ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ - Πράξεις (ΙΑ΄ 19 - 30)
- Η Αποστολική Περικοπή
- Ερμηνεία Ι. Κολιτσάρα
- Ερμηνεία Παν. Τρεμπέλα
- Ερμηνεία Νικ. Σωτηρόπουλου
Πράξεις των Αποστόλων, κεφ. ΙΑ΄, εδάφια 19-30
19 Οἱ μὲν οὖν διασπαρέντες ἀπὸ τῆς θλίψεως τῆς γενομένης ἐπὶ Στεφάνῳ διῆλθον ἕως Φοινίκης καὶ Κύπρου καὶ ᾿Αντιοχείας, μηδενὶ λαλοῦντες τὸν λόγον εἰ μὴ μόνον ᾿Ιουδαίοις. 20 ῏Ησαν δέ τινες ἐξ αὐτῶν ἄνδρες Κύπριοι καὶ Κυρηναῖοι, οἵτινες εἰσελθόντες εἰς ᾿Αντιόχειαν ἐλάλουν πρὸς τοὺς ῾Ελληνιστάς, εὐαγγελιζόμενοι τὸν Κύριον ᾿Ιησοῦν. 21 καὶ ἦν χεὶρ Κυρίου μετ᾿ αὐτῶν, πολύς τε ἀριθμὸς πιστεύσας ἐπέστρεψεν ἐπὶ τὸν Κύριον. 22 ᾿Ηκούσθη δὲ ὁ λόγος εἰς τὰ ὦτα τῆς ἐκκλησίας τῆς ἐν ῾Ιεροσολύμοις περὶ αὐτῶν, καὶ ἐξαπέστειλαν Βαρνάβαν διελθεῖν ἕως ᾿Αντιοχείας· 23 ὃς παραγενόμενος καὶ ἰδὼν τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ ἐχάρη, καὶ παρεκάλει πάντας τῇ προθέσει τῆς καρδίας προσμένειν τῷ Κυρίῳ, 24 ὅτι ἦν ἀνὴρ ἀγαθὸς καὶ πλήρης Πνεύματος ῾Αγίου καὶ πίστεως καὶ προσετέθη ὄχλος ἱκανὸς τῷ Κυρίῳ. 25 ἐξῆλθε δὲ εἰς Ταρσὸν ὁ Βαρνάβας ἀναζητῆσαι Σαῦλον, καὶ εὑρὼν αὐτὸν ἤγαγεν αὐτὸν εἰς ᾿Αντιόχειαν. 26 ἐγένετο δὲ αὐτοὺς ἐνιαυτὸν ὅλον συναχθῆναι ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ καὶ διδάξαι ὄχλον ἱκανόν, χρηματίσαι τε πρῶτον ἐν ᾿Αντιοχείᾳ τοὺς μαθητὰς Χριστιανούς. 27 ᾿Εν ταύταις δὲ ταῖς ἡμέραις κατῆλθον ἀπὸ ῾Ιεροσολύμων προφῆται εἰς ᾿Αντιόχειαν· 28 ἀναστὰς δὲ εἷς ἐξ αὐτῶν ὀνόματι ῎Αγαβος ἐσήμανε διὰ τοῦ Πνεύματος λιμὸν μέγαν μέλλειν ἔσεσθαι ἐφ᾿ ὅλην τὴν οἰκουμένην· ὅστις καὶ ἐγένετο ἐπὶ Κλαυδίου Καίσαρος. 29 τῶν δὲ μαθητῶν καθὼς ηὐπορεῖτό τις, ὥρισαν ἕκαστος αὐτῶν εἰς διακονίαν πέμψαι τοῖς κατοικοῦσιν ἐν τῇ ᾿Ιουδαίᾳ ἀδελφοῖς· 30 ὃ καὶ ἐποίησαν ἀποστείλαντες πρὸς τοὺς πρεσβυτέρους διὰ χειρὸς Βαρνάβα καὶ Σαύλου.
19 Προηγουμένως οι Χριστιανοί, που είχαν διασκορπισθή, ένεκα του διωγμού εξ αιτίας του Στεφάνου, επέρασαν έως την Φοινίκην και την Κυπρον και την Αντιόχειαν και δεν εκήρυτταν τον λόγον του Θεού, παρά μόνον στους Ιουδαίους, επειδή δεν είχαν εννοήσει ακόμη ότι το Ευαγγέλιον προωρίζετο και δια τους εθνικούς. 20 Μερικοί δε από αυτούς ήσαν Ιουδαίοι την καταγωγήν, γεννημένοι όμως εις την Κυπρον και την Κυρήνην της Λιβύης. Αυτοί, όταν ήλθαν εις την Αντιόχειαν, εδίδασκαν προς τους Ελληνιστάς Εβραίους, κηρύττοντες το Ευαγγέλιον της σωτηρίας δια του Ιησού Χριστού. 21 Και το χέρι του Κυρίου ήτο μαζή των και έτσι με την θείαν δύναμιν πολύς αριθμός από τους Ιουδαίους αυτούς ελληνιστάς επέστρεψεν στον Κυριον. 22 Εφθασε δε εις τα αυτιά της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων η πληροφορία αυτή δια την διάδοσιν του Ευαγγελίου και έστειλαν τον Βαρνάβαν να υπάγη έως την Αντιόχειαν. 23 Αυτός, όταν ήλθε και είδε την χάριν και την ευλογίαν αυτήν του Κυρίου, εχάρηκε παρά πολύ, παρακαλούσε δε και παρακινούσε όλους αυτούς, που είχαν πιστεύσει, να μένουν με όλην τους την καρδιά πιστοί και αφωσιωμένοι στον Κυριον. 24 Εδικίμασε δε αυτήν την πνευματικήν χαράν και αγαλλίασιν ο Βαρνάβας, διότι ήτο άνθρωπος αγαθός, γεμάτος Πνεύμα Αγιον και πίστιν. Από την διδασκαλίαν δε και το παράδειγμα του Βαρνάβα προσετέθη πολύς λαός εις την Εκκλησίαν του Κυρίου. 25 Επήγε δε ο Βαρνάβας εις Ταρσόν, δια να ζητήση τον Παύλον ως βοηθόν του. Και αφού τον ευρήκε, τον έφερε εις την Αντιόχειαν. 26 Επί ένα δε ολόκληρον έτος οι δύο αυτοί Απόστολοι συμετείχαν εις τας συγκεντρώσεις των πιστών της εκεί Εκκλησίας και εδίδασκαν πλήθος πολύ. Εκεί δε εις την Αντιόχειαν, δια πρώτη φοράν, ωνομάσθησαν οι μαθηταί του Χριστού, Χριστιανοί. 27 Κατά τας ημέρας δε αυτάς ήλθαν εις την Αντιόχειαν από τα Ιεροσόλυμα μερικοί προφήται. 28 Ενας δε από αυτούς, ονόματι Αγαβος, εσηκώθηκε και, φωτισμένος από το Πνεύμα το Αγιον, προανήγγειλε ότι έμελλε να γίνη μεγάλη πείνα εις όλην την οικουμένην. Αυτή δε η πείνα έγινε πράγματι επί της αυτοκρατορίας του Κλαυδίου Καίσαρος. 29 Ολοι δε οι Χριστιανοί, ανάλογα έκαστος με τας οικονομικάς του δυνατότητας, απεφάσισαν να στείλουν βοηθήματα δια την εξυπηρέτησιν των αδελφών, που κατοικούσαν εις την Ιουδαίαν. 30 Αυτό πράγματι και το έκαμαν και έστειλαν με τον Βαρνάβαν και τον Σαύλον τας εισφοράς των προς τους πρεσβυτέρους της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων.
19 Αλλά προτού συμβούν αυτά με τον Κορνήλιο, στους Χριστιανούς των Ιεροσολύμων επικρατούσε η προκατάληψη ότι οι εθνικοί δεν είχαν τα ίδια δικαιώματα με τους Ιουδαίους στη σωτηρία που χαρίζει ο Ιησούς Χριστός. Εκείνοι λοιπόν που είχαν φύγει από τα Ιεροσόλυμα και είχαν διασκορπισθεί λόγω του διωγμού που είχε γίνει εξαιτίας του Στεφάνου, έφθασαν μέχρι τη Φοινίκη και την Κύπρο και την Αντιόχεια. Και σε κανέναν άλλο δεν κήρυτταν το λόγο του Θεού παρά μόνο στους Ιουδαίους. 20 Μερικοί μάλιστα απ’ αυτούς ήταν βέβαια Ιουδαίοι στην καταγωγή, αλλά είχαν γεννηθεί άλλοι στην Κύπρο και άλλοι στην Κυρηναϊκή Λιβύη. Αυτοί, όταν ήλθαν στην Αντιόχεια, δίδασκαν τους Ιουδαίους που είχαν γεννηθεί μακριά από την Παλαιστίνη και είχαν πλέον μητρική τους γλώσσα την ελληνική, και τους κήρυτταν το Ευαγγέλιο της σωτηρίας που χαρίζει ο Ιησούς Χριστός. 21 Και η δύναμη του Κυρίου ήταν μαζί τους. Έτσι, με τη συνέργεια και την ενίσχυση της δυνάμεως αυτής ένας μεγάλος αριθμός απ’ αυτούς τους Ιουδαίους Ελληνιστές πίστεψε και επέστρεψε στον Κύριο. 22 Έφθασε λοιπόν η φήμη των θαυμαστών αυτών γεγονότων στα αυτιά της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων, και αποφάσισαν να στείλουν τον Βαρνάβα να πάει μέχρι την Αντιόχεια. 23 Αυτός, όταν ήλθε και είδε τα έργα της χάριτος του Θεού, που φανερωνόταν από το πλήθος αυτών που είχαν πιστέψει και από τη ζωή τους, χάρηκε και προέτρεπε όλους να μένουν αφοσιωμένοι και προσηλωμένοι στον Κύριο με όλη τη διάθεση της ψυχής τους. 24 Χάρηκε λοιπόν ο Βαρνάβας και στήριζε τους νέους αυτούς μαθητές, διότι ήταν άνθρωπος αγαθός και γεμάτος Πνεύμα Άγιον και πίστη. Γι’ αυτό εξάλλου και μπορούσε να στηρίζει και να παρηγορεί. Κι από τη δράση αυτή του Βαρνάβα μεγάλο πλήθος λαού προστέθηκε στους πιστούς του Κυρίου. 25 Ο Βαρνάβας μάλιστα πήγε και στην Ταρσό για να αναζητήσει τον Σαύλο και να τον πάρει βοηθό του στο έργο της διδασκαλίας και της ενισχύσεως του πλήθους αυτού των Χριστιανών. Κι όταν τον βρήκε, τον έφερε στην Αντιόχεια. 26 Εκεί λοιπόν για ένα ολόκληρο χρόνο οι δύο αυτοί απόστολοι συμμετείχαν στις συνάξεις των πιστών στην Εκκλησία και δίδαξαν πλήθος πολύ. Έτσι στην Αντιόχεια οι μαθητές του Κυρίου εξαιτίας του πλήθους τους ονομάσθηκαν για πρώτη φορά “Χριστιανοί”. 27 Εκείνες τις ημέρες κατέβηκαν από τα Ιεροσόλυμα στην Αντιόχεια μερικοί προφήτες. 28 Ένας από αυτούς, που λεγόταν Άγαβος, σηκώθηκε στη σύναξη των πιστών, και φωτισμένος από το Άγιον Πνεύμα απεκάλυψε ότι θα έπεφτε μεγάλη πείνα σ’ όλη την οικουμένη. Πράγματι η πείνα αυτή συνέβη όταν αυτοκράτορας ήταν ο Κλαύδιος Καίσαρ. 29 Μετά λοιπόν από την προφητεία αυτή, οι μαθητές, ανάλογα με τους πόρους και τα μέσα που διέθετε ο καθένας, αποφάσισαν να στείλουν καθένας απ’ αυτούς τη συνδρομή του για να βοηθήσουν και να υπηρετήσουν τους αδελφούς που κατοικούσαν στην Ιουδαία. 30 Και πραγματικά αυτό έκαναν? έστειλαν την εισφορά τους στους πρεσβυτέρους της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων με τα χέρια του Βαρνάβα και του Σαύλου.
19 Ἐκεῖνοι δέ, ποὺ εἶχαν διασκορπισθῆ λόγῳ τοῦ διωγμοῦ, ποὺ ἔγινε ἐξ αἰτίας τοῦ Στεφάνου, ἔφθασαν ὣς τὴ Φοινίκη καὶ τὴν Kύπρο καὶ τὴν Ἀντιόχεια. Kαὶ δὲν κήρυτταν τὸ λόγο σὲ κανένα, παρὰ μόνο στοὺς Ἰουδαίους. 20 Mερικοὶ δὲ ἀπ’ αὐτοὺς ἦταν Kύπριοι καὶ Kυρηναῖοι. Aὐτοί, ὅταν μπῆκαν στὴν Ἀντιόχεια, μιλοῦσαν στοὺς ἑλληνοφώνους Ἰουδαίους κηρύττοντας τὸν Kύριο Ἰησοῦ. 21 Kαὶ ἦταν μαζί τους τὸ χέρι (ἡ δύναμι) τοῦ Kυρίου. Kαὶ μεγάλος ἀριθμὸς ἀνθρώπων πίστευσε καὶ ἐπέστρεψε στὸν Kύριο (τὸν Ἰησοῦ). 22 Ἔφθασε δὲ ἡ φήμη τῶν ἐπιτυχιῶν στὰ αὐτιὰ τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων, καὶ ἔστειλαν ἀπ’ ἐκεῖ τὸν Bαρνάβα γιὰ νὰ πάῃ στὴν Ἀντιόχεια. 23 Aὐτός, ὅταν ἔφθασε ἐκεῖ καὶ εἶδε τὴ χάρι τοῦ Θεοῦ, χάρηκε, καὶ παρώτρυνε ὅλους νὰ μένουν κοντὰ στὸν Kύριο μὲ ὁλόψυχη διάθεσι. 24 Διότι ἦταν ἄνθρωπος καλόψυχος καὶ γεμᾶτος Πνεῦμα Ἅγιο καὶ πίστι. Ἔτσι ἀρκετὸς λαὸς πῆγε κοντὰ στὸν Kύριο. 25 Tότε ὁ Bαρνάβας ἀναχώρησε γιὰ τὴν Tαρσὸ πρὸς ἀναζήτησι τοῦ Σαύλου. 26 Kαὶ ὅταν τὸν βρῆκε, τὸν ἔφερε στὴν Ἀντιόχεια. Ὁλόκληρο δὲ ἔτος πήγαιναν στὶς ἐκκλησιαστικὲς συνάξεις καὶ δίδαξαν λαὸ πολύ. Kαὶ πρῶτα στὴν Ἀντιόχεια οἱ μαθηταὶ (οἱ πιστοὶ) ὠνομάσθηκαν Xριστιανοί. 27 Aὐτὲς δὲ τὶς ἡμέρες κατέβηκαν ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα στὴν Ἀντιόχεια προφῆτες. 28 Ἕνας δὲ ἀπ’ αὐτούς, ὀνομαζόμενος Ἄγαβος, σηκώθηκε, καὶ μὲ ἀποκάλυψι τοῦ Πνεύματος φανέρωσε, ὅτι πεῖνα μεγάλη ἔμελλε νὰ γίνῃ σ’ ὅλη τὴν οἰκουμένη. Πράγματι δὲ ἔγινε κατὰ τὶς ἡμέρες τοῦ Kλαυδίου Kαίσαρος. 29 Oἱ δὲ μαθηταὶ (οἱ πιστοὶ) ἀποφάσισαν νὰ στείλῃ ὁ καθένας, ἀναλόγως τῶν οἰκονομικῶν του πόρων, εἰσφορὰ γιὰ βοήθεια πρὸς τοὺς ἀδελφούς, ποὺ κατοικοῦσαν στὴν Ἰουδαία. 30 Πραγματοποίησαν δὲ τὴν ἀπόφασι μὲ τὸ ν’ ἀποστείλουν τὴν εἰσφορά τους πρὸς τοὺς πρεσβυτέρους μὲ τὸ Bαρνάβα καὶ τὸ Σαῦλο.
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΒΑΡΝΑΒΑ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑ
[Υπομνηματισμός των εδαφίων Πράξ. 11, 19-30]
«Οἱ μὲν οὖν διασπαρέντες ἀπὸ τῆς θλίψεως τῆς γενομένης ἐπὶ Στεφάνῳ διῆλθον ἕως Φοινίκης καὶ Κύπρου καὶ Ἀντιοχείας, μηδενὶ λαλοῦντες τὸν λόγον εἰ μὴ μόνον Ἰουδαίοις(:Εκείνοι λοιπόν που είχαν φύγει από τα Ιεροσόλυμα και είχαν διασκορπιστεί λόγω του διωγμού που είχε γίνει εξαιτίας του Στεφάνου, έφθασαν μέχρι τη Φοινίκη και την Κύπρο και την Αντιόχεια. Και σε κανέναν άλλο δεν κήρυτταν τον λόγο του Θεού παρά μόνο στους Ιουδαίους)»[Πράξ. 11,19]. Δεν το έκαναν αυτό φοβούμενοι τους ανθρώπους, διότι τον φόβο δεν τον σκέφτονταν καθόλου, αλλά το έκαναν τηρώντας τον μωσαϊκό νόμο και δείχνοντας ακόμη ανοχή σε αυτούς.
Δεν συνέβαλε λίγο ο διωγμός στη διάδοση του θείου λόγου· διότι λέγει ο Παύλος: «Οἴδαμεν δὲ ὅτι τοῖς ἀγαπῶσι τὸν Θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν, τοῖς κατὰ πρόθεσιν κλητοῖς οὖσιν(: Γνωρίζουμε επίσης ότι σε εκείνους που αγαπούν τον Θεό, όλα συνεργούν για το καλό τους. Αυτοί κλήθηκαν σύμφωνα με την προαιώνια απόφαση του Θεού και δέχτηκαν τη σωτήρια κλήση. Πώς λοιπόν να μη συνεργούν όλα για το καλό τους;)»[Ρωμ. 8,28]. Δεν θα μπορούσαν τίποτα άλλο να κάνουν, εάν επιδίδονταν με θέρμη έχοντας ως προκαθορισμένο σκοπό τους το να στερεώσουν την εκκλησία, παρά αυτό ακριβώς· και εννοώ δηλαδή το να διασκορπίσουν σε όλα τα μέρη τους δασκάλους.
Και πρόσεχε μέχρι πού επεκτάθηκε το κήρυγμα: «Διῆλθον ἕως Φοινίκης καὶ Κύπρου καὶ Ἀντιοχείας(:Έφθασαν μέχρι τη Φοινίκη και την Κύπρο και την Αντιόχεια)»,λέγει, «μηδενὶ λαλοῦντες τὸν λόγον εἰ μὴ μόνον Ἰουδαίοις(:και σε κανέναν άλλο δεν κήρυτταν τον λόγο του Θεού παρά μόνο στους Ιουδαίους)». Βλέπεις ότι κατά θεία οικονομία έγιναν όλα εκείνα τα σχετικά με τον Κορνήλιο; Αυτό επίσης αποτελεί και απολογία για τον Χριστό και κατηγορία για τους Ιουδαίους.
Όταν λοιπόν θανατώθηκε ο Στέφανος[βλ. Πράξ. 7, 58-60: « Καὶ ἐκβαλόντες ἔξω τῆς πόλεως ἐλιθοβόλουν. καὶ οἱ μάρτυρες ἀπέθεντο τὰ ἱμάτια αὐτῶν παρὰ τοὺς πόδας νεανίου καλουμένου Σαύλου,καὶ ἐλιθοβόλουν τὸν Στέφανον, ἐπικαλούμενον καὶ λέγοντα· Κύριε ᾿Ιησοῦ, δέξαι τὸ πνεῦμά μου. θεὶς δὲ τὰ γόνατα ἔκραξε φωνῇ μεγάλῃ· Κύριε, μὴ στήσῃς αὐτοῖς τὴν ἁμαρτίαν ταύτην. καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐκοιμήθη. Σαῦλος δὲ ἦν συνευδοκῶν τῇ ἀναιρέσει αὐτοῦ(:Και αφού τον έβγαλαν έξω από την πόλη, άρχισαν να τον λιθοβολούν. Και οι μάρτυρες, που σύμφωνα με τον νόμο έπρεπε πρώτοι να ρίξουν πέτρες εναντίον του, άφησαν τα ρούχα τους κοντά στα πόδια κάποιου νέου που λεγόταν Σαύλος, για να τα φυλάει. Και ενώ εκείνοι λιθοβολούσαν τον Στέφανο, αυτός επικαλούνταν τον Κύριο κι έλεγε: ‘’Κύριε Ιησού, δέξου το πνεύμα μου’’. Ύστερα γονάτισε, κραύγασε με μια δυνατή φωνή, που ακούστηκε και απ΄ τους φονιάδες του, και είπε: ‘’Κύριε, μην τους λογαριάσεις την αμαρτία αυτή’’. Και με αυτά τα λόγια έκλεισε τα μάτια του, για να παραδοθεί στον ειρηνικό ύπνο του θανάτου. Ο Σαύλος στο μεταξύ επικροτούσε και επιδοκίμαζε μαζί με τους φονιάδες τη θανατική εκτέλεση του Στεφάνου)»], όταν ο Παύλος κινδύνεψε δύο φορές[Πράξ. 21,27-31 και 23,12-35], όταν οι απόστολοι μαστιγώθηκαν [βλ. Πράξ. 5,40: «Ἐπείσθησαν δὲ αὐτῷ, καὶ προσκαλεσάμενοι τοὺς ἀποστόλους δείραντες παρήγγειλαν μὴ λαλεῖν ἐπὶ τῷ ὀνόματι τοῦ Ἰησοῦ, καὶ ἀπέλυσαν αὐτούς (:Τότε τα μέλη του συνεδρίου πείστηκαν από τα λόγια του. Και αφού προσκάλεσαν τους αποστόλους να μπουν πάλι στην αίθουσα του δικαστηρίου, τους έδειραν και τους έδωσαν την εντολή να μη διδάσκουν έχοντας ως κύριο θέμα του κηρύγματός τους το όνομα και το πρόσωπο του Ιησού. Και μετά τους άφησαν ελεύθερους)», όταν πολλές φορές διώχθηκαν, τότε τα έθνη δέχθηκαν το κήρυγμα, τότε και οι Σαμαρείτες.
Αυτό και ο Παύλος βροντοφωνάζει λέγοντας: «Ὑμῖν ἦν ἀναγκαῖον πρῶτον λαληθῆναι τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ· ἐπειδὴ δὲ ἀπωθεῖσθε αὐτὸν καὶ οὐκ ἀξίους κρίνετε ἑαυτοὺς τῆς αἰωνίου ζωῆς, ἰδοὺ στρεφόμεθα εἰς τὰ ἔθνη (:Σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού, ο οποίος κάλεσε στη σωτηρία τον Ισραήλ πριν απ’ όλους τους άλλους λαούς, ήταν αναγκαίο και επιβεβλημένο να κηρυχθεί ο λόγος του Θεού πρώτα σε σας τους Ιουδαίους. Αφού όμως τον αποδιώχνετε και δεν τον δέχεστε, και αφού εσείς οι ίδιοι βγάζετε για τους εαυτούς σας την απόφαση ότι δεν είστε άξιοι της αιώνιας ζωής, ιδού, στρεφόμαστε στους εθνικούς)»[Πράξ. 13, 46]. Γύριζαν λοιπόν από τόπο σε τόπο, κηρύσσοντας τον λόγο του Θεού στους εθνικούς.
«Ἦσαν δέ τινες ἐξ αὐτῶν ἄνδρες Κύπριοι καὶ Κυρηναῖοι, οἵτινες εἰσελθόντες εἰς Ἀντιόχειαν ἐλάλουν πρὸς τοὺς Ἑλληνιστάς, εὐαγγελιζόμενοι τὸν Κύριον Ἰησοῦν καὶ ἦν χεὶρ Κυρίου μετ᾿ αὐτῶν, πολύς τε ἀριθμὸς πιστεύσας ἐπέστρεψεν ἐπὶ τὸν Κύριον (:Μερικοί μάλιστα απ’ αυτούς ήταν βέβαια Ιουδαίοι στην καταγωγή, αλλά είχαν γεννηθεί άλλοι στην Κύπρο και άλλοι στην Κυρηναϊκή Λιβύη. Αυτοί, όταν ήλθαν στην Αντιόχεια, δίδασκαν τους Ιουδαίους που είχαν γεννηθεί μακριά από την Παλαιστίνη και είχαν πλέον μητρική τους γλώσσα την ελληνική, και τους κήρυτταν το Ευαγγέλιο της σωτηρίας που χαρίζει ο Ιησούς Χριστός. Και η δύναμη του Κυρίου ήταν μαζί τους. Έτσι, με τη συνέργεια και την ενίσχυση της δυνάμεως αυτής ένας μεγάλος αριθμός απ’ αυτούς τους Ιουδαίους Ελληνιστές πίστεψε και επέστρεψε στον Κύριο)»[Πράξ. 11, 20-21]. Πρόσεχε ότι κηρύσσουν το ευαγγέλιο στους Έλληνες· διότι φυσικό ήταν να γνώριζαν αυτοί τα ελληνικά, και να υπήρχαν πολλοί τέτοιοι στην Αντιόχεια.
«Καὶ χεὶρ Κυρίου (:Και η δύναμη του Κυρίου)», λέει, «ἦν μετ᾿ αὐτῶν (:ήταν μαζί τους)»· δηλαδή επιτελούσε θαύματα. Βλέπεις για ποιο λόγο και τώρα κατέστη αναγκαία η επιτέλεση θαυμάτων, ώστε να πιστέψουν;
«Ἠκούσθη δὲ ὁ λόγος εἰς τὰ ὦτα τῆς ἐκκλησίας τῆς ἐν Ἱεροσολύμοις περὶ αὐτῶν, καὶ ἐξαπέστειλαν Βαρνάβαν διελθεῖν ἕως Ἀντιοχείας(:Έφθασε λοιπόν η φήμη των θαυμαστών αυτών γεγονότων στα αυτιά της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων, και αποφάσισαν να στείλουν τον Βαρνάβα να πάει μέχρι την Αντιόχεια)»[Πράξ. 11,22]. Γιατί τέλος πάντων, ενώ μια τέτοια πόλη δέχεται τον θείο λόγο, δεν ήρθαν οι ίδιοι οι απόστολοι, αλλά στέλνουν τον Βαρνάβα; Εξαιτίας των Ιουδαίων. Πλην όμως το θέμα οικονομείται πολύ καλά, ώστε έτσι να έρθει εδώ ο Παύλος· και όχι τυχαία, αλλά αποστρέφονται αυτόν απολύτως κατ΄οικονομίαν, ώστε να μην παραμείνει κλεισμένη μέσα στα Ιεροσόλυμα η φωνή του κηρύγματος, η σάλπιγγα των ουρανών. Είδες πως παντού χρησιμοποίησε ο Χριστός τις κακίες τους κατά τον πρέποντα τρόπο και όπως ακριβώς Αυτός ήθελε από την αρχή; Και ότι το μίσος τους για τον Παύλο το χρησιμοποίησε για την οικοδομή της εκκλησίας των πιστών που προέρχονταν από τους εθνικούς; Και γιατί δεν γράφουν στον Παύλο, αλλά στέλνουν τον Βαρνάβα; Δεν γνώριζαν ακόμα την αρετή του άνδρα· γι’ αυτό και ρυθμίζεται μόνο ο Βαρνάβας να μεταβεί εκεί. Επειδή λοιπόν και πλήθος υπήρχε και κανένας δεν εμπόδιζε, εύλογα βλάστησε η πίστη και κυρίως επειδή δεν υπέμεναν εδώ κανένα πειρασμό και επειδή ο Παύλος κηρύσσει εκεί και δεν αναγκάζεται πια να φεύγει. Πολλοί σωστά επίσης αυτοί δεν κάνουν λόγο για την πείνα, αλλά οι προφήτες για να μη θεωρηθούν ανυπόφοροι.
«Ὃς παραγενόμενος καὶ ἰδὼν τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ ἐχάρη, καὶ παρεκάλει πάντας τῇ προθέσει τῆς καρδίας προσμένειν τῷ Κυρίῳ, ὅτι ἦν ἀνὴρ ἀγαθὸς καὶ πλήρης Πνεύματος Ἁγίου καὶ πίστεως καὶ προσετέθη ὄχλος ἱκανὸς τῷ Κυρίῳ (:Αυτός, όταν ήλθε και είδε τα έργα της χάριτος του Θεού, που φανερωνόταν από το πλήθος αυτών που είχαν πιστέψει και από τη ζωή τους, χάρηκε και προέτρεπε όλους να μένουν αφοσιωμένοι και προσηλωμένοι στον Κύριο με όλη τη διάθεση της ψυχής τους. Χάρηκε λοιπόν ο Βαρνάβας και στήριζε τους νέους αυτούς μαθητές, διότι ήταν άνθρωπος αγαθός και γεμάτος Πνεύμα Άγιο και πίστη. Γι’ αυτό εξάλλου και μπορούσε να στηρίζει και να παρηγορεί. Και από τη δράση αυτή του Βαρνάβα μεγάλο πλήθος λαού προστέθηκε στους πιστούς του Κυρίου)»[Πράξ.11,22-24].
Εμένα μου φαίνεται ότι εδώ «ἀγαθὸν» ονομάζει τον απλό άνθρωπο, τον ειλικρινή, εκείνον που επιθυμεί υπερβολικά την σωτηρία του συνανθρώπου του. Και δεν ήταν μόνο αγαθός άνθρωπος, αλλά και «πλήρης Πνεύματος ῾Αγίου καὶ πίστεως (:γεμάτος από άγιο Πνεύμα και πίστη)»· γι’ αυτό και με όλη τη δύναμη της καρδιάς του παρότρυνε τους πάντες· δηλαδή με εγκώμιο και έπαινο.
«Ἐξῆλθε δὲ εἰς Ταρσὸν ὁ Βαρνάβας ἀναζητῆσαι Σαῦλον, καὶ εὑρὼν αὐτὸν ἤγαγεν αὐτὸν εἰς Ἀντιόχειαν (:Ο Βαρνάβας μάλιστα πήγε και στην Ταρσό για να αναζητήσει τον Σαύλο και να τον πάρει βοηθό του στο έργο της διδασκαλίας και της ενισχύσεως του πλήθους αυτού των Χριστιανών. Και όταν τον βρήκε, τον έφερε στην Αντιόχεια)» [Πράξ. 11,25]. Αλλά πρόσεξε και αυτόν τον άγιο, εννοώ τον Βαρνάβα, ότι δεν έδωσε σημασία για τα δικά του πράγματα, αλλά έτρεξε στην Ταρσό.
Γιατί όμως ο Βαρνάβας απέσπασε τον Παύλο από την Ταρσό και τον οδήγησε εδώ; Όχι στην τύχη, αλλά επειδή εδώ και καλές ελπίδες υπήρχαν και η πόλη ήταν μεγαλύτερη και το πλήθος πολύ. Και είναι άξιο απορίας πως δεν αγανάκτησαν, αλλά αποδέχονται με προθυμία τους δασκάλους· τόσο μεγάλη προθυμία έδειχναν όλοι για τον θείο λόγο. Και πρόσεχε πως η πόλη αυτή δέχθηκε τον θείο λόγο σαν γη γόνιμη και απέδωσε πολύ καρπό. Είδες που όλα τα επιτελούσε η θεία χάρη και όχι ο Παύλος, και πως με ασήμαντους ανθρώπους άρχισε το έργο του κηρύγματος, και όταν αυτό έγινε περίλαμπρο, τότε στέλνουν τον Βαρνάβα; Και γιατί πριν από αυτό δεν έστειλαν αυτόν; Έδειχναν μεγάλη πρόνοια για όλα τα θέματα τα σχετικά με τους εαυτούς τους, και δεν ήθελαν να τους κατηγορούν οι Ιουδαίοι, ότι δέχονταν στους κόλπους τους, τους εθνικούς· αν και βέβαια, για το ότι ήταν αναγκαία η ανάμιξή τους με αυτούς, επειδή επρόκειτο να δημιουργηθεί κάποια αμφισβήτηση από αυτούς, προηγήθηκαν όλα εκείνα που συνέβηκαν σχετικά με τον Κορνήλιο. Και τότε λοιπόν λένε: «ώστε εμείς μεν να κηρύξουμε στους εθνικούς, αυτοί δε στους Ιουδαίους».
Ο Βαρνάβας ήταν πολύ ενάρετος άνθρωπος, απλοϊκός και γνωστός του Παύλου· για αυτό και ήρθε προς τον αθλητή, προς τον στρατηγό, προς τον μονομάχο, προς το λιοντάρι (δεν έχω τι να πω, διότι όσα και να πω, λιγότερα θα πω από αυτό που αξίζει ο Παύλος)· ήρθε λοιπόν προς τον κυνηγετικό σκύλο, που φόνευε λιοντάρια, προς τον ταύρο τον ισχυρό, προς τη φωτεινή λαμπάδα, προς το στόμα που επαρκούσε για όλη την οικουμένη. Πράγματι, γι’ αυτό στην Αντιόχεια έλαβαν οι πιστοί την τιμητική ονομασία «χριστιανοί», επειδή ο Παύλος διέμενε σε αυτήν τόσο πολύ χρόνο.
«Ἐγένετο δὲ αὐτοὺς ἐνιαυτὸν ὅλον συναχθῆναι ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ καὶ διδάξαι ὄχλον ἱκανόν, χρηματίσαι τε πρῶτον ἐν Ἀντιοχείᾳ τοὺς μαθητὰς Χριστιανούς(:Εκεί λοιπόν για έναν ολόκληρο χρόνο οι δύο αυτοί απόστολοι συμμετείχαν στις συνάξεις των πιστών στην Εκκλησία και δίδαξαν πλήθος πολύ. Έτσι στην Αντιόχεια οι μαθητές του Κυρίου εξαιτίας του πλήθους τους, ονομάστηκαν για πρώτη φορά ‘’Χριστιανοί’’)» [Πράξ.11,26].
Δεν είναι μικρός ο έπαινος αυτός για την πόλη. Αυτός ο έπαινος μπορεί να σταθεί απέναντι σε όλους τους επαίνους, διότι πρώτη αυτή από τις άλλες πόλεις απόλαυσε για τόσο πολύ χρόνο το στόμα εκείνου· γι’ αυτό και πρώτα εδώ αξιώθηκαν οι πιστοί να λάβουν το όνομα αυτό.
Βλέπεις σε πόσο ύψος ανέβασε την πόλη και την κατέστησε περισσότερο ένδοξη; Αυτό ήταν κατόρθωμα του Παύλου. Εκεί που πίστεψαν τρεις χιλιάδες, εκεί που πίστεψαν πέντε χιλιάδες, εκεί που πίστεψε τόσο πολύ πλήθος, τίποτα παρόμοιο δεν συνέβηκε, αλλά ακόμα άκουγαν να γίνεται λόγος για «οδό»[βλ. Πράξ.9, 1-2: «Ὁ δὲ Σαῦλος ἔτι ἐμπνέων ἀπειλῆς καὶ φόνου εἰς τοὺς μαθητὰς τοῦ Κυρίου, προσελθὼν τῷ ἀρχιερεῖ ᾐτήσατο παρ᾿ αὐτοῦ ἐπιστολὰς εἰς Δαμασκὸν πρὸς τὰς συναγωγάς, ὅπως ἐάν τινας εὕρῃ τῆς ὁδοῦ ὄντας, ἄνδρας τε καὶ γυναῖκας, δεδεμένους ἀγάγῃ εἰς Ἱερουσαλήμ (:Στο μεταξύ ο Σαύλος, σαν να ζούσε μέσα σε κάποια φονική ατμόσφαιρα, εξακολουθούσε να αποπνέει από μέσα του και να εκδηλώνει απειλητικές και φονικές διαθέσεις εναντίον των μαθητών του Κυρίου. Γι’ αυτό παρουσιάστηκε στον αρχιερέα και του ζήτησε συστατικές και εξουσιοδοτικές επιστολές για τη Δαμασκό προς τις συναγωγές που υπήρχαν εκεί. Ήθελε να φέρει δεμένους στην Ιερουσαλήμ όποιους θα έβρισκε να ανήκουν στην οδό του Κυρίου, στην κοινότητα δηλαδή των πιστών του Ιησού Χριστού, είτε άνδρες ήταν αυτοί είτε γυναίκες)»], ενώ εδώ ονομάστηκαν «χριστιανοί».
«Ἐν ταύταις δὲ ταῖς ἡμέραις κατῆλθον ἀπὸ Ἱεροσολύμων προφῆται εἰς Ἀντιόχειαν (:Εκείνες τις ημέρες κατέβηκαν από τα Ιεροσόλυμα στην Αντιόχεια μερικοί προφήτες)» [Πράξ.11,27]. Επειδή έπρεπε εδώ να φυτευτεί και ο καρπός της ελεημοσύνης ρυθμίζεται προς αποκόμιση ωφέλειας να κατεβούν εδώ οι προφήτες. Εσύ όμως, σε παρακαλώ, πρόσεχε πως κανένας από τους φημισμένους δεν γίνεται δάσκαλός τους· διότι είχαν δασκάλους Κύπριους και Κυρηναίους και τον Παύλο(αν και αυτός υπερέβαινε αυτούς), όπως ακριβώς ο Παύλος είχε τον Βαρνάβα και τον Ανανία· αλλά δεν μειονεκτεί σε τίποτα ως προς αυτό, είχε όμως και τον Χριστό.
«Ἀναστὰς δὲ εἷς ἐξ αὐτῶν ὀνόματι Ἄγαβος ἐσήμανε διὰ τοῦ Πνεύματος λιμὸν μέγαν μέλλειν ἔσεσθαι ἐφ᾿ ὅλην τὴν οἰκουμένην· ὅστις καὶ ἐγένετο ἐπὶ Κλαυδίου Καίσαρος(:Ένας από αυτούς, που λεγόταν Άγαβος, σηκώθηκε στη σύναξη των πιστών, και φωτισμένος από το Άγιο Πνεύμα αποκάλυψε ότι θα έπεφτε μεγάλη πείνα σε όλη την οικουμένη. Πράγματι η πείνα αυτή συνέβη όταν αυτοκράτορας ήταν ο Κλαύδιος Καίσαρ)»[ Πράξ.11,28]. Κατά ανάγκη εδώ προλέγει ότι πρόκειται να συμβεί κάποια μεγάλη πείνα, η οποία βέβαια συνέβηκε, όπως προλέχθηκε γι’ αυτήν. Για να μη νομίζουν δηλαδή μερικοί ότι γι΄αυτό συνέβηκε η πείνα, επειδή εμφανίστηκε ο Χριστιανισμός, επειδή απομακρύνθηκαν οι δαίμονες, προλέγει το άγιο Πνεύμα εκείνο που πρόκειται να συμβεί, όπως ακριβώς και ο Χριστός προείπε πολλά και συνέβησαν. Δεν συνέβη βέβαια αυτή γι’ αυτό, επειδή δηλαδή έπρεπε από την αρχή να συμβεί αυτή, αλλά συνέβη εξαιτίας των κακών που συνέβησαν στους Αποστόλους, τα οποία αν και έγιναν, στην αρχή έδειχνε ο Θεός μακροθυμία, επειδή όμως εξακολουθούσαν την καταδίωξη, πραγματοποιείται η πείνα προλέγοντας στους Ιουδαίους τα κακά που επρόκειτο να συμβούν.
Αλλά αν και εξαιτίας αυτών συνέβη, έπρεπε εξαιτίας των άλλων και ενώ υπήρχε, να σταματήσει· διότι ποιο αδίκημα έκαναν οι Έλληνες, ώστε και αυτοί να συμμετέχουν στα κακά, αν και δεν διέπραξαν καμία αδικία; Εάν λοιπόν δεν συνέβη εξαιτίας των Ιουδαίων, έπρεπε βέβαια αυτοί και να ευημερήσουν περισσότερο, διότι έκαναν ό,τι εξαρτιόταν από αυτούς, διότι φόνευαν, υπέβαλλαν κολαστήρια, τιμωρούσαν, και επέβαλαν κάθε είδους εκδιώξεις. Και πρόσεχε πότε συμβαίνει η πείνα· όταν και οι εθνικοί πλέον αποδέχθηκαν το κήρυγμα.
«Αλλά», θα μπορούσε να πει κανείς, «εάν συνέβη εξαιτίας των κακών, έπρεπε αυτοί να εξαιρεθούν». Γιατί; Πες μου· δεν είπε από την αρχή ο Χριστός σε αυτούς: «ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε(:εφόσον είστε μέσα στον κόσμο, θα έχετε θλίψη)»[Ιω. 16,33];
Εσύ όμως λέγοντας αυτά ίσως να πεις και αυτό, ότι δηλαδή δεν έπρεπε ούτε να μαστιγώνονται. Αλλά πρόσεχε το ότι και η πείνα γίνεται αιτία σωτηρίας γι’ αυτούς, αφορμή ελεημοσύνης και πρόξενος πολλών αγαθών· βέβαια και σε σας θα μπορούσε να γίνει, εάν φυσικά το θέλετε αλλά δεν το θελήσατε. Προλέγεται επίσης (με σκοπό να προετοιμαστούν στη συνέχεια για την ελεημοσύνη), διότι υπέφεραν δεινά οι πιστοί της Ιερουσαλήμ· πριν μάλιστα από αυτό δεν υπέφεραν από πείνα. Και αποστέλλονται ο Βαρνάβας και ο Παύλος για να βοηθήσουν.
«Τῶν δὲ μαθητῶν καθὼς ηὐπορεῖτό τις, ὥρισαν ἕκαστος αὐτῶν εἰς διακονίαν πέμψαι τοῖς κατοικοῦσιν ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ ἀδελφοῖς(:Μετά λοιπόν από την προφητεία αυτή, οι μαθητές, ανάλογα με τους πόρους και τα μέσα που διέθετε ο καθένας, αποφάσισαν να στείλουν καθένας απ’ αυτούς τη συνδρομή του για να βοηθήσουν και να υπηρετήσουν τους αδελφούς που κατοικούσαν στην Ιουδαία)»[Πράξ. 11,29]. Είδες πως συγχρόνως με την πίστη τους παράγουν συγχρόνως και καρπούς και όχι μόνο οι δικοί τους εκεί, αλλά και όσοι βρίσκονταν μακριά;
Μου φαίνεται εδώ ότι εννοεί αυτό που αλλού λέγει ο Παύλος: «Καὶ γνόντες τὴν χάριν τὴν δοθεῖσάν μοι, ᾿Ιάκωβος καὶ Κηφᾶς καὶ ᾿Ιωάννης, οἱ δοκοῦντες στῦλοι εἶναι, δεξιὰς ἔδωκαν ἐμοὶ καὶ Βαρνάβᾳ κοινωνίας, ἵνα ἡμεῖς εἰς τὰ ἔθνη, αὐτοὶ δὲ εἰς τὴν περιτομήν· μόνον τῶν πτωχῶν ἵνα μνημονεύωμεν, ὃ καὶ ἐσπούδασα αὐτὸ τοῦτο ποιῆσαι(:Και επειδή αναγνώρισαν τη χάρη που μου δόθηκε, ο Ιάκωβος και ο Κηφάς και ο Ιωάννης, που θεωρούνται ότι είναι στύλοι, έδωσαν τα δεξιά τους χέρια σε εμένα και στον Βαρνάβα ως ένδειξη κοινωνίας, για να πηγαίνουμε εμείς στους εθνικούς, ενώ αυτοί σε αυτούς που έχουν την περιτομή. Ζήτησαν μόνο να θυμούμαστε τους φτωχούς, το οποίο και φρόντισα επιμελώς αυτό ακριβώς να κάνω)»[Γαλ. 2, 9-10].
Τόσο πολύ ωφέλησε η πείνα. Και πρόσεχε αυτούς που δεν καταφεύγουν κατά την ώρα της θλίψης σε θρήνους και δάκρυα, όπως ακριβώς κάνουμε εμείς, αλλά παραδίδουν τους εαυτούς τους σε μεγάλο και αγαθό έργο· διότι με μεγαλύτερη αφοβία και ασφάλεια κήρυτταν τον θείο λόγο. Και δεν είπε: «Εμείς που είμαστε Κυρηναίοι και Κύπριοι, ας προσπαθήσουμε να τεθούμε επί κεφαλής μιας τέτοιας λαμπρής και μεγάλης πόλης», αλλά πιστεύοντας στη χάρη του Θεού, και εκείνοι επιδόθηκαν στην διδασκαλία, και αυτοί δεν θεώρησαν ανάξιο να μάθουν κάτι από εκείνους. Πρόσεχε που όλα κατορθώνονται με τα ταπεινά εκείνα πράγματα, το κήρυγμα αυξάνεται, οι πιστοί των Ιεροσολύμων φροντίζουν εξίσου για όλους, έχοντας σαν μια οικία όλη την οικουμένη.
Άκουσαν ότι η Σαμάρεια δέχθηκε τον θείο λόγο, και έστειλαν τον Πέτρο και τον Ιωάννη: «Ἀκούσαντες δὲ οἱ ἐν Ἱεροσολύμοις ἀπόστολοι ὅτι δέδεκται ἡ Σαμάρεια τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, ἀπέστειλαν πρὸς αὐτοὺς τὸν Πέτρον καὶ Ἰωάννην (:Στο μεταξύ όμως, όταν άκουσαν οι απόστολοι, που παρέμεναν ακόμη στα Ιεροσόλυμα, ότι η Σαμάρεια δέχθηκε τον λόγο του Θεού, έστειλαν στους Σαμαρείτες τον Πέτρο και τον Ιωάννη, για να συμπληρώσουν το κήρυγμα του Φιλίππου και για να μεταδώσουν το Άγιο Πνεύμα σε όσους είχαν βαπτιστεί)» [Πράξ. 8,14]· άκουσαν τα όσα συνέβησαν στην Αντιόχεια, και στέλνουν τον Βαρνάβα· διότι ήταν μεγάλη η απόσταση μέχρι εκεί και δεν έπρεπε οι απόστολοι στην αρχή να απομακρυνθούν από την Ιουδαία, για να μη νομιστούν σαν φυγάδες και ότι το έκαναν αυτό αποφεύγοντας τους δικούς τους.
Τότε χωρίζονται αναγκαστικά, όταν πλέον φαίνονταν αθεράπευτα όλα τα σχετικά με αυτούς, όταν πλέον ο πόλεμος κηρύχθηκε εναντίον τους και έπρεπε να εξαφανιστούν, όταν πάρθηκε η απόφαση· διότι εξακολουθούσαν να βρίσκονται οι απόστολοι εκεί, ενόσο ο Παύλος δεν επιχειρούσε να μεταβεί στην Ρώμη. Και εξέρχονται από την Ιουδαία, όχι φοβούμενοι τον πόλεμο, διότι πώς ήταν δυνατό να φανεί αυτό σε εκείνους που επρόκειτο να τους πολεμούν; Και ο πόλεμος δεν κηρύσσεται εναντίον τους τότε πλέον, όταν πέθαναν οι απόστολοι, και βρίσκει την πραγματοποίησή του εκείνο που λέχθηκε γι’ αυτούς: «Κωλυόντων ἡμᾶς τοῖς ἔθνεσι λαλῆσαι ἵνα σωθῶσιν, εἰς τὸ ἀναπληρῶσαι αὐτῶν τὰς ἁμαρτίας πάντοτε. ἔφθασε δὲ ἐπ᾿ αὐτοὺς ἡ ὀργὴ εἰς τέλος (:Αυτοί μας εμποδίζουν να κηρύξουμε τον λόγο του Θεού στους εθνικούς, για να μη σωθούν και αυτοί. Και τα κάνουν αυτά, για να γεμίσουν μέχρι επάνω το ποτήρι των αμαρτιών τους, με το να αμαρτάνουν πάντοτε και σε κάθε εποχή. Έφθασε όμως επάνω τους η θεία οργή για να επιφέρει το τέλος και την καταστροφή τους)» [Α΄ Θεσ. 2, 16]. Όσο πιο άσημοι λοιπόν ήταν, τόσο περισσότερο έλαμπε η χάρη, που με ασήμαντους ανθρώπους επιτελούσε μεγάλα κατορθώματα. Αλλά ας δούμε από την αρχή τα όσα έχουν λεχθεί.
Και πρόσεχε ότι σε κατάλληλη στιγμή η ανάγκη της πείνας οδήγησε στην σύσφιξη των σχέσεων με τους εθνικούς με τη βοήθεια που έστειλαν αυτοί προς τους πιστούς των Ιεροσολύμων· διότι δέχθηκαν τα όσα στάλθηκαν από εκείνους, οι οποίοι βέβαια δεν αντιμετώπιζαν με θρήνους τις συμφορές όπως ακριβώς εμείς· αλλά ζούσαν με μεγαλύτερη ασφάλεια, επειδή βρίσκονταν μακριά από εκείνους, που πρόβαλλαν εμπόδια, και ζούσαν ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν φοβούνταν τους Ιουδαίους, πράγμα που βοηθούσε πάρα πολύ στο κήρυγμα. Αλλά και στην Κύπρο μετέβησαν, όπου υπήρχε και μεγάλη ασφάλεια, και ήταν περισσότερη η αμεριμνησία.
Και δεν περίμεναν αυτοί να ξαπλωθεί η πείνα, αλλά προτού να συμβεί αυτή, έστειλαν τη βοήθειά τους: «Τῶν δὲ μαθητῶν καθὼς ηὐπορεῖτό τις, ὥρισαν ἕκαστος αὐτῶν εἰς διακονίαν πέμψαι τοῖς κατοικοῦσιν ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ ἀδελφοῖς(:Μετά λοιπόν από την προφητεία αυτή, οι μαθητές, ανάλογα με τους πόρους και τα μέσα που διέθετε ο καθένας, αποφάσισαν να στείλουν καθένας απ’ αυτούς τη συνδρομή του για να βοηθήσουν και να υπηρετήσουν τους αδελφούς που κατοικούσαν στην Ιουδαία)» [Πράξ. 11,29].
Και πρόσεχε ότι στην περίπτωση μεν των αποστόλων, άλλοι αναλαμβάνουν το έργο αυτό, ενώ εδώ ο Παύλος και ο Βαρνάβας. Δεν ήταν και αυτή μικρή φροντίδα, άλλωστε δε και αρχή ήταν και δεν έπρεπε στην αρχή να σκανδαλιστούν. Αλλά σήμερα κανένας δεν το κάνει αυτό, αν και βέβαια υπάρχει πείνα φοβερότερη από εκείνη· διότι δεν είναι το ίδιο το να υπομείνουν όλοι μαζί τη συμφορά, και, ενώ οι περισσότεροι έχουν με αφθονία τα αγαθά, οι φτωχότεροι πεινούν. Τότε μόνο πείνα υπήρχε, και εκείνοι που έδιναν βοήθεια ήταν φτωχοί (διότι λέγει: «ανάλογα με τους πόρους και τα μέσα που διέθετε ο καθένας, αποφάσισαν να στείλουν καθένας απ’ αυτούς τη συνδρομή του για να βοηθήσουν και να υπηρετήσουν τους αδελφούς που κατοικούσαν στην Ιουδαία»), ενώ τώρα υπάρχει διπλή πείνα, όπως ακριβώς και η αφθονία των αγαθών είναι διπλή, πείνα φοβερή, πείνα όχι για να ακούσει καθένας τον λόγο του Κυρίου, αλλά για να τραφεί με ελεημοσύνη. Τότε και οι φτωχοί που ζούσαν στην Ιουδαία απόλαυσαν τα αγαθά, και οι Αντιοχείς που έδωσαν χρήματα, και περισσότερο αυτοί από εκείνους· τώρα όμως και εμείς και οι φτωχοί, ζούμε μέσα στην πείνα, από τη μία πλευρά οι φτωχοί στερούμενοι την τροφή, και από την άλλη εμείς που, μην ελεώντας τους φτωχούς, στερούμαστε το έλεος του Θεού.
Τίποτε δεν θα μπορούσε να υπάρξει αναγκαιότερο από την τροφή αυτήν. Δεν είναι δυνατό να υποστεί κανείς τα κακά που προέρχονται από τον χορτασμό, δεν είναι δυνατόν να καταλήξει το πλεόνασμα της τροφής αυτής στο αποχωρητήριο. Τίποτε δεν υπάρχει ωραιότερο, τίποτε δεν υπάρχει υγιεινότερο από την ψυχή εκείνη που τρέφεται με την τροφή αυτή· στέκεται πάνω από κάθε ασθένεια, από κάθε πείνα, από κάθε ανωμαλία και δύσκολη κατάσταση· κανένας δεν θα μπορέσει αυτήν να τη νικήσει, αλλά, όπως ακριβώς αδαμάντινο σώμα δεν μπορεί ο σίδηρος να το χαράξει, ούτε τίποτε άλλο, έτσι και η ψυχή, που έχει στερεοποιηθεί από την ελεημοσύνη, τίποτε απολύτως δεν θα μπορέσει να την καταβάλει. Διότι, πες μου, τι θα μπορέσει ποτέ να νικήσει αυτήν; Φτώχεια; Δεν είναι δυνατό· διότι φυλάσσεται μέσα στα βασιλικά ταμεία. Μήπως όμως ληστής και διαρρήκτης; Αλλά εκείνους τους τοίχους κανένας δεν μπορεί να τους διαρρήξει. Μήπως σκώληκας; Αλλά ο θησαυρός αυτός είναι ανώτερος και από αυτήν την καταστροφή. Μήπως όμως η μοχθηρία και ο φθόνος; Αλλά ούτε από αυτά καταβάλλεται. Αλλά μήπως συκοφαντίες και επιβουλές; Ούτε αυτό· διότι είναι ασύλητος ο θησαυρός αυτός της ελεημοσύνης προς τον άπορο πλησίον μας, ένας θησαυρός που αποθηκεύεται απευθείας στον ουρανό.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-acta apostolorum.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στις Πράξεις των Αποστόλων, ομιλία ΚΕ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1984, τόμος 16Α, σελίδες 44-63.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:
«ΑΝΑΓΚΗ ΚΑΤΗΧΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»
[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 12-5-1996]
(Β335β)
Μας περιγράφει, αγαπητοί μου, ο ευαγγελιστής Λουκάς, τις πρώτες ημέρες της ζωής της Εκκλησίας, μετά την Πεντηκοστή. Και γράφει, όπως ακούσαμε εις το σημερινόν αποστολικόν ανάγνωσμα που είναι από τις Πράξεις: «Οἱ μὲν οὖν διασπαρέντες ἀπὸ τῆς θλίψεως τῆς γενομένης ἐπὶ Στεφάνῳ διῆλθον ἕως Φοινίκης καὶ Κύπρου καὶ Ἀντιοχείας». Δηλαδή μετά από τον λιθοβολισμόν του Στεφάνου, έπεσε ένας φόβος εις την πόλιν της Ιερουσαλήμ. Έφυγαν πολλοί. Όχι οι Απόστολοι. Έφυγαν πολλοί, διεσπάρησαν, λέγει. Και άρχισαν να κηρύσσουν Χριστόν εις την ύπαιθρον. Κι εδώ βλέπομε ότι ήδη το κήρυγμα του Ευαγγελίου έφθασε εις την Φοινίκην, έφθασε εις την Κύπρον και εις την Αντιόχειαν. Και τότε αντελήφθησαν ότι ήδη το κήρυγμα του Ευαγγελίου είχε φθάσει εις την Κύπρο και την Αντιόχεια, αντελήφθησαν οι Απόστολοι, που είχαν μείνει μέσα εις την πόλιν και βέβαια εν συνέχεια ενήργησαν σχετικά.
Ωστόσο, πώς ακριβώς διεδόθη το Ευαγγέλιον…, ανώνυμοι το διέδωσαν. Γράφει πάλι ο Λουκάς: «Τινές ἐξ αὐτῶν ἄνδρες Κύπριοι καὶ Κυρηναῖοι, οἵτινες εἰσελθόντες εἰς Ἀντιόχειαν ἐλάλουν πρὸς τοὺς Ἑλληνιστάς, εὐαγγελιζόμενοι τὸν Κύριον Ἰησοῦν». Ένα είναι γεγονός ότι εξεδηλώθη μία προκοπή πέρα ως πέρα από κάθε προσδοκία τους διά την διάδοσιν του Ευαγγελίου. Είχαν μείνει έκπληκτοι εκείνοι που διέδιδαν το Ευαγγέλιο. Σας είπα: ανώνυμοι. Σημειώνει ο Λουκάς μια πολύ χαρακτηριστική φρασούλα: «Καὶ ἦν χεὶρ Κυρίου μετ᾿ αὐτῶν». «Ήταν», λέει, «χέρι Κυρίου μαζί τους». Είναι μία εβραϊκή έκφρασις που σημαίνει βοήθεια. Βοήθεια του ουρανού.
Αν έχετε προσέξει στην Αγιογραφία μας, πολλές φορές από μία εικόνα ενός αγίου ή κάποιων αγίων, να βγαίνει από τη γωνία του όλου πλαισίου της εικόνος, από τη γωνία την αριστερή συνήθως, μπορεί όμως και από τη δεξιά, να βγαίνει ένα χέρι και να ευλογεί. Αυτή είναι η χειρ Κυρίου, που δίνει ευλογία. Εικονογραφικώς έτσι παριστάνεται.
Ένα κήρυγμα λοιπόν, μία ιεραποστολική προσπάθεια, είχε εδώ όλη την ευλογία του Θεού. Ξεκίνησε δηλαδή όπως βλέπουμε σαφώς και ο Ευαγγελισμός του κόσμου, του εθνικού κόσμου. Γι΄αυτό επέτρεψε ο Θεός, ένας λόγος, δεν είναι ο μόνος, τον διασκορπισμόν των χριστιανών από την Ιερουσαλήμ, με τον λιθοβολισμόν του Στεφάνου, ακριβώς διότι, ενώ τους είπε ο Κύριος να ξεχυθούν μετά την Πεντηκοστή, έμεναν ακόμα εις τα Ιεροσόλυμα. Βλέπετε ότι όταν κάποτε ο Θεός θέλει κάτι, ενώ μας το παρήγγειλε, μετά δημιουργεί έναν βίαιο τρόπο. Μην τρομάζομε. Είναι μέσα στο σχέδιο του Θεού αυτός ο βίαιος τρόπος, να μας ταρακουνήσει, όπως λέμε στη γλώσσα μας, να μας ξυπνήσει, να αντιληφθούμε μερικά πράγματα. Και τούτο διότι ο Κύριος είπε εις τους μαθητάς Του την ημέρα της Αναλήψεώς Του: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν». «Και να τους διδάσκετε όλα να τα φυλάττουν, εκείνα που σας παρήγγειλα Εγώ», λέει ο Κύριος. Έτσι λοιπόν ξεκινά το κήρυγμα του Χριστού, με πολλή καρποφορία και με πολλή ευλογία. Σας υπενθυμίζω: «Καὶ ἦν χεὶρ Κυρίου μετ᾿ αὐτῶν».
Τίθεται όμως το ερώτημα: Αυτά γράφτηκαν, αυτά διαβάστηκαν, αυτά ακούστηκαν σήμερα στην Εκκλησία. Τίθεται λοιπόν το ερώτημα: Αυτή η ευλογία της διαδόσεως του Ευαγγελίου, διετήρησε την ίδια θερμότητα μέσα εις τους είκοσι διαρρεύσαντας αιώνας; Δυστυχώς όχι. Είναι γνωστό ότι κανείς κάποτε στους τρεις, τέσσερις πρώτους αιώνες δεν εγίνετο δεκτός εις την Εκκλησίαν – και δεκτός με την έννοιαν να παρίσταται εις την Θείαν Λειτουργίαν, και με την έννοια ότι ηδύνατο να κοινωνήσει, ένα απομεινάρι της εποχής είναι το «Τάς θύρας, τάς θύρας…». Ήταν παράγγελμα αυτό. Τεχνικό παράγγελμα. «Κλείστε τις πόρτες, θυρωροί, κλείστε τις πόρτες! Ουδείς αμύητος, ουδείς κατηχούμενος». Έπρεπε μόνον να είναι οι πιστοί μέσα εις την Εκκλησίαν. Έτσι βλέπομε ότι υπήρχε μία αυστηρότητα εις το θέμα αυτό.
Κανείς λοιπόν δεν εγίνετο δεκτός μη βαπτισθείς εις την Εκκλησίαν. Αλλά για να βαπτιστεί έπρεπε να δεχθεί την Κατήχησιν. Το βάπτισμα συνήθως ακολουθούσε την Κατήχησιν. Και όπου εκρίνετο βέβαια επαρκής η Κατήχησις, γιατί μπορούσε -ας χρησιμοποιήσω μία σύγχρονη έκφραση- να μείνει κανείς μεταξεταστέος· διότι ύστερα από μία μακρά κατήχηση, μηνών, έτους, ετών, ήρχετο επίσκοπος και έκανε εξετάσεις, ούτως ειπείν «Πες μου εσύ αυτό, πες μου εσύ εκείνο», κι αν κάποιος δεν εγνώριζε την Κατήχησιν, τότε ανεβάλλετο η βάπτισή του για την προσεχή φορά. Και η βάπτισις, όπως είναι γνωστό, εγίνετο χοντρικά, μία φορά τον χρόνο, δύο φορές τον χρόνο. Χριστούγεννα έως Θεοφάνια, γι΄αυτό λέμε αντί του Τρισαγίου ύμνου «Ὅσοι εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε» προς τιμήν των το λέμε αυτό, και το Πάσχα. «Ὅσοι εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε. Αἰνεῖτε τὸν Θεὸν, ἀλληλούια».
Έτσι, υπήρχε μία αυστηρότης. Γι΄αυτό είχαμε και σπουδαίους Χριστιανούς. Και όπως είπε κάποιος: Από την πόρτα, λέγει, έμπαιναν οι Κατηχούμενοι, δηλαδή προκειμένου να βαπτιστούν εις την Εκκλησίαν, αφού εδέχθησαν δαψιλή, λιπαρά Κατήχηση, αν θέλετε να δείτε ένα δείγμα της Κατηχήσεως των Κατηχουμένων, πάρτε παρακαλώ τον τόμον εκείνον που αναφέρεται στις «Κατηχήσεις» του αγίου Κυρίλλου, είναι γραμμένες το 350 μ. Χ. να δείτε τι ζητούσε ο άγιος Κύριλλος και τι έπρεπε να μάθουν οι Κατηχούμενοι. Ένα μικρό απόσπασμα του περιεχομένου βρίσκεται και εις τις Αποστολικές Διαταγές. Ας είναι. Θέματα και δόγματος, θέματα δε και ήθους. Δεν μπορείς να είσαι ανήθικος. Πρέπει να μάθεις γιατί δεν πρέπει να είσαι ανήθικος. Αλλά και θέματα δόγματος. Ότι ο Θεός είναι Τριαδικός, τούτο, εκείνο, εκείνο, εκείνο.
Αυτή ήταν η αρχή της Εκκλησίας μας, που έλαμψε. Γιατί όπως σας είπα, από τη μία πόρτα έμπαιναν οι βαπτισμένοι αφού είχαν λιπαράν κατήχησιν, για να βγουν, λέει από την άλλην πόρταν της Εκκλησίας ως μάρτυρες. Αυτή όμως η αρχή της Εκκλησίας, εχαλάρωσε. Μετά από την ανάδειξη του Χριστιανισμού ως επισήμου θρησκείας του κράτους. Έτσι έφθασε να προηγείται το Βάπτισμα και να ακολουθεί η κατήχησις. Αλλά τότε η κατήχησις άρχισε να αμελείται. «Ε καλά… ε, καλά, θα…». Δεν υπήρχε εκείνο που θα κινούσε να προωθήσει η απουσία του Βαπτίσματος. Αυτή δε η κατάστασις έφθασε να δημιουργήσει μία χαλαρότητα και ήθους και πίστεως εις τα μέλη της Εκκλησίας μας. Και η κατήχησις απέβλεπε βεβαίως στη γνώση του δόγματος, αλλά και εις την διόρθωσιν του βίου.
Τι κόσμο βρήκε ο Χριστιανισμός; Τον γνωστό μας εθνικόν κόσμον. Ειδωλολατρικόν, με πλήθος ελαττώματα, κακίας και πάθη. Αυτά έπρεπε να διορθωθούν. Με την παραμέληση όμως της Κατηχήσεως, άρχισαν και οι ανάλογοι καρποί. Άγνοια του δόγματος της πίστεως και ημελημένος βίος. Κι όπως έγραψε κάποτε κάποιος, συγκεκριμένα ο μακαριστός Τρεμπέλας στην Κατηχητική του ότι μέσα σε ένα μεγάλο καζάνι που έβραζε το νερό, ξαφνικά, λέγει, απότομα, χύθηκε μία πολύ μεγάλη ποσότητα κρύου νερού. Και κόπηκε η βράση. Αυτό συνέβη. Έτσι βλέπομε στη Ρωσία, επί παραδείγματι, που εκατηχήθη ορθοδόξως, αλλά κατηχήθηκε πολύ χοντρικά, έσπευδαν να βαπτιστούν στα ποτάμια όλος ο λαός, ομαδικά ομαδικά. Δεν έμεναν περιθώρια κατηχήσεως. Αλλά και στον δικό μας εδώ χώρο τον Ελληνικό, τα ίδια. Έτσι λοιπόν οι άνθρωποι αυτοί, ούτε βίο διόρθωσαν, ούτε γνώση πίστεως απέκτησαν. Και κόπηκε η βράση. Δηλαδή ο ζήλος, εκείνος ο ενθουσιασμός, εκείνο το «Είμαι Χριστιανός». Γιατί μου κόστισε να είμαι Χριστιανός.
Και η κατήχησις μετά το Βάπτισμα, κατοπινά, είτε γίνεται με την μορφήν εφεξής, τουλάχιστον εις τον χώρον τον δικό μας, με την μορφή των κατηχητικών μαθημάτων, είτε δεν γίνεται καθόλου. Λέμε «έχομε κατηχητικά σχολεία. Πρέπει να πάει το παιδί στο Κατηχητικό σχολείο». Αλλά πόσα παιδιά πάνε στο σχολείο; Δημοτικό, Γυμνάσιο, Λύκειο; Όσα παιδιά πηγαίνουν τώρα στο σχολείο, πηγαίνουν άλλα τόσα παιδιά στο κατηχητικό σχολείο; Αυτά λοιπόν όλα τα παιδιά, δεν πήραν κατήχηση και δεν θα την πάρουν ποτέ. Και εκεί που γίνεται η κατήχησις, είτε σαν συχνότητα, τι είναι; Μία ώρα την εβδομάδα είναι…· είτε σαν περιεχόμενο, το έχομε ζήσει το περιεχόμενο της κατηχήσεως, μάλιστα έφθασε εις τα ανώτερα κατηχητικά σχολεία να έχει περισσότερον πολιτιστικόν χαρακτήρα η κατήχησις και ολιγότερον πνευματικό χαρακτήρα ή και καθόλου. Γιατί, λέει, οι ανάγκες σήμερα είναι πολιτιστικές… κλπ κλπ. Μα τότε δεν μπορούμε να μιλάμε για χριστιανική κατήχηση. Όλα αυτά λοιπόν δείχνουν ότι το περιεχόμενο της Κατηχήσεως είναι ανεπαρκέστατο.
Και οι επιπτώσεις; Βαρύτατες. Ο λαός μας, ο ορθόδοξος λαός μας, ζει δυστυχώς σε μία παχυλή άγνοια. Και το ήθος του; Ω, το ήθος…! Είναι θέμα πολλών δακρύων. Είναι βαθύτατα κοσμικό. Έτσι έχομε, αποκτήσαμε τους Χριστιανούς μας με εκκοσμικευμένην νοοτροπίαν. Είναι γνωστό δε ότι ο εκκοσμικευμένος τρόπος ζωής δεν σώζει. Προσέξατέ το. Δεν σώζει. Δεν μπορούμε να έχομε σωτηρία. Έτσι, απ’ αυτούς τους εκκοσμικευμένους Χριστιανούς μας, ένας αριθμός, επειδή ακριβώς δεν υπάρχει θεμελίωσις, δεν υπάρχει γνώσις, ένας αριθμός λοιπόν παρασύρεται στις αιρέσεις, αλλά και σε ενδοκοσμικά θρησκεύματα. Βλέπετε σήμερα τους Έλληνες Ορθοδόξους να στρέφονται στον Ινδουισμό και όπου αλλού. Είπαμε ότι είναι ενδοκοσμικές θρησκείες. Γιατί; Γιατί τον Θεό, τον τοποθετούν όλες αυτές οι θρησκείες, εντός του κόσμου. Και είναι, σε τελευταία ανάλυση, ένας πανθεϊσμός.
Αλλά, αλλά αυτό το κακέκτυπον ιουδαϊκής θρησκείας, που δεν υπάρχει η ιουδαϊκή θρησκεία, απλώς είναι το προοίμιο του Χριστιανισμού, εν τοιαύτη περιπτώσει, έτσι το συνηθίζουν να το λένε, ξαναλέγω, ένας είναι ο Θεός, και αφού είναι ένας ο Θεός, είναι μία η θρησκεία. Ο Θεός του Ισραήλ, ο Άγιος του Ισραήλ είναι ο Θεός της Καινής Διαθήκης. Αναμφισβήτητα. Αλλά θέλησαν να τα χωρίσουν. Έτσι θέλησαν πιο πολύ οι Εβραίοι. Γιατί δεν απεδέχθησαν την Καινή Διαθήκη. Όμως είναι μία η θρησκεία, ένας ο Θεός. Έτσι έχομε ένα κακέκτυπον, κατασκευασμένο κάπου τον 8ον αιώνα μ.Χ. από τον Ιουδαϊσμό, από τον Χριστιανισμό και από ντόπιες παραδόσεις Αραβικές και έχομε τον διαβόητον Ισλαμισμόν. Στην Ευρώπη, οὐχ ἧττον και στην Ελλάδα, ξεκινούν οι άνθρωποι να προσέλθουν εις τον Ισλαμισμόν. Σας κάνει εντύπωση; Προ ολίγων ετών, όχι πολλών, έγινε παρουσίαση της ελληνικής μεταφράσεως του Κορανίου, στον «Παρνασσό» των Αθηνών -ο «Παρνασσός» είναι ένα φιλολογικόν ίδρυμα – σε μία μεγάλη αίθουσα, δηλαδή παρόντος και του Αρχιεπισκόπου Αθηνών, και εχρηματοδοτήθη αυτή η μετάφρασις από κάποιον εφοπλιστή. Ακούσατε;
Ένας αριθμός ακόμη, ζει μια…,ο μεγαλύτερος, μια ανέμελη ζωή. Δεν βαριέσαι! Κάνει τον σταυρό του, τον κάνει δε κακεκτύπως τον σταυρόν του, χωρίς βεβαίως καμίαν, μα καμίαν υποψίαν αλλαγής. Αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν καν υποψία του Χριστιανισμού, τι είναι ο Χριστιανισμός…Και τελευταία, ένας αριθμός, επόμενον είναι, να ασχολείται με τον σατανισμόν και την σατανολατρίαν και μάλιστα η νεότερη γενεά μας, με κοινωνικές επιπτώσεις. Να πω πολύ δυσάρεστες; Ο Θεός να βάλει το χέρι Του. Είμεθα μάρτυρες και γνώσται όλοι.
Τι πρέπει να γίνει; Καλλιέργεια της κατηχήσεως και του κηρύγματος. Το κήρυγμα πρέπει να είναι κατήχησις. Πρέπει να είναι μάθημα. Από το μανθάνω, μαθαίνω. Το κήρυγμα δεν είναι διακοσμητικόν στοιχείον, που θα το λέμε στα πανηγύρια και στις γιορτές. Και να είναι λίγα λεπτά, ίσα και μόνα να καλύψουμε το επίπεδο της εορτής, με τη λειτουργία την πανηγυρική, με την αρτοκλασία – δεν λείπουν να το σημειώνουν αυτό, ότι έχει και αρτοκλασία στη γιορτή- και με ένα κήρυγμα ολίγων λεπτών. Συνήθως ως διακοσμητικόν. Τίποτε άλλο. Αχ, άνθρωποί μου, έχετε μικρόφωνο στα χέρια σας και μιλάτε τον λόγο του Θεού από κάπου, ένας τόπος που πανηγυρίζει, η Αθήνα, δεν ξέρω πού, και μάλιστα από το πρώτο πρόγραμμα, το λεγόμενον «Κρατικό πρόγραμμα», και δεν λέτε τίποτα; Τι λόγο θα δώσετε; Το κήρυγμα είναι μάθημα. Δεν έγινε η κατήχησις. Αλλά και αν έγινε η κατήχησις, όπως στην αρχαιότητα, θα πρέπει να ανανεώνεται αυτή η κατήχησις, γιατί ποτέ δεν μπορούμε να πούμε ότι έχουμε φθάσει σε μίαν επάρκειαν. Πάντως πρέπει να ξεκινήσει το κήρυγμα ως μάθημα. Η κατήχησις σωστά. Αν θέλουμε να δούμε καλύτερες εκκλησιαστικές ημέρες.
Και το θέμα είναι πρώτιστα θέμα αγάπης εις τον Ιησούν Χριστόν. Αν αγαπάς τον Χριστό, σίγουρα μεταδίδεις στον πλαϊνό σου τον Χριστόν. Ο Κύριος, δε, αποτεινόμενος μετά την Ανάστασή Του στον Απόστολο Πέτρο, του λέγει: «Σίμων Ἰωνᾶ, ἀγαπᾷς με πλεῖον τούτων;». Και παίρνει την απάντηση: «Ναί, Κύριε, σὺ οἶδας ὅτι φιλῶ σε». Συ γνωρίζεις ότι σε αγαπώ. Επειδή είχε τριπλήν άρνησιν. Τι του είπε ο Κύριος; «Βόσκε τά ἀρνία μου». Δηλαδή «να κάνεις ποιμαντική». «Βόσκε τά ἀρνία μου», τους χριστιανούς. Επανελήφθη δεύτερη και τρίτη φορά αυτή η ερώτησις. Και στην καταφατική απάντηση του Πέτρου, ο Κύριος απαντούσε: «Ποίμαινε τά πρόβατά μου» στη δεύτερη απάντησή του. Και στην τρίτη: «Βόσκε τά ἀρνία μου». «Μ΄αγαπάς; Να ασκήσεις ποιμαντική».
Πώς ασκείται η ποιμαντική; Με το κήρυγμα, με την κατήχηση, με τα Μυστήρια της Εκκλησίας. Παρατηρούμε λοιπόν ότι η Ποιμαντική, δηλαδή η ιεραποστολή, συνδέεται με την αγάπη του Χριστού. Αγαπάς τον Χριστό; Θα ασκήσεις ιεραποστολή. Αν αγαπάς τον πλησίον σου, θα ευαγγελιστείς εις αυτόν τον Χριστόν.
Σήμερα όμως τίθεται το ερώτημα: Αυτή η αγάπη υπάρχει; Μήπως απεψύγη; Μήπως πάγωσε; Που λέει ο Χριστός: «Στις εσχάτες μέρες η αγάπη των πολλών θα ψυγεί», δηλαδή θα κρυώσει, θα παγώσει. Ο Απόστολος Παύλος, αγαπητοί μου, έγραφε: «Ἐὰν γὰρ εὐαγγελίζωμαι, οὐκ ἔστι μοι καύχημα· ἀνάγκη γάρ μοι ἐπίκειται (μου είναι ανάγκη)· οὐαὶ δὲ μοί ἐστιν ἐὰν μὴ εὐαγγελίζωμαι». «Αλίμονό μου», λέει, «εάν δεν ευαγγελίζομαι, εάν δεν κηρύσσω το Ευαγγέλιο».
Ο δε 58ος κανόνας των Αγίων Αποστόλων, εντέλλεται τα εξής: «Ἐπίσκοπος, ἢ πρεσβύτερος, ἀμελῶν τοῦ κλήρου ἢ τοῦ λαοῦ, καὶ μὴ παιδεύων αὐτοὺς τὴν εὐσέβειαν,(δεν παιδαγωγεί τον λαό εις την ευσέβεια, δηλαδή εις τον Χριστιανισμόν, δηλαδή δεν κάνει κατήχηση), ἀφοριζέσθω (δηλαδή να μην κοινωνεί)· ἐπιμένων δὲ τῇ ἀμελείᾳ καὶ ῥᾳθυμίᾳ καθαιρείσθω(Εάν όμως επιμένει σε αυτήν την αμέλεια, τότε, ή ο Επίσκοπος ή ο πρεσβύτερος πρέπει να καθαιρείται)». Τι θα λέγαμε; Εάν υπάρχουν πρεσβύτεροι ή επίσκοποι που εμποδίζουν στον χώρο τους να ακουστεί ο λόγος του Θεού; Εμποδίζουν! Είναι εκείνος ο άλλος λόγος που είπε ο Χριστός: «Ούτε αυτοί μπαίνουν στη Βασιλεία, αλλά κι εκείνοι που θέλουν να μπουν, τους εμποδίζουν». Στην ερμηνεία του δε ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης σε αυτόν τον κανόνα, βάζει μια φρασούλα, δηλαδή «να διδάσκει καθ’ εκάστην», λέει. Κάθε μέρα. Με ποικίλες μορφές. Είτε κήρυγμα από άμβωνος, είτε στην Εξομολόγηση, είτε στην Κατήχηση, είτε κατ’ ιδίαν. Δεν έχει σημασία. Και ο Απόστολος Παύλος στην Έφεσο που έμεινε τρία χρόνια, έκανε και κατ’ ιδίαν κατήχησιν.
Αλλά εάν υποχρεούται ο κληρικός να διδάσκει, αγαπητοί μου, τον λαό και ο λαός πρέπει να προσέρχεται στη διδασκαλία, είναι δίκαιο. Φροντίζουμε για σας. Εσείς πώς ακούτε; Έρχεστε να ακούσετε; Και μόνο τότε έρχεται η ευλογία του Κυρίου. Γι΄αυτό ο λαός ποτέ δεν πρέπει να απουσιάζει από τον λόγο του Θεού. Γράφει ο Απόστολος Παύλος στους Εβραίους: «Μὴ ἐγκαταλείποντες τὴν ἐπισυναγωγὴν ἑαυτῶν(τη συγκέντρωσή σας), καθὼς ἔθος τισίν» κ.λπ. «Όπως είναι συνήθεια», λέει, σε μερικούς να εγκαταλείπουν την επισυναγωγή, τη συγκέντρωση, να ακούσουν τον λόγο του Θεού». Και για την αμέλεια του λαού, γράφει ο Παύλος πάλι εις τους Εβραίους: «Καὶ γὰρ ὀφείλοντες εἶναι διδάσκαλοι διὰ τὸν χρόνον (τόσον καιρό ακούτε· οφείλατε να είσαστε διδάσκαλοι), πάλιν χρείαν ἔχετε τοῦ διδάσκειν ὑμᾶς τινα τὰ στοιχεῖα τῆς ἀρχῆς τῶν λογίων τοῦ Θεοῦ(τα στοιχειώδη, λέει, από τη Θεολογία, τα στοιχειώδη), καὶ γεγόνατε χρείαν ἔχοντες γάλακτος καὶ οὐ στερεᾶς τροφῆς». «Και είσαστε πάλι στην ανάγκη να πίνετε γαλατάκι και όχι στερεά τροφή».
Και κάτι που πρέπει να σχολιάσουμε. Όταν ακούστηκε ότι η Αντιόχεια δέχτηκε το κήρυγμα του Ευαγγελίου, τότε οι Απόστολοι, όπως σας είπα, είχαν μείνει στα Ιεροσόλυμα, έστειλαν τον Βαρνάβαν να δει τι γίνεται. Ο άνθρωπος ήταν και Κύπριος. Όταν είδε την κίνηση στην Αντιόχεια, χάρηκε. Ακούστε πώς το γράφει ο Λουκάς: «Καὶ ἰδὼν τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ ἐχάρη, καὶ παρεκάλει πάντας τῇ προθέσει τῆς καρδίας προσμένειν τῷ Κυρίῳ». Χάρηκε. Και είπε: «Μπράβο, με την καρδιά σας, έτσι προσμένειν τῷ Κυρίῳ». Είδατε; Χάρηκε. Γιατί; Για την προκοπή του Ευαγγελίου. Δεν φθόνησε. Γιατί ο φθόνος υπάρχει σε κάθε εποχή. Και μπορεί να προσβάλει τον εργάτη του Ευαγγελίου. Συνήθως έτσι γίνεται. Και ο Κύριος έγινε αντικείμενον φθόνου των διδασκάλων του Ισραήλ. Και το λέμε αυτό γιατί έντονα ζούμε αυτόν τον φθόνον. Συνήθως ο εργάτης του Ευαγγελίου, που φθονεί, δεν καθάρισε την καρδιά του, δεν είναι αγιασμένος άνθρωπος.
Και δικαιολογεί για τη συμπεριφορά αυτή του Βαρνάβα ο Λουκάς: «Ὃτι ἦν ἀνὴρ ἀγαθὸς καὶ πλήρης Πνεύματος Ἁγίου καὶ πίστεως». Αυτός ήτο ο Βαρνάβας. Αγαθός άνθρωπος. Γεμάτος από Πνεύμα Θεού. Πώς μπορούσε να φθονήσει; Ο δε Παύλος παραπονείται: «Τινές μὲν καὶ διὰ φθόνον καὶ ἔριν (γκρίνια, μάλωμα, τσακωμοί…), τινὲς δὲ καὶ δι’ εὐδοκίαν τὸν Χριστὸν κηρύσσουσιν· Τί γάρ; (Ε, και;). Πλὴν παντὶ τρόπῳ, εἴτε προφάσει εἴτε ἀληθείᾳ, Χριστὸς καταγγέλλεται. (Τι με νοιάζει;, λέει, στο τέλος- τέλος. Αυτοί είναι υπεύθυνοι για τον εαυτό τους. Εμένα ένα με ενδιαφέρει. Ότι ο Χριστός καταγγέλλεται, κηρύσσεται). Καὶ ἐν τούτῳ χαίρω, ἀλλὰ καὶ χαρήσομαι». «Σ΄αυτό το πράγμα χαίρομαι και θα χαρώ».
Αγαπητοί, σήμερα ο λαός μας βρίσκεται στο χάος της άγνοιας του Ευαγγελίου. Γι΄αυτό και η αποδοχή πολλών αιρέσεως και ο διεφθαρμένος βίος. «Ἡ ἄγνοια τῶν Γραφῶν ( λέει ο Ιερός Χρυσόστομος) τά ἄνω κάτω πεποίηκεν ( Όλα τα αναποδογύρισε)». Και γράφει ο Παύλος στον επίσκοπο -επίσκοπον πλέον- Τιμόθεο στην Έφεσο: «Σύ οὖν τέκνον μου, ἃ ἤκουσας (εκείνα που άκουσες) παρ’ ἐμοῦ διὰ πολλῶν μαρτύρων, ταῦτα παράθου πιστοῖς ἀνθρώποις(Να τα παραθέσεις, λέει, σε πιστούς ανθρώπους), οἵτινες ἱκανοὶ ἔσονται καὶ ἑτέρους διδάξαι (που θα σταθούν ικανοί να διδάξουν και άλλους παρακάτω). Βγάλε δηλαδή ιεροκήρυκες. Βγάλε ομιλητές του λόγου του Θεού, λέει στον Τιμόθεο ο Παύλος.
Και για να του σημειώσει πιο κάτω: «Κήρυξον τὸν λόγον, ἐπίστηθι εὐκαίρως ἀκαίρως ἐν πάσῃ διδαχῇ». Εὐκαίρως ἀκαίρως. Βρες κι εσύ την ευκαιρία. Και θα αιτιολογήσει προφητικά: «Ἒσται γὰρ καιρὸς(γιατί θα υπάρξει καιρός), ὅτε τῆς ὑγιαινούσης διδασκαλίας οὐκ ἀνέξονται (δεν θα ανέχονται οι άνθρωποι την υγιά διδασκαλίαν), ἀλλὰ κατὰ τὰς ἐπιθυμίας τὰς ἰδίας ἑαυτοῖς ἐπισωρρεύσουσι διδασκάλους κνηθόμενοι(που γαργαλούν, λέει) τὴν ἀκοήν -Ωραία πραγματάκια. Ο Ισλαμισμός τι κάνει; Γαργαλάει την ακοήν- καὶ ἀπὸ μὲν τῆς ἀληθείας τὴν ἀκοὴν ἀποστρέψουσιν, ἐπὶ δὲ τοὺς μύθους ἐκτραπήσονται». Και αυτός ο καιρός είναι κατεξοχήν η εποχή μας, αγαπητοί μου.
Όποιος λοιπόν αγαπά τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, ας αρχίσει να καταρτίζεται, για να μεταδώσει και πιο πέρα τον λόγο του Θεού. Και να συντελέσει στη γνώση του Θεού στον λαό μας. Δεν είναι μόνον ο άμβων που κηρύσσει. Είναι και το κατηχητικό σχολείο, είναι και κάθε τόπος και κάθε χρόνος, είναι οι λεγόμενοι «φιλικοί κύκλοι μελέτης της Αγίας Γραφής», όλα αυτά που σημειώνει ο Παύλος, εὐκαίρως ἀκαίρως. Κάθε τόπος, κάθε χρόνος. Και γρήγορα θα γίνει αντιληπτό ότι «χείρ Κυρίου εὐλογεῖ τό ἔργον τοῦ κηρύγματος». Όποιος αγαπά τον Κύριον, ας το σκεφτεί.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_676.mp3
Μέχρι τέλους
«Καὶ παρεκάλει πάντας τῇ προθέσει τῆς καρδίας προσμένειν τῷ Κυρίῳ» (Πράξ. 11,23)
O ΠΡΩΤΟΣ, ἀγαπητοί μου, ὁ πρῶτος διωγμὸς ἄρχισε. Κηρύχτηκε στήν πρωτεύουσα τοῦ Ἰσραήλ, στὰ Ἱεροσόλυμα. Οἱ ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων, ἀρχιερεῖς, γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι, ποὺ εἶχαν σταυρώσει τὸ Χριστό, αὐτοὶ καὶ τώρα, ὅταν ἄκουσαν ὅτι ὁ Χριστὸς ἀναστήθηκε, κήρυξαν διωγμὸ κατὰ τῶν μαθητῶν καὶ ἀποστόλων τοῦ Κυρίου, ποὺ ἐκήρυτταν τὴν ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἰδέα καί μόνο, ὅτι ἐκεῖνος ποὺ αὐτοὶ σταυρώσανε ἀναστήθηκε δυνατὸς καὶ κραταιὸς ἀπὸ τὸν τάφο καὶ θὰ ἔρθῃ πάλι γιὰ νὰ κρίνῃ τὸν κόσμο, καὶ μόνο αὐτὴ ἡ ἰδέα, τάραξε τοὺς ἄρχοντες καὶ δὲν τοὺς ἄφηνε νὰ ἡσυχάσουν. Καὶ νόμιζαν οἱ ταλαίπωροι ὅτι θὰ ἡσυχάσουν, ἐὰν τὸ Χριστὸς ἀνέστη ἔπαυε νὰ ἀκούγεται. Διωγμός, λοιπόν, κατὰ τῆς Ἐκκλησίας. Διωγμοὶ κατὰ τῶν κηρύκων τοῦ εὐαγγελίου. Διωγμὸς ἐξοντωτικός. Πρῶτο δὲ θῦμα τοῦ διωγμοῦ ἦταν ὁ Στέφανος.
Ὁ Στέφανος ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς ἑπτὰ πρώτους διακόνους, ποὺ διάλεξε ἡ Ἐκκλησία γιὰ νὰ ὑπηρετοῦν τὸν πιστὸ λαὸ στὶς ὑλικές του ἀνάγκες. Κανείς πεινασμένος δὲν ἔπρεπε νὰ ὑπάρχῃ μεταξὺ τῶν χριστιανῶν. Καὶ ὁ Στέφανος ἀναδείχτηκε ἕνας στοργικός πατέρας τοῦ λαοῦ. Φρόντιζε γιὰ τὴν ὑλικὴ τροφὴ ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν πνευματικὴ τροφὴ τοῦ λαοῦ ποὺ πίστεψε στο Θεό. Με δικαίοσύνη καὶ ἀγάπη ἐφέρετο σὲ ὅλους. Με φλογερή καρδιὰ κήρυττε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, καὶ τὸ ζωντανό κήρυγμά του τραβοῦσε πολὺ κόσμο στὴ νέα πίστι. Ἀλλὰ ἡ πρόοδος αὐτὴ τοῦ κηρύγματος ἦταν ἐκείνη ποὺ προκάλεσε τὴν ὀργὴ τῶν ἀπίστων Ἰουδαίων κατὰ τοῦ Στεφάνου. Ὁ Στέφανος, ὁ φλογερός κήρυκας τοῦ εὐαγγελίου, ἔπρεπε ὁπωσδήποτε νὰ ἐξοντωθῇ. Τὸν συλλαμβάνουν λοιπόν, τον δικάζουν οἱ παράνομοι, τὸν καταδικάζουν σε θάνατο, τὸν βγάζουν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλι, κ’ ἐκεῖ χιλιάδες χέρια φανατικῶν Ἰουδαίων παίρνουν πέτρες καὶ τὸν πετροβολοῦν, ἐνῷ ὁ Στέφανος γονατίςτός, μιμητὴς τοῦ Χριστοῦ σὲ ὅλα, προσευχόταν γιὰ τοὺς φονιᾶδες.
Οἱ ἄπιστοι Ἰουδαῖοι ὕστερα ἀπὸ τὴν ἐκτέλεσι τοῦ Στεφάνου ἐλπίζανε πὼς θὰ σταματήσῃ τὸ κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου. Ἀλλὰ τὸ κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου ὄχι μόνο δεν σταμάτησε, ἀλλὰ καὶ διαδόθηκε πιό πολύ. Ἐνῷ πρὶν ἀπὸ τὸ μαρτυρικὸ θάνατο του Στεφάνου τὸ κήρυγμα περιωριζόταν μέσα στὴν πόλι τῶν Ἱεροσολύμων, μετὰ ἀπὸ τὸ μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ Στεφάνου ξάπλωσε καὶ ἔξω ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα. Οἱ χριστιανοί, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, ποὺ ἀναγκάστηκαν νὰ φύγουν ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα ἐξ αἰτίας τοῦ διωγμοῦ, διασκορπίστηκαν σὲ ἄλλα μέρη, ἔφτασαν μέχρι τὴ Φοινίκη καὶ τὴν Κύπρο καὶ τὴν Ἀντιόχεια, καὶ παντοῦ ἐκήρυτταν τὸ εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Ἀντὶ λοιπὸν νὰ κάνῃ κακὸ ὁ διωγμός, ὅπως περίμεναν οἱ ἄπιστοι Ἰουδαῖοι, ἔκανε καλό. Ὁ διωγμὸς ἐκεῖνος συνετέλεσε στὴν ἐξάπλωσι τοῦ εὐαγγελίου καὶ ἔξω ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα. Ἔτσι γίνεται πάντοτε ὅσο χτυπιέται ἡ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ, τόσο αὐξάνει καὶ ῥιζώνει πιο βαθειὰ μέσ’ στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Καὶ ὅπου μαρτυρεῖ ἕνας χριστιανὸς γιὰ τὴν πίστι του, ὁ Θεὸς σηκώνει ἄλλους γιὰ νὰ συνεχίσουν τὸ φλογερό κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου.
* * *
Ἐκεῖ ποὺ εἶχε ἐξαιρετική πρόοδο τὸ κήρυγμα ἦταν ἰδίως ἡ Ἀντιόχεια. Ἡ πόλις αὐτὴ ἦταν ἀπὸ τίς μεγαλύτερες πόλεις τοῦ ἀρχαίου κόσμου. Ἡ Ἀντιόχεια εἶχε τότε πληθυσμὸ μισὸ περίπου ἑκατομμύριο κατοίκους. Σ’ αὐτὴ τὴν πόλι ἦρθαν κάποιοι χριστιανοί, ποὺ κατάγονταν ἀπὸ τὴν Κύπρο καὶ ἀπὸ τὴ Λιβύη, ποὺ ἤτανε μιὰ παράλια ἐπαρχία τῆς Αἰγύπτου, καὶ αὐτοὶ οἱ χριστιανοὶ κήρυξαν στη μεγάλη πόλι τὸ Χριστό. Τὰ ὀνόματά τους; Δὲν τὰ ἀναφέρει τὸ βιβλίο τῆς ἁγίας Γραφῆς ποὺ λέγεται Πράξεις τῶν ἀποστόλων. Ἦταν ἄνθρωποι τοῦ λαοῦ, ἄνθρωποι ταπεινοὶ καὶ ἁπλοϊκοί, ὅπως ἦταν καὶ οἱ πρῶτοι μαθηταὶ τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλὰ τί μὲ τοῦτο; Μέσ’ στὶς καρδιὲς τῶν ταπεινῶν καὶ ἁπλοϊκῶν αὐτῶν ἀνθρώπων ἔκαίγε ἡ φλόγα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀγάπης στο Χριστό. Καὶ ὅ,τι πίστευαν δὲν τὸ ἔκρυβαν. Τὸ κήρυτταν καὶ στοὺς ἄλλους, καὶ τὰ ἁπλᾶ ἀλλὰ γεμᾶτα πίστι λόγια τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν ἔφερναν λαμπρὰ ἀποτελέσματα. Ψυχές, ποὺ ζοῦσαν στό σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας, ἔβλεπαν τὴν ἀλήθεια καὶ πίστευαν στὸ Χριστό. Ἔτσι μέσ’ στὴν Ἀντιόχεια δημιουργήθηκε μιὰ ἐκκλησία μὲ πολλοὺς πιστούς.
Ἡ εἴδησις, ὅτι τὸ κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου στὴ μεγάλη αὐτὴ πόλι προώδευσε τόσο πολύ, ἀκούστηκε μὲ ἰδιαίτερη χαρὰ ἀπὸ τοὺς πιστοὺς ποὺ κατοικοῦσαν στὰ Ἱεροσόλυμα. Καὶ οἱ ἀπόστολοι ἔκριναν καλὸ νὰ στείλουν στὴν Ἀντιόχεια ἕνα σπουδαῖο κήρυκα τοῦ εὐαγγελίου, τὸ Βαρνάβα. Ὁ Βαρνάβας πῆγε στὴν Ἀντιόχεια κι ἄρχισε τὸ κήρυγμα ἕνα κήρυγμα, ποὺ ἔκανε ἰδιαίτερη ἐντύπωσι στὸ λαό. Στὸ πρόσωπο τοῦ Βαρνάβα ἀκτινοβολοῦσε ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Ὁ Βαρνάβας ήταν ὅ,τι καὶ ἔλεγε. Ὅποιος τὸν ἄκουγε, δὲν ξεχώριζε τὰ λόγια του ἀπὸ τὸ βίο του. Ὁ Βαρνάβας ἦταν μιὰ ζωντανὴ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ μας. Τὸ κήρυγμα τοῦ Βαρνάβα συνετέλεσε πολὺ στὸ νὰ αὐξηθῇ καὶ στερεωθῇ ἡ ἐκκλησία τῆς Ἀντιοχείας. Κι ὅταν ὁ Βαρνάβας εἶδε, πὼς ἡ ἐκκλησία αὐξάνεται καὶ πὼς αὐτὸς δὲν ἐπαρκεῖ πιὰ μόνος του γιὰ νὰ κατηχῇ καὶ διδάσκῃ τόσο λαό, φρόντίςε νὰ βρῇ καὶ ἄλλο συνεργάτη. Πῆγε καὶ βρῆκε τὸν Παῦλο, ποὺ ἔμενε στὴν Ταρσὸ καὶ δὲν εἶχε ἀκόμα ἐμφανισθῆ δημοσίως στὸ κήρυγμα. Τὸν ἔφερε στήν Αντιόχεια, κι ἀπὸ τὴν ἡμέρα ποὺ ἔφτασε ὁ Παῦλος στὴν Ἀντιόχεια ἄρχισε κι αὐτὸς νὰ κηρύττῃ, νὰ μιλάῃ γιὰ τὸ Χριστό. Νέα πρόοδος καταπληκτικὴ σημειώθηκε τότε στὴν ἐκκλησία τῆς Ἀντιοχείας. Καὶ κοντὰ στὰ ἄλλα μεγάλα καὶ θαυμαστὰ γεγονότα, ποὺ συνέβησαν στὴ μεγάλη αὐτὴ πόλι μὲ τὸν ἐρχομὸ καὶ τὸ κήρυγμα τοῦ Παύλου, ἦταν κι αὐτό· ὅτι ὅσοι πίστευαν στὸ Χριστὸ ὠνομάστηκαν χριστιανοί. Καὶ ἀπὸ τότε μὲ τὸ ὄνομα αὐτὸ εἶνε γνωστοὶ στὸν κόσμο ὅσοι πιστεύουν στὸ Χριστό.
* * *
Ἀπ ̓ ὅλη τὴν ἀποστολικὴ περικοπὴ ποὺ ἀκούσαμε σήμερα θὰ ἤθελα νὰ κρατήσουμε γιὰ δίδαγμα μιὰ προτροπὴ ποὺ ἀπηύθυνε πρὸς τοὺς πρώτους χριστιανοὺς τῆς Ἀντιοχείας ὁ Βαρνάβας.
Τοὺς προέτρεπε, λέει, νὰ μένουν ἀφωσιωμένοι καὶ προσκολλημένοι στὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν. Ναί! Νὰ μένουν μὲ ὅλη τὴ διάθεσι τῆς καρδιᾶς τους. Νὰ μένουν μέχρι τέλους. Καὶ ἔκανε αὐτὴ τὴν προτροπὴ ὁ Βαρνάβας, γιατὶ ἤξερε ὅτι πολλοὶ εἶνε ἐκεῖνοι ποὺ ἀκοῦνε ἕνα κήρυγμα καὶ πιστεύουν στὸ Χριστό, ἀλλὰ δὲν μένουν ὅλοι μέχρι τέλους. Βαδίζουν στὴν ἀρχὴ μὲ προθυμία τὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ μόλις παρουσιαστοῦν τὰ πρῶτα ἐμπόδια οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ἀπογοητεύονται, σταματοῦν καὶ γυρίζουν πίσω καὶ ξαναρχίζουν τὴν παλιά τους ἁμαρτωλή ζωή. Δὲν εἶνε σταθεροί καὶ ἀκλόνητοι στὴν ἀπόφασί τους. Ἔτσι ἀπὸ τοὺς 100, ποὺ πιστεύουν κι ἀκολουθοῦν τὸ Χριστό, στὸ τέλος τοῦ δρόμου δεν μένουν παρὰ λίγοι, πολὺ λίγοι, 2 ἢ 3 ἢ 4 ἢ 5… Οἱ ἄλλοι; Φεύγουν δυστυχῶς καὶ γίνονται λιποτάκτες, προδότες, καὶ ἐχθροὶ τοῦ Χριστοῦ.
Γι’ αὐτό, ἀγαπητοί μου, ἂς προσέξουμε τὴν προτροπὴ αὐτὴ τοῦ ἀποστόλου Βαρνάβα καὶ ἂς παρακαλέσουμε τὸν Κύριο, ὄχι μόνο σήμερα καὶ αὔριο, ἀλλὰ ὅλο τὸ χρόνο τῆς ζωῆς μας, μέχρι τελευταίας μας ἀναπνοῆς, νὰ μένουμε κοντά του, πιστὰ καὶ ἀφωσιωμένα παιδιά του, πραγματικοὶ χριστιανοί, ὅπως ἦταν οἱ πρῶτοι ἐκεῖνοι χριστιανοί, ποὺ πίστευαν καὶ μαρτυροῦσαν γιὰ τὸ Χριστό.