ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ - Πράξεις (Β΄ 1 - 11)
- Η Αποστολική Περικοπή
- Ερμηνεία Ι. Κολιτσάρα
- Ερμηνεία Παν. Τρεμπέλα
- Ερμηνεία Νικ. Σωτηρόπουλου
Πράξεις των Αποστόλων, κεφ. Β΄, εδάφια 1-11
1 Καί ἐν τῷ συμπληροῦσθαι τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς ἦσαν ἅπαντες ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό. 2 καὶ ἐγένετο ἄφνω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας, καὶ ἐπλήρωσεν ὅλον τὸν οἶκον οὗ ἦσαν καθήμενοι· 3 καὶ ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεὶ πυρός, ἐκάθισέ τε ἐφ᾿ ἕνα ἕκαστον αὐτῶν, 4 καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος ῾Αγίου, καὶ ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθὼς τὸ Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι.
5 ῏Ησαν δὲ ἐν ῾Ιερουσαλὴμ κατοικοῦντες ᾿Ιουδαῖοι, ἄνδρες εὐλαβεῖς ἀπὸ παντὸς ἔθνους τῶν ὑπὸ τὸν οὐρανόν· 6 γενομένης δὲ τῆς φωνῆς ταύτης συνῆλθε τὸ πλῆθος καὶ συνεχύθη, ὅτι ἤκουον εἷς ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ λαλούντων αὐτῶν. 7 ἐξίσταντο δὲ πάντες καὶ ἐθαύμαζον λέγοντες πρὸς ἀλλήλους· οὐκ ἰδοὺ πάντες οὗτοί εἰσιν οἱ λαλοῦντες Γαλιλαῖοι; 8 καὶ πῶς ἡμεῖς ἀκούομεν ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ ἡμῶν ἐν ᾗ ἐγεννήθημεν, 9Πάρθοι καὶ Μῆδοι καὶ ᾿Ελαμῖται, καὶ οἱ κατοικοῦντες τὴν Μεσοποταμίαν, ᾿Ιουδαίαν τε καὶ Καππαδοκίαν, Πόντον καὶ τὴν ᾿Ασίαν, 10 Φρυγίαν τε καὶ Παμφυλίαν, Αἴγυπτον καὶ τὰ μέρη τῆς Λιβύης τῆς κατὰ Κυρήνην, καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες Ρωμαῖοι, ᾿Ιουδαῖοί τε καὶ προσήλυτοι, 11 Κρῆτες καὶ ῎Αραβες, ἀκούομεν λαλούντων αὐτῶν ταῖς ἡμετέραις γλώσσαις τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ;
1 Καθώς δε επροχωρούσε να συμπληρωθή και να κλείση η ημέρα της Πεντηκοστής, η οποία είχε αρχίσει από την προηγουμένην εσπέραν, ήσαν όλοι οι πιστοί ομόψυχοι, συγκεντρωμένοι στο ίδιον μέρος. 2 Και έξαφνα ήλθε από τον ουρανόν ένας ήχος, σαν ισχυρή βοή ανέμου που κινείται με ορμήν, και εγέμισε όλο το σπίτι, μέσα στο οποίον εκάθηντο οι μαθηταί. 3 Και παρουσιάσθησαν εις αυτούς γλώσσες σαν από φλόγες πυρός, να διαμοιράζωνται· και στον καθένα από αυτούς εκάθισε από μία γλώσσα. 4 Και εγέμισαν όλοι από Πνεύμα Αγιον και ήρχισαν να ομιλούν ξένας γλώσσας και να κηρύττουν τας υψηλάς αληθείας, όπως το Πνεύμα το Αγιον τους εφώτιζε και τους έδιδε την δύναμιν να ομιλούν. 5 Ευρίσκοντο δε εις την Ιερουσαλήμ κατά την ημέραν εκείνην, άλλοι μεν ως μόνιμοι κάτοικοι, άλλοι δε ως προσωρινοί λόγω της εορτής, άνδρες Ιουδαίοι ευσεβείς από κάθε έθνος που υπήρχε κάτω από τον ουρανόν. 6 Οταν δε έγινε η βοή από τον ουρανόν, εμαζεύτηκε το πλήθος εκεί και όλοι εκυριεύθησαν από σύγχυσιν και απορίαν, διότι ο καθένας των ήκουε τους μαθητάς να ομιλούν την ιδικήν του γλώσσαν. 7 Εξεπλήσσοντο δε όλοι και εθαύμαζαν, λέγοντες μεταξύ των· “τι συμβαίνει; Ολοι αυτοί, που ομιλούν, δεν είναι Γαλιλαίοι; 8 Και πως, ο καθένας από ημάς, τους ακούομεν να ομιλούν την ιδικήν μας γλώσσαν, την οποίαν εμάθαμεν από της γεννήσεώς μας; 9 Και είμεθα από τόσα πολλά έθνη· Παρθοι και Μήδοι και Ελαμίται και κάτοικοι της Μεσοποταμίας, της Ιουδαίας και της Καππαδοκίας, του Ποντου και της Ασίας, 10 της Φρυγίας και της Παμφυλίας, της Αιγύπτου και των περιοχών της Λιβύης, που είναι πλησίον της Κυρήνης, όπως επίσης και οι παρεπίδημοι Ρωμαίοι, Ιουδαίοι την καταγωγήν και προσήλυτοι από άλλα έθνη. 11 Ακόμη δε Κρήτες και Αραβες, όλοι όσοι καταγόμεθα από τα πολλά και διάφορα αυτά μέρη, πως συμβαίνει να τους ακούωμεν να κηρύττουν τα μεγαλεία του Θεού εις τας ιδικάς μας γλώσσας;”
1 Το πρωί της ημέρας της Πεντηκοστής (καθώς ολοκληρωνόταν η ημέρα αυτή η οποία άρχισε από το απόγευμα της παραμονής της) όλοι οι πιστοί με μια καρδιά ήταν συναγμένοι στο ίδιο μέρος. 2 Και ξαφνικά, χωρίς να το περιμένει κανείς, ήλθε από τον ουρανό μια βοή σαν φύσημα σφοδρού ανέμου, που κινείται με ορμή και βιαιότητα. Και η βοή αυτή γέμισε όλο το σπίτι όπου κάθονταν οι απόστολοι και όλοι οι μαθητές. 3 Και είδαν με τα μάτια τους να διαμοιράζονται σ’ αυτούς γλώσσες σαν τις φλόγες της φωτιάς, και στον καθένα απ’ αυτούς κάθισε από μία γλώσσα. 4 Όλοι τους τότε πλημμύρισαν εσωτερικά με Πνεύμα Άγιο, και άρχισαν να μιλούν ξένες γλώσσες, όπως το Πνεύμα τούς ενέπνεε και τους έδινε την ικανότητα να μιλούν και να λένε θεϊκά και ουράνια λόγια και διδασκαλίες υψηλές και θεόπνευστες.
5 Στην Ιερουσαλήμ υπήρχαν τότε Ιουδαίοι απ’ όλα τα μέρη του κόσμου και απ’ όλα τα έθνη που βρίσκονται κάτω από τον ουρανό. Αυτοί είχαν εγκατασταθεί εκεί μόνιμα, ήταν ευλαβείς και σέβονταν τον Θεό. 6Όταν λοιπόν έγινε η βοή αυτή του ανέμου, συγκεντρώθηκε πλήθος απ’ αυτούς και όλοι κυριεύθηκαν από σύγχυση και κατάπληξη˙ διότι ο καθένας τους άκουγε τους μαθητές του Ιησού Χριστού να μιλούν στη δική τους γλώσσα. 7 Έμεναν όλοι εκστατικοί και με θαυμασμό έλεγαν ο ένας στον άλλο: «Μα, όλοι αυτοί που μιλούν δεν είναι Γαλιλαίοι; 8 Πώς λοιπόν εμείς τους ακούμε ο καθένας μας να μιλούν στη δική μας μητρική γλώσσα, την οποία μάθαμε και μιλούμε από τότε που γεννηθήκαμε; 9 Όσοι είμαστε Πάρθοι και Μήδοι και Ελαμίτες, και όσοι κατοικούμε στη Μεσοποταμία και στην Ιουδαία και στην Καππαδοκία, στον Πόντο, και στη Μικρά Ασία, 10 στη Φρυγία και στην Παμφυλία, στην Αίγυπτο και στα μέρη της Λιβύης που είναι κοντά στην Κυρήνη, και οι Ρωμαίοι που διαμένουμε εδώ, τόσο αυτοί που λόγω της καταγωγής μας είμαστε Ιουδαίοι, όσο και οι εθνικοί που προσελκυσθήκαμε στην ιουδαϊκή πίστη και γίναμε προσήλυτοι, 11 καθώς και όσοι καταγόμαστε από την Κρήτη και οι Άραβες, όλοι εμείς που καταγόμαστε από τα διάφορα αυτά μέρη, πώς συμβαίνει να ακούμε αυτούς να μιλούν και να διακηρύττουν στις γλώσσες μας τα μεγάλα και θαυμαστά έργα του Θεού;».
1 Kαὶ ὅταν ἦλθε ἡ ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ἦταν ὅλοι μαζὶ στὸ ἴδιο μέρος. 2 Kαὶ ἦλθε αἰφνιδίως ἀπὸ τὸν οὐρανὸ βοὴ σὰν βοὴ κινουμένου ὁρμητικοῦ ἀνέμου, καὶ γέμισε ὅλο τὸ σπίτι, ὅπου ἦταν. 3 Kαὶ φάνηκαν σ’ αὐτοὺς γλῶσσες σὰν πύρινες, ποὺ διαμοιράζονταν, καὶ κάθησε κάθε μία σὲ καθένα ἀπ’ αὐτούς. 4 Kαὶ γέμισαν ὅλοι ἀπὸ Πνεῦμα Ἅγιο, καὶ ἄρχισαν νὰ ὁμιλοῦν μὲ ξένες γλῶσσες, ὅπως τὸ Πνεῦμα ἔδινε σ’ αὐτοὺς (τὴν ἱκανότητα) νὰ ὁμιλοῦν. 5 Kατοικοῦσαν δὲ στὴν Ἱερουσαλὴμ εὐλαβεῖς Ἰουδαῖοι ἀπὸ ὅλα τὰ ἔθνη, ποὺ ὑπάρχουν κάτω ἀπὸ τὸν οὐρανό. 6 Ὅταν δὲ ἦλθε αὐτὴ ἡ βοή, συγκεντρώθηκε τὸ πλῆθος καὶ ἔγινε ἐμβρόντητο, διότι καθένας ἄκουε νὰ ὁμιλοῦν στὴ δική του γλῶσσα. 7 Ἔμεναν δὲ ὅλοι ἐκστατικοὶ καὶ θαύμαζαν καὶ ἔλεγαν μεταξύ τους: «Nά, ὅλοι αὐτοί, ποὺ ὁμιλοῦν, δὲν εἶναι Γαλιλαῖοι; 8 Kαὶ πῶς ἐμεῖς ἀκοῦμε καθένας στὴ δική μας γλῶσσα, στὴν ὁποία γεννηθήκαμε; 9 Πάρθοι καὶ Mῆδοι καὶ Ἐλαμῖτες, καὶ οἱ κάτοικοι τῆς Mεσοποταμίας, καὶ τῆς Ἰουδαίας καὶ τῆς Kαππαδοκίας, τοῦ Πόντου καὶ τῆς Ἀσίας, 10 καὶ τῆς Φρυγίας καὶ τῆς Παμφυλίας, τῆς Aἰγύπτου καὶ τῶν μερῶν τῆς Λιβύης ποὺ ἐκτείνεται πρὸς τὴν Kυρήνη, καὶ οἱ Pωμαῖοι ποὺ διαμένουν ἐδῶ, 11 καὶ Ἰουδαῖοι καὶ προσήλυτοι, Kρῆτες καὶ Ἄραβες, ἀκοῦμε νὰ ὁμιλοῦν στὶς γλῶσσες μας τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ».
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Καὶ ἐν τῷ συμπληροῦσθαι τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς ἦσαν ἅπαντες ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό (:το πρωί της ημέρας της Πεντηκοστής –καθώς ολοκληρωνόταν η ημέρα αυτή η οποία άρχισε από το απόγευμα της παραμονής της- όλοι οι πιστοί με μια καρδιά ήταν συναγμένοι στο ίδιο μέρος)»[Πράξ. 2,1].
Ποια είναι αυτή η Πεντηκοστή; Όταν το δρεπάνι έπρεπε να χρησιμοποιηθεί για την συγκομιδή από τον θερισμό· όταν έπρεπε να συναθροίζει τους καρπούς. Είδες τον τύπο; Βλέπε πάλι την αλήθεια. Όταν έπρεπε να επιβάλλει το δρεπάνι του λόγου, όταν τους καρπούς έπρεπε να συλλέγει, τότε το Πνεύμα σαν δρεπάνι κοφτερό, πετά πάνω σε αυτούς. Διότι άκουσε τον Χριστό που λέει: «Οὐχ ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἔτι τετράμηνός ἐστι καὶ ὁ θερισμὸς ἔρχεται; ἰδοὺ λέγω ὑμῖν, ἐπάρατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ θεάσασθε τὰς χώρας, ὅτι λευκαί εἰσι πρὸς θερισμὸν ἤδη (:Δεν λέτε εσείς ότι τέσσερις μήνες μένουν ακόμη και ο θερισμός έρχεται; Στην πνευματική όμως σπορά είναι δυνατόν ο λόγος του Θεού να καρποφορήσει και σε χρονικό διάστημα πολύ πιο σύντομο. Και για να πειστείτε για το θέμα αυτό που σας λέω, σηκώστε τα μάτια σας και κοιτάξτε το πλήθος αυτό των Σαμαρειτών που έρχονται. Μοιάζουν οι ψυχές τους με χωράφια, στα οποία δεν πρόφθασε να σπαρεί ο λόγος της αλήθειας, κι όμως είναι λευκά και ώριμες πλέον, έτοιμα να θεριστούν. Έτσι και σ’ όλα τα μέρη του κόσμου οι ψυχές των ανθρώπων είναι τώρα ώριμες για να δεχθούν τη σωτηρία)»[Ιω. 4,35] και πάλι τους έλεγε: «Ὁ μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι· δεήθητε οὖν τοῦ κυρίου τοῦ θερισμοῦ ὅπως ἐκβάλῃ ἐργάτας εἰς τὸν θερισμὸν αὐτοῦ(:τα ώριμα στάχυα για θερισμό είναι πολλά, αλλά οι εργάτες που θα τα θερίσουν είναι λίγοι. Πολλοί δηλαδή είναι οι καλοδιάθετοι να δεχτούν το Ευαγγέλιο και να σωθούν, λίγοι όμως είναι οι πνευματικοί εργάτες που θα υπηρετήσουν στο πνευματικό αυτό έργο. Παρακαλέστε λοιπόν τον Θεό, που είναι ο κύριος και ο ιδιοκτήτης της έτοιμης για θερισμό σποράς, να βγάλει και να στείλει εργάτες στο θερισμό του)»[Λουκ. 10,2]. Ώστε αυτός ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε το δρεπάνι· διότι Αυτός ανέβασε στον ουρανό τις προσφορές των πρώτων καρπών, αφού προσέλαβε το ανθρώπινο ένδυμα. Γι’ αυτό και τούτο καλεί θερισμό.
«Καὶ ἐν τῷ συμπληροῦσθαι(:και όταν έφτασε)», λέει, «τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς(: η ημέρα της Πεντηκοστής)», δηλαδή όχι προ της Πεντηκοστής, αλλά την ημέρα της Πεντηκοστής, όπως θα μπορούσε κάποιος να πει. Διότι έπρεπε να γίνουν πάλι αυτά κατά την διάρκεια εορτής, για να δουν αυτά και αυτοί, που ήταν παρόντες κατά την Σταύρωση του Χριστού. «Καὶ ἐγένετο ἄφνω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας(:και ξαφνικά, χωρίς να το περιμένει κανείς, ήλθε από τον ουρανό μια βοή σαν φύσημα σφοδρού ανέμου, που κινείται με ορμή και βιαιότητα)»[Πράξ.2,2]. Γιατί έγινε αυτό χωρίς αισθητά σημεία; Διότι μολονότι έγινε και αυτό, έλεγαν ότι «γλεύκους μεμεστωμένοι εἰσί(:είναι τελείως μεθυσμένοι με γλυκό και δυνατό κρασί, και δεν ξέρουν τι λένε)», εάν δεν γινόταν αυτό, τι δεν θα μπορούσαν να πουν; Και όχι μόνο έγινε ήχος, αλλά και «εκ του ουρανού». Και το ξαφνικό αυτού διήγειρε αυτούς. «Καὶ ἐπλήρωσεν ὅλον τὸν οἶκον οὗ ἦσαν καθήμενοι(:και η βοή αυτή γέμισε όλο το σπίτι όπου κάθονταν οι απόστολοι και όλοι οι μαθητές)». Αναφέρει μεγάλη ορμή του Αγίου Πνεύματος.
Πρόσεχε ότι όλους τους συγκέντρωσε εκεί, ώστε και οι παρόντες να πιστέψουν και αυτοί άξιοι να αναδειχθούν. Και όχι μόνο αυτό, αλλά προσθέτοντας και το πιο τρομερό από αυτό: «καὶ ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεὶ πυρός(:και είδαν με τα μάτια τους να διαμοιράζονται σε αυτούς γλώσσες σαν τις φλόγες της φωτιάς)», λέει. Καλώς αναφέρει παντού το «ὡσεὶ(: σαν)», για να μην νομίσεις τίποτα αισθητό για το Άγιο Πνεύμα· «γλῶσσαι ὡσεὶ πυρός(:σαν τις φλόγες της φωτιάς)», λέει, «ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας(:σαν φύσημα δυνατού ανέμου)». Άρα δεν ήταν απλώς άνεμος διασκορπιζόμενος στον αέρα.
Διότι όταν έπρεπε στον Ιωάννη να γνωριστεί το Άγιο Πνεύμα, σαν περιστέρι ήρθε επάνω στην κεφαλή του Χριστού: «Καὶ εὐθέως ἀναβαίνων ἀπὸ τοῦ ὕδατος εἶδε σχιζομένους τοὺς οὐρανοὺς καὶ τὸ Πνεῦμα ὡς περιστερὰν καταβαῖνον ἐπ᾿ αὐτόν(:και όταν ανέβαινε από το νερό του ποταμού, αμέσως, την ίδια στιγμή, είδε να σχίζονται οι ουρανοί και το Πνεύμα το Άγιο να κατεβαίνει σαν περιστέρι και να έρχεται επάνω Του)»[Μάρκ.1,10]· επίσης: «καὶ καταβῆναι τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον σωματικῷ εἴδει ὡσεὶ περιστερὰν ἐπ᾿ αὐτόν, καὶ φωνὴν ἐξ οὐρανοῦ γενέσθαι λέγουσαν· σὺ εἶ ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν σοὶ εὐδόκησα (:και κατέβηκε επάνω Του το Άγιο Πνεύμα, το οποίο εμφανίστηκε με εξωτερικό σχήμα και μορφή περιστεριού, χωρίς όμως να είναι πραγματικό περιστέρι. Και ήλθε μια φωνή απ’ τον ουρανό, η οποία έλεγε: Εσύ είσαι ο υιός μου ο αγαπημένος σε Εσένα ευαρεστήθηκα, διότι Εσύ και ως άνθρωπος απολύτως αναμάρτητος έκανες πάντοτε το αρεστό ενώπιόν μου)»[Λουκ.3,21-22]. «Καὶ ἐμαρτύρησεν Ἰωάννης λέγων ὅτι τεθέαμαι τὸ Πνεῦμα καταβαῖνον ὡς περιστερὰν ἐξ οὐρανοῦ, καὶ ἔμεινεν ἐπ᾿ αὐτόν (:ο Ιωάννης μάλιστα έδωσε και την εξής μαρτυρία: “Έχω δει το Άγιο Πνεύμα να κατεβαίνει σαν περιστέρι απ’ τον ουρανό και να μένει πάνω του μόνιμα και διαρκώς, και όχι όπως στους προφήτες, οι οποίοι δέχονταν εκτάκτως τη χάρη του Πνεύματος και για ειδικό σκοπό”)» [Ιω. 1,32]. Τώρα λοιπόν που έπρεπε ολόκληρο πλήθος να επιστραφεί, έκανε το Άγιο Πνεύμα έκανε την εμφάνιση Του σαν φλόγες φωτιάς.
«Ἐκάθισέ τε ἐφ᾿ ἕνα ἕκαστον αὐτῶν(:και στον καθένα απ’ αυτούς κάθισε από μία πύρινη γλώσσα)»· δηλαδή παρέμεινε, αναπαύθηκε. Διότι το «ἐκάθισε» φανερώνει ότι εδραιώθηκε σταθερά πάνω τους και παρέμεινε μόνιμα. Τι λοιπόν; Ήρθε άραγε μόνο στους δώδεκα και όχι στους άλλους; Καθόλου· αλλά ήρθε και στους εκατόν είκοσι. Διότι δεν παρουσίαζε ο απόστολος Πέτρος λίγες στιγμές αργότερα απλώς την μαρτυρία του προφήτη Ιωήλ λέγοντας: «Καὶ ἔσται ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις, λέγει ὁ Θεός, ἐκχεῶ ἀπὸ τοῦ πνεύματός μου ἐπὶ πᾶσαν σάρκα, καὶ προφητεύσουσιν οἱ υἱοὶ ὑμῶν καὶ αἱ θυγατέρες ὑμῶν, καὶ οἱ νεανίσκοι ὑμῶν ὁράσεις ὄψονται καὶ οἱ πρεσβύτεροι ὑμῶν ἐνύπνια ἐνυπνιασθήσονται (:στην τελευταία χρονική περίοδο, που θα αρχίσει όταν έλθει ο Μεσσίας, λέει ο Θεός ότι θα συμβεί αυτό: “Θα εκχύσω τα χαρίσματα του Πνεύματός μου και θα τα διαμοιράσω σε όλους τους ανθρώπους. Κι έτσι θα προφητεύσουν οι γιοι σας και οι κόρες σας, και οι νέοι σας θα δουν υπερφυσικές οπτασίες, και οι γέροντες θα δουν στον ύπνο τους θεϊκά αποκαλυπτικά όνειρα”)»[Πράξεις 2,17]· πρβλ. Ιωήλ 3,1: «Καὶ ἔσται μετὰ ταῦτα καὶ ἐκχεῶ ἀπὸ τοῦ πνεύματός μου ἐπὶ πᾶσαν σάρκα, καὶ προφητεύσουσιν οἱ υἱοὶ ὑμῶν καὶ αἱ θυγατέρες ὑμῶν, καὶ οἱ πρεσβύτεροι ὑμῶν ἐνύπνια ἐνυπνιασθήσονται, καὶ οἱ νεανίσκοι ὑμῶν ὁράσεις ὄψονται (:’’Μετά από αυτά θα έλθει μία εποχή’’, λέγει ο Κύριος, ‘’κατά την οποία θα χύσω πλούσιες τις δωρεές και τα χαρίσματα του Πνεύματός μου σε κάθε άνθρωπο και θα προφητεύσουν οι υιοί σας και οι θυγατέρες σας. Οι γεροντότεροι από εσάς θα δουν και θα λάβουν αποκαλύψεις μέσω ενύπνιων οραμάτων , ενώ οι νεότεροι στην ηλικία θα δουν σε πλήρη εγρήγορση αποκαλυπτικά οράματα’’)».
Και πρόσεξε: για να μην εκπλήξει μόνο αλλά και για να χορηγήσει πλήρως την χάρη, γι’ αυτό και εμφανίστηκε «ἐν Πνεύματι ἁγίω καί πυρί»· διότι προσθέτει: «καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος Ἁγίου, καὶ ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθὼς τὸ Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι(:όλοι τους τότε πλημμύρισαν εσωτερικά με Πνεύμα Άγιο και άρχισαν να μιλούν ξένες γλώσσες, όπως το Πνεύμα τους ενέπνεε και τους έδινε την ικανότητα να μιλούν και να λένε θεϊκά και ουράνια λόγια και διδασκαλίες υψηλές και θεόπνευστες)»[Πράξ.2,4]. Δεν λαμβάνουν άλλο σημείο, αλλά αυτό πρώτα· διότι ήταν ανάγκη και δεν παρίστατο ανάγκη άλλου σημείου.
«Ἐκάθισέ τε ἐφ᾿ ἕνα ἕκαστον αὐτῶν(:και στον καθένα απ’ αυτούς κάθισε από μία πύρινη γλώσσα)»[Πράξ.2,3], λέγει. Βέβαια κάθισε και πάνω στον μη εκλεγέντα Ιούστο. Γι’ αυτό και καθόλου δεν λυπάται επειδή δεν εξελέγη όπως ο Ματθίας. «Καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος Ἁγίου(:και όλοι τους τότε πλημμύρισαν εσωτερικά με Πνεύμα Άγιο)», λέγει. Δεν έλαβαν απλώς την χάρη του αγίου Πνεύματος, αλλά πλημμύρισαν εσωτερικά από αυτήν. «Καὶ ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθὼς τὸ Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι(:και άρχισαν να μιλούν ξένες γλώσσες, όπως το Πνεύμα τους ενέπνεε και τους έδινε την ικανότητα να μιλούν και να λένε θεϊκά και ουράνια λόγια και διδασκαλίες υψηλές και θεόπνευστες)». Δεν θα έλεγε «ἅπαντες(:όλοι)», ενώ ήταν εκεί και οι απόστολοι, εάν δεν μετείχαν και οι άλλοι. Άλλωστε, αφού παραπάνω είπε σε αυτούς κατ’ ιδίαν και ονομαστικά, τώρα δεν θα τους συνένωνε στο ίδιο πράγμα· διότι εάν όπου ήταν δυνατό να πει ότι ήταν παρόντες, μνημονεύει ιδιαίτερα τους αποστόλους, πολύ περισσότερο εδώ. Πρόσεχε σε παρακαλώ ότι όταν ήταν προσηλωμένοι με μια ψυχή στην δέηση, όταν έχουν αγάπη μεταξύ τους, τότε το Άγιο Πνεύμα εμφανίζεται. Και υπενθύμισε σε αυτούς και μια άλλη Του όψη λέγοντας, «σαν φλόγες φωτιάς». Διότι σαν φωτιά φάνηκε και στην βάτο.
«Καθὼς τὸ Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι(:όπως το Πνεύμα τούς ενέπνεε και τους έδινε την ικανότητα να μιλούν και να λένε θεϊκά και ουράνια λόγια και διδασκαλίες υψηλές και θεόπνευστες)»· διότι τα λεγόμενά τους ήταν αποφθέγματα σαφή, καθαρά, σύντομα και περιεκτικά.
«Ἦσαν δὲ ἐν Ἱερουσαλὴμ κατοικοῦντες Ἰουδαῖοι, ἄνδρες εὐλαβεῖς ἀπὸ παντὸς ἔθνους τῶν ὑπὸ τὸν οὐρανόν(:Στην Ιερουσαλήμ υπήρχαν τότε Ιουδαίοι απ’ όλα τα μέρη του κόσμου και απ’ όλα τα έθνη που βρίσκονται κάτω από τον ουρανό. Αυτοί είχαν εγκατασταθεί εκεί μόνιμα, ήταν ευλαβείς και σέβονταν τον Θεό)»[Πράξ.2,5]. Η διαμονή τους στην Ιερουσαλήμ ήταν έργο ευλάβειας. Πώς; Διότι ενώ κατάγονταν από τόσα έθνη, και αφού άφησαν και πατρίδες και οικίες και συγγενείς, κατοικούσαν εκεί· διότι λέει: «Ήταν στην Ιερουσαλήμ Ιουδαίοι άνδρες ευλαβείς, από κάθε έθνος κάτω από τον ουρανό».
«Γενομένης δὲ τῆς φωνῆς ταύτης συνῆλθε τὸ πλῆθος καὶ συνεχύθη, ὅτι ἤκουον εἷς ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ λαλούντων αὐτῶν(:όταν λοιπόν έγινε η βοή αυτή του ανέμου, συγκεντρώθηκε πλήθος απ’ αυτούς και όλοι κυριεύτηκαν από σύγχυση και κατάπληξη)»[Πράξ.2,6]. Επειδή το γεγονός συνέβηκε σε οικία, δικαιολογημένα όσοι ήταν έξω προσέτρεξαν μέσα για να δουν τι είχε γίνει. «Συνῆλθε τὸ πλῆθος καὶ συνεχύθη». Τι σημαίνει «συνεχύθη τὸ πλῆθος»; Ταράχτηκε, θαύμασε. Έπειτα δηλώνοντας ότι θαύμαζαν, προσθέτει «ὅτι ἤκουον εἷς ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ λαλούντων αὐτῶν(:διότι ο καθένας τους άκουγε τους μαθητές του Ιησού Χριστού να μιλούν στη δική τους γλώσσα)».
«Ἐξίσταντο δὲ πάντες καὶ ἐθαύμαζον λέγοντες πρὸς ἀλλήλους· οὐκ ἰδοὺ πάντες οὗτοί εἰσιν οἱ λαλοῦντες Γαλιλαῖοι;(:έμεναν όλοι εκστατικοί και με θαυμασμό έλεγαν ο ένας στον άλλο: “Μα, όλοι αυτοί που μιλούν δεν είναι Γαλιλαίοι;”)».Και έβλεπαν κατευθείαν προς τους αποστόλους. «Καὶ πῶς ἡμεῖς ἀκούομεν ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ ἡμῶν ἐν ᾗ ἐγεννήθημεν,Πάρθοι καὶ Μῆδοι καὶ ᾿Ελαμῖται, καὶ οἱ κατοικοῦντες τὴν Μεσοποταμίαν, ᾿Ιουδαίαν τε καὶ Καππαδοκίαν, Πόντον καὶ τὴν ᾿Ασίαν, Φρυγίαν τε καὶ Παμφυλίαν, Αἴγυπτον καὶ τὰ μέρη τῆς Λιβύης τῆς κατὰ Κυρήνην, καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες Ρωμαῖοι, ᾿Ιουδαῖοί τε καὶ προσήλυτοι, Κρῆτες καὶ ῎Αραβες, ἀκούομεν λαλούντων αὐτῶν ταῖς ἡμετέραις γλώσσαις τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ;(:Πώς λοιπόν εμείς τους ακούμε ο καθένας μας να μιλούν στη δική μας μητρική γλώσσα, την οποία μάθαμε και μιλούμε από τότε που γεννηθήκαμε; Όσοι είμαστε Πάρθοι και Μήδοι και Ελαμίτες, και όσοι κατοικούμε στη Μεσοποταμία και στην Ιουδαία και στην Καππαδοκία, στον Πόντο, και στη Μικρά Ασία, στη Φρυγία και στην Παμφυλία, στην Αίγυπτο και στα μέρη της Λιβύης που είναι κοντά στην Κυρήνη, και οι Ρωμαίοι που διαμένουμε εδώ, τόσο αυτοί που λόγω της καταγωγής μας είμαστε Ιουδαίοι, όσο και οι εθνικοί που προσελκυστήκαμε στην ιουδαϊκή πίστη και γίναμε προσήλυτοι, καθώς και όσοι καταγόμαστε από την Κρήτη και οι Άραβες, όλοι εμείς που καταγόμαστε από τα διάφορα αυτά μέρη, πώς συμβαίνει να ακούμε αυτούς να μιλούν και να διακηρύττουν στις γλώσσες μας τα μεγάλα και θαυμαστά έργα του Θεού; Και έμειναν όλοι εκστατικοί και γεμάτοι απορία έλεγαν ο ένας στον άλλο: “Τι να σημαίνει άραγε το έκτακτο αυτό γεγονός και ποια εξήγηση μπορεί να του δώσει κανείς;”)»[Πράξ.2,8-11]. Βλέπεις αυτούς που τρέχουν από την ανατολή μέχρι την δύση aπό ευλάβεια για να εγκατασταθούν στην Ιερουσαλήμ; «Ἐξίσταντο δὲ πάντες καὶ διηπόρουν, ἄλλος πρὸς ἄλλον λέγοντες· τί ἂν θέλοι τοῦτο εἶναι; (:και έμειναν όλοι εκστατικοί και γεμάτοι απορία έλεγαν ο ένας στον άλλο: “Τι να σημαίνει άραγε το έκτακτο αυτό γεγονός και ποια εξήγηση μπορεί να του δώσει κανείς;”)»[Πράξ.2,12].
«Ἓτεροι δὲ χλευάζοντες ἔλεγον ὅτι γλεύκους μεμεστωμένοι εἰσί(:Άλλοι όμως χλεύαζαν και έλεγαν ότι οι άνθρωποι αυτοί είναι τελείως μεθυσμένοι με γλυκό και δυνατό κρασί και δεν ξέρουν τι λένε)»[Πράξ.2,13].Πω, πω ανοησία! Πω, πω μέγεθος κακίας! Παρότι δεν ήταν ο καιρός αυτός κατά τον οποίο λαμβάνει χώρα ο τρυγητός στα αμπέλια· διότι ήταν Πεντηκοστή. Και το χειρότερο και φοβερότερο είναι το ότι ενώ όλοι ομολογούν ότι είναι Ρωμαίοι, ότι είναι προσήλυτοι, εκείνοι που Τον σταύρωσαν ίσως, εκείνοι μετά από τόσα γεγονότα, λένε: «έχουν πιει πολύ μούστο».
Αλλά ας δούμε από την αρχή τα λεχθέντα· «ἐπλήρωσεν ὅλον τὸν οἶκον(:γέμισε όλο το σπίτι)», λέει. Η πνοή έγινε όπως η κολυμπήθρα του ύδατος. Αυτή ήταν απόδειξη της αφθονίας και της σφοδρότητας. Πουθενά δεν έχει γίνει παρόμοιο στους προφήτες, αλλά τότε μεν κατά τον τρόπο αυτό έγινε σε εκείνους, στους προφήτες όμως διαφορετικά. Διότι στον Ιεζεκιήλ γίνεται κεφάλαιο βιβλίου, και τρώει εκείνα τα οποία επρόκειτο να κηρύττει: «Καὶ εἶδον καὶ ἰδοὺ χεὶρ ἐκτεταμένη πρός με, καὶ ἐν αὐτῇ κεφαλὶς βιβλίου· καὶ ἀνείλησεν αὐτὴν ἐνώπιόν μου, καὶ ἦν ἐν αὐτῇ γεγραμμένα τὰ ἔμπροσθεν καὶ τὰ ὄπισθεν, καὶ ἐγέγραπτο ἐπ᾿ αὐτὴν θρῆνος καὶ μέλος καὶ οὐαί. καὶ εἶπε πρός με· υἱὲ ἀνθρώπου, τὸ στόμα σου φάγεται, καὶ ἡ κοιλία σου πλησθήσεται τῆς κεφαλίδος ταύτης τῆς δεδομένης εἰς σέ. καὶ ἔφαγον αὐτήν, καὶ ἐγένετο ἐν τῷ στόματί μου ὡς μέλι γλυκάζον (:και είδα και ιδού, ένα χέρι απλωμένο προς εμένα, που κρατούσε μία μεμβράνη, τμήμα ενός βιβλίου. Ξεδίπλωσε αυτήν ενώπιόν μου και είδα ότι ήταν γραμμένη από μέσα και απέξω. Το περιεχόμενο της μεμβράνης ήσαν θρήνοι, θλιβερά μοιρολόγια και ταλανισμοί. Και μου είπε: “υιέ ανθρώπου, θα φας αυτό και η καρδιά σου και η διάνοιά σου, το εσωτερικό σου όλο, θα χορτάσει και θα γεμίσει με την μεμβράνη αυτήν, που εγώ σου δίνω”. Πράγματι έφαγα αυτήν και, καθώς έτρωγα, αισθάνθηκα στο στόμα μου γλυκύτητα σαν μέλι)»[Ιεζ. 3,3].
Άλλοτε πάλι σε κάποια άλλη χρονική στιγμή το χέρι του Θεού αγγίζει την γλώσσα και άλλου προφήτη, του Ιερεμία: «Καὶ ἐξέτεινε Κύριος τὴν χεῖρα αὐτοῦ πρός με καὶ ἥψατο τοῦ στόματός μου, καὶ εἶπε Κύριος πρός με· ἰδοὺ δέδωκα τοὺς λόγους μου εἰς τὸ στόμα σου(:ο Κύριος άπλωσε τότε την χείρα Του προς εμένα, άγγιξε το στόμα μου και μου είπε: “ Ιδού εγώ έχω δώσει στο στόμα σου τους λόγους μου”)»[Ιερ.1,9]. Εδώ όμως κατέρχεται αυτό το ίδιο το Πνεύμα το Άγιο. Με τον τρόπο αυτό γίνεται φανερό ότι είναι ομότιμο προς τον Πατέρα και τον Υιό.
Και πάλι σε άλλο σημείο αλλιώς: «Θρῆνος καὶ μέλος καὶ οὐαί (:το περιεχόμενο της μεμβράνης ήσαν θρήνοι, θλιβερά μοιρολόγια και ταλανισμοί)»[Ιεζ. 2,9-10]. Σε εκείνους βέβαια δικαιολογημένα δίνεται σε μορφή βιβλίου· διότι χρειάζονταν ακόμα σε αυτούς παραδείγματα. Προς ένα έθνος μόνο εκείνοι οι προφήτες είχαν να απευθύνονται και προς τους οικείους τους· αυτοί όμως πλέον προς όλη την οικουμένη, και προς εκείνους που ποτέ δεν γνώρισαν. Και ο Ελισσαίος με τη μηλωτή(:το εξωτερικό ένδυμα) του Ηλία λαμβάνει την χάρη: «Καὶ ὕψωσε τὴν μηλωτὴν Ἠλιού, ἣ ἔπεσεν ἐπάνωθεν Ἑλισαιέ, καὶ ἐπέστρεψεν Ἑλισαιὲ καὶ ἔστη ἐπὶ τοῦ χείλους τοῦ Ἰορδάνου· καὶ ἔλαβε τὴν μηλωτὴν Ἠλιού, ἣ ἔπεσεν ἐπάνωθεν αὐτοῦ, καὶ ἐπάταξε τὸ ὕδωρ καὶ οὐ διέστη· καὶ εἶπε· ποῦ ὁ Θεὸς Ἠλιοὺ ἀφφώ; καὶ ἐπάταξε τὰ ὕδατα, καὶ διεῤῥάγησαν ἔνθα καὶ ἔνθα, καὶ διέβη Ἑλισαιέ (:Ο Ελισαίος σήκωσε από κάτω τη μηλωτή του Ηλία, η οποία έπεσε από επάνω ψηλά και επέστρεφε έχοντας τη μηλωτή. Στάθηκε στην όχθη του Ιορδάνη. Πήρε τη μηλωτή του Ηλία, η οποία έπεσε σε αυτόν, χτύπησε το ύδωρ, αλλά εκείνο δεν διαιρέθηκε, όπως προηγουμένως. Ο Ελισσαίος είπε τότε: “Πού είναι ο Θεός του Ηλία, πού είναι;” Κατόπιν όμως χτύπησε πάλι τα νερά και εκείνα χωρίστηκαν στα δύο, από εδώ και από εκεί και ο Ελισαίος διέβη τον Ιορδάνη ποταμό)»[Δ’ Βασ. 2,13-14].
Άλλος πάλι κατά τα χρόνια της Παλαιάς Διαθήκης λαμβάνει τη θεία χάρη με έλαιο, και πιο συγκεκριμένα ο Δαβίδ: «Καὶ ἔλαβε Σαμουὴλ τὸ κέρας τοῦ ἐλαίου καὶ ἔχρισεν αὐτὸ ἐν μέσῳ τῶν ἀδελφῶν αὐτοῦ, καὶ ἐφήλατο πνεῦμα Κυρίου ἐπὶ Δαυὶδ ἀπὸ τῆς ἡμέρας ἐκείνης καὶ ἐπάνω. καὶ ἀνέστη Σαμουὴλ καὶ ἀπῆλθεν εἰς Ἀρμαθαίμ (:και ο Σαμουήλ πήρε το δοχείο με το έλαιο και από όλους τους άλλους αδελφούς, αυτόν έχρισε ως βασιλιά. Από την ημέρα εκείνη και έπειτα Πνεύμα Κυρίου πλημμύρισε τον Δαυίδ και τον καθοδηγούσε. Κατόπιν αυτών ο Σαμουήλ σηκώθηκε και αναχώρησε για την πατρίδα του την Αρμαθαίμ)»[Α’ Βασ. 16,13]. Ο Μωυσής καλείται με άλλον τρόπο, με την φωτιά της βάτου: «ὤφθη δὲ αὐτῷ ἄγγελος Κυρίου ἐν πυρὶ φλογὸς ἐκ τοῦ βάτου, καὶ ὁρᾷ ὅτι ὁ βάτος καίεται πυρί, ὁ δὲ βάτος οὐ κατεκαίετο (:εκεί φανερώθηκε προς αυτόν άγγελος Κυρίου με μορφή φλόγας πυρός, η οποία εξερχόταν από την βάτο. Παραδόξως η βάτος εκείνη φλεγόταν αλλά δεν κατακαιγόταν)»[Έξοδ. 3,2]. Εδώ όμως όχι κατά τον ίδιο τρόπο, αλλά εδώ η ίδια η φωτιά κάθισε επάνω τους.
Και γιατί δεν φάνηκε φωτιά να γεμίζει την οικία; Διότι θα εκπλήσσονταν. Αλλά φανερώνει ότι αυτό είναι εκείνο. Διότι μην προσέχεις το λεγόμενο «και είδαν με τα μάτια τους να διαμοιράζονται σε αυτούς γλώσσες», αλλά τη φράση «σαν τις φλόγες της φωτιάς». Τέτοια φωτιά μπορεί να ανάψει άπειρη ξυλεία. Και καλά είπε «διαμεριζόμεναι(:να διαμοιράζονται)». Διότι προέρχονταν από μια ρίζα, για να μάθεις ότι είναι ενέργεια, η οποία απεστάλη από τον Παράκλητο. Και κοίταξε και εκείνους ότι αποδείχτηκαν άξιοι και τότε καταξιώθηκαν το Πνεύμα· όπως δηλαδή και ο Δαυίδ· διότι όπως φερόταν στα ποίμνια, κατά τον ίδιο τρόπο φέρθηκε και μετά την νίκη και τον θρίαμβο, για να φανερωθεί η καθαρή πίστη αυτού.
Κοίταξε πάλι τον Μωυσή και αυτός να καταφρονεί τα βασίλεια: «Καὶ εἶπε Μωυσῆς πρὸς τὸν Θεόν· τίς εἰμι ἐγώ, ὅτι πορεύσομαι πρὸς Φαραὼ βασιλέα Αἰγύπτου, καὶ ὅτι ἐξάξω τοὺς υἱοὺς Ἰσραὴλ ἐκ γῆς Αἰγύπτου; (:απάντησε ο Μωυσής στον Θεό: “Ποιος είμαι εγώ, Κύριε, ώστε να μεταβώ προς τον Φαραώ, τον βασιλιά της Αιγύπτου και να βγάλω τους Ισραηλίτες από την Αίγυπτο;”)»[Έξοδ. 3,11] και ύστερα από σαράντα έτη να αναλαμβάνει την καθοδήγηση του λαού. Δες επίσης τον Σαμουήλ να ανατρέφεται μέσα στον ναό «καὶ ὁ λύχνος τοῦ Θεοῦ πρὶν ἐπισκευασθῆναι, καὶ Σαμουὴλ ἐκάθευδεν ἐν τῷ ναῷ, οὗ ἡ κιβωτὸς τοῦ Θεοῦ (:ήταν η ώρα, κατά την οποία η επτάφωτη λυχνία έκαιγε ακόμη, ενώ ο Σαμουήλ κοιμόταν σε κάποιο άκρο του ναού, εντός του οποίου υπήρχε η Κιβωτός του Θεού)»[Α’ Βασ. 3,3]· δες ακόμη τον Ελισσαίο να τα αφήνει όλα: «Καὶ κατέλιπεν Ἑλισαιὲ τὰς βόας καὶ κατέδραμεν ὀπίσω Ἠλιοὺ καὶ εἶπε· καταφιλήσω τὸν πατέρα μου καὶ ἀκολουθήσω ὀπίσω σου· καὶ εἶπεν Ἠλιού· ἀνάστρεφε, ὅτι πεποίηκά σοι. καὶ ἀνεβόησεν Ἠλιού, καὶ εἶπεν· οἴμοι, Κύριε, ὁ μάρτυς τῆς χήρας, μεθ᾿ ἧς ἐγὼ κατοικῶ μετ᾿ αὐτῆς, σὺ κεκάκωκας τοῦ θανατῶσαι τὸν υἱὸν αὐτῆς (:και ο Ελισαίος αμέσως εγκατέλειψε τα βόδια του και έτρεξε πίσω από τον Ηλία και του είπε: “Επίτρεψέ μου να μεταβώ, για να αποχαιρετήσω και να καταφιλήσω τον πατέρα μου και έπειτα θα σε ακολουθήσω”. Και ο Ηλίας του είπε: “Πήγαινε και γύρισε πάλι, διότι σε έχω καταστήσει προφήτη”)»[Γ’ Βασ. 19,20]· πρόσεξε επίσης αντίστοιχα και τον Ιεζεκιήλ .
Και ότι έτσι συνέβαινε, είναι φανερό και από τα μετέπειτα· διότι και αυτοί εγκατέλειψαν όλα τα δικά τους. γι’ αυτό λαμβάνουν το Άγιο Πνεύμα τότε, όταν απέδειξαν την δική τους αρετή. Έμαθαν και την ανθρώπινη αδυναμία με εκείνα τα οποία έπαθαν· έμαθαν ότι δεν κατόρθωσαν αυτά τυχαία. Έτσι και ο Σαούλ αφού προηγουμένως επιβεβαιώθηκε ότι είναι αγαθός, έλαβε κατόπιν το άγιο Πνεύμα. Αλλά έτσι, όπως δηλαδή οι μαθητές έλαβαν το Άγιο Πνεύμα κανένας, ούτε ο μεγαλύτερος από τους προφήτες, ο Μωυσής δεν έλαβε το Άγιο Πνεύμα· διότι εκείνος όταν έπρεπε άλλοι να λάβουν την χάρη του αγίου Πνεύματος, ελαττωνόταν αυτός.
Εδώ όμως δεν συνέβαινε έτσι, αλλά όπως ακριβώς συμβαίνει στη φωτιά, όσους λύχνους και αν ανάψει κάποιος δεν ελαττώνει καθόλου τη φωτιά,έτσι και με τους αποστόλους συνέβαινε τότε· διότι και με την φωτιά, όχι μόνο την αφθονία της χάριτος φανέρωνε, αλλά ο καθένας λάμβανε ολόκληρη πηγή Πνεύματος· όπως ακριβώς δηλαδή και ο Χριστός είπε, ότι όσοι πιστεύουν σε Αυτόν θα έχουν πηγή ύδατος που θα αναβλύζει σε ζωή αιώνια: «Ὃς δι᾿ ἂν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος οὗ ἐγὼ δώσω αὐτῷ, οὐ μὴ διψήσῃ εἰς τὸν αἰῶνα, ἀλλὰ τὸ ὕδωρ ὃ δώσω αὐτῷ, γενήσεται ἐν αὐτῷ πηγὴ ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον (:Εκείνος όμως που θα πιει από το νερό που θα του δώσω εγώ, δεν θα διψάσει ποτέ στον αιώνα˙ αλλά το νερό που θα του δώσω θα μεταβληθεί μέσα του σε πηγή νερού που δεν θα στερεύει, αλλά θα αναβλύζει και θα αναπηδά και θα τρέχει πάντοτε για να του μεταγγίζει ζωή αιώνια)»[Ιω. 4,14].
Και πολύ λογικά. Διότι δεν απήλθαν οι μαθητές του Κυρίου για να συζητήσουν με τον Φαραώ, όπως θα έκανε ο Μωυσής, αλλά απήλθαν για να παλέψουν με τον ίδιο τον διάβολο. Και μάλιστα το πλέον θαυμαστό, ότι όταν αποστέλλονταν, δεν έφεραν αντίρρηση, ούτε είπαν ότι έχουν αδύνατη φωνή και ότι είναι βραδύγλωσσοι. Διότι ο Μωυσής σε αυτό εκπαίδευσε αυτούς. Δεν είπαν ότι είναι νεώτεροι. Διότι ό Ιερεμίας σωφρόνισε αυτούς: «καὶ εἶπα· ὦ δέσποτα Κύριε, ἰδοὺ οὐκ ἐπίσταμαι λαλεῖν, ὅτι νεώτερος ἐγώ εἰμι (:και εγώ είπα τότε: “Ω Δέσποτα και Κύριε, δεν είμαι ικανός για το έργο αυτό, διότι ιδού, δεν γνωρίζω να ομιλώ· είμαι άλλωστε και μικρός κατά την ηλικία”)»[Ιερ. 1,6].
Αν και άκουσαν πολλά φοβερά, και πολύ μεγαλύτερα από εκείνους ότι θα αναλάμβαναν, όμως φοβούνταν να έχουν αντιρρήσεις. Από αυτό είναι φανερό ότι και άγγελοι φωτός ήταν, και των άνω πραγμάτων υπηρέτες. Και σε εκείνους μεν κανένας από τον ουρανό δεν φαίνεται, διότι επιδιώκουν ακόμα τα γήινα· στους μαθητές όμως, επειδή ανήλθε άνθρωπος άνω[:ο Ιερός Χρυσόστομος εννοεί εδώ την με ανθρώπινο αλλά και θεωμένο ταυτόχρονα σώμα Ανάληψη του Κυρίου Ιησού Χριστού], και το Πνεύμα εκ των άνω φέρεται, «ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας(:μια βοή σαν φύσημα σφοδρού ανέμου)». Με αυτό φανερώνεται ότι τίποτα δεν θα μπορέσει να αντισταθεί σε αυτούς, αλλά όπως το χώμα διασκορπίζεται από τον άνεμο, έτσι και αυτοί θα διασκορπίσουν τους αντίθετους.
«Και γέμισε όλο το σπίτι». Το σπίτι ήταν σύμβολο του κόσμου. «Και κάθισε στον καθένα από αυτούς και συγκεντρώθηκε το πλήθος και ήταν όλοι κατάπληκτοι». Βλέπεις την ευλάβεια αυτών και πως δεν αποφαίνονται αμέσως, αλλά βρίσκονται σε απορία; Και εκείνοι οι αγνώμονες αποφαίνονται λέγοντας ότι «έχουν πιει πολύ μούστο». Επειδή επιτρεπόταν σε αυτούς να εμφανίζονται στον ναό σύμφωνα με τον νόμο τρεις φορές τον χρόνο, γι’ αυτό κατοικούσαν εκεί άνδρες ευλαβείς από όλα τα έθνη.
Πρόσεχε από εδώ τον συγγραφέα ότι δεν τους κολακεύει. Διότι δεν είπε ότι απεφάνθησαν, αλλά τι; «Όταν έγινε η βοή αυτή συγκεντρώθηκε το πλήθος και ήταν όλοι κατάπληκτοι». Δικαιολογημένα. Διότι νόμιζαν ότι η υπόθεση θα τελείωνε γι’ αυτούς με το τίμημα που επιχειρήθηκε εναντίον του Χριστού. Και εξάλλου και η θλίψη της συνείδησης συγκλόνισε τις ψυχές τους, ενώ η σφαγή βρισκόταν ακόμα στα χέρια τους και τα πάντα φόβιζαν αυτούς.
«Δεν ήταν όλοι αυτοί που μιλούν Γαλιλαίοι;». Καλά είπε έτσι· διότι ομολογούνταν ότι ήταν Γαλιλαίοι. Έτσι τρόμαζε αυτούς ο ήχος, διότι και το μεγαλύτερο μέρος της οικουμένης, αφίχθηκε εδώ. Αυτό ενδυνάμωνε τους ίδιους τους αποστόλους, διότι δεν γνώριζαν να μιλούν ποτέ πριν Παρθικά, αλλά μάθαιναν τότε από εκείνους να μιλούν. Και μνημονεύει εχθρικά σε αυτούς έθνη, Κρήτες, Άραβες, Αιγύπτιους, Πέρσες, φανερώνοντας ότι θα υπερισχύσουν σε όλους αυτούς.
Και ενώ οι Ιουδαίοι ήταν στην αιχμαλωσία, ήταν επόμενο να παρευρίσκονται μαζί με αυτούς πολλοί από διάφορα έθνη κατά εκείνο τον καιρό ή ότι και προς τα έθνη ήδη είχαν διασπαρεί οι δογματικές διδασκαλίες. Και γι’ αυτό πολλοί και από τα έθνη παραβρίσκονται εκεί, όπως τους μνημόνευσε προηγουμένως. Από παντού λοιπόν είναι αναντίρρητη η μαρτυρία από πολίτες, από τους ξένους, από τους προσήλυτους. «Ακούμε να ομιλούν στις δικές μας γλώσσες για τα μεγαλεία του Θεού». Διότι δεν μιλούσαν απλώς, αλλά έλεγαν μερικά αξιοθαύμαστα. Δικαιολογημένα λοιπόν απορούσαν. Διότι ποτέ δεν συνέβηκε κάτι παρόμοιο. Πρόσεχε την ευγνωμοσύνη των ανθρώπων.
«Και εκπλήσσονταν όλοι και απορούσαν και έλεγαν· «τι άραγε να σημαίνει αυτό; άλλοι ειρωνεύονταν και έλεγαν ότι έχουν πιει πολύ μούστο». Πω, πω αναισχυντία! Αφού γι’ αυτό ειρωνεύονταν. Και τι το θαυμαστό; Αφού βέβαια και τον ίδιο τον Κύριο, όταν έδιωχνε τους δαίμονες έλεγαν ότι έχει δαιμόνια[Ιω.8,48: «Ἀπεκρίθησαν οὖν οἱ Ἰουδαῖοι καὶ εἶπον αὐτῷ· οὐ καλῶς λέγομεν ἡμεῖς ὅτι Σαμαρείτης εἶ σὺ καὶ δαιμόνιον ἔχεις;(: Ύστερα λοιπόν από τον έλεγχο που τους έκανε, Του αποκρίθηκαν οι Ιουδαίοι: “Αφού τόσο περιφρονητικά εκφράζεσαι για τους Ισραηλίτες, καλά δεν λέμε εμείς ότι είσαι Σαμαρείτης και ότι έχεις δαιμόνιο, από το οποίο εμπνέεσαι την τρελή αυτή ιδέα που έχεις για τον εαυτό σου;”)»]. Διότι όπου υπάρχει αναισχυντία, ένα μόνο ζητεί, να πει οτιδήποτε· όχι για να πει κάποιο πράγμα λογικό, αλλά απλώς να πει οτιδήποτε. «Έχουν πιει πολύ μούστο». Βεβαιότατα· διότι άνθρωποι οι οποίοι βρίσκονταν σε τόσους κινδύνους και για τα έσχατα έτρεμαν και βρίσκονταν σε τόση λύπη, τέτοια τολμούν να λένε. Και πρόσεχε· επειδή αυτό ήταν απίθανο και επειδή παραλογίζονταν με όσα άκουγαν και δεν μπορούσαν να τα ερμηνεύσουν επειδή είχαν κακή προαίρεση, και έδειχναν ότι τάχα μέθυσαν, το καθετί που λένε, με την ποιότητα το χρωματίζουν και λένε: «έχουν πιει πολύ μούστο».
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-joannem.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, ομιλία Δ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1983, τόμος 15, σελίδες 120-133 .
Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 76, σελ. 74-81.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Πεντηκοστή
«Ἐν τῷ συμπληροῦσθαι τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς ἦσαν ἅπαντες ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό» (Πράξ. 2,1)
ΣΗΜΕΡΑ, αγαπητοί μου, σήμερα εἶνε ἡ γιορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς. Πεντηκοστή! Μεγάλη γιορτή, ποὺ γιορτάζουν οἱ χριστιανοὶ ὅλου τοῦ κόσμου. Πεντηκοστὴ ὅμως γιορτάζουν καὶ οἱ Ἑβραῖοι. Ἀλλὰ πόσο διαφέρει ἡ μιὰ Πεντηκοστὴ ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἡ Πεντηκοστή μας ἀπὸ τὴν Πεντηκοστὴ τῶν Ἑβραίων! Διαφέρει ὅσο ὁ ἥλιος ἀπὸ ἕνα ἀστέρι τῆς νύχτας, ὅσο ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὴ σκιά του. Σκιὰ εἶνε ἡ Πεντηκοστὴ τῶν Ἑβραίων. Σκιά, ποὺ δείχνει τὴν πραγματικότητα. Ἡ δὲ πραγματικότης εἶνε ἡ Πεντηκοστὴ ποὺ γιορτάζουν σήμερα οἱ χριστιανοί.
Ἀλλὰ ἂς δοῦμε μὲ λίγα λόγια, τί εἶνε ἡ Πεντηκοστὴ τῶν Ἑβραίων καὶ τί εἶνε ἡ Πεντηκοστή τῶν χριστιανῶν.
* * *
Ἡ Πεντηκοστὴ στοὺς Εβραίους ὡρίστηκε, γιὰ νὰ θυμοῦνται ἕνα μεγάλο γεγονὸς ποὺ συνέβη στὴν ἱστορία τῆς παλαιᾶς διαθήκης. Ὅλοι ἀπὸ τὸ δημοτικὸ σχολεῖο ξέρουμε, ὅτι οἱ Ἑβραῖοι ἦταν ὑπόδουλοι στοὺς Αἰγυπτίους. Φοβερὴ ἦταν ἡ σκλαβιά τους. Σὲ καλύβες ζοῦσαν. Δούλευαν ἀπὸ τὸ πρωΐ μέχρι τὸ βράδι. Κουβαλοῦσαν πέτρες, ἔψηναν τοῦβλα, ἔχτιζαν παλάτια καὶ τάφους τῶν ἀφεντάδων τους. Καμμιά ἄνεσις. Τ’ ἀρσενικὰ παιδιά, ποὺ θὰ γεννοῦσαν, ἔπρεπε μόλις γεννηθοῦν νὰ τὰ ῥίχνουν στὸ Νεῖλο ποταμό. Σκοπός τῶν Αἰγυπτίων ἦταν, νὰ ἐξοντώσουν τὴ φυλὴ τῶν Ἑβραίων. Γιατὶ ἂν σ ̓ ἕνα λαὸ δὲν γεννιοῦνται παιδιὰ ἢ ὅταν γεννηθοῦν τὰ παίρνουν οἱ ἐχθροὶ καὶ τὰ σκοτώνουν, ὁ λαὸς αὐτὸς θὰ σβήσῃ καὶ θὰ ἐξαφανιστῇ ἀπὸ τὸν πολιτικό χάρτη. Πρὸς τὸν ἐξαφανισμὸ βάδιζε καὶ ὁ λαὸς τῶν Ἑβραίων. Ἀλλὰ ὁ Θεὸς τοὺς λυπήθηκε καὶ τοὺς ἔστειλε ἕνα πολὺ μεγάλο καὶ ἄξιο κυβερνήτη, το Μωϋσῆ. Αὐτὸς ἐλευθέρωσε τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴ σκλαβιὰ τῶν Αἰγυπτίων. Οἱ Ἑβραῖοι, ὕστερα ἀπὸ τετρακόσα χρόνια, ἔβλεπαν ἐλευθερία. Ὅλοι, ἄνδρες, γυναῖκες καὶ παιδιά, φεύγουν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο. Ξεκινᾶνε γιὰ τὸ μεγάλο ταξίδι. Ἐπιστρέφουν στὴν πατρίδα τους, τὴν Παλαιστίνη. Πολλὰ ὑπέφεραν στὴν ἐπιστροφὴ μέχρι να φτάσουν στὴν ἀγαπημένη πατρίδα. Ὅλα αὐτὰ τὰ διηγεῖται ἕνα βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ποὺ λέγεται Ἔξοδος. Σᾶς συνιστῶ νὰ τὸ διαβάσετε πολὺ θὰ ὠφεληθῆτε. Αγοράστε τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, που τώρα ἔχει ἑρμηνευθῆ σὲ ἁπλῆ γλῶσσα.
Ἕνα ἀπὸ τὰ πρῶτα γεγονότα ποὺ συνέβησαν κατὰ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν Ἑβραίων στὴν πατρίδα τους ἦταν καὶ τοῦτο. Πενήντα μέρες ὕστερα ἀπὸ τὴν ἀναχώρησι τῶν Ἑβραίων ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο, πάνω στὴν κορυφὴ ἑνὸς βουνοῦ, τοῦ Σινᾶ, ὁ Θεὸς παρέδωσε στον πιστό του δοῦλο τὸ Μωϋσῆ τὶς δέκα ἐντολές, τὸ Δεκάλογο. Ἡ παράδοσις τοῦ Δεκαλόγου ἦταν ἕνα σημαντικό γεγονός, ὄχι μόνο γιὰ τὸν Ἑβραϊκὸ λαὸ ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλο τὸν κόσμο. Μέσ’ στο σκοτάδι φάνηκε ἀστέρι, ἔλαμψε φῶς, ποὺ ἔδειχνε ποιό δρόμο πρέπει ν’ ἀκολουθήσουν οἱ ἄνθρωποι, ἂν θέλουν νὰ ζοῦν μὲ δικαίοσύνη, μὲ ὁμόνοια καὶ ἀγάπη.
Αὐτὸ τὸ γεγονὸς τῆς παραδόσεως τοῦ Δεκαλόγου γιορτάζουν τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς οἱ Ἑβραῖοι. Ἀλλὰ μαζὶ μ ̓ αὐτὸ τὸ γεγονὸς οἱ Ἑβραῖοι γιορτάζουν κ’ ἕνα ἄλλο γεγονός, που συμβαίνει κάθε χρόνο. Εἶνε ὁ θερισμός. Συμπίπτει ὁ θερισμὸς μὲ τὴ γιορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς. Τὰ σπαρτὰ ἔχουν κιτρινίσει πιὰ καὶ οἱ Ἑβραῖοι θερίζοντας τὰ χωράφια τους παίρνουν τὰ πρῶτα στάχυα, τὰ ἁλωνίζουν, ἀλέθουν τὸ σιτάρι, καὶ ἀπὸ τὸ καίνούργιο αὐτὸ ἀλεύρι κάνουν καθαρὰ ψωμιὰ καὶ τὰ προσφέρουν στὸ θυσιαστήριο. Ἔτσι ἐκδηλώνουν τὴν εὐχαριστία τους στὸ Θεό. Γιατί χωρὶς τὴ δική του εὐλογία, χωρίς ἥλιο, χωρίς βροχὴ καὶ κατάλληλο καίρό, οὔτε μια χούφτα σιτάρι δὲν θὰ μάζευαν ἀπὸ τὰ χωράφια.
Θεέ μας! Σὺ ποὺ εὐλόγησες τὰ σπαρτά μας καὶ μᾶς ἔδωσες τὸ καίνούργιο ψωμί, σ’ εὐχαριστοῦμε. Σὺ μᾶς ἔδωσες καὶ κάτι ἄλλο πιὸ σπουδαῖο ἀπὸ τὸ ψωμί. Μᾶς ἔδωσες τὴ λευτεριά μας ἀπὸ τὴ φοβερὴ σκλαβιά. Θεέ μας, πατέρα μας, ἐμεῖς τὰ παιδιά σου σ’ εὐχαριστοῦμε…
Αὐτὴ ἦταν ἡ προσευχή, αὐτὸ ἦταν τὸ νόημα ποὺ εἶχε ἡ γιορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς τῶν Ἑβραίων.
Ἀλλὰ ἡ γιορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς, ποὺ γιορτάζουν σήμερα οἱ χριστιανοί, ἔχει μια σημασία, ὅπως εἴπαμε, πολὺ μεγαλύτερη ἀπὸ τὴ σημασία τῆς Πεντηκοστῆς τῶν Ἑβραίων. Προσέξτε, παρακαλῶ, τί θὰ ποῦμε.
Ὁ Θεὸς ἔδωσε στοὺς Εβραίους διὰ μέσου τοῦ Μωϋσῆ τὸ Δεκάλογο, τὶς δέκα ἐντολές, τὶς ὁποῖες κατόπιν συμπλήρωσε ὁ Χριστὸς μὲ τὴ διδασκαλία τοῦ εὐαγγελίου του. Ἀλλὰ ὁ Χριστὸς δὲν ἔδωσε μόνο τον τέλειο εὐαγγελικό νόμο του, ποὺ θαυμάζουν οἱ αἰῶνες· ἔδωσε καὶ κάτι ἄλλο, ποὺ δὲν εἶχε δώσει ὁ Μωϋσῆς. Πενήντα μέρες μετὰ τὴν ἔνδοξη ἀνάστασί του ἔστειλε τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο. Τὸ ἔστειλε στοὺς μαθητάς κατὰ τὴν ὑπόσχεσι ποὺ τοὺς εἶχε δώσει. Οἱ μαθηταί του μαζὶ μὲ τὴν Παναγία μας, τίς μυροφόρες γυναῖκες καὶ λίγα ἀκόμη πρόσωπα, πιστὰ καὶ ἀφωσιωμένα στὸ Χριστό, ἦταν τὴν ἡμέρα αὐτὴ συγκεντρωμένοι μέσα σ’ ἕνα σπίτι τῶν Ἱεροσολύμων. Ἦταν ὅλοι 120 ψυχές. Αὐτοὶ οἱ λίγοι ἦταν οἱ πρῶτοι σπόροι, ποὺ θὰ ἐσπείροντο σ ̓ ὅλο τὸν κόσμο καὶ θὰ ἐπολλαπλασιάζοντο καὶ θὰ ἐγίνοντο τὰ ἀναρίθμητα ἑκατομμύρια τῶν χριστιανῶν. Μέσ’ στοὺς λίγους αὐτοὺς πιστοὺς κρυβόταν ὅλη ἡ Ἐκκλησία, ἡ Ἐκκλησία ὅλων τῶν αἰώνων. Στίς λίγες αὐτὲς ψυχὲς ἦρθε τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο κατὰ τὴ σημερινὴ ἡμέρα. Ἦρθε σὰν ἕνας δυνατὸς ἀέρας. Ἦρθε σὰν φωτιά.
Τί κάνει ὁ ἀέρας, ὅταν εἶνε δυνατός; Ξερριζώνει δέντρα, ποὺ χρόνια ἦταν φυτεμένα μέσ’ στὴ γῆ. Καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, ὅταν ἔρθῃ στὸν ἄνθρωπο, σὰν δυνατὸς ἀέρας ξερριζώνει κακίες καὶ πάθη, ποὺ σὰν δέντρα ἄγρια ἦταν ῥιζωμένα μέσ’ στὴν καρδιά του, καὶ στὴ θέσι τους φυτεύει ἄλλα δέντρα, τὶς ἀρετὲς τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τί κάνει ἡ φωτιά; Φωτίζει, θερμαίνει καὶ καίει. Ἀλλὰ καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, ὅταν ἔρθῃ στὸν ἄνθρωπο, φωτίζει τὸ νοῦ, θερμαίνει τὴν καρδιὰ καὶ καίει τὰ ἀγκάθια, τίς κακίες καὶ τὰ πάθη.
Τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο λοιπὸν δίνει στὸν χριστιανό δύναμι θαυματουργική. Καὶ μὲ τὴ βοήθεια αὐτὴ ὁ πιστὸς ἐκτελεῖ τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ κάνει ἔργα μεγάλα καὶ θαυμαστά. Προτοῦ νὰ ἔρθῃ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο οἱ ἄνθρωποι ἦταν πολὺ ἀδύνατοι ἠθικῶς. Ἄκουγαν τὸ καλό, ἔβλεπαν τὸ καλό, θαύμαζαν τὸ καλό, μὰ δὲν μποροῦσαν νὰ τὸ κάνουν. Σὰν ἕναν κουτσό, ποὺ βλέπει πόσο ὄμορφη εἶνε ἡ κορυφὴ ἑνὸς βουνοῦ, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ ν’ ἀνεβῇ καὶ ν’ ἀπολαύσῃ ἀπὸ ἐκεῖ τὸ ὡραῖο θέαμα. Σὰν τὸν ἄρρωστο, ποὺ θέλει νὰ γίνῃ καλά, ἀλλὰ δὲν ἔχει τὸ φάρμακο ποὺ ἀπαιτεῖται γιὰ τὴ θεραπεία του. Τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο δίνει τὴ δύναμι γιὰ νὰ σταθοῦν στὰ πόδια τους οἱ ἄνθρωποι καὶ νὰ περπατήσουν στερεὰ στὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ, δίνει τὸ φάρμακο που δυναμώνει τὴ θέλησι καὶ τὴν κάνει δυνατὴ καὶ ἀκατάβλητη. Θέλετε ἀπόδειξι; Εἶνε οἱ ἀπόστολοι. Τί ἦταν προτοῦ νὰ ἔρθῃ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο; Ὅλοι τὸ ξέρουμε. Οἱ ἀπόστολοι, ποὺ πρὶν ἦταν δειλοὶ σὰν τὸ λαγό, τώρα γίνονται γενναῖοι καὶ ἀτρόμητοι σὰν τὰ λιοντάρια. Ποιός, παρακαλῶ, ἔδωσε τὴ δύναμι αὐτὴ νὰ κηρύττουν μπροστὰ σὲ χιλιάδες κόσμο τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ; Τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο ἔκανε τὸ θαῦμα τοῦτο.
* * *
Οἱ Ἑβραῖοι, εἴδαμε, θέριζαν τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τὰ χωράφια τους καὶ μάζευαν τὸν πρῶτο καρπό. Ἀλλὰ τί εἶνε ὁ θερισμὸς αὐτὸς μπροστὰ στὸ θερισμὸ τὸν ἄλλο, ποὺ τὴν ἅγια αὐτὴ ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς κάνουν οἱ ἀπόστολοι; Κηρύττουν καί σπέρνουν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, καὶ ὁ λόγος τους ῥιζώνει, καὶ οἱ ξερὲς καρδιὲς καρποφοροῦν. Πρασινίζει, κιτρινίζει ὁ κάμπος… Ὦ Θεέ μου,τί θαῦμα! Τρεῖς χιλιάδες ψυχὲς τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς πιστεύουν καὶ βαπτίζονται στὸ Χριστό. Εἶνε οἱ πρῶτοι καρποὶ τῆς χριστιανοσύνης.
Καὶ σᾶς ἐρωτῶ τώρα· Εἶνε ἢ δὲν εἶνε ἡ Πεντηκοστή μας ἀμέτρητες φορὲς ἀνώτερη ἀπὸ τὴν Πεντηκοστὴ τῶν Ἑβραίων; Σκιὰ ἐκείνη, πραγματικότης ἡ Πεντηκοστὴ ἡ δική μας.