχομε παραθεωρήσει το δείπνο της Βασιλείας του Θεού. Ο Κύριος μάς παρήγγειλε: «Προσέχετε αυτος(:Προσέχετε τους εαυτούς σας) μήποτε (:μήπως) βαρυνθσιν μν α καρδίαι κ κραιπάλει καί μέθη καί μερίμναις βιοτικας». «Προσέξτε», λέει, «μη βαρύνουν οι καρδιές σας με την κραιπάλη και τη μέθη». Πράγματι γίνεται μία μέθη η βιοτική φροντίδα και μέριμνα, που ο άνθρωπος δεν μπορεί από εκεί να ξεκολλήσει.

Πρέπει ακόμη να αναφέρομε και μερικές περιπτώσεις που μας εξαναγκάζουν ή αν θέλετε, καταναγκάζουν, ώστε να μην έχομε ούτε καιρό ούτε διάθεση για πνευματική ζωή. Και πρώτα είναι ο βιοπορισμός αυτός καθ’ εαυτόν. Έχομε την εντύπωση ότι δεν μας φθάνουν τα χρήματα του μισθού και πρέπει να κάνομε και μία δεύτερη δουλειά. Ακόμη… ω, πω, πω, να βγει και η γυναίκα έξω να δουλέψει. Και ναι μεν η γυναίκα βγήκε στο χωράφι μαζί με τον άνδρα της για να βοηθήσει. Τώρα η γυναίκα δεν είναι πια στο χωράφι με τον σύζυγον. Ή στο κατάστημα να βοηθήσει. Αλλά είναι σε ξεχωριστή δουλειά, με ξεχωριστή σύνταξη. Να, αυτές τις μέρες λογαριαζόταν… αν , λέει, ο άνδρας παίρνει σύνταξη, η γυναίκα θα πρέπει να παίρνει κι αυτή; Και το Συμβούλιο της Επικρατείας είπε: «Βεβαίως». Και πολύ σωστά. Διότι είναι ξεχωριστόν πρόσωπον και πρέπει να πάρει ξεχωριστή σύνταξη. Βλέπετε λοιπόν τι γίνεται εδώ; Ο βιοπορισμός. Κι όμως αν ήξεραν, το ζεύγος, να οργανώνουν τη ζωή τους από πλευράς οικονομικής, δεν θα χρειαζόταν η γυναίκα να βγει έξω να δουλέψει. Πάντως, το ότι βγαίνει και η γυναίκα έξω, εδώ υπάρχει μία δικαιολογία αποφυγής της πνευματικής ζωής. «Δεν έχω καιρό», σου λέει. «Να πάω στην εκκλησία δεν έχω καιρό. Να ακούσω λόγο Θεού δεν έχω καιρό». Κ.λπ. κλπ.

Μετά είναι η μόρφωσίς μας και η μόρφωση των παιδιών μας. Εκεί δα υπάρχει ένας κυριολεκτικά πυρετός. Φροντιστήρια, μουσικές.. «Το παιδί να μην πάρει και μουσικήν κατάρτισιν, να μην πάει στο Ωδείον;». Μετά, γυμναστικές επιδόσεις, ξένες γλώσσες και βάλε και βάλε και βάλε. Όλα αυτά δεν αφήνουν χρόνον ούτε για μας ούτε για τα παιδιά μας. Κι αυτά, δεν νομίζετε ότι αποτελούν μία καταναγκαστικήν ψύχωσιν, ένα φαύλο κύκλο, από τον οποίον δεν μπορούμε να ξεφύγομε για κάτι το πνευματικόν; Εκείνο που μου κάνει εντύπωση πολλές φορές, παίρνει τηλέφωνο, ας πούμε, κάποιος, πατέρας ή μητέρα, για να ‘ρθει το παιδί για εξομολόγηση, να το δούμε εμείς ιδιαιτέρως…· γιατί το παιδί την ημέρα που έχομε εξομολόγηση έχει φροντιστήριο, έχει ξένες γλώσσες, έχει να πάει στο Γυμναστήριο. Α, δηλαδή εγώ, που είμαι πνευματικός, να υποβληθώ εις τον κόπον να δεχθώ το παιδί σου μία άλλη μέρα και μία άλλη ώρα, μόνο και μόνο για να μην χάσει το …φροντιστήριό του. Βλέπετε παρακαλώ; Κι αν πω εγώ –είναι πολύ φυσικό- «Δεν μπορώ άλλη μέρα», τότε το παιδί θα μείνει χωρίς εξομολόγηση. Φταίω εγώ που είπα: «Δεν μπορώ;». Ή φταις εσύ που δεν θυσιάζεις το φροντιστήριο του παιδιού σου, μόνο και μόνο για να μην το χάσει;

Μετά, οι κοσμικές ενασχολήσεις. Εκεί δα, τελειωμό δεν υπάρχουν. Και οι ψυχαγωγίες. Έχομε να πάμε εδώ, έχομε να πάμε εκεί, ταξίδια, και δεν μπορούμε να σκεφθούμε καν για θέματα πνευματικής ζωής και σωτηρίας.

Μετά, η ικανοποίηση των αισθήσεων. «Πολύ ωραίο έργο προβάλλει ο κινηματογράφος, πρέπει να το δούμε, να πάμε να δούμε». Κι εκείνο, κι εκείνο. «Η τηλεόραση προβάλλει τούτο, πρέπει κι εκεί να το δούμε». Και δεν έχομε χρόνο να κοιτάξομε την πνευματική μας ζωή.

Βέβαια η άρνηση των καλεσμένων δεν σημαίνει και ματαίωσις του δείπνου. Δεν σημαίνει επειδή κάποιοι αρνούνται και τον δείπνο του Θεού, μπορεί αυτό να ματαιωθεί. Αν είναι δυνατόν αυτό ποτέ. Γιατί; Απλούστατα υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι οι οποίοι περιμένουν την κλήσιν. Δεν είναι όλοι οι οποίοι θα πουν το «όχι». Με μύριες δικαιολογίες «όχι». Υπάρχουν κι εκείνοι που μπορούν και ανταποκρίνονται. Και αυτό είναι βέβαια ένα ευτυχές γεγονός. Είναι οι αποδεχόμενοι λοιπόν το δείπνον της Βασιλείας του Θεού. Και παρακάθηνται εις αυτό το δείπνο. Είναι η μυστηριακή ζωή. Είναι ο εκκλησιασμός. Είναι η μελέτη του λόγου του Θεού. Είναι η άσκησις. Κι αυτοί δουλεύουνε. Δεν είναι τεμπέληδες. Κι αυτοί έχουν οικογένεια. Κι αυτοί έχουν επάγγελμα. Αλλά σου λέει: «Άλλο αυτό, άλλο εκείνο· όλα με τη σειρά τους. Θα πάω και στο μαγαζί, θα πάω και στο χωράφι, αλλά θα πάω και στην Εκκλησία».

Μάλιστα το θέμα της αργίας είναι πάρα πολύ σημαντικό. Η Εκκλησία μας έχει αρκετές αργίες μέσα εις το έτος. Το κάνει αυτό, για να σου δώσει την ευκαιρία να αφήσεις τις ενασχολήσεις σου τις βιοτικές και να πας στην Εκκλησία. Και να ακούσεις τον λόγο του Θεού. Θυμούμαι, στη Λάρισα, είχα πει κάποτε στα παιδιά του Κατηχητικού σχολείου.. ένα παιδί το εφήρμοσε, ένα παιδί· ήταν στο Λύκειο. Τι έκανε; Σε μία αργία… σχολείο βέβαια είχαν, γιατί και οι αργίες έχουν δυστυχώς καταργηθεί. Στην εποχή μου είχαμε πολλές αργίες. Αγίου Δημητρίου, να είναι το σχολείο ανοιχτό; Αγίου Αντωνίου; Μπα! Είχαμε αργία. Τι λοιπόν; Το παιδί, όπως του είχα πει…-είχα πει σε όλα τα παιδιά, ένα το εφήρμοσε- τι έκανε το παιδί αυτό; Έπαιρνε τη σάκα του, έτρωγε πρωινό, ερχότανε στην Εκκλησία, όταν έχομε μία αργία, και δεν είναι αργία που να ‘ναι κλειστά όλα, δυστυχώς εκεί βλέπετε, δεν πανηγυρίζει ο ναός, εκεί τελειώνομε και γρήγορα, 9 η ώρα έχει τελειώσει η Εκκλησία. Ε, τότε, τι; Ερχότανε με τη σάκα του το πρωί, εκκλησιαζόταν το παιδί, ευθύς μετά έφευγε και πήγαινε στο σχολείο. Έχανε μόνο μία ώρα. Το πρωί. Μόνο μία ώρα. Ελάτε να μου πείτε τώρα, που καταργήσαμε τις αργίες…-γιατί ξέρετε τι λένε οι εχθροί του Θεού; Είναι στο Ψαλτήρι γραμμένο. «Δετε καταργήσωμεν τς ορτς το Θεο π τς γς». «Δετε καταργήσωμεν τς ορτς το Θεο π τς γς»! Δεν μου λέτε, πόσες ώρες τα παιδιά σήμερα είναι εκτός σχολείου; Πάρα πολλές… Δεκάδες ώρες χάνουν. Γιατί; Γιατί θυσιάζουν αυτές τις πέντε ώρες να πάνε στην Εκκλησία. Και έτσι, από άλλο μέρος πληρώνομε τα σπασμένα. Αγαπητοί μου, έτσι είναι. Καταργείς εκείνο που θεσμοθετεί ο Θεός; Αλίμονό σου…

Αγαπητοί, σε λίγες ημέρες θα γιορτάσομε το μεγάλο γεγονός, το μεγαλύτερο γεγονός που είναι η Ενανθρώπησις του Θεού Λόγου. Εκείνος που δημιούργησε τα πάντα, τώρα θα γίνει άνθρωπος. Και θα ΄ρθει ανάμεσά μας. Η παρουσία Του στη γη είναι το δείπνον της Βασιλείας του Θεού. Ορατόν σημείον της Βασιλείας του Θεού στη γη επάνω είναι η Εκκλησία. Και μάλιστα η τέλεσις του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. Πόσοι όμως από μας γνωρίζουμε το νόημα της Ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου; Πόσοι από μας έχομε δημιουργήσει προϋποθέσεις υποδοχής, όπως είναι μία Τεσσαρακοστή, όπως τώρα που διερχόμεθα; Πόσοι από μας ετοιμάσαμε την οδόν Κυρίου και κάναμε «εθείας τάς τρίβους ατο», όπως ειδοποιεί ο Βαπτιστής, ο Πρόδρομος; Μη νομίσομε ότι Χριστούγεννα σημαίνει φαγοπότι και ευκαιρίες ταξιδίων και δώρων και ψυχαγωγίας. Χριστούγεννα σημαίνει ότι κατανοήσαμε Ποιος ήλθε ανάμεσά μας. Αυτό θα πει Χριστούγεννα. Και βέβαια και Τον δεχθήκαμε. Να μη μείνομε λοιπόν σε εκείνο το μελαγχολικό και απογοητευτικό, που καταγράφει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, στο Α΄ του κεφάλαιο: «Ες τ δια λθε, κα ο διοι ατν ο παρέλαβον». «Ήλθε ανάμεσά μας, ήλθε στο σπίτι μας, ήλθε στη γη μας και εμείς δεν Τον παραλάβαμε. Του γυρίσαμε την πλάτη».

Αδελφοί, Χριστούγεννα, και το τραπέζι της Βασιλείας στρώθηκε. Μη χάνομε καιρό. Οι βιοτικές μέριμνες ποτέ δεν τελειώνουν· γιατί είναι ένας φαύλος κύκλος. Η ζωή μας είναι μία ευθεία. Από τη γη στον ουρανό. Όλες οι συστροφές είναι εκ του πονηρού. Και τώρα μας δίδεται η ευκαιρία. Ο Θεός Πατήρ έστρωσε Μέγα Δείπνον και εκάλεσε πολλούς. Ανάμεσα στους πολλούς, να σπεύσομε και εμείς. Ίσως αύριο, κατόπιν μιας αναβολής, να είναι πολύ αργά. Ίσως τελεσίδικα αργά… Αμήν.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή  μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,

μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

  • Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.

  • http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_904.mp3

Αρχιμ. Αθανάσιος Μυτιληναίος (ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΣΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ)

Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:

«ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΣΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ»

[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 11-12-1983]

[Β105]

Στην σημερινή αποστολική περικοπή, αγαπητοί μου, ο απόστολος Παύλος θέλει να μας δείξει ότι ανάμεσα σε έναν σπουδαίο προορισμό, σε μία σπουδαία κλήση που μας κάνει ο Χριστός και στην δική μας την στάση πρέπει να υπάρχει μία συνέπεια. Ότι δηλαδή Εκείνος θα δώσει αυτά· εμείς ποιοι πρέπει να σταθούμε έναντι εκείνων που Εκείνος θα μας δώσει; Συγκεκριμένα: «ταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ, ἡ ζωὴ ἡμῶν, τότε καὶ ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ». «Όταν ο Χριστός θα φανερωθεί, κατά την Δευτέρα Του παρουσία, που ο Χριστός είναι η ζωή μας, τότε κι εσείς μαζί με Εκείνον θα φανερωθείτε ένδοξοι».

«Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς». «Ώστε λοιπόν, προκειμένου να φθάσετε σε εκείνη την ένδοξη κατάσταση, νεκρώσατε τα μέλη σας, τα μέλη του σώματός σας και ό,τι αφορά στην ψυχή σας, νεκρώσατέ τα αυτά, που υπηρετούν την αμαρτία επάνω εδώ εις την γη».

Ώστε υπάρχει μια συνέπεια, αγαπητοί. Ναι. Διότι το θέμα της σωτηρίας δεν είναι ένα θέμα που προσφέρεται κατά παθητικό τρόπο στον άνθρωπο. Ο άνθρωπος δεν θα δεχθεί να σωθεί, απλώς αν πει ένα «ναι» ή ίσως κι αυτό το «ναι» να μην είναι και δικό του. Αλλά ο άνθρωπος θα σωθεί εάν πει το «ναι», δηλαδή πιστέψει, αποδεχθεί και αγωνισθεί. Φυσικά εκείνα τα οποία ο άνθρωπος έχει να προσφέρει έναντι εκείνων που πρόκειται να του προσφερθούν είναι πολύ λίγα. Γι’αυτό λέγει ο Απόστολος Παύλος ότι δεν είναι άξια τα παθήματα τούτου του καιρού, αυτής της παρούσης ζωής, μπροστά στην «μέλλουσαν ποκαλυφθναι δόξαν». Μπροστά σε εκείνη την δόξα που πρόκειται να μας αποκαλυφθεί. Συνεπώς είναι σαν να μην προσφέρομε τίποτε. Αλλά σαν να μην προσφέρομε τίποτε. Στην πραγματικότητα πρέπει να προσφέρομε. Συγκριτικά σαν να μην προσφέρομε τίποτε.

Αλήθεια, έχετε σκεφθεί αυτόν τον μεγάλο προορισμό μας; Όχι απόλυτος προορισμός. Όχι, θέλομε δεν θέλομε θα γίνει αυτό. Αλλά εκείνο που ο Θεός έχει ετοιμάσει για μας κι εφόσον εμείς αποδεχθούμε αυτό το κάτι; Το έχετε σκεφθεί; Το ξαναδιαβάζω: «ταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ, ἡ ζωὴ ἡμῶν, τότε καὶ ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ». Πράγματι. Η ζωή του πιστού είναι κρυμμένη μέσα στην ζωή του Χριστού. Και δεν φαίνεται η ζωή του πιστού. Και η ζωή του πιστού είναι καταρχάς πνευματική. Βεβαίως η πνευματική ζωή φαίνεται, αλλά μόνον ένα μικρό της μέρος. Όπως ένα παγόβουνο στο μεγαλύτερό του μέρος είναι βυθισμένο μέσα στον ωκεανό. Έτσι, η ζωή του πνευματικού ανθρώπου φαίνεται, αλλά όχι ολόκληρη. Δεν μπορεί να προσμετρηθεί η ζωή η πνευματική του ανθρώπου. Αλλά πλάι στην πνευματική ζωή είναι και η ζωή εκείνη που θα είναι ζωή οντολογική. Δηλαδή ολόκληρος ο άνθρωπος θα ξαναζήσει! Αυτό το «θα ξαναζήσει ολόκληρος ο άνθρωπος, με ολόκληρη την ύπαρξή του, την οντολογία του», αυτό είναι ολότελα κρυμμένο μέσα στην ζωή του Χριστού. Και δεν φαίνεται. Έτσι ο πιστός τον βλέπομε να πεθαίνει, όπως και ο άπιστος, να θάπτεται, όπως και ο άπιστος, και να διαλύεται μέσα στο χώμα της γης, όπως και ο άπιστος. Έτσι αν δούμε τα οστά του πιστού και του απίστου, θα δούμε ότι δεν υπάρχει καμία διαφορά ανάμεσα εις τα πρώτα και εις τα δεύτερα. Και όμως υπάρχει τρομακτικά μεγάλη διαφορά. Διότι η ζωή του πιστού είναι κρυμμένη μέσα στη ζωή του Χριστού.

Ο Χριστός είναι η ζωή μας. Η ζωή μας όχι η πνευματική μόνο. Αλλά και η οντολογική ζωή μας. Δηλαδή αυτό που λέμε «ύπαρξη». Όχι απλώς μία αφηρημένη, ιδεατή κατάσταση. Αλλά αυτό που λέμε ύπαρξη. Αν το θέλετε, είναι αυτό που τόσο πεινάει και διψά πάντοτε ο άνθρωπος, ιδιαίτερα στην εποχή μας που, επειδή δεν δέχτηκε την παρουσία του Χριστού και δεν δέχτηκε το πρόσωπό Του και την Θεανθρωπίνη Του φύση, κατασκευάζει με το μυαλό του φιλοσοφικά συστήματα, για να λύσει ακριβώς αυτό το πρόβλημά του. Το λεγόμενον «υπαρξιακόν». Γι’αυτό τα σύγχρονα φιλοσοφικά ρεύματα είναι υπαρξιακά, είναι υπαρξιστικά. Γιατί αυτό θέλει ο άνθρωπος να επιτύχει· να διατηρήσει την ύπαρξή του. Άλλο ότι αυτά τελικά, τα κατ’ επίνοιαν ρεύματα, τα κατ’ επίνοιαν συστήματα, τελικά οδηγούν σε έναν μηδενισμόν. Άλλη παράγραφος. Γιατί ο άνθρωπος είναι σκοτισμένος και δεν γνωρίζει ακριβώς εκείνο που θα τον κάνει να διατηρηθεί στην ύπαρξη. Όχι όμως σε μια ύπαρξη αιωνίου κολάσεως, αλλά σε μια ύπαρξη ζωής, αληθινής ζωής, μακαριότητος.

Αυτή λοιπόν η ζωή, η μακαρία ζωή, η οντολογική, που αφορά, θα το ξαναπώ άλλη μία φορά, σε ολόκληρη την ύπαρξη του ανθρώπου, είναι κρυμμένη μέσα στην ζωή του Χριστού· στην ζωή του Χριστού. Προσέξτε αυτό. Ο Χριστός ζει. Ο Χριστός ζει με την ανθρωπίνη Του φύση. Όχι απλώς γιατί ο Θεός ζει. Αλλά και η ανθρωπίνη φύσις του Χριστού ζει. Ο Χριστός στον ουρανό ανέβηκε με την ανθρωπίνη Του φύση. Και η ζωή η δική μου είναι κρυμμένη μέσα στην Θεανθρωπίνη δική Του φύση. Πώς είναι; Όταν κοινωνώ το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Τότε, τότε η ζωή η δική μου είναι μέσα εις την ζωή του Χριστού. Κι επειδή ακριβώς έγινα μέλος Του και το σώμα του Χριστού αυξάνει, ο Χριστός, Αυτός καθ’ εαυτόν, είναι η κεφαλή ενός μεγάλου σώματος, του σώματος της Εκκλησίας. Η Εκκλησία είναι το σώμα Του. Όχι το ηθικόν σώμα Του, όχι το πνευματικόν σώμα Του, αλλά το οντολογικόν σώμα Του, το πραγματικό Του σώμα. Είμαι εγώ, είσαι εσύ, είσαι εσύ, είσαι εσύ. Είμαστε όλοι μαζί. Όλοι μαζί αποτελούμε το σώμα Του. Γιατί ο καθένας είναι μέλος του σώματος του Χριστού.

Όπως λέγει ο Απόστολος, είμεθα «μέλη κ μέρους». Συνεπώς η ζωή μας είναι κρυμμένη μέσα στον Χριστό. Πραγματικά. Όταν ο Χριστός θα ξανάρθει και θα φανερωθεί, κατά την Δευτέρα Του παρουσία, θα φανερωθεί ως υιός ανθρώπου,ε; «ταν λθ υἱὸς το νθρώπου ν τ δόξ ατο», λέγει εις το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, θα έρθει με την ανθρωπίνη Του φύση, τότε θα αναστηθώ κι εγώ, θα αναστηθείτε κι εσείς. Και τότε η ύπαρξίς μας, που δέχτηκε το σώμα Του και το αίμα Του και είμεθα μέλη Του αδιάσπαστα, τόσο αδιάσπαστα, όπως λέει ο Καβάσιλας, ότι τα πάντα μπορεί να τα χάσουμε – κι ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός το λέγει αυτό, λέγει: «μπορεί να σας πάρουν τα ρούχα, τα σπίτια, την περιουσία, να σας βγάλουν και το πετσί, να σας συντρίψουν τα κόκαλα, τον Χριστό δεν μπορούν να σας Τον βγάλουν». Η ένωση με τον Χριστό είναι ακατανόητα ισχυρά. Τότε, όταν εγώ θα αναστηθώ και θα σταθώ μπροστά Του, θα μου πει: «Ευλογημένο παιδί… δεύτε οι ευλογημένοι του Πατρός μου, έλα στην Βασιλεία μου». Και θα ζήσω στην μακαριότητά Του. Να πού είναι η ζωή μου κρυμμένη και πώς θα φανερωθεί.

Μπροστά σε αυτόν τον θαυμάσιον προορισμόν που έχει ο άνθρωπος, έρχεται τώρα ο Απόστολος Παύλος να μας πει: «Εσείς, τι πρέπει να κάνετε; Πώς πρέπει να ανταποκριθείτε μπροστά σε εκείνο που ο Χριστός εργάστηκε για σας;». «Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία». «Αυτά», λέγει, «όλα αφήσατέ τα. Νεκρώσατέ τα. Όχι αφήσατέ τα· νεκρώσατέ τα». Στη συνέχεια: «Νυνὶ δὲ ἀπόθεσθε καὶ ὑμεῖς τὰ πάντα, ὀργήν, θυμόν, κακίαν, βλασφημίαν, αἰσχρολογίαν ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν(:Αποθέσατε –λέει- όλα αυτά. Την οργή, τον θυμό, την κακία, την βλασφημία, την αισχρολογία από το στόμα σας)· μὴ ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους(:μη λέτε ψέματα ο ένας με τον άλλον), ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ(:γδυθείτε τον παλαιόν άνθρωπο μαζί με τις πράξεις του) καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ’ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν(:και ντυθείτε τον καινούριο άνθρωπο, αυτόν που θα σας οδηγήσει στη βαθιά γνώση του Ιησού Χριστού, που είμαστε φτιαγμένοι κατά την εικόνα τη δική Του)».

Τρία ρήματα: «Νεκρώσατε», «πόθεσθε», «πεκδύσασθε». Το «νεκρώσατε» αναφέρεται στα σαρκικά αμαρτήματα. Ο άνθρωπος, ο ζωικός άνθρωπος, ο άνθρωπος ο οποίος βρίσκεται κάτω μόνον από τους βιολογικούς νόμους και όχι από τον νόμο του Αγίου Πνεύματος, ο άνθρωπος αυτός, μόνο που θα ακούσει «νέκρωση» των δυνάμεών του αυτών, και δη των σαρκικών του δυνάμεων, συγκεκριμένα το «Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος» και μόνον γιατί θα ακούσει την νέκρωσιν των εδρών της ηδονής όπου εδράζει η ηδονή, μόνο γιατί θα το ακούσει, ταράσσεται και απορρίπτει το Ευαγγέλιο. Είναι ο άνθρωπος της σάρκας. Ο άνθρωπος αυτός δεν έχει… δεν στοιχεί τ Πνεύματι τ γί. Δεν έχει γνώση, γεύση του Αγίου Πνεύματος. Ο άνθρωπος αυτός είναι βιολογικός άνθρωπος, ζωικός άνθρωπος. Όπως λέει ο Απόστολος, «ψυχικός». «Ψυχικός» θα πει ζωικός άνθρωπος.

Το πρώτο λοιπόν είναι το «Νεκρώσατε». Το άλλο είναι το «πόθεσθε». Αποθέτω. Κάτι που με βαραίνει και το βγάζω και το αφήνω κάπου αλλού. «ποθέσασθε». Τι «ποθέσασθε»; Τα ψυχικά τώρα αμαρτήματα: θυμόν, οργήν, κακίαν κ.τ.λ. Και το τρίτο. «πεκδύσασθε». «Γδυθείτε, βγάλετε, ολόκληρον τον παλιόν άνθρωπο και ντυθείτε τον καινούριον».

Επειδή, αγαπητοί μου, είναι πολλά και σπουδαία όλα αυτά και ο χρόνος πρέπει να είναι πολύς για όλα αυτά, επιτρέψατέ μου να πούμε λίγα λόγια πάνω στο «πόθεσθε», αναφερόμενοι στα ψυχικά αμαρτήματα· τα οποία, όπως μας λέγει εδώ ο Απόστολος, είναι η οργή, ο θυμός, η κακία, η βλασφημία και η αισχρολογία. Με πάρα πολύ σύντομη ματιά, θα τα δούμε αυτά, γιατί είναι ανάγκη να τα δούμε.

Και πρώτα είναι ο θυμός. Ο θυμός είναι καρπός του εγωισμού. Γιατί θυμώνει ο άνθρωπος; Ο άνθρωπος θυμώνει γιατί δεν γίνεται αυτό που θέλει. Βέβαια πρόκειται περί μιας παρεκτροπής. Ποιας παρεκτροπής; Ότι ο θυμός είναι ιδιότητα της ψυχής φτιαγμένη από τον Θεό. Με σκοπό ο άνθρωπος να θυμώσει, θα πει: «να τανύσει το νεύρο της ψυχής», να γίνει νευρώδης η ψυχή του, νευρώδης, όταν θα σταθεί μπροστά του το κακό, να πει το «όχι». Δηλαδή όταν ήρθε ο διάβολος μέσα στον Παράδεισον και αρχίζει την απάτη του με μαεστρία, αντιλαμβανόμενοι οι πρωτόπλαστοι την απάτη, θα έπρεπε να ορθώσουν το ανάστημά τους, να θυμώσουν, κατά τον Μέγα Βασίλειον, να θυμώσουν, δηλαδή να τανύσει το νεύρο της ψυχής και να του πουν, ό,τι είπε ο Χριστός, ο νέος Αδάμ, εις τον διάβολον, που πήγε να τον πειράξει στην έρημον. «παγε πίσω μου, σαταν». Τι θα πιστεύατε, ο πράος Κύριος, που είπε «Μάθετε π᾿ μο, τι πρός εμι κα ταπεινς τ καρδί» στη φράση αυτή όπως είναι διατυπωμένη στην Αγία Γραφή, το «παγε πίσω μου, σαταν» το είπε ήρεμα-ήρεμα; Η διατύπωσις της φράσεως δείχνει το νεύρο. Δεν θα είπε ασφαλώς «παγε πίσω μου, σαταν» (ο γέροντας μιλάει αργά-αργά). Όχι τέτοιο πράγμα. Με νευρώδη τρόπο το είπε ο Κύριος. «παγε πίσω μου, σατανᾶ!». Το ξανάπε ο Κύριος αυτό, στον απόστολο Πέτρο- καλύτερα, στον διάβολο πάλι, που εμφανίζεται στο πρόσωπο του Αποστόλου Πέτρου. Και του λέγει: «Κύριε, μην πας στα Ιεροσόλυμα να σταυρωθείς». «Σατανά», του λέει ο Κύριος, «ο φρονες τ το Θεο, λλ τ τν νθρώπων.παγε πίσω μου, σαταν». Άλλη μία φορά το είπε ο Κύριος. Το είπε με νεύρο εκεί. Λοιπόν; Ο θυμός; Έπαθε διαστροφή. Αντί να θυμώσουμε εναντίον της αμαρτίας, θυμώνομε εναντίον των αδελφών, εναντίον των αντικειμένων της δημιουργίας, εναντίον του Θεού. Αυτό είναι μία παρεκτροπή του θυμού. Δεν τον χρησιμοποιούμε εκεί που πρέπει να τον χρησιμοποιήσουμε και τον χρησιμοποιούμε εκεί που δεν πρέπει να τον χρησιμοποιήσουμε. Συγκεκριμένα, έρχεται να υπηρετήσει τον εγωισμό μας και όχι την σωτηρία μας.

Η οργή. «Αποθέσατε», λέει, «τον θυμόν, την οργήν…». Τι είναι η οργή; Η οργή είναι ο παρατεταμένος θυμός. Ο θυμός που δεν έχει ξεθυμάνει· που παραμένει. Ο άνθρωπος ο οποίος μπορεί να έχει μέσα του θυμό, όχι με την έννοια της εξάψεως αλλά με την έννοια της μνήμης. Να κάνει τις δουλειές του ήρεμα, να κοιμάται ήρεμα, αλλά να μην ξεχνάει ένα ζήτημα. Και όταν το ζήτημα αυτό αναζωπυρούται, επανέρχεται, τότε να γίνεται θηρίο. Ώστε να λέει κανείς: «Ο άνθρωπος αυτός ξεθύμανε;». Αυτό λέγεται οργή. Δηλαδή ο χρονισμένος θυμός είναι η οργή. Η οργή, καταλαβαίνετε, είναι ένα πάθος της ψυχής δεμένο με την μνησικακία, δεμένο με πολλά πράγματα και που είναι φοβερόν, όταν έχει κανείς μπροστά του έναν άνθρωπο, ο οποίος έχει οργήν.

Κατόπιν η κακία. Βέβαια όλα αυτά κακίες είναι. Με μία ονομασία, θα λέγαμε, «η αρετή και η κακία». Παρά ταύτα έχει και μία ειδική σημασία, όταν λέγει εδώ ο Απόστολος «κακία». Και εννοεί τα πάθη του νου και της καρδιάς. Ακούσατέ τα πολύ πολύ γρήγορα, εκείνα που στο τέλος λέμε τον άλλον ότι είναι «κακός άνθρωπος». Το λέμε αυτό. Τον πόρνο τον λέμε κακόν άνθρωπο; Τον μπεκρή τον λέμε κακόν άνθρωπο; Τον φιλάργυρο τον λέμε κακόν άνθρωπο; Δεν τους λέμε κακούς ανθρώπους αυτούς. Λέμε «αμαρτωλός άνθρωπος, έχει τα πάθη του». Αλλά πότε λέμε έναν άνθρωπο ότι είναι κακός; Λέμε «είναι κακός». Ή λέμε πολλές φορές, «θυμώνει, αρπάζεται, φωνάζει, αλλά δεν είναι κακός». Άρα λοιπόν η έννοια του κακού, της κακίας έχει μία διαφοροποίηση εδώ. Δεν είναι γενικά ό,τι είναι αμαρτία.

Τι είναι λοιπόν αυτή η κακία, όπως εδώ μας την λέγει στην επιστολή του ο Απόστολος Παύλος; Είναι πρώτα πρώτα η στρεβλότης της ψυχής. Αυτός που είναι θυμώδης άνθρωπος, μπορεί να είναι ευθύς. Ο στρεβλός άνθρωπος μπορεί να μην είναι θυμώδης. Αλλά είναι αυτός που έχει στραβή ψυχή, τεθλασμένη ψυχή, στραβωμένη ψυχή. Ο άνθρωπος που αντιδρά, ο άνθρωπος ο οποίος κινείται ανάποδα απ’ ό,τι πρέπει, ανά πάσα στιγμή ανάποδα, εσύ λες άσπρο, εγώ μαύρο, εσύ λες μαύρο, εγώ άσπρο, στραβή ψυχή. Παράξενο πράγμα, παράξενο πράγμα! Είναι κάτι φοβερό! Μάλιστα η εποχή μας έχει αυτό το θέμα εις υπερθετικόν βαθμόν. Βλέπετε τους ανθρώπους πώς αντιδρούν. Και αντιδρούν με πάθος. Έτσι που να πούμε: «Είναι κακός άνθρωπος αυτός».

Μετά είναι η υποψία, η καχυποψία. Όταν πάντοτε λέμε: «Αυτός τι σκέπτεται για μένα;». Και είμαι ο περίεργος, να πάω να μάθω, τι λέει, τι σκέπτεται. Και βάζω με το μυαλό μου πράγματα, που ο άλλος ούτε καν τα εσκέφτηκε για μένα. Και αυτό είναι στην κατηγορία της κακότητος.

Ακόμα είναι η ανυπομονησία. Σας φαίνεται παράξενο; Δεν είναι η ανυπομονησία που καμία φορά βιαζόμαστε για κάτι. Είναι ο άνθρωπος ο οποίος, όταν τον πειράξουν, δεν μακροθυμεί. Και πάει αμέσως να εκδικηθεί. Έχω προσέξει και έχω τρομάξει: υπάρχουν άνθρωποι ή θα γράψουν γι’ αυτούς στην εφημερίδα κάτι ή θα τους πουν κάτι προσωπικά ή θα μάθουν κάτι, θα πάρουν το τηλέφωνο αμέσως να βρίσουν! Θα πάρουν το μολύβι αμέσως να γράψουν επιστολή, να απαντήσουν! Και θα μιλήσουν με βρασμό ψυχής! Άνθρωποι, περιμένετε λιγάκι, δείξατε μία μακροθυμία λιγάκι, μια… έτσι, άνεση ψυχής έναντι των άλλων. Όχι! Δεν χαρίζουν στον άλλον τίποτα. Και θέλουν ό,τι θα κάνουν, τώρα, τώρα, τώρα, τώρα! Αυτό λέγεται ανυπομονησία. Αλλά είναι κακότητα της ψυχής.

Και η κακοβουλία. Ο άνθρωπος που κακώς σκέπτεται, κακώς επιθυμεί, κακώς ενεργεί. Δηλαδή μέσα του ελατήριο και κίνητρο έχει το κακό. Γιατί; Έτσι. Κοιτάξτε τι είπα: Έτσι. Δηλαδή όπως πολλές φορές λέμε: «Αγαπώ να είμαι καλός άνθρωπος, γιατί αγαπώ να είμαι καλός άνθρωπος». Και ο κακός: «Θέλω να είμαι κακός». Σκοπός σου, ποιος; «Έτσι».
«Δηλαδή;».
«Έτσι, θέλω να είμαι κακός!». Δηλαδή είσαι διάβολος. Μόνο ο διάβολος το λέει αυτό. «Έτσι. Θέλω εγώ έτσι». Φοβερό πράγμα. Αγαπητοί μου, βάθος δυσθεώρητον το της ανθρωπίνης ψυχής το βάθος, όταν έχει κακία. Είναι φοβερό πράγμα. Γι΄αυτό λέγει ο Απόστολος «πόθεσθε». «Αποθέσατέ τα όλα αυτά τα πάθη της ψυχής· την οργήν, τον θυμόν, την κακίαν, την βλασφημίαν, την αισχρολογία από το στόμα σας».

Α, είναι και η βλασφημία! Χμ. Ποια είναι η βλασφημία; Η βλασφημία, αγαπητοί μου, δεν είναι μόνον εκείνο που οι άνθρωποι βλασφημούν. Η ρίζα «βλασ-» είναι από το ρήμα βλάπτω. Βλασφημία είναι το «βλάπτω την φήμη του άλλου». Και βλάπτω την φήμη του άλλου…πολλά πράγματα σημαίνει: συκοφαντώ, κατηγορώ, διαστρέφωΚι έτσι τον άλλον τον σκοτώνω με κάθε τρόπο. Βλασφημώ ακόμη τον Θεόν. Πώς; Τίνι τρόπω; Οι κοινές βλασφημίες; Ναι, αναμφισβήτητα είναι και οι κοινές βλασφημίες. Είναι ανατριχιαστικό να ακούς έναν άνθρωπο να βλασφημά τα θεία. Σημαίνει δεν ξέρει ποιος είναι ο Θεός. Πωπω! Φρίκη! Φρίκη! Να βλασφημάς Ποίον; Συ ποιος είσαι; Και βλασφημάς Ποίον, αδελφέ μου; Ποίον; Συνέλαβες Ποιος είναι ο Θεός και ποιος είσαι εσύ; Αλλά καθετί που αποδίδεται στην κακή φήμη του Θεού… όταν πω «ο Θεός δεν είναι δίκαιος», όταν πω ότι «ο Θεός μεροληπτεί», όταν πω ότι «ο Θεός είναι αδύναμος», ότι «ο Θεός δεν είναι αγαθός», είναι βλασφημία. Γιατί; Του αφαιρώ εκείνα που είναι. Και Του αποδίδω εκείνα που δεν είναι. Συνεπώς βλάπτω, προσβάλλω την φήμη Του, το όνομά Του. Είναι βλασφημία.

Και η αισχρολογία από το στόμα σας. Γιατί λέγει «ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν»; Αισχρολογούμε μήπως και με τα φρύδια μας; Αγαπητοί μου, εδώ υπάρχει ένας υπαινιγμός. Καταρχάς είναι βεβαίως η αισχρολογία όλα εκείνα τα σόκιν που θα πούμε, είναι όλες εκείνες οι αθυροστομίες που μπορούμε να πούμε, εκείνα τα χοντρά πράγματα, τα χοντρά, τα βρώμικα. Εκείνα που πολλές φορές κοιτάζομε μήπως μας άκουσε η μάνα μας, η γυναίκα μας, το παιδί μας, για να τα πούμε στην παρέα μας. Δηλαδή που φοβόμαστε να μην μας ακούσει κάποιος που δεν θα θέλαμε. Όλη αυτή η αισχρολογία βγαίνει σαν οχετός από το στόμα. Γιατί λέγει «από το στόμα σας»; Γιατί αυτό το στόμα είναι εκείνο που δέχεται το σώμα και το αίμα του Χριστού.

Το λέγει πιο σαφέστερα ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος. «Από το στόμα», λέει, «αυτό που υμνείς και ευλογείς τον Θεόν, βγάζεις και βόρβορον; Είδες πουθενά καμία πηγή να ρέει και γλυκό και αλμυρό νερό; Αλλά τι; Ενώ δεν υπάρχει στη φύση αυτό, εσύ μετέβαλες το στόμα σου που ρέει από κει και το αγαθόν και το κακόν». Αν θέλετε, δέχεσαι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού και βγάζεις από μέσα ό,τι βρώμικο, ό,τι βορβορώδες. «Όχι», λέει ο απόστολος Παύλος σε μία άλλη του επιστολή, «πς λόγος σαπρς (: κάθε σάπιος λόγος) κ το στόματος μν μ κπορευέσθω – σάπια είναι τα λόγια τα βρώμικα- (: κάθε σάπιος λόγος απ’ το στόμα σας να μην βγαίνει) λλ᾿ ε τις γαθς (:μόνο καλά λόγια να βγαίνουν) πρς οκοδομν τς χρείας(:για να οικοδομήσει, να ωφελήσει την στιγμή εκείνη, την ανάγκη της παρούσης εκείνης στιγμής) να δ χάριν τος κούουσι(:για να δώσει χάρη, να δώσει ωφέλεια, να δώσει ομορφιά, ευχαρίστηση σε εκείνους που ακούν)». Διότι εκείνος που θέλει να ακούει βρώμικα πράγματα, δεν έχει μόνο διεστραμμένο στόμα· και διεστραμμένα αυτιά. Κάποτε οι ίδιοι οι άνθρωποι που λένε βρώμικα πράγματα, έχουν διεστραμμένα αυτιά και θέλουν να ακούν τα ίδια τους τα λόγια. Έτσι, χοντρά χοντρά. Χοντροί άνθρωποι που -σκέπτεται κανείς- λείπει κάθε καλλιέργεια. Είναι φοβερό πράγμα. Αγαπητοί μου, είτε μόνοι μας είμαστε, είτε με πολύ οικείους μας, είτε με ευρύ κοινό, να έχομε καθαρό στόμα. Και έτσι το στόμα μας, όταν είναι καθαρό θα βγάζει και πάντοτε αγαθά πράγματα. Απ΄ την καρδιά μας, όταν κι αυτή είναι καθαρή, θα βγαίνουν από το στόμα πάντοτε καθαρά πράγματα.

Αλλά ας κλείσουμε, αγαπητοί. Λέει ο Κύριος, λέγει εδώ ο απόστολος Παύλος, «ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ». «Ελάτε, λοιπόν», λέγει, «ελάτε να γδυθούμε τον παλιόν άνθρωπον μαζί με τις πράξεις του. Μην κοιτάζομε να διορθώσουμε αυτό ή εκείνο, σε ένα ρούχο που είναι βρώμικο, έχει τρύπες. Δεν καθόμαστε εκεί να το πλύνομε σε μιαν ακρίτσα. Το βγάζομε ολόκληρο. Έτσι, βγάλτε τα όλα αυτά, βγάλτε τα όλα. Γίνετε καινούριοι άνθρωποι. Όχι μπαλωμένοι, αλλά καινούριοι άνθρωποι». Και «ε τις ν Χριστ καιν κτίσις», λέγει ο Απόστολος Παύλος. «Όποιος είναι μες στον Χριστό είναι καινούρια δημιουργία». Έτσι, αν κάποτε συνειδητοποιήσομε ότι η ζωή μας είναι κρυμμένη μες στον Χριστό και ότι θα φανερωθεί όταν κι Εκείνος θα φανερωθεί, τότε αναμφισβήτητα, αγαπητοί μου, θα καθαρίζομε τον εαυτόν μας, θα νεκρώνομε τα σαρκικά μας πάθη, θα αποθέτομε τα ψυχικά μας αμαρτήματα και θα γδυνόμαστε διαρκώς τον παλιόν άνθρωπο, για να ντυνόμεθα τον καινούριο, τον ανακαινισμένο, τον ν Χριστ ησο.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή  μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,

ψηφιοποίηση της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας και επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

  • Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.

  • http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_213.mp3

Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας (ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΔΕΙΠΝΟΥ)

Ο ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΔΕΙΠΝΟΥ

«νθρωπός τις ποίησε δεπνον μέγα· κα πέστειλε τν δολον ατο τ ρ το δείπνου επεν τος κεκλημένοις· ρχεσθε, τι δη τοιμά στι πάντα (:Κάποιος άνθρωπος έκανε μεγάλο βραδινό συμπόσιο και κάλεσε πολλούς. Και την ώρα του δείπνου έστειλε το δούλο του για να πει στους καλεσμένους: “Ελάτε και μην αναβάλλετε, διότι είναι πλέον όλα έτοιμα”)»[Λουκ.14,16-17].

Ας εξετάσουμε με λεπτομέρεια πριν από τα άλλα, ποια ακριβώς ήταν η αιτία, ώστε να μην καλεί σε γεύμα μάλλον, αλλά σε δείπνο πολλούς και μάλλον πριν από αυτό, ποιος άνθρωπος μπορεί να εννοηθεί από εμάς ο οποίος έστειλε τον υπηρέτη του να καλέσει για το δείπνο και ποιος είναι εκείνος που κάλεσε στο δείπνο, και ποιοι είναι γενικά εκείνοι που κλήθηκαν βέβαια, αλλά περιφρόνησαν την πρόσκληση.

Λοιπόν ως οικοδεσπότης «άνθρωπος» μπορεί να εννοηθεί ο Θεός και Πατέρας, γιατί οι εικόνες στην παραβολή πλάθονται βέβαια να ομοιάζουν προς την πραγματικότητα, αλλά οπωσδήποτε δεν είναι αυτές η ίδια η αλήθεια. Ο ίδιος λοιπόν ο Δημιουργός και Πατέρας της δόξας παρέθεσε δείπνο μεγάλο, δηλαδή ετοίμασε οικουμενική πανήγυρη, φυσικά προς τιμήν του Χριστού, κατά τους εσχάτους καιρούς του αιώνα, όταν ήρθε σε εμάς ο Υιός, τότε και που υπέστη τον θάνατο για εμάς, και μας έδωσε να φάμε την σάρκα Του, επειδή είναι άρτος από τον ουρανό και δίνει ζωή στον κόσμο. Κατά το βράδυ όμως και κάτω από το φως των λύχνων σφαζόταν επίσης αμνός, σύμφωνα με τον νόμο του Μωυσή. «Δείπνο» λοιπόν εύλογα ονομάσθηκε η κλήση στον Χριστό.

Έπειτα ποιος είναι ο απεσταλμένος, ο οποίος λέγει ότι είναι και δούλος; Ο ίδιος ασφαλώς ο Χριστός· γιατί, ενώ ήταν Θεός από τη φύση Του και αληθινός Υιός του Θεού και Πατέρα, ταπείνωσε τον εαυτό Του, παίρνοντας μορφή δούλου. Είναι λοιπόν Κύριος βέβαια των όλων, ως Θεός που γεννήθηκε από Θεό, την ονομασία όμως του «δούλου» θα μπορούσε κανείς να την εφαρμόσει εύλογα στα μέτρα της ανθρώπινης φύσης Του.

Πότε όμως στάλθηκε; «Κατά την ώρα του δείπνου», λέγει· γιατί δεν ήρθε στις αρχές τούτου του αιώνα ο μονογενής Λόγος του Πατέρα και έλαβε τη μορφή τη δική μας, αλλά σε καιρούς που θέλησε ο Εξουσιαστής, δηλαδή τους εσχάτους, όπως είπαμε παραπάνω. Και ποιος ήταν ο λόγος εκείνου που τους κάλεσε; «ρχεσθε, τι δη τοιμά στι πάντα(:Ελάτε και μην αναβάλλετε, διότι είναι πλέον όλα έτοιμα)». Γιατί ο Θεός και Πατέρας ετοίμασε για τους ανθρώπους στη γη με τον Χριστό τα αγαθά που έχουν δωριστεί στον κόσμο, την άφεση των αμαρτιών, την κοινωνία του αγίου Πνεύματος, τη λαμπρότητα της υιοθεσίας, τη βασιλεία των ουρανών. Σε αυτά κάλεσε ο Χριστός με τις ευαγγελικές εντολές, και πριν από τους άλλους, τον Ισραήλ.

«Κα ρξαντο π μις παραιτεσθαι πάντες. πρτος επεν ατ· γρν γόρασα, κα χω νάγκην ξελθεν κα δεν ατόν· ρωτ σε, χε με παρτημένον. κα τερος επε· ζεύγη βον γόρασα πέντε, κα πορεύομαι δοκιμάσαι ατά· ρωτ σε, χε με παρτημένον. κα τερος επε· γυνακα γημα, κα δι τοτο ο δύναμαι λθεν»(:Και άρχισαν όλοι οι καλεσμένοι, ο ένας μετά τον άλλον, μεμιάς , σαν να ήταν συνεννοημένοι, να δικαιολογούν την απουσία τους από το δείπνο. Ο πρώτος του είπε: ‘’Έχω αγοράσει κάποιο χωράφι και πρέπει να βγω έξω και να το δω. Σε παρακαλώ, θεώρησέ με δικαιολογημένο και απαλλαγμένο από την υποχρέωση να έλθω’’. Άλλος πάλι του είπε: ‘’Έχω αγοράσει πέντε ζευγάρια βόδια και πηγαίνω να τα δοκιμάσω. Σε παρακαλώ, συγχώρησε τη δικαιολογημένη απουσία μου’’. Κι ένας άλλος του είπε: ‘’Είμαι νιόπαντρος και γι’ αυτό δεν μπορώ να έλθω’’. Δηλαδή οι προσκεκλημένοι όλοι απορροφήθηκαν από τις βιοτικές και τις σαρκικές τους μέριμνες και αδιαφόρησαν για την πρόσκληση του Θεού, ο οποίος τους καλούσε να γίνουν μέτοχοι και κληρονόμοι της βασιλείας Του)»[Λουκ.14,18-20].

Μήπως λοιπόν σκέφθηκαν κάτι χρήσιμο για τον εαυτό τους; Μήπως θαύμασαν την αγαθότητα Εκείνου που τους κάλεσε, τη φροντίδα Του με την πρόσκληση του δούλου Του; Όχι, βέβαια, αλλά περιφρόνησαν και Αυτόν που τους καλούσε, και Εκείνον που έστειλε να τους καλέσει, και άρχισαν ένας ένας να παραιτούνται όλοι, δηλαδή με ένα σχεδόν σύνθημα.

Βλέπεις ότι έχοντας συγκατανεύσει απερίσκεπτα προς τα πλέον γήινα, δεν βλέπουν τα νοητά και δεν κάνουν κανένα λόγο για τα προσδοκώμενα από τον Θεό. Έπειτα, ποιοι πρέπει να θεωρηθούν αυτοί που παραιτήθηκαν εξαιτίας των χωραφιών και της γεωργικής εργασίας και της σαρκικής τεκνογονίας, παρά οι προϊστάμενοι της ιουδαϊκής Συναγωγής; Άνθρωποι με γεμάτα βαλάντια, που είναι κυριευμένοι από τη φιλοκέρδεια και συγκεντρώνουν όλη τη φροντίδα τους σε αυτό· γιατί από όλη τη θεόπνευστη Γραφή, όπως φαίνεται, μπορούμε να δούμε γι’ αυτά ακριβώς να κατηγορούνται.

Και όταν ακούσεις ότι έστειλε αυτός που παρέθετε το δείπνο τον δούλο του, να σκέφτεσαι την ένσαρκη οικονομία και τη δουλεία και την αποστολή. Και τι λοιπόν στάλθηκε να πει στους Ιουδαίους που προσκλήθηκαν με τον νόμο; «Ελάτε, ήδη όλα είναι έτοιμα». Εκείνοι όμως προβάλλοντας ο καθένας από κάποια δικαιολογία, αρνήθηκαν την πρόσκληση αυτή.

«Κα παραγενόμενος δολος κενος πήγγειλε τ κυρί ατο τατα. Τότε ργισθες οκοδεσπότης επε τ δούλ ατο· ξελθε ταχέως ες τς πλατείας κα ύμας τς πόλεως, κα τος πτωχος κα ναπήρους κα χωλος κα τυφλος εσάγαγε δε(:Όταν λοιπόν γύρισε ο δούλος εκείνος, διηγήθηκε στον κύριό του τα όσα του είπαν οι καλεσμένοι. Τότε οργίστηκε ο οικοδεσπότης εναντίον των ανάξιων προσκαλεσμένων και είπε στον δούλο του: ‘’Βγες γρήγορα στις πλατείες και τους δρόμους της πόλεως και φέρε εδώ μέσα τους πτωχούς και τους αναπήρους και τους χωλούς και τους τυφλούς που θα βρεις εκεί. Κάλεσε δηλαδή όσους είναι περιφρονημένοι μεταξύ των Ισραηλιτών, αφού οι επίσημοι άρχοντες του Ισραήλ αρνούνται να δεχτούν τη σωτηρία που τους προσφέρει ο Μεσσίας’’)»[Λουκ. 14,21].

Επειδή όμως λοιπόν οι άρχοντες των Ιουδαίων απέρριψαν την πρόσκληση, καθώς έλεγαν οι ίδιοι: «Μή τις κ τν ρχόντων πίστευσεν ες ατν κ τν Φαρισαίων;(:μήπως πίστεψε σε Αυτόν κάποιος από τους άρχοντες, που είναι οι μόνοι αρμόδιοι να κρίνουν τα θρησκευτικά ζητήματα, ή από τους Φαρισαίους, που είναι άγρυπνοι φύλακες των παραδόσεων και της αληθινής πίστεως;)»[Ιω.7,48], οργίσθηκε ο οικοδεσπότης, επειδή ήταν άξιοι να υποστούν τις συνέπειες του θυμού και της οργής Του. Τότε δηλαδή οργίστηκε ο οικοδεσπότης εναντίον των Ιουδαίων αρχόντων επειδή περιφρόνησαν το μεγάλο δείπνο, και έτσι αντί για εκείνους κλήθηκαν εκείνοι από το πλήθος των Ιουδαίων που βρίσκονταν στις πλατείες και στα σοκάκια, και είχαν ασθενή και ταπεινό τον νου, χωρίς πνευματική διαύγεια και αρτιότητα. Γιατί αυτοί θα μπορούσαν να θεωρηθούν τυφλοί και χωλοί, αλλά όμως έγιναν δυνατοί και υγιείς με τον Χριστό, διδάχθηκαν να ορθοποδούν και δέχθηκαν στον νου τους το θείο φως.

Ότι όμως επίστεψαν όχι και λίγοι από τους Ιουδαίους, μπορεί να το μάθει κανείς διαβάζοντας τις Πράξεις των αγίων Αποστόλων. Γιατί σε αυτές λέγεται ότι όταν μίλησε ο Πέτρος μπροστά στο λαό, πίστεψαν στην αρχή τρεις χιλιάδες, και ύστερα πολύ πλήθος. Αλλά από τη μια διδάσκοντας αυτά και από την άλλη θαυματουργώντας, οδηγούσαν το άδολο πλήθος στον Χριστό και πολλοί από τους Ιουδαίους πίστεψαν σε Αυτόν, τους οποίους μάλιστα οι Φαρισαίοι τους ονόμαζαν και «καταραμένους», απλά και μόνο επειδή πίστευαν στον Χριστό. Γιατί έλεγαν: «μή τις κ τν ρχόντων πίστευσεν ες ατν κ τν Φαρισαίων; λλ᾿ χλος οτος μ γινώσκων τν νόμον πικατάρατοί εσι!(:Μήπως πίστεψε κάποιος από άρχοντες ή τους Φαρισαίους σ’ Αυτόν; (Κανείς δεν πίστεψε, διότι αυτοί τάχα μόνοι γνωρίζουν την αλήθεια και έχουν ορθή κρίση…).Αλλά πίστεψε αυτός ο αγράμματος όχλος, που δεν γνωρίζει τον νόμο και γι’ αυτό είναι όλοι τους καταραμένοι)»[Ιω. 7,48-49]. Εδώ γίνονται φανερά και τα δύο, και ότι οι άρχοντες δεν πίστεψαν, και ότι πολλοί από το πλήθος πίστεψαν, τα οποία και τα δύο υπαινίχθηκε η παραβολή, παρουσιάζοντας τους πρώτους να παραιτούνται, και τους άλλους να καλούνται και να υπακούουν.

«Κα επεν δολος· κύριε, γέγονεν ς πέταξας, κα τι τόπος στί. κα επεν κύριος πρς τν δολον· ξελθε ες τς δος κα φραγμος κα νάγκασον εσελθεν, να γεμισθ οκος μου. λέγω γρ μν τι οδες τν νδρν κείνων τν κεκλημένων γεύσεταί μου το δείπνου(:Ύστερα από λίγο επέστρεψε πάλι ο δούλος και είπε: ‘’Κύριε, έγινε όπως διέταξες, και υπάρχει ακόμη τόπος αδειανός στο σπίτι για να προσκληθούν κι άλλοι’’. Τότε είπε ο κύριος στον δούλο: ‘’Βγες έξω από την πόλη στους δρόμους και στους φράχτες των κτημάτων, όπου συνήθως μαζεύονται οι περιπλανώμενοι που δεν έχουν σπίτι και μόνιμη κατοικία. Κι επειδή αυτοί θα διστάζουν από συστολή να πάρουν μέρος στο δείπνο μου, παρακίνησέ τους επίμονα να μπουν εδώ για να γεμίσει το σπίτι μου. Προσκάλεσε δηλαδή και τους εθνικούς να πάρουν μέρος στα αγαθά της Βασιλείας μου· διότι σας βεβαιώνω ότι κανένας από τους ανθρώπους εκείνους που κάλεσα και αρνήθηκαν την πρόσκλησή μου δε θα καθίσει, αλλά ούτε και θα γευθεί το δείπνο μου’’)»[Λουκ.14,22-24].

Εδώ πρόσεχε σε παρακαλώ την κλήση των εθνικών, οι οποίοι έχουν εισέλθει με την πίστη μετά από τους εξ αίματος Ισραηλίτες. Γιατί παλαιότερα οι εθνικοί ήταν ακαλλιέργητοι στο μυαλό, εξαγριωμένοι στον νου και ζούσαν κατά κάποιο τρόπο έξω από την πόλη, επειδή δεν ζούσαν σύμφωνα με τις εντολές του νόμου, αλλά μάλλον με τρόπο κτηνώδη και με πολλή απερισκεψία, γι’ αυτό και εκείνος που προσκαλούσε στο δείπνο στάλθηκε και σε εκείνους που βρίσκονταν στους αγρούς και στους φράκτες έξω από την πόλη.

Διατάχθηκε όμως από εκείνον που τον έστειλε, όχι απλώς να τους καλέσει αλλά ακόμη και να τους αναγκάσει. Κι όμως εφόσον βέβαια η πίστη είναι σε όλους προαιρετική και είναι δεκτό αυτό από τον Θεό, τότε γιατί αναγκάζονται κάποιοι; Ναι, και αυτό έγινε κατ’ οικονομία. Γιατί έπρεπε, ναι έπρεπε, επειδή οι εθνικοί ήταν υποδουλωμένοι στην ανυπόφορη πλεονεξία και βρίσκονταν κάτω από τον διαβολικό ζυγό, και κατά κάποιο τρόπο ήταν δεμένοι με τις αδιάσπαστες αλυσίδες των αμαρτημάτων τους και δεν γνώριζαν τον από τη φύση Του και αληθινό Θεό των όλων, χρειάζονταν εντονότερη πρόσκληση που έμοιαζε με εξαναγκασμό, για να μπορέσουν να αναβλέψουν προς τον Θεό και να γευθούν τα ιερά μαθήματα, ώστε να απομακρυνθούν από την αρχαία απάτη και να ξεφύγουν κατά κάποιο τρόπο από το χέρι του διαβόλου.

Και πράγματι είπε ο Χριστός: «Οδες δύναται λθεν πρός με, ἐὰν μ πατρ πέμψας με λκύσ ατόν, κα γ ναστήσω ατν τ σχάτ μέρ(:Κανείς δεν μπορεί να έλθει σε μένα πιστεύοντας στη θεϊκή μου προέλευση και αποστολή, εάν ο πατέρας μου, που με έστειλε στον κόσμο, δε μεταβάλει την ψυχή του και δεν τον ελκύσει με τη θεϊκή του δύναμη και χάρη. Και όταν αυτός ελκυστεί προς εμένα, εγώ θα ολοκληρώσω το έργο της σωτηρίας του και θα τον αναστήσω την έσχατη ημέρα της Κρίσεως)»[Ιω.6,44]. Αλλά και η λέξη γενικά εμφανίζει την κλήση ως έργο δύναμης που ταιριάζει στον Θεό.

Κάτι τέτοιο βρίσκουμε να λέγει και ο Δαβίδ στον Θεό γι’ αυτούς: «Μ γίνεσθε ς ππος κα μίονος, ος οκ στι σύνεσις, ν κημ κα χαλιν τς σιαγόνας ατν γξαις τν μ γγιζόντων πρς σέ(:και όπως με σιδερένιο φίμωτρο και χαλινάρι συσφίγγονται οι σιαγόνες των αγρίων ζώων, έτσι και Εσύ, Κύριε, ας σφίξεις με χαλινάρι και ας περιορίσεις τους αμαρτωλούς, οι οποίοι μένουν αμετανόητοι και δεν θέλουν να πλησιάσουν προς Εσένα)»[Ψαλμ.31,9]. Βλέπεις ότι σαν με κάποιο χαλινάρι επιστρέφει προς τον εαυτό Του ο Θεός των όλων, εκείνους που αποσκίρτησαν με τρόπο άγριο; Γιατί είναι αγαθός και φιλάνθρωπος ο Θεός, «ς πντας νθρπους θλει σωθναι κα ες πγνωσιν ληθεας λθεν(:ο Οποίος θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και με την πίστη να γνωρίσουν βαθύτερα και πληρέστερα την αλήθεια)» [Α΄Τιμ. 2,4].

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

  • Αγίου Κυρίλλου, αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, Εξήγησις υπομνηματική εις το κατά Λουκάν ευαγγέλιον, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, ερευνητικό έργο «Οι δρόμοι της πίστης: Ψηφιακή Πατρολογία».

(https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/09/commentarii-in-lucam_.pdf)

  • Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας Άπαντα τα έργα, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2005, «Υπόμνημα εις το κατά Λουκάν Β΄», κεφάλαιο 14ο, τόμος 26, σελ. 59-67.

  • Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

  • Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

  • Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

  • Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016

  • http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm

Αυγουστίνος Καντιώτης (Από το βιβλίο "ΚΥΡΙΑΚΗ")

Ὄχι προφάσεις

«Λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεται μοῦ τοῦ δείπνου» (Λουκ. 14, 24)

ΑΚΟΥΣΑΤΕ, ἀγαπητοί, τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο. Ἕνας, λέει, ἄνθρωπος θέλησε νὰ τιμήσῃ τοὺς φίλους του. Ἑτοίμαζε τραπέζι. Φρόντισε νὰ μὴ λείψῃ τίποτε. Ὅταν ἦταν ὅλα ἕτοιμα, ἔστειλε τὸ δοῦλο του νὰ εἰδοποιήσῃ τοὺς φίλους του νὰ ἔρθουν στὸ τραπέζι. Ὁ δοῦλος πῆγε καὶ τοὺς κάλεσε. Ἀλλὰ τί περίεργο πρᾶγμα! Ἐνῶ θὰ περίμενε κανείς, ὅλοι αὐτοὶ ποὺ κάλεσε ὁ δοῦλος νὰ δεχθοῦν μὲ εὐχαρίστησε τὴν πρόσκληση καὶ νὰ τρέξουν νὰ πᾶνε στὸ τραπέζι, αὐτοὶ ἀρνήθηκαν, καὶ δικαιολογῶντας τὴν ἄρνησί τους εἶπαν: Ὁ πρῶτος «Ἀγόρασα χωράφι καὶ πρέπει νὰ πάω νὰ τὸ δῶ…»…. Ὁ δεύτερος «Ἀγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια καὶ πρέπει νὰ πάω νὰ τὰ δοκιμάσω…»…. Ὁ τρίτος «Παντρεύτηκα γυναῖκα…» (Λουκ. 14, 18-20). Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔκανε τὸ τραπέζι πληροφορήθηκε τί ἀπήντησαν στὸ δοῦλο του, ωργίστηκε καὶ τὸν διέταξε νὰ πάη στοὺς δρόμους καὶ στὶς πλατεῖες τῆς πόλεως καὶ ὅποιους βρῆ, τυφλούς, κουτσούς, ἀναπήρους, νὰ τοὺς καλέσῃ στὸ τραπέζι.

Ὁ δοῦλος ἐξετέλεσε τὴν ἐντολὴ τοῦ κυρίου του. Πῆγε ἐκεῖ ποὺ τὸν ἔστειλε. Ὅλοι, ὅσους κάλεσε, μὲ μεγάλη προθυμία δέχτηκαν τὴν πρόσκλησι. Πῆγαν στὸ συμπόσιο. Ἀλλ’ ἡ αἴθουσα, ὅπου ἦταν στρωμένο τὸ τραπέζι, ἦταν τόσο μεγάλη, ὥστε ἔμενε ἄδειος πολὺς χῶρος. Ὁ δοῦλος πῆρε διαταγὴ νὰ πάη πάλι ἔξω, νὰ βρῆ καὶ ἄλλους καὶ νὰ τοὺς καλέσῃ νὰ ἔρθουν στὸ τραπέζι. Δήλωσε δὲ ὁ κύριος ποὺ ἔκανε τὸ δεῖπνο, ὅτι κανένας ἀπ’ αὐτούς, ποὺ κάλεσε τὴν πρώτη φορὰ καὶ δὲν ἦρθαν, δὲν θὰ καθήσῃ στὸ τραπέζι καὶ δὲν θὰ δοκιμάσῃ τὰ ἀγαθὰ τοῦ δείπνου.

Ὅποιος ἀκούει τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο παραξενεύεται μὲ τὴ συμπεριφορὰ τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων, ποὺ πρώτους κάλεσε στὸ τραπέζι ὁ κύριος. Γιατί ξέρουμε, ὅτι σὲ τραπέζια ποὺ στρώνονται σὲ μέρες γάμων, ἑορτῶν καὶ πανηγύρεων, ὅλοι πᾶνε μὲ προθυμία. Παραπονοῦνται μάλιστα, ἂν δὲν τοὺς καλέσουν. Τὸ θεωροῦν προσβολή.

Ἀκοῦς ἐκεῖ νὰ μὴ μὲ καλέσουν! λένε, ἐγὼ εἶμαι πολὺ γνωστός, φίλος καὶ συγγενής, κ’ ἔπρεπε νὰ μὲ καλέσουν ἀπὸ τοὺς πρώτους κάλεσαν τόσους καὶ τόσους, κ’ ἐμένα μὲ ξέχασαν…

Ἀλλὰ στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο δὲν πρόκειται γιὰ τραπέζι τέτοιο. Τὸ τραπέζι, γιὰ τὸ ὁποῖο συμβολικῶς μιλάει τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο, εἶνε πολὺ διαφορετικὸ ἀπὸ τὰ τραπέζια τοῦ κόσμου. Εἶνε τραπέζι πνευματικό. Τὸ ἑτοίμασε ὁ οὐράνιος Πατέρας. Πῶς νὰ σᾶς μιλήσω γιὰ νὰ μὲ καταλάβετε; Πῶς νὰ σᾶς κάνω ν’ ἀγαπήσετε τὸ τραπέζι αὐτό; Ἀκοῦστε με. Ὅταν πέσῃ σὲ μιὰ χώρα πεῖνα καὶ δὲν ἔχουν οἱ ἄνθρωποι νὰ φᾶνε τίποτε, πεινασμένοι ὅπως εἶνε, εὐτυχισμένο θεωροῦν τὸν ἑαυτό τους ἂν πέσῃ στὰ χέρια τους κανένα καρβέλι ψωμί. Πεινασμένοι ὅπως εἶνε, θὰ τὸ ἁρπάξουν καὶ θὰ τὸ φᾶνε μὲ εὐχαρίστησι, ἔστω καὶ ἂν τὸ ψωμὶ εἶνε ἀπὸ καλαμπόκι ἢ κριθάρι. Στὴν πεῖνα ποὺ ἔχουν, γλύκισμα θὰ τοὺς φανῇ. Ἐάν δὲ κάποιος στὴν ἐποχὴ τῆς πείνας τους καλέσῃ σὲ τραπέζι, ὦ μὲ πόση χαρὰ θὰ τρέξουν!

Ἀπὸ τὰ ὑλικὰ ἂς πᾶμε τώρα στὰ πνευματικά, ἀπὸ τὴ σωματικὴ πεῖνα ἂς πᾶμε τώρα στὴν πνευματικὴ πεῖνα. Ἄς πᾶμε στὰ παλιὰ τὰ χρόνια, τὰ πρὸ Χριστοῦ χρόνια. Οἱ ἄνθρωποι πεινοῦσαν ν’ ἀκούσουν τὴν ἀλήθεια, νὰ γνωρίσουν ποιός εἶνε ὁ ἀληθινὸς Θεὸς καὶ ποιά εἶνε τὰ καθήκοντά τους ποὺ ἔχουν ἀπέναντι στὸ Θεὸ καὶ στοὺς ἀνθρώπους. Πεινοῦσαν νὰ μάθουν νέα ἀπό τὸν ἄλλο κόσμο. Ἔβλεπαν, ὅτι σὲ λίγο τελειώνει ἡ ζωὴ τοὺς ἐδῶ στὴ γῆ καὶ ἦταν ἀνήσυχοι γιὰ τὸ μεγάλο ταξίδι. Πεινοῦσαν καὶ διψοῦσαν γιὰ τὴν ἀλήθεια. Εἶχαν φιλοσόφους καὶ ἄλλους σπουδαίους ἄνδρες. Ἀλλὰ ἡ διδασκαλία τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν δὲν μποροῦσε νὰ τοὺς χορτάσῃ. Ἦταν ἕνα ψίχουλο. Ἦταν, δηλαδή, ἕνα πολὺ μικρό, ἐλάχιστο ποσοστὸ ἀπὸ τὴν ἀλήθεια, ποὺ πεινοῦσαν καὶ διψοῦσαν οἱ ἄνθρωποι. Ἀλλὰ νά! Ἔρχεται ὁ Θεὸς καὶ στρώνει τραπέζι. Τραπέζι, ποὺ ὄχι χίλιοι καὶ δυὸ χιλιάδες ἄνθρωποι, ἀλλὰ ἑκατομμύρια νὰ ἔρθουν νὰ καθήσουν, τὰ φαγητὰ δὲν θὰ λιγοστέψουν. Καὶ τί φαγητά! Φαγητὰ ἐκλεκτά. Φαγητὰ ποὺ ἀνοίγουν τὴν ὄρεξι, κάνουν τὸν ἀδύνατο νὰ δυναμώνῃ, τὸν παράλυτο νὰ περπατάη, τὸν τυφλὸ νὰ βλέπῃ, τὸν κουφὸ ν’ ἀκούῃ, τὸ λεπρὸ νὰ καθαρίζεται. Τί πλούσιο, σπάνιο, πρωτάκουστο, μοναδικὸ τραπέζι! Ὅ,τι ὑπάρχει στὸ τραπέζι αὐτό, εἶνε ἀπόλαυσις, χαρά, ὑγεία, ἀθανασία, ζωὴ αἰώνιος. Ἄνθρωποι, τί κάθεστε; Πεινασμένοι, ἐλᾶτε νὰ φᾶτε.,φάτε. Διψασμένοι, ἐλᾶτε νὰ πιῆτε. Τυφλοί, ἐλᾶτε νὰ δῆτε τὸ φῶς. Κουφοί, ἐλᾶτε ν’ ἀκούσετε. Ἀνάπηροι, ἐλᾶτε νὰ γίνετε καλά. Ὅλοι ἐλᾶτε στὸ τραπέζι τοῦ Θεοῦ. Δὲν θὰ πληρώσετε τίποτε. Ὅλα δωρεάν.

Ἀλλὰ ποιό εἶνε αὐτὸ τὸ τραπέζι, τὸ πνευματικὸ τραπέζι, ποὺ στρώνει ὁ Θεός; Εἶνε τὰ πνευματικὰ ἐκεῖνα ἀγαθά, ποὺ ἔφερε στὸν κόσμο καὶ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.

Εἶνε ἡ διδασκαλία του. Εἶνε ἡ θυσία του. Εἶνε τὸ ἅγιο σῶμα του καὶ τὸ τίμιο αἷμα του. Εἶνε ἡ ἄφεσις καὶ ἡ συγχώρησις τῶν ἁμαρτημάτων. Εἶνε ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Νὰ ποιό εἶνε τὸ θεϊκὸ τραπέζι. Καὶ σ’ αὐτὸ καλεῖ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Γιατί ὁ Θεὸς θέλει ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νὰ σωθοῦν.

Ὁ Θεὸς κάλεσε στὴν ἀρχὴ τοὺς Ἰουδαίους, ἀλλ’ αὐτοὶ περιφρόνησαν τὴν πρόσκληση καὶ δὲν ἦρθαν. Κάλεσε καὶ καλεῖ ὅλους τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, ποὺ εἶνε διασκορπισμένοι παντοῦ. Ἀλλὰ καὶ πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς δὲν δέχονται τὴν πρόσκλησι. Γιατί εἶνε δεμένοι καὶ προσκολλημένοι στὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Εἶνε δεμένοι μὲ τὴν ἁμαρτία. Τὰ πάθη κυριαρχοῦν μέσα στὴν καρδιά τους. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ εἶνε συμφεροντολόγοι, φιλάργυροι καὶ πλεονέκτες, φιλήδονοι καὶ φιλόσαρκοι. Τὰ λεφτά, οἱ ἁμαρτωλὲς γυναῖκες, οἱ αἰσχροὶ ἔρωτες, τὰ ἐλεεινὰ συμφέροντά τους, τὰ πιὸ μικρὰ καὶ πιὸ ἀσήμαντα πράγματα, αὐτὰ ἀγαποῦν, αὐτὰ μέρα – νύχτα σκέπτονται, αὐτὰ λατρεύουν, καὶ χωρὶς αὐτὰ δὲν μποροῦν νὰ ζήσουν. Αὐτὰ ὅλα τους κρατοῦν μακριὰ ἀπ’ τὸ Θεό, μακριὰ ἀπ’ τὸ θεϊκὸ τραπέζι. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ στὴν ἐκκλησία δὲν πατᾶνε, προσευχὴ δὲν κάνουν, ἁγία Γραφὴ δὲν διαβάζουν, νηστεῖες δὲν τηροῦν, σὲ ἐξομολόγησι δὲν πᾶνε, θεία κοινωνία δὲν γνωρίζουν. Ὅλα τὰ θρησκευτικά τους καθήκοντα τὰ ἀμελοῦν. Καὶ ἄν κανεὶς τοὺς ρωτήσῃ, γιατί δὲν ἐκκλησιάζεστε, γιατί δὲν κάνετε τὴν προσευχή σας, γιατί δὲν διαβάζετε τὸ Εὐαγγέλιο, γιατί δὲν τηρεῖτε τίς νηστεῖες, γιατί ἀμελεῖτε τὰ θρησκευτικά σας καθήκοντα, τί ἀπαντοῦν; Ὅ,τι ἀπάντησαν καὶ οἱ πρῶτοι ποὺ κάλεσε ὁ Κύριος στὸ τραπέζι. «Ἀγρὸν ἠγόρασα…, ζεύγη βοῶν ἠγόρασα…, γυναῖκα ἔγημα…» (Λουκ. 14, 18-20). Βρίσκουν χίλιες δυὸ προφάσεις γιὰ νὰ δικαιολογήσουν τὴ συμπεριφορά τους. Κι ὅπως εἶπε κάποιος σοφός, ὁ ἁμαρτωλὸς μπορεῖ νὰ κουραστῇ νὰ ἁμαρτάνῃ, ἀλλὰ δὲν θὰ κουραστῇ ποτὲ νὰ δικαιολογῆται.

Δικαιολογεῖται ὁ ἁμαρτωλός, γιατί δὲν ἐκκλησιάζεται, δὲν νηστεύει, δὲν ἐξομολογεῖται, δὲν κοινωνάει, δὲν προσεύχεται, δὲν διαβάζει τὴ Γραφή. Ἀλλὰ μάταια κοπιάζει νὰ δικαιολογηθῇ. Μάταια γίνεται δικηγόρος τοῦ ἑαυτοῦ του. Θά ‘ρθὴ ὥρα ποὺ ὅλες οἱ δικαιολογίες καὶ οἱ προφάσεις θὰ πέσουν σὰν νὰ εἶνε χάρτινοι πύργοι. Ἀνθρώπους γελοῦν καὶ ἀπατοῦν μὲ διάφορα ψέματα καὶ δικαιολογίες, ἀλλά το Θεὸ ποιός μπορεῖ νὰ τὸ γελάσῃ, ποιός μπορεῖ νὰ τὸν ἀπατήσῃ; Κανένας ἀπολύτως. Ἀπὸ τώρα ἀκούγεται ἡ φοβερὴ προειδοποίησι Κανεὶς ἀπ’ αὐτούς, ποὺ δὲν τίμησαν τὴν πρόσκληση, δὲν θὰ γίνῃ πιὰ δεκτὸς στὸ τραπέζι τοῦ Θεοῦ. Θὰ μείνῃ ἔξω τοῦ δείπνου, ἔξω τοῦ νυμφῶνος, ἔξω τοῦ παραδείσου.

Διαβάστε επίσης και τα εξής:

elGreek