ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ)

Ευαγγελική Περικοπή και Κηρύγματα Αγίων Πατέρων

by admin

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ) - ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ (Η΄ 34 – Θ΄ 1)

Εἶπεν ὁ Κύριος· Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι. 35ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ’ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν. 36τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; 37ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ; 38ὃς γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων. 1Καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἰσί τινες ὧδε τῶν ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει.

34 Και αφού επροσκάλεσε τον λαόν μαζή με τους μαθητάς του, είπεν εις αυτούς· “όποιος θέλει να με ακολουθήση ως πιστός μαθητής μου, ας απαρνηθή τον αμαρτωλόν εαυτόν του με τας αδυναμίας, και τα πάθη του, ας πάρη την απόφασιν να υποστή προς χάριν μου ταλαιπωρίες και αυτόν ακόμη τον σταυρικόν θάνατον, και ας με ακολουθήση στον δρόμον, που εγώ εχάραξα. 35 Διότι όποιος θέλει να σώση την επίγειον ζωή του, αυτός θα χάση την αιωνίαν και μακαρίαν ζωήν. Οποιος όμως αψηφήσει και θυσιάσει την ζωήν του προς χάριν εμού και του ευαγγελίου, αυτός θα σώση την ζωήν του εις την αιωνίαν μακαριότητα. 36 Διότι τι θα ωφελήση τον άνθρωπον, εάν κερδήση ολόκληρον τον υλικόν κόσμον και χάσει την ψυχήν του; 37 Η, τι θα δώση άνθρωπος ως αντάλλαγμα, δια να εξαγοράση την ψυχήν του από τον Αδην, αφού ούτε ο κόσμος όλος δεν ημπορεί να αντισταθμίση την αξίαν της ψυχής; 38 Διότι εκείνος, ο οποίος δια λόγους ανθρωπαρεσκείας και δειλίας θα εντραπή και θα αρνηθή εμέ και τους λόγους μου εις την γενεάν αυτήν, την αποστατημένην και αμαρτωλήν, και ο Υιός του ανθρώπου θα εντραπή αυτόν και θα τον αποκηρύξη, όταν ως κριτής των ανθρώπων έλθη ολόλαμπρος με την δόξαν του Πατρός αυτού συνοδευόμενος από τους αγίους αγγέλους”. 

Και έλεγεν εις αυτούς· “Σας διαβεβαιώνω, ότι υπάρχουν μερικοί από αυτούς που ευρίσκονται εδώ, οι οποίοι δεν θα γευθούν τον θάνατον, προτού ιδούν την βασιλείαν του Θεού, δηλαδή την Εκκλησίαν, να εγκαθίσταται και να θεμελιώνεται εις την γην με δύναμιν κατά την ημέραν της επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος”.

34 Τότε ο Ιησούς κάλεσε τα πλήθη του λαού μαζί με τους μαθητές του και τους είπε: Εκείνος που θέλει να γίνει δικός μου και να με ακολουθεί ως μαθητής μου, ας διακόψει κάθε φιλία και σχέση με τον διεφθαρμένο απ’ την αμαρτία εαυτό του κι ας πάρει τη σταθερή απόφαση να υποστεί για μένα όχι μόνο κάθε θλίψη και δοκιμασία, αλλά ακόμα και θάνατο σταυρικό, και τότε ας με ακολουθεί μιμούμενος το παράδειγμά μου. 35 Και μη διστάσει κανείς να κάνει τις θυσίες αυτές. Διότι όποιος θέλει να σώσει τη ζωή του, θα χάσει την πνευματική, ευτυχισμένη και αιώνια ζωή. Όποιος όμως χάσει και θυσιάσει τη ζωή του για την ομολογία και την υπακοή του σε μένα και το ευαγγέλιό μου, αυτός θα σώσει την ψυχή του στη μέλλουσα ζωή, όπου θα κερδίσει την αιώνια ευτυχία. 36 Κι εκείνη η σωτηρία είναι το παν. Διότι τί θα ωφελήσει τον άνθρωπο, εάν κερδίσει όλον αυτόν τον υλικό κόσμο, και στο τέλος χάσει την ψυχή του; Διότι η ψυχή του, που είναι πνευματική και αιώνια, δεν συγκρίνεται με κανένα απ’ τα υλικά αγαθά του φθαρτού κόσμου. 37 Ή, εάν ένας άνθρωπος χάσει την ψυχή του, τι μπορεί να δώσει ως αντάλλαγμα για να την εξαγοράσει απ’ την αιώνια απώλεια; 38 Κι ασφαλώς θα χάσει την ψυχή του εκείνος που δεν θα υποστεί για μένα τις θυσίες αυτές. Διότι οποιοσδήποτε ντραπεί εμένα και τα λόγια μου επηρεασμένος απ’ τις περιφρονήσεις και τους χλευασμούς των ανθρώπων της γενιάς αυτής που αποστάτησε απ’ τον πνευματικό της νυμφίο και είναι αμαρτωλή, αυτόν θα τον ντραπεί και ο υιός του ανθρώπου και θα τον αποκηρύξει ως ξένο, όταν θα έλθει με τους αγίους αγγέλους περιβεβλημένος με τη δόξα του Πατρός του.

έλεγε ακόμη: Σας λέω αληθινά ότι υπάρχουν μερικοί απ’ αυτούς που στέκονται εδώ, οι οποίοι δεν θα γευθούν θάνατο προτού να δουν μετά την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος να καταλύεται η παλαιά θεία τάξη και διαθήκη με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού της και με τον διασκορπισμό του Ισραήλ? για να θεμελιωθεί με δύναμη ακαταγώνιστη και υπερφυσική η νέα θεία τάξη στον κόσμο, την οποία θα εκπροσωπεί η Εκκλησία ως άλλη βασιλεία του Θεού πάνω στη γη. 

34  Tότε προσκάλεσε τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ μαζὶ μὲ τοὺς μαθητάς του καὶ τοὺς εἶπε: «Ὅποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθῇ, ἂς ἀπαρνηθῇ τὸν ἑαυτό του καὶ ἂς σηκώσῃ τὸ σταυρό του, καὶ ἔτσι ἂς μὲ ἀκολουθῇ. 35  Διότι, ὅποιος θὰ ἐπιδιώκῃ νὰ σώσῃ τὸν ἑαυτό του (ἀποφεύγοντας τὸ μαρτύριο), θὰ τὸν χάσῃ. Ἀντιθέτως, ὅποιος θὰ θυσιάσῃ τὸν ἑαυτό του γιὰ μένα καὶ τὸ εὐαγγέλιο, αὐτὸς θὰ τὸν σώσῃ. 36  Tί δὲ ὠφελεῖται ὁ ἄνθρωπος, ἐὰν κερδίσῃ ὁλόκληρο τὸν κόσμο, ἀλλὰ χάσῃ τὸν ἑαυτό του; 37  Ἢ τί δύναται νὰ δώσῃ ὁ ἄνθρωπος ὡς ἀντίτιμο γιὰ τὸν ἑαυτό του; 38  Ὅποιος βεβαίως ἐντραπῇ γιὰ μένα καὶ τοὺς λόγους μου σ’ αὐτὴ τὴ γενεὰ τὴ μοιχαλίδα (τὴν ἄπιστη στὸν οὐράνιο Nυμφίο) καὶ ἁμαρτωλή, καὶ ὁ Yἱὸς τοῦ ἀνθρώπου θὰ ἐντραπῇ γι’ αὐτὸν ὅταν θὰ ἔλθῃ μὲ τὴ δόξα τοῦ Πατέρα του μαζὶ μὲ τοὺς ἁγίους ἀγγέλους».

 Tοὺς ἔλεγε ἀκόμη: «Ἀληθινὰ σᾶς λέγω, ὅτι εἶναι μερικοὶ ἀπ’ αὐτούς, ποὺ βρίσκονται ἐδῶ, οἱ ὁποῖοι δὲν θὰ γευθοῦν θάνατο μέχρι νὰ ἰδοῦν τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ νὰ ἔχῃ ἔλθει δυναμικὰ καὶ ἀποτελεσματικά (μὲ δύναμι ἐπιβολῆς, πρᾶγμα ποὺ συνέβη τὸ 70 μ.X. μὲ τὴν ἅλωσι τῆς Ἱερουσαλήμ, τὴ συντριβὴ τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ καὶ τὴν κατίσχυσι τῆς Ἐκκλησίας)».

Ιερός Χρυσόστομος (ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΤΑΠΑΡΝΗΣΗ ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΜΑΣ ΚΑΛΕΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΜΑΣ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ)

Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΤΑΠΑΡΝΗΣΗ

ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΜΑΣ ΚΑΛΕΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΜΑΣ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ

«Τότε ὁ ησοῦς εἶπε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν, καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι(: Τότε ο Ιησούς είπε στους μαθητές Του: Εάν κάποιος θέλει να με ακολουθήσει ως μαθητής μου, ας διακόψει κάθε σχέση με τον διεφθαρμένο από την αμαρτία εαυτό του και ας πάρει τη σταθερή απόφαση να υποστεί ακόμη και θάνατο σταυρικό και βίαιο. Και ας με ακολουθήσει μιμούμενος σε όλα το παράδειγμά μου. Και μη διστάσει να προβεί στις αποφάσεις και τις θυσίες αυτές)»[Ματθ.16,24].

«Τότε ο Ιησούς είπε στους μαθητές Του», λέγει ο ιερός Ευαγγελιστής· πότε δηλαδή; Όταν ο Πέτρος προηγουμένως είχε πει: « λεώς σοι, οὐ μὴ ἔσται σοι τοῦτο(:Ο Θεός να σε φυλάξει από όσα φοβερά μας είπες ότι θα σου συμβούν, Κύριε. Δεν πρέπει σε σένα τον Μεσσία να συμβεί αυτό που είπες)»[Ματθ.16,22]· και άκουσε ως απάντηση από τον Κύριο: «παγε ὀπίσω μου, Σατανᾶ(:Πήγαινε πίσω μου και φύγε από μπροστά μου, σατανά˙ μου είσαι εμπόδιο στο δρόμο του καθήκοντός μου και πειρασμός· διότι δεν φρονείς εκείνα που αρέσουν στον Θεό, αλλά εκείνα που αρέσουν στους ανθρώπους)»[ Ματθ. 16,23]· διότι δεν αρκέστηκε στην επιτίμηση μόνο, αλλά θέλοντας να δείξει και με το παραπάνω και το ότι τα λόγια του Πέτρου ήταν άτοπα και ανάρμοστα καθώς επίσης και το κέρδος που θα πήγαζε από το Πάθος, λέγει: «Εσύ μου λέγεις: ‘’Ο Θεός να σε φυλάξει και να σε ευσπλαχνισθεί, ώστε να μη σου συμβεί αυτό’’· εγώ όμως σου λέγω ότι δεν είναι μόνο επιβλαβές για σένα και ολέθριο το να με εμποδίσεις και να δυσφορείς για το επικείμενο Πάθος μου, αλλά ότι ούτε θα μπορέσεις να σωθείς εάν και εσύ ο ίδιος δεν είσαι προετοιμασμένος με κάθε τρόπο να πεθάνεις».

Για να μην νομίσουν δηλαδή ότι είναι ανάξιο Αυτού το να πάθει, διδάσκει σε αυτούς το κέρδος του πράγματος, όχι μόνο με όσα είχαν προηγηθεί, αλλά και με όσα επρόκειτο να ακολουθήσουν. Στο περιστατικό που καταγράφεται από τον ευαγγελιστή Ιωάννη, λοιπόν, λέγει: «ν μ κόκκος το σίτου πεσν ες τν γν ποθάν, ατς μόνος μένει· ἐὰν δ ποθάν, πολν καρπν φέρει(:Αληθινά σας λέω, εάν το μικρό σπυρί του σιταριού δεν πέσει στη γη και δεν σαπίσει μέσα στο χώμα, μένει απλώς ένας μόνο σπόρος και δεν πολλαπλασιάζεται. Εάν όμως με τη σπορά του στη γη πεθάνει και ταφεί, βγάζει πολύ καρπό. Έτσι κι εγώ, εάν πεθάνω, όπως ο Πατέρας μου όρισε, θα καρποφορήσω τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους)»[Ιω.12,24]. Στην περικοπή του Ματθαίου μάλιστα εδώ[Ματθ.16,24], διδάσκοντας αυτό σε μεγαλύτερο βάθος, δεν περιορίζει τον λόγο μόνο στον Εαυτό Του, περί του ότι πρέπει δηλαδή να πεθάνει, αλλά επεκτείνει αυτόν και προς εκείνους. Είναι δηλαδή τόσο το κέρδος αυτού του πράγματος, ώστε και για σας το να μη θέλετε μεν να πεθάνετε να είναι φοβερό, ενώ το να είστε όμως έτοιμοι προς αυτό να είναι αγαθό.

Αλλά αυτό μεν το δηλώνει με όσα λέγει στη συνέχεια, ενώ τώρα εξετάζει αυτό από μία μόνο σκοπιά. Και πρόσεχε ότι δεν ομιλεί κατά τρόπο καταναγκαστικό. Διότι δεν είπε ότι «και αν θέλετε, και αν δεν θέλετε, πρέπει να πάθετε εσείς αυτό»· αλλά τι είπε; «Εάν κάποιος θέλει να με ακολουθήσει». «Δεν εκβιάζω, δεν εξαναγκάζω, αλλά τον καθένα αφήνω κύριο της προαιρέσεώς του· για τον λόγο αυτό λέω «εάν κάποιος θέλει». Διότι προς αγαθά προσκαλώ· όχι προς κακά και δυσάρεστα, όχι προς κόλαση και τιμωρία, για να αναγκάσω». Πράγματι λοιπόν αυτή η ίδια η φύση του πράγματος είναι ικανή να προσελκύσει. Λέγοντας μάλιστα αυτά προσείλκυε ακόμη περισσότερο. Διότι εκείνος μεν, ο οποίος χρησιμοποιεί βία, πολλές φορές αποτρέπει τον ακροατή του · εκείνος όμως που αφήνει ελεύθερο τον ακροατή να κάνει τις επιλογές του, περισσότερο τον προσελκύει. Διότι έχει μεγαλύτερη δύναμη από τη βία η ελεύθερη εκλογή. Για τον λόγο αυτόν ο Κύριος έλεγε: «εάν κάποιος θέλει». «Είναι μεγάλα», λέγει, «τα αγαθά τα οποία σας προσφέρω και τέτοια, ώστε να σπεύδετε με τη θέλησή σας». Πράγματι δε θα ήταν δυνατόν να προσελκύσει κανείς με τη βία, ούτε και αν ακόμη πρόσφερε χρυσό και έθετε θησαυρό μπροστά μας. Εάν μάλιστα προς εκείνα δεν προσελκύει κανείς με βίαιο τρόπο, πολύ περισσότερο ο Θεός προς τα επουράνια αγαθά· διότι εάν δε σε πείθει να προστρέξεις η φύση του πράγματος, ούτε να λάβεις είσαι άξιος, αλλά ούτε και εάν λάβεις, θα γνωρίσεις καλώς εκείνο που έλαβες.

Για τον λόγο αυτό ο Χριστός δεν αναγκάζει, αλλά προτρέπει, σεβόμενος την ελευθερία μας. Επειδή λοιπόν φαίνονταν να διαδίδουν πολλά, και ιδιαιτέρως να στενοχωριούνταν γι’ αυτό που τους είπε, λέγει: «Δεν χρειάζεται να θορυβείστε και να ταράζεστε. Εάν δεν θεωρείτε ότι αυτό που σας έχει ειπωθεί είναι αίτιο αναρίθμητων αγαθών και θα σας οδηγήσει στη σωτηρία σας, δεν εκβιάζω, ούτε εξαναγκάζω, αλλά εάν κάποιος θέλει να με ακολουθήσει, αυτόν προσκαλώ. Μη νομίζετε όμως ότι τούτο είναι το να με ακολουθείτε, αυτό το οποίο πράττετε τώρα ακολουθώντας με. Είναι ανάγκη να υπομείνετε πολλούς κόπους, πολλούς κινδύνους εάν έχετε σκοπό να με ακολουθήσετε. Δεν πρέπει λοιπόν, Πέτρε, επειδή τώρα με ομολόγησες Υιό του Θεού, να περιμένεις για τον λόγο αυτό και μόνο στεφάνους και να νομίζεις ότι είναι αρκετό αυτό για σένα για τη σωτηρία σου, και να αισθάνεσαι λοιπόν τον εαυτό σου ασφαλή και αναπαυμένο, διότι τάχα πραγματοποίησες το παν με το να με ομολογήσεις απλά με τα λόγια. Μπορώ βέβαια επειδή είμαι Υιός του Θεού, να μη σε αφήσω να λάβεις πείρα των δυσχερειών· δεν το θέλω όμως αυτό για χάρη σου, ώστε να συνεισφέρεις και ο ίδιος κάτι και να γίνεις άξιος για μεγαλύτερες τιμές».

Ούτε βέβαια, εάν κανείς είναι κριτής των αγώνων και έχει αθλητή ένα φίλο του, θα θελήσει να τον στεφανώσει απλά και μόνο από εύνοια, αλλά και για τους δικούς του κόπους, και προπαντός γι’ αυτό, επειδή τον αγαπά· έτσι και ο Χριστός αυτούς τους οποίους ιδιαιτέρως αγαπά, αυτούς κατεξοχήν θέλει να προκόπτουν, και με τη δική τους προαίρεση και όχι μόνο από τη βοήθειά Του.

Πρόσεξε, όμως, πώς και τον λόγο κάνει υποφερτό. Δεν περιορίζει λοιπόν τις δυσκολίες και τα εμπόδια μόνο σε αυτούς, αλλά και παρουσιάζει την αλήθεια αυτή και τη διδασκαλία κοινή για όλη την οικουμένη, λέγοντας: «Εάν κάποιος θέλει», είτε γυναίκα, είτε άνδρας, είτε άρχοντας, είτε αρχόμενος, ας ακολουθεί αυτήν την οδό. Και φαίνεται μεν εκ πρώτης όψεως ότι ένα πράγμα έχει πει, τρία όμως είναι αυτά που λέει· το «ας απαρνηθεί κανείς τον εαυτό του», το «ας σηκώσει τον σταυρό του» και το «ας με ακολουθήσει»· και τα μεν δύο είναι αλληλένδετα, το άλλο όμως ειπώθηκε ως κάτι ξεχωριστό.

Αλλά ας δούμε πρώτα τι άραγε σημαίνει το να αρνηθούμε τον εαυτό μας. Ας μάθουμε προηγουμένως τι σημαίνει να αρνηθούμε κάποιον άλλο άνθρωπο και τότε θα κατανοήσουμε πληρέστερα τι περίπου σημαίνει να αρνηθούμε τον εαυτό μας. Τι σημαίνει λοιπόν να αρνηθούμε έναν άλλον άνθρωπο; Εκείνος ο οποίος αρνείται κάποιον άλλον, λόγου χάριν τον αδελφό του ή τον δούλο του, ή οποιονδήποτε άλλον, και αν ακόμη τον δει να μαστιγώνεται ή να αλυσοδένεται ή να οδηγείται σε φυλακή ή οτιδήποτε άλλο να πάσχει, δεν τον συμπαρίσταται, δεν τον βοηθάει, δεν κάμπτεται, δεν υποφέρει κάτι χάριν αυτού, επειδή άπαξ διαπαντός αποξενώθηκε από αυτόν.

Τέτοια αδιαφορία λοιπόν επιθυμεί να δείχνουμε για το σώμα μας, ώστε και αν το μαστιγώνουν ή το καταδιώκουν ή το καίουν ή οτιδήποτε το κάνουν, να μην το λυπούμαστε· διότι αυτό σημαίνει το να λυπάται κανείς κάτι. Επειδή και οι γονείς τότε πραγματικά λυπούνται τα τέκνα, όταν αφού τα παραδώσουν στους διδασκάλους, δώσουν εντολή σε αυτούς να μην τα λυπούνται. Έτσι και ο Χριστός· δεν είπε να μη λυπούμαστε τον εαυτό μας, αλλά κάτι πολύ περισσότερο από αυτό, το «να απαρνηθούμε τον εαυτό μας»· δηλαδή, να μην έχει τίποτε κοινό προς τον εαυτό του, αλλά να τον παραδίδει στους κινδύνους, στους αγώνες, και τέτοια να είναι η όλη στάση του σαν να ήταν κάποιος άλλος που τα έπασχε αυτά. Και δεν είπε, «ας αρνηθεί», αλλά «ας απαρνηθεί», φανερώνοντας πάλι και με τη μικρή αυτή προσθήκη το έπακρο της αρνήσεως του εαυτού μας· διότι πράγματι με το σύνθετο ρήμα «απαρνηθεί» δίνεται ακόμη μεγαλύτερη έμφαση και απολυτότητα στην άρνηση απ’ ό,τι με το απλό «αρνηθεί».

«Και ας σηκώσει τον σταυρό του». Τούτο προέρχεται εξ εκείνου που είπε προηγουμένως, δηλαδή την πλήρη αυταπάρνηση. Για να μη νομίσεις δηλαδή ότι πρέπει να απαρνηθείς τον εαυτό σου όσον αφορά μόνο τα εναντίον σου λόγια και τις ύβρεις και τις κατηγορίες, λέγει και μέχρι ποιου βαθμού πρέπει να απαρνηθείς τον εαυτό σου· δηλαδή μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου επονείδιστου(σταυρικού).Για τον λόγο αυτό δεν είπε «ας απαρνηθεί τον εαυτό του μέχρι θανάτου», αλλά «ας σηκώσει τον σταυρό του», δηλώνοντας τον ατιμωτικό θάνατο· και ότι όχι μία φορά, ούτε δύο, αλλά καθ’ όλην μας την ζωή, πρέπει να το κάνουμε αυτό. «Συνεχώς δηλαδή», λέγει, «να σκέπτεσαι τον θάνατο αυτόν, και καθημερινά να είσαι έτοιμος προς σφαγή»· διότι επειδή πολλοί μεν περιφρόνησαν τα χρήματα και την τρυφή και τη δόξα, τον θάνατο όμως δεν τον περιφρόνησαν, αλλά φοβήθηκαν τους κινδύνους, «εγώ», λέγει, «θέλω ο δικός μου στρατιώτης να παλεύει μέχρις αίματος, και οι αγώνες να φθάνουν μέχρι σφαγής». Ώστε και αν είναι ανάγκη και θάνατο να υπομείνουμε, είτε θάνατο επονείδιστο, είτε θάνατο επικατάρατο, είτε να διασύρεται η υπόληψή μας, όλα πρέπει να τα υποφέρουμε με γενναιότητα, και κατ’ αυτόν τον τρόπον να χαιρόμαστε πιο πολύ.

«Και ας με ακολουθεί». Επειδή δηλαδή είναι δυνατό και να πάσχει κανείς χωρίς να ακολουθεί τον Χριστό, όταν κανείς δεν υφίσταται τα παθήματα για χάρη Του (καθόσον και οι ληστές υποφέρουν πολλά και φοβερά και οι τυμβωρύχοι και οι απατεώνες), για να μην νομίσεις ότι αρκεί η ύπαρξη μόνη των δεινών, προσθέτει και την προϋπόθεση των δεινών. Ποια λοιπόν είναι αυτή; Πραγματοποιώντας αυτά και πάσχοντας αυτά, να ακολουθείς Αυτόν και να υπομένεις τα πάντα χάριν Αυτού και να έχεις και την υπόλοιπη αρετή. Καθόσον και τούτο φανερώνει το «Ας με ακολουθεί»· ώστε να μην επιδεικνύουμε μόνο ανδρεία κατά τη διάρκεια των δεινών, αλλά και σωφροσύνη και επιείκεια και κάθε είδος ευσέβειας. Αυτό σημαίνει το να ακολουθούμε τον Χριστό, όπως πρέπει, το να φροντίζουμε και για τα άλλα είδη της αρετής και το να υφιστάμεθα τα πάντα γι’ Αυτόν.

Διότι υπάρχουν εκείνοι, οι οποίοι ακολουθούν τον διάβολο και πάσχουν αυτά, και χάριν εκείνου παραδίδουν τις ψυχές τους· αλλά εμείς πρέπει να τα πάσχουμε χάριν του Χριστού, ή μάλλον καλύτερα χάριν του ίδιου μας του εαυτού. Εκείνοι μεν ακολουθούν τον διάβολο και υποφέρουν για να βλάψουν τους εαυτούς τους και εδώ και εκεί(στη μέλλουσα ζωή)· εμείς όμως ακολουθούμε τον Χριστό και υποφέρουμε για να κερδίσουμε και τις δύο. Πώς λοιπόν δεν είναι απόδειξη της πιο μεγάλης ανοησίας, το να μην επιδεικνύουμε ούτε την ίδια ανδρεία με αυτούς οι οποίοι οδηγούνται στην απώλεια και μάλιστα τη στιγμή που εμείς πρόκειται να αποκομίσουμε τόσα στεφάνια; Αν και σε μας, βέβαια, και ο Χριστός παρίσταται ως βοηθός, σε εκείνους όμως κανείς.

Έδωσε φυσικά και προηγουμένως αυτήν την παραγγελία όταν απέστελλε αυτούς λέγοντας: «Ες δν θνν μ πέλθητε κα ες πόλιν Σαμαρειτν μ εσέλθητε(:Μην πάτε σε δρόμο που θα σας οδηγήσει σε χώρα που κατοικούν ειδωλολάτρες, και μη μπείτε σε πόλη που ανήκει σε Σαμαρείτες)»[Ματθ.10,5] και «δο γ ποστέλλω μς ς πρόβατα ν μέσ λύκων· γίνεσθε ον φρόνιμοι ς ο φεις κα κέραιοι ς α περιστεραί. Προσέχετε δ π τν νθρώπων· παραδώσουσι γρ μς ες συνέδρια κα ν τας συναγωγας ατν μαστιγώσουσιν μς· κα π γεμόνας δ κα βασιλες χθήσεσθε νεκεν μο ες μαρτύριον ατος κα τος θνεσιν(:Να λοιπόν, Εγώ ο Κύριός σας, σας αποστέλλω για να είστε σαν πρόβατα ήμερα ανάμεσα σε αιμοβόρους λύκους, με τους οποίους μοιάζουν οι εχθροί του ευαγγελίου, οι οποίοι είναι κυριευμένοι από τα άγρια πάθη της σάρκας. Αφού λοιπόν τόσο δεινή θα είναι η θέση σας, φροντίστε να είστε φρόνιμοι σαν τα φίδια, ώστε να μην εκθέτετε τον εαυτό σας σε ανωφελείς και ανόητους κινδύνους, και άκακοι και απλοί σαν τα περιστέρια. Έχοντας ως μόνο όπλο τη φρόνηση και την ακακία αυτή να προφυλάγεστε απ’ τους ανθρώπους· διότι θα σας παραδώσουν σε συνέδρια για να καταδικαστείτε απ’ αυτά, και στις συναγωγές τους, και θα σας μαστιγώσουν μπροστά στο λαό)»[Ματθ.10,16-17], τώρα όμως εκτενέστερα μάλλον και αυστηρότερα· διότι τότε ανέφερε μόνο τον θάνατο, ενώ εδώ έκανε λόγο και περί του σταυρού, και μάλιστα περί συνεχούς σταυρού· διότι λέγει: «Ας σηκώσει τον σταυρό του»· δηλαδή, ας βαστάζει συνεχώς και ας φέρει τον σταυρό. Και τούτο συνηθίζει να κάνει παντού, όχι εξαρχής και εκ προοιμίων, αλλά ήσυχα και σιγά-σιγά να εισάγει τα μεγαλύτερα των παραγγελμάτων, για να μην παραξενεύονται όσοι ακούνε.

Έπειτα επειδή φαινόταν ότι είναι υπερβολικό αυτό που ειπώθηκε, βλέπε πώς με τα επόμενα λόγια τούς παρηγορεί και υπόσχεται έπαθλα τα οποία υπερτερούν των ιδρώτων και των κόπων που θα κατέβαλλαν με τον αγώνα τους· και όχι μόνο βραβεία, αλλά και την αντιμισθία της κακίας. Πράγματι, με αυτήν ασχολείται περισσότερο παρά για εκείνα, επειδή τους περισσότερους συνηθίζει να σωφρονίζει όχι τόσο η προσφορά των αγαθών, όσον η απειλή των φοβερών.

Πρόσεχε λοιπόν πώς και από εδώ αρχίζει και σε αυτό καταλήγει: « ς γρ ν θέλ τν ψυχν ατο σσαι, πολέσει ατήν· ς δ᾿ ν πολέσ τν ψυχν ατο νεκεν μο, ερήσει ατήν. τί γρ φελεται νθρωπος ἐὰν τν κόσμον λον κερδήσ, τν δ ψυχν ατο ζημιωθ; τί δώσει νθρωπος ντάλλαγμα τς ψυχς ατο;(:διότι εκείνος που θέλει να σώσει τη ζωή του, αυτός θα χάσει την πνευματική και ευτυχισμένη αιώνια ζωή. Ενώ εκείνος που θα χάσει τη ζωή του για την ομολογία και υπακοή του σε μένα, θα τη βρει στο μελλοντικό αιώνα, όπου θα κερδίσει την αιώνια ζωή. Και η αιώνια αυτή ζωή είναι το παν. Διότι ποια ωφέλεια έχει ο άνθρωπος, εάν κερδίσει τον κόσμο ολόκληρο, χάσει όμως την ψυχή του, η οποία ως πνευματική και αιώνια δεν συγκρίνεται με κανένα από τα υλικά αγαθά του φθαρτού κόσμου; Ή εάν ένας άνθρωπος χάσει την ψυχή του, τι θα δώσει ως αντάλλαγμα, με το οποίο θα την εξαγοράσει από την αιώνια απώλεια;)»[Ματθ. 16,25-26].

Αυτό λοιπόν που λέγει, σημαίνει: «όχι από έλλειψη λύπης προς εσάς, αλλά από υπερβολική λύπη (και φροντίδα) παραγγέλλω αυτά. Καθόσον εκείνος ο οποίος λυπάται να τιμωρήσει το τέκνο του, το καταστρέφει και το οδηγεί στην απώλεια· εκείνος όμως ο οποίος δε λυπάται, το διασώζει». Τούτο έλεγε και κάποιος σοφός: « Σ μν γρ πατάξεις ατν άβδ, τν δ ψυχν ατο κ θανάτου ύσ(:διότι εσύ μεν θα χτυπήσεις το σώμα του υιού σου με τη ράβδο, όμως δε θα πεθάνει από αυτό· θα ελευθερώσεις ωστόσο την ψυχή του από την απώλεια και τον αιώνιο θάνατο)»[Παροιμ.23,14]· και πάλι: «Περιψύχων υἱὸν καταδεσμεύσει τραύματα ατο(:Εκείνος που παραχαϊδεύει και δεν παιδαγωγεί ορθώς το παιδί του, θα το ενθαρρύνει σε εκτροπές και έπειτα θα επιδέσει τις πληγές του)»[Σοφ. Σειρ. 30,7]· τούτο γίνεται στα στρατόπεδα. Αν δηλαδή ο στρατηγός, λυπούμενος για τους στρατιώτες, διατάζει να παραμένουν συνεχώς στην ασφάλεια του στρατοπέδου, μαζί με αυτούς χάνει και όσους βρίσκονται μέσα.

«Για να μη συμβαίνει λοιπόν αυτό και σε σας», λέγει, «πρέπει εσείς να είστε παρατεταγμένοι συνεχώς προς θάνατον· καθόσον και τώρα πρόκειται να ανάψει εκ νέου πόλεμος φοβερός». Μην καθίσεις λοιπόν εντός, αλλά ας εξέρχεσαι και ας πολεμείς· και αν πέσεις στην παράταξη της μάχης, τότε έζησες· διότι στην περίπτωση των αισθητών πολέμων εκείνος που είναι έτοιμος προς σφαγήν, αυτός πιο πολύ υπερισχύει των άλλων και είναι ακατάβλητος και φοβερότατος και στους εχθρούς, αν και βέβαια ο βασιλιάς προς χάριν του οποίου πολεμεί, δεν μπορεί μετά θάνατον να τον αναστήσει· πολύ περισσότερο λοιπόν στην περίπτωση των πολέμων αυτών των πνευματικών, όταν υπάρχουν και τόσο πολλές ελπίδες αναστάσεως, αυτός που παραδίδει την ψυχή του στον θάνατο, θα τη σώσει· κατά ένα μεν τρόπο, διότι δεν θα αιχμαλωτιστεί εύκολα· κατά δεύτερον δε, διότι και αν πέσει, θα οδηγήσει αυτήν προς υψηλότερη ζωή.

Έπειτα, επειδή είπε ότι «εκείνος που θέλει να σώσει την επίγεια ζωή του, αυτός θα χάσει την πνευματική και ευτυχισμένη αιώνια ζωή» και στην πρώτη περίπτωση ανέφερε σωτηρία και απώλεια, για να μη νομίσει κανείς ότι είναι της ίδιας αξίας η απώλεια και η σωτηρία στην πρώτη και στη δεύτερη περίπτωση, αλλά να γνωρίσει καλώς ότι μεταξύ της σωτηρίας εκείνης και αυτής τόση είναι η διαφορά, όση μεταξύ απωλείας και σωτηρίας· και εκ των αντιθέτων αποδεικνύοντας αυτά διαμιάς λέγει: «Διότι ποια ωφέλεια έχει ο άνθρωπος, εάν κερδίσει τον κόσμο ολόκληρο, χάσει όμως την ψυχή του, η οποία ως πνευματική και αιώνια δεν συγκρίνεται με κανένα από τα υλικά αγαθά του φθαρτού κόσμου;».

Είδες πως η παρά τον πρέπον σωτηρία της επίγειας ζωής ισοδυναμεί με απώλεια και χειρότερη από κάθε απώλεια, επειδή και αθεράπευτη είναι, εφόσον δεν υπάρχει κάτι που να μπορεί να την εξαγοράσει; «Διότι μη μου λέγεις αυτό», λέγει, «ότι έσωσε τη ζωή του εκείνος ο οποίος διέφυγε τους τόσους μεγάλους κινδύνους, αλλά μαζί με τη ζωή του εσύ συναρίθμησε ότι κέρδισε και όλη την οικουμένη. Και τι το περισσότερο έχει να κερδίσει αυτός από αυτό, τη στιγμή που οδηγείται στην απώλεια η ίδια η ψυχή του;». Πες μου, εάν έβλεπες τους δούλους σου να ζουν μέσα στην τρυφή, τον εαυτό σου όμως να ζει μέσα στα χειρότερα κακά, άραγε θα κέρδιζες κάτι από το ότι είσαι κύριός τους; Καθόλου. Τούτο λοιπόν σκέψου και για την ψυχή σου, όταν αυτή αναμένει την μέλλουσα απώλεια, ενώ κατά την ίδια στιγμή το σώμα σου ζει μέσα στην πολυτέλεια και τον πλούτο.

«Τι είναι δυνατόν να δώσει ο άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής του;». Πάλι επιμένει στο ίδιο. «Μήπως», λέγει, «έχεις να δώσεις άλλη ψυχή αντί της ψυχής σου; Αν χάσεις βέβαια χρήματα, θα δώσεις χρήματα ή σπίτι ή δούλους ή οτιδήποτε άλλο εκ των υπαρχόντων σου· αν χάσεις όμως την ψυχή, άλλη ψυχή δε θα μπορέσεις να προσφέρεις· αλλά και αν έχεις δικό σου όλο τον κόσμο, και αν είσαι βασιλιάς ολόκληρης της οικουμένης, δεν θα μπορέσεις, και αν ακόμη καταβάλεις ως αντίτιμο όλα τα πράγματα της οικουμένης μαζί με αυτήν την οικουμένη, να αγοράσεις μια ψυχή».

Και τι το παράδοξο εάν τούτο συμβαίνει στην περίπτωση της ψυχής; Καθόσον και στο σώμα θα μπορούσε να δει κανείς να γίνεται τούτο. Και αν είσαι περιβεβλημένος αναρίθμητα διαδήματα, έχεις όμως εκ φύσεως ασθενικό σώμα και δυσθεράπευτο, δεν θα μπορέσεις, και αν ακόμη προσφέρεις όλη τη βασιλεία, να θεραπεύσεις το σώμα αυτό, και αν ακόμη προσθέσεις σε αυτήν αναρίθμητα σώματα και πόλεις και χρήματα. Τοιουτοτρόπως λοιπόν σκέψου και για την ψυχή· μάλλον και πολύ σοβαρότερα για την ψυχή, και αφού αφήσεις στην άκρη όλα τα άλλα, σε αυτήν και τη δική της τη σωτηρία να δαπανάς όλη σου τη φροντίδα.

Μην παραμελείς λοιπόν τον εαυτό σου και όσα σε αφορούν προσωπικά για την αιωνιότητα, επειδή αφιερώνεις τη φροντίδα σου σε ξένα πράγματα, πράγμα που κάνουν οι πολλοί τώρα, μοιάζοντας προς αυτούς οι οποίοι εργάζονται στα μεταλλεία (ως κατάδικοι). Πράγματι, και εκείνοι κανένα όφελος δεν έχουν από την εργασία αυτή, ούτε από τον πλούτο· αντιθέτως, είναι μεγάλη η ζημία τους, και διότι μοχθούν άσκοπα και διότι μοχθούν χάριν άλλων, χωρίς να αποκομίζουν τίποτα από τους ιδρώτες εκείνους που καθημερινά χύνουν και τους μεγάλους κόπους τους. Υπάρχουν και τώρα πολλοί οι οποίοι τους μιμούνται, αυτοί που εργάζονται για να πλουτίσουν άλλοι· μάλλον δε εμείς και από αυτούς είμαστε αθλιότεροι, καθόσον αναμένει εμάς και η γέενα μετά τους κόπους αυτούς· διότι σε εκείνους μεν ο θάνατος αποτελεί το τέρμα των ιδρώτων εκείνων· σε εμάς όμως ο θάνατος γίνεται αρχή αναρίθμητων κακών.

Εάν όμως έλεγες ότι απολαμβάνεις τους κόπους σου με το να πλουτίζεις, απόδειξέ μου ότι η ψυχή σου ευφραίνεται και ωφελείται και τότε θα πεισθώ. Διότι από όσα έχουμε, κυριότερο είναι η ψυχή· εάν όμως το σώμα παχαίνει, ενώ εκείνη φθείρεται, τίποτα δεν προσφέρει σε σένα η αφθονία αυτή· όπως πράγματι, και όταν ευφραίνεται η δούλη, τίποτε δεν προσφέρει η ευημερία της υπηρέτριας προς την οικοδέσποινα που κινδυνεύει, έτσι ούτε και η ασθένεια του σώματος δε θεραπεύεται από τη λαμπρότητα της στολής την οποία έχει ενδυθεί· αλλά θα σου πει πάλι ο Χριστός· «Τι είναι δυνατόν να δώσει ο άνθρωπος αντάλλαγμα υπέρ της ψυχής του;» προτρέποντάς σε να στρέφεις συνεχώς την προσοχή σου προς εκείνη, και για μόνη αυτή να επιδεικνύεις όλο το ενδιαφέρον σου.

Αφού τους ενέπνευσε λοιπόν τον φόβο με όλα αυτά, στη συνέχεια τους παρηγορεί και με την υπενθύμιση των αγαθών που πρόκειται να λάβουν αιωνίως με τους αγώνες τους αυτούς: «Μέλλει γρ υἱὸς το νθρώπου ρχεσθαι ν τ δόξ το πατρς ατο μετ τν γγέλων ατο, κα τότε ποδώσει κάστ κατ τν πρξιν ατο(:Πράγματι, λοιπόν, κάθε άνθρωπος πρόκειται ή να χάσει ή να κερδίσει την ψυχή του. Διότι πρόκειται ο υιός του ανθρώπου να έλθει περιβεβλημένος με τη δόξα του Πατέρα Του μαζί με τους αγγέλους του, και τότε θα ανταμείψει τον καθένα ανάλογα με τις πράξεις του)»[ Ματθ.16,27]. Είδες πως μία είναι η δόξα του Πατρός και του Υιού; Εάν λοιπόν η δόξα είναι μία, φανερό είναι και ότι η ουσία είναι μία. Διότι εάν υπάρχει διαφορά δόξης σε μία ουσία («διότι άλλη είναι η λαμπρότητα του ήλιου, και άλλη της σελήνης και άλλη η λαμπρότητα των αστεριών· διότι άστρο από άστρο διαφέρει κατά τη λάμψη», παρά το ότι πρόκειται για μία ουσία),πώς, εκείνων των οποίων η δόξα είναι μία, η ουσία θα θεωρηθεί άλλη; Διότι δεν είπε ότι θα έλθει με δόξα παρόμοια με αυτήν, την οποία έχει και ο Πατέρας, για να μην υποπτευθείς πάλι κάποια διαφορά· αλλά με σκοπό να δείξει την απόλυτη ακρίβεια λέγει ότι θα έλθει περιβεβλημένος με την ίδια τη δόξα(του Πατρός),ώστε να τη θεωρούμε μία και την αυτήν.

Γιατί λοιπόν, φοβάσαι, Πέτρε, όταν ακούς για θάνατο; Διότι τότε θα με δεις περιβεβλημένο τη δόξα του Πατρός. Εάν δε εγώ θα είμαι περιβεβλημένος με δόξα, και εσείς θα είστε[Ιω. 17,24: «Πάτερ, ος δέδωκάς μοι, θέλω να που εμ γ κκενοι σι μετ᾿ μο, να θεωρσι τν δόξαν τν μν ν δέδωκάς μοι, τι γάπησάς με πρ καταβολς κόσμου(: Πάτερ, εκείνους που μου έχεις δώσει, θέλω, όπου είμαι Εγώ, να είναι κι αυτοί μαζί μου, για να βλέπουν και να απολαμβάνουν τη δόξα μου, την οποία μου έδωσες προαιωνίως, διότι με αγάπησες προτού να θεμελιωθεί ο κόσμος˙ και η αγάπη Σου αυτή αποτελεί συγχρόνως και τη δόξα μου)»· διότι δεν θα πάψουν στην παρούσα ζωή τα δικά σας· αλλά θα σας αναμένει κάποιο άλλο καλύτερο τέλος.

Κι όμως παρά το ότι ανέφερε τα ευχάριστα, δεν αρκέστηκε μόνο σε αυτά, αλλά τα ανέμιξε και με τα φοβερά με το να κάνει αναφορά στο δικαστήριο εκείνο και τις αναπόφευκτες ευθύνες και την αμερόληπτη απόφαση και την αλάνθαστη κρίση. Ασφαλώς δεν άφησε να φανεί ο λόγος μόνο μελαγχολικός, αλλά τον συνδύασε και με ευχάριστες ελπίδες. Διότι δεν είπε ότι θα τιμωρήσει τότε αυτούς που αμάρτησαν, αλλά ότι «θα αποδώσει στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του». Έλεγε μάλιστα αυτό υπενθυμίζοντας όχι μόνο την τιμωρία στους αμαρτωλούς, αλλά και στους ενάρετους τα βραβεία και τους στεφάνους.

Αλλά ο Κύριος μεν είπε αυτά, για να ενισχύσει το ηθικό των ενάρετων ανθρώπων, εγώ όμως πάντοτε φρίττω ακούγοντας αυτά· διότι δεν είμαι μεταξύ των στεφανουμένων. Νομίζω επίσης ότι και άλλοι συμμετέχουν στον φόβο και την αγωνία μου. Διότι ποιον δεν είναι ικανός να φοβίσει αυτός ο λόγος, αν τον συνειδητοποιήσει κανείς, και να τον κάνει να φρίττει, και να τον πείσει ότι έχουμε ανάγκη σάκου μετανοίας και πολύ πιο μεγάλης νηστείας και από τον λαό των Νινευιτών; Διότι ο λόγος για εμάς δεν είναι περί καταστροφής πόλεως και του κοινού θανάτου, αλλά περί της αιωνίου κολάσεως και του ασβέστου πυρός. […]

Ας μοχθούμε λοιπόν αδιάκοπα όσο ζούμε, για να φανούμε και στον Θεό αρεστοί και στους ανθρώπους άμεμπτοι και να επιτύχουμε τα μέλλοντα αγαθά, δια της χάριτος και της φιλανθρωπίας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δια του οποίου και μετά του οποίου στον Πατέρα ανήκει η δόξα, η τιμή, η εξουσία, συγχρόνως στο Άγιο και ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

  • http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Migne/John%20Chrysostom_PG%2047-64/In%20Matthaeum.pdf

  • Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΝΕ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11, σελίδες 500-521.

  • Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 67, σελ. 62-78.

  • http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html

  • Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

  • Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

  • Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

  • Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm

Αρχιμ. Αθανάσιος Μυτιληναίος (Ο ΣΤΑΥΡΟΣ, ΤΟ ΘΕΜΕΛΙΟΝ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ)

Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:

«Ο ΣΤΑΥΡΟΣ, ΤΟ ΘΕΜΕΛΙΟΝ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ»

[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 10-3-1991]

(Β243)

Σήμερα η Εκκλησία μας σεβασμιώτατε, αγαπητοί μου αδελφοί, εορτάζει την προσκύνησιν του Τιμίου και ζωοποιού Σταυρού. Το Συναξάριον της ημέρας αναφέρει ότι ευρισκόμεθα εις το μέσον της πορείας της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και ο κόπος από την άσκησιν είναι αρκετός και φανερός, ώστε η Εκκλησία μας, τρίτη Κυριακή των Νηστειών σήμερα, προβάλλει, όπως λέγει το Συναξάριο, εις ημάς, ως βοήθημα κραταιότατον, τον Πανάγιον Σταυρόν, την χαράν του κόσμου, των πιστών την δύναμιν, των δικαίων το στήριγμα και των αμαρτωλών την ελπίδα, ίνα ευλαβώς Αυτόν κατασπαζόμενοι, λάβωμεν χάριν και δύναμιν προς τελείωσιν του θείου της νηστείας αγώνος.

Αλλά γιατί ο Τίμιος Σταυρός του Χριστού είναι η χαρά, είναι η δύναμις, το στήριγμα και η ελπίδα πάντων; Διότι αποτελεί το θεμέλιον της σωτηρίας μας. Από τον Τίμιον Σταυρό του Χριστού πηγάζει η Εκκλησία· και όλα εκείνα τα μυστήρια τα οποία την συνιστούν: το Βάπτισμα, η Θεία Ευχαριστία και όλα τα άλλα μυστήρια. Συνεπώς ο Τίμιος Σταυρός είναι το θεμέλιον της Εκκλησίας.

Ακόμη, ο Τίμιος Σταυρός είναι η ήττα του διαβόλου. Είναι η εξασθένησις της αμαρτίας, η κατάργησις του κέντρου του θανάτου, η ανάπλασις του ανθρώπου και η ανακεφαλαίωσις των πάντων, όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος. Και δεν είναι τι άλλο η ανακεφαλαίωσις των πάντων, παρά η σύναψις, η ένωσις, σύναψις ουρανού και γης. Σε όλα αυτά θεμέλιον είναι ο Τίμιος Σταυρός. Γι’ αυτό λέγει ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων στην 13η του Κατήχηση: «πέμεινε δέ τατα σωτήρ ερηνοποιήσας διά το αματος το σταυρο τά ν ορανος καί τά πί γς». Επέφερεν ειρήνην ανάμεσα στα ουράνια και στα επίγεια· τον Θεό και τον άνθρωπο. Αυτή ακριβώς, όπως σας είπα, είναι η ανακεφαλαίωσις, δηλαδή η σύναψις, η ένωσις ουρανού και γης.

Γι’αυτό πάλι γράφει ο Άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων στην ίδια του την Κατήχηση: «Λάμβανε ον πρτον ἀῤῥαγς θεμέλιον τν σταυρν κα ποικοδόμει τ λοιπά τς πίστεως». Βάλε θεμέλιο αρραγές, αράγιστο, σίγουρο. Και πάνω σ’ αυτό να εποικοδομήσεις ό,τι αφορά στην πίστη. Ώστε πράγματι λοιπόν ο Τίμιος Σταυρός είναι θεμέλιον. Και τούτο διότι εφόσον ο Τίμιος Σταυρός του Χριστού έχει την δύναμιν υπέρ πάσαν άλλην εγκοσμίαν και ουρανίαν δύναμιν, επειδή επ’αυτού απλώθηκε Αυτός ο Ενανθρωπήσας Υιός του Θεού.

Βεβαίως, ο Σταυρός, όργανον θανατικής εκτελέσεως· ανάμεσα, αριστερά και δεξιά, του Τιμίου Σταυρού του Κυρίου, υψώθηκαν άλλοι δύο σταυροί. Αλλά αυτοί οι σταυροί ήσαν των ληστών. Ο Σταυρός του Χριστού πήρε τη δύναμη από Εκείνον που απλώθηκε επάνω σε αυτόν. Είναι το «ποπόδιον τν ποδν» του Θεού, με την Ενανθρώπηση που εστερεώθηκε επάνω εις τον Τίμιον Σταυρόν. Προσέξατέ το αυτό. Δεν παίρνει δύναμη ο Σταυρός, αν επ’ αυτού δεν απλωθεί το σώμα του Χριστού. Κι αν ακόμη δεν πιστεύουμε εις Εκείνον, ο οποίος απλώθηκε πάνω σ’ αυτόν. Διότι ο Τίμιος Σταυρός δραστηριοποιείται από την πίστιν εις Εκείνον που εσταυρώθηκε. Δηλαδή, θα το επαναλάβω, εις τον Θεάνθρωπον Ιησούν Χριστόν. Εάν δεν πιστεύεις σε Εκείνον που σταυρώθηκε, ότι είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος αδερφέ μου, τότε αυτόν που κρατάς δεν είναι ο σταυρός του Χριστού. Είναι ο σταυρός του ληστού. Ανενέργητος. Κι όταν ο σταυρός μένει ανενέργητος, σε τι διαφέρει από τον κάθε σταυρό από τους χιλιάδες σταυρούς που οι Ρωμαίοι κατεσκεύασαν για να θανατώνουν τους εγκληματίες και τους καταδίκους;

Ακόμα, δεν είναι η πίστις μόνον εις Εκείνον που απλώθηκε στον Σταυρό, αλλά είναι και το συνεπές βίωμα· αν ανταποκρίνεσαι εις Εκείνον που είπε ό,τι είπε· δηλαδή εις το Ευαγγέλιόν Του. Ώστε όταν πιστεύεις εις τον Τίμιον Σταυρόν, δηλαδή σε Εκείνον που σταυρώθηκε, πιστεύεις Ποιος είναι, ξέρεις Ποιος είναι, ενσυνειδήτως πιστεύεις και κατόπιν συμμορφώνεσαι με ό,τι Εκείνος είπε, τότε στα χέρια σου ο Σταυρός είναι παντοδύναμον όργανον.

Πολλές φορές θα έχετε αναρωτηθεί, στο αυτοκίνητο βάζομε έναν σταυρό, άραγε για να μας φυλάει; Άραγε για λόγους διακοσμητικούς; Ή απλής «παραδόσεως»; Ε, έτσι το βρήκαμε, χωρίς να ξέρομε τίποτα περισσότερο. Και πώς τότε γίνονται δυστυχήματα; Πώς φοράμε σταυρό επάνω μας το καλοκαίρι και πηγαίνομε στη θάλασσα να κολυμπήσουμε και πνιγόμαστε; Πώς και έγινε; Για ρωτήσατε, για εξακριβώσατε. Αγαπητοί μου, ο Τίμιος Σταυρός έγινε κόσμημα. Έγινε απλώς ένα στολίδι, ένα διακοσμητικό στοιχείο. Τίποτε άλλο. Του αφαιρέσαμε την δύναμη. Κι έτσι ο Τίμιος Σταυρός μένει ανενέργητος. Γιατί στα χέρια της μαγίσσης ο σταυρός κρατιέται; Μένει ανενέργητος. Είναι, κι άλλοτε σας το έχω πει, ο εγκλωβισμένος σταυρός. Δηλαδή, είναι εκπληκτικόν πώς η αγάπη του Θεού υποχωρεί- θα το δούμε και λίγο πιο κάτω αυτό-, ώστε να αποδέχεται να εγκλωβίζεται από τις πονηρές δυνάμεις. Μα οι πονηρές δυνάμεις δεν τρέπονται εις φυγήν; Ναι. Παρά ταύτα, αποδέχεται ο Χριστός να εγκλωβίζεται ο Τίμιος Σταυρός από τις δαιμονικές δυνάμεις,όπως και τις Μασωνικές δυνάμεις, οι οποίες είναι δαιμονικές δυνάμεις. Το αποδέχεται. Με τη διαφορά μόνο πως συμβολικά εγκλωβίζουν τον Τίμιον Σταυρόν εντός ενός τριγώνου. Το μασωνικόν σύμβολον. Δηλαδή «σε έχω αιχμάλωτο». Είναι ο αιχμάλωτος σταυρός του Χριστού. Το αφήνει ο Χριστός. Κατά παραχώρησιν.

Όταν όμως πιστεύεις ποιος είναι Αυτός που απέθανε επί του Σταυρού και συμμορφούσαι αδελφέ μου όπως ο Χριστός θέλει, τότε άκου να δεις τι λέγει ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων: «π μετώπου μετ παρρησίας. δακτύλοις σφραγς κα π πάντων σταυρς γινέσθω». Λέει: «Με τα δάχτυλα τα τρία», βλέπετε η παράδοσις; Είναι του 350 μ.Χ. αυτή η Κατήχησις. Βλέπετε η Παράδοσις; Ότι το σημείον του σταυρού είναι παράδοσις αρχαιοτάτη. Πού είναι οι αιρετικοί που λέγουν: «γιατί κάνεις τον σταυρό σου;». Πού είναι οι Χιλιασταί; Πού είναι οι Προτεστάνται; Πού είναι όλοι αυτοί; Επί μετώπου λοιπόν. Μετά παρρησίας. Με τα δάχτυλα. Δακτύλους. Να μπει η σφραγίδα του Σταυρού. Είναι σφραγίδα. Όπως το βλέπουμε εις τον προφήτη Ιεζεκιήλ, που το λέγει εκεί. Ο σταυρός είναι σφραγίδα. Είναι το σημείον Τ. Και στο φοινικικό και στο εβραϊκό αλφάβητο, το σημείο Τ είναι ένας σταυρός. Διασώζεται στη μικρογράμματη γραφή την Λατινική. Το μικρό t. Σταυρός είναι.

«πί ρτων-συνεχίζει ο άγιος Κύριλλος- βιβρωσκομένων». Στα ψωμιά που θα φάμε. Δεν ξέρω αν ο πατέρας σας το έκανε αυτό σπίτι. Στο δικό μου γινόταν. Έπαιρνε το καρβέλι το ψωμί, της οκάς, είχαμε την οκά, και με το μαχαίρι πριν κόψει, σταύρωνε από το κάτω μέρος του ψωμιού, χάρασσε, τρεις σταυρούς. Αυτό είναι. Βλέπετε η Παράδοση. Αν ρωτούσα τον πατέρα μου «γιατί, πατέρα μου, το κάνεις;», ίσως να μην ήξερε να απαντήσει. Κι όμως είναι μια παράδοση αρχαιοτάτη, από την αρχαίαν Εκκλησίαν. Τι σημαίνει αυτό; Ότι είναι Αποστολική η Παράδοση.  

«ἐπί ἄρτων βιβρωσκομένων καί ἐπί ποτηρίων πινομένων, ἐν εἰσόδοις, ἐν ἐξόδοις»: όταν μπαίνουμε, όταν βγαίνουμε. Αν ρωτήσετε, γιατί με το φως το Πασχαλινό κάνουμε το σημείο του σταυρού εις το ανώφλι του σπιτιού μας; Είναι αυτό. Μπαίνεις, βγαίνεις το σημείο του σταυρού. Αλλά εκεί έχει και κάποια άλλη σημασία, με τα πρωτότοκα που εφονεύθησαν, απέθανον εις την Αίγυπτον κλπ –να μην μακρύνω τον λόγον.

«πρό τοῦ ὕπνου»· ή μπαίνεις στο σπίτι σου ή βγαίνεις,όταν πας να κοιμηθείς, «κοιταζομένοις καί διανισταμένοις»,όταν πέσουμε στο κρεβάτι μας, όταν σηκωθούμε από το κρεβάτι μας, «ὁδεύουσι καί ἠρεμοῦσι»,όταν περπατάμε,όταν στεκόμαστε, «μέγα τό φυλακτήριον», μεγάλο φυλακτήριον ο σταυρός.

«δωρεάν διά τούς πένητας»· δεν έχει τίποτα να πληρώσεις. Δεν είναι κάποια ασφαλιστική εταιρεία που πρέπει να πληρώνεις κάθε χρόνο συνδρομήν. Συνεπώς, είναι δωρεάν για τους φτωχούς. «χωρίς καμάτου διά τούς σθενες», δεν απαιτείται να καταβάλλουν κόπο οι ασθενείς για να τον κάνουν τον σταυρόν τους.

«πειδή παρά Θεο χάρις. Σημεον πιστν καί φόβος δαιμόνων». Είναι το σημείο των πιστών, ο φόβος των δαιμόνων. Προηγουμένως σας είπα για τον εγκλωβισμένο σταυρό. Περιμένετε. «θριάμβευσε γρ ατος ν ατ, δειγματίσας ν παῤῥησί».Γιατί, λέει, ο Χριστός επάνω στον Σταυρό Του ήτο θριαμβευτής. Και επαραδειγμάτισε, «δειγματίσας»· αφού επαραδειγμάτισε με παρρησία τους δαίμονες, ενώπιον των οφθαλμών των αγίων αγγέλων.

«ταν γάρ δωσιν τόν σταυρόν», οι δαίμονες όταν δουν τον σταυρό, «πομιμνήσκονται το σταυρωμένου», θυμούνται τον Εσταυρωμένον. Γιατί άραγε; Γιατί οι δαίμονες πιστεύουν εις τον Εσταυρωμένον. Περίεργο! Δε λέγει η Αγία Γραφή ότι τα δαιμόνια πιστεύουν και φρίττουν; Όχι μόνο πιστεύουν, αλλά και φρίττουν. Μας βάζουν να λέμε ότι δεν υπάρχει άλλη ζωή. Κι όμως οι δαίμονες είπαν δια στόματος Γεργεσηνού: «Ήλθες να μας βασανίσεις πριν την ώρα μας; Μη μας στείλεις εις τον άδην· επίτρεψε να πάμε σε εκείνους τους χοίρους». Βλέπετε πώς πιστεύουν οι δαίμονες; Μόνο που δεν μπορούν να ενεργοποιήσουν την πίστη τους με αγάπη. Δεν μπορούν. Ούτε να ταπεινωθούν, ούτε να αγαπήσουν οι δαίμονες. Πιστεύουν όμως. Όταν όμως οι άνθρωποι δεν πιστεύουν, παραχωρεί ο Θεός να αιχμαλωτίζεται ο Τίμιος Σταυρός του Χριστού και να μην ενεργεί. Τούτο γίνεται για την τιμωρία εκείνων των ανθρώπων που δεν πιστεύουν.

«μή διά το δωρημαίον», δηλαδή για τη δωρεά, που δεν κοστίζει σε κανέναν τίποτε, «καταφρόνει τς σφραγίδος·μην καταφρονήσεις, λέγει, τη σφραγίδα αυτή, επειδή σου προσφέρεται δωρεάν, «λλά διά τοτο μλλον τίμησον τόν ευεργέτην», αλλά ακριβώς για αυτόν τον λόγο να τιμήσεις τον ευεργέτη Χριστό, που σου έδωσε αυτό το όπλο.

«Τοτο μέχρι σήμερον θεραπεύει νόσους», ο Σταυρός, «τοτο μέχρι σήμερον δαίμονας πελαύνει, φαρμάκων τε κα παοιδν νατρέπει γοητείας». Αυτό, λέγει, ανατρέπει τις μαγείες των μάγων και των επαοιδών. Για να το καταλάβετε, γιατί πιστεύω μέσα σας να λέτε, να μένετε με μια απορία: Μα, μα πώς είναι δυνατόν να εγκλωβίζεται ο Τίμιος Σταυρός; Στα χέρια του πιστού, ενεργεί ο Τίμιος Σταυρός. Στα χέρια όμως του μη πιστού, δεν ενεργεί.

Και μάλλον γίνεται και καταισχύνη του ως εξής: Τότε, στην εποχή του Αποστόλου Παύλου στην Έφεσο, ήσαν επτά αδέλφια κάποιου αρχιερέως Σκευά. Αρχιερέως, εννοείται, Ισραηλιτών. Και εξόρκιζαν δαιμονισμένους. Πήγαιναν σε ένα σπίτι να εξορκίσουν κάποιον. Και λένε: «Σε διατάσσουμε δαίμονα ή δαιμόνια, στο όνομα του Παύλου, ο οποίος κηρύσσει τον Χριστόν, να φύγεις ή να φύγετε». Και τότε οι δαίμονες απαντούν: «Και τον Ιησούν γνωρίζουμε και τον Παύλο επιστάμεθα. Εσείς ποιοι είστε;». Και τότε όρμησαν, όρμησε ο δαιμονισμένος, δια χειρών δαιμονιζομένων, δια χειρών δικών του που του έβαζαν δύναμη οι δαίμονες και τους έδειρε ανελέητα. Βλέπετε παρακαλώ; Αν δεν πιστεύεις, δεν μπορείς να κάνεις χρήση του ονόματος του Χριστού και του Τιμίου Σταυρού.

Ο Τίμιος Σταυρός, αγαπητοί μου, είναι σύμβολο της «ασθενείας» του Χριστού. Την λέξη «ασθένεια» τη βάζω εντός εισαγωγικών. Και εννοείται η αδυναμία του Θεού. Ναι. Διότι πώς θα ήταν δυνατόν ποτέ να αφήσει ο Χριστός τον εαυτόν Του να σταυρωθεί επάνω εις τον Σταυρόν; Φάνηκε ότι ο Υιός του Θεού έχει ασθένειαν. Δηλαδή είναι αδύναμος. Όταν του έλεγαν οι σταυρωταί: «Κατέβα από τον Σταυρό για να δούμε και να πιστέψουμε». Ο Τίμιος Σταυρός λοιπόν είναι το σύμβολον της «ασθενείας» του Θεού.

Είναι ταυτόχρονα το σύμβολον της δυνάμεως του Θεού. Και της αγάπης του Θεού. Και της σοφίας του Θεού. Γιατί όλα αυτά; Γιατί απλούστατα ο Θεός έκανε- ας μου επιτραπεί η έκφρασις- ένα σχέδιον δια να παγιδεύσει και εξουδετερώσει τον διάβολον. Το σχέδιον της «ασθενείας» του Τιμίου Σταυρού. Πώς δηλαδή; Ο διάβολος ανέβασε εις τον Σταυρόν τον Χριστόν. Τα δε όργανά του, οι σταυρωταί, δεν ήξεραν τι κάνουν. Λέει ο Απόστολος Παύλος: «Εάν εγνώριζαν, δε θα σταύρωναν τον Κύριον της δόξης».

Συνεπώς, τι έγινε εδώ; Ο Σταυρός, όπως λέγουν οι Πατέρες, είναι το άγγιστρον, ένα άγγιστρον. Σαν κι αυτό που ψαρεύουμε στη θάλασσα. Στο άγγιστρον βάζουμε ένα δόλωμα. Το σώμα του Χριστού επί του Σταυρού ήταν το δόλωμα. Αλλά ασθενές. Το ψάρι, πάει να φάει εκείνο που του βάλαμε, το δόλωμα. Δε βλέπει το άγγιστρον. Διότι ο διάβολος χάρηκε που ανέβασε τον Χριστό επί του Σταυρού. Το είπε ο Θεός στον Παράδεισο στους Πρωτοπλάστους. Ότι «εσύ θα του δαγκώσεις τη φτέρνα εκείνου του απογόνου της Εύας, αλλά αυτός όμως θα σου συντρίψει το κεφάλι». Διότι το να πληγώσεις τη φτέρνα, δείχνει μικρή πληγή. Και είναι μικρή η πληγή ο θάνατος του Χριστού επί του Σταυρού, διότι ανεστήθη ο Χριστός. Αλλά ο διάβολος όμως συνετρίβη. Τι έγινε; Ανέβασε τον Χριστόν εις τον Σταυρόν, έβαλε τα όργανά του να Τον σταυρώσουν, αλλά όταν ο Χριστός πέθανε, η ψυχή Του πήγε στον Άδη. Αλλά δεν πήγε ως αιχμάλωτος, που πάνε οι ψυχές των κεκοιμημένων. Επήγε ως θριαμβευτής. Και τότε αντελήφθη ο διάβολος-τα τροπάρια τα αναστάσιμα θα τ’ακούσετε σε λίγες μέρες και θα δείτε αυτά που σας λέω-τότε ο διάβολος την έπαθε. Πήγε να φάει το δόλωμα, να λαφυραγωγήσει τον Χριστό και λαφυραγωγήθηκε. Το άγγιστρον Σταυρός, κάθισε στον λαιμό του. Όπως ακριβώς μπαίνει το άγγιστρον εις το ψάρι και εξουδετερώνεται.

Ήταν λοιπόν αυτό το σοφό σχέδιο του Θεού, να εξουδετερώσει τον διάβολον. Αν ερωτήσετε γιατί; Δεν είναι ο Παντοδύναμος Θεός να του δώσει-επιτρέψατέ μου- μία στο κεφάλι και να τελειώνει η ιστορία; Όχι. Οι πρωτόπλαστοι από τον διάβολον έπαθαν. Έπρεπε λοιπόν τώρα και ο διάβολος να πάθει από άνθρωπο. Όχι από τον Θεό. Θα μπορούσε να πει ο διάβολος: «Ε, βέβαια, εγώ τι να κάνω, κτίσμα είμαι, Εσύ ο Παντοδύναμος Θεός μού έδωσες μια και με νίκησες». Όχι. Ανθρώπους ενίκησες; Άνθρωπος θα σε νικήσει. Αυτή είναι η σοφία του Θεού. Έπρεπε άνθρωπος να νικήσει τον διάβολο. Γι’αυτό ακριβώς ο Χριστός δεν απεκάλυπτε τον εαυτόν Του. Όταν ο Πέτρος είπε «σ ε Χριστς υἱὸς το Θεο το ζντος», εσύ είσαι ο Υιός του Θεού του ζώντος, ο Κύριος επετίμησε και τον Πέτρο και τους άλλους. Τι θα πει «επετίμησε»; Τους επέπληξε. Τι εννοούσε; Να μην το πουν. Να πω και κάτι που θα σας φανεί παράξενο; Και να μην τ’ακούσει και ο διάβολος. Μην σας φαίνεται παράξενο αυτό. Αυτή η έκφραση «μην τ’ακούσει ο διάβολος», ο διάβολος δεν είναι πανταχού παρών, είναι έκφρασις των Πατέρων.

Ώστε, βλέπει, κανείς εδώ, αγαπητοί, ότι ο Τίμιος Σταυρός είναι παντοδύναμος. Είναι το σύμβολον της παντοδυναμίας. Κι ακόμη αν θέλετε, όταν ξανάρθει ο Χριστός,θα προηγείται το σύμβολο του Σταυρού. Θα πουν εκείνοι που Τον σταύρωσαν: «Ποιος είναι αυτός που έρχεται μετά των νεφελών του ουρανού;». Διότι θα αναγνωρίσουν την ταυτότητα του Ερχομένου, δια του προηγουμένου Σταυρού. Θα προηγείται ο Σταυρός. Διότι ο Σταυρός είναι η ταυτότητα του Χριστού. Και τότε «ψονται», όπως λέει στο πρώτο κεφάλαιο της Αποκαλύψεως· και μετά τι; «καί κόψονται». Θα δουν και θα χτυπάνε το στήθος και θα τραβάνε τα μαλλιά τους. «Αυτός είναι Εκείνος τον Οποίον εμείς εσταυρώσαμε;». Ο Χριστός ο ίδιος δεν είπε ότι θα προηγηθεί το δικό Του σημείο; Προ της ελεύσεώς Του; Στον ουρανό. Και το δικό Του σημείο είναι ο Τίμιος Σταυρός.

Γι’ αυτό, αγαπητοί μου, λέγει και ο άγιος Κύριλλος: «Τοτο», το σύμβολο, «μετ το ησο φαίνεσθαι μέλλει», πρόκειται να φανεί, «πάλιν ξ ορανο. προηγήσεται γρ το βασιλέως τό τρόπαιον». Το τρόπαιον. Ο Σταυρός είναι τρόπαιον. Πέθανε για να αναστηθεί. Γιατί εμείς είχαμε πεθάνει και έπρεπε να μας αναστήσει. Τρόπαιο λοιπόν, «να δόντες ν ξεκέντησαν», για να δουν εκείνοι που Τον λόγχισαν, «καί κ το Σταυρο γνόντες τόν τιμασμένον». Και από τον Σταυρό να καταλάβουν Εκείνον τον οποίον είχαν ατιμάσει.

Αγαπητοί, σεβασμιώτατε, αγαπητοί μου, «καύχημα μέν τς καθολικς κκλησίας», λέγει ο άγιος Κύριλλος, «καί πσα πράξις ησο», ό,τι ο Χριστός έκανε είναι καύχημα, «καύχημα δέ καυχημάτων σταυρός»· αλλά το αποκορύφωμα των καυχημάτων είναι ο Σταυρός. «Μή τοίνυν παισχυνθώμεθα τ σταυρ το σωτρος, λλά μλλον γκαυχώμεθα»· μην ντρεπόμαστε τον σταυρό του Χριστού. Μάλλον να τον έχουμε καύχημα. Μην κάνουμε κάτω από το σακάκι μας το σημείον του σταυρού. Μη στερούμε τον εαυτό μας να σταυρώσουμε την ύπαρξή μας σε ένα εστιατόριο ή σε κάποιο συμπόσιο.

Με τη δύναμη αυτής της ακτίστου ενεργείας του Τιμίου Σταυρού, πέτυχαν τα πάντα οι δίκαιοι της Παλαιάς Διαθήκης. Σημειώνει στην «προς Εβραίους» ο Απόστολος· «κατηγωνίσαντο», προσέξτε, δια της ακτίστου ενεργείας του Τιμίου Σταυρού: «ο δι πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εργάσαντο δικαιοσύνην, πέτυχον παγγελιν, φραξαν στόματα λεόντων, σβεσαν δύναμιν πυρός, φυγον στόματα μαχαίρας, νεδυναμώθησαν π σθενείας, γενήθησαν σχυρο ν πολέμ, παρεμβολς κλιναν λλοτρίων». Δηλαδή έτρεψαν σε φυγή τους εχθρούς. Ακόμα και στην Καινή Διαθήκη με τη δύναμη του Τιμίου Σταυρού έδωσαν τη ζωή τους υπέρ του Χριστού, ποιοι; Οι Άγιοι Πάντες. Ενίκησαν τον διάβολον. Ενίκησαν τη σάρκα. Ενίκησαν τα πάθη. Ενίκησαν τον κόσμον.

Με τη δύναμη του Τιμίου Σταυρού που προβάλλει σήμερα μπροστά μας, σεβασμιώτατε και αγαπητοί μου, θα νικήσουμε και εμείς τις αντίθεες δυνάμεις και τον κακό εαυτό μας και θα εισέλθουμε νικηταί εις την βασιλείαν του Θεού.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή  μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,

μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

  • Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.

  • http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_492.mp3

Αρχιμ. Αθανάσιος Μυτιληναίος (ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΝΤΑΛΛΑΓΜΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ;)

Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:

« ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΝΤΑΛΛΑΓΜΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ;»

[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 30-3-1997]

[ Β 353 ] Έκδοσις Β΄

Σήμερα, Κυριακή Γ΄Νηστειών, αγαπητοί μου, η επιλεγομένη της Σταυροπροσκυνήσεως. Η Εκκλησία μας προβάλλει τον Τίμιον Σταυρόν προς προσκύνησιν. Ο λόγος αυτής της σταυροπροσκυνήσεως είναι πρώτον η ενίσχυσις των πιστών εις το μέσον της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και όπως λέγει το Ωρολόγιον ότι συνήθως εις το μέσον ενός έργου υπάρχει φανερή πια η κόπωσις, ώστε κατά τρόπον τέτοιον να βοηθηθεί κανείς από αυτόν τον κάματον· βλέποντας προβαλλόμενον τον Τίμιον Σταυρόν. Και δεύτερον, η προβολή του Σταυρού του Χριστού, που είναι το σύμβολον του εσταυρωμένου βίου. Ο Χριστιανός πρέπει να έχει πάντοτε εσταυρωμένον βίον αν θέλει να είναι γνήσιος μαθητής του μεγάλου διδασκάλου και εσταυρωμένου Ιησού Χριστού. Εάν αυτό το στοιχείο δεν υπάρχει στον Χριστιανόν, τότε είναι παντελώς αδύνατον να θεωρείται Χριστιανός. Και πρέπει το στοιχείο αυτό να το βιώνει. Να έχει, δηλαδή, τη μετοχή του εις τον Σταυρό του Χριστού.

Όμως όλη αυτή η διαδικασία, το να είναι κανείς εκείνος που έχει δεχθεί τον Σταυρόν του Χριστού και είναι μέσα εις τον Σταυρόν του Χριστού και βιώνει τον Σταυρόν του Χριστού, αυτή όλη η διαδικασία, βέβαια, δεν είναι ένα παιχνίδι που μπορείς να δίνεις και να παίρνεις, που μπορείς να καταβάλεις και να αναιρείς. Είναι μία υπόθεση άκρως άκρως σοβαρή, ν ο παικτος. Σε πράγματα με τα οποία δεν μπορούμε να παίζομε. Πρόκειται για το κέρδισμα ή το χάσιμο της ψυχής, όπως θα δούμε στη συνέχεια. Γι΄αυτό ο Κύριος είπε: «Τί γρ φελήσει νθρωπον ἐὰν κερδήσ τν κόσμον λον, κα ζημιωθ τν ψυχν ατο;». Δηλαδή: «Τι έχει κανείς να ωφεληθεί, εάν τα πάντα κερδίσει, το σύμπαν ολόκληρο, αλλά ζημιωθεί όμως ως προς την ψυχήν του;». « τί δώσει νθρωπος ντάλλαγμα τς ψυχς ατο;». Προσέξτε αυτό το σημείο: «Ο άνθρωπος τι αντάλλαγμα, αντάλλαγμα – σ’ αυτό θα μείνω, στο αντάλλαγμα- τι αντάλλαγμα ο άνθρωπος μπορεί να δώσει για την ψυχή του;». Σου δίνω την ψυχή μου και μου δίνεις τι; Αφού η ψυχή δεν έχει κανένα αντάλλαγμα;

Για να το καταλάβομε, αγαπητοί μου, αυτό, πόσο σοβαρό πράγμα είναι, ο Κύριος μίλησε γι΄αυτό το αντάλλαγμα. Και για να γίνει κατανοητό είπε την αξία της ψυχής. Αλλά ας δούμε τα πράγματα στη σειρά τους.

Έχει αξία η ψυχή; Πολύ μεγάλη αξία. Είναι τόση η αξία της, μας είπε ο Κύριος, όσο δεν μπορεί να λογαριαστεί και να ζυγιστεί με όλον τον ορατόν κτιστόν κόσμον. Λέμε ότι κάποιος κατέκτησε, είναι κατακτητής, έγινε Μέγας Αλέξανδρος. Και τι κατέκτησε ο Μέγας Αλέξανδρος; Είναι εντελώς σχετική η προσπάθειά του, σχετικές οι κατακτήσεις του, ο Μέγας Ναπολέων, τίποτε, όλα πολύ σχετικά. Να κατακτήσεις το σύμπαν ολόκληρο! Αδύνατον! Ε, λοιπόν, η ψυχή σου έχει πιο μεγάλη αξία από το σύμπαν ολόκληρο και δεν δύναται να ισοσταθμιστεί. Γιατί; Διότι η ψυχή είναι εικόνα του Θεού. Ενώ το σύμπαν δεν είναι εικόνα του Θεού. Ούτε το πλανητικό μας σύστημα, ούτε η γη μας, ούτε ο ήλιος και η σελήνη, τίποτε… Ούτε οι αστέρες οι δυσεξαρίθμητοι. Τίποτε απ’ όλα αυτά δεν είναι εικόνα του Θεού. Η εικόνα του Θεού είναι μόνον εις τον άνθρωπο. Και συνεπώς εκείνο που κάνει πολύ μεγάλο τον άνθρωπον είναι ότι είναι εικόνα του Θεού.

Έχει ένα ωραίο παράδειγμα ο Πασκάλ. Λέγει ότι ο ήλιος είναι τρομακτικά μεγαλύτερος από τον άνθρωπο. Τρομακτικά μεγαλύτερος. «Ο ήλιος», λέει, «με μία ακτίνα του σε σκοτώνει». Και μάλιστα τώρα που έχομε τις ακτίνες χωρίς αυτό το προστατευτικό κάλυμμα πάνω από τη Γη και μπαίνει η ακτινοβολία του ηλίου, η λεγομένη «τρύπα του όζοντος», τον φονεύει τον άνθρωπο. Του βγάζει καρκίνο και πεθαίνει. «Ο ήλιος δεν ξέρει ότι σκοτώνει. Ο άνθρωπος ξέρει ότι πεθαίνει!». Δηλαδή ο άνθρωπος έχει συνείδησιν, γνωστική συνείδηση. Ξέρει. Και συνεπώς ο άνθρωπος είναι ασύγκριτα ανώτερος και από τον ήλιον και, επαναλαμβάνω, από το σύμπαν ολόκληρο.

Για να πάρομε μία γεύση της αξίας της ψυχής, αρκεί, αγαπητοί μου, να σκεφθούμε ότι για χάρη του ανθρώπου, για χάρη της ανθρωπίνης ψυχής, έγινε ο Λόγος σαρξ! Δηλαδή ενηνθρώπησε Αυτός ο Θεός Λόγος. Όταν ο Κύριος είπε: «Τί δώσει νθρωπος ντάλλαγμα τς ψυχς ατο;». «Τι μπορεί να δώσει ο άνθρωπος σαν αντάλλαγμα;». Εννοούσε ότι κανένα αντάλλαγμα δεν υπάρχει. Πλην ενός. Κι εδώ είναι το κύριο σημείον. Κι αυτό το ένα είναι ο Ενανθρωπήσας Θεός Λόγος. Έρχεται και μας λέει: «Δώσ’ μου την ψυχή σου και θα σου δώσω τον εαυτό μου!». Αν θέλετε: «Δώσ’ μου τον θάνατό σου και θα σου δώσω τη ζωή μου!». Είναι το μοναδικόν αντάλλαγμα. Αναφορά του θέματος γίνεται σε μία ευχή του Μεγάλου Βασιλείου, αγαπητοί μου, που ακούσαμε σήμερα.

Αλλά, να το δούμε κι αυτό, το τι θα πει «ντάλλαγμα». Είναι γνωστό ότι στην Παλαιά Διαθήκη η έννοια του ανταλλάγματος ήταν η εξής. Όταν έμελλε ο Θεός να εξαγάγει τον λαό Του από την Αίγυπτο, τότε, το τελευταίο βράδυ προ της αναχωρήσεώς των, έπεσε επάνω στην Αίγυπτο η δεκάτη πληγή. Ήτανε φοβερή! Όλα τα πρωτότοκα των Αιγυπτίων απέθανον. Και τα πρωτότοκα των ζώων. Απέθανον. Όλα! Εκτός βέβαια από τα πρωτότοκα των Εβραίων. Έτσι, όταν ο Θεός έδωσε αυτήν την πληγή, έδωσε και μίαν εντολή: Να βάψουν τα ανώφλια των σπιτιών των οι Εβραίοι με το αίμα ενός αρνιού που θα έσφαζαν. Αυτό δεν θα το έβραζαν να το φάνε, αλλά θα το έψηναν. Γιατί το ψητό γίνεται πιο γρήγορα από το βραστό. Δηλαδή δείγμα γρηγοράδας. Ότι τα πράγματα δεν περιμένουν. Ότι έπρεπε να φύγουν εκείνο το βράδυ. «Και μάλιστα, τα παπούτσια σας», λέει, «θα τα κρατάτε στο χέρι». Έχετε δει κάποιες χωριάτισσες καμιά φορά, όταν θέλουν να ανοίξουν δρόμο να τρέξουν, να περπατήσουν, βγάζουν τα παπούτσια τους. Για τον άνθρωπο της πόλεως αυτό είναι ακατανόητο. Για να πάρομε μία εικόνα. Και μάλιστα να βάλουν ζώνη στη μέση, γιατί ήταν χιτώνες ποδήρεις, για να μην εμποδίζονται εις το τρέξιμο.

Τα πράγματα λοιπόν δεν περίμεναν. Έτσι θα έπρεπε να φάνε το αρνί το ψητό, να φύγουν, με το αίμα του οποίου έβαψαν τα ανώφλια των θυρών των, ώστε ο άγγελος ο ολοθρευτής, όταν έβλεπε αυτό το αίμα δεν θα έμπαινε να θανατώσει το πρωτότοκον της οικογενείας, όπου δεν έβλεπε το αίμα – και αυτό ήτανε βεβαίως μόνον εις τα σπίτια των Αιγυπτίων. Προσέξτε. Αυτό ήταν ένα μυστικό που μπορούσε να κυκλοφορήσει σε έναν ολόκληρο λαό, χωρίς να προσβληθεί η εχεμύθειά του. Σ’ αυτό το σημείο θα είχα πάρα πολλά να πω. Προχωρώ. Για το θέμα της εχεμυθείας. Εγώ αν σας πω κάτι και σας πω: «Μην το πείτε πουθενά!», θα το μάθει όλη η Λάρισα. Ενώ σας είπα, μην το πείτε πουθενά. Θα το πείτε στη γειτόνισσα, θα το πείτε στη φίλη σας, θα το πείτε στον συγγενή σας, αλλά δεν θα κρατηθεί μυστικό. Εδώ έχομε μία περίπτωση διατηρήσεως εχεμυθείας κατά έναν καταπληκτικόν τρόπον και πρωτότυπον. Πού να ξέρουν οι Αιγύπτιοι… πού να ήξεραν οι Εβραίοι πρώτα πρώτα ότι θα ήταν μοιρασμένη η περίπτωση. Τα πρωτότοκά τους δεν θα πάθαιναν τίποτε· αλλά θα πάθαιναν των Αιγυπτίων τα πρωτότοκα. Με μόνο το αίμα. Το αίμα τι θα ήταν αυτό; Ένα αντάλλαγμα!

Όταν αργότερα ήρθαν εις την γη της επαγγελίας οι Εβραίοι, τότε ο Θεός λέει το εξής: «Κοιτάξτε, Εγώ γλύτωσα τα πρωτότοκά σας· λοιπόν, τι θα μου δώσετε για εκείνο που Εγώ σας έδωσα;». Προσέξτε. «Τι θα μου δώσετε;». Θέλει αντάλλαγμα ο Θεός. Εδώ τώρα η έννοια της ανταλλαγής. Και τι; Όταν το αγόρι, γιατί περί αγοριών επρόκειτο, θα εγίνετο 40 ημερών, θα προσέφερε ο κάθε Εβραίος το παιδί του στον Θεό. Του ανήκει. Του ανήκει. Διότι είπε ο Θεός: «Μου ανήκουν τα πρωτότοκα. Αλλά δεν θα τα κρατήσω τα παιδιά σας. Θα μου δώσετε ένα αντάλλαγμα. Και αυτό το αντάλλαγμα θα είναι ή ένα κατσικάκι ή ένα προβατάκι ή αν είναι φτωχός ο άνθρωπος, ένα ζεύγος», λέει, «τρυγόνια». «Θα μου δώσεις και θα σου δώσω». Αυτή είναι η έννοια της ανταλλαγής. Πιστεύω το κατανοήσαμε.

Εδώ όμως τα πράγματα… – γι’ αυτό και στην Υπαπαντή που γιορτάζουμε επήγε ο Ιωσήφ ζεύγος τρυγόνων, που έδειχνε βέβαια ότι ήτανε πάρα πολύ φτωχοί. Η Θεοτόκος, ο Ιωσήφ ήταν πάρα πολύ φτωχοί άνθρωποι. Ήταν όμως τύπος αυτό. Ήταν τύπος μιας μεγάλης ανταλλαγής, που θα ήταν σε σχέση με την αμαρτωλή φύση μας και τον Ενανθρωπήσαντα Θεόν Λόγον. Δηλαδή, «Άνθρωπε, δώσ’ μου την αμαρτωλή σου φύση και θα σου δώσω την αγία μου φύση. Ανθρωπίνη. Δώσε μου ένα σώμα θνητόν και φθαρτόν και θα σου δώσω ένα σώμα αθάνατον και άφθαρτον. Θα σου δώσω το Σώμα μου και το Αίμα μου και με τον τρόπον αυτόν, δια του Σταυρού, θα γίνεις άφθαρτος και αθάνατος». Συμφέρει αυτή η ανταλλαγή; Τι σημαίνει λοιπόν «αντάλλαγμα»; Δίνω το δικό μου και παίρνω το δικό σου. Έξυπνο δεν είναι; Συμφέρον δεν είναι; Όμως προϋποθέτει πίστιν. Εάν δεν το πιστέψεις, μένεις χωρίς αυτήν την ανταλλαγή. Δεν είναι όμως μία αγοραπωλησία. Σημείωσατέ το. Αλλά μία ανταλλαγή κάποιων ποσών, κάποιων πραγμάτων. Το ποσόν της υπάρξεώς μου, το ποσόν της ανθρωπίνης υπάρξεως του Χριστού.

Είπαμε ότι η ψυχή δεν έχει αντάλλαγμα για τίποτα. Γιατί τίποτα δεν είναι ανώτερό της. Πλην της ανθρωπίνης φύσεως, ανθρωπίνης, όχι της θείας, της ανθρωπίνης φύσεως του Θεού Λόγου. Έτσι έρχεται ο Ιησούς και παίρνει ό,τι έχομε και μας δίνει ό,τι έχει. Δια του Σταυρού. Θαυμάσια φαίνεται αυτό, αγαπητοί μου, εις την Θείαν Λειτουργίαν που σας είπα, δίνομε το ψωμί μας και το κρασί μας και παίρνομε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Ανταλλαγή είναι αυτό. Του δίνομε, μας δίνει. Λέγει ο Μέγας Αθανάσιος: «Τό τίμιον αμα το Χριστοῦ, τό ντάλλαγμα τς πέρ το κόσμου ζως». Για τη ζωή του κόσμου είναι το αντάλλαγμα. Του δίνομε – θα το πω, δεν πειράζει αν επαναλαμβάνω- τη θνητότητά μας και τη φθαρτότητά μας και μας δίνει την αθανασία και την αφθαρσία. Και συνεχίζει ο Μέγας Αθανάσιος και λέγει: «Οχ οον τε ν τερον νθ’ τέρου ντιδοναι λύτρον -Αυτό είναι το λύτρον, η έννοια του λύτρουλλά σμα ντί σώματος καί ψυχήν ντί ψυχς δέδωκεν». Γιατί ο Χριστός είχε και ψυχή ανθρωπίνη. Δεν ήτανε σώμα και Θεός Λόγος. Αλλά ήταν Θεός Λόγος ενωμένος με την ανθρωπίνη φύση. Και εννοούμε «ανθρωπίνη φύση», τέλειον σώμα και τελείαν ψυχήν. Μας δίνει λοιπόν το σώμα Του και παίρνει το δικό μας. Μας δίνει την ψυχή Του και την ανθρωπίνη και παίρνει τη δική μας. Ένα λοιπόν αντάλλαγμα είναι το συμφέρον, που δεν είναι τίποτα πιο πάνω παρά μόνον αυτό, το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Η ανθρωπίνη φύσις του Ιησού Χριστού.

«Καί τελείαν παρξιν –συνεχίζει- πέρ λου το κόσμου. Τουτέστιν, τό ντάλλαγμα το Χριστο». Αυτό είναι το αντάλλαγμα του Χριστού. Ο Χριστός δεν έδωσε λύτρον στον Θεό Πατέρα, όπως θέλουν να πιστεύουν και να λένε οι Δυτικοί, στη δυτική θεολογία. Δεν έδωσε λύτρο στον Θεό Πατέρα. Πολύ περισσότερο, δεν έδωσε λύτρο στον διάβολο. Γιατί και αυτό λέγεται. Ότι έδωσε λύτρο εις τον διάβολο. Για να μας εξαγοράσει. Όχι. Η έννοια του λύτρου είναι η έννοια της ανταλλαγής, του ανταλλάγματος. Όπως λέει ο Μέγας Βασίλειος -σήμερα το ακούσαμε, ξέρετε, αυτές τις πέντε Κυριακές έχομε τη Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, Κυριακές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής-: «δωκεν αυτόν ντάλλαγμα τ θανάτ, ν κατειχόμεθα». «Πήρε ό,τι μας ανήκε, Του τα δώσαμε εμείς αυτά και μας έδωσε εκείνα που Του ανήκουν». Έτσι μας δίνει ό,τι είναι και παίρνει επί του Σταυρού ό,τι είμεθα. Μας δίνει τη ζωή Του και παίρνει τον δικό μας θάνατο. «Δούς -λέει ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης- αυτόν ντάλλαγμα του σο θανάτου». «Σου παίρνει τον θάνατο. Και σου δίνει τη ζωή». Επί του Σταυρού έπρεπε να ανεβεί η ανθρωπότητα κανονικά και να πληρώσει τις αμαρτίες της. Αλλά αντί της ανθρωπότητος ανέβηκε Εκείνος. «Λάβητε ντάλλαγμα το πεπτωκότος τόν Χριστόν», λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος. Όταν ο ευαγγελιστής Ιωάννης γράφει ότι « Πατήρ δωκε τόν Υόν», αυτό το «δωκε» σημαίνει αυτό το μυστηριώδες και θεοπρεπές αντάλλαγμα. Σου δίνω, μου δίνεις. Ή καλύτερα, μου δίνεις, σου δίνω. Σ’ αυτήν την τάξη. Και σημειώνει ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας: «Τόν διον Υόν τς πάντων μν σωτηρίας ντάλλαγμα δέδωκεν Πατήρ». Και το αξιοθαύμαστον της αγάπης του Θεού στον άνθρωπο συνεπώς είναι αυτή η ανταλλαγή.

Ο Κύριος ακόμη μίλησε, αγαπητοί μου, περί απωλείας της ψυχής. Ότι μπορείς να χάσεις την ψυχή σου. Ή περί ανταλλάγματος της ψυχής. Πότε όμως χάνεται η ψυχή; Δηλαδή πότε χωρίζεται από τον Θεό; Γιατί η ψυχή καθ’ εαυτήν είναι αθάνατη. Δεν χάνεται. Αδύνατον. Δεν χάνεται. Γιατί δεν θέλει ο Θεός να χαθεί. Δηλαδή να γυρίσει στο μηδέν. Ή να μετασχηματιστεί σε κάτι άλλο. Αδύνατον. Γιατί έτσι το θέλει ο Θεός. Δεν είναι η ψυχή εκ φύσεως αθάνατη, όπως έλεγαν οι Πλατωνικοί, ή ο αρχαίος κόσμος, οι φιλόσοφοι. Δεν είναι εκ φύσεως αθάνατη. Και μάλιστα ο Πλάτων στηρίζεται επάνω στη λογικότητα της ψυχής, για να υποστηρίξει την αθανασία της ψυχής. Λάθος. Λάθος! Η λογικότητα είναι απλώς μία ιδιότητα της ψυχής. Θέλει ο Θεός η ψυχή να είναι αθάνατη. Είναι μόνο ο Θεός αθάνατος εκ της φύσεώς Του. Λέει ο Απόστολος Παύλος: « μόνος χων θανασίαν, φς οκν πρόσιτον», κ.τ.λ. κ.τ.λ. Όλα τα άλλα είναι κτιστά. Και ό,τι είναι κτιστό, δεν μπορεί να μένει, παρά μόνο εάν ο Θεός θέλει να μένει.

Έτσι τι θα πει εδώ «απώλεια της ψυχής», ότι η ψυχή χάνεται; Ότι απλώς χωρίζεται από τον Θεό. Όταν αμαρτάνει και προπαντός όταν αθετεί τον Θεόν και Τον αρνείται. Τότε «χάνεται». Το «χάνεται», εντός εισαγωγικών. Έχει την αιωνία κόλαση. Ούτε οι δαίμονες θα χαθούν. Ούτε οι αμαρτωλές ψυχές θα χαθούν. Τίποτα δεν χάνεται. Λέγει ένας πατήρ: «Μή γάρ τέραν χεις ψυχήν ντί ψυχς δοναι;(:Μπα! Μήπως έχεις κάποια άλλη ψυχή στην αποθήκη, για να χάσεις αυτή, ώστε να ‘χεις εκείνη την εφεδρικήν ψυχήν;)- Δεν έχομε εφεδρική ψυχήν, αγαπητοί- Χρήματα γάρ οκία νδράποδα δύνασαι νταλλάξασθαι (:Τα πάντα μπορείς να ανταλλάξεις. Και σπίτι και… «νδράποδα» είναι οι άνθρωποι οι δούλοι) ψυχήν δέ πολες; (:Έχασες την ψυχήν σου;) τέραν ποδοναι ο δυνήσει ψυχήν (:Δεν μπορείς να δώσεις άλλη ψυχή. Τελείωσε. Μία και μοναδική)». Και προσθέτει ότι αυτό δεν είναι θαυμαστό μόνον για την ψυχή αλλά είναι και για το σώμα. Και για το σώμα. Κι αυτό, αφού θα αναστηθεί; Μύρια διαδήματα και αν φοράς, στέμματα, έχεις όμως άρρωστο σώμα, με τι μπορείς να ανταλλάξεις αυτό με ένα γερό σώμα; Μπορείς; «Ες μόνον -λέγει ένας εκκλησιαστικός συγγραφεύς- δεδύνηται δοναι νταλλάγματα τς πολλυμένης πρότερον ψυχς μν· νησάμενος μς τ αυτο τιμί αματι». «Ένας μόνον μπορεί να δώσει αντάλλαγμα. Αυτός ο Οποίος έδωσε το αίμα Του για μας».

Αλλά και το σώμα θα γίνει άφθαρτο και αθάνατο. Μην το ξεχνούμε. Έδωσε το Σώμα Του ο Χριστός, για να πάρομε άφθαρτο και αθάνατο σώμα. Έδωσε την ψυχή Του την ανθρωπίνη ο Χριστός, για να πάρομε την αιωνία ένωση μετά του Αγίου Τριαδικού Θεού. Εάν, λοιπόν, δεν υπάρχει αντάλλαγμα της ανθρωπίνης ψυχής παρά μόνον ο Ιησούς Χριστός, τότε αν κανείς αρνείται τον Ιησούν Χριστόν, με τι θα ανταλλάξει την ψυχή του και να μείνει στην αιωνιότητα; Δεν υπάρχει

Λέει ο απόστολος Παύλος έναν φοβερόν και συνεπέστατον λόγον. Λίγο θα σας μεταφράζω· είναι στην προς Εβραίους. «κουσίως γάρ μαρτανόντων μν μετά τό λαβεν τήν πίγνωσιν τς ληθείας (: Αν κανείς –λέγει- συνεχίζει να αμαρτάνει, μετά από την επίγνωση της αληθείας) οκέτι περί μαρτιν πολείπεται θυσία (:δεν υπάρχει άλλη θυσία περί αμαρτιών σου. Είναι μία η θυσία. Του Χριστού. Κάπου Τον αρνείσαι όμως τον Χριστόν) φοβερά δέ τίς κδοχή κρίσεως καί πυρός ζλος σθίειν μέλλοντος τούς πεναντίους«πυρός ζλος»: η αιωνία κόλασις- . θετήσας τίς νόμον Μωυσέως χωρίς οκτιρμν πί δυσίν τρισί μάρτυσι ποθνήσκει -αδυσώπητος ο μωσαϊκός νόμος. Ενώπιον δύο ή τριών μαρτύρων έκανες κάτι; Θα πεθάνεις! πόσ δοκετε χείρονος ξιωθήσεται τιμωρίας τόν υόν το Θεο καταπατήσας καί τό αμα τς διαθήκης κοινόν γησάμενος (:πόσο χειρότερα λοιπόν θα τιμωρηθεί εκείνος ο οποίος θεώρησε το Αίμα του Υιού του Θεού… το κατεπάτησε και… – ακούτε- το θεώρησε κοινόν; «Ε, τι είναι το Αίμα του Χριστού; Όπως είναι το αίμα κάθε ανθρώπου, όπως είναι το αίμα κάθε ζώου». Τι είναι; Το θεωρείς κοινόν…) ν γιάσθη, καί τό Πνεμα τς χάριτος νυβρίσας; (:με το οποίον Αίμα του Χριστού αγιάστηκε και το Πνεύμα της χάριτος τώρα το ενυβρίζει;). Φοβερόν τό μπεσεν ες χερας Θεο ζντος». «Φοβερό πράγμα», λέγει, «να πέσει κανείς στα χέρια του Θεού του ζώντος». Είναι στο δέκατο κεφάλαιο προς Εβραίους. Δηλαδή, βαφτίστηκες, γνώρισες την Αλήθεια, την γνώρισες, την έζησες, την αρνήθηκες, την κλώτσησες. Να ξαναγυρίσεις πίσω; Χμμ…

Ακόμη λέγει: «δύνατον τούς παξ φωτισθέντας γευσαμένους τε τς δωρες της πουρανίου καί μετόχους γενηθέντας Πνεύματος γίου…καί παραπεσόντας (:εκείνοι που γεύτηκαν – λέει- το Πνεύμα το Άγιον κ.λπ. κ.λπ. κ.λπ. και αφού παρέπεσαν) πάλιν νακαινίζειν ες μετάνοιαν». Τι λέγει; Αδύνατον! Είναι αδύνατον να ανακαινισθείς εις μετάνοιαν. Τυπικό παράδειγμα έχομε τους δαίμονες. Γι΄αυτό δεν μπορούν να μετανοήσουν. Είναι αδύνατον. Εάν οι άγιοι άγγελοι εστερεώθησαν με την Ενανθρώπηση και τη θυσία του Χριστού, δεν είναι τώρα ώρα να σας πω γιατί, στερεώθηκε η αγιότητά τους, δεν μπορούν πλέον να μετακινηθούν οι άγιοι άγγελοι, το ίδιο δεν μπορούν να μετακινηθούν και οι δαίμονες. Να φύγουν, δηλαδή, από την αμαρτωλή τους κατάσταση. Αγαπητοί μου, να μας ελεήσει ο Θεός.

Βλέπομε λοιπόν καθαρά, αγαπητοί, ότι η ψυχή είναι ανεκτίμητη. Και τίποτα δεν μπορεί να την αντικαταστήσει και να την ανταλλάξει, παρά μόνον ο Χριστός. «Άνθρωπε, δώσε μου την ζωή σου και θα σου δώσω τη δική μου! Άνθρωπε, δώσε μου το σώμα σου και θα σου δώσω το δικό μου. Άνθρωπε, δώσε μου την ψυχή σου και θα σου δώσω τη δική μου».

Αν όμως τον Χριστόν αθετήσομε μετά το βάπτισμά μας, τότε την αμαρτωλή μας ψυχή με τι θα την ανταλλάξομε; Πρόκειται περί οριστικής απωλείας. Σοβαρά πράγματα. Γι΄αυτό ας φοβηθούμε τον δυνάμενον να μας απολέσει. Και ας ακούσομε άλλη μία φορά τα λόγια Του τα βαρυσήμαντα: «Τί γρ φελήσει νθρωπον ἐὰν κερδήσ τν κόσμον λον, κα ζημιωθ τν ψυχν ατο; τί δώσει νθρωπος ντάλλαγμα τς ψυχς ατο;».

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή  μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,

μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

  • Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.

  • http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_712.mp3

  •  

Αρχιμ. Αθανάσιος Μυτιληναίος (ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟΝ ΤΗΣ ΘΛΙΨΕΩΣ ΣΤΗ ΣΩΤΗΡΙΑ)

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ΝΗΣΤΕΙΩΝ [:Μάρκ.8,34-9,1]

Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα: 
«ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟΝ ΤΗΣ ΘΛΙΨΕΩΣ ΣΤΗ ΣΩΤΗΡΙΑ»

[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 3-4-1994]

[ Β 295 ] Έκδοσις Β΄

Σήμερα, αγαπητοί μου, η Εκκλησία μας, στο μέσον της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, προβάλλει τον Τίμιον Σταυρόν προς θέαν, προς κατανόησιν της θεολογίας Του και προς προσκύνησιν υπό των πιστών. Ο Τίμιος Σταυρός είναι το σύμβολον της θυσίας και ταυτόχρονα το σύμβολον της ενισχύσεωςΑυτό σημαίνει ότι η Εκκλησία μας προβάλλει σε κάθε αγιαστική της πράξη τον Τίμιον Σταυρόν, για να φανερώνει κάθε στιγμή ότι το Ευαγγέλιον είναι σταυρικόν. Θα το επαναλάβω. Ότι το Ευαγγέλιον είναι σταυρικόν. Ότι απαιτείται θυσία. Θυσία από τους πιστούς. Ότι αποτελεί όρον εισόδου στην Βασιλεία του Θεού. Είναι ακόμη και ενίσχυσις των πιστών, διότι με τον Τίμιον Σταυρόν ενικήθησαν οι αντίδικοί μας δαίμονες. Επατήθη και το φαινόμενον του θανάτου.

Γίνεται ακόμη ο Τίμιος Σταυρός η κλίμακα ανόδου μας εις τον ουρανόν. Γιατί η προέκτασις του Τιμίου Σταυρού είναι η Ανάστασις του Χριστού. Ποτέ δεν προβάλλεται ο Σταυρός χωρίς την Ανάσταση. Όταν έχομε του Σταυρού κάποια τελετή, Μεγάλη Παρασκευή, η απόλυσις θα λέγει: « ναστς κ νεκρν». Ποτέ ο Τίμιος Σταυρός δεν προβάλλεται χωρίς, να επαναλάβω, την προέκτασή Του, που είναι η Ανάστασις του Χριστού. Η κλίμακα του Ιακώβ έδειχνε την δυνατότητα καθόδου του Θεού, αλλά και την δυνατότητα ανόδου του ανθρώπου. Και αυτή η Κλίμακα είναι τόσον η Θεοτόκος, όσον και ο Τίμιος Σταυρός.

Τίθεται, όμως, ένα θεμελιακό ερώτημα, που σίγουρα απασχολεί πολλούς από τους αδελφούς Χριστιανούς. Γιατί πρέπει να ζήσουμε την σταυρική ζωή; Όπως διάχυτα φαίνεται εις την σημερινή ευαγγελική περικοπή; Ή, γιατί, όπως λέγει ο Απόστολος μετά τον λιθοβολισμό του στα Λύστρα, «δι πολλν θλίψεων δεῖ (:πρέπει) μς εσελθεν ες τν βασιλείαν τν ορανν»; Γιατί «δι πολλν θλίψεων»; Ή γιατί πρέπει να εισέλθομε, όπως είπε ο Κύριος, δια της στενής πύλης και να περπατήσομε την ζωήν μας, να βαδίσομε στον στενό δρόμο, στην στενήν οδόν; Ή, όπως λέγουν οι Πατέρες, ότι ποτέ κανείς δια της ανέσεως δεν ανέβηκε στον ουρανό. Γιατί; Γιατί, δηλαδή, πρέπει να σηκώσω τον σταυρό μου; Για να σωθώ; Γιατί;

Η απορία είναι βασικής σημασίας. Ασφαλώς σε όλους έχει δημιουργηθεί, γιατί ασφαλώς αφορά στην ίδια μας την σωτηρία. Μάλιστα θα λέγαμε ότι η διάδοσις του Χριστιανισμού, εφόσον έχει το στοιχείον του σταυρού, και αφαιρεί την άνεσιν, τότε δεν θα μπορούσε εύκολα να διαδοθεί ο Χριστιανισμός. Μήπως είναι ένα ανασταλτικόν στοιχείον στις ιεραποστολές;

Αλλά ας παρακολουθήσομε το θέμα, να το δούμε, είναι πάρα πολύ σπουδαίο, θα επαναλάβω, είναι θέμα σωτηρίας μας. Αναμφισβήτητα, αγαπητοί μου, ο Θεός ποτέ δεν θα ήθελε τα πλάσματά Του να θλίβονται και να υποφέρουν. Ποτέ. Δεν μας εδημιούργησε, δεν μας έκανε για να θλιβόμαστε. Κανένα πλάσμα του Θεού, μα κανένα, από το ζωικό βασίλειο, δεν είναι δυστυχισμένο. Βέβαια, δευτερευόντως, αν βλέπετε τα σπουργίτια να τρώνε τους σπόρους κάτω στη γη κι έχουν μία ανησυχία, είναι σε μία φοβερή ετοιμότητα να πετάξουν και να φύγουν, γιατί έχουν την αίσθηση ότι καιροφυλακτεί κίνδυνος, αυτό, αγαπητοί μου, είναι γιατί η φύσις αλλοιώθηκε, ένεκα της αμαρτίας των πρωτοπλάστων. Αλλά όμως ο Θεός δεν κάνει κανένα ζώο δυστυχές. Πώς, λοιπόν, θα ήταν ο άνθρωπος δυστυχισμένος; Για ποιον λόγο; Αντίθετα, ο Θεός δημιουργεί έναν Παράδεισον. Εκεί που ετοποθέτησε τους πρωτοπλάστους. Και μας λέγει σαφώς η Αγία Γραφή, ότι ο Παράδεισος αυτός ελέγετο «Παράδεισος τς τρυφς». Και, όπως ξέρετε, «τρυφή» θα πει απόλαυσις.

Ο Θεός, ο Ίδιος ο Δημιουργός, ζει στην μακαριότητα. Και τα πλάσματά Του τα καθιστά μακάρια. Έστω κι αν είναι παροδική η ζωή τους. Εννοείται, έξω από τον άνθρωπο. Γιατί ο άνθρωπος επλάσθη, ούτε να πεθάνει, ούτε να μην πεθάνει. Ούτε να πεθάνει, ούτε να μην πεθάνει. Δημιουργός του θανάτου δεν είναι ο Θεός. Αλλά αναλόγως την στάση που θα έπαιρνε ο άνθρωπος, θα ζούσε ή θα πέθαινε. Την στάση έναντι της εντολής του Θεού.

Όμως από φθόνο, του διαβόλου τον φθόνο, εισάγεται η αμαρτία και το αποτέλεσμά της ήταν και είναι ο θάνατος. Όταν οι πρωτόπλαστοι είδαν τον καρπόν, μετά, πάντοτε από την δαιμονικήν εισήγησιν, που είπε ότι «θα γίνετε θεοί», τότε, τον είδαν, λέγει η Γραφή, «καλν ες βρσιν κα τι ρεστν τος φθαλμος δεν κα ραον στ το κατανοσαι». Δηλαδή, «καλόν τον δένδρον, ωραίος ο καρπός να τον βλέπεις εις την όρασιν και ευχάριστος στη δοκιμή του, στη γεύση του, στη βρώση του». Τότε άρχισε να γεννιέται για πρώτη φορά η ένοχη ηδονή. Η ένοχη ηδονή. Και λέμε ένοχη την ηδονή αυτήν, γιατί αυτός ο Παράδεισος ήτο τρυφή, ήτο ηδονή· που σημαίνει νόμιμος απόλαυσις. Και η ηδονή, ευθύς μετά εγέννησε την οδύνη, τον πόνο. Έτσι η οδύνη ήτο από την απώλεια της μακαριότητος και τη γεύση του θανάτου. Έκτοτε έχομε αυτό το δίπολο, το αδιάσπαστο δίπολον, ηδονή-οδύνη. Ηδονή-οδύνη.

Όταν ήλθε ο Χριστός εις τον κόσμον, έζησε τον καρπόν της ηδονής, που είναι η οδύνη. Αλλά χωρίς την ηδονή, βεβαίως. Και τούτο γιατί ανέλαβε την ανθρωπίνη φύση μας, χωρίς φυσικά και την αμαρτία μας. Ο άνθρωπος έπρεπε, με την βοήθεια του Ενανθρωπήσαντος Λόγου, να βαδίσει τον ίδιο δρόμο της επιστροφής, που ήταν η οδύνη. Να γιατί στενή η πύλη, να γιατί στενός ο δρόμος. Έπρεπε να γυρίσει πίσω, δια της οδού της οδύνης. Επί παραδείγματι, δεν ενήστευσε στον Παράδεισο, όταν ο Θεός είπε «Δεν θα δοκιμάσετε από τον καρπόν», απώλεσε τον Παράδεισο. Για να ξαναγυρίσει, έπρεπε να νηστεύσει. Τηρώντας την αρχική συμβουλή, τον αρχικό νόμο, την αρχική εντολή. Ο Θεός, εκείνο που θέτει, θα το φέρει, θα το φέρει, ίσως από μύριες περιπέτειες, δεν αθετείται, όμως, ποτέ ο λόγος Του. «Θα γυρίσεις πίσω; Θα βαδίσεις πάλι τον ίδιο δρόμο, θα τηρήσεις την εντολήν της νηστείας». Γι’αυτό νηστεύομε.

Επειδή δεν επίστευσε εις τον λόγον του Θεού, ακόμη κάτι καλύτερο παράδειγμα και κεφαλαιώδες και κεντρικό, ότι θα πεθάνεις αν παραβείς την εντολήν του Θεού, οι πρωτόπλαστοι απώλεσαν τον Παράδεισον. Τώρα, για να ξαναγυρίσουν πίσω, πρέπει να βαδίσουν τον ίδιο δρόμο. Ποιο δρόμο; Της πίστεως. Γι’αυτό ο Χριστιανισμός είναι πίστις. Θα πιστέψεις. Σε τι θα πιστέψεις τώρα; Στο θεανθρώπινον πρόσωπον του Χριστού. Γιατί ο Χριστός, ο Θεός που ενηνθρώπησε, κι είναι ο Ίδιος ο Θεός Λόγος μες στον Παράδεισον που έθεσε την εντολή, για να επιστρέψεις, πρέπει να πιστέψεις ότι είναι ο ίδιος. Ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός. Τότε δεν επίστεψαν οι πρωτόπλαστοι. Τώρα πρέπει να πιστέψουμε για να γυρίσουμε πίσω. Βλέπετε, δεν αθετείται οτιδήποτε ο Θεός θέτει, το ξαναλέγω.

Έτσι κι εδώ. Βαδίσαμε την οδόν της οδύνης. Βαδίσαμε την οδόν της ηδονής, για να έρθει η οδύνη. Θα γυρίσουμε πίσω δια της οδού της οδύνης. Με την διαφορά ότι όταν ήλθε ο Χριστός, μας διαφοροποίησε αυτήν την οδύνη. Δεν είναι η οδύνη του κόσμου· που μεθάς, γλεντάς, ασωτεύεις και πονάς. Παίρνεις ναρκωτικά, παίρνεις, τσακίζεις τον εαυτόν σου… Δεν είναι αυτή η οδύνη του κόσμου, του προπατορικού αμαρτήματος και του θανάτου. Δεν είναι αυτή η οδύνη· που γεννάει την αμαρτία ή η αμαρτία την οδύνη. Είναι η οδύνη, εδώ είναι η διαφοροποίησις, που προκαλείται από τη βίωση της πνευματικής ζωής και από την άρση, το σήκωμα του σταυρού. Αυτή η οδύνη. Αυτήν την οδύνη πρέπει τώρα να αποδεχθείς, για να γυρίσεις πίσω. Θα αποβάλεις, θα απαρνηθείς την οδύνη που γεννήθηκε από την αμαρτία, την ηδονή, που είναι ο κόσμος, τα πάθη. Θα πάρεις την άλλη την οδύνη, του σταυρού. Για να γυρίσεις πίσω.

Είπαμε ότι το σχήμα ηδονή-οδύνη οδήγησε τον άνθρωπο έξω από τον Παράδεισον. Για να ξαναγυρίσει τώρα πρέπει να ακολουθήσει τον αντίστροφο δρόμο. Πώς το είπα; Ηδονή-οδύνη. Τώρα το αντίθετο: Οδύνη-ηδονή. Οδύνη-ηδονή. Αντίστροφα. Και η ηδονή θα είναι η τρυφή της Βασιλείας του Θεού. Με την ηδονή τώρα θα πας στην τρυφή της Βασιλείας του Θεού. Οδύνη-ηδονή. Η οδύνη θα γεννήσει τώρα την ηδονή, την τρυφήν της Βασιλείας του Θεού. Η οδύνη, θα το επαναλάβω, είναι η σταυρική ζωή.

Έτσι, έχομε τον πνευματικόν τοκετόν. Δηλαδή την απόκτηση της σωτηρίας, μέσα από μια οδύνη. Ξέρετε ότι η γυναίκα άμα γεννάει, έχει οδύνη. Γιατί έχει τις ωδίνες· δηλαδή τους κοιλόπονους. Γράφει ο Ησαΐας, στην ωδή του είναι: «Κα ς  δίνουσα (:Και όπως αυτή που κοιλοπονά) γγίζει το τεκεν (:πλησιάζει η ώρα να γεννήσει) κα π τ δνι ατς κέκραξεν (:και στον πόνο της, στον κοιλόπονό της έκραξε, φώναξε) οτως γενήθημεν τ γαπητ σου (:έτσι κι εμείς –λέει- γινήκαμε για τον αγαπητό Σου. -Ποιον; Για τον Ιησούν Χριστόν) δι τν φόβον σου, Κύριε· ν γαστρ λάβομεν κα δινήσαμεν (:Βάλαμε τον φόβο Σου μέσα μας, εγκυμονήσαμε τον φόβο Σου, Κύριε, και πονέσαμε τον φόβο της εγκυμοσύνης αυτής. Την οδύνη, ε; Τον φόβο, την οδύνη) κα τέκομεν· πνεμα σωτηρίας (:και γεννήσαμε το πνεύμα της σωτηρίας)». Η αντίστροφος κίνησις. Ελπίζω να είμαι σαφής.

Αυτή η οδύνη εκφράζεται από την Καινή Διαθήκη ως εξής. Λέει ο Κύριος: «Εσέλθετε δι τς στενς πύλης. Τί στεν  πύλη κα τεθλιμμένη  δς  πάγουσα ες τν ζωήν, κα λίγοι εσν ο ερίσκοντες ατήν! (: Λίγοι είναι εκείνοι που την βρίσκουν)». Ακόμη, ο Κύριος είπε: «στις θέλει –αυτό που ακούσαμε σήμερα- πίσω μου λθεν, παρνησάσθω αυτν –Ξέρετε, η απάρνησις του εαυτού μας είναι οδυνηροτάτη. Οδυνηροτάτη. Να απαρνηθείς τον εαυτόν σου- κα ράτω τν σταυρν ατο, κα κολουθείτω μοι». «Να σηκώσει όλες τις θλίψεις της ζωής»Ποιες θλίψεις; Αυτές που γεννιώνται στη σύγκρουσή σου με το πνεύμα του κόσμου. Στην σύγκρουσή σου με το πνεύμα του κόσμου. Την ειρωνεία, τον διωγμόν, την αποδοκιμασία. Να σηκώσεις αυτόν τον σταυρόν. Και του Παύλου, που ήδη σας τα είπα αυτά και προηγουμένως: «Δι πολλν θλίψεων δε (:Με πολλές θλίψεις πρέπει… -Εκείνο το «δε». Το φοβερό «δε»…) ἡμς εσελθεν ες τν βασιλείαν τν ορανν».

Αλλά γιατί; Για δύο λόγους. Ο πρώτος λόγος: Η απαλλαγή μας από τα προσωπικά πάθη, από τις ροπές του προπατορικού αμαρτήματος, από την άσκηση και την ενάσκηση της πνευματικής ζωής. Απ’ αυτά όλα προκύπτει οδύνη. Ξέρετε πώς είναι τα πάθη μας; Κάτι περισσότερο από ό,τι τα στρείδια, κολλημένα στα ύφαλα ενός καραβιού· που έχουν ενσωματωθεί. Εδώ τα πάθη μας και οι ροπές μας έχουν γίνει δευτέρα φύσις… Ώστε να λέμε «ο φυσικός άνθρωπος είναι αυτός κι αυτός», όπως τον περιγράφει η Ψυχολογία. Δεν είναι όμως αυτός ο άνθρωπος, όπως τον περιγράφει η Ψυχολογία. Γι’αυτό και η επέμβαση της Ψυχολογίας δεν είναι η ορθή. Δεν είναι της ώρας να σας πω πιο πολλά. Συνεπώς είναι εύκολο πράγμα να ξεκολλήσεις την δευτέρα σου φύση; Είναι φοβερό. Οδυνηρότατον.

Ο δεύτερος λόγος. Μας λέγει η Γραφή ότι « κόσμος λος ν τ πονηρ κεται», λέει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης. «Ο κόσμος ολόκληρος βρίσκεται εις την αγκαλιά του διαβόλου»Και εις τον κόσμον αυτόν τον πονηρόν είναι ενταγμένοι οι πνευματικοί άνθρωποι. Πρέπει να ζήσουν κατ’ ανάγκην μέσα εις αυτόν τον κόσμον, να ζήσουν μαζί του, τοπικά. Μαζί του. Δεν ξεχωρίζομε. Στο ίδιο λεωφορείο μπαίνομε, στην ίδια αγορά πηγαίνομε, συναλλασσόμεθα με όλον τον κόσμον, με όλους τους ανθρώπους. Πρέπει να ζήσουμε μαζί του. Συνεπώς; Κι όπως λέγει ο Κύριος: «νένδεκτον στίν το μ λθεν τ σκάνδαλα»«Είναι αδύνατον να μην έρθουν τα σκάνδαλα». Γιατί; Επειδή « κόσμος λος ν τ πονηρ κεται». Θα ‘ρθουν, λοιπόν, τα σκάνδαλα. Όλα αυτά σημαίνουν ότι ο πιστός… -σκάνδαλα, σου λέει ο άλλος: «Πάω στον δρόμο και σκανδαλίζομαι, πάω στην Εκκλησία ακόμα, βλέπω με τα μάτια μου πώς μπαίνουν ημίγυμνοι άνθρωποι, γυναίκες όλο και σκανδαλίζομαι» «νένδεκτον στίν το μ λθεν τ σκάνδαλα»Όλα αυτά σημαίνουν όμως ότι ο πιστός μέσα στον κόσμο, θα πρέπει οπωσδήποτε να ζήσει με θλίψη. Με θλίψη οπωσδήποτε. Θα δεχθεί το σκάνδαλο, την ειρωνεία, τον διωγμό. Είναι εκείνο που είπε ο Κύριος: «ν τ κόσμ θλψιν ξετε». Στον κόσμο θα έχετε θλίψη. «λλ θαρσετε· γ νενίκηκα τν κόσμον». «Πάρετε θάρρος. Εγώ τον ενίκησα τον κόσμον», λέει ο Κύριος.

Όπως αντιλαμβανόμεθα, αγαπητοί, ο σταυρός είναι απολύτως αναγκαίος για την σωτηρία μας· διότι η θλίψη αντιπροσωπεύεται από τον σταυρόν. Όταν ο Χριστός άπλωσε τις παλάμες Του επί του Σταυρού και Τον κάρφωσαν, δεν ήταν κάποια διασκέδασις, δεν ήταν κάποια άνεσις. Ήταν πόνος και θάνατος. Πρέπει να πεθάνομε εις τον κόσμον αυτόν, ως προς τον κόσμον αυτόν. Ως προς τον κόσμον αυτόν· για να ζήσομε.

Αλλά σωτηρία σημαίνει οικείωση του Χριστού. Πρέπει να οικειωθώ τον Χριστόν, για να έχω την σωτηρία. Και τούτο διότι ο Χριστός είναι « πρ μν» και « ντ μν». Τι θα πει αυτό; Θα πει ότι ο Χριστός έπαθε επί του Σταυρού, που ο κόσμος βέβαια εσταύρωσε τον Χριστόν και τον ανέβασε εις τον Σταυρόν, ο Χριστός έπαθε πρ μν, για μας και ντ μνΕμείς έπρεπε να ανεβούμε επάνω εις τον σταυρόν. Διότι εμείς είμεθα οι αμαρτωλοί. Όχι ο αθώος Ιησούς. Ο Χριστός, όμως, ανέβηκε για λογαριασμό μας. «Ὑπὲρ ἡμῶν» και «ἀντὶ ἡμῶν». Έτσι ο Χριστός γίνεται ο αντιπρόσωπός μας, προσέξατέ το αυτό. Ο αντιπρόσωπός μας, γιατί Εκείνος ανέβηκε εις τον Σταυρόν, Εκείνος, ο αντιπρόσωπός μας, απέναντι στον Άγιον Τριαδικόν Θεόν. Ευαρεστεί εις τον Πατέρα και ο Πατέρας, χάριν του Υιού, χαρίζεται σε όσους αντιπροσωπεύει ο Υιός.

Αλλά τι είναι εκείνο που καθορίζει την αντιπροσώπευση; Θα το πω άλλη μια φορά· προσέξτε. Η πίστις. Όταν πιστέψω στο θεανθρώπινον πρόσωπον του Χριστού, ήδη αντιπροσωπεύτηκα από τον Χριστόν. Εάν δεν Του αναθέσω αυτήν την αντιπροσώπευση, δεν σώζομαι. Πάλι η πίστις. Αλλά όχι μόνον η πίστις, αλλά και η οικείωσις στο πάθος του Χριστού. Το πάθος Του, θα γίνει πάθος μου. Πώς; Όταν συσταυρωθώ. Σταυρωθώ μαζί με τον Χριστόν. Πώς δηλαδή; Θα ανεβώ πάνω στον Σταυρόν; Πώς θα γίνει αυτό; Ακούστε πώς το λέγει ο Παύλος: «Χριστ συνεσταύρωμαι – Είδατε; Συνεσταύρωμαι. Μαζί με τον Χριστό σταυρώθηκα- Ζ δ οκέτι γώ, ζ δ ν μο Χριστός (:Την ζωή την παλιά, την ζωή της αμαρτίας δεν την ζω πια. Έχω πεθάνει ως προς αυτήν)·  δ νν ζ ν σαρκί, ν πίστει ζ τ το υο το Θεο το γαπήσαντός με κα παραδόντος αυτν πρ μο».

Κι εκείνο το θαυμάσιον: «νταναπληρ –γράφει στους Κολοσσαείς, ἀνταναπληρ: ἀντί-ἀνά-πληρῶ – τ στερήματα τν παθημάτων το Χριστο». (Γιατί το σώμα του Χριστού είναι στον κόσμον και πάσχει διαρκώς. Είναι η Εκκλησία· η οποία πάσχει· η οποία σταυρώνεται διαρκώς μες στην Ιστορία, έως το τέλος της Ιστορίας. Αντί, λοιπόν, του Χριστού, ο Οποίος πήγε στον ουρανό, «νταναπληρῶ», λοιπόν, «τ στερήματα», ό,τι δεν πρόλαβε Εκείνος να πάθει, των θλίψεων του Χριστού. Πού;) ν τ σαρκί μου (:στη σάρκα μου) πρ το σώματος ατο  στν  κκλησία (:Για λογαριασμό του σώματός Του, που είναι η Εκκλησία)». Γι’αυτό ο Παύλος οδοιπορεί, τρώει ξύλο, μπαίνει στις φυλακές, αγωνίζεται. Αυτό θα πει ότι «ο Παύλος ανταναπληροί τα υστερήματα των παθημάτων του Χριστού ν τ σαρκί του, υπέρ του σώματος του Χριστού, υπέρ της Εκκλησίας».

Αλλά η συσταύρωσις έχει και την συνέγερσιν. Ο Χριστός εμπρός, οι πιστοί από πίσωΑπό τον Σταυρό στην Ανάσταση. Και στην Βασιλεία του Θεού. Έτσι μπορούμε να κατανοήσομε, αγαπητοί μου, το μυστήριον του Σταυρού. Θέλετε; Το μυστήριον της σωτηρίας μας. Θέλετε; Το μυστήριον του Χριστιανισμού. Αυτό είναι το μυστήριον του Χριστιανισμού.

Όμως, από τους πάμπολλους Χριστιανούς, τους δικούς μας, τους ανθρώπους μας, δεν κατανοείται ο Σταυρός. Δηλαδή η θλίψη στη ζωή του Χριστιανού. Δεν κατανοείται. Η ευημερία, που είναι στην εποχή μας αφθονούσα, είναι πλέον σύνθημα της ζωής. Αλλά αυτό το σύνθημα στέκεται εχθρικά έναντι του Σταυρού του Χριστού. Ακούστε πώς το λέει ο Παύλος, προς Φιλιππησίους 3,18: «Πολλο περιπατοσιν, ος πολλάκις λεγον μν (:Ζουν πολλοί, που πολλές φορές σας έλεγα – λέει στους Φιλιππησίους) νν δ κα κλαίων λέγω (:και τώρα που σας γράφω, κλαίγοντας σας γράφω) τος χθρος το σταυρο το Χριστο –Ποιοι είναι αυτοί «οι εχθροί του Σταυρού του Χριστού;»:- ν (:των οποίων) τ τέλος πώλεια, ν  Θες  κοιλία–Δηλαδή; Ευημερία. Τι θα φάμε και τι θα πιούμε- κα  δόξα ν τ ασχύν ατν –Πορνεύομε μεγαλοπρεπώς,ναι, ζούμε τα σαρκικά αμαρτήματα και καυχώμεθα! «Και η δόξα τους», λέγει, «είναι σε πράγματα που θα έπρεπε να ντρέπονται», λέει ο Παύλος) ο τ πίγεια φρονοντες (:εκείνοι οι οποίοι φρονούν τα επίγεια). μν δ τ πολίτευμα ν ορανος πάρχει (:το δικό μας πολίτευμα είναι στον ουρανό)». Τι παρατηρούμε εδώ στα γραφόμενα του Παύλου; Πρώτον, αυτοί οι πιστοί είναι πολλοί. Δεύτερον, είναι εχθροί του Σταυρού του Χριστού, διότι καταργούν με τον τρόπο της ζωής τους τον σταυρόνΟ σταυρός όμως καταργούμενος, δημιουργεί συμβιβασμό με τον κόσμο, με το κοσμικό φρόνημαΚηρύσσεται νέος Θεός, που είναι η κοιλία, δηλαδή η ευημερίαΚηρύσσεται η εξορία της θλίψεως, της ασκήσεως, της στενής πύλης, της τεθλιμμένης οδού, δηλαδή η κατάργησις του Χριστιανισμού.

Αγαπητοί, σήμερα η Εκκλησία μας, στο μέσον της Τεσσαρακοστής, προβάλλει τον Τίμιον Σταυρό, για να μας ενθυμίσει ότι πρώτον, ο Τίμιος Σταυρός είναι η καρδία της σωτηρίας. Δεύτερον, είναι η καρδία της πνευματικότητος. Τρίτον, είναι το σύμβολον της θυσίας και της θλίψεως. Τέταρτον, αντιπαρατάσσεται στον κόσμο και στο κοσμικό φρόνημα, που διάκειται εχθρικά στον Θεό. Πέμπτον, είναι το σύμβολον της δυνάμεως και της ήττας των δαιμόνων. Έκτον, είναι το σύμβολον της ήττας του κόσμου. Έβδομον, είναι το μέγα διάσημον του Χριστού και η ακροτάτη Του δόξα. Όγδοον, είναι το σύμβολον της δόξης των πιστών· διότι δι’ αυτού θα εισέλθουν στην Βασιλεία του Θεού.

Έτσι ο άνθρωπος ξεκίνησε από τον Παράδεισον, τον Παράδεισον της τρυφής, εδοκίμασε την ηδονή, «τν δον τς παραλόγου βρώσεως», όπως λέγει ο άγιος Ανδρέας Κρήτης, απ’ όπου εγεννήθη η οδύνη του θανάτου. Ήλθε ο Χριστός. Και μαζί Του αποβάλαμε την φθοροποιό και θανατηφόρο ηδονή. Και με την πορεία στον δρόμο της οδύνης, που είναι ο σταυρός, φθάνομε πάλι στην τρυφή του Παραδείσου, στη μακαριότητα της Βασιλείας του Θεού. Ο Παράδεισος οριστικά δεν εχάθη. Τον άνοιξε ο Χριστός με τον Σταυρό Του. Τώρα τον ανοίγομε κι εμείς, με τον δικό μας τον σταυρό.

Έτσι, αυτά θαυμάσια τα εκφράζει, τα λέει ο Απόστολος Παύλος: «σπερ γρ ν τ δάμ, πάντες ποθνήσκομεν, ποθνήσκουσιν οτως κα ν τ Χριστ πάντες ζωοποιηθήσονται». Και ωραία το εκφράζει το κοντάκιο της ημέρας: «Οκτι φλογνη ομφαα φυλττει τν πλην τς δμ﮲ ατ γρ πλθε παρδοξος σβσις, τ ξλον το Σταυρο﮲ θαντου τ κντρον κα δου τ νκος λλαται﮲ πστης δέ, Σωτρ μου, βον τος ν δη﮲ Εσγεσθε πλιν ες τν Παρδεισον». Δηλαδή: «Δεν φυλάττει πια πύρινο σπαθί την πύλη της Εδέμ. Έσβησε παράδοξα με το ξύλο του Σταυρού. Το κεντρί του θανάτου και η νίκη του άδου παραμερίστηκαν. Ήλθες, Σωτήρα μου, φωνάζοντας σ’ αυτούς που στον Άδη μέναν: Στον Παράδεισο ξαναμπαίνετε».

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή

μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,

ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:

Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος



ΠΗΓΕΣ:

  • Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
  • https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_595.mp3
Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς (ΣΤΟΝ ΤΙΜΙΟ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟ ΣΤΑΥΡΟ)

ΣΤΟΝ ΤΙΜΙΟ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟ ΣΤΑΥΡΟ

Ο Σταυρός του Χριστού προαναγγελλόταν και προτυπωνόταν μυστικά από παλαιές γενεές, και κανείς ποτέ δεν συμφιλιώθηκε με τον Θεό χωρίς τη δύναμη του Σταυρού. Πραγματικά μετά την προγονική εκείνη παράβαση στον παράδεισο του Θεού δια του δέντρου, η μεν αμαρτία αναπτύχθηκε, εμείς δε πεθάναμε, έχοντας υποστεί και πριν από τον σωματικό θάνατο, τον θάνατο της ψυχής, όπως προκύπτει από τον χωρισμό της από τον Θεό. Όσο ζούσαμε μετά την παράβαση, ζούσαμε στην αμαρτία και τη σαρκική ζωή· η δε αμαρτία «τ γρ νόμ το Θεο οχ ποτάσσεται· οδ γρ δύναται· ο δ ν σαρκ ντες Θε ρέσαι ο δύνανται (:δεν υποτάσσεται στον νόμο του Θεού, επειδή ούτε έχει και τη δύναμη να υποταχθεί. Όσοι λοιπόν είναι παραδομένοι σε σαρκική και κοσμική ζωή δεν μπορούν να αρέσουν στον Θεό)»[Ρωμ. 8, 7-8].

Επειδή λοιπόν, όπως λέγει ο απόστολος: « γρ σρξ πιθυμε κατ το πνεύματος, τ δ πνεμα κατ τς σαρκός· τατα δ ντίκειται λλήλοις, να μ ν θέλητε τατα ποιτε(: Η κατώτερη φύση μας, που υπηρετεί τις επιθυμίες της σάρκας, επιθυμεί εναντίον της ανώτερης πνευματικής φύσεώς μας, που εμπνέεται από το Άγιο Πνεύμα. Αλλά και η ανώτερη αυτή φύση μας επιθυμεί εναντίον της κατώτερης φύσεώς μας. Και τα δύο αυτά, δηλαδή η σάρκα και το πνεύμα, αντιμάχονται το ένα το άλλο, έτσι ώστε να μην κάνετε χωρίς αντίδραση εκείνα που θέλετε. Ούτε το κακό δηλαδή χωρίς αντίδραση, διότι τότε εξεγείρεται μέσα σας η φωνή της συνειδήσεως˙ ούτε το καλό, διότι πολλές φορές πρέπει να ασκήσετε βία στον εαυτό σας για να το κάνετε. Όταν λοιπόν κυριαρχήσει μέσα σας το πνεύμα, θα υποταχθεί η σάρκα με τις επιθυμίες της, και εσείς δεν θα πραγματοποιήσετε ποτέ καμιά επιθυμία της σάρκας)» [Γαλ.5,17], ο δε Θεός είναι πνεύμα και αυτοαγαθότης και αρετή, και κατ’ εικόνα και ομοίωση Αυτού είναι το δικό μας πνεύμα, ως προς τα οποία αχρειώθηκε εξαιτίας της αμαρτίας, πώς θα ήταν δυνατό να ανανεωθεί και να συμφιλιωθεί οποιοσδήποτε με τον Θεό κατά το πνεύμα, χωρίς να καταργηθεί η αμαρτία και η ζωή κατά σάρκα; Τούτο δε είναι ο Σταυρός του Κυρίου, η κατάργηση της αμαρτίας. Γι΄αυτό, ένας από τους θεοφόρους πατέρες μας, όταν ρωτήθηκε από κάποιον άπιστο αν πιστεύει στον Εσταυρωμένο, «ναι», λέγει, «σε Αυτόν που σταύρωσε την αμαρτία». Πολλοί δε φίλοι του Θεού έχουν αποκαλυφθεί από τον ίδιο τον Θεό, και πριν από τον μωσαϊκό νόμο και μετά τον μωσαϊκό νόμο, χωρίς να έχει φανεί ακόμη ο Σταυρός. Εξάλλου ο βασιλεύς και προφήτης Δαβίδ, με τη βεβαιότητα ότι υπήρχαν οπωσδήποτε τότε φίλοι του Θεού, λέγει: «μο δ λίαν τιμήθησαν ο φίλοι σου, Θεός(: Από εμένα τιμήθηκαν πάρα πολύ οι φίλοι Σου, Θεέ μου)» [Ψαλμ.138,17]. Πώς λοιπόν υπάρχουν άνθρωποι που διετέλεσαν φίλοι του Θεού πριν από τη σταυρική θυσία του Χριστού, θα σας το υποδείξω εγώ, αν μου προσφέρετε φιλόθεα και φιλήκοα τα αυτιά σας.

Όπως πριν ακόμη έλθει ο άνθρωπος της αμαρτίας, ο υιός της ανομίας, ο Αντίχριστος, δηλαδή, λέγει ο αγαπημένος του Χριστού θεολόγος: «Κα νν, γαπητοί, ντίχριστοι πολλο γεγόνασιν (:Και τώρα, αγαπητοί, έχουν παρουσιαστεί πολλοί αιρετικοί, πρόδρομοι του αντιχρίστου)»[Α΄Ιω.2,18], έτσι και ο Σταυρός βρισκόταν στους προγενεστέρους και πριν πραγματοποιηθεί, προτού γίνει η θυσία του Θεανθρώπου μέσω αυτού. Πραγματικά ο μέγας Παύλος, διδάσκοντάς μας σαφώς πως ο Αντίχριστος είναι μεταξύ μας και χωρίς να έχει έλθει ακόμη, λέγει ότι «τ γρ μυστήριον δη νεργεται τς νομίας(:δεν ήλθε όμως ακόμη ο καθορισμένος καιρός του· διότι τώρα είναι σε ενέργεια η μυστική δύναμη του κακού και της ανομίας, η οποία σε μεγάλο βαθμό παραμένει κρυμμένη και δεν φανερώθηκε ακόμη ολόκληρη)»[Β΄Θεσ. 2,7]. Έτσι λοιπόν και ο Σταυρός του Χριστού ήταν ανάμεσα στους προπάτορες και πριν πραγματοποιηθεί ακόμη, διότι ενεργείτο σε αυτούς το μυστήριό του.

Και για να αφήσω τώρα τον Άβελ, τον Σηθ, τον Ενώς, τον Ενώχ, τον Νώε, όσους ευαρέστησαν τον Θεό έως τον Νώε και εκείνους που ήσαν κοντά σε αυτούς, και να αρχίσω από τον Αβραάμ, που έγινε πατέρας πολλών εθνών, των μεν Ιουδαίων κατά τη σάρκα, εμάς δε κατά την πίστη. Για να αρχίσω λοιπόν από αυτόν τον κατά πνεύμα Πατέρα μας και από αυτήν τη σχετικά με αυτόν αγαθή αρχή και την πρώτη κλήση από τον Θεό, ποιος είναι ο πρώτος λόγος που άφησε σε αυτόν ο Θεός; «ξελθε κ τς γς σου κα κ τς συγγενείας σου κα κ το οκου το πατρός σου κα δερο ες τν γν, ν ν σοι δείξω (:Βγες, φύγε και απομακρύνσου από την πατρίδα σου και από τους συγγενείς σου και από το πατρικό σου σπίτι· άφησε όλα τα ακίνητα υποστατικά σου και πήγαινε σε χώρα, την οποία δεν γνωρίζεις και την οποία δεν σου αποκαλύπτω· ταξίδεψε σε τόπο, τον οποίο θα σου υποδείξω)»[Γέν.12,1]. Αυτός ο λόγος φέρει μέσα του το μυστήριο του Σταυρού· διότι είναι ακριβώς αυτό που λέγει ο Παύλος όταν καυχάται στον Σταυρό ότι «μο κόσμος σταύρωται(:με την πίστη στον θάνατό Του αυτόν έχει νεκρωθεί και έχει χάσει τη δύναμή του ο κόσμος για μένα)»[Γαλ. 6,14]. Πραγματικά γι’ αυτόν που έφυγε δίχως επιστροφή από την πατρίδα ή τον κόσμο, η κατά σάρκα πατρίδα και ο κόσμος νεκρώθηκε και καταργήθηκε· και αυτό είναι ο Σταυρός.

Αλλά προς τον Αβραάμ μεν πριν ακόμη φύγει από τη συμβίωση με τους αθέους, λέγει: «βγες από τη γη σου και έλα στη γη», όχι που θα σου δώσω, αλλά «που θα σου δείξω», με την έννοια ότι με εκείνη δείχνεται άλλη, πνευματική γη. Προς τον Μωυσή δε, όταν έφυγε από την Αίγυπτο και ανέβηκε στο όρος, τι λέγει ο πρώτος λόγος του Θεού; «Λσαι τ πόδημα κ τν ποδν σου(: Μην πλησιάσεις εδώ στη βάτο. Να λύσεις και να βγάλεις τα υποδήματά σου, διότι ο τόπος στον οποίο εσύ βρίσκεσαι, είναι τόπος άγιος και καθαρός)»[Έξ.3,5]. Τούτο είναι άλλο μυστήριο του Σταυρού, που ακολουθεί φυσικά το προηγούμενο· διότι λέγει: «Και αν εξήλθες από την Αίγυπτο και άφησες την υπηρεσία στον Φαραώ και παρέβλεψες την τιμή να καλείσαι υιός της θυγατρός του Φαραώ και όσο εξαρτιόταν από εσένα ο κόσμος εκείνος της πονηρής υπηρεσίας λύθηκε και καταργήθηκε, ωστόσο πρέπει να προσθέσεις κάτι. Τι είναι αυτό; Να λύσεις το υπόδημα από τα πόδια σου, να αποθέσεις τους δερματίνους χιτώνες με τους οποίους σε έντυνε και μέσα στους οποίους ενεργεί η αμαρτία και σε αποσπά από τη αγία γη. Λύσε λοιπόν τούτο το υπόδημα από τα πόδια σου, δηλαδή να μην ζεις πλέον κατά σάρκα και στην αμαρτία, αλλά να καταργηθεί και νεκρωθεί η αντικείμενη στον Θεό ζωή»· και το φρόνημα της σαρκός και ο νόμος στα μέλη, που αντιστρατεύεται τον νόμο του νου κι αιχμαλωτίζει στον νόμο της αμαρτίας[Ρωμ.7,23: «Βλέπω δ τερον νόμον ν τος μέλεσί μου ντιστρατευόμενον τ νόμ το νοός μου κα αχμαλωτίζοντά με ν τ νόμ τς μαρτίας τ ντι ν τος μέλεσί μου(:Βλέπω όμως να κυριαρχεί άλλος νόμος και άλλη δύναμη στα μέλη μου, ο νόμος και η δύναμη της αμαρτίας. Κι αυτός ο νόμος εναντιώνεται σε όσα ο νους μου και η συνείδησή μου αναγνωρίζουν ως νόμο σωστό, και με κάνει δούλο αιχμάλωτο στον νόμο της αμαρτίας, που κυριαρχεί στα μέλη μου)»], να μην επικρατεί πλέον μήτε να ενεργεί, νεκρούμενος με τη δύναμη της θεοπτίας. Δεν είναι τούτο άραγε ο Σταυρός; Διότι Σταυρός είναι πάλι, για να μιλήσουμε κατά τον θεσπέσιο Παύλο, το να σταυρώσει κανείς τη σάρκα «σν τος παθήμασι κα τας πιθυμίαις(:μαζί με τα πάθη και τις επιθυμίες του)»[Γαλ.5,24].

«Λύσε λοιπόν», λέγει, «το υπόδημα από τα πόδια σου· διότι η γη επάνω στην οποία στάθηκες εσύ είναι γη αγία»· σήμαινε λοιπόν ο λόγος Του τον αγιασμό που επρόκειτο να συντελεστεί επάνω στη γη διά του Σταυρού μετά την επιφάνεια του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού, παρατηρώντας το μεγάλο εκείνο θέαμα, τη μέσα στο πυρ δροσιζομένη βάτο· ώστε και η εν Θεώ θεωρία του Σταυρού είναι μυστήριο, μεγαλύτερο από το προηγούμενο εκείνο μυστήριο. Τόσο ο μέγας Παύλος όσο και οι θείοι πατέρες μας υπαινίσσονται ότι αυτά είναι δύο· ο μεν πρώτος όχι μόνο λέγοντας ότι «για μένα ο κόσμος έχει σταυρωθεί», αλλά προσθέτοντας ότι «και εγώ για τον κόσμο»· οι δε πατέρες παραγγέλλοντάς μας να μην σπεύδουμε να ανεβαίνουμε στον σταυρό πριν από τον Σταυρό, με την ιδέα ότι οι λόγοι και τα μυστήρια του Σταυρού είναι οπωσδήποτε δύο.

Κατά το πρώτο λοιπόν μυστήριο του Σταυρού που είναι η φυγή από τον κόσμο και η διάζευξη από τους κατά σάρκα συγγενείς, αν βέβαια εμποδίζουν προς την ευσέβεια και τον βίο κατά την ευσέβεια, και η σωματική άσκηση, που κατά τον Παύλο λίγο ωφέλιμη είναι[Α΄Τιμ.4,8: « γρ σωματικ γυμνασία πρς λίγον στν φέλιμος, δ εσέβεια πρς πάντα φέλιμός στιν, παγγελίαν χουσα ζως τς νν κα τς μελλούσης(:Και σου συνιστώ την άσκηση αυτή, διότι η σωματική εξάσκηση και εκγύμναση είναι ωφέλιμη σε μικρό βαθμό, επειδή αποβλέπει μόνο στο σώμα, το οποίο είναι φθαρτό˙ η ευσέβεια όμως είναι ωφέλιμη σε όλα, και στο σώμα δηλαδή και στην ψυχή, διότι υπόσχεται αγαθά και ανταμοιβές και για τη ζωή αυτή και για τη μελλοντική)»], κατά αυτά λοιπόν σταυρώνεται για μας ο κόσμος και η αμαρτία, όταν φύγουμε εμείς από τον κόσμο. Κατά το δεύτερο δε μυστήριο του Σταυρού, εμείς σταυρωνόμαστε για τον κόσμο και τα πάθη, που φεύγουν από μας. Δεν είναι βέβαια δυνατό να φύγουν αυτά τελείως από μας, να μην ενεργούν μέσα μας συλλογιστικά, αν δεν φτάσουμε στη θεωρία του Θεού. Όταν δηλαδή δια της πρακτικής φτάσουμε στη θεωρία και καλλιεργούμε και καθαρίζουμε τον μέσα μας άνθρωπο, αναζητώντας τον μέσα μας κρυμμένο θείο θησαυρό και εξετάζοντας τη μέσα μας ευρισκόμενη βασιλεία του Θεού, τότε εμείς σταυρωνόμαστε για τον κόσμο και τα πάθη. Διότι δια της μελέτης αυτής δημιουργείται στην καρδιά κάποια θέρμη, που καταπνίγει τους πονηρούς λογισμούς σαν μύγες, εμβάλλει στην ψυχή πνευματική ειρήνη και παράκληση και παρέχει στο σώμα τον αγιασμό κατά τον ψαλμωδό που είπε: «θερμάνθη καρδία μου ντός μου, κα ν τ μελέτ μου κκαυθήσεται πρ(: Θερμάνθηκε η καρδιά μου μέσα μου και στη μελέτη μου θα ανάψει πυρ)»[Ψαλμ.38,4]. Και τούτο είναι αυτό που κάποιος από τους θεοφόρους πατέρες μας μάς δίδαξε λέγοντας: «Φρόντισε με κάθε τρόπο ώστε η εσωτερική σου εργασία να είναι κατά το θέλημα του Θεού, και θα νικήσει τα εξωτερικά πάθη»[βλ. πχ. τα αποφθέγματα Νισθερώου,3].

Εκτός από αυτό και ο μέγας Παύλος συμβουλεύοντάς μας λέγει: «Λέγω δέ, πνεύματι περιπατετε κα πιθυμίαν σαρκς ο μ τελέσητε(:Και με αυτά που σας λέω, εννοώ ότι πρέπει να συμπεριφέρεστε σύμφωνα με τις εμπνεύσεις του Αγίου Πνεύματος, και τότε δεν θα εκπληρώσετε την επιθυμία της σάρκας, και συνεπώς δεν θα βλάπτει ο ένας τον άλλο, ούτε θα υπάρχει μίσος μεταξύ σας)»[Γαλ.5,16]. Γι΄αυτό αλλού παραγγέλλει: «Σττε ον περιζωσάμενοι τν σφν μν ν ληθεί (:Σταθείτε λοιπόν στην παράταξη του αγώνα. Ζωσθείτε την αλήθεια σαν ζώνη, ώστε ο φωτισμός της αλήθειας να σας δίνει πνευματική δύναμη και ευκινησία)»[Εφ.6,14], καθόσον το θεωρητικό ενισχύει και βοηθάει το επιθυμητικό και αποσοβεί τις σαρκικές επιθυμίες· διότι ο μέγας Πέτρος μάς υποδεικνύει φανερότερα ποια είναι αυτή η «σφς» και ποια η «λήθεια». «Δι ναζωσάμενοι(:γι΄αυτό λοιπόν μαζέψτε)», λέγει, «τς σφύας τς διανοίας μν, νήφοντες, τελείως λπίσατε π τν φερομένην μν χάριν ν ποκαλύψει ησο Χριστο (:από τη διάχυση τον νου σας και συγκεντρώστε τις σκέψεις σας ελευθερώνοντας την ψυχή σας από καθετί που την εμποδίζει να υπηρετεί τον Θεό. Και κάνοντας εγκράτεια σε όλα, ελπίστε χωρίς τον παραμικρό δισταγμό ότι θα λάβετε τη χάρη της σωτηρίας που σας φέρνει ο Ιησούς Χριστός την ημέρα της Δευτέρας μεγαλοπρεπούς αποκαλύψεως και παρουσίας Του)»[Α΄Πέτρ.1,13].

Επειδή λοιπόν δεν είναι δυνατόν να φύγουν τελείως από μας τα πονηρά πάθη και ο κόσμος της αμαρτίας και να μην ενεργούν σε μας με έλλογο τρόπο, εάν δεν φτάσουμε στη θεωρία του Θεού, γι΄αυτό μυστήριο του Θεού είναι και η θεωρία του είδους αυτού που σταυρώνει για τον κόσμο εκείνους που την αξιώθηκαν. Έτσι και η, στην περίπτωση του Μωυσή, εκείνη θεωρία της καιομένης και μη κατακαιομένης βάτου ήταν μυστήριο του Σταυρού, μεγαλύτερο και τελειότερο από το μυστήριο εκείνο τον καιρό του Αβραάμ. Άραγε λοιπόν ο μεν Μωυσής μυήθηκε το τελειότερο μυστήριο του Σταυρού, ο δε Αβραάμ όχι; Ποια λογική θα είχε τούτο; Αλλά τότε μεν κατά την ίδια την κλήση ο Αβραάμ δεν είχε μυηθεί, ύστερα όμως μετά την κλήση μυήθηκε και μία φορά και δύο και πολλές, έστω και αν δεν είναι τώρα καιρός να πούμε για όλα.

Εγώ επίσης θα σας υπενθυμίσω τη ακόμα πιο θαυμαστή θεοπτία του Αβραάμ, όταν είδε σαφώς και τον ένα τρισυπόστατο Θεό, που ακόμη δεν κηρυσσόταν έτσι: «φθη δ ατ Θες πρς τ δρυΐ τ Μαμβρ, καθημένου ατο π τς θύρας τς σκηνς ατο μεσημβρίας· ναβλέψας δέ τος φθαλμος ατο εδε, κα δο τρες νδρες εστήκεισαν πάνω ατο· κα δν προσέδραμεν ες συνάντησιν ατος π τς θύρας τς σκηνς ατο κα προσεκύνησεν π τν γν(:Ο Θεός παρουσιάστηκε στον Αβραάμ, ενώ ο Πατριάρχης βρισκόταν κοντά στη βελανιδιά του Μαμβρή και καθόταν μπροστά στην πόρτα της σκηνής του κατά το μεσημέρι. Καθώς λοιπόν ο Αβραάμ ύψωσε το βλέμμα του, είδε ξαφνικά τρεις άντρες να στέκονται λίγο παραπέρα απέναντί του, όρθιοι· μόλις τους είδε, χωρίς να περιμένει να τον πλησιάσουν, έτρεξε από την πόρτα της σκηνής του να τους συναντήσει. Και όταν έφτασε κοντά τους, έπεσε κάτω μέχρι το έδαφος και τους προσκύνησε ταπεινά, με φιλοφροσύνη)»[Γέν.18,1-2]. Ιδού ότι τον φανερωθέντα ένα Θεό Τον έβλεπε ως τρεις. Διότι, λέγει, φάνηκε σε αυτόν ο Θεός· και ιδού τρεις άνδρες και αφού προσέτρεξε στους τρεις, πάλι ομιλούσε σαν προς ένα, λέγοντας: «Κύριε, ε ρα ερον χάριν ναντίον σου, μ παρέλθς τν παδά σου (:Κύριε, εάν βρήκα χάρη ενώπιόν Σου, μην παραβλέψεις τη σκηνή μου και μην παραθεωρήσεις τον δούλο σου)». Και αυτοί λοιπόν οι τρεις συνομιλούν με αυτόν σαν να είναι ένας. Λέγει η Γραφή είπε προς τον Αβραάμ : «Πο Σάῤῥα γυνή σου; παναστρέφων ξω πρς σ κατ τν καιρν τοτον ες ρας, κα ξει υἱὸν Σάῤῥα γυνή σου. Σάῤῥα δ κουσε πρς τ θύρ τς σκηνς, οσα πισθεν ατο(: Πού είναι η Σάρρα, η γυναίκα σου; Επιστρέφοντας θα έλθω σε σένα κατά το επόμενο έτος,την ίδια εποχή με τώρα και η γυναίκα σου θα έχει γεννήσει ένα γιο)»[Γέν.18.9-10]. Στη συνέχεια, μας λέει πάλι το κείμενο της Γραφής: «Κα επε Κύριος πρς βραάμ· τί τι γέλασε Σάῤῥα ν αυτ, λέγουσα· ρά γε ληθς τέξομαι; γ δ γεγήρακα(:Είπε ο Κύριος: ‘’Γιατί γέλασε από απιστία η γυναίκα σου η Σάρρα;’’)»[Γέν.18,13] κ.λπ. Ιδού ο ένας Θεός είναι τρεις υποστάσεις και οι τρεις αυτές είναι ένας Κύριος· διότι λέγει: «Επε Κύριος(:Είπε ο Κύριος)».

Έτσι λοιπόν ενεργείτο στον Αβραάμ το μυστήριο του Σταυρού. Ο δε Ισαάκ ήταν ο ίδιος τύπος Εκείνου που προσηλώθηκε σε αυτόν, αφού έγινε υπήκοος στον πατέρα του μέχρι θανάτου, όπως και ο Χριστός. Και το κριάρι που του δόθηκε ως δώρο προεδήλωνε τον αμνό του Θεού που δόθηκε σε σφαγή για χάρη μας. Και το φυτό, στο οποίο ήταν το κριάρι δεμένο, είχε το μυστήριο του τύπου του Σταυρού, γι΄αυτό και λεγόταν εβραϊκά φυτό Σαβέκ, δηλαδή φυτό αφέσεως, όπως και ο Σταυρός λεγόταν ξύλο σωτηρίας. Ενεργούσε δε το μυστήριο και ο τύπος του Σταυρού και στον Ιακώβ, τον υιό του Ισαάκ· διότι αύξησε τα ποίμνιά του με ξύλα και ύδωρ. Το ξύλο λοιπόν προτύπωνε το σταυρικό ξύλο, ενώ το ύδωρ το θείο βάπτισμα που περικλείει μέσα του το μυστήριο του Σταυρού. « γνοετε τι σοι βαπτίσθημεν ες Χριστν ησον ες τν θάνατον ατο βαπτίσθημεν; (:Ή δεν ξέρετε ότι όσοι βαπτισθήκαμε με πίστη στον Ιησού Χριστό συνταυτίζοντας την ύπαρξή μας με Αυτόν, γίναμε με το βάπτισμα μέτοχοι του σταυρικού Του θανάτου, και ο παλαιός μας άνθρωπος της αμαρτίας σταυρώθηκε και πέθανε, όπως και ο Χριστός πάνω στον σταυρό;)», λέγει ο απόστολος[Ρωμ.6,3]. Και ο Χριστός επίσης πλήθυνε επάνω στη γη τα λογικά Του ποίμνια με ξύλο και ύδωρ.

Ο Ιακώβ και όταν προσκυνούσε έως το άκρο της ράβδου του[ βλ.Γέν.47,31: «Επε δέ· μοσόν μοι. Κα μοσεν ατ. Κα προσεκύνησεν σραλ π τ κρον τς άβδου ατο(:Ο Ιακώβ όμως επέμεινε και του είπε: ’’Ορκίσου μου ότι θα το κάνεις. Και ο Ιωσήφ ορκίστηκε στον πατέρα του. Τότε ο Ισραήλ, επειδή πίστεψε ότι ο Θεός θα βοηθούσε, ώστε να μεταφερθεί η σορός του στη Χαναάν για να ταφεί εκεί, έσκυψε και προσκύνησε τον Θεό, αφού ακούμπησε το κεφάλι του στην άκρη του ραβδιού του, στο οποίο στηριζόταν λόγω της γεροντικής αδυναμίας του. Με την προσκύνηση αυτή εξέφραζε την ευγνωμοσύνη του προς τον Θεό)»] και όταν ευλογούσε τους εγγονούς του[Γέν.48,9-20], υποδήλωνε ακόμη καθαρότερα τον τύπο του Σταυρού. Αλλά και όντας ευπειθής στους γονείς μέχρι τέλους και αγαπητός και ευλογητός γι΄αυτό, αλλά και μισητός στον Ησαύ γι’ αυτά, και υποφέροντας έτσι κάθε πειρασμό, είχε σε όλο τον βίο του το μυστήριο του Σταυρού ενεργούμενο. Γι΄αυτό και ο Θεός έλεγε: «Τν ακβ γάπησα, τν δ σα μίσησα (:Αγάπησα τον Ιακώβ και τους Ισραηλίτες που κατάγονται από αυτόν. Αντίθετα αποδοκίμασα τον Ησαύ και τους απογόνους του Ιδουμαίους)»[Ρωμ.9,13]. Κάτι τέτοιο γίνεται και με εμάς, αδελφοί. Εκείνος δηλαδή που υποτάσσεται τόσο στους κατά το πνεύμα, όσο και στους κατά το σώμα πατέρες κατά την αποστολική εντολή που λέγει: «Τ τέκνα πακούετε τος γονεσιν μν ν Κυρί (:Τα παιδιά να υπακούτε τους γονείς σας σύμφωνα με το θέλημα του Κυρίου· διότι αυτό είναι δίκαιο)»[Εφ.6,1], αυτός ως αφοσιωμένος κατά τούτο προς τον αγαπητό Υιό του Θεού, αγαπάται και από τον Θεό· εκείνος όμως που παρακούει, ως ξένος της ομοιώσεως προς τον Αγαπητό, μισείται και από τον Θεό. Ο σοφός Σολομών δείχνοντας ότι τούτο συμβαίνει όχι μόνο με τον Ιακώβ και τον Ησαύ, αλλά και διαπαντός και με όλους, λέγει: «Υἱὸς πανοργος πήκοος πατρί, υἱὸς δ νήκοος ν πωλεί(:Το έξυπνο και φρόνιμο παιδί υπακούει στον πατέρα του, ενώ το ανόητο και ανυπάκουο βαδίζει προς την καταστροφή)»[Παρ.13,1].

Αλλά ο υιός της υπακοής Ιακώβ, δεν πέτυχε τάχα και το μεγαλύτερο μυστήριο του Σταυρού, το της θεοπτίας, κατά την οποία ο άνθρωπος σταυρώνεται και αποθνήσκει τελειότερα για την αμαρτία και ζει για την αρετή; Αυτός ο ίδιος ακριβώς μαρτυρεί για τον εαυτό του και τη θεωρία και τη μαρτυρία· διότι λέγει: «Εδον γρ Θεν πρόσωπον πρς πρόσωπον, κα σώθη μου ψυχή(: Τότε αντιλήφτηκε ο Ιακώβ Ποιος ήταν Εκείνος, με τον οποίο πάλεψε, και γεμάτος ευγνωμοσύνη δοξάζει και ευχαριστεί τον Θεό. Για τον λόγο αυτόν ονόμασε τον τόπο εκείνο: ‘’Εμφάνιση Θεού’’-Θεοφάνεια, εβραϊκά Φανουήλ-, διότι είπε: ‘’ Είδα τον Θεό πρόσωπο με πρόσωπο και όμως δεν πέθανα, αλλά εξακολουθώ να ζω! Μεγάλη η συγκατάβαση του Θεού)»[Γέν.32,30].

Πού είναι αυτοί που ακόμη συμπαρατάσσονται με τις βδελυρές φλυαρίες των κακοδόξων που εμφανίστηκαν στα χρόνια μας; Ας ακούνε ότι ο Ιακώβ είδε το πρόσωπο του Θεού· και όχι μόνο δεν έχασε τη ζωή του, αλλά, όπως λέγει ο ίδιος, και σώθηκε, εάν και ο Θεός λέγει: «Κανείς δεν θα δει το πρόσωπό μου και θα ζήσει»[ βλ. Έξ.33,20: «Καὶ εἶπεν· οὐ δυνήσῃ ἰδεῖν τὸ πρόσωπόν μου· οὐ γὰρ μὴ ἴδῃ ἄνθρωπος τὸ πρόσωπόν μου καὶ ζήσεται(: Και είπε ο Θεός: ‘’Δεν θα μπορέσεις να δεις το πρόσωπό μου· διότι δεν είναι δυνατόν να δει άνθρωπος το πρόσωπό μου και να ζήσει’’)»]. Άραγε λοιπόν δύο θεοί υπάρχουν, που έχουν ο μεν ένας πρόσωπο που υποπίπτει στην όραση των αγίων, ο δε άλλος που είναι επάνω από κάθε θέα; Είναι η χειρότερη βλασφημία! Αλλά, πρόσωπο του Θεού βλεπόμενο είναι η κατά την επιφάνεια στους αξίους ενέργεια και χάρη του Θεού· του ιδίου δε πρόσωπο, που δεν φαίνεται ποτέ, λέγεται μερικές φορές, η επάνω από κάθε έκφανση και όραση φύση του Θεού· διότι κανείς δεν στάθηκε στην υπόσταση και ουσία του Κυρίου, κατά το γεγραμμένο[Ιερ.23,18: «τι τίς στη ν ποστήματι Κυρίου κα εδε τν λόγον ατο; τίς νωτίσατο κα κουσεν;(: Αλλά ποιος από τους ψευδοπροφήτες αυτούς πλησίασε και στάθηκε με άγιο φόβο και ειλικρίνεια μπροστά στον δικαιοκρίτη Κύριο, αναμένοντας θεία ενέργεια, και αξιώθηκε να δεχτεί φωτισμό και να γνωρίσει τον λόγο Του; Ποιος από αυτούς έβαλε αυτί, πρόσεξε και άκουσε τον λόγο του Θεού; Κανείς)»], και ή είδε ή περιέγραψε τη φύση του Θεού. Έτσι και η θεωρία κατά τον Θεό και το θείο μυστήριο του Σταυρού δεν απελαύνει μόνο τα πονηρά πάθη και τους δημιουργούς τους, τους δαίμονες, από την ψυχή, αλλά και τις κακόδοξες γνώμες, και σκεπάζει τους συνηγόρους τους και τους απωθεί από τον περίβολο της ιεράς Εκκλησίας του Χριστού. Μέσα σε αυτήν την Εκκλησία μάς χαρίστηκε τώρα να εορτάζουμε και διακηρύσσουμε τη θεία χάρη και ενέργεια του Σταυρού ανάμεσα στους προπάτορες πριν από τον Σταυρό.

Όπως λοιπόν στον μεν Αβραάμ ενεργούσε το μυστήριο του Σταυρού, ο δε υιός του ο Ισαάκ ήταν τύπος του έπειτα Σταυρωθέντος, έτσι πάλι στου Ιακώβ τον βίο ολόκληρο ενεργούσε το μυστήριο του Σταυρού, ο Ιωσήφ δε, ο υιός του Ιακώβ, ήταν τύπος και μυστήριο του Θεανθρώπου Λόγου που αργότερα επρόκειτο να σταυρωθεί· διότι από φθόνο οδηγήθηκε και αυτός προς σφαγή, και μάλιστα από τους κατά σάρκα συγγενείς, για χάρη των οποίων στάλθηκε προς αυτούς τους ίδιους από τον πατέρα τους, όπως και ο Χριστός ύστερα. Και εάν δεν σφαγιάστηκε, αλλά πωλήθηκε ο Ιωσήφ, δεν είναι αξιοπερίεργο· ούτε ο Ισαάκ άλλωστε σφαγιάστηκε· διότι αυτοί δεν ήσαν η αλήθεια, αλλά τύπος της μελλοντικής αλήθειας. Και εάν πρέπει και σε αυτούς να δίνουμε το διπλό μυστήριο του διπλού κατά την φύση Ιησού, η μεν οδήγηση προς τη σφαγή προφανέρωνε το κατά σάρκα πάθος του Θεανθρώπου, η δε αποφυγή του πάθους προφανέρωνε το απαθές της θεότητος. Το ίδιο ακριβώς θα μπορούσες να βρεις και στην περίπτωση του Ιακώβ και του Αβραάμ. Αυτοί, αν και δοκιμάστηκαν, ωστόσο νίκησαν, πράγμα που έχει γραφτεί σαφώς και για τον Χριστό. Από τους τέσσερις λοιπόν περιβόητους προ του νόμου άνδρες, οι μεν δύο, δηλαδή ο Αβραάμ και ο Ιακώβ, είχαν το μυστήριο του Σταυρού ενεργούμενο στη ζωή τους, ενώ οι άλλοι δύο, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ, προκήρυξαν το μυστήριο του Σταυρού με θαυμάσιο τρόπο.

Και τι πάλι συνέβηκε με τον πρώτο που δέχθηκε από τον Θεό τον νόμο και τον μετέδωσε στους άλλους, τον Μωυσή; Δεν σώθηκε ο ίδιος προ του νόμου με ξύλο και ύδωρ, όταν εκτέθηκε στα ρεύματα του Νείλου μέσα σε ένα καλάθι[Έξ.2,3 κ.ε.], με ξύλο δε και ύδωρ έσωσε τον Ισραηλιτικό λαό[Έξ.14,15 κ.ε.], με το ξύλο προφανερώνοντας τον Σταυρό και με το ύδωρ το θείο βάπτισμα, όπως και ο Παύλος, ο επόπτης των μυστηρίων, λέγει φανερά ότι «κα πάντες ες τν Μωϋσν βαπτίσαντο ν τ νεφέλ κα ν τ θαλάσσ (:και όλοι με εμπιστοσύνη ακολούθησαν τον Μωυσή και ενώθηκαν μαζί του, καθώς βαπτίσθηκαν μέσα στη νεφέλη και τη θάλασσα)»[Α΄Κορ.10,2]; Αυτός και πριν από τη θάλασσα και τη ράβδο που χρησιμοποίησε σε αυτήν μαρτυρεί ότι εκείνος υπέμεινε εκουσίως τον Σταυρό του Χριστού· διότι λέγει: «Μείζονα πλοτον γησάμενος τν Αγύπτου θησαυρν τν νειδισμν το Χριστο· πέβλεπε γρ ες τν μισθαποδοσίαν(:Θεώρησε μεγαλύτερο πλούτο από τους θησαυρούς και τα αγαθά της Αιγύπτου τις περιφρονήσεις που έμοιαζαν με τον ονειδισμό και την περιφρόνηση που αργότερα θα υπέμενε ο Χριστός. Κι αυτά όλα διότι είχε καρφωμένα τα μάτια του στις ουράνιες ανταμοιβές)»[Εβρ.11,26]. «νειδισμς το Χριστο» βέβαια από τους άφρονες είναι ο Σταυρός, όπως λέγει πάλι ο ίδιος ο Παύλος περί του Χριστού, ότι υπέμεινε Σταυρόν, καταφρονώντας την καταισχύνη[Εβρ.12,2: «φορντες ες τν τς πίστεως ρχηγν κα τελειωτν ησον, ς ντ τς προκειμένης ατ χαρς πέμεινε σταυρόν, ασχύνης καταφρονήσας, ν δεξι τε το θρόνου το Θεο κεκάθικεν (:Και πουθενά αλλού ας μην στρέφουμε τα βλέμματά μας και την προσοχή μας παρά μόνο στον Ιησού, που είναι ο αρχηγός και θεμελιωτής της πίστεώς μας και μας τελειοποιεί σε αυτήν. Αυτός για τη χαρά που είχε μπροστά Του και θα δοκίμαζε όταν με το πάθημά Του θα έσωζε πολλούς, υπέμεινε σταυρικό θάνατο και περιφρόνησε την ντροπή και την ατίμωση του θανάτου αυτού. Γι’ αυτό και έχει καθίσει τώρα στα δεξιά του θρόνου του Θεού)»].

Προχωρώντας δε ο Μωυσής προανέδειξε σαφέστατα και τον τύπο ακόμη και το σχήμα του Σταυρού και τη σωτηρία δι’ αυτού του τύπου· διότι, αφού έστησε όρθια τη ράβδο, άπλωσε επάνω σε αυτήν τα χέρια και σχηματίζοντας έτσι τον εαυτό του σταυρικώς επάνω στη ράβδο, κατατρόπωσε αμέσως τον Αμαλήκ με αυτό το θέαμα και έτσι οι Ισραηλίτες νικούσαν τους Αμαληκίτες[Έξ.17,8 κ.ε.]. Αλλά επίσης τοποθετώντας τον χάλκινο όφι πλάγιο επάνω σε σημαία και έτσι αναστηλώνοντας τον τύπο του Σταυρού ελεύθερα, παρήγγειλε στους δαγκωμένους από φίδια Ιουδαίους να βλέπουν προς αυτόν, και έτσι θεράπευε τα δήγματα των όφεων[Έξ.21,8 κ.ε.].

Δεν θα μου επαρκέσει ο χρόνος να διηγούμαι περί του Ιησού του Ναυή και των έπειτα από αυτόν κριτών και προφητών, του Δαβίδ κα των έπειτα από αυτόν, οι οποίοι, ενεργούμενοι με το μυστήριο του Σταυρού, ανέκοψαν ποταμούς, σταμάτησαν τον ήλιο, κατεδάφισαν πόλεις ασεβών, έγιναν νικηφόροι στον πόλεμο, κατέστρεψαν στρατόπεδα αντιπάλων, απέφυγαν στόματα μαχαίρας, έσβησαν δύναμη πυρός, έφραξαν στόματα λεόντων, έλεγξαν βασιλείς, τέφρωσαν πεντηκοντάρχους, ανέστησαν νεκρούς, σταμάτησαν με τον λόγο τον ουρανό και πάλι τον απέλυσαν, καθιστώντας άγονα και πάλι γόνιμα τα σύννεφα σε αυτόν· διότι, αν ο Παύλος λέγει ότι αυτά τα ενήργησε η πίστη[Εβρ.11,32-40], αλλά η πίστη είναι δύναμη για τη σωτηρία· γι΄αυτό όλα είναι δυνατά σε εκείνον που πιστεύει. Τέτοιο είναι οπωσδήποτε και ο Σταυρός του Χριστού για εκείνους που πιστεύουν: « λόγος γρ το σταυρο(:Πράγματι λοιπόν η διάδοση του κηρύγματος αυτού οφείλεται στη θεία του δύναμη. Διότι το κήρυγμα για τον σταυρό)», για να μιλήσουμε κατά τον Παύλο: «Τος μν πολλυμένοις μωρία στί, τος δ σζομένοις μν δύναμις Θεο στι(:Σε εκείνους βέβαια που βαδίζουν τον δρόμο της απώλειας φαίνεται μωρία και κουταμάρα˙ σε μας όμως που είμαστε στον δρόμο της σωτηρίας είναι δύναμη Θεού που σώζει)»[Α΄Κορ.1,18].

Αλλά για να αφήσουμε όλους τους πριν από τον μωσαϊκό νόμο και τους υπό τον μωσαϊκό νόμο, ο ίδιος ο Κύριος, για τον Οποίο και δια του Οποίου έγιναν τα πάντα, δεν έλεγε πριν από τον Σταυρό: «Κα ς ο λαμβάνει τν σταυρν ατο κα κολουθε πίσω μου, οκ στι μου ξιος(:Και εκείνος που δεν παίρνει την απόφαση να υποστεί σταυρικό θάνατο και δεν ακολουθεί πίσω μου με την απόφαση αυτή, δεν μιμείται, δηλαδή, σε όλα το παράδειγμά μου, δεν αξίζει για μένα)»;[Ματθ. 10,38]. Βλέπετε ότι και πριν μπηχθεί, ο Σταυρός ήταν που έσωζε; Αλλά και όταν ο Κύριος προέλεγε καθαρά στους μαθητές το πάθος Του και τον θάνατο δια του Σταυρού, ο δε Πέτρος, μην υποφέροντας να τα ακούσει και γνωρίζοντας ότι Αυτός έχει εξουσία να το αποφύγει, Τον παρακαλούσε: «λεώς σοι, Κύριε· ο μ σται σοι τοτο(:Ο Θεός να σε φυλάξει απ’ αυτό, Κύριε. Δεν πρέπει να συμβεί αυτό που είπες σε Σένα, τον Μεσσία)»[Ματθ.16,22], αυτόν μεν ο Κύριος τον επιτίμησε, διότι στο θέμα αυτό συλλογιζόταν με ανθρώπινο και όχι με θείο τρόπο· αφού λοιπόν προσκάλεσε τον όχλο μαζί με τους μαθητές Του, τους είπε: «ς γρ ν θέλ τν ψυχν ατο σσαι, πολέσει ατήν· ς δ᾿ ν πολέσ τν ψυχν ατο νεκεν μο, ερήσει ατήν (:διότι εκείνος που θέλει να σώσει τη ζωή του, αυτός θα χάσει την πνευματική και ευτυχισμένη αιώνια ζωή· ενώ εκείνος που θα χάσει τη ζωή του για την ομολογία του και υπακοή του σε μένα, θα τη βρει στο μελλοντικό αιώνα, όπου θα κερδίσει την αιώνια ζωή)» [Ματθ.16,25].

Προσκαλεί βέβαια και τον όχλο μαζί με τους μαθητές και τότε διακηρύττει και παραγγέλλει αυτά τα μεγάλα και υπερφυή φρονήματα, τα πραγματικά όχι ανθρώπινα αλλά θεία, για να δείξει ότι δεν απαιτεί αυτές τις προσπάθειες μόνο από τους εκλεκτούς μαθητές, αλλά και από κάθε άνθρωπο που πιστεύει σε Αυτόν. Να ακολουθεί κανείς τον Χριστό σημαίνει να ζει κατά το Ευαγγέλιό Του παρουσιάζοντας κάθε αρετή και ευσέβεια. Να απαρνείται τον εαυτό του αυτός που θέλει να ακολουθήσει και να σηκώνει τον σταυρό του, σημαίνει να μη λυπάται τον εαυτό του όταν το απαιτεί ο καιρός, αλλά να είναι έτοιμος για τον ατιμωτικό θάνατο υπέρ της αρετής και της αλήθειας των θείων δογμάτων. Τούτο δε, το να αρνηθεί κανείς τον εαυτό του και να παραδοθεί σε έσχατη ατιμία και θάνατο, αν και είναι μέγα και υπερφυές, δεν είναι παράλογο· διότι οι βασιλείς της γης δεν θα δέχονταν ποτέ, όταν μάλιστα μεταβαίνουν σε πόλεμο, να τους ακολουθήσουν άνθρωποι που δεν είναι έτοιμοι να πεθάνουν γι’ αυτούς. Πού λοιπόν είναι το αξιοθαύμαστο, εάν και ο βασιλεύς των ουρανών, αφού επεδήμησε στη γη κατά την επαγγελία Του, τέτοιους ακολούθους ζητεί προς αντιμετώπιση του κοινού εχθρού του γένους· αλλά οι μεν βασιλείς της γης δεν μπορούν να αναζωώσουν τους φονευθέντες στον πόλεμο ούτε να ανταποδώσουν κάτι ταιριαστό στους πρωταγωνιστές από αυτούς· τι θα μπορούσε τάχα να λάβει από αυτούς κάποιος που δεν ζει πλέον; Αλλά και γι’ αυτούς αν ο θάνατος είναι υπέρ ευσεβών η ελπίδα είναι στον Κύριο· έτσι δε ο Κύριος ανταποδίδει ζωή αιώνια σε αυτούς που πρωτοστάτησαν στο να Τον ακολουθούν.

Και οι μεν βασιλείς της γης ζητούν από τους ακολούθους τους να είναι έτοιμοι προς θάνατο, ο δε Κύριος τον μεν εαυτό Του έδωσε σε θάνατο για χάρη μας, σε εμάς δε, παραγγέλλει να είμαστε έτοιμοι για θάνατο όχι υπέρ Αυτού αλλά υπέρ ημών των ίδιων. Και δείχνοντας αυτό, ότι ο θάνατος είναι υπέρ των εαυτών μας, προσθέτει: «ς γρ ν θέλ τν ψυχν ατο σσαι, πολέσει ατήν· ς δ᾿ ν πολέσ τν αυτο ψυχν νεκεν μο κα το εαγγελίου οτος σώσει ατήν (:Και μη διστάσει κανείς να κάνει τις θυσίες αυτές· διότι όποιος θέλει να σώσει τη ζωή του, θα χάσει την πνευματική, ευτυχισμένη και αιώνια ζωή. Όποιος όμως χάσει και θυσιάσει τη ζωή του για την ομολογία και την υπακοή του σε μένα και το ευαγγέλιό μου, αυτός θα σώσει την ψυχή του στη μέλλουσα ζωή, όπου θα κερδίσει την αιώνια ευτυχία. Και εκείνη η σωτηρία είναι το παν· διότι τι θα ωφελήσει τον άνθρωπο, εάν κερδίσει όλον αυτόν τον υλικό κόσμο, και στο τέλος χάσει την ψυχή του; Διότι η ψυχή του, που είναι πνευματική και αιώνια, δεν συγκρίνεται με κανένα απ’ τα υλικά αγαθά του φθαρτού κόσμου)» [Μάρκ.8,35]. Τι σημαίνει τούτο το «όποιος θέλει να σώσει την ψυχή του, θα τη χάσει, και όποιος θα τη χάσει, θα τη σώσει»; Διπλός είναι ο άνθρωπος, ο εκτός, δηλαδή το σώμα, και ο εντός μας, δηλαδή η ψυχή. Όταν λοιπόν ο εκτός από εμάς άνθρωπος παραδώσει τον εαυτό του στον θάνατο, χάνει την ψυχή του που χωρίζεται από αυτόν· αυτός λοιπόν που την έχασε έτσι υπέρ του Χριστού και του ευαγγελίου, πραγματικά θα τη σώσει και θα την κερδίσει, προξενώντας σε αυτήν ζωή ουράνια και αιώνια και παραλαμβάνοντάς την κατά την ανάσταση σε αυτήν την κατάσταση, ενώ δι’ αυτής θα φανεί και αυτός ουράνιος και αιώνιος, ακόμη και στο σώμα. Εκείνος όμως που προτιμά αυτήν την πρόσκαιρη ζωή και που δεν είναι έτσι έτοιμος να χάσει αυτή τη ζωή, διότι αγαπά τον πρόσκαιρο αυτόν αγώνα και τα πράγματα του αιώνος τούτου, θα ζημιώσει την ψυχή του, στερώντας της την πραγματική ζωή και θα τη χάσει, παραδίδοντάς την,αλίμονο, στην αιώνια κόλαση μαζί του. Αυτόν θρηνώντας κατά κάποιον τρόπο και ο πανοικτίρμων Δεσπότης και δείχνοντας το μέγεθος του δεινού, λέγει: «Τί γρ φελήσει νθρωπον ἐὰν κερδήσ τν κόσμον λον, κα ζημιωθ τν ψυχν ατο; τί δώσει νθρωπος ντάλλαγμα τς ψυχς ατο; (:Διότι τι θα ωφελήσει τον άνθρωπο, εάν κερδίσει όλον αυτόν τον υλικό κόσμο, και στο τέλος χάσει την ψυχή του; Διότι η ψυχή του, που είναι πνευματική και αιώνια, δεν συγκρίνεται με κανένα απ’ τα υλικά αγαθά του φθαρτού κόσμου. Ή, εάν ένας άνθρωπος χάσει την ψυχή του, τι μπορεί να δώσει ως αντάλλαγμα για να την εξαγοράσει απ’ την αιώνια απώλεια;)»[Μάρκ.8,36-37]. Διότι δεν πρόκειται να κατέβει μαζί του η δόξα του, ούτε τίποτε άλλο από αυτά που φαίνονται πολύτιμα και τερπνά στην πρόσκαιρη αυτή ζωή, τα οποία προέκρινε από τον σωτηριώδη θάνατο. Τι δε μεταξύ αυτών θα μπορούσε να βρεθεί αντάλλαγμα της λογικής ψυχής, της οποίας δεν είναι ισάξιος όλος αυτός ο κόσμος;

Εάν λοιπόν και τον κόσμο όλον μπορούσε να κερδίσει ένας άνθρωπος, αδελφοί,τούτο δεν θα πρόσφερε σε αυτόν κανένα όφελος, εφόσον θα έχανε την ψυχή του· πόσο είναι το κακό, αφού ο καθένας μόνο ελάχιστο πολλοστημόριο από αυτόν τον κόσμο μπορεί να αποκτήσει, αν με την προσπάθεια για το ελάχιστο αυτό χάσει την ψυχή του, μην επιθυμώντας να σηκώσει τον τύπο και τον λόγο του Σταυρού και να ακολουθήσει τον δοτήρα της ζωής; Διότι σταυρός είναι και ο προσκυνητός τύπος και ο λόγος του τύπου τούτου.

Αλλά επειδή προηγήθηκε ο λόγος και το μυστήριο αυτού του τύπου, και εμείς σήμερα θα εξηγήσουμε αυτό προηγουμένως προς την αγάπη σας. Μάλλον δε πριν από μας εξήγησε και αυτό ο Παύλος· ο Παύλος που καυχάται στον Σταυρό, που φρονεί ότι δεν γνωρίζει τίποτε εκτός από τον Κύριο Ιησού, και Αυτόν Εσταυρωμένο. Τι λέγει λοιπόν εκείνος; «Ο δ το Χριστο τν σάρκα σταύρωσαν σν τος παθήμασι κα τας πιθυμίαις (:Και όσοι ανήκουν πραγματικά στον Χριστό, έχουν νεκρώσει τον σαρκικό άνθρωπο με τα πάθη και τις επιθυμίες του)»[Γαλ.5,24]. Νομίζετε ότι είπε αυτό μόνο για την τρυφή και τα υπογάστρια; Πώς τότε γράφει στους Κορινθίους ότι: «που γρ ν μν ζλος κα ρις κα διχοστασίαι, οχ σαρκικοί στε κα κατ νθρωπον περιπατετε; (:Διότι σας ρωτώ: Εφόσον μεταξύ σας υπάρχει φθόνος και φιλονικία και διαιρέσεις, δεν είστε άνθρωποι από σαρκικά ελατήρια και πάθη και δεν συμπεριφέρεστε με διαγωγή κοινού ανθρώπου και μη αναγεννημένου;)»;[Α΄Κορ.3,3]. Ώστε και αυτός που αγαπά δόξα ή χρήματα, ή απλώς θέλει να επιβάλει το θέλημά του και προσπαθεί έτσι να νικήσει, είναι σαρκικός και περιπατεί κατά τη σάρκα. Γι’ αυτά ακριβώς δημιουργούνται και οι έριδες, όπως λέγει και ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος: «Πόθεν πόλεμοι κα μάχαι ν μν; οκ ντεθεν κ τν δονν μν τν στρατευομένων ν τος μέλεσιν μν; πιθυμετε, κα οκ χετε· φονεύετε κα ζηλοτε, κα ο δύνασθε πιτυχεν· μάχεσθε κα πολεμετε, κα οκ χετε, δι τ μ ατεσθαι μς (:Αφού σας μίλησα για ακαταστασία, σύγχυση και ταραχή, σας θέτω τώρα και το εξής ερώτημα: Από πού προέρχονται μεταξύ σας οι έριδες και οι συγκρούσεις; Δεν προέρχονται απ’ αυτήν την αιτία, από την προσπάθεια δηλαδή που κάνετε να ικανοποιήσετε τις αμαρτωλές σας επιθυμίες, που ξεσηκώνουν εκστρατεία και πόλεμο έχοντας πλέον ως φρούριο και ορμητήριό τους τα μέλη σας; Επιθυμείτε κάτι. Και δεν έχετε εκείνο που ικανοποιεί την επιθυμία σας. Και στην προσπάθειά σας να το αποκτήσετε, κινδυνεύετε να φθάσετε μέχρι και τον φόνο. Επιθυμείτε με σφοδρότητα, και δεν μπορείτε να πετύχετε εκείνο που επιθυμείτε. Γι’ αυτό έρχεστε σε συγκρούσεις και έριδες. Και δεν το έχετε, επειδή δεν το ζητάτε από τον Θεό με την προσευχή. Έχετε θέσει ως σκοπό σας την ηδονή και ξεκόψατε τον εαυτό σας από τον Θεό)»[Ιάκ.4,1].

Τούτο λοιπόν είναι το να σταυρώσει τη σάρκα μαζί με τα πάθη και τις επιθυμίες, το να καταστεί ο άνθρωπος αδρανής προς καθετί που δεν αρέσει στον Θεό. Εάν δε και το σώμα τον ταλαιπωρεί και τον στενοχωρεί, πρέπει ο καθένας να το ανεβάζει εναγωνίως προς το ύψος του Σταυρού. Τι θέλω να πω; Ο Κύριος, όταν ήλθε επί της γης, έζησε βίο ακτήμονα, και δεν έζησε μόνο, αλλά και κήρυξε λέγοντας: «Οτως ον πς ξ μν, ς οκ ποτάσσεται πσι τος αυτο πάρχουσιν, ο δύναται εναί μου μαθητής (:Έτσι λοιπόν καθένας από σας που δεν κάνει από πριν τον λογαριασμό του και δεν απαρνείται τα πάντα, όλα τα υπάρχοντά του, δηλαδή και τους φυσικούς του δεσμούς και τον πλούτο και τις απολαύσεις και την ίδια του τη ζωή, δεν μπορεί να είναι μαθητής μου)»[Λουκά 14,33].

Αλλά κανείς, παρακαλώ, αδελφοί, ας μην δυσανασχετεί, όταν ακούει που διακηρύσσουμε ανόθευτο το θέλημα του Θεού, το αγαθό και ευάρεστο και τέλειο, μήτε να δυσαρεστηθεί νομίζοντας δυσκολοκατόρθωτα τα παραγγέλματα· αλλά πρώτο μεν να αντιλαμβάνεται εκείνο, ότι η Βασιλεία των Ουρανών κερδίζεται με τη βία και εκείνοι που μεταχειρίζονται σπουδή και βία πάνω στον εαυτό τους, την αρπάζουν γρήγορα, και να ακούει τον κορυφαίο των Αποστόλων του Χριστού Πέτρο, ότι «ες τοτο γρ κλήθητε, τι κα Χριστς παθεν πρ μν, μν πολιμπάνων πογραμμν να πακολουθήσητε τος χνεσιν ατο(:Γι’ αυτό άλλωστε σας κάλεσε ο Θεός, για να κάνετε το καλό και να ευεργετείτε, κι όταν ακόμη παραγνωρίζεστε και υποφέρετε άδικα· διότι και ο Χριστός έπαθε για χάρη σας, χωρίς να έχει φταίξει σε τίποτε, και άφησε σε σας παράδειγμα τέλειο προς μίμηση, για να ακολουθήσετε ακριβώς επάνω στα ίχνη Του)»[Α΄Πέτρ.2,21].

Έπειτα, να συλλογίζεσαι επίσης και τούτο, ότι ο καθένας, αφού κατανοήσει αληθινά πόσα οφείλει στον Δεσπότη, όταν δεν μπορεί να ανταποδώσει το παν, το ένα μέρος να το προσφέρει με μετριοφροσύνη, όσο μπορεί και προαιρείται, ως προς δε το μέρος πάλι που ελλείπει, να ταπεινώνεται μπροστά Του και ελκύοντας τη συμπάθεια μέσω της ταπείνωσης αυτού του είδους αναπληρώνει την έλλειψη. Εάν λοιπόν κανείς βλέπει τον λογισμό του να ορέγεται πλούτο και πολυκτημοσύνη, ας γνωρίζει ότι ο λογισμός αυτός είναι σαρκικός, και γι΄αυτό κινείται έτσι· αντιθέτως, ο προσηλωμένος στον Σταυρό δεν μπορεί να κινείται προς κάτι τέτοιο. Είναι γι΄αυτό ανάγκη να τον ανεβάσουμε τον λογισμό στο ύψος του Σταυρού, για να μη ρίξει ο ίδιος τον εαυτό του κάτω και χωριστεί από τον σταυρωθέντα σε αυτόν Χριστό.

Πώς λοιπόν θα αρχίσει να τον ανεβάζει στο ύψος του Σταυρού; Ελπίζοντας στον Χριστό, τον χορηγό και τροφέα του σύμπαντος, ας απόσχει από κάθε πόρο που προέρχεται από αδικία, το δε εισόδημα που έχει από δίκαιο πορισμό, χωρίς να προσκολλάται πολύ ούτε σε αυτό, ας το χρησιμοποιεί καλά, καθιστώντας όσο είναι δυνατό κοινωνούς σε αυτό τους φτωχούς. Η εντολή ορίζει να αρνείται κανείς το σώμα και να σηκώνει τον σταυρό του· και το έχουν μεν το σώμα οι φίλοι του Θεού και ζώντες κατά τον Θεό, αλλά αν δεν είναι πολύ προσδεδεμένοι σε αυτό, το χρησιμοποιούν ως συνεργό στα αναγκαία, και εάν το καλέσει ο καιρός, είναι έτοιμοι να το προδώσουν και αυτό. Το ίδιο συμβαίνει και με τα σωματικά κτήματα και μέσα· ενεργώντας κανείς κατά τον ίδιο τρόπο, αν δεν μπορεί να κάνει τίποτε μεγαλύτερο, καλά και θεάρεστα πράττει.

Βλέπει κανείς πάλι μέσα του να κινείται βιαιότερα ο λογισμός της πορνείας; Αυτός ας γνωρίζει ότι δεν έχει ακόμη σταυρώσει τον εαυτό του. Πώς λοιπόν θα τον σταυρώσει; Ας αποφεύγει τις περίεργες θέες των γυναικών, καθώς και τις αταίριαστες προς αυτές συνήθειες και τις άκαιρες συνομιλίες, ας μειώνει τις τροφές που ενισχύουν το πάθος, ας απέχει από την πολυποσία, από την οινοφλυγία, την αδηφαγία, την πολυϋπνία· ας αναμιγνύει την ταπεινοφροσύνη με αυτήν την αποχή των παθών, επικαλούμενος με συντριβή καρδίας τον Θεό κατά του πάθους· τότε θα πει και αυτός: «Εδον τν σεβ περυψούμενον κα παιρόμενον ς τς κέδρους το Λιβάνου·κα παρλθον, κα δο οκ ν, κα ζήτησα ατόν, κα οχ ερέθη τόπος ατο(:Είδα τον ασεβή να ακμάζει να υπερυψώνεται πανίσχυρος και να εξαπλώνει την επιρροή του σαν τους κέδρους του Λιβάνου. Και μόλις πρόφτασα να περάσω από εκεί, και ιδού αυτός στο μεταξύ είχε εκλείψει. Και πέρασα και πάλι και τον αναζήτησα και δεν βρέθηκε όχι μόνο αυτός, αλλά ούτε ο τόπος που βρισκόταν πρωτύτερα υψωμένος και αγέρωχος. Κάθε ίχνος του είχε χαθεί)»[Ψαλμ.36,35-36].

Πάλι, ενοχλεί ο λογισμός της φιλοδοξίας; Εσύ στη σύγκλητο και στη συνεδρίαση να ενθυμείσαι την γι΄αυτό συμβουλή του Κυρίου στα ευαγγέλια· στις συνομιλίες να μη ζητάς να υπερέχεις των άλλων, τις αρετές, αν έχεις, να τις ασκείς μόνο στα κρυφά, αποβλέποντας μόνο προς τον Θεό και από Αυτόν μόνο βλεπόμενος και ο Πατέρας σου που βλέπει στα κρυφά, θα σου το ανταποδώσει στα φανερά [Ματθ.6,6: «Σ δ ταν προσεύχ, εσελθε ες τν ταμιεόν σου, κα κλείσας τν θύραν σου πρόσευξαι τ πατρί σου τ ν τ κρυπτ, κα πατήρ σου βλέπων ν τ κρυπτ ποδώσει σοι ν τ φανερ(:Εσύ όμως, αντίθετα, όταν πρόκειται να προσευχηθείς, μπες μέσα στο ιδιαίτερο δωμάτιό σου, κι αφού κλείσεις την πόρτα σου, κάνε την προσευχή σου στον Πατέρα σου που είναι αόρατος και κρυμμένος. Κι ο Πατέρας σου που βλέπει στα κρυφά, θα σου ανταποδώσει την αμοιβή στα φανερά)»]. Εάν δε και μετά την αποκοπή κάθε πάθους πάλι σε ενοχλεί ο εσωτερικός λογισμός, να μην φοβηθείς· διότι σου γίνεται πρόξενος στεφάνων, επειδή δεν πείθει με τις ενοχλήσεις του ούτε ενεργεί, αλλά είναι κίνημα νεκρό, νικημένο από τον αγώνα σου κατά Θεόν.

Τέτοιος είναι ο λόγος του Σταυρού, ως τέτοιος δε, όχι μόνο στους προφήτες πριν συντελεστεί, αλλά και τώρα μετά την τέλεσή του, είναι μυστήριο μέγα και πραγματικά θείο. Πώς; Διότι φαινομενικώς μεν παρουσιάζεται να προξενεί ατίμωση στον εαυτό του αυτός που εξευτελίζει τον εαυτό του και τον ταπεινώνει σε όλα, και πόνο και οδύνη αυτός που αποφεύγει τις σωματικές ηδονές, και αυτός που δίνει τα υπάρχοντα καθίσταται αίτιος πτωχείας στον εαυτό του· αλλά διά της δυνάμεως του Θεού, αυτή η πτωχεία και η οδύνη και η ατιμία γεννά δόξα αιώνια και ηδονή ανέκφραστη και πλούτο ανεξάντλητο, τόσο στον παρόντα, όσο και στον μέλλοντα εκείνον κόσμο. Εκείνους δε που δεν πιστεύουν σε Αυτόν και δεν επιδεικνύουν με έργα την πίστη, ο Παύλος τους τοποθετεί δίπλα στους αφανιζομένους, και σε αυτούς τους ειδωλολάτρες μάλιστα. Διότι λέγει: «Κηρύσσομε Χριστό Εσταυρωμένο, που είναι στους Ιουδαίους μεν σκάνδαλο λόγω της απιστίας τους προς το σωτηριώδες πάθος, στους Έλληνες δε μωρία, διότι δεν προτιμούν τίποτε άλλο εκτός από τα πρόσκαιρα λόγω της απιστίας προς τις θείες επαγγελίες οπωσδήποτε· σε εμάς δε τους προσκεκλημένους Θεού δύναμη και σοφία[Α΄Κορ.1,23-24: «μες δ κηρύσσομεν Χριστν σταυρωμένον, ουδαίοις μν σκάνδαλον, λλησι δ μωρίαν, ατος δ τος κλητος, ουδαίοις τε κα λλησι, Χριστν Θεο δύναμιν κα Θεο σοφίαν(:Εμείς όμως κηρύττουμε τον Χριστό που έχει σταυρωθεί. Και ο σταυρωμένος Χριστός για τους Ιουδαίους που περιμένουν τον Μεσσία Χριστό ως επίγειο βασιλιά είναι σκάνδαλο, εμπόδιο πάνω στο οποίο σκοντάφτουν και δεν πιστεύουν. Για τους Έλληνες πάλι ο εσταυρωμένος Θεός που δεν νίκησε τους εχθρούς Του παρουσιάζεται ως ιδέα μωρή και ανόητη· σ’ αυτούς όμως που ο Θεός βρήκε άξιους να καλέσει στην σωτηρία, είτε Ιουδαίοι είναι, είτε Έλληνες, κηρύττουμε τον Χριστό ο Οποίος είναι Θεού δύναμη που αναγεννά και αγιάζει, και Θεού σοφία που φωτίζει κάθε πιστό)»].

Τούτο λοιπόν είναι η σοφία και δύναμη του Θεού, το να νικήσει μέσω ασθένειας, το να υψωθεί διά ταπεινώσεως, το να πλουτίσει δια πτωχείας. Όχι μόνο δε ο λόγος και το μυστήριο του Σταυρού, αλλά και ο τύπος είναι ιερός και προσκυνητός, διότι είναι σφραγίδα ιερή, σωστική και σεβαστή, αγιαστική και τελεστική των υπερφυών και απορρήτων αγαθών που ενεργήθηκαν στο γένος των ανθρώπων από τον Θεό, αναιρετική κατάρας και καταδίκης, καθαιρετική φθοράς και θανάτου, παρεκτική αΐδιου ζωής και ευλογίας, σωτηριώδες ξύλο, βασιλικό σκήπτρο, θείο τρόπαιο κατά ορατών και αοράτων εχθρών, έστω και αν οι οπαδοί των αιρετικών φρενοβλαβώς δυσαρεστούνται. Αυτοί οι τελευταίοι δεν πέτυχαν την αποστολική ευχή, ώστε να κατορθώσουν να καταλάβουν μαζί με όλους τους αγίους, τι είναι το πλάτος και το μήκος, το ύψος και το βάθος· ότι ο Σταυρός του Κυρίου παριστάνει όλη την οικονομία της σαρκικής παρουσίας και περικλείει όλο το κατ’αυτήν μυστήριο, εκτείνεται προς όλα τα πέρατα και περιλαμβάνει όλα, τα άνω, τα κάτω, τα γύρω, τα ενδιάμεσα. Προβάλλοντας δε κάποια πρόφαση, για την οποία έπρεπε και αυτοί, αν είχαν νου, να Τον προσκυνούν μαζί μας, αποτροπιάζονται το σύμβολο του Βασιλέως της Δόξης, το οποίο κι ο ίδιος ο Κύριος ονομάζει φανερώς ύψος και δόξα Του, όταν επρόκειτο να ανεβεί σε αυτό· κατά τη μέλλουσα δε παρουσία και επιφάνειά Του προαναγγέλλει ότι θα έλθει το σημείο αυτό του Υιού του ανθρώπου με πολλή δύναμη και δόξα.

Αλλά λέγουν: «Σε αυτό προσηλωμένος πέθανε ο Χριστός και γι΄αυτό δεν ανεχόμαστε να βλέπουμε το σχήμα και το ξύλο στο οποίο έχει θανατωθεί». Το δε εναντίον μας χρεώγραφο, που συντάχθηκε δια της παρακοής μας ως προς το ξύλο, με το άπλωμα του χεριού του προπάτορος, σε τι προσηλώθηκε και με τι πράγμα έφυγε από τη μέση και αφανίστηκε και έτσι επανήλθαμε στην ευλογία από τον Θεό; Με τι δε ο Χριστός απέβαλε και απομάκρυνε τελείως τις αρχές και τις εξουσίες των πνευμάτων της πονηρίας, οι οποίες επιβλήθηκαν στη φύση μας από το ξύλο της παρακοής, και τις κατήσχυνε θριαμβευτικά και έτσι εμείς ανακτήσαμε την ελευθερία; Με τι λύθηκε το μεσότοιχο και καταργήθηκε και θανατώθηκε η προς τον Θεό έχθρα μας και διαμέσου τίνος συνδιαλλαγήκαμε με τον Θεό και διδαχτήκαμε την προς Αυτόν ειρήνη; Όχι στον Σταυρό και δια του Σταυρού;

Ας ακούσουν τον απόστολο, που στους μεν Εφεσίους γράφει: «Ατς γάρ στιν ερήνη μν, ποιήσας τ μφότερα ν κα τ μεσότοιχον το φραγμο λύσας, τν χθραν, ν τ σαρκ ατο τν νόμον τν ντολν ν δόγμασι καταργήσας, να τος δύο κτίσ ν αυτ ες να καινν νθρωπον ποιν ερήνην, κα ποκαταλλάξ τος μφοτέρους ν ν σώματι τ Θε δι το σταυρο, ποκτείνας τν χθραν ν ατ (:Πλησιάστε και τον Θεό και τις διαθήκες Του με το αίμα του Χριστού, διότι Αυτός είναι η ειρήνη μας. Αυτός έκανε και τους δύο αντιμαχόμενους κόσμους, τον Ιουδαϊσμό και τον Εθνισμό, ένα. Αυτός γκρέμισε και κατέλυσε τον τοίχο που δημιουργούσε ο φραγμός του νόμου που ορθωνόταν ανάμεσα στους δύο λαούς και τους χώριζε. Κατέλυσε δηλαδή την έχθρα των δύο λαών, αφού κατάργησε με το αίμα Του τον νόμο των εντολών, ο οποίος, ενώ περιείχε επιβλητικές προσταγές, δεν έδινε όμως και τη χάρη για την εφαρμογή και την τήρηση των προσταγμάτων αυτών. Και κατήργησε τον νόμο, έτσι ώστε ενώνοντας τους δύο λαούς με τον εαυτό Του να δημιουργήσει ένα νέο άνθρωπο, μια νέα ανθρωπότητα, κι έτσι να φέρει ειρήνη μεταξύ τους˙ και με τον σταυρικό Του θάνατο να συμφιλιώσει και τους δύο λαούς με τον Θεό, ενωμένους τώρα σε ένα σώμα, αφού προηγουμένως θα θανάτωνε την έχθρα με τον θάνατό Του)»[Εφ.2,14-16].

Προς δε τους Κολοσσαείς γράφει: «Κα μς, νεκρος ντας ν τος παραπτώμασι κα τ κροβυστί τς σαρκς μν, συνεζωοποίησεν μς σν ατ, χαρισάμενος μν πάντα τ παραπτώματα ξαλείψας τ καθ᾿ μν χειρόγραφον τος δόγμασιν ν πεναντίον μν, κα ατ ρεν κ το μέσου προσηλώσας ατ τ σταυρῷ, ἀπεκδυσάμενος τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς ἐξουσίας ἐδειγμάτισεν ἐν παῤῥησίᾳ, θριαμβεύσας αὐτοὺς ἐν αὐτῷ (:Πράγματι λοιπόν ο Θεός Πατήρ μαζί με τον Χριστό ζωοποίησε κι εσάς που ήσασταν νεκροί εξαιτίας των αμαρτημάτων και της αποξένωσής σας από τον Θεό, η οποία φαινόταν με την έλλειψη σωματικής περιτομής. Κι έτσι συγχώρησε όλα τα παραπτώματα, και τα δικά σας, των εθνικών, και τα δικά μας, των Ιουδαίων. Και έσβησε ολοκληρωτικά το χρεωστικό γραμμάτιο που ήταν εις βάρος μας και είχε γίνει από τις διατάξεις του μωσαϊκού νόμου, τις οποίες ήταν αδύνατο να τηρήσουμε και γι’ αυτό είχαμε γίνει ένοχοι και χρεωφειλέτες ενώπιον του Θεού. Και το γραμμάτιο αυτό, που ήταν εναντίον μας, ο Κύριος το έβγαλε απ’ τη μέση και το κάρφωσε στον σταυρό, όπου με το αίμα Του το έσβησε. Εκεί στον σταυρό έγδυσε τις πονηρές αρχές και εξουσίες και τις διαπόμπευσε, τις καταντρόπιασε φανερά μπροστά σε όλον τον πνευματικό κόσμο και έσυρε τους δαίμονες νικημένους με θριαμβευτική πομπή. Και το πραγματοποίησε αυτό με τον σταυρό Του, ο οποίος έγινε για τον Χριστό θριαμβευτικό άρμα νικητή)» [Κολ.2,13-15].

Δεν θα τιμήσουμε λοιπόν εμείς και δεν θα χρησιμοποιήσουμε το ιερό αυτό τρόπαιο της κοινής ελευθερίας του γένους, το οποίο και μόνο με τη θέα του, τον μεν αρχέκακο όφι φυγαδεύει και διαπομπεύει και καταισχύνει, διακηρύσσοντας την ήττα και τη συντριβή του, δοξάζει δε και μεγαλύνει τον Χριστό, επιδεικνύοντας στον κόσμο τη νίκη του; Και όμως, αν ο Σταυρός είναι παραβλεπτέος, διότι σε αυτόν υπέμεινε τον θάνατο ο Χριστός, ούτε ο θάνατός Του δεν πρέπει να είναι σεβαστός και σωτήριος· πώς λοιπόν, κατά τον απόστολο, βαπτιστήκαμε στον θάνατό Του;[Ρωμ.6,3: « γνοετε τι σοι βαπτίσθημεν ες Χριστν ησον ες τν θάνατον ατο βαπτίσθημεν;(:Ή δεν ξέρετε ότι όσοι βαπτιστήκαμε με πίστη στον Ιησού Χριστό συνταυτίζοντας την ύπαρξή μας με αυτόν, γίναμε με το βάπτισμα μέτοχοι του σταυρικού Του θανάτου, και ο παλαιός μας άνθρωπος της αμαρτίας σταυρώθηκε και πέθανε, όπως και ο Χριστός πάνω στον σταυρό;)» ]. Πώς δεν θα συμμετάσχουμε στην Ανάστασή Του, αν βέβαια γίναμε σύμφυτοι μετά τον θάνατό Του;[Ρωμ.6,5: «Ε γρ σύμφυτοι γεγόναμεν τ μοιώματι το θανάτου ατο, λλ κα τς ναστάσεως σόμεθα (:Ναι. Αναστηθήκαμε κι εμείς σε νέα άγια ζωή· διότι εάν, σαν τα δέντρα που είναι μαζί φυτεμένα και θρεμμένα, έχουμε γίνει ένα με τον Χριστό στο βάπτισμα, το οποίο είναι σύμβολο του θανάτου Του, κατά φυσική συνέπεια θα γίνουμε ένα και στην Ανάστασή Του)»]. Βέβαια, αν κανείς προσκυνούσε σχήμα σταυρού που δεν έφερε επιγεγραμμένο το δεσποτικό όνομα, δικαίως θα κατηγορείτο ότι πράττει κάτι ανάρμοστο. Επειδή δε «ν τ νόματι ησο πν γόνυ κάμψ πουρανίων κα πιγείων κα καταχθονίων (:Τον υπερύψωσε, ώστε στο όνομα του Ιησού να γονατίσουν ταπεινά και να Τον προσκυνήσουν λατρευτικά και οι άγγελοι στον ουρανό και οι άνθρωποι στη γη και οι ψυχές των νεκρών στα καταχθόνια˙ αλλά κι αυτά τα δαιμονικά όντα που είναι στα καταχθόνια με τρόμο να υποκλιθούν μπροστά στο μεγαλείο Του)»[Φιλιπ.2,10], τούτο δε το προσκυνητό όνομα επιφέρει ο Σταυρός, πόσο παράφρον δεν θα ήταν να μη γονατίζουμε στον Σταυρό του Χριστού;

Αλλά εμείς, κλίνοντας μαζί με τα γόνατα και τις καρδιές, εμπρός, ας προσκυνήσουμε μαζί με τον ψαλμωδό και προφήτη Δαβίδ[Ψαλμ.131,7: «Εσελευσόμεθα ες τ σκηνώματα ατο, προσκυνήσομεν ες τν τόπον, ο στησαν ο πόδες ατο(:Τώρα όμως θα εισέλθουμε στα σκηνώματα του Θεού στη Σιών και θα προσκυνήσουμε στον τόπο όπου στάθηκαν τα πόδια Του και όπου υπάρχει το υποπόδιο των ποδών Του)»], στον τόπο όπου στάθηκαν τα πόδια Του και όπου ξαπλώθηκαν τα χέρια που συνέχουν το σύμπαν και όπου τεντώθηκε για μας το ζωαρχικό Σώμα, και, προσκυνώντας και ασπαζόμενοι Αυτόν με πίστη, ας παίρνουμε πλούσιο τον από εκεί αγιασμό και ας τον φυλάττουμε. Έτσι και κατά την υπερένδοξη μέλλουσα παρουσία του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού, βλέποντάς τον να προηγείται λαμπρώς, θα αγαλλιάζουμε και θα χοροπηδούμε διαπαντός, διότι πετύχαμε την από τα δεξιά θέση και την υπεσχημένη μακαρία φωνή και ευλογία, σε δόξα του σαρκικώς σταυρωθέντος για μας Υιού και Θεού.

Διότι σε Αυτόν πρέπει δοξολογία, μαζί με τον άναρχο Πατέρα Του και το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

  • Γρηγορίου του Παλαμά, Άπαντα τα έργα, Ομιλίες Α΄- Κ΄, ομιλία ΙΑ’, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 2004, τόμος 9, σελίδες 282-325.

  • Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

  • Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

  • Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

  • Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.

  • https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/

  • https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/

  • Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.

  • http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm

Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς (Ομιλία)

Από το βιβλίο: Ομιλίες Αγ. Βελιμίροβιτς – Τόμος Β (Καιρός Μετανοίας)

Μεγάλη ἡ δύναμη τῆς ἀλήθειας! Δὲν ὑπάρχει τίποτα ἱκανὸ στὸν κόσμο ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ τῆς ἀφαιρέσει τὴ δύναμη αὐτή. Ἡ θεραπευτικὴ δύναμη τῆς ἀλήθειας εἶναι πολὺ μεγάλη! Δὲν ὑπάρχει στὸν κόσμο ἀρρώστια ἢ νόσημα ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ θεραπευτεῖ ἀπὸ τὴν ἀλήθεια.

Οἱ ἄρρωστοι ποὺ ὑποφέρουν κι εἶναι ἀδύναμοι, ἀναζητοῦν γιατρὸ γιὰ νὰ τοὺς δώσει τὴν ἀνάλογη θεραπεία. Κανένας τοὺς δὲν ψάχνει γιὰ κάποιο γιατρὸ ποὺ θὰ τοὺς χορηγήσει φάρμακο γλυκὸ καὶ γευστικό. Ὅλοι τους θ’ ἀναζητήσουν κάποιον ποὺ θὰ τοὺς δώσει φάρμακο ἀποτελεσματικό, εἴτε γλυκὸ θά ‘ναι αὐτὸ εἴτε πικρὸ εἴτε κι ἐντελῶς ἄγευστο. Ὅσο πιὸ πικρὸ εἶναι τὸ φάρμακο ποὺ σύστησε ὁ γιατρὸς κι ὅσο πιὸ περίπλοκη εἶναι ἡ ἐξέλιξη τῆς θεραπείας, τόσο μεγαλύτερη ἐμπιστοσύνη ἀποκτᾷ ὁ γιατρὸς στὰ μάτια τοῦ ἀρρώστου.

Γιατί οἱ ἄνθρωποι ἀπορρίπτουν τὸ πικρὸ φάρμακο μόνο ὅταν τὸ προσφέρει τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ; Γιατί ἀναζητοῦν μόνο γλυκίσματα ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ; Ἐπειδὴ δὲν ἀντιλαμβάνονται πόσο σοβαρὴ εἶναι ἡ ἀρρώστια τῆς ἁμαρτίας τους, ἐπειδὴ νομίζουν πῶς μποροῦν νὰ θεραπευτοῦν μόνο μὲ γλυκίσματα.

Ἄχ, νὰ μποροῦσαν ν’ ἀναρωτηθοῦν οἱ ἄνθρωποι γιατί ὅλα τὰ φάρμακα γιὰ τίς σωματικὲς ἀρρώστιες εἶναι τόσο πικρά! Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ τοὺς ἀπαντοῦσε: γιὰ νὰ πάρουν μιὰ ἰδέα τῆς πίκρας πού ‘χοῦν τὰ πνευματικὰ φάρμακα. Ὅπως σωματικὴ ἀρρώστια δίνει κάποια ἰδέα γιὰ τὴν πνευματική, ἔτσι καὶ τὰ φάρμακα γιὰ τίς σωματικὲς ἀρρώστιες λειτουργοῦν μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, σὲ σχέση μ’ ἐκεῖνα γιὰ τίς πνευματικές.

Οἱ πνευματικὲς ἀρρώστιες, οἱ σοβαρὲς καὶ τυχαῖες, δὲν εἶναι πολὺ πιὸ σοβαρὲς ἀπὸ τίς σωματικές; Πῶς τότε τὰ φάρμακα γιὰ τίς πνευματικὲς αὐτὲς ἀρρώστιες δὲν μποροῦν νὰ εἶναι πιὸ πικρὰ ἀπὸ τὸ ἀντίστοιχα φάρμακα γιὰ τίς σωματικὲς ἀρρώστιες;

Οἱ ἄνθρωποι φροντίζουν πολὺ τὸ σῶμα τους. Κι ὅταν αὐτὸ ἀρρωσταίνει, δὲ λυποῦνται οὔτε προσπάθειες οὔτε χρόνο ἢ χρῆμα γιὰ ν’ ἀποκαταστήσουν τὴν ὑγεία του. Σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση κανένας γιατρὸς δὲ φαίνεται πολὺ ἀκριβός, καμιὰ ἰαματικὴ πηγὴ δὲ βρίσκεται μακριὰ καὶ κανένα φάρμακο δὲ μοιάζει πικρό. Κι αὐτὸ εἶναι ἰδιαίτερα πιὸ ἔντονο ὅταν βεβαιωνόμαστε πῶς ὁ σωματικὸς θάνατος πλησιάζει.

Ἄχ, καὶ νὰ φρόντιζαν οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ τόσο πολὺ γιὰ τὴν ψυχική τους ὑγεία! “Ἄχ, καὶ νά ‘τὰν τόσο ἐπιμελεῖς στὴν ἀναζήτηση θεραπείας καὶ θεραπευτῆ γιὰ τὴν ψυχή τους!

Εἶναι δύσκολο κι ὀδυνηρὸ νὰ περπατᾷς ξυπόλητος ἀνάμεσα στ’ ἀγκάθια. Ὅταν ὅμως ὁ ξυπόλητος ἄνθρωπος πεθαίνει τῆς δίψας κι ἡ πηγὴ μὲ τὸ νερὸ εἶναι μετὰ τ’ ἀγκάθια, δὲ θ’ ἀποφασίσει γρήγορα νὰ βαδίσει πάνω σ’ αὐτά, μ’ ὅλο ποὺ τὰ πόδια του θὰ πληγωθοῦν, γιὰ νὰ πλησιάσει στὸ νερό; Ἢ μήπως θὰ προτιμήσει νὰ καθήσει πάνω στὸ χλωρὸ γρασίδι ποὺ εἶναι πρὶν ἀπὸ τ’ ἀγκάθια καὶ νὰ πεθάνει ἀπὸ τὴ δίψα;

Κάποιοι ἄνθρωποι ποὺ εἶναι ἄρρωστοι ἀπὸ τὴν ἁμαρτία λένε: «Δὲν μποροῦμε νὰ πάρουμε τόσο πικρὸ φάρμακο». Κι ἔτσι ὁ γιατρὸς ποὺ ἀγαπᾷ τὸ ἀνθρώπινο γένος, πῆρε πρῶτος τὸ φάρμακο, τὸ πικρότερο φάρμακο, μ’ ὅλο ποὺ ἦταν ὑγιής. Καὶ τό ‘κανε αὐτὸ μόνο γιὰ νὰ δείξει στοὺς ἀρρώστους πῶς αὐτὸ δὲν εἶναι ἀδύνατο. ‘Ἀλήθεια, πόσο πιὸ δύσκολο εἶναι στὸν ὑγιῆ ἄνθρωπο νὰ πάρει καὶ νὰ καταπιεῖ τὸ φάρμακο ποὺ εἶναι γιὰ τοὺς ἀρρώστους! Ἐκεῖνος ὅμως τὸ πῆρε, ὥστε οἱ θνητοὶ ἄρρωστοι νὰ ὁδηγηθοῦν στὴν ἀπόφαση νὰ τὸ πάρουν κι αὐτοί.

«Δὲν μποροῦμε νὰ περπατήσουμε ξυπόλητοι πάνω στ’ ἀγκάθια, λένε οἱ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι ἄρρωστοι ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ὅσο καὶ νὰ διψᾶμε κι ὅσο καθαρὸ καὶ νά ‘ναι τὸ νερὸ ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά». Κι ἔτσι ὁ Κύριος, ποῦ ἀγαπᾷ τὸ ἀνθρώπινο γένος, βάδισε ὁ ἴδιος ξυπόλητος πάνω στ’ ἀγκάθια. Καὶ τώρα καλεῖ ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ τοὺς διψασμένους στὴν πηγὴ μὲ τὸ δροσερὸ νερό. «Εἶναι δυνατό, μᾶς λέει. Βάδισα μόνος μου πάνω στὰ πιὸ αἰχμηρὰ ἀγκάθια καὶ πατῶντας τὰ τὰ ἄμβλυνα, τὰ μαλάκωσα. Ἐλᾶτε, λοιπόν».

«Ἄν τὸ φάρμακο εἶναι ὁ σταυρός, δὲν μποροῦμε νὰ τὸ πάρουμε. Κι ἂν ὁ σταυρὸς εἶναι ὁ δρόμος, δὲν μποροῦμε νὰ τὸν βαδίσουμε». Αὐτὸ λένε ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ ἡ ἁμαρτία τοὺς ἔκανε ἄρρωστους. Κι ἔτσι ὁ Κύριος, ποῦ ἀγαπᾷ τὸ ἀνθρώπινο γένος, σήκωσε πάνω του τὸ βαρύτερο σταυρό, γιὰ νὰ μᾶς δείξει πῶς κι αὐτὸ εἶναι δυνατό.

Στὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο ὁ Κύριος, σ’ ὅλους ἐκείνους ποὺ ἐπιθυμοῦν νὰ σωθοῦν ἀπὸ τὸ θάνατο, προσφέρει το σταυρό, τὸ πιὸ πικρὸ φάρμακο γιὰ τὴ θεραπεία τους.

Εἶπε ὁ Κύριος: «Ὅστις θέλει ὀπίσω μοῦ ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθήτω μοί» (Μάρκ. ἡ’34). “Ὅποιος θέλει νά με ἀκολουθήσει, πρέπει ν’ ἀπαρνηθεῖ τὸν παλιὸ καὶ ἁμαρτωλὸ ἑαυτό του, νὰ πάρει πάνω του τὸ σταυρὸ τῶν θλίψεων καὶ τῶν δοκιμασιῶν καὶ τότε ἄς με ἀκολουθήσει.

Ὁ Κύριος δὲν ὁδηγεῖ τοὺς ἀνθρώπους στὸ σταυρὸ πρὶν ἀπ’ Αὐτόν. Τοὺς καλεῖ νὰ τὸν ἀκολουθήσουν, ἀφοῦ Ἐκεῖνος πρῶτος κουβάλησε τὸν σταυρό. Προτοῦ κάνει τὴν κλήση αὐτὴ τοὺς εἶχε προειδοποιήσει γιὰ τὰ πάθη Του: «… δεὶ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου πολλὰ παθεῖν … καὶ ἀποκτανθῆναι, καὶ μετὰ τρεὶς ἡμέρας ἀναστῆναι» (Μάρκ. ἡ’31). Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ εἶπε πῶς εἶναι «ἡ ὁδός». Ἔγινε ὁ πρῶτος στὰ πάθη κι ὁ πρῶτος στὴ δόξα. Ἦρθε γιὰ ν’ ἀποδείξει πῶς όλ’ αὐτὰ ποὺ οἱ ἄνθρωποι ἰσχυρίζονται ὅτι εἶναι ἀδύνατα, εἶναι δυνατά. Καὶ τὰ ἔκανε δυνατά.

Ὁ Κύριος δὲν πιέζει τοὺς ἀνθρώπους, δὲν τοὺς ἀσκεῖ βία. Ὁ Κύριος συνιστᾷ καὶ προσφέρει. «Ὅστις θέλει…»…. Οἱ ἄνθρωποι ἔπεσαν στὴν ἀρρώστια τῆς ἁμαρτίας μὲ τὴν ἐλεύθερη βούλησή τους. Καὶ μόνο μὲ τὴν ἐλεύθερη βούλησή τους πρέπει νὰ θεραπευτοῦν ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Δὲν κρύβει τὸ γεγονὸς πῶς τὸ φάρμακο εἶναι πικρό, πολὺ πικρό. Ἐκεῖνος ὅμως, μὲ τὸ νὰ πάρει πρῶτος τὸ πικρὸ φάρμακο, τὸ ἔκανε πιὸ εὔκολο στοὺς ἀνθρώπους. Καὶ πῆρε τὸ φάρμακο μ’ ὅλο ποὺ ὁ ἴδιος ἦταν ὑγιής, γιὰ νὰ μᾶς ἀποδείξει τὴ θαυμαστὴ πράξη Του.

Ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν. Ὁ πρῶτος ἄνθρωπος, ὁ Ἀδάμ, ἀπαρνήθηκε τὸν ἑαυτό του ὅταν ἁμάρτησε, ἀλλὰ ἀπαρνήθηκε τὸν ἀληθινό, τὸν πραγματικό του ἑαυτό. Ὅταν ὁ Κύριος ζητᾷ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ν’ ἀπαρνηθοῦν τὸν ἑαυτό τους, ἐννοεῖ τὸν ψεύτικο, τὸν πλανεμένο ἑαυτό. Ἄς τὸ κάνουμε πιὸ ἁπλό.

Ὁ Ἀδὰμ ἀπαρνήθηκε τὴν Ἀλήθεια καὶ προσκολλήθηκε σ’ ἕνα ψέμμα. Τώρα ὁ Κύριος ζητᾷ ἀπὸ τοὺς ἀπογόνους του Ἀδὰμ ν’ ἀπαρνηθοῦν τὸ ψέμμα καὶ νὰ προσκολληθοῦν ξανὰ στὴν Ἀλήθεια, ἀπὸ τὴν ὁποία εἶχαν ἀπομακρυνθεῖ. Τόν’ ἀπαρνηθεὶς τὸν ἑαυτό σου ἑπομένως σημαίνει ν’ ἀπαρνηθεὶς τὴν ἀπατηλὴ μή-ὕπαρξη, ποὺ μᾶς ἔχει ἐπιβληθεῖ στὴ θέσῃ τῆς θεόσδοτης ὕπαρξής μας. Πρέπει ν’ ἀπαρνηθοῦμε τὴν ἔγκοσμιότητα ποὺ ἔχει ἀντικαταστήσει τὴν πνευματικότητά μας, τὰ πάθῃ ποὺ ἔχουν ἀντικαταστήσει τὰ καλά μας ἔργα, τὸν ταπεινὸ φόβο ποὺ ἔχει σκοτίσει μέσα μας τὴ θεϊκὴ υἱοθεσία, το γογγυσμὸ μᾶς ἐναντίον τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔχει ἀφανίσει μέσα μας τὸ πνεῦμα τῆς ὑπακοῆς σ’ Ἐκεῖνον. Πρέπει ν’ ἀπαρνηθοῦμε τὴν εἰδωλολατρικὴ λατρεία τῆς φύσης καὶ τοῦ σώματός μας. Μὲ λίγα λόγια, πρέπει ν’ ἀπαρνηθοῦμε ὅλα ἐκεῖνα ποὺ παραπέμπουν στὸ «ἐγώ» μας, καὶ ποὺ στὴν πραγματικότητα εἶναι ὁ πονηρὸς κι ἡ ἁμαρτία, ἡ φθορά, ἡ ἀπάτη κι ὁ θάνατος.

“Ἄχ καὶ νὰ μπορούσαμε ν’ ἀπαρνηθοῦμε τίς πονηρές μας συνήθειες ποὺ ἔχουν γίνει μέσα μας δεύτερη φύση. Ν’ ἀπαρνηθοῦμε αὐτὴ τὴ «δεύτερη φύση», γιατί δὲν εἶναι ἡ δική μας φύση ὅπως τὴ δημιούργησε ὁ Θεός, ἀλλὰ μιᾷ σωρευμένῃ καὶ σκληρυμένη φαντασία κι αὐταπάτη μέσα μας – ἕνα ὑποκριτικὸ ψέμμα ποὺ βαδίζει μὲ τ’ ὄνομά μας, καὶ μεὶς μαζί του.

Τί σημαίνει ν’ ἀναλάβουμε τὸ σταυρό μας; Σημαίνει την ἀπὸ μέρους μας ἐλεύθερη ἀποδοχὴ κάθε μέσου θεραπείας ποὺ μᾶς προσφέρει ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ἔστω κι ἂν εἶναι πικρό. Σοῦ ἔτυχαν μεγάλες καταστροφές; Κάνε ὑπακοὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἔκανε κι ὁ Νῶε. Χρειάζεται νὰ κάνεις θυσία; Παραδώσου στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν ἴδια πίστη ποὺ εἶχε ὁ Ἀβραὰμ ὅταν πορευόταν γιὰ νὰ θυσιάσει το γιό του. Καταστράφηκε ἡ περιουσία σου; Πέθαναν ξαφνικὰ τὰ παιδιά σου; Νὰ τὰ ὑπομένεις ὅλα μὲ καρτερία, μὲ τὴν καρδιά σου προσκολλημένη στὸ Θεό, ὅπως ἔκανε ὁ Ἰώβ. Σ’ ἐγκαταλείπουν οἱ φίλοι σου καὶ βρίσκεσαι ξαφνικὰ περικυκλωμένος ἀπὸ ἐχθρούς; Νὰ τὰ ὑπομείνεις ὅλα χωρὶς γογγυσμό, ὅπως ἔκαναν καὶ οἱ ἀπόστολοι, μὲ πίστη στὸ Θεὸ πῶς ἡ βοήθειά Τοῦ εἶναι ἄμεση. Καταδικάστηκες νὰ πεθάνεις γιὰ τὸ Χριστό; Δόξασε τὸ Θεὸ ποὺ ἀξιώθηκες τέτοια τιμή, ὅπως χιλιάδες χριστιανοὶ μάρτυρες.

Τίποτα δὲ θὰ σοῦ ζητηθεῖ ποὺ δὲν ἔχει ξαναγίνει. ‘Ἐσὺ μᾶλλον θ’ ἀκολουθήσεις τὸ παράδειγμα τῶν πολλῶν – ἀποστόλων, ἁγίων, ὁμολογητῶν καὶ μαρτύρων – ποὺ ἔμειναν πιστοὶ στὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ. Πρέπει νὰ γνωρίζουμε καὶ κάτι ἀκόμα ὅμως, ὅταν ἐπιζητοῦμε τὴ σταύρωσή μας. Πῶς ὁ Κύριος ζητᾷ τὴ σταύρωση τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου, ἐκείνου μὲ τίς πονηρὲς συνήθειες, ποὺ ὑπηρετεῖ τὴν ἁμαρτία. Μὲ τὴ σταύρωση αὐτὴ ὁ παλιός, ὁ ζωώδης ἄνθρωπος μέσα μας νεκρώνεται. Κι ὁ νέος ἄνθρωπος, ποὺ εἶναι φτιαγμένος κατ’ εἰκόνα Θεοῦ καὶ ἀθάνατος, ἀναγεννιέται. Λέει ὁ ἀπόστολος: «Ὁ παλαιὸς ἡμῶν ἄνθρωπος συνεσταυρώθη… τοῦ μηκέτι δουλεύειν ἡμᾶς τὴ ἁμαρτία» (Ρωμ. στ’6).

Ὁ σταυρὸς εἶναι βαρὺς γιὰ τὸν παλιό, τὸ σαρκικὸ ἄνθρωπο. Εἶναι βαρὺς γιὰ τὸν ἄνθρωπο «σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταὶς ἐπιθυμίαις» (Γαλ. ἔ’ 24). Γιὰ τὸν πνευματικὸ ἄνθρωπο ὅμως δὲν εἶναι βαρύς. Ὁ σταυρὸς εἶναι «τοὶς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία… τοὶς δὲ σωζομένους ἡμῖν δύναμις Θεοῦ» (Α ́κόρ. ἀ18). Ἐμεῖς καυχιόμαστε στὸ σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, στὸ σταυρὸ ποὺ φέρουμε γιὰ χάρη Του. Ὁ Κύριος δὲ ζητᾷ ν’ ἀναλάβουμε τὸ δικό Του σταυρό, μὰ τὸ δικό μας. Ὁ δικός Του σταυρὸς εἶναι ὁ βαρύτερος. Ἐκεῖνος δὲ σταυρώθηκε γιὰ τίς δικές Του ἁμαρτίες ἀλλὰ γιὰ τίς δικές μας, γι’ αὐτὸ κι ὁ σταυρός Του εἶναι ὁ βαρύτερος. Ἐμεῖς σταυρωνόμαστε γιὰ τίς δικές μας ἁμαρτίες, γι’ αὐτὸ κι ὁ δικός μας σταυρὸς εἶναι ἐλαφρύτερος. “Ὅταν τὰ βάσανά μας βρίσκονται στὸ ἀποκορύφωμά τους, δὲν πρέπει νὰ λέμε πῶς εἶναι πολὺ μεγάλα, πέρα ἀπὸ κάθε ὅριο. Ζεῖ Κύριος καὶ γνωρίζει τὸ μέτρο τῶν πειρασμῶν μας, δὲ θὰ μᾶς ἀφήσει νὰ ὑποφέρουμε περισσότερο ἀπ’ ὅσο μποροῦμε. Τὸ μέτρο τῶν πειρασμῶν μας εἶναι ὑπολογισμένο τοὐλάχιστον,τουλάχιστο ὅσο τὸ μέτρο τῆς μέρας καὶ τῆς νύχτας, ἢ ὅσο τὰ ὅρια τῶν ἄστρων στὴν πορεία τους. Ἐντάθηκαν οἱ πειρασμοί μας; Ἔγινε βαρύτερος ὁ σταυρός μας; Ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ εἶναι μεγαλύτερη, ὅπως μᾶς βεβαιώνει ὁ ἀπόστολος: «Ὅτι καθὼς περισσεύει τὰ παθήματα τοῦ Χριστοῦ εἰς ἡμᾶς, οὕτῳ διὰ Χριστοῦ περισσεύει καὶ ἡ παράκλησις ἡμῶν» (Β ́κόρ. ἅ’5).

Ἡ παράκλησή μας ὅμως, πάνω ἀπ’ ὅλα εἶναι μεγάλη ἐπειδὴ μᾶς καλεῖ ὁ Κύριος νὰ τὸν ἀκολουθήσουμε. «Ἀκολουθήτω μοί», λέει. Γιατί ὁ Κύριος κάνει τὴν κλήση αὐτὴ σ’ ἐκείνους ποὺ ἀναλαμβάνουν το σταυρό τους; Πρῶτα γιὰ νὰ μὴν πέσουν καὶ τσακιστοῦν κάτω ἀπὸ τὸ βάρος του. Ἡ ἀνθρώπινη ράτσα εἶναι τόσο ὀδυνηρὰ ἀδύναμη, ποῦ κι ὁ ἐλαφρύτερος σταυρὸς φαίνεται βαρὺς στὸ δυνατότερο ἄνθρωπο, ἂν τὸν φέρει χωρὶς τὴ βοήθεια τοῦ οὐρανοῦ. Βλέπουμε πῶς ἀπελπίζονται οἱ ἄπιστοι στὸ ἐλαφρύτερο χτύπημα. Πῶς ἐναντιώνονται στὸν οὐρανὸ καί τη γῆ μέ το ποὺ θὰ τοὺς κεντήσει μιὰ καρφίτσα. Πῶς παραπατοῦν δεξιὰ κι ἀριστερὰ ἀβοήθητοι, ἀναζητῶντας κάποια στήριξη καὶ ἀρωγὴ στὸ κενὸ αὐτοῦ τοῦ κόσμου κι ὅταν ὁ κόσμος αὐτὸς δὲν μπορεῖ νὰ τοὺς προσφέρει στήριξη καὶ βοήθεια, τότε ἰσχυρίζονται πῶς ὁ κόσμος ὁλόκληρος δὲν εἶναι παρὰ ἕνα κενὸ ἀπόγνωσης.

Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ ὁ Κύριος μᾶς καλεῖ νὰ τὸν ἀκολουθήσουμε. Μόνο ἂν ἀκολουθοῦμε πίσω Τοῦ θὰ μποροῦμε νὰ κουβαλᾶμε το σταυρό μας. Σ’ Ἐκεῖνον θὰ βροῦμε δύναμη, θάρρος καὶ παρηγοριά. Θὰ γίνει σ’ ἐμᾶς φῶς στὸ σκοτεινὸ δρόμο μας, ὑγεία στὴν ἀρρώστια, σύντροφος στὴ μοναξιά, χαρὰ στοὺς πειρασμοὺς καὶ πλοῦτος στὴν ἔνδεια. Τὸ ἀνεξάντλητο φῶς τοῦ Χριστοῦ μας χρειάζεται γιὰ νὰ σβήσει τὸν πόνο μας καὶ νὰ κρατήσει ζωντανὴ τὴν ἐλπίδα μας στὸ χάραμα τῆς μέρας.

Ὁ δεύτερος λόγος ποὺ ὁ Κύριος μᾶς καλεῖ νὰ τὸν ἀκολουθήσουμε εἶναι τόσο σπουδαῖος ὅσο καὶ ὁ πρῶτος κι ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴ θεληματικὴ ἀπάρνηση τοῦ ἐαυτου μας καὶ τὴν ἀνάληψη τοῦ σταυροῦ. Πολλοὶ εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἔκαναν ἐπίδειξη κάποιας αὐταπάρνησης γιὰ ν’ ἀποκτήσουν μεγαλύτερη φήμη σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο. Πολλοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἔχουν σωρεύσει ἀμέτρητες δοκιμασίες καὶ βάσανα μόνοι τους, μόνο γιὰ νὰ κερδίσουν το θαυμασμὸ καὶ τὸν ἔπαινο τῶν ἀνθρώπων. Πολλοί, κυρίως ἀνάμεσα στοὺς εἰδωλολάτρες, τὸ ἔχουν κάνει αὐτὸ κι ἄλλοι τὸ κάνουν μέχρι σήμερα, γιὰ ν’ ἀποκτήσουν μεγαλύτερες μαγικὲς δυνάμεις κι ἔτσι νὰ ἐπιβληθοῦν στοὺς ἄλλους, νὰ βλάψουν ἢ νὰ ὠφελήσουν αὐτοὺς ποὺ θέλουν. Κι όλ’ αὐτὰ ἀπὸ μιὰ μάταιη πλεονεξία κι ἐπιθυμία γιὰ κυριαρχία.

Τέτοια αὐταπάρνηση δὲν εἶναι ἀληθινή, εἶναι φιλαυτία. Τέτοιος σταυρὸς δὲν ὁδηγεῖ στὴν ἀνάσταση καὶ τὴ σωτηρία ἀλλὰ σὲ πλήρη ὄλεθρο. Εἶναι σὰ νὰ παραδίδεται κάποιος στὰ χέρια τοῦ σατανᾶ. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ ἀναλαμβάνει το σταυρό του κι ἀκολουθεῖ τὸ Χριστό, ἐλευθερώνεται ἀπὸ τὴν ἔπαρση καὶ τὴν ἀλαζονεία, ἀπὸ τὴ φιλαυτία κι ἀπὸ κάθε ἐπιθυμία γιὰ ἐγκόσμια δόξα καὶ κέρδος. “Ὅπως ὁ ἄρρωστος ἄνθρωπος παίρνει πικρὰ φάρμακα, ὄχι γιὰ νὰ δείξει στοὺς ἄλλους πῶς μπορεῖ νὰ τὰ καταπιεῖ, ἀλλὰ γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῆς ὑγείας του, ἔτσι κι ὁ ἀληθινὸς χριστιανὸς ἀπαρνιέται τὸν ἑαυτό του, δηλαδὴ ἀπαλλάσσεται ἀπὸ τὴν ἄρρωστη ὕπαρξή του, ἀναλαμβάνει το σταυρὸ τοῦ σὰν πικρὸ καὶ σωστικὸ φάρμακο κι ἀκολουθεῖ τὸ Χριστό, τὸ θεραπευτη καὶ σωτῆρα του. Κι αὐτὸ ὄχι γιὰ γιὰ ν’ ἀποσπάσει τὸν ἔπαινο καὶ τὴ δόξα τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ γιὰ νὰ σώσει τὴν ψυχή του ἀπὸ τὸν παραλογισμὸ τῆς ζωῆς αὐτῆς κι ἀπὸ τὸ σκουλήκι καὶ τὸ πῦρ τῆς μέλλουσας ζωῆς.

«Ός γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτὴν ὸς δ’ ἂν ἀπολέσῃ της ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμου καὶ τοῦ εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν» (Μάρκ. ἡ’ 35). Ὅποιος θέλει νὰ σώσει τὴν ἐπίγεια ζωή του, αὐτὸς θὰ χάσει τὴν αἰώνια καὶ μακαρία ζωή. “Ὅποιος ὅμως ἀψηφήσει καὶ θυσιάσει τὴ ζωὴ τοῦ αὐτὴ γιὰ μένα καὶ τὸ εὐαγγέλιο, αὐτὸς θὰ σώσει τὴ μέλλουσα ζωὴ καὶ μακαριότητά του.

Αὐτὰ εἶναι σκληρὰ λόγια, ἀδυσώπητα. Αὐτὴ εἶναι μιὰ φωτιὰ ποὺ γυρεύει νὰ κατακάψει τὸν παλιὸ ἄνθρωπο ὡς τίς ρίζες του, ν’ ἀφανίσει τὶς ἴδιες τὶς ρίζες. Ὁ Χριστὸς δὲν ἦρθε ἁπλᾶ γιὰ ν’ ἀναμορφώσει τὸν κόσμο, ἀλλὰ νὰ τὸν ἀνακατασκευάσει, νὰ φέρει καινούργια ζωή. Νὰ ρίξει τὸ παλιὸ σίδερο στὴ φωτιὰ καὶ νὰ τὸ σφυρηλατήσει ἀπὸ τὴν ἀρχή. Δὲν εἶναι ἀναμορφωτής, ἀλλὰ ὁ Δημιουργός. Δὲν εἶναι ἐπιδιορθωτής, ἀλλὰ ὑφαντῆς. “Ὅποιος θέλει νὰ διατηρήσει ἕνα παλιὸ καὶ σκουληκοφαγωμένο δέντρο, θὰ τὸ χάσει. Μπορεῖ νὰ κάνει ὅ,τι μπορεῖ γιὰ νὰ τὸ περιποιηθεῖ ἐξωτερικά, νὰ τὸ ποτίσει, νὰ τὸ περιφράξει καὶ νὰ τοῦ ρίξει λίπασμα, τὸ σκουλήκι ὅμως θὰ τὸ τρώει ἐσωτερικά. Τὸ δέντρο θὰ σαπίσει σιγὰ σιγὰ καὶ θὰ πέσει.

Ἐκεῖνος ποὺ κόβει ἕνα σκουληκοφαγωμένο δέντρο καὶ τὸ ρίχνει στὴ φωτιὰ μαζὶ μὲ τὰ σκουλήκια καὶ μετα φροντίζει τὰ μικρὰ κλαδάκια ποὺ ξεφυτρώνουν ἀπὸ τὴ ρίζα καὶ τὰ προστατεύει ἀπὸ τὰ σκουλήκια, αὐτὸς θὰ σώσει τὸ καινούργιο δέντρο. Αὐτὸς ποὺ προσπαθεῖ νὰ διατηρήσει τὴν παλιὰ ψυχή, ποὺ εἶναι φαγωμένη καὶ φθαρμένη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, θὰ τὴ χάσει, γιατί ὁ Θεὸς δὲν ἐπιτρέπει σὲ τέτοια ψυχὴ νὰ παρουσιαστεῖ μπροστά Του. Κι ὅ,τι δὲν παρουσιάζεται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, εἶναι σὰ νὰ μὴν ὑπάρχει. Ἐκεῖνος λοιπὸν ποὺ χάνει τὴν παλιὰ ψυχή του, θὰ κερδίσει τὴ νέα ψυχή, τὴν γεγεννημένην ἐκ τοῦ πνεύματος καὶ νυμφευμένη μὲ τὸ Χριστό.

Ἡ ψυχὴ στὴν οὐσία εἶναι ταυτόσημη μὲ τὴ ζωή. Διαβάζουμε στὸ εὐαγγέλιο: Ός γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι καὶ ὸς δ’ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν. Καὶ στὶς δυὸ περιπτώσεις ἡ λέξη ψυχὴ σημαίνει τὴ ζωή. Ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ σώσει τὴ θνητὴ ζωή του μὲ κάθε θυσία, αὐτὸς θὰ χάσει καὶ τίς δυὸ ζωές, καὶ τὴ θνητὴ καὶ τὴν ἀθάνατη. Τὴ θνητὴ ἐπειδή, ὅσο κι ἂν κατορθώσει νὰ ἐπιμηκύνει τὴ ζωή του στὴ γῆ, τελικὰ θὰ τὴ χάσει μέ το θάνατο. Ἀλλὰ θὰ χάσει καὶ τὴν αἰώνια ζωή, ἀφοῦ δὲν ἔκανε τίποτα γι’ αὐτήν, δὲν ὑπόφερε τίποτα. Ἐκεῖνος ποὺ ἀγωνίζεται νὰ κερδίσει τὴν ἀθάνατη ζωὴ μὲ τὸ Χριστό, αὐτὸς θὰ τὴ λάβει καὶ θὰ τὴ διατηρήσει στὴν αἰωνιότητα, μ’ ὅλο ποὺ θὰ χάσει τὴν πρόσκαιρη, τὴ θνητὴ ζωή.

“Ὁ ἄνθρωπος ἴσως χάσει τὴν πρόσκαιρη θνητὴ ζωή του γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ τὸ εὐαγγέλιο ἄν, σὲ περίπτωση ἀνάγκης, θυσιαστεῖ καὶ πεθάνει ὡς μάρτυρας γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ τὸ ἅγιο εὐαγγέλιό Του ἢ ἂν περιφρονήσει τὴν παροῦσα ζωὴ ὡς ἁμαρτωλὴ κι ἀσήμαντη καὶ προσφέρει τὸν ἑαυτό του μὲ ὅλη του τὴν ψυχὴ καὶ τὴ δύναμη στὸ Χριστό, ἂν μπεῖ στὴν ὑπηρεσία Του, παραδίδοντας τὰ πάντα σ’ Ἐκεῖνον καὶ προσδοκῶντας τὰ πάντα ἀπ’ Αὐτόν. Εἶναι πιθανὸ ὁ ἄνθρωπος νὰ χάσει τὴν ψυχή του, τὴ ζωή του, μὲ τὴν αὐτοκτονία ἢ μὲ τὴ θυσία του γι’ ἄσκοπα πράγματα, γιὰ παράδειγμα πάνω σὲ μιὰ φιλονικία ἢ διαφωνία. Σ’ αὐτὸν δὲν ἰσχύει ἡ ὑπόσχεση ὅτι θὰ σώσει τὴν ψυχὴ (ζωῆς του, γιατί διευκρινίζεται: ἕνεκεν ἔμου καὶ τοῦ εὐαγγελίου. Ὁ Χριστὸς καὶ τὸ εὐαγγέλιο εἶναι ἀσυγκρίτως ἀνώτερα ἀπὸ τὴν ψυχή μας. Εἶναι ὁ μεγαλύτερος πλοῦτος τόσο στὸ χρόνο ὅσο καὶ στὴν αἰωνιότητα. Δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ θὰ δίσταζε νὰ θυσιάσει τὰ πάντα γιὰ τὰ παντοτεινὰ αὐτὰ ἀγαθά.

Γιατί ὁ Χριστὸς προσθέτει καὶ τοῦ εὐαγγελίου; Δὲν εἶναι ἀρκετὸ αὐτὸ τὸ ἕνεκεν ἐμοῦ; “Ὄχι, δὲν εἶναι. Ὁ Κύριος εἶπε ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου γιὰ νὰ διευρύνει τοὺς λόγους ποὺ ἔχει νὰ θυσιαστεῖ κανεὶς καὶ νὰ ζήσει ἕν Θεῶ. Γιὰ ν’ αὐξήσει τὸν ἀριθμὸ τῶν σεσωσμένων. Σώζεται ἐκεῖνος ποὺ χάνει τὴ ζωή του γιὰ τὸν ζῶντα καὶ ἀθάνατο Χριστό. Ἐκεῖνος ἐπίσης σώζεται, ποῦ χάνει τὴ ζωή του γιὰ τὰ ἔργα τοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο, γιὰ τὴν ἅγια διδασκαλία Του. Τέλος σώζεται ἐκεῖνος ποὺ χάνει τὴ ζωή του γιὰ μιὰ μόνο ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ, γιὰ ἕναν ἁπλὸ λόγο Του. Ὁ Κύριος εἶναι ὁ Νομοθέτης τῆς ζωῆς. “Ὅποιος θυσιάζεται γιά το Νομοθέτη, θυσιάζεται καὶ γιὰ τὸ νόμο Του. Καὶ ἀντίστροφα, ἐκεῖνος ποὺ θυσιάζεται γιὰ τοὺς νόμους Του, θυσιάζεται καὶ γιὰ Ἐκεῖνον. Ταυτίζοντας τὸν ἑαυτό του μὲ τὰ ἔργα καὶ τὴ διδασκαλία Του, ὁ Κύριος διευρύνει τὴ δυνατότητα τῆς σωτηρίας σὲ πολλούς.

«Τί γὰρ ώφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;» (Μάρκ. ἡ’3637). Τί θὰ ὠφεληθεῖ ὁ ἄνθρωπος ἂν κερδίσει ὅλον τὸν κόσμο, ἀλλὰ χάσει τὴν ψυχή του; Ἢ τί ἀντάλλαγμα μπορεῖ νὰ δώσει ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὴν ψυχή του;

Τὰ λόγια αὐτὰ ρίχνουν περισσότερο φὼς στὰ προηγούμενα. Ἀπὸ αὐτὰ προκύπτει ὅτι ὁ Κύριος θεωρεῖ πῶς ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ἀξίζει περισσότερο ἀπὸ τὸν κόσμο ὁλόκληρο. Ἀπὸ αὐτὰ προκύπτει ἐπίσης τί εἴδους ψυχὴ πρέπει νὰ χάσει ὁ ἄνθρωπος γιὰ νὰ κερδίσει τὴν ψυχή του: νὰ χάσει τὴν καταρρακωμένη ψυχή, ἐκείνην ποῦ εἶναι βουτηγμένη στὸν κόσμο, ποὺ τὴν ἔχει γονατίσει ὁ κόσμος, ποὺ εἶναι δουλωμένη στὸν κόσμο. “Ὅταν ὁ ἄνθρωπος χάσει τέτοια λεγόμενη «ψυχή», τότε θὰ σώσει τὴν πραγματικὴ ψυχή του. “Ἄν ἀπορρίψει τὴν ἀπατηλὴ ζωή, θὰ κερδίσει τὴν ἀληθινή.

Ποιά ἢ ὠφέλεια ἂν κερδίσει κανεὶς τὸν κόσμο ὁλόκληρο, ὅταν ὁ κόσμος αὐτὸς εἶναι προορισμένος γιὰ καταστροφή, καὶ νὰ βλάψει τὴν ψυχή του, ποὺ εἶναι προορισμένη γιὰ τὴν αἰωνιότητα; Ὁ κόσμος πλησιάζει πρὸς τὸ τέλος του. Στὸ τέλος θ’ ἀποβληθεῖ σὰν ἕνα σκωροφαγωμένο ροῦχο. Οἱ ἀληθινὲς ψυχές, αὐτὲς ποὺ ἀγαποῦν τὸ Χριστό, θὰ πετάξουν τότε στὴ βασιλεία τῆς αἰώνιας νεότητας. Τὸ τέλος τοῦ κόσμου θὰ σημάνει τὴν ἔναρξη μιᾶς νέας ζωῆς γιὰ τὴν ψυχή. Τί ἀξίζει τότε γιὰ τὸν ἄνθρωπο ὁλόκληρος ὁ κόσμος, ὅταν σύντομα θὰ χωριστεῖ ἀπ’ αὐτόν, ὅταν ὁ κόσμος ὁλόκληρος στὸ ὄχι καὶ τόσο μακρινὸ μέλλον θὰ ἀποσυντεθεὶ καὶ θὰ ἐξαφανιστεῖ σὰν ὄνειρο ποὺ πέρασε; Σὲ τί θὰ τοῦ χρησιμεύσει ἕνα ἀβοήθητο κουφάρι; Τί ἀντάλλαγμα ἀξίζει νὰ δώσει γιὰ τὴν ψυχή του;

Προσέξτε! Ἀκόμα κι ἂν ὁλόκληρος ὁ κόσμος ἀνῆκε στὸν ἄνθρωπο, ὁ Κύριος δὲ θὰ τὸν δεχόταν ὡς ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς του. Μὰ ὁ κόσμος δὲν ἀνήκει στὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ στὸ Θεό. Ὁ Θεὸς τὸν ἔφτιαξε καὶ τὸν παρέδωσε στὸν ἄνθρωπο γιὰ χρήση, γιὰ χάρη ἑνὸς μεγαλύτερου ἀγαθοῦ, μεγαλύτερου καὶ πολυτιμότερου ἀπὸ τὸν κόσμο. Τὸ μεγαλύτερο δῶρο ποὺ ὁ Θεὸς ἔδωσε στὸν ἄνθρωπο εἶναι ἡ κατ’ εἰκόνα Του ψυχή. Καὶ τὸ μέγιστο αὐτὸ δῶρο θὰ τὸ ζητήσει πίσω ὅταν ὁ ἴδιος εὐδοκήσει. Ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ ἐπιστρέψει τίποτα στὸ Θεὸ στὴ θέση τῆς ψυχῆς του. Ἡ ψυχὴ εἶναι ὁ βασιλιᾶς, ὅλα τ’ ἄλλα εἶναι δοῦλοι. Ὁ Θεὸς δὲ θὰ δεχτεῖ ἕνα δοῦλο στὴ θέση τοῦ βασιλιᾶ, οὔτε κάτι θνητὸ στὴ θέση τοῦ ἀθάνατου.

Τί ἀντάλλαγμα μπορεῖ νὰ δώσει ὁ ἁμαρτωλὸς γιὰ τὴν ψυχή του; Ἐφόσον ὁ ἄνθρωπος ἐξακολουθεῖ νὰ ζεῖ σωματικὰ στὸν κόσμο γοητεύεται ἀπ’ αὐτόν, πιστεύει πῶς ὁ κόσμος εἶναι πολύτιμος. Ὅταν ὅμως χωρίζεται ἀπὸ τὸ σῶμα, συνειδητοποιεῖ πῶς χωρὶς τὸ Θεὸ καὶ τὴν ψυχὴ δὲν ὑπάρχει τίποτα ποὺ ν’ ἀξίζει. Μὰ εἶναι πολὺ ἀργά. Τότε δὲν μπορεῖ νὰ σκεφτεῖ νὰ δώσει κάτι ἀντάλλαγμα γιὰ τὴν ψυχή του. Πόσο δυσχερὴς εἶναι ἡ θέση τῆς ἁμαρτωλῆς ψυχῆς ὅταν ἀνακαλύπτει πῶς ὅλα ὅσα τὴν ἔδεναν μέ το Θεὸ καὶ τὸν κόσμο ἔχουν τώρα διαρραγεῖ, πῶς τώρα εἶναι γυμνὴ καὶ ἄμοιρη στὸν πνευματικὸ κόσμο! Σὲ ποιόν μπορεῖ νὰ κραυγάσει γιὰ βοήθεια; Ποιό ὄνομα μπορεῖ νὰ ἐπικαλεστεῖ; Ἀπὸ ποιό ἄκρο ἱματίου μπορεῖ νὰ πιαστεῖ καθὼς πέφτει μέσα στὴν ἀτέλειωτη καὶ αἰώνια ἄβυσσο;

Εὐλογημένοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ σ’ αὐτὴ τὴ ζωὴ ἀγάπησαν τὸ Χριστὸ κι ἔμαθαν νὰ ἐπικαλοῦνται τὸ ὄνομά Του μέρα καὶ νύχτα, μαζὶ μὲ τὴν ἀνάσα καὶ τὸ χτύπο τῆς καρδιᾶς τους. Πάνω ἀπὸ τὴν ἄβυσσο θὰ γνωρίζουν ποιόν πρέπει νὰ καλέσουν γιὰ βοήθεια. Θὰ ξέρουν ποιό ὄνομα νὰ ἐπικαλεστοῦν. Θὰ ξέρουν ἀπὸ ποιό ἄκρο ἱματίου νὰ πιαστοῦν. Ἐκεῖνοι θὰ βρίσκονται πραγματικὰ ἐκτὸς κινδύνου, θὰ καλύπτονται κάτω ἀπὸ τίς φτεροῦγες τοῦ ἀγαπημένου τους Κυρίου.

‘Ἐδῶ τώρα ἔχουμε τὸ σπουδαιότερο λόγο ποὺ πρέπει νὰ φοβοῦνται ἐκεῖνοι ποὺ σ’ αὐτὴ τὴ ζωὴ δὲν ἔχουν ἐπίγνωση τοῦ φόβου τῆς ἁμαρτίας.

Εἶπε ὁ Κύριος: «Ός γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθη μὲ καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων» (Μάρκ. ἡ’38). Ἐκεῖνος ποὺ θὰ δειλιάσει, θὰ ντραπεῖ καὶ θ’ ἀρνηθεῖ ἐμένα καὶ τοὺς λόγους μοῦ σ’ αὐτὴν τὴν ἀποστατημένη κι ἁμαρτωλὴ γενιά, αὐτὸν κι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου δὲ θὰ τὸν λυπηθεῖ καὶ θὰ τὸν ἀποκηρύξει ὅταν ἔρθει μὲ τὴ δόξα τοῦ Πατέρα Του, συνοδευόμενος ἀπὸ τοὺς ἁγίους ἀγγέλους Του.

Ἀκοῦστε τα αὐτὰ ὅλοι οἱ πιστοί. Μὴν ὑπερεκτιμᾶτε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Τὸ ἔλεὸς Τοῦ θὰ τὸ δώσει καὶ στοὺς ἀμετανόητους βλάσφημους μόνο σ’ αὐτὴ τὴ ζωή. Στὴν τελικὴ Κρίση, τὴ θέση τοῦ ἐλέους θὰ τὴν καταλάβει ἡ δικαιοσύνη. Ἀκοῦστε τα αὐτὰ ὅλοι ἐσεῖς ποὺ πλησιάζετε καθημερινὰ τὸν ἀναπόφευκτο θάνατο. Ἀκοῦστε τα καὶ τηρῆστε τα στὴν καρδιὰ καὶ τὴν ψυχή σας. Τὰ λόγια αὐτὰ δὲν τὰ εἶπε ἐχθρός σας, ἀλλὰ καὶ μεγαλύτερος φίλος σας. Τὰ ἴδια αὐτὰ χείλη ποῦ πάνω στὸ σταυρὸ συχώρεσαν τοὺς ἐχθρούς Του, διατύπωσαν κι αὐτὰ τὰ φοβερὰ ἀλλὰ δίκαια λόγια. Ἐκεῖνον ποὺ ντρέπεται νὰ ὁμολογήσει τὸ Χριστὸ σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο, θὰ τὸν ντρέπεται κι ὁ Χριστὸς στὸ τέλος τοῦ κόσμου. Αὐτὸν ποῦ ντρέπεται νὰ ὁμολογήσει τὸ Χριστὸ μπροστὰ στοὺς ἁμαρτωλούς, θὰ τὸν ἀγνοήσει κι ὁ Χριστὸς μπροστὰ στοὺς ἀγγέλους Του. Σὲ τί θὰ ὑπερηφανεύεσαι, ἄνθρωπε, ἂν ὁ Χριστός σε ἀγνοήσει; Ἄν ντρέπεσαι τὴ ζωή, σημαίνει πῶς ὑπερηφανεύεσαι στὸ θάνατο. “Ἄν ντρέπεσαι στὴν ἀλήθεια, ὑπερηφανεύεσαι στὰ ψέμματα. “Ἄν ντρέπεσαι στὴν ἀγάπη, ὑπερηφανεύεσαι στὴν κακία.”Ἄν ντρέπεσαι στὴ δικαιοσύνη, ὑπερηφανεύεσαι στὴν ἀδικία. “Ἄν ντρέπεσαι νὰ ὑποφέρεις στὸ σταυρό, σημαίνει ὅτι ὑπερηφανεύεσαι στὴν εἰδωλολατρικὴ ἀνοσιότητα. Ἄν ντρέπεσαι τὴν ἀθανασία, ὑπερηφανεύεσαι στὴ φθορὰ τοῦ θανάτου καὶ τοῦ τάφου.

Μπροστὰ σὲ ποιόν ντρέπεσαι τὸ Χριστό; Σὲ κάποιον καλλίτερο ἀπὸ τὸ Χριστό; Ὄχι, καλλίτερος ἀπὸ τὸ Χριστὸ δὲν ὑπάρχει. Αὐτὸ σημαίνει πῶς θὰ ντρέπεσαι μπροστὰ σὲ κάποιον ποὺ εἶναι κατώτερος ἀπὸ τὸ Χριστό. Ντρέπεσαι τὸν πατέρα σοῦ μπροστὰ σὲ μιὰ ἀρκούδα; Μήπως κάποια κόρη ντρέπεται γιὰ τὴ μητέρα της μπροστὰ σὲ μιὰν ἀλεποῦ; Γιατί τότε ντρέπεσαι τὸν πανάγαθο μπροστὰ στὸν κακό, τὸν Πάναγνο μπροστὰ στὸν ἁμαρτωλό, τὸν παντοδύναμο μπροστὰ στὸν ἀνίσχυρο, τὸν παντογνώστη μπροστὰ στὸν ἀνόητο; Γιατί ντρέπεσαι τὸ μεγαλοδύναμο Κύριο μπροστὰ σὲ μιὰ αἰσχρὴ κι ἁμαρτωλὴ γενεά; Μήπως ἐπειδὴ ἡ γενεὰ αὐτὴ χορεύει διαρκῶς μπροστὰ στὰ μάτια σου, ἐνῶ ὁ Κύριος εἶναι ἀόρατος; Περίμενε λίγο, λίγο ἀκόμα, κι ὁ Κύριος θὰ ἐμφανιστεῖ ἔνδοξος ἀνάμεσα στὰ νέφη τῶν ἀγγέλων, κι ἡ γενεὰ αὐτὴ θὰ ἐξαφανιστεῖ κάτω ἀπὸ τὰ πόδια Του, θὰ σκορπιστεῖ ὅπως ἡ σκόνη μπροστὰ στὸ δυνατὸ ἄνεμο. Τότε θὰ ντραπεῖς πραγματικά, ὄχι γιὰ τὸν ἔνδοξο Κύριο, μὰ γιὰ σένα. Μὰ ἡ ντροπή σου τότε δὲ θά ‘χει καμιὰ ἀξία. Εἶναι καλύτερα νὰ ντραπεῖς τώρα, ὅσο ἡ ντροπὴ μπορεῖ ἀκόμα νὰ βοηθηθεῖ. Νὰ ντραπεῖς γιὰ ὅλα μπροστὰ στὸ Χριστό, ὄχι γιὰ τὸ Χριστὸ μπροστὰ σὲ ὅλα.

Γιατί εἶπε ὁ Χριστὸς ἐμὲ καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους; “Ὅποιος ντρέπεται Ἐμένα, σημαίνει ὅποιος ἀμφιβάλλει γιὰ τὴ θεότητά Μοῦ, γιὰ τὴ θεία Μου ἐνσάρκωση ἀπὸ τὴν ἁγία Παρθένο, γιὰ τὰ σταυρικά Μου πάθη καὶ τήν ‘Ἀνάστασή Μοῦ, γιὰ τὴν πτωχεία Μοῦ σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο καὶ γιὰ τὴν ἀγάπη μοῦ πρὸς τοὺς ἁμαρτωλούς. “Ὅποιος ντρέπεται γιὰ τοὺς λόγους Μου, σημαίνει ὅποιος ἀμφιβάλλει γιὰ τὸ εὐαγγέλιο ἢ ἀρνιέται τὴ διδασκαλία Μου, ὅποιος διαστρέφει τοὺς λόγους Μου καὶ μὲ τὴν αἵρεση προκαλεῖ σύγχυση ἀνάμεσα στοὺς πιστούς, ὅποιος φέρεται ἀλαζονικὰ στὴν ἀποκάλυψη καὶ τὴ διδασκαλία Μου καὶ τὴν ἀντικαθιστᾷ μὲ ἄλλες, δικές του διδαχὲς ἢ ὅποιος κρύβεται σκόπιμα καὶ δὲν ὁμολογεῖ τὰ λόγια Μου μπροστὰ στοὺς ἰσχυροὺς αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Αὐτὸς θὰ νιώσει καὶ τὴ δική Μου ντροπή, καὶ τὸ δικό του φόβο.

Τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ εἶναι μιὰ ζωντανὴ διαθήκη στὸν κόσμο, ὅπως εἶναι καὶ τὰ πάθη Του, τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα Του. Ὁ Κύριος δὲ διαχωρίζει τὰ λόγια Τοῦ ἀπὸ τὸν Ἑαυτό Του, δὲ δίνει μικρότερη ἀξία σ’ αὐτὰ ἀπ’ ὅ,τι στὸ πρόσωπό Του. Ὁ λόγος Του εἶναι ἀχώριστος ἀπὸ τὸν Ἑαυτό Του. Ὁ λόγος Του ἔχει τὴν ἴδια δύναμη μὲ τὸ πρόσωπό Του, γι’ αὐτὸ καὶ εἶπε στοὺς ἀποστόλους Τοῦ: «Ἤδη ὑμεῖς καθαροὶ ἐστε διὰ τὸν λόγον ὄν λελάληκα ὑμῖν» (Ἰωάν. ἰε’3). Μέ το λόγο Του καθάριζε τίς ψυχές, θεράπευε τοὺς ἀρρώστους, ἔδιωχνε τὰ πονηρὰ πνεύματα καὶ ἀνάσταινε τοὺς νεκρούς. Ὁ λόγος Του εἶναι δημιουργικός, καθαρτικὸς καὶ ζωογόνος. Γιατί τότε νὰ ἠχεῖ περίεργο αὐτὸ ποὺ ἀκοῦμε στὸ εὐαγγέλιο, «καὶ Θεὸς ἤν,ἥν,ἦν ὁ Λόγος» (Ἰωάν. αἴ);

Ὁ Κύριος ἀποκαλεῖ τὴ γενεὰ αὐτὴ μοιχαλίδα μὲ τὴν εὐρύτερη ἔννοια τοῦ ὅρου. Ἔτσι εἶχαν ἀποκαλέσει κι οἱ παλιοὶ προφῆτες τὴ λατρεία τῶν ψεύτικων θεῶν (βλ. Ἰεζ. κγ’37). “Ὅποιος ἀφήνει τὴ δική του σύζυγο καὶ ἀκολουθεῖ ἄλλη γυναῖκα εἶναι μοιχός. “Ὅποιος ξεχνᾷ τὸν ζῶντα Θεὸ καὶ προσκυνᾷ τὸν κτιστὸ κόσμο, εἶναι κι αὐτὸς μοιχός. “Ὅποιος ἐγκαταλείπει τὴν πίστη τοῦ στὸν Κύριο καὶ πιστεύει σὲ ἀνθρώπους κι ὅποιος ἀπαρνιέται τὴν ἀγάπη του πρός το Θεὸ καὶ τὴν μεταφέρει σὲ ἀνθρώπους καὶ σὲ ἀντικείμενα, διαπράττει μοιχεία. Μὲ λίγα λόγια, ὅλες οἱ ἁμαρτίες ποὺ χωρίζουν τὴν ψυχὴ σοῦ ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ τὴν προσκολλοῦν σὲ κάτι ἢ σὲ κάποιον μακριὰ ἀπὸ τὸ Θεό, μποροῦν νὰ χαρακτηριστοῦν μὲ τὸ γενικὸ ὅρο τῆς μοιχείας, γιατί ὅλες φέρουν τὰ σημάδια τοῦ μοιχοῦ ἄντρα ἢ τῆς μοιχαλίδας γυναίκας. “Ὅποιος ἑπομένως ντρέπεται γιὰ τὸ Χριστό, τὸν Κύριο, το Νυμφίο τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, μπροστὰ σὲ μιὰ τέτοια μοιχαλίδα γενεά, μοιάζει πραγματικὰ μὲ τὴ νύφη ποῦ ντρέπεται μπροστὰ σὲ ἀκόλαστους ἀνθρώπους γιά το μνηστῆρα της. Ὁ Κύριος δὲ μιλάει μόνο γιὰ ἁμαρτωλὴ γενεά, ἀλλὰ γιὰ γενεὰ μοιχαλίδα καὶ ἁμαρτωλή. Γιατί; Γιὰ νὰ κάνει εἰδικὴ ἀναφορὰ καὶ καταγγελία τῆς μοιχείας. Μὲ τὴ λέξη «μοιχεία» ὑπονοοῦνται ἐδῶ οἱ σοβαρότερες, οἱ πιὸ ἀπεχθεῖς καὶ θανάσιμες ἁμαρτίες, ποῦ συχνὰ ξεστρατίζουν τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, ἀπὸ τὴν αὐταπάρνηση, ἀπό το σταυρό του καὶ τὴν ἀναγέννησή του.

Προσέξτε τώρα πὼς τελειώνει τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο: «’Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, εἰσὶ τινες τῶν ὧδε ἐστηκότων, οἵτινες οὐ,οὗ μὴ γεύσωνται θανάτου, ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυίαν ἐν δυνάμει» (Μάρκ. Θί). ‘Ἀλήθεια σᾶς λέω, σᾶς διαβεβαιώνω, πῶς μερικοὶ ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ βρίσκονται ἐδῶ τώρα, δὲ θὰ γνωρίσουν θάνατο, προτοῦ δοὺν τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ νά ‘ρχεται δυναμικά.

Ἀπὸ μιὰ πρώτη ἄποψη θά ‘λεγε κανεὶς πῶς τὰ λόγια αὐτὰ δὲ συνδέονται μὲ τὰ προηγούμενα. Ἡ συνοχή τους ὅμως εἶναι σαφής. Αὐτὸ εἶναι ἕνα θαυμάσιο τελείωμα. Ὁ Κύριος δὲ θ’ ἀφήσει τοὺς πιστούς Του ἀπαρηγόρητους. Ἀφοῦ τοὺς καλεῖ ν’ ἀναλάβουν το σταυρό τους, ν’ ἀπαρνηθοῦν τὸν ἑαυτό τους καὶ τὴ ζωή τους κι ἀφοῦ τοὺς ἀπειλεῖ μὲ φοβερὲς τιμωρίες σὲ περίπτωση ποῦ ντραποῦν νὰ ὁμολογήσουν Ἐκεῖνον καὶ τοὺς λόγους Του, ὁ Κύριος τώρα κάνει νὰ ἐμφανιστεῖ στὸν οὐρανὸ ἕνα οὐράνιο τόξο μετὰ τὴν καταιγίδα. Σπεύδει νὰ μιλήσει γιὰ ἀνταπόδοση σὲ κείνους ποὺ τὸν ὑπακοῦνε καὶ τὸν ἀκολουθοῦν κουβαλῶντας το σταυρό τους. Ἡ ἀνταμοιβὴ θὰ δοθεῖ σὲ κάποιους πρὶν ἀπὸ τὸ τέλος τοῦ κόσμου καὶ τὴν τελικὴ κρίση, πρὶν ἀκόμα κι ἀπὸ τὸ τέλος τῆς ζωῆς τους στὴ γῆ. Αὐτοὶ δὲ θὰ γευτοῦν το θάνατο ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθείαν ἐν δυνάμει.

Πόσο σοφὸς εἶναι ὁ Κύριος στὸ κήρυγμά Του! Ποτὲ δὲ μιλάει γιὰ καταδίκη χωρὶς ταυτόχρονα ν’ ἀναφέρει καὶ ἀνταμοιβή. Δὲν κατακρίνει χωρὶς νὰ ἐπαινέσει, δὲν ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο σὲ δρόμο γεμᾶτο ἀγκάθια χωρὶς νὰ μνημονεύσει τὴ χαρὰ ποὺ τὸν περιμένει στὸ τέλος τοῦ δρόμου. Δὲν ἀπειλεῖ χωρὶς νὰ παρηγορήσει. Δὲν ἀφήνει νὰ καλυφθεῖ ὁ οὐρανὸς ἀπὸ μαῦρα σύννεφα χωρὶς νὰ δείξει ξανὰ τὸ λαμπρὸ ἥλιο καὶ τὸ κάλλος τοῦ οὐράνιου τόξου.

Ποιοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ δὲ θὰ γευτοῦν θάνατο προτοῦ δοὺν τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ νά ‘ρχεται δυναμικά; “Ὁ Κύριος, ποὺ μιλοῦσε στοὺς μαθητὲς Τοῦ μὰ καὶ σ’ ἕνα μεγάλο πλῆθος ἀνθρώπων, εἶπε: «εἴσὶ τινες τῶν ὧδε ἐστηκότων». Εἶναι μερικοὶ ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ τώρα βρίσκονται ἐδῶ, ἀνάμεσά μας. Ποιούς ἐννοεῖ, ἑπομένως;

Πρῶτα ἐννοεῖ ἐκείνους ποὺ ἔχουν τηρήσει τὴν ἐντολὴ Τοῦ ν’ ἀπαρνηθοῦν τὸν ἑαυτό τους καὶ ν’ ἀναλάβουν το σταυρό τους. Αὐτοί, ἂν καὶ ζοῦν σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο, θὰ νιώσουν μέσα τους τὴ δύναμη τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ θὰ τοὺς ἐπισκιάσει, θὰ τοὺς καθαρίσει καὶ θὰ τοὺς ἁγιάσει, θὰ τοὺς ἀνοίξει τίς πύλες τῶν μυστηρίων τοῦ οὐρανοῦ, ὅπως ἔγινε ἀργότερα στὸν πρωτομάρτυρα Στέφανο καὶ στοὺς ἀποστόλους. Δὲν εἶδαν τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δυναμικὰ οἱ ἀπόστολοι τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, τὴ στιγμὴ ποὺ ἔλαβον δύναμιν ἐξ ὕψους; Κι ὁ Στέφανος «ὑπάρχων πλήρης Πνεύματος Ἁγίου, ἀτενίσας εἰς τὸν οὐρανὸν εἶδε δόξαν Θεοῦ» (Πράξ. ζ’55).Ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης δὲν εἶδε τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ πρὶν ἀπὸ τὸ σωματικό του θάνατο; Ὁ ἀπόστολος Παῦλος δὲν ἀνέβηκε ὡς τὸν τρίτο οὐρανὸ προτοῦ γευτεῖ θάνατο; “Ἄς ἀφήσουμε ὅμως τοὺς ἀποστόλους κατὰ μέρος. Ποιός ξέρει πόσοι ἀπὸ κείνους ποὺ παρακολουθοῦσαν καὶ ἄκουγαν τὸν Κύριο ἔνιωσαν τὴ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ εἶδαν τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ νά ‘ρχεται προτοῦ ἐγκαταλείψουν τὸν κόσμο αὐτό;

‘Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὴν ἑρμηνεία αὐτή, κάποιοι εὐαγγελικοὶ σχολιαστὲς δίνουν στὰ παραπάνω λόγια τοῦ Χριστοῦ διαφορετικὴ ἑρμηνεία. Ἐκτιμοῦν ὅτι τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Σωτῆρα μας ἀναφέρονται στοὺς τρεῖς ἀποστόλους, τὸν Πέτρο, τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη, ποῦ λίγο καιρὸ ἀργότερα εἶδαν τὸν Κύριο νὰ μεταμορφώνεται στὸ ὄρος Θαβὼρ καὶ νὰ συνομιλεῖ μὲ τὸν Ἠλία καὶ τὸ Μωυσῆ. Δὲν ὑπάρχει καμιὰ ἀμφιβολία πῶς ἡ ἑρμηνεία αὐτὴ εἶναι σωστή, μὰ δὲν ἀποκλείει καὶ τὴν ἄλλη. Οἱ τρεῖς ἀπόστολοι σίγουρα εἶδαν τὴ βασιλεία τοῦ Θεου δυναμικὰ στὸ ὄρος Θαβώρ, ὅταν ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἐμφανίστηκε μὲ τὴν οὐράνια δόξα Του, ἐνῶ ἀπὸ τὸν ἄλλο κόσμο ἐμφανίστηκαν ὁ Μωυσῆς κι ὁ Ἠλίας, ὁ ἕνας στὰ δεξιὰ κι ὁ ἄλλος ἀριστερά Του. Δὲν πρέπει ὅμως νὰ πιστεύουμε πῶς αὐτὴ ἦταν ἡ μοναδικὴ περίπτωση ποὺ ἄνθρωποι θνητοὶ εἶδαν τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ νά ‘ρχεται δυναμικά. Τὸ περιστατικὸ τοῦ ὄρους Θαβὼρ ἦταν πραγματικὰ ἐκθαμβωτικό, μὰ δὲν ἀποκλείει τίς ἀμέτρητες ἄλλες περιπτώσεις θνητῶν ἀνθρώπων ποὺ εἶδαν σ’ αὐτὴ τὴ ζωή, ἂν καὶ μὲ διαφορετικὸ τρόπο, τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δυναμικὰ καὶ ἔνδοξα.

Ἄν τὸ ἐπιθυμοῦμε, μποροῦμε κι ἐμεῖς νὰ δοῦμε τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ νά ‘ρχεται «ἐν δυνάμει καὶ δόξῃ» προτοῦ γευτοῦμε τὸ σωματικὸ θάνατό μας. Οἱ συνθῆκες μὲ τίς ὁποῖες θὰ μᾶς ἀποκαλυφτεῖ ξεκαθαρίζονται στὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο. “Ἄς ἀγωνιστοῦμε νὰ νεκρώσουμε τὴν παλιά μας ψυχή, τὴν ἁμαρτωλὴ ζωή μας. “Ἄς μάθουμε πῶς εἶναι προτιμότερο καὶ πιὸ σπουδαῖο στὸν ἄνθρωπο νὰ σώσει τὴν ψυχή του παρὰ νὰ κερδίσει τὸν κόσμο ὁλόκληρο. Ἔτσι θ’ ἀξιωθοῦμε μὲ τὸ ἔλεὸς Τοῦ νὰ δοῦμε τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, μεγάλη σὲ δύναμη κι ἀσύγκριτη σὲ δόξα, ἐκεῖ ποὺ οἱ ἄγγελοι μαζὶ μὲ τοὺς ἁγίους δοξολογοῦν μέρα καὶ νύχτα τὸν Ζῶντα Θεό, τὸν Πατέρα, τὸν Υἱὸ καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὴν ὁμοούσια καὶ ἀδιαίρετη Τριάδα, τώρα καὶ πάντα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Αυγουστίνος Καντιώτης (Από το βιβλίο "ΚΥΡΙΑΚΗ")

Νὰ μισήσῃς τὸν ἑαυτό σου

«Ὅστις θέλει ὀπίσω μοῦ ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν» (Μάρκ. 8, 34)

Ἡ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ἀγαπητοί, ἡ Ἐκκλησία σήμερα, τρίτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, ὑψώνει μπροστά μας τὴ σημαία της. Σημαία δὲ τῆς Ἐκκλησίας εἶνε ὁ σταυρός. Σημαία, ποὺ κυματίζει αἰῶνες τώρα καὶ δίνει θάρρος καὶ ἀνδρεία σ’ αὐτοὺς ποὺ πιστεύουν καὶ ἀγωνίζονται γιὰ ὅσα κήρυξε καὶ γιὰ ὅσα μαρτύρησε ὁ Χριστός. Σημαία, ποὺ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ τὴν κατεβάσῃ ἀπὸ τὸ οὐράνιο ὕψος της. Σημαία, ποὺ νικᾷ κάθε ἐχθρὸ καὶ θριαμβεύει. Σημαία, ποὺ μιὰ μέρα, σύμφωνα μὲ τίς προφητεῖες, θὰ νικήσῃ ὅλα τὰ στρατεύματα τοῦ ἀντιχρίστου, θὰ κυριαρχήσῃ σ’ ὅλους τοὺς λαούς καὶ τὰ ἔθνη, καὶ θὰ γίνῃ παγκόσμιος σημαία τῆς ἀνθρωπότητος, ποὺ μόνο κάτω ἀπὸ τὴ δική της σκιὰ θὰ βρὴ ὁ κόσμος τὴν εἰρήνη καὶ τὴν εὐτυχία.

Ὁ Χριστός, ὁ αἰώνιος βασιλεύς, μᾶς καλεῖ νὰ καταταχθοῦμε στὸ στρατό του. Δὲν μᾶς βιάζει. Μᾶς ἀφήνει ἐλεύθερους νὰ ἐκλέξουμε ποὺ θέλουμε νὰ πᾶμε. Ἡ μὲ τὸ Χριστὸ καὶ μὲ τὸ διάβολο.

Ἐθελοντὰς ζητεῖ ὁ Χριστός. Τὸ διάγγελμά του ἔτσι ἀρχίζει: «Ὅστις θέλει ὀπίσω μοῦ ἀκολουθεῖν…» (Μάρκ. 8, 34). Ὦ, πόσο εὐγενικὸς εἶνε ὁ Χριστός! Πόσο σέβεται τὴν ἐλευθερία μας, ποὺ αὐτός μας τὴν ἔδωσε γιὰ νὰ ξεχωρίζουμε ἀπ’ τὰ κτήνη, ποὺ ὅ,τι θέλει τὰ κάνει τὸ ἀφεντικό τους! Δὲν εἴμαστε ζῶα. Δὲν εἴμαστε κοπάδια. Δὲν εἴμαστε μᾶζες. Δὲν εἴμαστε δοῦλοι. Δὲν εἴμαστε ρομπότ. Ὄχι! Εἴμαστε ἄνθρωποι. Μποροῦμε νὰ ἐκλέξουμε τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό. Τὸ φῶς καὶ τὸ σκοτάδι. Τὸ Χριστὸ καὶ τὸ διάβολο. Ἐμπρός, ἀδελφοί μου, ἂς ἀκολουθήσουμε τὸ Χριστό!

Ἐλεύθεροι εἴμαστε ν’ ἀκολουθήσουμε τὸ Χριστό. Ἀλλ’ ἀπὸ τὴ στιγμή, ποὺ παίρνουμε τὴν ἁγία ἀπόφαση ν’ ἀκολουθήσουμε τὸ Χριστό, εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ κάνουμε ὄχι ἐκεῖνο ποὺ θέλουμε ἐμεῖς, ἀλλὰ ἐκεῖνο ποὺ διατάζει ὁ ἀρχηγός μας, ὁ Χριστός. Καὶ τὸ πρῶτο ποὺ ζητεῖ ἀπὸ τοὺς πιστούς του, ὅπως ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο, εἶνε τὸ «ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν». Τί σημαίνει; Σημαίνει, νὰ ἀπαρνηθοῦμε, νὰ μισήσουμε τὸν ἑαυτό μας. Ὁ Τὸν ἑαυτό μας νὰ μισήσουμε; Τί παράξενος λόγος εἶνε αὐτός; Χριστέ μου, σὺ δὲν εἶπες, ὅτι πρέπει ν’ ἀγαποῦμε τὸν ἑαυτό μας, καὶ ὅπως ἀγαποῦμε τὸν ἑαυτό μας ν’ ἀγαποῦμε καὶ τὸν πλησίον μας; Δική σου ἐντολὴ δὲν εἶνε τὸ «Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σοῦ ὡς σεαυτόν»; (Ματθ. 19, 19). Πῶς τώρα μᾶς λὲς νὰ μισήσουμε τὸν ἑαυτό μας;

«Ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν» (Μάρκ. 8, 34). Ὁ λόγος αὐτὸς τοῦ Χριστοῦ, ποὺ φαίνεται τόσο ἀντίθετος πρὸς ἄλλα λόγια τοῦ Χριστοῦ, ἔχει ἀνάγκη μιᾶς ἐξηγήσεως. Εἶνε ἀνάγκη νὰ καταλάβουμε τὸ βαθύτερό του νόημα.

Ὁ ἑαυτός μας, στὸ λόγο αὐτὸ τοῦ Χριστοῦ, δὲν εἶνε τὸ σῶμα μας, ποὺ μᾶς καλεῖ νὰ τὸ ἐξοντώσουμε. Ὄχι. Γιατί τὸ σῶμα, μὲ τὰ θαυμάσια ὄργανα λειτουργίας ποὺ ἔχει, εἶνε δημιούργημα τοῦ Θεοῦ. Εἶνε ἔξοχο καλλιτέχνημα, καὶ πρέπει νὰ τὸ προσέχουμε νὰ μὴν τὸ καταστρέψουμε. Ὁ ἑαυτός μας δὲν εἶνε τὸ σῶμα. Ὁ ἑαυτός μας δὲν εἶνε οἱ καλὲς ἐπιθυμίες, ποὺ φύτευσε στὸν κάθε ἄνθρωπο ὁ καλὸς Θεός. Ἑαυτός μας, ποὺ πρέπει νὰ μισήσουμε καὶ ν’ ἀρνηθοῦμε, εἶνε οἱ κακὲς ἐπιθυμίες, εἶνε οἱ κακίες καὶ τὰ πάθη μας, ποὺ φωλιάζουν μέσα στὴν ψυχή μας καὶ τυραννοῦν τὴ ζωή μας καὶ δὲν μᾶς ἀφήνουν ν’ ἀναπνεύσουμε ἐλεύθερα. Αὐτὲς οἱ κακίες, ποὺ δὲν προέρχονται ἀπό το Θεό, ἀλλὰ προέρχονται ἀπὸ τὴν πονηρή μας θέληση, ἀποτελοῦν ἕνα δεύτερο ἄνθρωπο, τὸν ἁμαρτωλό, τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο. Ἔτσι ὀνομάζει τὸ διεφθαρμένο ἑαυτό μας καὶ ἀπόστολος Παῦλος (πρβλ. Ρωμ. 6, 6 κ.ἄ.). Καὶ αὐτὸς ὁ «παλαιὸς ἄνθρωπος» θέλει τὰ δικά του καὶ μᾶς κεντᾶ διαρκῶς καὶ μᾶς σπρώχνει στὸ κακό. Εἶνε σὰν μιὰ γυναῖκα, ποὺ ἀπατᾷ τὸν καλό της ἄντρα καὶ τὸν σπρώχνει στὸ ἔγκλημα, στὴν ἀτιμία καὶ στὴ διαφθορά.

Αὐτὸν λοιπὸν τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο πρέπει νὰ τὸν μισήσουμε. Νὰ διακόψουμε κάθε σχέση μαζί του. Νὰ μὴν ἀκοῦμε τί μᾶς λέει, ἂν θέλουμε νὰ μένουμε πιστοὶ στὸ Χριστό, ἂν θέλουμε νὰ μὴν καταντήσουμε κτήνη, ἀλλὰ νὰ εἴμαστε ἄνθρωποι μὲ ἀνώτερο προορισμό.

«Ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν» (αὐτ.). Ἄς φέρουμε μερικὰ παραδείγματα, γιὰ νὰ καταλάβουμε τὸ σπουδαῖο αὐτὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ.

Βρισκόμαστε σὲ περίοδο νηστείας. Ἡ Ἐκκλησία διατάζει νὰ νηστέψουμε. Ναί, νὰ νηστέψουμε ὅλοι, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς ἀσθενεῖς. Καὶ τὴν ἐντολὴ αὐτὴ τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νὰ τὴν ἐκτελέσουμε. Ἀλλὰ νά, ἔρχεται καὶ παλαιὸς ἄνθρωπος, ποὺ ἔχουμε μέσα μας, καὶ λέει: «Μὴν ἀκοῦς. Τί θὰ πῇ νηστεία; Μὴν ἀκοῦς τί λένε οἱ παπᾶδες καὶ οἱ δεσποτᾶδες. Ὅλες οἱ μέρες εἶνε ἴδιες. Σύ νὰ Τρὼς καὶ Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ καὶ Μεγάλη Βδομάδα…»…. Τί θὰ κάνουμε τώρα; Δυὸ φωνὲς ἀκοῦμε. Ἡ μιὰ τοῦ Χριστοῦ «Νήστευε». Ἡ ἄλλη τῆς σάρκας, τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου: «Τρῶγε». Ποιά φωνὴ θ’ ἀκούσουμε; Ἄν πὴς στὴ σάρκα «Ὄχι, δὲν θὰ σ’ ἀκούσω θ’ ἀκούσω τὸ Χριστό», τότε ἐκτελεῖς τὸ «ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν». Δείχνεις αὐταπάρνησι, πατᾷς τὸ θέλημα τοῦ ἀνθρώπου, ποῦ, ὅπως λέει ἕνας ἅγιος, εἶνε ἕνα γουρούνι, ποὺ ποτὲ δὲν χορταίνει, ἀλλὰ θέλει ὅλο νὰ τρώη καὶ νὰ παχαίνῃ.

«Ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν» (αὐτ.). Θέλεις κι ἄλλο παράδειγμα; Χτυπᾷ τὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ σου κάποιος. Εἶνε ἕνας δυστυχισμένος ἄνθρωπος. Εἶνε μιὰ χήρα, ἕνα ὀρφανό. Ζητοῦν τὴ βοήθειά σου. Δυὸ φωνὲς ἀκούγονται πάλι. Ἡ μιὰ εἶνε ἡ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἄλλη εἶνε ἡ φωνὴ τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου. Ἡ μιὰ σοῦ λέει «Δῶσε». Ἡ ἄλλη «Ὄχι, δὲν θὰ δώσῃς τίποτε, οὔτε νερὸ στὸν ἄγγελό σου». Ἀδελφέ μου, ποιά φωνὴ θ’ ἀκούσης; Ἄν ἀκούσης τὴ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ κι ἀνοίξῃς τὸ πουγγί σου καὶ βοηθήσῃς τὸ φτωχό, νίκησες τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο, νίκησες τὴ φιλαυτία σου, ἐφάρμοσες το λόγο τοῦ Χριστοῦ.

«Ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν». Θέλεις τρίτο παράδειγμα; Κάποιος πάλι χτυπᾷ τὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ σου. Δὲν εἶνε ἕνας φτωχὸς καὶ δυστυχισμένος. Εἶνε ἐχθρός σου, σ’ ἔχει ἀδικήσει καὶ σ’ ἔχει βλάψει. Ἔρχεται νὰ σοῦ ζητήσῃ συχώρησι. Ὁ Χριστός σου λέει νὰ τὸν συχωρέσης. Ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος λέει: «Ὄχι, νὰ μὴν τὸν συχωρέσης νὰ τὸν ἐκδικηθῇς νὰ τὸν καταδιώξῃς νὰ τοῦ ρουφήξῃς, ἂν μπορῇς, καὶ τὸ αἷμα του». Ἀδελφέ, ποιά ἀπὸ τίς δύο αὐτὲς φωνὲς θ’ ἀκούσης; Ἄν ἀκούσης τὸ Χριστὸ καὶ τὸν συχωρέσης, νίκησες νίκη μεγάλη. Νίκησες τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο. Νίκησες ἕνα ἀπὸ τὰ χειρότερα πάθη τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, τὸ πάθος τῆς ἐκδικήσεως. Ἀπαρνήθηκες τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο καὶ συντάχθηκες μὲ τὸ νέο ἄνθρωπο, τὸ Χριστό. Ἐφάρμοσες τὸ «ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν».

Ἀγαπητοί μου! Ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ ἀρχηγός. Ὁ σταυρὸς ἡ σημαία μας. Ἐμεῖς οἱ στρατιῶτες. Ἄς φανοῦμε πιστοὶ καὶ ἀφοσιωμένοι. Ἄς μισήσουμε τὴν κακία, ἂς διακόψουμε κάθε σχέση μὲ τὸ διεφθαρμένο ἑαυτό μας, τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο. Ὄχι τὰ θελήματά του. Ὄχι τὰ ἁμαρτωλὰ θελήματα τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ τῶν ἄλλων ἀνθρώπων, ἀλλὰ μόνο τὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ ἂς ἐκτελοῦμε.

Χριστέ, βοήθησέ μας. Τὸ θέλημά σου νὰ γίνεται «ὡς ἕν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς» (Ματθ. 6, 10).

Διαβάστε επίσης και τα εξής:

elGreek