ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ ΛΟΥΚΑ - ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑ (Η΄ 27 - 39)
- Η Ευαγγελική Περικοπή
- Ερμηνεία Ι. Κολιτσάρα
- Ερμηνεία Παν. Τρεμπέλα
- Ερμηνεία Νικ. Σωτηρόπουλου
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθόντι τῷ Ἰησοῦ εἰς τὴν χὠραν τῶν Γαδαρηνῶν ὑπήντησεν αὐτῷ ἀνήρ τις ἐκ τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν, καὶ ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο, καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ’ ἐν τοῖς μνήμασιν. 28ἰδὼν δὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἀνακράξας προσέπεσεν αὐτῷ καὶ φωνῇ μεγάλῃ εἶπε· Τί ἐμοὶ καὶ σοί, Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; δέομαί σου, μή με βασανίσῃς. 29παρήγγειλε γὰρ τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ ἐξελθεῖν ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου. πολλοῖς γὰρ χρόνοις συνηρπάκει αὐτόν, καὶ ἐδεσμεῖτο ἁλύσεσι καὶ πέδαις φυλασσόμενος, καὶ διαρρήσσων τὰ δεσμὰ ἠλαύνετο ὑπὸ τοῦ δαίμονος εἰς τὰς ἐρήμους. 30ἐπηρώτησε δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων· Τί σοί ἐστιν ὄνομα; ὁ δὲ εἶπε· Λεγεών· ὅτι δαιμόνια πολλὰ εἰσῆλθεν εἰς αὐτόν· 31καὶ παρεκάλει αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν. 32Ἦν δὲ ἐκεῖ ἀγέλη χοίρων ἱκανῶν βοσκομένη ἐν τῷ ὄρει· καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα ἐπιτρέψῃ αὐτοῖς εἰς ἐκείνους εἰσελθεῖν· καὶ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς. 33ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον εἰς τοὺς χοίρους, καὶ ὥρμησεν ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν λίμνην καὶ ἀπεπνίγη. 34ἰδόντες δὲ οἱ βόσκοντες τὸ γεγενημένον ἔφυγον, καὶ ἀπήγγειλαν εἰς τὴν πόλιν καὶ εἰς τοὺς ἀγρούς. 35ἐξῆλθον δὲ ἰδεῖν τὸ γεγονὸς, καὶ ἦλθον πρὸς τὸν Ἰησοῦν, καὶ εὗρον καθήμενον τὸν ἄνθρωπον, ἀφ’ οὗ τὰ δαιμόνια ἐξεληλύθει, ἱματισμένον καὶ σωφρονοῦντα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ, καὶ ἐφοβήθησαν. 36ἀπήγγειλαν δὲ αὐτοῖς οἱ ἰδόντες πῶς ἐσώθη ὁ δαιμονισθείς. 37καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν ἅπαν τὸ πλῆθος τῆς περιχώρου τῶν Γαδαρηνῶν ἀπελθεῖν ἀπ’ αὐτῶν, ὅτι φόβῳ μεγάλῳ συνείχοντο· αὐτὸς δὲ ἐμβὰς εἰς τὸ πλοῖον ὑπέστρεψεν. 38ἐδέετο δὲ αὐτοῦ ὁ ἀνὴρ, ἀφ’ οὗ ἐξεληλύθει τὰ δαιμόνια, εἶναι σὺν αὐτῷ· ἀπέλυσε δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων· 39Ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός. καὶ ἀπῆλθε καθ’ ὅλην τὴν πόλιν κηρύσσων ὅσα ἐποίησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς.
27 Οταν δε ο Ιησούς εβγήκεν εις την ξηράν, τον συνάντησεν ένας άνθρωπος της πόλεως εκείνης, ο οποίος είχε μέσα του δαιμόνια από πολλά χρόνια και δεν εφορούσε ένδυμα και δεν έμενε σε σπίτι, αλλά μέσα εις τα μνήματα. 28 Οταν όμως είδε τον Ιησούν εκραύγασε δυνατά, έπεσεν εις τα πόδια του και με φωνήν μεγάλην είπε· “ποία σχέσις υπάρχει ανάμεσα εις εμέ και σε, Ιησού, Υιέ του Θεού του Υψίστου; Σε παρακαλώ, μη με βασανίσης και μη με κλείσης από τώρα στον φρικτόν Αδην”. 29 Είπε δε αυτά ο δαιμονιζόμενος, διότι ο Χριστός διέταξε το ακάθαρτον πνεύμα να βγη και να φύγη από τον άνθρωπον, επειδή από πολλά χρόνια τον είχεν αρπάξει και κυριεύσει. Οι δε άλλοι άνθρωποι, ένεκα της αγριότητος αυτού, τον έδεναν με αλυσίδες και με ισχυρά δεσμά εις τα πόδια, δια να τον φυλάσσουν, ώστε να μη επιτίθεται και κακοποιή τους άλλους. Αλλά αυτός έσπαζε τα δεσμά και ωδηγείτο βιαίως από τον δαίμονα εις ερημικούς τόπους. 30 Τον ερώτησε δε ο Ιησούς, λέγων· “ποιό είναι το όνομά σου;” Εκείνος δε απήντησε· “λεγεών”. Διότι πολλά δαιμόνια είχαν εισέλθει στον άνθρωπον αυτόν. 31 Και παρακαλούσαν τα δαιμόνια αυτόν, να μη τα διατάξη και πάνε εις τα τρίσβαθα του Αδου. 32 Ητο δε εκεί μία αγέλη με πολλούς χοίρους, που έβοσκαν στο βουνό· και τον παρακαλούσαν τα δαιμόνια να τους δώση την άδειαν να μπουν εις εκείνους τους χοίρους. Και τους το επέτρεψεν ο Κυριος (διότι κατά λόγον δικαιοσύνης έπρεπε να τιμωρηθούν με την απώλειαν των χοίρων οι ιδιοκτήται των, επειδή τους έτρεφαν, μολονότι αυτό απηγορεύετο από τον μωσαϊκόν νόμον). 33 Αφού δε εξήλθον τα δαιμόνια από τον άνθρωπον, εμπήκαν στους χοίρους και ώρμησε ασυγκράτητο όλο το καπάδι επάνω στον κρυμνόν, ερρίφθη από εκεί εις την θάλασσαν και επνίγησαν οι χοίροι. 34 Οταν δε οι βοσκοί είδαν το γεγονός αυτό, έφυγαν και το ανήγγειλαν εις την πόλιν και εις όσους συναντούσαν, από αυτούς που έμεναν στους αγρούς. 35 Εβγήκαν δε από την πόλιν οι άνθρωποι, δια να ίδουν αυτό που έγινε. Ηλθαν στον Ιησούν και είδαν τον άνθρωπον, από τον οποίον είχαν βγη τα δαιμόνια, να κάθεται κοντά εις τα πόδια του Ιησού, ντυμένος, ήρεμος και φρόνιμος, και εφοβήθησαν. 36 Είχαν δε διηγηθή εις αυτούς εκείνοι που είδαν το γεγονός, πως ελευθερώθηκε ο δαιμονιζόμενος. 37 Και όλον το πλήθος της περιοχής των Γαδαρηνών τον παρεκάλεσαν να φύγη από αυτούς, διότι είχαν κυριευθή από μεγάλον φόβον, δια την τιμωρίαν που τους επεβλήθη. Ενοχοι δε και δι’ άλλα καθώς ήσαν, εφοβούντο πολύ και άλλας τιμωρίας. Ο δε Ιησούς εμπήκε στο πλοίον και επέστρεψε. 38 Παρακαλούσε δε αυτόν ο άνθρωπος, από τον οποίον είχαν βγη τα δαιμόνια, να μένη μαζή του. Ο Ιησούς όμως τον έστειλε ειρηνικά εις την πόλιν του, λέγων· 39 “γύρισε στο σπίτι σου και να διηγήσαι όσα έκαμε εις σε ο Θεός”. Και εκείνος έφυγε και διαλαλούσε εις όλην την πόλιν, όσα ο Ιησούς έκαμε εις αυτόν.
27 Κι όταν βγήκε στη στεριά, τον συνάντησε κάποιος άνθρωπος που καταγόταν από την πόλη, ο οποίος είχε μέσα του δαιμόνια από πολλά χρόνια. Αυτός δεν φορούσε πάνω του ρούχα ούτε έμενε σε σπίτι, αλλά ζούσε μέσα στα μνήματα. 28 Όταν όμως είδε τον Ιησού, από το φόβο του έβγαλε μια δυνατή κραυγή, έπεσε στα πόδια του και με φωνή μεγάλη είπε: Ποιά σχέση υπάρχει ανάμεσα σε μένα και σένα και τί ζητάς από μένα, Ιησού, Υιέ του Θεού του υψίστου; Σε παρακαλώ, μη με βασανίσεις και μη μου επιβάλεις την τιμωρία να κλειστώ από τώρα μέσα στο σκοτάδι του Άδη. 29 Και είπε τα λόγια αυτά ο δαιμονισμένος, διότι ο Ιησούς είχε διατάξει το ακάθαρτο δαιμονικό πνεύμα να βγει από τον άνθρωπο. Διότι από πολλά χρόνια τον είχε κυριεύσει, και του δημιουργούσε άγρια έξαψη. Γι ‘ αυτό τον έδεναν με αλυσίδες και με σιδερένια δεσμά στα πόδια, και τον φύλαγαν να μην κάνει κανένα κακό ή βλάψει κανέναν. Αλλά αυτός έσπαζε τα δεσμά και συρόταν βίαια από τον δαίμονα στις ερημιές. 30 Τον ρώτησε τότε ο Ιησούς: Ποιό είναι το όνομά σου; Κι αυτός του απάντησε: Λεγεών, δηλαδή ταξιαρχία στρατιωτών. Και είχε αυτό το όνομα, διότι είχαν μπει μέσα στον άνθρωπο αυτό όχι μόνο ένα αλλά πολλά δαιμόνια. 31 Και τα δαιμόνια αυτά με το στόμα του δαιμονισμένου τον παρακαλούσαν να μην τα διατάξει να πάνε στα τρίσβαθα του Άδη. 32 Στο μεταξύ εκεί κοντά ήταν ένα κοπάδι από πολλούς χοίρους που έβοσκαν στο βουνό. Και τα δαιμόνια τον παρακαλούσαν να τους επιτρέψει να μπουν σ’ εκείνους τους χοίρους. Και ο Κύριος τους το επέτρεψε, επειδή αυτοί που έτρεφαν τους χοίρους το έκαναν αυτό παραβαίνοντας το Μωσαϊκό νόμο, ο οποίος απαγόρευε ως ακάθαρτο το χοιρινό κρέας. Με τον τρόπο αυτό ο Κύριος τιμώρησε την παρανομία τους αυτή. 33 Κι αφού βγήκαν τα δαιμόνια απ’ τον άνθρωπο, μπήκαν στους χοίρους. Τότε το κοπάδι όρμησε με ασυγκράτητη μανία προς το γκρεμό, κι έπεσε κάτω στη λίμνη και πνίγηκε. 34 Μόλις είδαν αυτό που έγινε εκείνοι που έβοσκαν τους χοίρους, έφυγαν και ανήγγειλαν το συμβάν της καταστροφής των χοίρων στους κατοίκους της πόλεως και σ’ όσους έμεναν έξω στην ύπαιθρο. 35 Τότε οι άνθρωποι βγήκαν από την πόλη και τα περίχωρα για να δουν αυτό που έγινε, και ήλθαν στον Ιησού. Και πράγματι, βρήκαν τον άνθρωπο από τον οποίο είχαν βγει τα δαιμόνια να κάθεται κοντά στα πόδια του Ιησού και να είναι ντυμένος και σωφρονισμένος. Και φοβήθηκαν. 36 Κι όσοι είχαν δει το περιστατικό τους διηγήθηκαν πώς έγινε καλά και σώθηκε ο δαιμονισμένος. 37 Τότε όλο το πλήθος της περιφέρειας των Γαδαρηνών παρακάλεσαν τον Ιησού να φύγει από κοντά τους, διότι κυριεύθηκαν από μεγάλο φόβο όταν είδαν τη δίκαιη τιμωρία που επιβλήθηκε σ’ εκείνους που εξέτρεφαν χοίρους παρά την απαγόρευση του νόμου. Και ο Ιησούς μπήκε στο πλοίο και επέστρεψε στο μέρος από το οποίο είχε έλθει. 38 Ο άνθρωπος όμως από τον οποίο είχαν βγει τα δαιμόνια τον παρακαλούσε να μένει μαζί του. Ο Ιησούς όμως του έδωσε την εντολή να φύγει λέγοντας: 39 Γύρισε πίσω στο σπίτι σου και να διηγείσαι όσα σου έκανε ο Θεός, ο οποίος σε απάλλαξε από τα δαιμόνια. Κι εκείνος έφυγε και διεκήρυττε σ’ όλη την
27 Kαὶ ὅταν βγῆκε στὴν ξηρά, βρέθηκε μπροστά του κάποιος ἄνδρας ἀπὸ τὴν πόλι, ποὺ εἶχε δαιμόνια ἀπὸ πολλὰ χρόνια, καὶ ροῦχο δὲν φοροῦσε, καὶ σὲ σπίτι δὲν ἔμενε, ἀλλὰ στὰ μνήματα. 28 Ὅταν δὲ εἶδε τὸν Ἰησοῦ, ἔβγαλε κραυγή, καὶ ἔπεσε στὰ πόδια του, καὶ μὲ φωνὴ μεγάλη εἶπε: «Tί κοινὸ ὑπάρχει ἀνάμεσα σὲ μένα καὶ σὲ σένα, Ἰησοῦ, Yἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; Σὲ παρακαλῶ, μὴ μὲ βασανίσῃς». 29 Διότι διέταξε τὸ πνεῦμα τὸ ἀκάθαρτο νὰ βγῇ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Πολλὲς δὲ φορὲς τὸν εἶχε πιάσει, καὶ τὸν ἔδεναν μὲ ἁλυσίδες καὶ μὲ δεσμὰ στὰ πόδια, ἀλλ’ ἔσπαζε τὰ δεσμὰ καὶ φερόταν ἀπὸ τὸ δαίμονα στοὺς ἐρήμους τόπους. 30 Tὸν ρώτησε δὲ ὁ Ἰησοῦς: «Ποιό εἶναι τὸ ὄνομά σου;». Aὐτὸς δὲ εἶπε, «Λεγεών», διότι πολλὰ δαιμόνια εἶχαν μπεῖ μέσα του. 31 Kαὶ τὸν παρακαλοῦσαν νὰ μὴ τὰ διατάξῃ νὰ πᾶνε στὴν ἄβυσσο (στὰ τρίσβαθα τοῦ ᾅδη). 32 Ἦταν δὲ ἐκεῖ μία ἀγέλη ἀπὸ πολλοὺς χοίρους, ποὺ ἔβοσκαν στὸ βουνό. Kαὶ τὸν παρακαλοῦσαν νὰ τοὺς ἐπιτρέψῃ νὰ μποῦν σ’ ἐκείνους, καὶ τοὺς ἐπέτρεψε. 33 Kαὶ βγῆκαν τὰ δαιμόνια ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο καὶ μπῆκαν στοὺς χοίρους, καὶ ὥρμησε ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων καὶ γκρεμίστηκε στὴ λίμνη καὶ πνίγηκε. 34 Ὅταν δὲ εἶδαν οἱ βοσκοὶ τὸ γεγονός, ἔφυγαν δρομαίως, καὶ τὸ ἀνήγγειλαν στὴν πόλι καὶ στὰ χωριά. 35 Kαὶ βγῆκαν γιὰ νὰ ἰδοῦν τὸ γεγονός, καὶ ἦλθαν στὸν Ἰησοῦ, καὶ βρῆκαν τὸν ἄνθρωπο, ἀπὸ τὸν ὁποῖο εἶχαν βγεῖ τὰ δαιμόνια, νὰ κάθεται στὰ πόδια τοῦ Ἰησοῦ, ντυμένος καὶ φρόνιμος, καὶ φοβήθηκαν. 36 Oἱ δὲ αὐτόπτες διηγήθηκαν σ’ αὐτοὺς πῶς σώθηκε ὁ δαιμονισμένος. 37 Kαὶ ὅλο τὸ πλῆθος τῆς περιοχῆς τῶν Γαδαρηνῶν τὸν παρακάλεσαν νὰ φύγῃ ἀπ’ αὐτούς, διότι ἦταν κυριευμένοι ἀπὸ μεγάλο φόβο. Tότε αὐτὸς μπῆκε στὸ πλοῖο καὶ ἐπέστρεψε. 38 Ὁ δὲ ἄνθρωπος, ἀπὸ τὸν ὁποῖο εἶχαν βγεῖ τὰ δαιμόνια, τὸν παρακαλοῦσε νὰ τὸν κρατήσῃ κοντά του. Ἀλλ’ ὁ Ἰησοῦς τὸν ἔδιωξε λέγοντας: 39 «Γύρισε στὸ σπίτι σου, καὶ διηγήσου ὅσα σοῦ ἔκανε ὁ Θεός». Kαὶ ἔφυγε, καὶ διακήρυττε σ’ ὅλη τὴν πόλι ὅσα τοῦ ἔκανε ὁ Ἰησοῦς.
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΓΕΡΓΕΣΗΝΩΝ
[:Υπομνηματισμός των εδαφίων Ματθ.8,28-34]
«Καὶ ἐλθόντι αὐτῷ εἰς τὸ πέραν εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης. Καὶ ἰδοὺ ἔκραξαν λέγοντες· τί ἡμῖν καὶ σοί, Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ; Ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;(:Και όταν ο Κύριος ήλθε στην απέναντι όχθη, στη χώρα των Γεργεσηνών, Τον συνάντησαν δύο δαιμονισμένοι που έβγαιναν από τα μνήματα που υπήρχαν εκεί, στα οποία ευχαριστιούνταν να κατοικούν. Ήταν και οι δύο επιθετικοί και πολύ επικίνδυνοι˙ τόσο, ώστε να μην μπορεί κανείς να περάσει απ’ τον δρόμο εκείνο. Και ξαφνικά απ’ τον φόβο τους κραύγασαν δυνατά και είπαν: “Ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα σε μας και σε σένα, Ιησού, υιέ του Θεού; Ήλθες εδώ πρόωρα, πριν από τον καιρό της παγκόσμιας κρίσεως, για να μας βασανίσεις;”)»[Ματθ.8,28-29].
Επειδή ο κόσμος θεωρούσε τον Ιησού ακόμη ως έναν απλό άνθρωπο, ήρθαν τώρα οι δαίμονες και ανακηρύσσουν την θεότητά Του. Και αυτοί που την τρικυμισμένη πρώτα και τώρα, έπειτα από την εντολή Του, ησυχασμένη θάλασσα, δεν την άκουγαν που μαρτυρούσε με την απότομη γαλήνευσή της την ομολογία του Δημιουργού της, άκουγαν τους δαίμονες που κραύγαζαν αυτά, που ακριβώς και εκείνη κραύγαζε με τη γαλήνη της. Κι έπειτα, για να μη θεωρηθεί ότι η διακήρυξη αυτή των δαιμόνων απέβλεπε στην κολακεία του Ιησού που λίγο πριν με ένα πρόσταγμά Του είχε επιβληθεί στα στοιχεία της φύσης και είχε κοπάσει την τρικυμία, φωνάζουν δυνατά, βασιζόμενοι στην πείρα τους και λέγουν: «Ήρθες εδώ πρόωρα για να μας βασανίσεις;». Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ομολογούν την έχθρα τους προς τον Κύριο, για να μη θεωρηθεί ύποπτη κολακείας η παράκλησή τους· γιατί δέχονταν αόρατα χτυπήματα και τους έδερνε χειρότερη από όσο την θάλασσα τρικυμία κι ένιωθαν να τρυπιούνται και να καίγονται και να παθαίνουν αθεράπευτα κακά και από την παρουσία Του μονάχα.
Πραγματικά, επειδή κανένας δεν είχε την τόλμη να τους πλησιάσει μέχρι τότε, ο ίδιος ο Χριστός έρχεται προς αυτούς. Και ο μεν Ματθαίος λέγει ότι Του έλεγαν: «Ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;(:Ήρθες εδώ να μας βασανίσεις, πριν έλθει ο προκαθορισμένος καιρός της κρίσεως και της τιμωρίας μας;)»[Ματθ.8,29], ενώ οι άλλοι ευαγγελιστές πρόσθεσαν ότι Τον παρακαλούσαν και Τον εξόρκιζαν για να μην τους ρίξει στην άβυσσο[πρβ. Μάρκ. 5,10: «Καὶ παρεκάλει αὐτὸν πολλὰ ἵνα μὴ ἀποστείλῃ αὐτοὺς ἔξω τῆς χώρας(:Και παρακαλούσε πολύ τον Ιησού να μην τους στείλει έξω από τη χώρα εκείνη)» και Λουκ.8,51: «Καὶ παρεκάλει αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν(:Και τα δαιμόνια αυτά με το στόμα του δαιμονισμένου Τον παρακαλούσαν να μην τα διατάξει να πάνε στα τρίσβαθα του Άδη)»· διότι νόμιζαν ότι έφτασε γι’ αυτούς η κόλαση και φοβήθηκαν ότι θα τιμωρηθούν πλέον.
Εάν πάλι όσοι μελετούν το Ευαγγέλιο του Λουκά λέγουν ότι ο δαιμονιζόμενος ήταν ένας [βλ. Λουκ. 8,27: «Ἐξελθόντι δὲ αὐτῷ ἐπὶ τὴν γῆν ὑπήντησεν αὐτῷ ἀνήρ τις ἐκ τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν, καὶ ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ᾿ ἐν τοῖς μνήμασιν(:Και όταν ο Ιησούς βγήκε στη στεριά, τον συνάντησε κάποιος άνθρωπος που καταγόταν από την πόλη, ο οποίος είχε μέσα του δαιμόνια από πολλά χρόνια. Αυτός δεν φορούσε πάνω του ρούχα ούτε έμενε σε σπίτι, αλλά ζούσε μέσα στα μνήματα)»], ενώ ο Ματθαίος κάνει λόγο για δύο δαιμονιζόμενους[βλ. Ματθ.8,28: «Καὶ ἐλθόντι αὐτῷ εἰς τὸ πέραν εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης(:Όταν λοιπόν ήλθε στην απέναντι παραλία, στη χώρα των Γεργεσηνών, ήρθαν να Τον συναντήσουν δύο δαιμονιζόμενοι που έβγαιναν από τα μνημεία και οι οποίοι ήσαν άγριοι και επιθετικοί, ώστε να μην μπορεί να περάσει κανείς από τον δρόμο εκείνον)»], ούτε και το γεγονός αυτό παρουσιάζει διαφωνία μεταξύ των δύο ευαγγελιστών· διότι εάν έγραφε ο Λουκάς ότι ένας μόνο δαιμονιζόμενος υπήρξε και δεν υπήρχε άλλος, θα φαινόταν ότι διαφωνούσε προς τον Ματθαίο. Τώρα όμως που ο ένας μίλησε για έναν δαιμονιζόμενο και ο άλλος για δύο δαιμονιζόμενους, δεν προέρχεται από αντίφαση το πράγμα, αλλά από τον διαφορετικό τρόπο αφηγήσεως.
Πραγματικά προσωπικά νομίζω ότι ο Λουκάς διάλεξε τον φοβερότερο από τους δύο και γι’ αυτόν έκανε λόγο. Γι’ αυτό και περιγράφει πιο τραγικά τη συμφορά του, όπως για παράδειγμα ότι έσπαζε τα δεσμά και τις αλυσίδες με τις οποίες προσπαθούσαν να τον δέσουν και περιπλανιόταν στην έρημο. Ο Μάρκος επίσης προσθέτει ότι καταξέσκιζε τον εαυτό του με τις πέτρες[ βλ. Μάρκ. 5,5: «Καὶ διὰ παντὸς νυκτὸς καὶ ἡμέρας ἐν τοῖς μνήμασι καὶ ἐν τοῖς ὄρεσιν ἦν κράζων καὶ κατακόπτων ἑαυτὸν λίθοις(:Και συνεχώς νύχτα και μέρα έμενε στα μνήματα και στα βουνά κι έβγαζε κραυγές και καταπλήγωνε τον εαυτό του με πέτρες)»].
Και οι λόγοι των δαιμονιζόμενων προς τον Ιησού ήσαν αρκετοί για να αποδείξουν τη σκληρότητα και την αναισχυντία τους. «Ήλθες εδώ πρόωρα για να μας βασανίσεις;», λέγουν. Δεν μπορούσαν βέβαια να ισχυριστούν ότι δεν αμάρτησαν, διατυπώνουν όμως την αξίωση να μην τιμωρηθούν πριν από την καθορισμένη ώρα. Επειδή δηλαδή τους βρήκαν τα αθεράπευτα κακά και επειδή αυτοί ενεργούσαν παράνομα και διέστρεφαν και βασάνιζαν με κάθε τρόπο το δημιούργημα του Θεού, γι’ αυτό νόμιζαν ότι εξαιτίας της υπερβολής των συμβάντων, δεν θα περίμενε τον καθορισμένο καιρό της κολάσεως, γι’ αυτό Τον παρακαλούσαν και Τον ικέτευαν. Και εκείνοι που δεν τους συγκρατούσαν τα σιδηρά δεσμά, έρχονται δέσμιοι. Εκείνοι που τριγύριζαν στα βουνά, κατέβηκαν στην πεδιάδα. Εκείνοι που εμπόδιζαν τους άλλους να περνούν από εκεί, μόλις είδαν τον Ιησού να τους φράσσει τον δρόμο, στάθηκαν. Για ποιο λόγο όμως παρέμεναν στα μνήματα οι δαιμονιζόμενοι; Επειδή ήθελαν να δημιουργήσουν στους ανθρώπους ολέθρια αντίληψη, ότι δηλαδή οι ψυχές των αποθανόντων γίνονται δαίμονες, πράγμα που εύχομαι να μη σας περάσει από τον νου ούτε και σαν απλή σκέψη.
«Ναι, αλλά ποια απάντηση», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος, «μπορείς να δώσεις στο γεγονός ότι πολλοί από τους μάγους αρπάζουν παιδιά και τα σφάζουν, ώστε στη συνέχεια να έχουν την ψυχή τους βοηθό στις μαγείες τους;». Και πώς αποδεικνύεται αυτό; Το ότι βέβαια, σφάζουν τα παιδιά, το λέγουν πολλοί, αλλά το ότι οι ψυχές των παιδιών που σφαγιάζονται συνεργάζονται με τους μάγους, από πού το γνωρίζεις; Πες μου, σε παρακαλώ. «Αυτοί», θα απαντούσε αυτός που πιθανόν να εξέφραζε αυτήν την απορία, « οι δαιμονισμένοι φωνάζουν ότι εγώ είμαι η ψυχή του δείνα». Μα κι αυτό είναι πλεκτάνη και απάτη διαβολική· διότι δεν είναι η ψυχή του αποθανόντος που φωνάζει, αλλά ο δαίμονας που υποκρίνεται αυτά, με σκοπό να εξαπατήσει εκείνους που τον ακούνε· διότι εάν ήταν δυνατόν να εισέλθει η ψυχή στην υπόσταση του δαίμονος, πολύ ευκολότερα θα εισερχόταν στο δικό της σώμα. Έπειτα, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί λογικά το να συνεργάζεται η σφαγείσα ψυχή με τον σφαγέα της. Ούτε πάλι δικαιολογείται να μπορεί ο άνθρωπος να μεταβάλλει ασώματη δύναμη σε άλλου είδους υπόσταση. Πραγματικά εάν αυτό είναι αδύνατο για τα σώματα και δεν υπάρχει περίπτωση να μεταμορφώσει κανείς το σώμα ανθρώπου σε σώμα όνου, πολύ περισσότερο είναι αυτό αδύνατο για την αόρατη ψυχή και κανένας δεν θα μπορέσει να την μετασχηματίσει στην υπόσταση του δαίμονος.
Κατά συνέπεια, οι απόψεις αυτές προέρχονται από μεθυσμένα γραΐδια και προορίζονται να εκφοβίζουν τα μικρά παιδιά· διότι δεν είναι δυνατόν η ψυχή που αποχωρίζεται από το σώμα να πλανάται πλέον στη γη. Πράγματι, «δικαίων δὲ ψυχαὶ ἐν χειρὶ Θεοῦ, καὶ οὐ μὴ ἅψηται αὐτῶν βάσανος(:η ζωή των δικαίων βρίσκεται κάτω από το παντοδύναμο προστατευτικό χέρι του Θεού και καμία θλίψη και βάσανος δεν θα τους εγγίσει, χωρίς ο Θεός να το επιτρέψει)»[Σοφ. Σολ.3,1]. Εάν όμως βρίσκονται στα χέρια του Κυρίου οι ψυχές των δικαίων, τότε βρίσκονται και των παιδιών οι ψυχές, διότι τα παιδιά δεν είναι πονηρά. Αλλά και των αμαρτωλών ανθρώπων οι ψυχές αμέσως φεύγουν μακριά από τη γη. Και αυτό γίνεται φανερό από την παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου( πρβ. Λουκ. 16,19-31).
Και σε άλλη περίπτωση όμως λέγει ο Κύριος: «Ἂφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται;(:Άμυαλε και ανόητε άνθρωπε, που στήριξες την ευτυχία σου μόνο στις απολαύσεις της κοιλιάς και νόμισες ότι η μακροζωία σου εξαρτιόταν από τα πλούτη σου και όχι από Εμένα˙ τη νύχτα αυτή, που εδώ και πολύ καιρό ονειρευόσουν ως νύχτα ευτυχίας και νόμιζες ότι θα άρχιζε από εδώ και πέρα η αναπαυτική και απολαυστική ζωή σου, οι φοβεροί δαίμονες απαιτούν να πάρουν την ψυχή σου. Σε λίγο θα πεθάνεις. Αυτά λοιπόν που ετοίμασες και αποθήκευσες σε ποιον θα ανήκουν και σε ποιους κληρονόμους θα περιέλθουν;)»[Λουκ.12,20].
Βέβαια δεν είναι δυνατόν η ψυχή που εξήλθε από το σώμα να περιφέρεται εδώ κάτω. Και αυτό είναι πολύ φυσικό· διότι, ενώ όταν βαδίζουμε επάνω στη συνηθισμένη και γνώριμη περιοχή της γης, έχοντας το σώμα μας, δεν γνωρίζουμε ποια κατεύθυνση να πάρουμε κάθε φορά που θα βρεθούμε σε άγνωστο δρόμο, εάν δεν έχουμε οδηγό, κατά ποια λογική η ψυχή, που χωρίστηκε από το σώμα και αποξενώθηκε από όλες τις συνήθειές της, θα γνωρίσει πού πρέπει να βαδίζει χωρίς να έχει τον οδηγό της;
Αλλά και από άλλες περιπτώσεις μπορεί κανείς να πληροφορηθεί ότι δεν είναι δυνατόν η ψυχή χωρίς το σώμα της να παραμείνει στη γη. Πραγματικά, ο Στέφανος λέγει: «Κύριε Ἰησοῦ, δέξαι τὸ πνεῦμά μου(:Κύριε Ιησού, δέξου το πνεύμα μου)»[Πράξ.7,59].Και ο Παύλος, επίσης, λέγει: «Ἐμοὶ γὰρ τὸ ζῆν Χριστὸς καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος(:διότι για μένα η ζωή είναι ο Χριστός, αφού ζω τη νέα ζωή του Χριστού και ζει μέσα μου ο Χριστός. Όμως και το να πεθάνω είναι κέρδος, διότι με τον θάνατο θα ενωθώ πλήρως με τον Χριστό)»[Φιλιπ.1,21].Και για τον πατριάρχη Αβραάμ λέγει η Γραφή: «Καὶ ἐκλείπων ἀπέθανεν Ἁβραὰμ ἐν γήρᾳ καλῷ πρεσβύτης καὶ πλήρης ἡμερῶν καὶ προσετέθη πρὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ(:Και αφού τον εγκατέλειψαν οι δυνάμεις του, πέθανε ο Αβραάμ σε ευτυχισμένα γηρατειά, γέροντας πλήρης ημερών, και προστέθηκε στους προγόνους του που εκδήμησαν από τον κόσμο αυτόν)»[Γέν.25,8].
Το ότι βέβαια, ούτε οι ψυχές των αμαρτωλών μπορούν να παραμείνουν εδώ, άκουσε που ο πλούσιος της παραβολής θερμά παρακαλούσε γι’ αυτό, χωρίς να το επιτυγχάνει[ βλ. Λουκ. 16, 27-31]· διότι εάν αυτό ήταν δυνατόν, θα ερχόταν αυτός στη γη και θα γνωστοποιούσε όσα συνέβαιναν εκεί. Κατά συνέπεια, είναι φανερό ότι οι ψυχές μετά την αποδημία τους από τη γη μεταβαίνουν σε κάποιο χώρο, από όπου δεν έχουν τη δυνατότητα να επιστρέψουν στη γη, αλλά περιμένουν τη φοβερή ημέρα της κρίσεως.
Κι αν κανένας ρωτήσει: Για ποιον λόγο πραγματοποίησε ο Χριστός ό,τι του ζήτησαν οι δαίμονες, δίνοντάς τους την άδεια να εισέλθουν στην αγέλη των χοίρων;[Ματθ.8,31-32: « Οἱ δὲ δαίμονες παρεκάλουν αὐτὸν λέγοντες· εἰ ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων. καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ὑπάγετε. Οἱ δὲ ἐξελθόντες ἀπῆλθον εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων· καὶ ἰδοὺ ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασιν(:Οι δαίμονες τότε άρχισαν να τον παρακαλούν λέγοντας: “Εάν πρόκειται να μας βγάλεις έξω από εδώ, δώσε μας την άδεια να φύγουμε και να μπούμε μέσα στο κοπάδι των χοίρων”. Και επειδή αυτοί που έτρεφαν τους χοίρους το έκαναν αυτό παραβαίνοντας τον μωσαϊκό νόμο, που απαγόρευε ως ακάθαρτο το χοιρινό κρέας, ο Κύριος τιμωρώντας την παρανομία τους αυτή είπε στους δαίμονες: “Πηγαίνετε”. Και αυτοί βγήκαν απ’ τους ανθρώπους και πήγαν στους χοίρους. Και ξαφνικά όλο το κοπάδι των χοίρων όρμησε με μανία από το επάνω μέρος του γκρεμού προς τα κάτω, στη θάλασσα, και πνίγηκαν στα νερά της λίμνης)».
Θα λέγαμε ότι ο Κύριος δεν το έκανε αυτό υπακούοντας σε αυτούς, αλλά επειδή πολλά ήθελε με την ενέργειά Του αυτή να διδάξει· το πρώτο που δίδαξε αυτούς που ελευθερώθηκαν από τους πονηρούς εκείνους τυράννους τους ήταν το μέγεθος της καταστροφής που προκαλούν αυτοί που τους επιβουλεύονται, δηλαδή οι αντίχριστοι δαίμονες. Δεύτερο, να μάθουν όλοι οι άνθρωποι ότι ούτε στους χοίρους τολμούν οι δαίμονες να εισέλθουν, εάν προηγουμένως δεν δώσει άδεια ο Ιησούς. Τρίτο ότι θα μπορούσαν να προξενήσουν σε εκείνους φοβερότερα κακά από ό,τι στους χοίρους, εάν δεν προστατεύονταν σε μεγάλο βαθμό και μέσα ακόμα στη συμφορά τους από την πρόνοια του Θεού· διότι στον καθένα βέβαια είναι φανερό από κάθε άποψη ότι εμάς τους ανθρώπους οι δαίμονες μάς μισούν περισσότερο από τα άλογα ζώα.
Επομένως αυτοί που δεν λυπήθηκαν τους χοίρους, αλλά μονάχα μέσα σε μια στιγμή τούς κατέρριξαν όλους στον γκρεμό, πολύ περισσότερο θα το έκαναν στους ανθρώπους, που τους είχαν κυριεύσει, παρασύροντας και επαναφέροντάς τους στις ερημιές, εάν μέσα σε αυτή την τυραννική καταπίεση δεν επιδεικνυόταν σε μεγάλο βαθμό πολλή φροντίδα από μέρους του Θεού, που χαλιναγωγούσε και συγκρατούσε και σταματούσε την περαιτέρω ορμή τους. Επομένως, είναι φανερό ότι δεν υπάρχει κανένας άνθρωπος που να μην τον προστατεύει η πρόνοια του Θεού. Εάν ωστόσο δεν μας προστατεύει όλους όμοια, ούτε με τον ίδιο τρόπο, και αυτό είναι ένα είδος μεγάλης προνοίας· διότι αναλόγως προς το ωφέλιμο για τον καθένα εκδηλώνει και την πρόνοιά Του ο Θεός.
Εκτός από όσα ειπώθηκαν παραπάνω, διδασκόμαστε και κάτι άλλο απ’ αυτό το θαύμα, ότι δηλαδή δεν προνοεί μονάχα από κοινού για όλους μας, αλλά και για τον καθένα χωριστά, πράγμα που δήλωσε προς τους μαθητές Του, λέγοντάς τους ότι ακόμα και οι τρίχες του κεφαλιού τους έχουν αριθμηθεί[Ματθ.10,30:«Ὑμῶν δὲ καὶ αἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς πᾶσαι ἠριθμημέναι εἰσί(:Και όσο για σας, μάθετε ότι ο Θεός έχει μετρημένες ακόμη και τις τρίχες του κεφαλιού σας όλες, τη στιγμή που εσείς για μια απ’ αυτές δείχνετε μικρή ή καμία φροντίδα, και αγνοείτε τον αριθμό τους. Ο Θεός δηλαδή γνωρίζει και αυτά ακόμη τα ελάχιστα που σας συμβαίνουν, στα οποία εσείς δίνετε μικρή σημασία)»]. Μα και από τους δαιμονισμένους τούτους ανθρώπους μπορεί κανένας να το διαπιστώσει καθαρά αυτό. Πραγματικά θα τους είχαν πνίξει προ πολλού οι δαίμονες, εάν δεν τους προστάτευε αποτελεσματικά η εκ του ουρανού φροντίδα.
Γι’ αυτούς λοιπόν τους λόγους επέτρεψε στους δαίμονες να εισέλθουν στην αγέλη των χοίρων, και επιπλέον για να πληροφορηθούν και όσοι κατοικούσαν στα μέρη εκείνα την δύναμή Του· διότι όπου ήταν πολύ γνωστό το όνομά Του, δεν άφηνε τη δύναμή Του να εκδηλωθεί σε μεγάλο βαθμό, όπου όμως κανένας δεν τον γνώριζε, αλλά είχαν πλήρη άγνοια γι’ Αυτόν, εκεί άφηνε να ακτινοβολούν τα θαύματά Του, ώστε να τους προσελκύσει στο να γνωρίσουν τη θεϊκή Του υπόσταση. Ότι βρίσκονταν σε χονδροειδή άγνοια οι κάτοικοι της πόλεως αυτής φαίνεται από το τέλος· διότι ενώ έπρεπε να Τον προσκυνήσουν και να εκδηλώσουν τον θαυμασμό τους για τη δύναμη Του, αντιθέτως αυτοί ήθελαν να Τον απομακρύνουν και «ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν(:και τότε όλοι οι κάτοικοι της πόλεως βγήκαν για να συναντήσουν τον Ιησού˙ και όταν Τον είδαν, Τον παρακάλεσαν να φύγει από τα σύνορά τους, από φόβο μήπως πάθουν και μεγαλύτερα κακά)»[Ματθ.8,34].
Αλλά για ποιο λόγο έριξαν στον γκρεμό και σκότωσαν οι δαίμονες τους χοίρους; Ο λόγος είναι ότι παντού προσπαθούν κάθε στιγμή με μεγάλη προθυμία να ρίχνουν τους ανθρώπους στη λύπη και πάντοτε χαίρονται με την καταστροφή. Αυτό άλλωστε έκαμε ο διάβολος και στον Ιώβ. Μολονότι και εκεί ο Θεός το επέτρεψε, όχι βέβαια επειδή και στην περίπτωση αυτή υπάκουσε στον διάβολο, αλλά επειδή ήθελε να αποδείξει τον δούλο Του πιο λαμπρό με την υπομονή και την καρτερία που επρόκειτο να επιδείξει στις δοκιμασίες και να αφαιρέσει κάθε πρόφαση γι’ αναισχυντία από τον δαίμονα και ακόμη να στρέψει κατά της κεφαλής του όσα έκανε σε βάρος του δικαίου Ιώβ. Πραγματικά και τώρα συνέβη το αντίθετο από εκείνο που επιδίωκαν οι δαίμονες· γιατί και η δύναμη του Χριστού ανακηρυσσόταν περίτρανα και παρουσιαζόταν πιο καθαρά η κακία των δαιμόνων, απ’ την οποία ελευθέρωσε αυτούς που είχαν στην κατοχή τους, και ακόμα ότι μήτε τους χοίρους δεν μπορούσαν να αγγίξουν, αν δεν το επέτρεπε ο Θεός των όλων.
Αν επιχειρούσε τώρα να τα εξετάσει κανένας αυτά και αλληγορικά, δεν θα υπήρχε καμιά δυσκολία στους συσχετισμούς. Πρέπει να γνωρίζουμε καλά, ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που γίνονται πνευματικώς όμοιοι με τους χοίρους εξαιτίας της απουσίας προσπάθειας για χαλιναγώγηση των παθών τους και αυτοί φυσικά επηρεάζονται πιο εύκολα από τις προσπάθειες των δαιμόνων να τους οδηγήσουν στο κακό. Και εφόσον εκείνοι που υφίστανται αυτά, παραμένουν άνθρωποι και δεν φτάνουν στο σημείο να πωρωθούν παντελώς χωρίς μετάνοια, μπορούν και καταφέρνουν να νικήσουν τα δαιμονικά πάθη τους πολλές φορές και με τη μετάνοια και την εξομολόγηση να τα εξαλείψουν· αν όμως μεταμορφωθούν από την αμετανοησία τους και καταντήσουν ολότελα σε κατάσταση χοίρων και ως άλογα ζώα ακολουθούν αμετανόητοι τα πάθη τους, δεν δαιμονίζονται μόνο αλλά και κατακρημνίζονται, χάνουν δηλαδή οριστικά την ψυχή τους.
Επιπλέον, για να μη σχηματίσει κανείς την εντύπωση ότι η θεραπεία των δαιμονιζόμενων Γεργεσηνών αυτών νέων και η συνομιλία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού με τους δαίμονες που τους είχαν κυριεύσει ήταν κάτι πλαστό και σκηνοθετημένο, αλλά να πιστέψει απόλυτα ότι πραγματικά βγήκαν οι δαίμονες από τους δύο ταλαίπωρους αυτούς νέους, έρχεται ο θάνατος των χοίρων και το πιστοποιεί αυτό.
Πρόσεξε τώρα εκτός από τη θεϊκή δύναμη, και την πραότητα του Κυρίου. Όταν δηλαδή, ύστερα από τόσες ευεργεσίες που είδαν απ’ Αυτόν οι κάτοικοι της περιοχής, επειδή θίχτηκαν τα οικονομικά τους συμφέροντα από τον πνιγμό των χοίρων, όντας οι ίδιοι όμοιοι με τους χοίρους εξαιτίας του ανεξέλεγκτου πάθους της φιλαργυρίας, ήθελαν να Τον διώξουν, δεν έφερε αντίρρηση, αλλά αναχώρησε, και εγκατέλειψε αυτούς που μόνοι τους έκριναν και παρουσίασαν τον εαυτό τους ανάξιο για τη διδασκαλία Του· έφυγε και τους άφησε πλέον ως δασκάλους για τη θεϊκή Του υπόσταση και δύναμη, αυτούς που ελευθερώθηκαν από τους δαίμονες, καθώς και τους χοιροβοσκούς που έμειναν εντελώς ξαφνικά χωρίς τους χοίρους τους που αφηνιασμένοι όρμησαν και κατακρημνίστηκαν, ώστε απ’ αυτούς να κατανοούν πλέον εις βάθος-άσχετα αν η κακή προαίρεσή τους δεν τους άφηνε να παραδεχτούν τα λάθη και τα πάθη τους- όλα όσα είχαν συμβεί. Ο Κύριος έφυγε, όμως άφησε ζωηρό στις ψυχές τους τον φόβο. Πραγματικά το μέγεθος της ζημίας συντελούσε στη διάδοση της ειδήσεως του γεγονότος αυτού και το συμβάν άγγιζε την ψυχή τους. Από πολλούς ακούονταν φωνές που επιβεβαίωναν το παράξενο αυτό θαύμα· το διακήρυτταν περίτρανα οι θεραπευμένοι, το διακήρυττε το γεγονός του καταποντισμού των ζώων, το διακήρυτταν οι ιδιοκτήτες των χοίρων και οι χοιροβοσκοί.
Παρόμοιες καταστάσεις και σήμερα ακόμη μπορεί να δει κανένας. Πολλοί είναι δυστυχώς οι δαιμονιζόμενοι και στην εποχή μας, άνθρωποι κυριευμένοι από τα δαιμονικά πάθη τους, που τίποτα δεν τους συγκρατεί από τη μανία τους, ούτε σίδερα, ούτε αλυσίδες, ούτε συστάσεις από πνευματικούς ανθρώπους, ούτε συμβουλές, ούτε απειλές ούτε τίποτα παρόμοιο από αυτά.
Πραγματικά, όταν κάποιος για παράδειγμα είναι ακόλαστος και έχει γίνει αιχμάλωτος του σωματικού κάλλους και των σαρκικών επιθυμιών και ηδονών, σε τίποτα δεν διαφέρει από έναν άνθρωπο δαιμονισμένο· αλλά περιφέρεται γυμνός όπως εκείνοι οι δαιμονισμένοι Γεργεσηνοί νέοι, ντυμένος βέβαια με ρούχα, αλλά στερημένος από την αληθινή ενδυμασία και είναι γυμνός από τη δόξα που ως πλάσματος του Θεού τού ταιριάζει· και ναι μεν δεν καταπληγώνει το σώμα του με πέτρες, όπως έκαναν οι δύστυχοι εκείνοι νέοι της σημερινής ευαγγελικής περικοπής, όμως καταξεσκίζεται με αμαρτήματα που είναι πολύ πιο κοπτερά από πολλές μαζί πέτρες. Ποιος λοιπόν θα μπορέσει να δέσει έναν τέτοιον άνθρωπο; Ποιος θα τον σταματήσει από την ασχημοσύνη και την μανία αυτή που δεν τον αφήνει να συγκεντρωθεί και να ανακτήσει τον αυτοέλεγχό του, αλλά τον κάνει να επιθυμεί να βρίσκεται πάντα στα μνήματα; Διότι τι άλλο από μνήματα δεν είναι τα καταγώγια της πορνείας, γεμάτα από δυσωδία και σαπίλα;
Τέτοιος δεν είναι επίσης και κάθε άνθρωπος που υποφέρει από το δαιμονιώδες πάθος της φιλαργυρίας; Κάθε μέρα αντιμετωπίζει τον φόβο μήπως χάσει τα χρήματά του ή δεν καταφέρει να τα αυξήσει, καθώς και την απειλή ότι κάποιοι μπορούν να του τα κλέψουν, παρά το ότι ακούει συστάσεις των πνευματικών ανθρώπων που προσπαθούν να τον συνετίσουν και προειδοποιήσεις για τη φθορά που η αρρωστημένη φιλοχρηματία του αυτή προξενεί στην ψυχή του. Όλα αυτά τα δεσμά τα σπάει και όταν έλθει κανείς με την πρόθεση να τον απελευθερώσει από τη δουλεία της φιλαργυρίας, τον εξορκίζει να μην τον ελευθερώσει, επειδή θεωρεί μεγάλο βάσανο το να μην βρίσκεται κάτω από την βάσανο αυτήν.
Αλλά τι μπορεί να θεωρηθεί αθλιότερο από τον άνθρωπο αυτόν; Διότι εκείνος ο δαίμονας στην περιοχή των Γεργεσηνών, αν και είχε καταφρονήσει τους ανθρώπους, εντούτοις υποχώρησε στην προσταγή του Χριστού και αμέσως βγήκε από το σώμα του ανθρώπου. Αυτός όμως δεν υπακούει ούτε στην προσταγή του Θεού. Πραγματικά, ενώ κάθε ημέρα ακούει τον Θεό να του λέγει ότι «Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει. οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ(:Μην απατάτε τον εαυτό σας με την ιδέα ότι είναι δυνατόν να θησαυρίζει κανείς και στη γη και ταυτόχρονα να είναι προσκολλημένος και στον Θεό. Κανείς δεν μπορεί να είναι συγχρόνως δούλος σε δύο κυρίους· διότι ή θα μισήσει τον ένα και θα αγαπήσει τον άλλο, ή θα προσκολληθεί στον ένα και θα περιφρονήσει τον άλλο. Δεν μπορείτε να είστε συγχρόνως δούλοι και του Θεού και του μαμωνά, δηλαδή του πλούτου. Ή θα μισήσετε τον πλούτο για να αγαπήσετε τον Θεό, ή θα προσκολληθείτε στον πλούτο και θα περιφρονήσετε τότε τον Θεό)»[Ματθ.6,24], και να απειλεί με τη γέενα και τις ατέλειωτες κολάσεις, εντούτοις δεν υπακούει. Όχι βέβαια επειδή είναι ισχυρότερος του Χριστού, αλλά επειδή ο Χριστός δεν μας κάνει σώφρονες χωρίς να το θέλουμε.
Γι’ αυτό οι άνθρωποι αυτοί ζουν σαν να βρίσκονται στην έρημο, έστω και αν βρίσκονται στο κέντρο των πόλεων· διότι ποιος άνθρωπος με μυαλό θα ήθελε να συναναστρέφεται με τους ανθρώπους αυτού του είδους; Εγώ τουλάχιστον θα προτιμούσα να συγκατοικώ με πλήθος δαιμονισμένους, παρά με έναν άνθρωπο που να έπασχε από την νόσο αυτήν. Και για το ότι δεν κάνω λάθος, όταν λέγω αυτά, μας το αποδεικνύει η συμπεριφορά του καθενός από αυτούς. Πραγματικά, οι φιλάργυροι νομίζουν ως εχθρό τους και εκείνον που καμία αδικία δεν τους έχει κάνει και επιθυμούν να τον καταστήσουν δούλο τους, όταν είναι ελεύθερος, και με μύρια κακά τον απειλούν. Αντίθετα, οι δαιμονισμένοι δεν κάνουν τίποτε παρόμοιο, αλλά στρέφουν τη νόσο εναντίον του εαυτού τους. Οι φιλάργυροι, επίσης, καταστρέφουν πολλά σπίτια και γίνονται αιτία να βλασφημείται το όνομα του Θεού και γενικά είναι καταστροφή για την πόλη και την οικουμένη ολόκληρη. Όσοι όμως ενοχλούνται από τους δαίμονες είναι άξιοι μάλλον οίκτου και δακρύων. Και οι τελευταίοι ως επί το πλείστον παραφέρονται κατόπιν σκέψεως συμπεριφερόμενοι σαν έξαλλοι, κατεχόμενοι από μια παράδοξη μανία.
Αληθινά, ποιο παρόμοιο κάνουν όλοι οι δαιμονισμένοι, σαν εκείνο που αποτόλμησε ο Ιούδας και διέπραξε την έσχατη παρανομία; Και όλοι όσοι μιμούνται τη διαγωγή του Ιούδα, σαν τα φοβερά θηρία που δραπέτευσαν από τα κλουβιά τους κατατρομάζουν τις πόλεις· επειδή κανείς δεν τα συγκρατεί. Βέβαια, και αυτούς τους ανθρώπους, δηλαδή τους κατεχόμενους από το πάθος της φιλαργυρίας, τούς περιβάλλουν από παντού δεσμά, όπως είναι ο φόβος των δικαστών, η απειλή των νόμων, η κατακραυγή του κόσμου και άλλα περισσότερα από αυτά, αλλά όμως και τα δεσμά αυτά τα σπάζουν και αναστατώνουν τα πάντα. Και εάν κανείς εξαφάνιζε τελείως τις δεσμεύσεις αυτές, τότε θα έβλεπε καθαρά ότι ο δαίμονας που έχουν μέσα τους αυτοί είναι πολύ αγριότερος και πιο μανιώδης από αυτόν που βγήκε τώρα από τους δαιμονισμένους των Γεργεσηνών.
Αλλά επειδή αυτό δεν είναι δυνατόν να συμβεί στην πράξη, ας το λάβουμε ως υπόθεση για λίγο και ας αφαιρέσουμε όλες τις δεσμεύσεις από τον φιλάργυρο και τότε θα γνωρίσουμε τη μεγάλη του μανία. Αλλά να μη φοβηθείτε το θηρίο, όταν θα το αποκαλύψουμε· διότι η σκηνή είναι υποθετική και δεν υφίσταται στην πραγματικότητα. Έστω λοιπόν ένας άνθρωπος που βγάζει φωτιά από τα μάτια του, μαύρος, έχοντας σε κάθε ώμο δράκοντες αντί για χέρια. Έχει επίσης και στόμα όπου αντί για δόντια έχει καρφωμένα ξίφη και αντί για γλώσσα έχει πηγή που βγάζει δηλητήριο και φαρμάκι. Η κοιλιά του πάλι είναι πιο αδηφάγος από κάθε καμίνι και κατατρώγει ό,τι της ρίπτουν. Και τα πόδια του έχουν φτερά και είναι πιο γρήγορα από τη φωτιά. Το πρόσωπό του επίσης ας υποθέσουμε ότι είναι κατασκευασμένο μεικτό από σκύλο και λύκο και ότι δεν ομιλεί σαν άνθρωπος, αλλά εκβάλλει έναν ήχο απαίσιο, αηδιαστικό και φοβερό. Ας πούμε λοιπόν ότι έχει φωτιά και στα χέρια του.
Ίσως να σας φαίνονται φοβερά όσα ειπώθηκαν. Ωστόσο δεν τον σκιαγραφήσαμε ακόμη αντάξιο της πραγματικότητας, διότι ύστερα από αυτά πρέπει να προσθέσουμε και άλλα. Πραγματικά, ας υποθέσουμε ακόμη ότι σφάζει εκείνους που συναντά, ότι τους κατατρώγει και γεύεται τις σάρκες τους. Αλλά και από αυτόν είναι πιο φοβερός ο φιλάργυρος, διότι επέρχεται εναντίον όλων σαν Άδης, τους καταβροχθίζει όλους και τριγυρίζει σαν κοινός εχθρός ολόκληρου του ανθρωπίνου γένους. Επειδή επιθυμεί να μην υπάρχει κανένας άνθρωπος, για να κατέχει αυτός τα πάντα. Δεν σταματά, όμως μέχρι εδώ, αλλά, αφού τους αφανίσει όλους με την επιθυμία του, κατέχεται από τον πόθο να αλλάξει την ουσία του χώματος και να το κάνει χρυσάφι. Και όχι μόνον το χώμα, αλλά και τα όρη και τα φαράγγια και τις πηγές και όλα εν γένει όσα φαίνονται πάνω στη γη.
Και για να αντιληφθείτε ότι δεν παραστήσαμε ακόμη την μανία αυτού, ας μην υπάρχει ο κατήγορος και αυτός που εκφοβίζει, αλλά αφαίρεσε υποθετικώς μόνο τον φόβο των νόμων και τότε θα δεις αυτόν να αρπάζει το ξίφος και να φονεύει τους πάντες, χωρίς να ξεχωρίζει, ούτε φίλο, ούτε συγγενή, ούτε αδελφό, ούτε και τον πατέρα του ακόμη. Μάλλον, όμως, στην προκειμένη περίπτωση δεν χρειάζεται ούτε καν να κάνουμε υπόθεση, αλά ας ρωτήσουμε αυτόν, εάν δεν δημιουργεί στη φαντασία του παρόμοιες φαντασιώσεις και δεν επιτίθεται νοερώς για να φονεύσει τους πάντες, φίλους, συγγενείς και τους ίδιους τους γονείς του. Αλλά μάλλον ούτε και η ερώτηση χρειάζεται· διότι όλοι γνωρίζουν καλά ότι όσοι κατέχονται από το πάθος αυτό αγανακτούν και για το γήρας του πατέρα τους και εκείνο που είναι γλυκύ και ποθητό από όλους, να έχουν, δηλαδή, παιδιά, το θεωρούν βαρύ και φορτικό. Γι’ αυτό πολλοί, παρακινούμενοι από την ιδέα αυτήν, θεώρησαν καλό την ατεκνία και κατέστησαν ανίκανη τη φύση, όχι με το να φονεύσουν τα παιδιά που γεννήθηκαν, αλλά με το να μην επιτρέψουν να λάβουν καν αρχή.
Λοιπόν, να μην παραξενεύεστε, επειδή σας παρουσίασα κατ’ αυτόν τον τρόπο τον φιλάργυρο, διότι στην πραγματικότητα είναι πολύ χειρότερος από ό,τι τον περιέγραψα. Αλλά ας σκεφτούμε πώς θα μπορέσουμε να τον απαλλάξουμε από τον δαίμονα. Πώς θα τον απαλλάξουμε, λοιπόν; Εάν αντιληφθεί πλήρως ότι η φιλαργυρία του είναι αντίθετη προς αυτό ακριβώς, δηλαδή, στο να του δίνει χρήματα· διότι εκείνοι που επιθυμούν να κερδίσουν τα μικρά υφίστανται μεγάλες ζημίες. Γι’ αυτό ακριβώς και έχει γίνει παροιμία ανάλογη με την επιθυμία αυτήν. Πραγματικά, πολλοί πολλές φορές που θέλησαν να δανείσουν με υπερβολικούς τόκους και παρασυρόμενοι από την προσδοκία του κέρδους, δεν ερεύνησαν το ποιόν αυτών που τους δάνειζαν χρήματα, έχασαν μαζί με τον τόκο και το κεφάλαιο ολόκληρο. Άλλοι πάλι που περιέπεσαν σε κινδύνους και δεν θέλησαν να ξοδέψουν λίγα, έχασαν και τη ζωή τους μαζί με την περιουσία τους. Επίσης, ενώ τους δόθηκε η ευκαιρία να αποκτήσουν ή αξιώματα προσοδοφόρα, ή κάτι άλλο παρόμοιο, επειδή κόλλησαν στις λεπτομέρειες, έχασαν το παν.
Επειδή δηλαδή δεν γνωρίζουν να σπείρουν, αλλά πάντοτε φροντίζουν να θερίζουν, γι’ αυτό συνεχώς χάνουν τη συγκομιδή· διότι κανείς δεν μπορεί πάντα να θερίζει, όπως δεν μπορεί διαρκώς να κερδίζει. Αφού λοιπόν δεν θέλουν να ξοδεύουν, δεν γνωρίζουν και να κερδίζουν. Αλλά είτε πρέπει να νυμφευτούν, πάλι παθαίνουν το ίδιο· διότι ή εξαπατήθηκαν και πήραν πλούσια γυναίκα, αλλά με πολλά ελαττώματα, πάλι υπέστησαν μεγαλύτερη ζημία· διότι τον πλούτο δεν τον δημιουργεί η περιουσία, αλλά η αρετή. Πραγματικά, ποια η ωφέλεια του πλούτου, όταν η γυναίκα είναι πολυέξοδη και άσωτη και διασκορπίζει τα πάντα χειρότερα από τον άνεμο; Ποια η ωφέλεια εάν είναι ακόλαστη και έχει πλήθος εραστών; Ποια η ωφέλεια, εάν είναι μέθυση; Μήπως δεν θα κάνει τον σύζυγό της πιο πτωχό από όλους; Και όχι μόνο στο θέμα του γάμου σκέπτονται έτσι, αλλά, παρασυρόμενοι από τη μεγάλη τους αγάπη προς τα χρήματα, αγοράζουν από κακό υπολογισμό όχι τους καλούς δούλους, αλλά φροντίζουν να βρουν τους φτηνούς.
Όλα αυτά λοιπόν αφού τα σκεφτείτε καλά(επειδή δεν μπορείτε ακόμη να ακούσετε τη διδασκαλία για τη γέενα και τη βασιλεία) και αφού καταλάβετε τις ζημίες που υπομένετε κάθε φορά από τη φιλοχρηματία, όταν δανείζετε, όταν αγοράζετε, όταν νυμφεύεστε, όταν υπερασπίζεστε κάποιον, όταν κάνετε οτιδήποτε άλλο, σταματήστε να αγαπάτε υπερβολικά τα χρήματα· διότι έτσι θα μπορέσετε και εδώ στη γη να ζήσετε με ασφάλεια και αφού κάνετε μικρή προσπάθεια, θα μπορέσετε να ακούσετε και το κήρυγμα για την ευσέβεια και όταν κοιτάξετε με προσοχή , θα δείτε τον ίδιο τον Ήλιο της δικαιοσύνης και θα αποκτήσετε τα αγαθά που Αυτός έχει υποσχεθεί, τα οποία είθε όλοι μας να επιτύχουμε, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και το κράτος στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΚΗ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1978, τόμος 10, σελίδες 253-277.
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 65, σελ. 80- 91.
http://www.greek–language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell–scott/index.html
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«Η ΑΡΝΗΤΙΚΗ ΣΤΑΣΙΣ ΜΙΑΣ ΠΟΛΕΩΣ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 22-10-2000]
(Β424)
Ο Κύριος, αγαπητοί μου, μαζί με τους μαθητάς Του κατέπλευσε με πλοιάριο απέναντι από τη Γαλιλαία, ανατολικά, στην περιοχή των Γεργεσηνών. Τα Γέργεσα ή Γάδαρα, ήταν πόλις της Δεκαπόλεως της Παλαιστίνης και κατοικούσαν εκεί κυρίως Έλληνες. Μη σας κάνει εντύπωση. Λέγεται μάλιστα ότι αυτοί οι Έλληνες εκεί ήσαν επίγονοι εκ των στρατιωτών του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Είναι γνωστό πού πέθανε ο Μέγας Αλέξανδρος και το στράτευμά του έμεινε σκορπισμένο από δω και από εκεί, εγκατεστάθησαν οι άνθρωποι κ.λπ. Έτσι θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ζωή των κατοίκων ήταν απρόσεκτη· α φού μάλιστα έτρεφαν χοίρους, πράγμα που απαγορευόταν βεβαίως στους Εβραίους.Έτσι ακόμη μπορούμε να κατανοήσουμε και την παρουσία δαιμονιζομένων ανθρώπων.
Ωστόσο η πόλις αυτή έδειξε μία αρνητική στάση στον Κύριό μας. Και μάλιστα ζήτησαν να απομακρυνθεί ο Κύριος από την πόλη τους, να φύγει. Ευγενώς μεν, αλλά να φύγει. Και ευγενώς διότι εφοβούντο από ό,τι είδαν. Είναι μία θλιβερή στάση που διαρκώς επαναλαμβάνεται στην Ιστορία και γι’ αυτό πρέπει να σταθεί για μας παράδειγμα, για μας τους Έλληνες, ένα παράδειγμα προς αποφυγή.
Ο Κύριος διερχόταν την έρημο της περιοχής των Γεργεσηνών, όταν κάποια στιγμή είδαν μπροστά τους κάποιον άνθρωπο από εκείνη την πόλη. Ήταν σαφώς δαιμονισμένος άνθρωπος. Πρέπει ωστόσο να διακρίνουμε -και θα ήταν μεγάλο λάθος αν δεν το διακρίναμε- τον δαιμονισμό από την τρέλα. Άλλο είναι ο τρελός και άλλο ο δαιμονισμένος. Θυμάμαι κάποτε που είχα επισκεφτεί εγώ ένα δαιμονισμένο νέο στο σπίτι του, μου είπε τι έχω μέσα στην τσάντα μου, στον χαρτοφύλακά μου. Και τι βιβλίο είχα και στη σελίδα εκείνη την α σελίδα τι έγραφε! Ο τρελός αυτά δεν τα ξέρει. Τα ξέρει όμως ο δαιμονισμένος άνθρωπος, διότι του υπαγορεύεται ό,τι νομίζει ο διάβολος και συνεπώς έτσι μας δίνει την εικόνα αυτή.
Ο άνθρωπος αυτός, μας πληροφορεί ο ιερός Ευαγγελιστής, είχε προ πολλού χρόνου δαιμόνια πολλά. Ιματισμό δεν φορούσε. Σε σπίτι δεν έμενε. Αλλά στους θολωτούς τάφους- έτσι μπορούμε να εννοήσουμε πώς έμενε στους τάφους εκείνης της περιοχής. Ήταν τάφοι, όπως ακριβώς ήταν και ο τάφος του Λαζάρου και του Χριστού. Δηλαδή τάφοι σκαλισμένοι μέσα σε βαθουλώματα, σε βράχους κ.λπ. Δεν ήταν δηλαδή τάφοι υπόγειοι. Οπότε εκεί μπορούσε κανείς πράγματι κάποιος να πάει να μείνει.
Ήταν δε ο φόβος και ο τρόμος των διερχομένων από την περιοχή εκείνη, όπως μας το λέγει αυτό άλλος Ευαγγελιστής. Τον έδεναν με αλυσίδες, αλλά τις έσπαζε και έφευγε πάλι προς την έρημο. Όταν τον ρώτησε ο Κύριος ποιο είναι το όνομά του, αυτός απάντησε: «Λεγεών». Λεγεών είναι το ρωμαϊκό σύνταγμα που αποτελείται από 6.000 στρατιώτες. Δηλαδή σήμαινε πλήθος δαιμόνων. «Αυτό είναι το όνομά μου. Πλήθος δαιμόνων». Φυσικά μίλησε ένας δαίμων, εξ ονόματος και των άλλων δαιμόνων. Και οι δαίμονες ζήτησαν αν ο Κύριος τούς φυγάδευε, διότι αντελήφθησαν τη δύναμη του Χριστού, να μην τους στείλει στον Άδη, καλύτερα, στην κόλαση, στην άβυσσο, αλλά στους χοίρους, εκείνους που εκεί γύρω έβοσκαν. Και ο Κύριος τούς είπε: «Πηγαίνετε». «Αυτό ζητάτε. Πηγαίνετε». Βλέπετε εδώ ο Κύριος πραγματοποιεί τη θέληση των δαιμόνων. Βέβαια είναι μία θέληση κατά παραχώρηση. Δεν είναι μία θέληση κατ’ ευδοκίαν. Μην ξεχνάμε τα δύο αυτά θελήματα του Θεού. Το κατά παραχώρηση και το κατά ευδοκίαν. Και τότε οι δαίμονες έφυγαν από τον άνθρωπο αυτόν, πήγαν στους χοίρους, που ήσυχοι και ήρεμοι έβοσκαν εκεί στην ακρολιμνιά, δαιμονίστηκαν οι χοίροι και τότε έπεσαν όλοι οι χοίροι μαζί, ένα κοπάδι δύο χιλιάδων, μέσα στη λίμνη και πνίγηκαν.
Οι βόσκοντες, οι χοιροβοσκοί κατατρόμαξαν κυριολεκτικά. Έφυγαν και απήγγειλαν οι χοιροβοσκοί στους Γεργεσηνούς το γεγονός. Ότι αυτό και αυτό συνέβη. Εκείνοι βγήκαν από την πόλη τους να δουν τα ανατρέξαντα, τι συνέβη. Τους κατέλαβε μόλις είδαν ένας φόβος απίστευτος· που δεν ήξεραν πώς να κινηθούν. Γιατί από τη μια έβλεπαν τους πνιγμένους χοίρους – δεν μπορούσαν αυτό να το αρνηθούν- και από την άλλη έβλεπαν αυτόν τον πρώην συμπατριώτη τους βέβαια, δαιμονισμένο, να κάθεται παρά τους πόδας του Ιησού σωφρονών και ιματισμένος. Δεν μπορούσαν ούτε το ένα να αρνηθούν, ούτε το άλλο, αγαπητοί μου, να αρνηθούν. Κι όταν η πόλις όλη βγήκε και είδε τα διατρέξαντα, τότε, όπως μας πληροφορεί ο ευαγγελιστής Λουκάς «ἠρώτησαν αὐτὸν ἅπαν τὸ πλῆθος τῆς περιχώρου τῶν Γαδαρηνῶν ἀπελθεῖν ἀπ᾿ αὐτῶν, ὅτι φόβῳ μεγάλῳ συνείχοντο». Τον παρακάλεσαν τον Κύριο, δεν το έκαναν με το ζόρι, σου λέει, «εδώ πράγματα υπερφυσικά υπάρχουν», πώς λοιπόν να κινηθούν με το ζόρι; «Σε παρακαλούμε, Κύριε, φύγε από εδώ».
Αλήθεια, γιατί φοβήθηκαν; Υπάρχουν, αγαπητοί μου, δύο στάσεις στον φόβο μπροστά στον Θεό. Η μία στάση είναι η συναίσθηση της αμαρτωλότητας. Αυτό που συνέβη στον Απόστολο Πέτρο όταν ο Κύριος μίλησε από το καΐκι του, διότι το πλήθος Τον ζουλούσε, Τον έσπρωχνε και παρακάλεσε ο Κύριος να μιλήσει από το καΐκι του, κοντά στην παραλία, και όταν μετά την ομιλία ο Κύριος είπε στον Πέτρο να προβούν σε αλιεία, μεσημεριάτικα, τρόμαξε ο Πέτρος όταν είδε τόση αλιεία, τόσα ψάρια και κατάλαβε ότι πρόκειται- άκουσε και το κήρυγμα- ότι πρόκειται περί σπουδαίου προσώπου, θείου προσώπου. Χωρίς βέβαια ακόμη να ξέρει ποιος είναι ο Ιησούς Χριστός. Αν θέλετε, οι μαθητές, ξέρετε πότε έμαθαν ακριβώς ποιος είναι ο Ιησούς Χριστός; Μετά την Πεντηκοστή. Αν το θέλετε. Και τότε γονάτισε μπροστά στον Κύριο ο Πέτρος και είπε: «Κύριε, έξελθε, βγες από το καΐκι μου. Είμαι αμαρτωλός άνθρωπος εγώ· μη ο Θεός δει τις δικές μου αμαρτίες και με τιμωρήσει». Εδώ τι βλέπουμε; Έναν φόβο απέναντι στον Θεό, για την αμαρτωλότητά του ο άνθρωπος.
Αλλά και η άλλη στάση του φόβου απέναντι στον Θεό. Είναι από την ενοχλητική παρουσία του Θεού, ένεκα αμετανοησίας. Εγώ θέλω να αμαρτάνω. Δεν θέλω να με βλέπει ο Θεός. Κρύβομαι-τι ανόητος που είναι ο άνθρωπος…- πίσω από το δάχτυλό μου· να το πω όπως το λέει και ο λαός.
Και έτσι λοιπόν, ας φύγει αυτός ο θεϊκός άνθρωπος, ο Ιησούς, για να μπορούμε άνετα να ζούμε όπως εμείς θέλουμε. Θα έχουμε τα μεζεδάκια μας από τα χοιρινά κρέατα, το λιγότερο, και όλες τις άλλες αμαρτίες. Γιατί είπα «τα μεζεδάκια μας»; Ο νόμος απαγόρευε το χοιρινό κρέας. Αυτοί τρώγανε χοιρινό κρέας. Αφού έβοσκαν πολλά κοπάδια. Δύο χιλιάδες τον αριθμό από χοίρους. Γι’ αυτό επέτρεψε ο Κύριος να μπουν οι δαίμονες, για να μην μπουν στους ανθρώπους, που παρέβαιναν την εντολή του Θεού, να μπούνε τουλάχιστον στους χοίρους. Ήθελαν όμως οι Γεργεσηνοί να ζουν τη ζωή τους. Όταν είπα προηγουμένως ότι κατοικούσαν Έλληνες, βέβαια δεν ήταν αμιγώς Έλληνες. Ήσαν και Εβραίοι. Αλλά επειδή όμως αρκετοί από αυτούς, από τους Έλληνες, είχαν επιβάλλει τον τρόπο της ζωής τους και στους Εβραίους της περιοχής, γι’ αυτό θεωρούνταν πάρα πολύ αμαρτωλοί άνθρωποι αυτοί.
Και προφανώς, βλέπουμε εδώ, έπρεπε οι Γεργεσηνοί να συναισθανθούν το θαύμα που έγινε στον συμπατριώτη τους. Συγκινήθηκαν; Όχι, αγαπητοί μου. Μόνο φοβήθηκαν. Αλλά για τον λόγο που σας εξήγησα. Γιατί θα μπορούσαν να στερηθούν εκείνα τα αγαθά που ήδη απολάμβαναν· τα αμαρτωλά τους αγαθά. Έτσι, δεν πρόσεξαν. Πώς να προσέξει ο άνθρωπος, που έχει τυφλοπάνι στα μάτια του και δεν βλέπει τα θαυμάσια του Θεού…
Δεν πρόσεξαν ότι υπήρξε τρομακτική διαφορά και συμπεριφορά, ανάμεσα στον πρώην δαιμονισμένο συμπατριώτη τους με τώρα το τι βλέπουν. Πρώτα ο άνθρωπος αυτός και το ήξεραν «ἠλαύνετο», όπως μας λέγει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, «ὑπὸ τοῦ δαίμονος εἰς τὰς ἐρήμους». Τώρα κάθεται σωφρονών και ιματισμένος παρά τους πόδας του Ιησού. Πρώτα ιματισμό δεν φορούσε. Άνθρωποι τέτοιοι σχίζουν τα ρούχα τους, τα βγάζουν, το ξέρετε. Μια μικρή παρενθεσούλα. Μήπως και εκείνοι που το καλοκαίρι βγάζουν τα ρούχα τους και περπατάνε γυμνοί, μήπως έχουν εν τινι βαθμώ δαιμονισμό; Ο καθένας ας σκεφτεί…
Πρώτα είχε συμπεριφορά μανιακού ο άνθρωπος αυτός· ενώ τώρα είναι ήρεμος και μυαλωμένος. Αυτή τη διαφορά δεν την είδαν οι ταλαίπωροι οι Γεργεσηνοί; Πρώτα, ο άνθρωπος αυτός, ο συμπατριώτης τους, ήταν ακοινώνητος. Με ποιον θα μπορούσε να κάνει συντροφιά; Ποιος θα τον έκανε συντροφιά; Τώρα τον βλέπουμε να βρίσκεται ανάμεσα στους ανθρώπους, τον Κύριο και τους μαθητές Του. Το θέμα είναι ότι όλα αυτά που βλέπουν…βλέπουν; Δεν συγκινούνται. Και αυτό είναι το δυστύχημά τους.
Πρόσθετα, πληροφορούνται οι Γεργεσηνοί και τον διάλογο ανάμεσα στον δαιμονισμένο και τον Ιησού. Λέγει εδώ το Ιερό Ευαγγέλιο: «Ἀπήγγειλαν δὲ αὐτοῖς οἱ ἰδόντες(κυρίως ήταν οι βοσκοί των χοίρων) πῶς ἐσώθη ὁ δαιμονισθείς». Είπαν: «Το και το. Αυτά είπε ο Κύριος, αυτά είπε στον Κύριο αυτός». Έμαθαν και αυτές τις λεπτομέρειες. Δηλαδή αυτόν τον διάλογο. Και ο διάλογος αποκάλυψε καταπληκτικά πράγματα. Με πολύ πλούτο, αν θέλετε και με θεολογία πολλή. Και ότι δεν ήταν φαντασιώσεις εκείνα τα οποία ειπώθηκαν από τους άλλους. Δηλαδή που τα ανακοίνωσαν. Δηλαδή ποιοι μίλησαν; Ο Ιησούς και ο δαιμονισμένος. Δεν ήσαν φαντασιώσεις. Δεν ήσαν πράγματα που τα σκέφτηκαν εκείνη την ώρα για να τα πουν, για να τα κάνουν· διότι από τη μια μεριά, θα επαναλάβω, θεραπεύεται ο δαιμονισμένος, και από την άλλη πνίγονται 2.000 χοίροι! Είναι δυνατόν ποτέ να είναι όλα αυτά φαντασιώσεις;
Οι δαίμονες, λοιπόν, αγαπητοί μου, είναι πραγματικότης, είναι πνεύματα, είναι πρόσωπα. Όταν λέμε πρόσωπο, σημαίνει ότι έχουμε λογική και αυτογνωσία. Οι άνθρωποι είναι πρόσωπα. Οι γάτες μας δεν είναι πρόσωπα. Το πρόσωπο δεν είναι αυτό που λέμε μάτια, μύτη, φρύδια. Πρόσωπο είναι αυτό που λέμε ότι έχω αυτογνωσία του εαυτού μου. Ο άνθρωπος λοιπόν είναι πρόσωπο. Οι δαίμονες είναι πρόσωπα. Όπως και οι άγιοι άγγελοι είναι πρόσωπα. Εξάλλου στη φύση τους οι δαίμονες δεν άλλαξαν από τους αγίους αγγέλους. Άγγελοι ήσαν, αλλά με την υπερηφάνειά τους μεταβλήθηκαν σε δαίμονες. Δηλαδή απεχωρίσθησαν της θείας δόξης. Απεχωρίσθησαν του Θεού. Συνεπώς οι δαίμονες είναι πρόσωπα.
Αλλά εδώ θα ήθελα να σημειώσω ότι υπάρχουν και σήμερα χριστιανοί μας που δεν πιστεύουν,-εγώ δε το έχω ακούσει πολλές φορές- δεν πιστεύουν στην ύπαρξη και αγγέλων και δαιμόνων. «Α, λέει, εγώ δεν πιστεύω ότι υπάρχουν άγγελοι». Τους αγγέλους, ξέρετε, πώς τους θεωρούν; Διακοσμητικά στοιχεία μέσα στις διηγήσεις της Αγίας Γραφής. Τους δε δαίμονες, ξέρετε πώς τους θεωρούν; Προσωποποίηση του κακού. Φερειπείν οι αρχαίοι Έλληνες μιλούσαν για τις Ερινύες. Αλλά εκεί βέβαια μιλούσαν για μια προσωποποίηση του κακού. Έτσι κι εδώ τώρα λένε: «Οι δαίμονες δεν υπάρχουν». Απλώς επαναλαμβάνω λένε ότι είναι προσωποποίηση του κακού. Όχι, αγαπητοί μου. Δεν είναι προσωποποίηση του κακού. Είναι πρόσωπα οι δαίμονες.
Μας λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής στην πρώτη του επιστολή: «Εἰς τοῦτο ἐφανερώθη ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἵνα λύσῃ τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου». Αυτός είναι ο σκοπός που εφανερώθη στον κόσμο αυτόν ο υιός του Θεού. Για να λύσει τα έργα του διαβόλου. Να διαλύσει τα έργα του διαβόλου. Και σας ερωτώ. Η παρουσία, συνεπώς του Χριστού στον κόσμο είναι ένας Δονκιχωτισμός; Ξέρετε τι ήταν ο Δον Κιχώτης. Αυτό το ποίημα του Ισπανού κτλ κτλ. Όταν έβλεπε ανεμόμυλους τους περνούσε για ήρωες φοβερούς. Και είχε ένα κοντάρι και προσπαθούσε να τους χτυπήσει. Αλλά δεν ήταν παρά ανεμόμυλοι. Δεν ήταν βέβαια γίγαντες. Έτσι λοιπόν ήρθε ο Χριστός εδώ με ένα δονκιχωτικό τρόπο; Να πολεμήσει ανύπαρκτα πράγματα; Ανύπαρκτα πρόσωπα; Αν είναι δυνατόν!
Οι δαίμονες, αγαπητοί μου, είναι φρικτή πραγματικότητα. Η παρουσία αγγέλων και η παρουσία δαιμόνων στην καθημερινότητα των ανθρώπων, πρέπει να το πούμε αυτό, είναι συχνότατη. Ξέρετε πόσοι άνθρωποι σε μας μάς έχουν πει ότι έχουν δει τον διάβολο; Όχι στον ύπνο τους. Στον ξύπνιο τους. Να σου λέει: «Μου τραβάει την κουβέρτα από το κρεβάτι. Να πω ότι είναι ιδέα;». Μα σου τραβάει την κουβέρτα από το κρεβάτι. Κι άλλα πολλά φαινόμενα περίεργα και παράξενα, που έχουμε πλήθος πλήθος μαρτυρίες της καθημερινότητας. Πολλοί άνθρωποι έχουν δει τους δαίμονες. Και πολλοί άνθρωποι έχουν δει και αγγέλους. Έχουμε λοιπόν αυτήν εδώ τη μαρτυρία της καθημερινότητας. Μία εμπειρία. Ακόμη αν θέλετε, ολόκληρη η Αγία Γραφή, Καινή και Παλαιά Διαθήκη, είναι καταγεμάτη από την παρουσία και δαιμόνων και αγγέλων.
Αλλά εγώ θα σας έλεγα μια αρνητική περίπτωση. Δεν πιστεύεις, αδελφέ, στην Αγία Γραφή; Πρόσεξε θα σου πάρω μία μαρτυρία που δεν μπορείς να την αρνηθείς. Είναι η μαρτυρία της μαγείας και η μαρτυρία του πνευματισμού. Ο πνευματισμός και η μαγεία υπηρετούνται από τον διάβολο. Όταν σου λέει πράγματα που δεν είναι δυνατόν άνθρωπος να τα ξέρει… Όταν σου λέει «ο μακαρίτης σε εκείνο το σημείο του περιβολιού σας έκρυψε χρήματα», αυτός πού τα ξέρει; Σημειώστε δε,έξω από το κλίμα του μεσάζοντος(μέντιουμ θα πει μεσάζων) δεν ξέρει τίποτα ο άνθρωπος αυτός. Μέσα στο κλίμα του πράγματος γνωρίζει πού είναι αυτά τα χρήματα και σου λέει: «Είναι εκεί». Δεν έχετε ακούσει ανθρώπους που λένε «θα πάω στο μέντιουμ, να μάθω τούτο ή εκείνο». Από πού θα τα μάθει το μέντιουμ και θα σου τα πει εσένα; Του τα πληροφορούν οι δαίμονες. Αν θέλεις, αδελφέ, πάρε αυτήν τη μαρτυρία. Τη μαρτυρία αν όχι της Αγίας Γραφής, επαναλαμβάνω, τουλάχιστον τη μαρτυρία του Πνευματισμού.
Σημασία έχει ότι ολόκληρες κοινωνίες ανθρώπων δεν θέλουν σήμερα τον Ιησού Χριστό. Δεν Τον θέλουν. Όπως τότε οι Γεργεσηνοί δεν ήθελαν τον Κύριο Ιησού. Ήθελαν να ζουν στην ησυχία της αμαρτωλότητάς τους. Αισθάνονται ότι θα στερηθούν αυτούς τους ποικίλους ηδονισμούς τους. Αφού το Ευαγγέλιο είναι ασκητικό. Γι’ αυτό και σήμερα δεν θέλουν οι άνθρωποι να δεχθούν το Ευαγγέλιο. Ξαναλέγω, γιατί το Ευαγγέλιο είναι ασκητικό. Ασκητικό. Και τι προτιμούν; Θα τρομάξετε. Τον Ισλαμισμό! Ξέρετε ότι η Ευρώπη κοντεύει να γίνει ισλαμική; Ναι, ναι. Η χριστιανική Ευρώπη. Η χριστιανική Δύση. Το ξέρετε ότι κοντεύει να γίνει ισλαμική; Γιατί όλα αυτά τα συγχωρεί ο Ισλαμισμός. Τα δέχεται. Συνεπώς; Γιατί να πάω στον Χριστιανισμό, που είναι ασκητικός; Και αν ο Ισλαμισμός-προσέξατε αυτό το σημείο- νικήθηκε έξω από τη Βιέννη, το θυμόσαστε από την Ιστορία, από το σχολείο, που οι Τούρκοι φτάσανε έξω από τη Βιέννη; Νίκησαν τότε τελικά τους Τούρκους. Και νικήθηκε ο Ισλαμισμός. Όμως σήμερα ο Ισλαμισμός νικά και διεισδύει στην Ευρώπη και στην Αμερική με τον τρόπο του. Κατά τρόπο ειρηνικό. Ναι. Γιατί; Γιατί απλούστατα οι χριστιανοί μας διαρκώς υποβαθμίζονται πνευματικώς. Και αφήνουν περιθώρια, ναι περιθώρια να μπαίνει ο Ισλαμισμός. Ύστερα, μην ξεχνάτε, αυτός ο άνθρωπος πώς δαιμονίστηκε, ξέρετε; Άφησε παράθυρα στον διάβολο. Και σήμερα οι Ευρωπαίοι και οι Δυτικοί γενικώς, αφήνουν παράθυρα στον διάβολο, υποβαθμίζεται η πνευματική τους ζωή, για να φτάσουν να δεχτούν τελικά αυτόν τον ισλαμισμό ο οποίος όλα τα συγχωρεί.
Έτσι λοιπόν οι Χριστιανοί της Δύσεως, διαρκώς και διαρκώς απωθούν τον Χριστό από τις κοινωνίες τους. «Καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν -μας λέει ο ευαγγελιστής, προσκάλεσαν τον Κύριο- ἅπαν τὸ πλῆθος τῆς περιχώρου τῶν Γαδαρηνῶν ἀπελθεῖν ἀπ᾿ αὐτῶν, ὅτι φόβῳ μεγάλῳ συνείχοντο». Να φύγει από κοντά τους γιατί, λέει, είχαν κυριευτεί από πάρα πολύ μεγάλο φόβο. Τι λέει; Να φύγει. Να φύγει… Και ο Κύριος τι έκανε; Ακούστε. «Αὐτὸς δὲ (ο Ιησούς) ἐμβὰς εἰς τὸ πλοῖον ὑπέστρεψεν». Ξαναγύρισε πίσω. Μπήκε στο πλοίο και γύρισε πίσω. Δηλαδή έφυγε ο Ιησούς. Ο Κύριος αφήνει εκείνους που αγαπούν περισσότερο τους χοίρους τους και φεύγει.
Τι σημαίνει όμως ότι ο Κύριος φεύγει; Αίρει την χάρη Του από τον λαό αυτόν. Και τότε έρχονται όλα τα δεινά. Προπαντός ο δαιμονισμός. Βασιλεύει πλέον ο διάβολος. Ο Κύριος είπε σαφώς: «Ἐὰν γὰρ μὴ πιστεύσητε ὅτι ἐγώ εἰμι(το βάρος πέφτει στο Εγώ ειμί. Ποιος; Ο Υιός του Θεού ο Ενανθρωπήσας), ἀποθανεῖσθε ἐν ταῖς ἁμαρτίαις ὑμῶν». Είναι βαρύς, τρομερός, απόλυτος λόγος αυτός. «Εάν δεν πιστέψετε ότι είμαι εγώ, θα χαθείτε». Αυτό πρέπει να το έχουμε υπόψη μας.
Αλλά αν η πόλη εκείνη δεν δέχτηκε τον Κύριο, όπως ο θεραπευθείς αυτός, «ἐδέετο δὲ αὐτοῦ ὁ ἀνήρ, ἀφ᾿ οὗ ἐξεληλύθει τὰ δαιμόνια, εἶναι σὺν αὐτῷ», δηλαδή Τον παρακαλούσε τον Κύριο, ο πρώην δαιμονισθείς, να είναι μαζί Του. «Να έρθω κι εγώ Κύριε μαζί Σου». Τρομερή αντίθεση, αλήθεια, για την ημέρα της Κρίσεως. Θα πει ο Κύριος: «Αυτός ήθελε να έρθει μαζί μου. Εσείς, ολόκληρη πόλη, δεν θελήσατε». Αλλά τι λέει ο Κύριος; «Ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός». «Πήγαινε στο σπίτι σου και να διηγείσαι όσα αγαθά και σπουδαία έκανε για σένα ο Θεός». Ναι. Ο Κύριος έφευγε αλλά άφηνε ένα ζωντανό μνημείο της αγάπης Του και της ευεργεσίας Του, αυτόν τον άνθρωπο, μέσα σ’ αυτήν την αμαρτωλή πόλη.
Αλλά τι σημαίνει «ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου», «γύρνα στο σπίτι σου;» Σημαίνει, «γύρισε πίσω στον εαυτό σου». Διότι ήσουν μέχρι τώρα εκτός εαυτού. Γυρίζω στον εαυτό μου σημαίνει πρώτον αυτογνωσία. Δεύτερον, ανάκληση των δυνάμεων της ψυχής, επειδή υπήρχε μέχρι τώρα σκορπισμός της προσωπικότητος. Τρίτον, σύνδεση του εαυτού σου, του εαυτού μου με τον Θεό, ώστε να μην υπάρχουν ανοίγματα στον διάβολο, παράθυρα, μπουκαπόρτες για να μπαίνει ο διάβολος μέσα στη ζωή μου. Και τέταρτον: εξωραϊσμός του οίκου του εαυτού μου. Δηλαδή θα προσπαθήσω να ζω την αγιότητα. Να στολίζομαι. Και επιπρόσθετα: Γίνου ιεραπόστολος στην πόλη αυτή· που αρνήθηκε Εμένα, τον Κύριο, να με δεχτεί. Και ο άνθρωπος έπραξε όπως του ειπώθηκε. Είναι πολύ συγκινητικό.
Αγαπητοί, έχουμε πολλά να πάρουμε από μία πόλη που αρνήθηκε να δεχτεί τον Χριστό. Κι επειδή και σήμερα δεν γίνεται αποδεκτός ο Χριστός στην πατρίδα μας, λίγο-λίγο αποχριστιανοποιούμαστε, ας αναλογιστούμε τι τρομερές συνέπειες θα μπορούσαμε να έχουμε, εάν δεν μετανοήσουμε… Ναι. Από μας εξαρτάται.
Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_853.mp3
Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΟΥ ΤΩΝ ΓΑΔΑΡΗΝΩΝ
«Ὁ ὢν ἐκ τοῦ Θεοῦ τὰ ῥήματα τοῦ Θεοῦ ἀκούει (:Εκείνος που κατάγεται από τον Θεό και απέκτησε με την άσκηση της αρετής πραγματική συγγένεια με τον Θεό, ακούει με προσοχή και ενδιαφέρον τους λόγους του Θεού και τους εγκολπώνεται)»[Ιω.8,47], λέγει ο Κύριος. Δηλαδή υπακούει στις εντολές του Θεού και μετατρέπει τους λόγους σε έργα, ζει και πολιτεύεται κατά Χριστόν, εκτελεί το θέλημα του ουρανίου Πατρός, και γίνεται « κληρονόμος μὲν Θεοῦ, συγκληρονόμος δὲ Χριστοῦ»[βλ. Ρωμ.8,17: «Εἰ δὲ τέκνα, καὶ κληρονόμοι, κληρονόμοι μὲν Θεοῦ, συγκληρονόμοι δὲ Χριστοῦ, εἴπερ συμπάσχομεν ἵνα καὶ συνδοξασθῶμεν(:αφού λοιπόν είμαστε παιδιά, είναι φυσικό να είμαστε και κληρονόμοι του Θεού ως πατέρα μας και συγκληρονόμοι του Χριστού ως αδελφού μα. Και γινόμαστε συγκληρονόμοι του Χριστού εάν βεβαίως πάσχουμε μαζί με Αυτόν, έτσι ώστε και να δοξαστούμε μαζί Του)»].
Όποιος όμως παρακούει τον Θεό, διαπράττει την αμαρτία, και επιδίδεται σε αυτήν αμετανόητα. Είναι δούλος της αμαρτίας και δεν είναι από τον Θεό αλλά από τον Πονηρό, αφού με την κακή προαίρεση μεταπλάσσει την φύση την οποίαν έλαβε από τον Θεό, και την εξομοιώνει με τον πατέρα της απωλείας. Γι’ αυτό και ο Κύριος έλεγε στους Ιουδαίους: «Ὑμεῖς ἐκ τοῦ πατρὸς τοῦ διαβόλου ἐστέ, καὶ τὰς ἐπιθυμίας τοῦ πατρὸς ὑμῶν θέλετε ποιεῖν. ἐκεῖνος ἀνθρωποκτόνος ἦν ἀπ᾿ ἀρχῆς καὶ ἐν τῇ ἀληθείᾳ οὐχ ἕστηκεν, ὅτι οὐκ ἔστιν ἀλήθεια ἐν αὐτῷ· ὅταν λαλῇ τὸ ψεῦδος, ἐκ τῶν ἰδίων λαλεῖ, ὅτι ψεύστης ἐστὶ καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ(:Εσείς, που καυχιέστε ότι είστε παιδιά του Θεού, έχετε πατέρα τον διάβολο. Απ’ αυτόν κατάγεστε και τον δικό του χαρακτήρα και τα ιδιώματα κληρονομήσατε. Κι όσα αμαρτωλά και φονικά επιθυμεί ο πατέρας σας αυτός, αυτά και σεις θέλετε και είστε αποφασισμένοι να κάνετε. Εκείνος που από την αρχή της δημιουργίας του ανθρώπου ήταν φονιάς του ανθρώπου˙ και με το ψέμα του παρέσυρε τον άνθρωπο στην αμαρτία και το θάνατο. Και δεν μπορεί να σταθεί στην αλήθεια, διότι δεν υπάρχει μέσα του κανένας πόθος για την αλήθεια και καμία διάθεση να πει κάποτε την αλήθεια. Όταν λέει το ψέμα, το βγάζει από μέσα του. Λέει ψέματα, διότι είναι ψεύτης και πατέρας του ψεύδους, ο πρώτος επινοητής και ο κύριος υποβολέας του)»[Ιω.8,44].
Αυτού του είδους οι άνθρωποι είναι φανερά αθλιότεροι και από τους δαιμονιζόμενους, έστω και αν διαφεύγουν την προσοχή των πολλών. Πράγματι, ενώ οι δαιμονιζόμενοι κατακόπτουν τα σώματά τους και μερικές φορές βλάπτουν σωματικώς όποιους συναντούν, εκείνοι που δια των πονηρών επιθυμιών τους έχουν εξομοιωθεί με τον αρχέκακο εχθρό, διαφθείρουν τις ψυχές τις δικές τους και όσων τους συναναστρέφονται απρόσεκτα. Και ενώ οι πρώτοι στον καιρό του θανάτου αποβάλλουν μαζί με το σώμα και την επήρεια των δαιμόνων, οι δεύτεροι, επειδή αμαρτάνουν αμετανόητα, έχουν αθάνατη και μόνιμη την βλάβη. Επίσης, τον ενοχλούμενο φανερά στο σώμα από τον δαίμονα όλοι τον λυπούμαστε όταν τον αντικρύσουμε, ενώ τον φονιά και τον φιλάργυρο, τον υπερήφανο και τον αναίσχυντο, και τον ανυπότακτο και όλους τους ομοίους των, όχι μόνον δεν τους λυπόμαστε, αλλά και τους μισούμε· διότι ο ένας περιπίπτει στο πάθος ακούσια, ενώ αυτός που αγαπά την αμαρτία προσελκύει με την ελεύθερή του προαίρεση το κακό, μερικές φορές μάλιστα αποκρύπτοντας τη βλαπτικότητα και την κακοήθεια της νόσου του.
Επειδή όμως οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι σε θέση να αντιληφθούν την εναντίον μας μανία του διαβόλου, από τις επιθέσεις εκείνου κατά της ψυχής και από την συνεργία του στην αμαρτία, παραχώρησε ο Θεός να υπάρχουν και κατά το σώμα δαιμονοφόρητοι, ώστε να μάθουμε από αυτούς όλοι, πόσο φοβερή είναι η κατάσταση της ψυχής που έκαμε αυτόν ένοικό της δια των πονηρών έργων.
Όταν λοιπόν ο Μονογενής Υιός του Θεού, από απροσμέτρητο πέλαγος φιλανθρωπίας, χαμήλωσε τους ουρανούς και κατέβηκε στη γη[πρβ. Ψαλμ,143,5:«Κύριε, κλῖνον οὐρανοὺς καὶ κατάβηθι, ἅψαι τῶν ὀρέων, καὶ καπνισθήσονται(:Εσύ όμως, Κύριε, που είσαι τόσο συγκαταβατικός προς εμάς τους ευτελείς ανθρώπους, χαμήλωσε τους ουρανούς και κατέβα. Άγγιξε με τα χέρια Σου τα βουνά και θα ανάψουν και θα γεμίσουν καπνό)»], για να ελευθερώσει τις ψυχές μας από την τυραννία του διαβόλου, απεδίωκε τα δαιμόνια και από τους φανερά κατά το σώμα δαιμονιζόμενους. Το έκαμε αυτό για να παρουσιάσει και να επιβεβαιώσει με τη φανερώς ενεργούμενη ελευθερία και ίαση, τη συντελούμενη κρυφά απελευθέρωση και ίαση της ψυχής.
Πράγματι, και όταν χάρισε την θεραπεία στην ψυχή του παραλυτικού, όχι μόνον δεν επευφημήθηκε από εκείνους που έβλεπαν μόνο τα φαινόμενα, αλλά και βλασφημήθηκε. Γι’ αυτό θεράπευσε και τη σωματική του παράλυση, για να μάθουν, όπως ο ίδιος έλεγε προς τους παρόντες, «ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τῆς γῆς ἀφιέναι ἁμαρτίας(:ότι ο υιός του ανθρώπου, ο Μεσσίας, ο εκπρόσωπος της ανθρωπότητας και ένδοξος Κριτής της κατά τη δευτέρα παρουσία Του, έχει εξουσία να συγχωρεί στη γη τις αμαρτίες των ανθρώπων)»[Ματθ.9,6].
Κυρίως γι’ αυτό λοιπόν απομακρύνει τους δαίμονες από τους δαιμονιζόμενους, για να μάθουμε ότι Αυτός είναι που τους αποδιώκει και από τις ψυχές μας, και μας χαρίζει την αιώνια ελευθερία.
«Ἐξελθόντι δὲ αὐτῷ ἐπὶ τὴν γῆν(:Και όταν βγήκε στη στεριά)», σύμφωνα με την περικοπή του Ευαγγελίου που διαβάστηκε σήμερα, «ὑπήντησεν αὐτῷ ἀνήρ τις ἐκ τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν καὶ ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ᾿ ἐν τοῖς μνήμασιν(:Τον συνάντησε κάποιος άνθρωπος που καταγόταν από την πόλη, ο οποίος είχε μέσα του δαιμόνια από πολλά χρόνια. Αυτός δεν φορούσε πάνω του ρούχα ούτε έμενε σε σπίτι, αλλά ζούσε μέσα στα μνήματα)»[Λουκ.8,27].«Εξήλθε», λέγει, όχι «ήλθε στην ξηρά», για να δείξει ότι ήλθε με πλοίο, αφού ήδη και τη θύελλα του ανέμου κατέπαυσε, και την θάλασσα γαλήνευσε με την επιτίμησή Του· διότι όταν από την Γαλιλαία επιβιβάστηκε στο πλοίο με τους μαθητές Του, είπε προς αυτούς, όπως λέγει παραπάνω ο Ευαγγελιστής: «Διέλθωμεν εἰς τὸ πέραν τῆς λίμνης(:Ας περάσουμε στο απέναντι μέρος της λίμνης Γεννησαρέτ)»[Λουκ.8,22]. Από εδώ φαίνεται ότι προείδε το γεγονός, και από ευσπλαχνία ήλθε αυτόκλητος βοηθός στον βασανιζόμενο τόσο φοβερά και τόσο πολλά έτη από τους δαίμονες.
Ο Λουκάς λοιπόν λέγει ότι ήταν ένας και είχε πολλά δαιμόνια, ο Μάρκος όμως ομιλεί και αυτός περί ενός, «ἐν πνεύματι ἀκαθάρτῳ(:κυριευμένος από πνεύμα ακάθαρτο)». Ο δε Ματθαίος ισχυρίζεται ότι ήσαν δύο μαζί και βασανίζονταν από πολλά δαιμόνια. Την αιτία λοιπόν, για την οποία άλλοι Ευαγγελιστές ομιλούν για έναν, άλλοι δε για περισσοτέρους, και δαιμονιζόμενους και δαιμόνια, την φανέρωσε και ο Λουκάς και ο Μάρκος· διότι το ένα, το οποίο ο Μάρκος ονόμασε ακάθαρτο πνεύμα, εξεταζόμενο στη συνέχεια από τον Κύριο λέγει: «Λεγεὼν ὄνομά μοι, ὅτι πολλοί ἐσμεν(:Το όνομά μου είναι Λεγεών, δηλαδή ταξιαρχία στρατιωτών. Κι έχω αυτό το όνομα, διότι εδώ μέσα είμαστε πολλοί)»[Μάρκ.5,9]. Πράγματι η «λεγεώνα» είναι ορμαθός και πολυάριθμο σύστημα αγγέλων ή ανθρώπων, οι οποίοι στέκονται, μετακινούνται μαζί και αποβλέπουν και κινούνται προς ένα έργο και σκοπό. Γι’ αυτό και οι δαιμονιζόμενοι εκείνοι, αφού ως ενεργούμενοι και φερόμενοι κατά τέτοιο σύστημα συνευρίσκονταν μαζί και στα μνήματα και στα όρη και διώκονταν μαζί αδιάσπαστα, άλλοτε μεν αναφέρονται σε ενικό αριθμό, άλλοτε δε σε πληθυντικό, και αυτοί και τα πονηρά πνεύματα που τους ταλαιπωρούσαν.
Επίσης, δεν συνάντησε και δεν ανεγνώρισε απλώς τον Ιησού ο Λεγεών των πονηρών πνευμάτων διαμέσου του ανθρώπου εκείνου, αλλά και «ἰδὼν δὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἀνακράξας προσέπεσεν αὐτῷ καὶ φωνῇ μεγάλῃ εἶπε·τί ἐμοὶ καὶ σοί, Ἰησοῦ, υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; δέομαί σου, μή με βασανίσῃς(:όταν όμως είδε τον Ιησού, από το φόβο του έβγαλε μια δυνατή κραυγή, έπεσε στα πόδια Tου και με φωνή μεγάλη είπε: “Ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα σε μένα και σένα και τι ζητάς από μένα, Ιησού, Υιέ του Θεού του υψίστου; Σε παρακαλώ, μη με βασανίσεις και μη μου επιβάλεις την τιμωρία να κλειστώ από τώρα μέσα στο σκοτάδι του Άδη”)»[Λουκ.8,28].
«Παρήγγειλε γὰρ», λέγει, «τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ ἐξελθεῖν ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου (:ο Χριστός διέταξε το ακάθαρτο πνεύμα να βγει και να φύγει από τον άνθρωπο)»[Λουκ.8,29].Έχοντας καταπλεύσει για τον σκοπό αυτόν ο Κύριος από ευσπλαχνία στην παραλία εκείνη όπου ζούσε ο δαιμονιζόμενος, διέταξε μεν τον λεγεώνα των δαιμόνων να εξέλθει από τον άνθρωπο, δεν του είπε όμως πού να απέλθει. Γι’ αυτό εκείνο το παμμίαρο σμήνος των πονηρών πνευμάτων κατελήφθη από αμηχανία, και φοβήθηκε μήπως παραδοθεί τώρα από τον Κύριο στη μέλλουσα καταδίκη, στην προετοιμασμένη γι’ αυτά γέεννα του πυρός, με την οποία θα παραδοθούν σε τέλεια ακινησία, αφού θα καταργηθεί κάθε ενέργειά τους. Αναγκάστηκε λοιπόν να προσέλθει, και να προσπέσει, χρησιμοποιώντας ταπεινότερα και αληθινά λόγια προς τον Κύριο, τα οποία Τον μαρτύρησαν ότι είναι Υιός του Υψίστου. Μέσα στην πονηρία τους νόμιζαν ότι με αυτήν την μαρτυρία, σαν με κάποια κολακεία, θα μεταπείσουν τον Κύριο των όλων.
Και ο Κύριος ανέχτηκε την μαρτυρία των δαιμόνων, προς καταρτισμό των ευρισκομένων στο πλοίο· διότι πριν από λίγο, βλέποντας ο κόσμος τα τόσο μεγάλα θαύματά του στη θάλασσα, έλεγαν μεταξύ τους με απορία: «Τίς ἄρα οὗτός ἐστιν, ὅτι καὶ τοῖς ἀνέμοις ἐπιτάσσει καὶ τῷ ὕδατι, καὶ ὑπακούουσιν αὐτῷ;(: Ποιος λοιπόν να είναι αυτός; Είναι πολύ μεγαλύτερος απ’ ό,τι Τον θεωρούσαμε μέχρι τώρα· διότι διατάζει ακόμη και τους ανέμους και τα κύματα της λίμνης, και Τον υπακούουν)»[Λουκ.8,25]. Τώρα όμως έμαθαν ότι είναι ο Υιός του Θεού του Υψίστου· διότι πάντοτε, ακόμη και ο διάβολος, είναι συνεργός στη βουλή του Θεού, όχι όμως επειδή το θέλει ούτε αποβλέποντας σε αυτό. Γι’ αυτό και κάποιος από τους θεοφόρους λέγει, ότι «το κακό συνεργεί στο αγαθό, όχι με καλή προαίρεση» [ βλ. Ιω. Χρυσοστόμου «Προς Σταγείριον» και Μεγάλου Βασιλείου « Ὅτι οὐκ ἐστίν αἴτιος τῶν κακῶν ὁ Θεός»] .
Ο Κύριος, λοιπόν, θέλοντας να φανερώσει στους παρόντες ότι ο δαίμονας που τόσο φρίττει ενώπιόν Του δεν είναι ένας, αλλά πλήθος πολύ, τον ρώτησε: «Τί σοί ἐστιν ὄνομα; Ὁ δὲ εἶπε· λεγεών· ὅτι δαιμόνια πολλὰ εἰσῆλθεν εἰς αὐτόν(:Τον ρώτησε λοιπόν ο Ιησούς λέγοντάς του: ’’Ποιο είναι το όνομά σου;”. Και εκείνος απάντησε: ‘’Λεγεών’’, δηλαδή ταξιαρχία στρατιωτών. Και είχε αυτό το όνομα, διότι είχαν μπει μέσα στον άνθρωπο αυτό όχι μόνο ένα αλλά πολλά δαιμόνια)». Λέγουν ορισμένοι ότι το τάγμα της λεγεώνας αποτελείται από έξι περίπου χιλιάδες.
«Καὶ παρεκάλει αὐτὸν(:Και Τον παρακαλούσαν τα δαιμόνια)», λέγει, «ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν(:να μην τα διατάξει και πάνε στα τρίσβαθα του Άδου)». Βλέπεις ότι είναι ο φόβος, όπως είπαμε παραπάνω, αυτός που τους ανάγκασε και να προσέλθουν, και να προσπέσουν, και να χρησιμοποιήσουν σχήματα και λόγια αληθινά και ταπεινότερα. Κοίταξε όμως και την παντοκρατορική εξουσία του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. Πράγματι· ο δαίμονας και χωρίς να το θέλει Τον μαρτύρησε Κύριο και της αβύσσου. Και ποιος είναι Αυτός που επιβλέπει αβύσσους; Βεβαίως Αυτός που κάθεται στους ουρανούς, Αυτός που περιέχει και κατευθύνει τα πάντα.
Βλέπε επίσης και ότι το στίφος των δαιμόνων δεν μπορεί να μένει πουθενά, αν δεν έχει πάρει από Αυτόν την άδεια ή την παραχώρηση. Γι’ αυτό και όταν προστάχτηκε από τον Κύριο να φύγει, αλλά δεν έλαβε εντολή πού να απέλθει, κατελήφθη από μεγάλη βία, και βρήκε ως καταφύγιο τους χοίρους, οι οποίοι έβοσκαν στο όρος, ώστε να διαφύγει μέσω αυτών. Αλλά ούτε κατ’ αυτών είχε από μόνον του την εξουσία, πολύ δε περισσότερο δεν την έχει εναντίον των ανθρώπων. Διότι, λέγει: «Ἦν δὲ ἐκεῖ ἀγέλη χοίρων ἱκανῶν βοσκομένων ἐν τῷ ὄρει· καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα ἐπιτρέψῃ αὐτοῖς εἰς ἐκείνους εἰσελθεῖν· καὶ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς. Ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον εἰς τοὺς χοίρους, καὶ ὥρμησεν ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν λίμνην καὶ ἀπεπνίγη(:Στο μεταξύ εκεί κοντά ήταν ένα κοπάδι από πολλούς χοίρους που έβοσκαν στο βουνό. Και τα δαιμόνια Τον παρακαλούσαν να τους επιτρέψει να μπουν σε εκείνους τους χοίρους. Και ο Κύριος τους το επέτρεψε, επειδή αυτοί που έτρεφαν τους χοίρους το έκαναν αυτό παραβαίνοντας τον μωσαϊκό νόμο, ο οποίος απαγόρευε ως ακάθαρτο το χοιρινό κρέας. Με τον τρόπο αυτό ο Κύριος τιμώρησε την παρανομία τους αυτή. Και αφού βγήκαν τα δαιμόνια απ’ τον άνθρωπο, μπήκαν στους χοίρους. Τότε το κοπάδι όρμησε με ασυγκράτητη μανία προς τον γκρεμό, και έπεσε κάτω στη λίμνη και πνίγηκε)».
Τα δαιμόνια λοιπόν, ζητώντας δήθεν πρόφαση φυγής, και έχοντας κακοποιό προαίρεση, ζήτησαν την άδεια κατά των χοίρων, επειδή ο Σωτήρας τα έδιωχνε από τους ανθρώπους. Συνειδητοποίησαν ότι την στιγμή εκείνη δεν διώκονταν από έναν ή δύο, αλλά δια του Ενός από όλους τους ανθρώπους. Και ο Κύριος τους το επέτρεψε, για να γνωρίσουμε εμείς από όσα έπαθαν οι χοίροι, ότι ούτε τον άνθρωπο εκείνον δεν θα λυπούνταν να τον καταστρέψουν τελείως, αν δεν αναχαιτίζονταν και πριν αοράτως από την δύναμη Εκείνου.
«Ἰδόντες δὲ(:Όταν όμως είδαν)», λέγει, «οἱ βόσκοντες τὸ γεγενημένον ἔφυγον, καὶ ἀπήγγειλαν εἰς τὴν πόλιν καὶ εἰς τοὺς ἀγρούς(:Μόλις είδαν αυτό που έγινε εκείνοι που έβοσκαν τους χοίρους, έφυγαν και ανήγγειλαν το συμβάν της καταστροφής των χοίρων στους κατοίκους της πόλεως και σε όσους έμεναν έξω στην ύπαιθρο)»[Λουκ.8,34]. Λάβετε τώρα παρακαλώ στον νου σας τον άσωτο υιό του Ευαγγελίου, που σώθηκε με την απομάκρυνση από τους χοίρους, για να καταλάβετε ποιοι ήσαν αυτοί που έβοσκαν τους χοίρους, ή μάλλον ποιοι ομοιάζουν με αυτούς. Πράγματι ο χοιρώδης βίος εξ αιτίας της ακαθαρσίας του, συμβολίζει κάθε πονηρό πάθος. Και χοίροι είναι κυρίως αυτοί που περιφέρουν τον ρυπωμένο από τη σάρκα χιτώνα. Προϊστάμενοί τους, ένα είδος βοσκών, είναι εκείνοι που υπερέχουν από αυτούς στην ηδυπάθεια, και λαμβάνουν πρόνοια για την σάρκα και την δίαιτά τους, με τέτοιο τρόπο ώστε να εκπληρώνουν την επιθυμία τους.
Σ’ εμάς όμως δεν επιτρέπει ο χρόνος ούτε, όπως βλέπετε, ο θόρυβος του πλήθους, να ασχοληθούμε λεπτομερώς με τη συνέχεια, ποια δηλαδή είναι η γύμνωση που προκαλείται στην ψυχή από την αμαρτία, την οποία υποδήλωνε ο δαιμονιζόμενος εκείνος, και ποια η διαβίωση στα όρη [διότι, λέγει «ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ᾿ ἐν τοῖς μνήμασιν(:αυτός δεν φορούσε πάνω του ρούχα ούτε έμενε σε σπίτι, αλλά ζούσε μέσα στα μνήματα)»] και ποιες οι αλυσίδες, οι χειροπέδες και τα δεσμά τα οποία εκείνος έσπαζε και έφευγε διωκόμενος.
Αλλά ας αποφύγουμε και εμείς, μάλιστα οι μοναχοί, την συναναστροφή και συμβίωση με τους χοίρους· διότι κατά τη ρήση του Παύλου «Μὴ πλανᾶσθε· φθείρουσιν ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί. φθείρουσιν ήθη χρηστά ομιλίαι κακαί (: Μην πλανάτε τον εαυτό σας με ψέματα. Και μη συναναστρέφεστε με τους παλιούς σας φίλους που είχατε όταν ήσασταν ειδωλολάτρες. Μην ξεχνάτε ότι οι κακές συναναστροφές διαφθείρουν τα καλά ήθη)»[Α΄Κορ.15,33], και ως επί το πλείστον καθένας είναι ή γίνεται όμοιος με τους συντρόφους του. Τι το όφελος να φύγεις οριστικώς από τον κόσμο και να καταφύγεις στα αφιερωμένα στον Θεό φροντιστήρια, να εξέρχεσαι όμως καθημερινώς από αυτά και να συμφύρεσαι πάλι με τον κόσμο; Πώς, πες μου, τριγυρνώντας στις αγορές θα αποφύγεις τα προσανάμματα των παθών, δια των οποίων επέρχεται ο θάνατος της ψυχής, που χωρίζει τον άνθρωπο από τον Θεό; Αυτός είναι ο θάνατος «ὁ ἀναβαίνων εἰς ἡμᾶς διά τῶν θυρίδων», οι οποίες είναι μέσα μας, δηλαδή των αισθήσεων. Αυτές έγιναν αφορμή να εκπέσουν από την αθανασία και οι προπάτορες εκείνοι.
Ας φύγουμε λοιπόν όλοι μας μακριά, άλλοι από την συμβίωση με τα κακά, έστω και αν μας φαίνεται ότι υπερτερούμε πολλών στην καταγωγή και στην δόξα και στην σωματική ρώμη και στον υλικό πλούτο, και άλλοι από την ομοίωση προς τους χοίρους, λαμβάνοντας στον νου μας την λίμνη εκείνη του ασβέστου πυρός, μέσα στην οποίαν, φευ!, θα πέσουν όσοι αμετανόητα υπηρετούν τις προσβολές των δαιμόνων. Και βλέποντας το βάραθρο στο οποίο κρημνίζονται όταν πεθαίνουν, όσοι μέχρι το τέλος τους ομοιάζουν ως προς τον τρόπον της ζωής με τους χοίρους, ας απομακρυνθούμε χωρίς επιστροφή από τον όντως δυσώδη βίο της αμαρτίας, και ας προσέλθουμε έτσι καλώς και δικαίως στην πηγή των μύρων, την οποία μας χάρισε ο Θεός, και εκχύνεται μέσα από τη λάρνακα από την σωρό του εντοπίου μας Χριστομάρτυρος αγίου Δημητρίου.
Και αφού με την χρήση τούτων αγιασθούμε και ενισχυθούμε, να κηρύττουμε και στους αγρούς και στις πόλεις, όπου και αν είμαστε, την θειότατη δύναμη και ενέργεια του θείου αυτού μύρου. Δεν εννοώ με την γλώσσα και τα λόγια –διότι ποιος δεν άκουσε με την δική του ακοή την συρροή των θαυμάτων που γίνονται εδώ;-, αλλά με την μεταβολή της ζωής μας προς το καλύτερο, ώστε βλέποντάς μας όλοι να πουν: «Αὕτη ἡ ἀλλοίωσις τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου(:Αυτή η μεταβολή της καταστάσεώς μας είναι έργο της δεξιάς του Υψίστου Θεού μας)»[Ψαλ.76,11], με την οποία δεξιά έχει αγιογραφηθεί ο μέγας Δημήτριος, και δια της οποίας μετασχηματίζει αυτούς που τον πλησιάζουν προς το θειότερο, ώστε να έχει και στον ουρανό συμπολίτες αυτούς που ευτύχησαν να είναι στη γη συγκάτοικοί του. Αυτό είθε να συμβεί με τις πρεσβείες εκείνου, και να επιτύχουμε όλοι τις υπεσχημένες ουράνιες μονές, και την εκεί συνοίκηση με τους αγίους, χάριτι και φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, στον οποίο πρέπει δόξα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Γρηγορίου του Παλαμά Άπαντα τα έργα, Ομιλίαι (ΜΓ΄-ΞΓ΄), ομιλία Ν΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1986, τόμος 11, σελίδες 197-211.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Ο ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΟΥ ΤΩΝ ΓΑΔΑΡΗΝΩΝ
«Καὶ κατέπλευσεν εἰς τὴν χώραν τῶν Γαδαρηνῶν, ἥτις ἐστὶν ἀντίπερα τῆς Γαλιλαίας(:Και έφτασαν με το πλοίο στη χώρα των Γαδαρηνών, η οποία βρίσκεται απέναντι από τη Γαλιλαία)»[Λουκ. 8, 26].
Κατέβηκε ο Σωτήρας στη χώρα των Γαδαρηνών μαζί με τους άγιους μαθητές. Έπειτα τους συνάντησε κάποιος άνδρας, ο οποίος ήταν κατοικία πολλών και ακαθάρτων πνευμάτων, χωρίς νου και μυαλό, και δεν ξεχώριζε καθόλου από εκείνους που είχαν πεθάνει και βρίσκονταν στη γη και μάλλον ήταν ίσως ακόμα χειρότερος γιατί τριγυρνώντας γυμνός στα μνήματα των πεθαμένων, ήταν απόδειξη της απανθρωπιάς των δαιμόνων. Επιτρέπει βέβαια ο Θεός των όλων κατ’ οικονομίαν κάποιοι να υποταχτούν σε αυτούς, όχι για να υποφέρουν, αλλά μάλλον για να μάθουμε εμείς μέσω αυτών πόσο μισάνθρωποι και μισόκαλοι είναι οι δαίμονες απέναντι εμάς, και έτσι να πάψουμε να θέλουμε να υποτασσόμαστε σε αυτούς, γιατί όταν πάσχει ένας, οικοδομούνται πολλοί…
Ο Γαδαρηνός αυτός, δηλαδή η αγέλη των δαιμονίων που κρυβόταν μέσα του, έτρεχε πίσω από τον Χριστό και φώναζε τα εξής: «Τί ἐμοὶ καὶ σοί, Ἰησοῦ, υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; δέομαί σου, μή με βασανίσῃς(:Ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα σε μένα και σένα και τι ζητάς από μένα, Ιησού, Υιέ του Θεού του υψίστου; Σε παρακαλώ, μη με βασανίσεις και μη μου επιβάλεις την τιμωρία να κλειστώ από τώρα μέσα στο σκοτάδι του Άδη)»[Λουκ.8,28]. Πρόσεξε, σε παρακαλώ, εδώ, δειλία περιπλεγμένη με πολύ θράσος και απόγνωση. Δείγμα βέβαια της διαβολικής απόγνωσης είναι το ότι τολμά να λέγει: «Τι κοινό υπάρχει ανάμεσα σε μένα και σε σένα, Ιησού, Υιέ του Θεού;», ενώ δείγμα δειλίας το ότι παρακαλεί να μη βασανιστεί. Αλλά όμως, εάν γνωρίζεις ότι Αυτός είναι οπωσδήποτε Υιός του Υψίστου Θεού, ομολογείς ότι είναι Θεός του ουρανού και της γης, και όλων όσα υπάρχουν σε αυτά, τότε γιατί αρπάζεις αυτά που δεν είναι δικά σου ή μάλλον αυτά που είναι δικά Του; Έπειτα λέγεις: «Τι κοινό υπάρχει ανάμεσα σε εμένα και σε εσένα;». Και ποιος από τους βασιλείς της γης θα ανεχθεί μέχρι τέλους να είναι υποταγμένοι στους βαρβάρους αυτοί που είναι κάτω από τα σκήπτρα του; Βγάζε από το στόμα σου τις κραυγές που σου πρέπουν. Και αυτές είναι αυτό που λες: «σε παρακαλώ, μη με βασανίσεις».
Και πρόσεχε σε παρακαλώ πάλι την ασύγκριτη δόξα Εκείνου που είναι πέρα από όλα, εννοώ την ακατανίκητη δύναμη του Χριστού. Συντρίβει τον Σατανά, θέλοντας να πάθει μόνο αυτός αυτό. Τα λόγια του Χριστού είναι γι΄αυτόν φωτιά και φλόγες. Είναι λοιπόν αλήθεια όσα λέγει ο μακάριος Ψαλμωδός: «Τὰ ὄρη ὡσεὶ κηρὸς ἐτάκησαν ἀπὸ προσώπου Κυρίου, ἀπὸ προσώπου Κυρίου πάσης τῆς γῆς(:Όπως το κερί λιώνει μπροστά στη φωτιά, έτσι λιώνουν τα όρη μπροστά στην παντοδύναμη παρουσία του Κυρίου, ενώπιον του κυρίαρχου και εξουσιαστή όλης της γης)» [Ψαλμ.96,5]· με «ὄρη» βέβαια παρομοιάζει εδώ ο Ψαλμωδός τις υψηλές και υπερήφανες δυνάμεις, δηλαδή τις πονηρές. Όμως, προσβάλλοντας τη δύναμη και εξουσία του Σωτήρα μας που είναι φωτιά, αυτές λιώνουν σαν κερί.
Τον ρώτησε ο Χριστός και τον πρόσταξε να πει ποιο είναι το όνομά του. Τον ρωτούσε άραγε επειδή δεν ήξερε και ζητούσε σαν ένας από εμάς να μάθει; Και πώς δεν είναι τελείως ανόητο το να πούμε ή να σκεφτούμε κάτι τέτοιο; Γιατί ως Θεός τα γνωρίζει όλα, και εξετάζει την καρδιά και τους νεφρούς. Ρώτησε κατ’ οικονομία για να μάθουμε ότι μεγάλο πλήθος δαιμονίων κατακυρίευσε μία ψυχή ανθρώπου. Επειδή δηλαδή ο Κύριος γνώριζε το πλήθος των δαιμόνων που κατοικούσαν μέσα σε εκείνον τον άνθρωπο, ενώ εκείνοι που έβλεπαν, έβλεπαν έναν άνδρα και άκουαν μία φωνή, λέγει: «τί σοί ἐστιν ὄνομα;(:ποιο είναι το όνομά σου;)», για να μην πει ο Ίδιος ότι είναι πολλοί και δεν γίνει πιστευτός, αλλά να ομολογήσουν οι ίδιοι ότι είναι πολλοί.
«Καὶ παρεκάλει αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν· ἦν δὲ ἐκεῖ ἀγέλη χοίρων ἱκανῶν βοσκομένων ἐν τῷ ὄρει· καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα ἐπιτρέψῃ αὐτοῖς εἰς ἐκείνους εἰσελθεῖν·καὶ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς·ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον εἰς τοὺς χοίρους, καὶ ὥρμησεν ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν λίμνην καὶ ἀπεπνίγη(:και τα δαιμόνια αυτά με το στόμα του δαιμονισμένου Τον παρακαλούσαν να μην τα διατάξει να πάνε στα τρίσβαθα του Άδη. Στο μεταξύ εκεί κοντά ήταν ένα κοπάδι από πολλούς χοίρους που έβοσκαν στο βουνό. Και τα δαιμόνια Τον παρακαλούσαν να τους επιτρέψει να μπουν σε εκείνους τους χοίρους. Και ο Κύριος τους το επέτρεψε, επειδή αυτοί που έτρεφαν τους χοίρους το έκαναν αυτό παραβαίνοντας τον μωσαϊκό νόμο, ο οποίος απαγόρευε ως ακάθαρτο το χοιρινό κρέας. Με τον τρόπο αυτό ο Κύριος τιμώρησε την παρανομία τους αυτή. Και αφού βγήκαν τα δαιμόνια απ’ τον άνθρωπο, μπήκαν στους χοίρους. Τότε το κοπάδι όρμησε με ασυγκράτητη μανία προς το γκρεμό, κι έπεσε κάτω στη λίμνη και πνίγηκε)»[Λουκ.8,31-33].
Παρακάλεσαν λοιπόν τον Κύριο οι δαίμονες που βρίσκονταν μέσα σε εκείνον τον άνθρωπο να μην τους στείλει από τώρα στα τρίσβαθα του Άδη, επειδή προφανώς προηγουμένως είχαν ήδη αποσταλεί άλλοι δαίμονες στην άβυσσο και γι’ αυτό εκείνοι που είχαν απομείνει είχαν καταληφθεί τώρα από φρίκη ενώπιον του Ιησού, μήπως πάθαιναν κάτι ανάλογο. Κατόπιν ζήτησε η αγέλη των ακαθάρτων πνευμάτων την ίση και όμοια με τον εαυτό της αγέλη των χοίρων για να εισχωρήσει. Και ο Χριστός συγκατάνευσε κατ’ οικονομία, αν και δεν αγνοούσε αυτό που θα έκαναν. Τους έδωσε λοιπόν αυτήν την εξουσία, για να γίνει σε εμάς μαζί με τα άλλα και αυτό αφορμή ωφέλειας και ελπίδα ασφάλειας. Γιατί ζητούν την εξουσία των χοίρων, επειδή δηλαδή δεν την είχαν, και αυτοί που δεν είχαν την εξουσία των τόσο μικρών και ευτελών, πώς θα μπορούσαν να βλάψουν κάποιον από τους σφραγισμένους από τον Χριστό με το άγιο Βάπτισμα, και που είχαν στηριγμένη την ελπίδα τους σε Αυτόν;
Αλλά όμως μαζί με αυτό μπορούμε να μάθουμε από αυτό που συνέβη στην αγέλη των χοίρων και τούτο, ότι δηλαδή οι ασεβείς δαίμονες είναι κακοί και επιβουλεύονται εκείνους που τίθενται κάτω από την εξουσία τους· γιατί αυτό θα μπορούσε να το δείξει, και πολύ καθαρά, το ότι καταγκρέμισαν τους χοίρους και τους κατέπνιξαν στα νερά. Και γι’ αυτό ο Χριστός συγκατένευσε όταν Του το ζήτησαν, με σκοπό να μάθουμε εμείς από το συμβάν ποιοι ακριβώς είναι, ότι δηλαδή είναι σκληροί και θηριώδεις.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Αγίου Κυρίλλου, αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, Ἐξήγησις ὑπομνηματική εἰς τό κατά Λουκάν εὐαγγέλιον, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, ερευνητικό έργο «Οι δρόμοι της πίστης: Ψηφιακή Πατρολογία»
(https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/09/commentarii-in-lucam_.pdf)
Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας Άπαντα τα έργα, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2005, «Υπόμνημα εἰς το κατά Λουκάν Α΄», κεφάλαιο 8ο, σελ. 379-383.
Παν. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη μετά συντόμου ερμηνείας, εκδ. Ο Σωτήρ, Αθήνα 1997
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
Το όνομά μας
«Ἐπηρώτησε δε αυτόν ο Ιησούς λέγων: Τί σοί ἐστιν όνομα; ο δε είπε: Λεγεών» (Λουκ. 8, 30)
Ο ΧΡΙΣΤΟΣ, αγαπητοί μου, όπως είπαμε και άλλοτε, δεν έμενε πάντοτε στον ίδιο τόπο. Πήγαινε από πόλι σε πόλι, από χωριό σε χωριό, για να κηρύξη σ’ όλους τους ανθρώπους. Και ένα μόνο άνθρωπο αν συναντούσε, καθόταν και τον δίδασκε, όπως παραδείγματος χάριν τη Σαμαρείτιδα.
Ήλιος ήταν ο Χριστός, ήλιος πνευματικός, και ήθελε παντού να σκορπίζη τις ακτίνες της θείας διδασκαλίας του, που διαλύουν τα πυκνά σκοτάδια και φωτίζουν, θερμαίνουν και γλυκαίνουν τις ψυχές. Εκείνες, εννοείται, τις ψυχές, που θέλουν και αγαπούν το φῶς. Γιατί υπάρχουν καὶ ψυχές, ποὺ δὲν θέλουν τὸ φῶς. Τοὺς ἀρέσει νὰ ζοῦν καὶ νὰ κυλιοῦνται μέσα στὰ σκοτάδια τῆς πλάνης καὶ τῆς ἁμαρτίας. Οἱ ἄπιστοι εἶνε σὰν τίς νυχτερίδες καὶ τίς κουκουβάγιες, ποὺ κρύβονται τὴ μέρα καὶ βγαίνουν τὴ νύχτα. Ἀλλ’ ὁ Χριστὸς σκορπίζει σὲ ὅλους τὸ φῶς του, γιατί εἶνε γεμᾶτος καλωσύνη καὶ θέλει νὰ τοὺς κάνῃ ὅλους εὐτυχισμένους. Δὲν τοὺς βιάζει ὅμως. Τοὺς ἀφήνει ἐλεύθερους νὰ διαλέξουν ἢ τὸ φῶς καὶ τὸ σκοτάδι. Φῶς ὁ Χριστὸς καὶ τὰ καλὰ ἔργα, σκοτάδι καὶ διάβολος καὶ τὰ πονηρὰ ἔργα.
Ἔτσι ὁ Χριστός, περιοδεύοντας πόλεις καὶ χωριά, ἔφθασε σὲ μιὰ ἀπομακρυσμένη περιοχή, ποὺ λεγόταν χώρα τῶν Γαδαρηνῶν. Σ’ αὐτὴ τὴ χώρα κατοικοῦσαν ἄνθρωποι χωρὶς εὐγενικὰ αἰσθήματα. Ἐκεῖνο ποὺ κοίταζαν ἦταν μόνο τὸ συμφέρον τους. Θρησκεία τους ἦταν ἡ ἑβραϊκή. Καὶ ἔπρεπε νὰ τηροῦν τίς ἐντολὲς τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου. Μιὰ ἀπὸ τίς ἐντολὲς αὐτὲς ἦταν καὶ τὸ νὰ μὴν τρῶνε χοιρινὸ κρέας. Ὁ Θεὸς εἶχε κάποιο σκοπὸ καὶ ἔδωσε τὴν ἐντολὴ αὐτή. Ἀλλ’ οἱ Γαδαρηνοί, ἄνθρωποι ὅπως εἴπαμε συμφεροντολόγοι, δὲν τηροῦσαν τὴν ἐντολή. Ἔτρεφαν κοπάδια χοίρους, τοὺς πουλοῦσαν καὶ μάζευαν λεφτά. Τὸ συμφέρον, ὁ μαμωνάς, ἦταν ὁ θεός τους.
Στὴ χώρα τῶν Γαδαρηνῶν ὑπῆρχαν δαιμονισμένοι, γιὰ τοὺς ὁποίους μιλήσαμε καὶ ἄλλοτε.
Ἕνας ἀπ’ αὐτοὺς ἦταν πολὺ φοβερός. Εἶχε μιὰ δύναμι, ποὺ πολλοὶ ἄνθρωποι μαζὶ δὲν εἶχαν. Ὅταν τοὺς ἔφευγε, ἦταν δύσκολο νὰ τὸν πιάσουν. Τὸν ἔδεναν μὲ σχοινιὰ καὶ ἁλυσίδες, κ’ ἐκεῖνος τὰ ἔκοβε σὰν κλωστές. Ἔσχιζε τὰ ροῦχα του καὶ περπατοῦσε γυμνός. Δὲν φοβόταν κανένα, δὲν ντρεπόταν κανένα. Καὶ πήγαινε καὶ κατοικοῦσε μέσα στὰ νεκροταφεῖα. Ἄνθρωπος δὲν τολμοῦσε νὰ περάσῃ ἀπὸ τὰ μέρη ποὺ βρισκόταν ὁ δαιμονισμένος. Ἦταν ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος ὅλης τῆς περιοχῆς.
Ἀλλὰ νά! Αὐτὸς ὁ δαιμονισμένος ἄνθρωπος, ποὺ ἦταν ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος ὅλων, τώρα φοβᾶται καὶ τρέμει ὁ ἴδιος. Τρέμει σὰν τὰ φύλλα τοῦ δέντρου ποὺ τὰ φυσάει δυνατὸς ἄνεμος. Τρέμει καὶ φωνάζει καὶ παρακαλεῖ. Τί συμβαίνει; Μπροστά του τώρα στέκεται Ἕνας, ποὺ εἶνε ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος τῶν δαιμόνων. Στέκεται καὶ Χριστός. Δὲν θὰ περάσουν πολλὰ λεπτὰ καὶ ὁ δαιμονισμένος θὰ θεραπευθῇ. Τὰ δαιμόνια, ποὺ φωλιάζουν τόσα χρόνια μέσα του, θὰ φύγουν, καὶ μὲ τὴν ἄδεια τοῦ Χριστοῦ θὰ μποῦν μέσα στοὺς χοίρους, καὶ τὸ κοπάδι τῶν χοίρων θὰ ὁρμήσῃ καὶ θὰ πέσῃ ἀπὸ τὸ γκρεμὸ στὴ λίμνη ποὺ εἶνε ἐκεῖ κοντά, καὶ οἱ Γαδαρηνοὶ θὰ ταραχθοῦν, θὰ κλάψουν τὰ γουρούνια τους, καὶ θὰ διώξουν τὸ Χριστὸ πέρα ἀπὸ τὴ χώρα τους. Ἀλλὰ γιὰ τὴν καταστροφὴ τῶν χοίρων καὶ τὴν ἐλεεινὴ συμπεριφορὰ τῶν Γαδαρηνῶν πρὸς τὸ Χριστὸ μιλήσαμε ἄλλοτε.
Σ’ ἕνα ἄλλο σημεῖο θὰ στρέψουμε τώρα τὴν προσοχή μας. Προτοῦ ὁ Χριστὸς θεραπεύσῃ τὸ δαιμονισμένο, τοῦ ἔκανε μιὰ ἐρώτηση: «Ποιό εἶνε τὸ ὄνομά σου;». Ἀσφαλῶς καὶ δαιμονισμένος ἄνθρωπος εἶχε κάποιο ὄνομα, ποὺ τοῦ ἔδωσαν οἱ γονεῖς του ὅταν ἦταν μικρός. Μπορεῖ νὰ ὀνομαζόταν Σαμουήλ, μπορεῖ νὰ ὀνομαζόταν Ἰωσήφ. Δὲν ξέρουμε ποιό ἦταν τὸ ὄνομά του. Πάντως εἶχε ὄνομα, ὅπως ἔχουμε ὄνομα ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Ἀλλ’ ὁ δαιμονισμένος ἄνθρωπος δὲν εἶπε τὸ ὄνομά του. Στὸ ἐρώτημα τοῦ Χριστοῦ, «Ποιό εἶνε τὸ ὄνομά σου;» ἀπήντησε: Λεγεὼν εἶνε τὸ ὄνομά μου! Ἀλλὰ ἡ λέξι λεγεὼν δὲν εἶνε ὄνομα ἀνθρώπου. Ἡ λέξι λεγεὼν ἦταν στρατιωτικὴ λέξι τῆς ρωμαϊκῆς γλώσσης. Λεγεὼν ἐσήμαινε ἕνα στρατιωτικὸ σῶμα ἀπὸ ἕξι χιλιάδες στρατιῶτες. Ἡ λεγεών, δηλαδή, ἦταν μιὰ σημερινὴ μεραρχία.
Μὲ τὴ λέξι λεγεὼν ὠνόμασε ὁ δαιμονισμένος τὸν ἑαυτό του. Περίεργο πρᾶγμα. Γιατί ἄρα γὲ ὠνόμασε τὸν ἑαυτό του μ’ αὐτὴ τὴ λέξι; Τὸ Εὐαγγέλιο μᾶς ἐξηγεῖ το γιατί. Ὠνόμασε ἔτσι τὸν ἑαυτό του, γιατί μέσα τοῦ κατοικοῦσαν πολλὰ δαιμόνια. Λεγεὼν ὁλόκληρη, μεραρχία ὁλόκληρη ἀπὸ δαιμόνια. Τί φρίκη, τί δυστυχία! Ὁ ἄνθρωπος κατοικία χιλιάδων δαιμόνων. Αὐτοὶ τὸν κυβερνοῦσαν. Αὐτοὶ τὸν ἔκαναν νὰ λέη καὶ νὰ κάνῃ φοβερὰ πράγματα. Αὐτοὶ κατήργησαν καὶ τὸ ὄνομά του, καὶ τοῦ ἔδωσαν δικό τους ὄνομα.
Ποιό εἶνε τὸ ὄνομά σου; Λεγεών! Αὐτὴ ἡ ἐρώτηση τοῦ Χριστοῦ κι αὐτὴ ἡ ἀπάντηση τοῦ δαιμονισμένου εἶνε διδακτικές. Διδάσκουν κ’ ἐμᾶς τοὺς σημερινοὺς χριστιανούς. Γιατί καὶ ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς ἔχει κάποιο ὄνομα. Ὄνομα χριστιανικό. Τὸ πήραμε σὲ μιὰ ὥρα εὐλογημένη, τὴν ὥρα τῆς βαπτίσεώς μας. Τὴν ὥρα ἐκείνη διώξαμε ἀπὸ μέσα μας τὸ διάβολο μὲ ὅλη τὴν πομπή του, καὶ πήγαμε μὲ τὸ μέρος τοῦ Χριστοῦ καὶ δώσαμε ὑπόσχεσι μὲ τὸ στόμα τοῦ ἀναδόχου, τοῦ νονοῦ μας δηλαδή, ὅτι θὰ μείνουμε γιὰ πάντα μὲ τὸ μέρος τοῦ Χριστοῦ καὶ ὅτι ποτὲ δὲν θὰ πᾶμε μὲ τὸ διάβολο. Τὸν φτύσαμε τὸ διάβολο. Τὸ ὄνομα ποὺ πήραμε τὴν ὥρα τῆς βαπτίσεως εἶνε ὄνομα ἑνὸς ἁγίου, ποὺ ἦταν κι αὐτὸς ἄνθρωπος σὰν κ’ ἐμᾶς, μὲ κακίες καὶ ἐλαττώματα, ἀλλ’ ἀγωνίστηκε καὶ μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Χριστοῦ νίκησε τίς κακίες καὶ τὰ ἐλαττώματά του, καὶ ἔτσι ἔγινε ἅγιος. Καὶ μὲ τὸ ὄνομά του, ποὺ πήραμε, εἶνε σὰν νὰ μᾶς λέη Μιμηθῆτε με.
Ἀλλὰ πόσοι ἀπὸ τοὺς βαπτισμένους χριστιανούς τηροῦν τὴν ὑπόσχεση ποὺ ἔδωσαν στὸ Χριστό; Πόσοι τιμοῦν τὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου ποὺ φέρουν; Πόσοι μιμοῦνται τὴ ζωὴ τῶν ἁγίων; Δυστυχῶς πολλοὶ ἄφησαν τὸν ἑαυτό τους, ἄνοιξαν τίς πόρτες τῆς ψυχῆς τους, καὶ μέσα τους μπῆκε καὶ διάβολος. Καὶ ὁ διάβολος δὲν μπαίνει μόνος. Σὲ πολλὲς περιπτώσεις παίρνει κι ἄλλους δαίμονες καὶ ἔρχονται ὅλοι μαζὶ καὶ φωλιάζουν μέσα στὴν ἁμαρτωλὴ καὶ ἀμετανόητη ψυχή. Καὶ ἔτσι ἡ ψυχὴ αὐτὴ γίνεται κατοικία δαιμόνων. Νὰ μετρήσουμε τὰ δαιμόνια; Ἑπτὰ ἀπ’ αὐτὰ εἶνε τὰ πιὸ γνωστά. Εἶνε τὰ δαιμόνια τῆς πορνείας, τῆς ὑπερηφανείας, τῆς ἀκηδίας, τῆς λαιμαργίας, τοῦ θυμοῦ, τῆς φιλαργυρίας, καὶ τοῦ φθόνου. Καὶ κοντὰ σ’ αὐτὰ πόσα ἄλλα δαιμόνια ὑπάρχουν, καὶ παρακινοῦν τοὺς ἀνθρώπους σὲ διάφορες ἁμαρτίες, μικρὲς καὶ μεγάλες! Τὰ δαιμόνια κυβερνοῦν τον ἀσεβῆ ἄνθρωπο.
Τὸν κάνουν νὰ φλυαρῇ, νὰ κατακρίνῃ, νὰ αἰσχρολογῇ, νὰ καταρᾷται, νὰ ψευδορκή, νὰ βλαστημάη, νὰ γίνεται ξετσίπωτος, νὰ ἀδικῇ, νὰ κλέβῃ, νὰ πορνεύη, νὰ σκοτώνῃ καὶ τόσα ἄλλα κακὰ νὰ κάνῃ μὲ λίγα λόγια, νὰ ζῆ μιὰ δαιμονισμένη ζωή, γιὰ τὴν ὁποία ταιριάζει τὸ ὄνομα λεγεών. Λεγεῶνες, ναὶ λεγεῶνες κυβερνοῦν σήμερα τὴ ζωὴ τῶν πολλῶν.
Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, σὺ ποὺ εἶσαι ὁ τρόμος τῶν δαιμόνων, ἔλα, ὅπως πῆγες στὴ χώρα τῶν Γαδαρηνῶν, καὶ ἐλευθέρωσε τὰ πλάσματά σου ἀπὸ τὴν τυραννία τῶν δαιμόνων. Ἀμήν.