ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ (Ζ΄ Οικ. Συνόδου) (Αποστολική Περικοπή)

Αποστολική Περικοπή και Κηρύγματα Αγίων Πατέρων

by admin

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ (Ζ) - ΤΙΤΟΝ (Γ΄ 8 - 15)

Τίτον, κεφ. Γ΄, εδάφια 8-15

   8 Πιστς λγος· κα περ τοτων βολομα σε διαβεβαιοσθαι, να φροντζωσι καλν ργων προστασθαι ο πεπιστευκτες τ Θε. Τατ στι τ καλ κα φλιμα τος νθρποις· 9μωρς δ ζητσεις κα γενεαλογας κα ρεις κα μχας νομικς περιστασο· εσ γρ νωφελες κα μταιοι. 10 Αρετικν νθρωπον μετ μαν κα δευτραν νουθεσαν παραιτο, 11 εδς τι ξστραπται τοιοτος κα μαρτνει ν ατοκατκριτος.

12 Οταν πμψω ᾿Αρτεμν πρς σε Τυχικν, σποδασον λθεν πρς με ες Νικπολιν· κε γρ κκρικα παραχειμσαι. 13 Ζηνν τν νομικν κα ᾿Απολλ σπουδαως πρπεμψον, να μηδν ατος λεπ. 14 Μανθαντωσαν δ κα ο μτεροι καλν ργων προστασθαι ες τς ναγκαας χρεας, να μ σιν καρποι.15 ᾿Ασπζοντα σε ο μετ’ μο πντες. σπασαι τος φιλοντας μς ν πστει.Η χρις μετ πντων μν· μν.

8 Αυτός δε ο λόγος, που σου γράφω, είναι κατά πάντα αληθινός και αξιόπιστος. Και περί αυτών των μεγάλων αληθειών θέλω να διαβεβαιώνης και να πείθης τους Χριστιανούς, δια να φροντίζουν, όσοι έχουν πιστεύσει στον Θεόν, να μη μένουν εις την απλήν πίστιν, αλλά να πρωτοστατούν με ζήλον εις τα καλά έργα. Αυτά δε που είπα παραπάνω είναι έργα τα καλά και τα ωφέλιμα στους ανθρώπους. 9 Να αντιπαρέρχεσαι δε και να αποφεύγης τας ανοήτους συζητήσεις και τας γενεαλογίας περί ευγενούς καταγωγής και τας φιλονεικίας και τας μάχας γύρω από τα ζητήματα του Ιουδαϊκού νόμου· διότι όλα αυτά είναι ανωφελή και μάταια. 10 Αιρετικόν άνθρωπον, ο οποίος ύστερα από πρώτην και δευτέραν συμβουλήν μένει με πείσμα εις την πλάνην του, παράτησέ τον και μη συζητής πλέον μαζή του. 11 Γνωρίζων, ότι ο τοιούτος έχει πλέον παρεκκλίνει από την αλήθειαν και διαστροφή και αμαρτάνει, ελεγχόμενος και καταδικαζόμενος από τον ίδιον τον ευατόν του, από την συνείδησίν του. 12 Οταν στείλω εις σε τον Αρτεμάν η τον Τυχικόν, φρόντισε με κάθε τρόπον να έλθης να με συναντήσης εις την Νικόπολιν, διότι εκεί έχω αποφασίσει να περάσω τον χειμώνα. 13 Τον Ζηναν τον νομικόν και τον Απολλώ να τους κατευοδώσης και να τους εφοδιάσης με πολλήν επιμέλειαν, ώστε να μη τους λείπη τίποτε στο ταξίδι των. 14 Ας φροντίζουν δε και όλοι οι ιδικοί μας να πρωτοστατούν εις τα καλά έργα και μάλιστα εις τας επειγούσας ανάγκας των αδελφών, δια να μη μένουν άκαρποι. 15 Σε χαιρετούν όλοι όσοι είναι μαζή μου· χαιρέτησε όλους εκείνους, που μας αγαπούν δια της πίστεως του Χριστού. Η χάρις του Θεού, ας είναι με όλους σας. Αμήν.

Το ότι δικαιωθήκαμε και αναγεννηθήκαμε και θα κληρονομήσουμε την αιώνια ζωή είναι λόγος και αλήθεια αξιόπιστη. Και γι’ αυτά τα θέματα θέλω να μιλάς με βεβαιότητα και με κύρος, για να φροντίζουν όσοι έχουν πιστέψει στο Θεό να πρωτοστατούν ακούραστα σε καλά έργα. Αυτά είναι τα καλά έργα και τα ωφέλιμα στους ανθρώπους? αυτά για τα οποία σας μίλησα. Απόφευγε τις ανόητες συζητήσεις και τις γενεαλογίες για τους μυθικούς θεούς ή τους ευγενείς προγόνους, όπως και τις φιλονικίες και διαμάχες για τον ιουδαϊκό νόμο, διότι δεν φέρνουν καμία ωφέλεια και είναι μάταιες. 10 Αιρετικό άνθρωπο που επιμένει να δημιουργεί σκάνδαλα και διαιρέσεις στην Εκκλησία, μολονότι τον συμβούλευσες για πρώτη και δεύτερη φορά, παράτησέ τον και απόφευγέ τον. 11 Γνώριζε ότι ένας τέτοιος άνθρωπος έχει διαστραφεί και αμαρτάνει· και για την αμαρτία του αυτή ελέγχεται και κατακρίνεται από τη συνείδησή του και από τον ίδιο του τον εαυτό.  12 Όταν σου στείλω τον Αρτεμά ή τον Τυχικό, φρόντισε γρήγορα να έλθεις στη Νικόπολη, διότι εκεί αποφάσισα να περάσω το χειμώνα. 13 Τον Ζηνά το νομοδιδάσκαλο και τον Απολλώ κατευόδωσέ τους με επιμελημένη προετοιμασία, για να μην τους λείπει τίποτε στο ταξίδι τους. 14 Με την ευκαιρία μάλιστα της προετοιμασίας αυτής ας παίρνουν μάθημα και οι δικοί μας να πρωτοστατούν και να εργάζονται καλά έργα και να συντρέχουν τους αδελφούς στις απαραίτητες υλικές τους ανάγκες, για να μη στερούνται από πνευματικούς καρπούς. 15 Σε χαιρετούν εγκάρδια όλοι όσοι είναι μαζί μου. Χαιρέτησε όσους μας αγαπούν, επειδή έχουν κοινή πίστη με μας. Σας εύχομαι η χάρις του Θεού να είναι με όλους σας. Αμήν

 

Ὁ λόγος εἶναι ἀληθινός. Kαὶ θέλω γι’ αὐτά (τὰ πνευματικὰ καὶ τὰ οὐράνια πράγματα) νὰ ὁμιλῇς μὲ κάθε βεβαιότητα, γιὰ νὰ φροντίζουν ὅσοι ἔχουν πιστεύσει στὸ Θεὸ νὰ πρωτοστατοῦν σὲ καλὰ ἔργα. Aὐτὰ εἶναι ποὺ συμφέρουν καὶ ὠφελοῦν τοὺς ἀνθρώπους. Mωρὲς δὲ συζητήσεις καὶ γενεαλογίες καὶ ἔριδες καὶ διαμάχες γιὰ τὸ νόμο (τὸν Ἰουδαϊκὸ νόμο) ν’ ἀποφεύγῃς, διότι εἶναι ἀνωφελεῖς καὶ μάταιες. 10 Aἱρετικὸν ἄνθρωπο μετὰ ἀπὸ πρώτη καὶ δεύτερη νουθεσία νὰ ἐγκαταλείπῃς. 11 Nὰ ξέρῃς, ὅτι ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος ἔχει διαστραφῆ καὶ ἁμαρτάνει καὶ ἔχει ὁ ἴδιος ὅλη τὴν εὐθύνη γιὰ τὴν καταδίκη του (σὺ πλέον δὲν ἔχεις καμμία εὐθύνη). 12 Ὅταν στείλω σὲ σένα τὸν Ἀρτεμᾶ ἢ τὸν Tυχικό, φρόντισε νὰ ἔλθῃς σὲ μένα στὴ Nικόπολι. Διότι ἐκεῖ ἔχω ἀποφασίσει νὰ περάσω τὸ χειμῶνα. 13 Tὸ Zηνᾶ τὸ νομοδιδάσκαλο καὶ τὸν Ἀπολλὼ νὰ τοὺς προπέμψῃς μὲ φροντίδα, γιὰ νὰ μὴ τοὺς λείπῃ τίποτε. 14 Ἂς μαθαίνουν δὲ καὶ οἱ δικοί μας (ὅπως σύ) νὰ πρωτοστατοῦν σὲ καλὰ ἔργα γιὰ τὴν ἀντιμετώπισι ἐπειγουσῶν ὑλικῶν ἀναγκῶν, γιὰ νὰ μὴν εἶναι ἄκαρποι. 15 Σὲ χαιρετίζουν ὅλοι, ὅσοι εἶναι μαζί μου. Xαιρέτισε ὅσους μᾶς ἀγαποῦν εἰλικρινῶς. Ἡ χάρι μαζὶ μὲ ὅλους σας. Ἀμήν.

Ιερός Χρυσόστομος (Ερμηνεία Περικοπής)

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ

«Πιστς λγος· κα περ τοτων βολομα σε διαβεβαιοσθαι, να φροντζωσι καλν ργων προστασθαι ο πεπιστευκτες τ Θε. τατ στι τ καλ κα φλιμα τος νθρποις· μωρς δ ζητσεις κα γενεαλογας κα ρεις κα μχας νομικς περιστασο· εσ γρ νωφελες κα μταιοι. Αρετικν νθρωπον μετ μαν κα δευτραν νουθεσαν παραιτο, εδς τι ξστραπται τοιοτος κα μαρτνει ν ατοκατκριτος(:Το ότι δικαιωθήκαμε και αναγεννηθήκαμε και θα κληρονομήσουμε την αιώνια ζωή είναι λόγος και αλήθεια αξιόπιστη. Και γι’ αυτά τα θέματα θέλω να μιλάς με βεβαιότητα και με κύρος, για να φροντίζουν όσοι έχουν πιστέψει στον Θεό να πρωτοστατούν ακούραστα σε καλά έργα . Αυτά είναι τα καλά έργα και τα ωφέλιμα στους ανθρώπους, αυτά για τα οποία σας μίλησα. Τις ανόητες συζητήσεις και γενεαλογίες για τους μυθικούς θεούς ή τους ευγενείς προγόνους, όπως και τις έριδες και τις διαμάχες για τον μωσαϊκό νόμο να τις αποφεύγεις, γιατί δε φέρνουν καμία ωφέλεια και είναι μάταιες. Αιρετικό άνθρωπο, που επιμένει να δημιουργεί σκάνδαλα και διαιρέσεις στην Εκκλησία, μετά την πρώτη και τη δεύτερη νουθεσία, παράτησέ τον και απόφευγέ τον. Να ξέρεις ότι έχει διαστραφεί τέτοιου είδους άνθρωπος και αμαρτάνει· και για την αμαρτία του αυτή ελέγχεται και καταδικάζεται από τη συνείδησή του και από τον ίδιο του τον εαυτό)»[Τίτ.3,8-11· ερμην. απόδοση Παναγ. Τρεμπέλα].

Αφού μίλησε ο Παύλος για τη φιλανθρωπία του Θεού και για την ανέκφραστη πρόνοιά Του για εμάς, και αφού είπε ποιοι ήμασταν εμείς και ποιους μας έκανε, προσθέτει και λέγει : «Και αυτά τα λόγια θέλω να τα διαβεβαιώνεις εσύ, ώστε, όσοι έχουν πιστέψει στον Θεό να φροντίζουν να πρωτοστατούν σε καλά έργα». Δηλαδή, «αυτά πρέπει να λέγεις και από αυτά να τους προτρέπεις για ελεημοσύνη. Γιατί τα λόγια αυτά δεν είναι κατάλληλα μόνο για ελεημοσύνη και να μην υπερηφανευόμαστε και να μην κακολογούμε τους άλλους, αλλά και για κάθε άλλη αρετή». Έτσι λοιπόν μιλώντας και στους Κορινθίους, λέγει: «Γινώσκετε γρ τν χάριν το Κυρίου μν ησο Χριστο, τι δι᾿ μς πτώχευσε πλούσιος ν, να μες τ κείνου πτωχεί πλουτήσητε(:Διότι γνωρίζετε την ανεκτίμητη δωρεά του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ότι δηλαδή ενώ ήταν απείρως πλούσιος σε όλες τις τελειότητες της θείας Του υποστάσεως, έγινε πτωχός προς χάριν σας· και φόρεσε την πτωχή ανθρώπινη φύση και έγινε άνθρωπος, για να γίνετε εσείς πνευματικά πλούσιοι με την πτωχεία Εκείνου)»[Β΄Κορ.8,9]. Αφού θυμήθηκε την πρόνοια του Θεού και την υπερβολική φιλανθρωπία Του, τους προτρέπει να κάνουν την ελεημοσύνη, όχι έτσι απλώς και σαν δευτερεύον έργο, αλλά με ποιο κύριο σκοπό; «Για να φροντίζουν», λέγει, «να πρωτοστατούν σε καλά έργα». Δηλαδή και τους αδικημένους να βοηθούν όχι μόνο με χρήματα, αλλά και με προστασία που θα μπορούσαν να τους προσφέρουν, και τις χήρες και τα ορφανά να υπερασπίζονται και όλους όσους υποφέρουν να προστατεύουν, γιατί αυτό σημαίνει το «να πρωτοστατούν σε καλά έργα». «Αυτά», λέγει, «είναι τα καλά και τα ωφέλιμα στους ανθρώπους».

«Και να αποφεύγεις τις ανόητες αναζητήσεις και τις γενεαλογίες και τις φιλονικίες και τις διαμάχες για τον νόμο, γιατί είναι ανωφελείς και μάταιες». Τι δηλαδή θέλουν οι γενεαλογίες; Γιατί και στην επιστολή του προς τον Τιμόθεο το αναφέρει αυτό λέγοντας: «Μηδ προσχειν μθοις κα γενεαλογαις περντοις, ατινες ζητσεις παρχουσι μλλον οκονομαν Θεο τν ν πστει(:Μήτε να προσέχουν σε μύθους και σε γενεαλογίες απέραντες, οι οποίες προκαλούν μάλλον άσκοπες αναζητήσεις, παρά βοηθούν τη διαχείριση του έργου του Θεού που βασίζεται στην πίστη)»[Α΄Τιμ.1,4]. Ίσως και εδώ και εκεί να εννοεί τους Ιουδαίους, που υπερηφανεύονται για το ότι είχαν πρόγονό τους τον Αβραάμ και αδιαφορούσαν για τα δικά τους. Γι’ αυτό τις ονομάζει και «ανόητες» και «ανωφελείς», γιατί το να πιστεύει κανείς σε πράγματα που δεν ωφελούν είναι απόδειξη ανοησίας.

«Φιλονικίες» εννοεί αυτές με τους αιρετικούς, για να μην κουραζόμαστε στα χαμένα, όταν δεν υπάρχει κανένα κέρδος, αφού το τέλος τους είναι το τίποτε. Γιατί, όταν κάποιος είναι διεστραμμένος και προδιατεθειμένος, να μην αλλάξει καθόλου τη γνώμη του, ό,τι και αν γίνει, για ποιο λόγο κουράζεσαι άσκοπα σπέρνοντας επάνω σε πέτρες, ενώ έπρεπε να διαθέτεις τον καλό αυτόν κόπο στους δικούς σου, μιλώντας σε αυτούς για την ελεημοσύνη και τις άλλες αρετές; Πώς λοιπόν λέγει αλλού: «ν πρᾳότητι παιδεοντα τος ντιδιατιθεμνους, μποτε δ ατος Θες μετνοιαν ες πγνωσιν ληθεας(:Εκπαιδεύοντας με πραότητα εκείνους που είναι αντίθετα διατεθειμένοι, μην τυχόν τους δώσει ο Θεός μετάνοια, για να έρθουν σε επίγνωση της αλήθειας)»[Β΄Τιμ.2,25], ενώ εδώ λέγει: «Τον αιρετικό άνθρωπο μετά την πρώτη και τη δεύτερη νουθεσία άφηνέ τον, γνωρίζοντας ότι έχει διαστραφεί αυτός και αμαρτάνει, καταδικάζοντας έτσι ο ίδιος τον εαυτό του»; Εκεί μιλάει για αυτούς που έχουν κάποια ελπίδα για διόρθωση και για αυτούς που απλώς έχουν αντίθετη γνώμη. Όταν όμως είναι φανερός και γνωστός σε όλους για την ισχυρογνωμοσύνη και την αδιαλλαξία του, για ποιο λόγο αγωνίζεσαι άδικα; Γιατί χτυπάς τον αέρα; Τι σημαίνει «καταδικάζοντας ο ίδιος τον εαυτό του»; Σημαίνει ότι δεν μπορεί δηλαδή να πει: «Κανείς δεν μου μίλησε, κανείς δεν με συμβούλευσε». Όταν λοιπόν μετά τη συμβουλή ο ίδιος επιμένει, τότε καταδικάζει ο ίδιος τον εαυτό του.

Τον αδιόρθωτο λοιπόν ονομάζει «αιρετικό». Όπως δηλαδή το να παραβλέπουμε όσους έχουν ελπίδα για κάποια μεταβολή είναι απόδειξη οκνηρίας, έτσι το να θεραπεύουμε όσους πάσχουν από ανίατες ασθένειες είναι απόδειξη ανοησίας και της χειρότερης παραφροσύνης. Γιατί έτσι τους κάνουμε θρασύτερους.

Πώς λοιπόν παροτρύνεις τον Τίτο να κλείνει το στόμα εκείνων που αντιλέγουν(«Ος δε πιστομζειν, οτινες λους οκους νατρπουσι διδσκοντες μ δε ασχρο κρδους χριν(:Τους ψευδοδιδασκάλους πρέπει ο επίσκοπος να τους αποστομώνει· είναι άνθρωποι οι οποίοι ανατρέπουν ολόκληρα σπίτια, διδάσκοντας πράγματα που δεν πρέπει, μόνο και μόνο για να κερδίσουν χρήματα με αθέμιτο και αισχρό τρόπο)»[Τίτ.1,11]), όταν τα κάνουν όλα για την καταστροφή τους; Λέγει όμως προηγουμένως, ότι δεν πρέπει να το κάνει αυτό αποβλέποντας σε δικό τους κέρδος· γιατί δεν θα ωφελούνταν ποτέ σε τίποτε τέτοιοι άνθρωποι, αφού είναι μια για πάντα διεστραμμένοι στη γνώμη τους. Αν όμως καταστρέφουν άλλους, πρέπει να διαφωνείς και να τους πολεμείς και να αντιστέκεσαι προς αυτούς με πολλή δύναμη· και αν βρεθείς σε ανάγκη, βλέποντας άλλους να διαφθείρονται, να μη σιωπάς, αλλά να τους αποστομώνεις, φροντίζοντας έτσι για εκείνους που πρόκειται να καταστραφούν από τις αιρετικές διδασκαλίες αυτών των πλανεμένων ανθρώπων. Και γενικά δεν είναι δυνατό να ανέχεται τις διαμάχες εκείνος που δείχνει πολλή φροντίδα και έχει σωστό τρόπο ζωής. Αλλά, όπως είπα, έτσι να κάνεις· γιατί από την αργία και την περιττή φιλοσοφία φθάνει κανείς να ασχολείται μόνο με τα ονόματα. Γιατί πραγματικά τα περιττά λόγια είναι μεγάλη ζημία, ενώ πρέπει ή να διδάσκουμε ή να προσευχόμαστε ή να ευχαριστούμε. Ούτε πρέπει να αποφεύγουμε να ξοδεύουμε βέβαια τα χρήματα, όχι όμως και τα λόγια· αλλά περισσότερο πρέπει να αποφεύγουμε τα λόγια από τα χρήματα, και να μην παραδίδουμε χωρίς λόγο τον εαυτό μας σε όλους.

«ταν πμψω ᾿Αρτεμν πρς σε Τυχικν, σποδασον λθεν πρς με ες Νικπολιν(:Όταν θα στείλω τον Αρτεμά προς εσένα ή τον Τυχικό, φρόντισε να έρθεις προς εμένα στη Νικόπολη)»[Τιτ.3,12].Τι λέγεις; Εγκατέστησες τον Τίτο στην Κρήτη και τον καλείς πάλι κοντά σου; Όχι για να τον απομακρύνει από το έργο εκείνο, αλλά για να τον συμβουλέψει περισσότερο. Ότι δεν τον καλεί κοντά του για να τον έχει παντού όπου πηγαίνει ακόλουθό του, άκουσε τι λέγει παρακάτω: «κε γρ κκρικα παραχειμσαι(:Γιατί εκεί έχω αποφασίσει να παραχειμάσω)». Η Νικόπολη όμως βρίσκεται στη Θράκη.

«Ζηνν τν νομικν κα ᾿Απολλ σπουδαως πρπεμψον, να μηδν ατος λεπ(:Τον Ζηνά τον νομοδιδάσκαλο και τον Απολλώ, πρόπεμψέ τους εφοδιάζοντάς τους με ιδιαίτερη επιμέλεια, για να μην τους λείπει τίποτα)». Αυτοί δεν είχαν αναλάβει ακόμη εκκλησίες, αλλά ήταν από τους συντρόφους του Παύλου· περισσότερο δραστήριος ήταν ο Απολλώς, αφού γνώριζε πολύ καλά την Αγία Γραφή, είχε τη δυνατότητα να την ερμηνεύει· διέθετε επίσης και το χάρισμα της ευγλωττίας[βλ. Πράξ.18,24: «ουδαος δέ τις πολλς νόματι, λεξανδρες τ γένει, νρ λόγιος, κατήντησεν ες φεσον, δυνατς ν ν τας γραφας(:Στο μεταξύ ήλθε στην Έφεσο κάποιος Ιουδαίος που λεγόταν Απολλώς και καταγόταν από την Αλεξάνδρεια. Ο άνθρωπος αυτός είχε ευγλωττία, γνώριζε πολύ καλά την Αγία Γραφή και είχε μεγάλη ικανότητα να την ερμηνεύει)»]. «Αν λοιπόν εκείνος ήταν νομικός, δεν έπρεπε», λέγει, «να τρέφεται από άλλους». «Νομικό» όμως εδώ εννοεί τον γνώστη των ιουδαϊκών νόμων. Είναι σαν να έλεγε: «να τους εφοδιάσεις πλουσιοπάροχα, ώστε να μην τους λείψει τίποτε».

«Μανθαντωσαν δ κα ο μτεροι καλν ργων προστασθαι ες τς ναγκαας χρεας, να μ σιν καρποι. ᾿Ασπζοντα σε ο μετ’ μο πντες. σπασαι τος φιλοντας μς ν πστει. Η χρις μετ πντων μν· μν(:Με την ευκαιρία μάλιστα της προετοιμασίας αυτής, ας παίρνουν μάθημα επίσης και οι δικοί μας να πρωτοστατούν σε καλά έργα και να συντρέχουν τους αδελφούς στις απαραίτητες υλικές τους ανάγκες, για να μην στερούνται από πνευματικούς καρπούς. Σε χαιρετούν εγκάρδια όλοι όσοι είναι μαζί μου. Χαιρέτησε αυτούς που μας αγαπούν επειδή έχουν κοινή πίστη με εμάς. Σας εύχομαι η Θεία Χάρη να είναι μαζί με όλους σας. Αμήν.)».

Τι σημαίνει «για να φροντίζουν να πρωτοστατούν σε καλά έργα»; Να μην περιμένουν όσους έχουν ανάγκη να έρθουν σε αυτούς, αλλά και οι ίδιοι να ενδιαφέρονται για εκείνους που χρειάζονται τη βοήθειά τους. Γιατί αυτός που φροντίζει, έτσι φροντίζει· και έτσι μάλιστα θα κάμει αυτό το πράγμα με πολύ ενδιαφέρον. Γιατί πραγματικά με όσα ευεργετεί, δεν ωφελεί και δεν παρέχει κέρδος σε εκείνους που ευεργετούνται τόσο, όσο σε αυτούς που ευεργετούν· γιατί τους δίνει παρρησία ενώπιον του Θεού. Εκεί όμως δεν υπάρχει κανένα τέλος της μάχης.

«Και ας μαθαίνουν», λέγει «και οι δικοί μας να πρωτοστατούν σε καλά έργα στις αναγκαίες περιπτώσεις, για να μην είναι άκαρποι». Βλέπεις ότι φροντίζει περισσότερο γι’ αυτούς παρά για εκείνους που παίρνουν; Γιατί μπορούσε ίσως να τους στείλει από πολλούς άλλους εφόδια· αλλά «για τους δικούς μας», λέγει, «φροντίζω». Ποιο λοιπόν, πες μου, είναι το όφελος; Αν δηλαδή άλλοι βγάζοντας θησαυρούς έτρεφαν τους διδασκάλους, αυτοί δεν είχαν κανένα κέρδος, γιατί έμεναν άκαρποι. Τι λοιπόν, πες μου, δεν μπορούσε ο Χριστός, που έθρεψε από πέντε άρτους πέντε χιλιάδες ανθρώπους και από επτά άρτους τέσσερις χιλιάδες ανθρώπους, να θρέψει τον εαυτό Του και όσους ήταν μαζί Του; Για ποιο λόγο λοιπόν τρέφονταν από γυναίκες; Διότι λέγει ο ευαγγελιστής Μάρκος: «Α κα τε ν ν τ Γαλιλαί κολούθουν ατ κα διηκόνουν ατ, κα λλαι πολλα α συναναβσαι ατ ες εροσόλυμα(:Αυτές και όταν βρισκόταν ο Ιησούς στην Γαλιλαία Τον ακολουθούσαν και Τον υπηρετούσαν. Ήταν ακόμη και πολλές άλλες, οι οποίες είχαν ανεβεί μαζί με Αυτόν από την Γαλιλαία στα Ιεροσόλυμα)»[ Μάρκ. 15,41]). Για να μας διδάξει από την αρχή ότι φροντίζει γι΄αυτούς που ευεργετούν.

Δεν μπορούσε ο Παύλος, που με τα δικά του χέρια ικανοποιούσε πλήρως και τις ανάγκες άλλων, να μην παίρνει από πουθενά ό,τι του πρόσφεραν; Τον βλέπεις όμως και να παίρνει και τη ζητάει. Και άκουσε το γιατί: «Οχ τι πιζητ τ δόμα, λλ᾿ πιζητ τν καρπν τν πλεονάζοντα ες λόγον μν(:Σας τα γράφω αυτά, όχι διότι εγώ ενδιαφέρομαι και ζητώ το δώρο, αλλά διότι ενδιαφέρομαι και ζητώ τον πνευματικό καρπό, ο οποίος από την καλή αυτή πράξη σας, θα προκύψει πλούσιος για σας)»[Φιλιπ.4,17], λέγει. Και στην αρχή του κηρύγματος, όταν οι πιστοί πουλούσαν όλα τα υπάρχοντά τους και κατέθεταν τα χρήματα στα πόδια των αποστόλων, βλέπεις τους αποστόλους να φροντίζουν περισσότερο γι΄αυτούς, παρά για εκείνους που έπαιρναν. Γιατί, αν φρόντιζαν αποκλειστικά μόνο για τους φτωχούς, δεν θα έκαναν κανένα λόγο για τη Σαπφείρα και τον Ανανία, όταν κράτησαν ένα μέρος από τα χρήματα για τον εαυτό τους[βλ.Πράξ.5,1-11], ούτε θα προέτρεπε ο Παύλος λέγοντας: «καστος καθς προαιρεται τ καρδία, μ κ λύπης ξ νάγκης· λαρν γρ δότην γαπ Θεός(:Ο καθένας ας δίδει σύμφωνα με την αγαθή διάθεση της καρδιάς του, όχι με λύπη ή από ανάγκη· διότι ο Θεός “αγαπά εκείνον, που δίδει με καλοσύνη, γλυκύτητα και χωρίς γογγυσμό”)» [ Β΄Κορ. 9,7]. Τι λέγεις, Παύλε; Φέρνεις εμπόδια στους φτωχούς; «Όχι», λέγει· «γιατί δεν βλέπω το δικό τους συμφέρον, αλλά το συμφέρον εκείνων που δίνουν».

Πρόσεχε όμως και τον προφήτη Δανιήλ που όταν έδωσε στον Ναβουχοδονόσορα την άριστη εκείνη συμβουλή, δε φρόντιζε μόνο για τους φτωχούς, αλλά και για τον ίδιο τον βασιλιά ώστε να επιδείξει μακροθυμία ο Θεός για τις αμαρτίες που είχε διαπράξει. Γιατί δεν είπε: «Δώσε στους φτωχούς» μόνο, αλλά τι; : «Δι τοτο, βασιλε, βουλή μου ρεσάτω σοι κα τς μαρτίας σου ν λεημοσύναις λύτρωσαι κα τς δικίας ν οκτιρμος πενήτων· σως σται μακρόθυμος τος παραπτώμασί σου Θεός(:Γι’ αυτό, βασιλιά μου, ας φανεί αρεστή και ας γίνει δεκτή από εσένα η συμβουλή μου· φρόντισε να εξαλείψεις τις αμαρτίες σου με ελεημοσύνες και τις αδικίες σου με έλεος και φιλανθρωπία προς τους πτωχούς. Ίσως θα φανεί έτσι μακρόθυμος ο Θεός για τα αμαρτήματά σου”)»[Δαν. 4,24]. «Δώσε όλα τα χρήματα», λέγει, «όχι μόνο για να τραφούν άλλοι, αλλά για να απαλλαγείς και ο ίδιος από την τιμωρία». Και πάλι ο Χριστός λέγει: «Ε θέλεις τέλειος εναι, παγε πώλησόν σου τ πάρχοντα κα δς πτωχος, κα ξεις θησαυρν ν οραν, κα δερο κολούθει μοι (:Εάν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε, πώλησε τα υπάρχοντά σου, μοίρασέ τα στους πτωχούς και θα αποκτήσεις θησαυρό στον ουρανό, και έλα ακολούθησέ με)»[Ματθ.19,21]. Βλέπεις ότι και εκεί το διέταξε αυτό για εκείνους που θα Τον ακολουθούσαν; Επειδή λοιπόν τα χρήματα είναι εμπόδιο, γι’ αυτό πρόσταξε να τα δίνουμε στους φτωχούς, διδάσκοντας έτσι την ψυχή να είναι φιλεύσπλαχνη και συμπονετική, να περιφρονεί τα χρήματα, να αποφεύγει την πλεονεξία. Γιατί, όποιος μαθαίνει να δίνει σε όποιον δεν έχει, θα συνηθίσει με το πέρασμα του χρόνου και να μην παίρνει από εκείνους που έχουν. Αυτό μας κάνει όμοιους με τον Θεό.

Παρόλο που η παρθενία, η νηστεία και το να κοιμάται κανείς στο χώμα απαιτούν πιο δύσκολο κόπο από αυτή, όμως τίποτε δεν είναι τόσο ισχυρό και δυνατό στο να σβήνει τη φωτιά των αμαρτημάτων μας, όσο η ελεημοσύνη. Αυτή είναι ανώτερη από όλα, στήνει τους εραστές της κοντά στον ίδιο τον βασιλιά. Και πολύ σωστά· γιατί η παρθενία, η νηστεία και το να κοιμάται κανείς στο χώμα σταματάει μόνο γύρω από αυτόν που την ασκεί και δεν έσωσε κανέναν άλλο· η ελεημοσύνη όμως απλώνεται σε όλους και αγκαλιάζει τα μέλη του Χριστού. Άλλωστε τα κατορθώματα εκείνα που απλώνονται σε πολλούς είναι πολύ μεγαλύτερα απ’ αυτά που σταματούν γύρω από έναν.

Η ελεημοσύνη είναι η μητέρα της αγάπης, της αγάπης που χαρακτηρίζει τον Χριστιανισμό, που είναι μεγαλύτερη από όλα τα θαύματα, με την οποία φαίνονται οι μαθητές του Χριστού. Αυτή είναι φάρμακο για τα δικά μας αμαρτήματα, σαπούνι για την ακαθαρσία της ψυχής μας, σκάλα στηριγμένη στον ουρανό· αυτή συνδέει το σώμα του Χριστού. Θέλετε να μάθετε πόσο μεγάλο αγαθό είναι αυτή; Στην εποχή των αποστόλων όλοι πουλούσαν τα υπάρχοντά τους και έφερναν σε αυτούς τα χρήματα, τα οποία και μοιράζονταν ανάλογα με τις ανάγκες του καθενός. «Διεδίδετο δ κάστ καθότι ν τις χρείαν εχεν(:Τα χρήματα αυτά διαμοιράζονταν στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες που είχε)»[Πράξ.4,35], λέγει. Πες μου λοιπόν, και χωρίς να αναφέρω τα μελλοντικά (ας μην κάνουμε λόγο τώρα για τη βασιλεία των ουρανών, αλλά ας δούμε μόνο στο παρόν) ποιοι κερδίζουν, όσοι παίρνουν ή όσοι δίνουν; Γιατί αυτοί που έπαιρναν παραπονούνταν και διαπληκτίζονταν μεταξύ τους, ενώ αυτοί που έδιναν είχαν μία ψυχή. Λέγει ο Λουκάς : «Το δ πλήθους τν πιστευσάντων ν καρδία κα ψυχ μία, κα οδ ες τι τν παρχόντων ατ λεγεν διον εναι, λλ᾿ ν ατος παντα κοινά(:Συγχρόνως όμως και το πλήθος εκείνων που είχαν πιστέψει στο Ευαγγέλιο είχαν αρμονική και αδιάσπαστη ομοφροσύνη, μια ψυχή και μια καρδιά˙διότι τόσο οι καρδιές τους όσο και ολόκληρη η πνευματική τους ύπαρξη ήταν ενωμένα. Επικρατούσε δηλαδή μεταξύ τους πλήρης συμφωνία και αρμονία φρονημάτων και συναισθημάτων. Και κανείς απ’ αυτούς δεν βρισκόταν να λέει ότι και το ελάχιστο από τα υπάρχοντά του και την περιουσία του ήταν δικό του, αλλά τα είχαν μεταξύ τους όλα σε κοινή ωφέλεια και χρήση)»[Πράξ.4,32] και η χάρη του Θεού ήταν επάνω σε όλους αυτούς και ζούσαν με πολύ όφελος.

Βλέπεις ότι και από εδώ κέρδιζαν εκείνοι; Πες μου λοιπόν από ποιους θα ήθελες να είσαι, από αυτούς που κατέθεταν όλα τα υπάρχοντά τους και δεν είχαν τίποτε, ή από εκείνους που έπαιρναν και τα πράγματα των άλλων; Πρόσεχε τον καρπό της ελεημοσύνης. Τα διαφράγματα και τα εμπόδια εξαλείφτηκαν και αμέσως ενώθηκαν οι ψυχές τους· «όλοι είχαν μία καρδιά και μία ψυχή». Ώστε και χωρίς την ελεημοσύνη, το να προσφέρει κανείς όλα τα χρήματά του έχει μεγάλο κέρδος. Αυτά όμως τα είπα για να μη λυπούνται όσοι δεν έλαβαν κληρονομία από τους προγόνους τους, ούτε να στεναχωρούνται, επειδή έχουν λιγότερα από τους πλουσίους· γιατί, αν θέλουν, έχουν μεγαλύτερα. Και πραγματικά και ελεημοσύνη θα κάνουν με περισσότερη ευκολία, όπως η χήρα, και δεν θα δώσουν καμία αφορμή για έχθρα προς τον πλησίον, και από όλους θα είναι πιο ελεύθεροι. Κανείς δε θα μπορέσει να τον απειλήσει αυτόν με δήμευση, αλλά βρίσκεται πάνω από όλα τα κακά.

Και όπως τους γυμνούς, όταν φεύγουν, κανείς δεν θα μπορούσε να τους πιάσει γρήγορα, ενώ αυτούς που φορούν και σύρουν μαζί τους πολλά ενδύματα και στολίδια, εύκολα μπορεί να τους συλλάβει κανείς, έτσι είναι και ο πλούσιος και ο φτωχός. Γιατί ο φτωχός, και αν ακόμη συλληφθεί, εύκολα θα μπορέσει να δραπετεύσει· ο πλούσιος όμως, έστω και αν δεν πιαστεί, εμποδίζεται από τα δικά του σχοινιά, τις άπειρες φροντίδες, τις στενοχώριες, την οργή, τους ερεθισμούς του. Όλα αυτά κατακαλύπτουν στο χώμα την ψυχή. Και όχι μόνο αυτά, αλλά και πολλά άλλα, τα οποία μας ακολουθούν από τον πλούτο. Γιατί είναι πιο δύσκολο να σωφρονιστεί ο πλούσιος παρά ο φτωχός, και να ζει με λιτότητα, και είναι πιο δύσκολο να απαλλαγεί από τον θυμό ο πρώτος παρά ο δεύτερος. «Λοιπόν», θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος, «θα έχει περισσότερο μισθό ο πλούσιος, εάν καταφέρει να σωφρονιστεί τελικά;» Καθόλου. «Για ποιο λόγο, όμως, αφού κατορθώνει τα δύσκολα;» Γιατί ο ίδιος επινόησε για τον εαυτό του τις δυσκολίες. Δεν πήρε εντολή να πλουτίζει, αλλά ακριβώς το αντίθετο· αυτός όμως δημιουργεί άπειρα σκάνδαλα και εμπόδια.

Άλλοι πάλι όχι μόνο τα χρήματα δεν αποθέτουν ως ελεημοσύνη στους απόρους, αλλά και την υγεία του σώματος καταφθείρουν, σαν να βαδίζουν στενό δρόμο· εσύ πάλι δεν κάνεις μόνο αυτό, αλλά και αυξάνεις το καμίνι των παθών και περιβάλλεσαι με άλλα. Πήγαινε λοιπόν στον ευρύχωρο δρόμο, γιατί εκείνος δέχεται τέτοιους ανθρώπους. Ο στενός όμως δέχεται αυτούς που θλίβονται, που στενάζουν, που δε βαστάζουν τίποτε, παρά αυτά μόνο τα φορτία που μέσω του δρόμου αυτού είναι δυνατόν να μεταφερθούν, την ελεημοσύνη, τη φιλανθρωπία, την καλοσύνη, την επιείκεια. Αν βαστάζεις αυτά, εύκολα θα μπορέσεις να περάσεις· αν όμως φέρεις την αλαζονεία και τα πάθη της ψυχής και το φορτίο των φροντίδων, τον πλούτο, θα χρειαστείς πολλή ευρυχωρία. Ούτε βέβαια μέσα στον όχλο θα μπορέσεις να μπεις, ώστε να μην χτυπήσεις άλλους ανεβαίνοντας ψηλά, αλλά θα έπρεπε εδώ να υπάρχει μεγάλη διάσταση. Όποιος όμως μεταφέρει χρυσάφι και ασήμι, τα κατορθώματα δηλαδή της αρετής, όχι μόνο δεν τον αποφεύγουν οι συνάνθρωποί του, αλλά τον πλησιάζουν και ενώνονται μαζί του.

Αλλά αν ο πλούτος αυτός είναι αγκάθι, τι είναι η πλεονεξία; Για ποιο λόγο τη φέρεις εκεί; Για να κάνεις μεγαλύτερη τη φλόγα, ρίχνοντας φορτία στη φωτιά; Δεν φτάνει δηλαδή η φωτιά της κόλασης; Σκέψου πώς διασώθηκαν στο καμίνι οι τρεις νέοι[βλ. Δαν.3,19-33]. Θεώρησέ το ότι ήταν κόλαση. Θλιμμένοι έπεσαν μέσα σε αυτό, δεμένοι στα χέρια και στα πόδια όλοι μαζί, αλλά μέσα βρήκαν πολλή ευρυχωρία· όχι όμως και όσοι τους περιστοίχιζαν από έξω.

Κάτι τέτοιο θα γίνει και τώρα, αν θέλουμε να στεκόμαστε με γενναιότητα και ανδρεία στους επερχόμενους πειρασμούς. Αν στηρίζουμε τις ελπίδες μας στον Θεό, θα βρεθούμε εμείς σε ασφαλή και ευρύχωρο τόπο, ενώ αυτοί που μας ωθούν θα χαθούν, γιατί « ρύσσων βόθρον ες ατν μπεσεται, κα στν παγίδα ν ατ λώσεται(:Εκείνος που σκάπτει λάκκο για τον άλλο, θα πέσει ο ίδιος μέσα. Και όποιος στήνει παγίδα εις βάρος άλλων, θα συλληφθεί με αυτήν ο ίδιος)»[Σοφ. Σειρ. 27,26]. Και αν μας δέσουν τα χέρια και τα πόδια η θλίψη θα μπορέσει να τα λύσει. Γιατί πρόσεχε το θαυμαστό· αυτούς που έδεσαν άνθρωποι, αυτούς έλυσε η φωτιά. Όπως δηλαδή αν κάποιος παραδώσει μερικούς φίλους στους υπηρέτες, και αυτοί σεβόμενοι τη φιλία του κυρίου όχι μόνο δεν τους βλάπτουν αλλά και τους αποδίδουν πολλή τιμή, αυτό έκανε και η φωτιά, επειδή γνώρισε ότι οι νέοι εκείνοι είναι φίλοι του Κυρίου της, έσπασε τα δεσμά τους, τους έλυσε και τους άφησε ελεύθερους, και γινόταν έδαφος γι’ αυτούς και το πατούσαν· και σωστά· γιατί είχαν ριφθεί για τη δόξα του Θεού. Όσοι βρισκόμαστε σε θλίψεις ας έχουμε αυτά τα παραδείγματα.

«Αλλά να», θα έλεγε ίσως κάποιος, «εκείνοι απαλλάχθηκαν από τη θλίψη, εμείς όμως όχι». Και σωστά, γιατί δεν μπήκαν έτσι στο καμίνι, για να απαλλαγούν, αλλά για να πεθάνουν πραγματικά. Άκουσέ τους που λέγουν: «στι γρ Θες μν ν ορανος, μες λατρεύομεν, δυνατς ξελέσθαι μς κ τς καμίνου το πυρς τς καιομένης, κα κ τν χειρν σου, βασιλε, ύσεται μς·κα ἐὰν μή, γνωστν στω σοι, βασιλε, τι τος θεος σου ο λατρεύομεν κα τ εκόνι, στησας, ο προσκυνομεν(:Διότι υπάρχει ο Θεός μας, που βρίσκεται στους ουρανούς, και τον οποίον εμείς λατρεύουμε και ο Οποίος είναι δυνατός να μας περιφρουρήσει από την φλόγα της καμίνου της καιομένης και να μας γλυτώσει από τα χέρια σου, ω βασιλιά. Αλλά και αυτό εάν δεν γίνει, μάθε, ω βασιλιά, ότι εμείς τους θεούς σου δεν θα λατρεύσουμε, και το άγαλμα, το οποίο εσύ έστησες, δεν θα το προσκυνήσουμε”)»[Δαν.3,17-18].

Εμείς όμως σαν να διαπραγματευόμαστε τις τιμωρίες του Θεού, ορίζουμε και χρόνο λέγοντας: «αν μέχρι τότε δεν μας ελεήσει». Γι’ αυτό και δεν απαλλασσόμαστε. Άλλωστε και ο Αβραάμ δεν πήγαινε με σκοπό να λάβει σώο τον υιό του, αλλά για να τον θυσιάσει· και εντελώς απροσδόκητα τον έλαβε σώο. Και εσύ όταν πέσεις σε θλίψη, μην ενεργήσεις γρήγορα, μη βιάζεσαι να απαλλαγείς, όπλισε την ψυχή σου με κάθε υπομονή, και τότε θα απαλλαγείς γρήγορα από τη θλίψη· γιατί γι’ αυτό τη στέλνει ο Θεός, για να σε διδάξει. Όταν λοιπόν από την αρχή μάθουμε να υποφέρουμε τη θλίψη και να μη χάνουμε το θάρρος μας, μάς ελευθερώνει στη συνέχεια, σαν να έχουμε κατορθώσει το παν.

Θέλω να σας διηγηθώ μία ιστορία χρήσιμη και πολλή ωφέλιμη. Και ποια είναι αυτή; Όταν κάποτε έπεσε διωγμός και άναψε σφοδρός πόλεμος εναντίον της Εκκλησίας, συνελήφθησαν δύο άντρες. Και ο ένας ήταν έτοιμος να πάθει οτιδήποτε, ενώ ο άλλος ήταν και αυτός έτοιμος και γενναίος στο να τον αποκεφαλίσουν, αλλά φοβόταν και έτρεμε τα άλλα βασανιστήρια. Πρόσεχε λοιπόν την οικονομία του Θεού· όταν κάθισε ο δικαστής διέταξε να αποκεφαλίσουν εκείνον που ήταν έτοιμος να πάθει οτιδήποτε, τον άλλο όμως, αφού τον κρέμασε, τον έγδερνε, όχι μία και δύο φορές, αλλά τον περιέφερε και σε όλες τις πόλεις. Γιατί λοιπόν επιτράπηκε αυτό; Για να θεραπεύσει με τα βασανιστήρια την ολιγωρία της ψυχής του, για να απομακρύνει κάθε δειλία, για να μη φοβάται ποτέ πια ούτε να διστάζει, ούτε να τρέμει για το πράγμα αυτό. Και ο Ιωσήφ, όταν βιαζόταν πάρα πολύ να βγει από τη φυλακή, τότε κυρίως αυξανόταν η παραμονή του σε αυτήν.

Άκουσέ τον που λέγει στον αρχιοινοχόο στον οποίο και ερμήνευσε σωστά το όνειρο που είχε δει: «τι κλοπ κλάπην κ γς βραίων(:Αν είμαι δούλος, είμαι διότι μερικοί άνθρωποι με έκλεψαν από την χώρα των Εβραίων)» και «Μνησθήσει περ μο πρς Φαραώ κα ξάξεις με κ το χυρώματος τούτου (:Μη με λησμονήσεις ενώπιον του Φαραώ και φρόντισε να με βγάλεις από τη φυλακή αυτή[Γέν.40,14 και Γέν.40,15]. Γι’ αυτό παρέμεινε τελικά και άλλο στη φυλακή κατ’ οικονομία Θεού, για να μάθει ότι δεν πρέπει να έχει εμπιστοσύνη, ούτε να ελπίζει σε ανθρώπους, αλλά να στηρίζει τα πάντα στον Θεό.

Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά, ας ευγνωμονούμε τον Θεό και ας κάνουμε όλα εκείνα που μας συμφέρουν, για να επιτύχουμε τα μελλοντικά αγαθά με τη βοήθεια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

  • https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-titum.pdf

  • Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην Προς Τίτον επιστολή, ομιλία ΣΤ΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1989, τόμος 24, σελίδες 118-135.

  • http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html

  • Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

  • Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

  • Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm

  • http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm



Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης - Άγιος Θεοφύλακτος Βουλγαρίας

ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ

[απόδοση στην απλή ελληνική και πρόσθετα σχόλια: Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης]

«Πιστὸς ὁ λόγος (:Το ότι δικαιωθήκαμε και αναγεννηθήκαμε και θα κληρονομήσουμε την αιώνια ζωή είναι λόγος και αλήθεια αξιόπιστη)»[Τίτ.3,8].

Επειδή παραπάνω είπε ο Απόστολος για μέλλοντα πράγματα, το δε μέλλον είναι άδηλο και αόρατο, γι΄αυτό εδώ προσθέτει και το αξιόπιστο στον λόγο του και λέγει ότι αυτό που είπα είναι αξιόπιστο και βέβαιο από τα περασμένα και προηγούμενα αγαθά, που απολαύσαμε· επειδή ο Θεός που μας έδωσε τόσα αγαθά στον προηγούμενο καιρό, Αυτός θα μας δώσει και στον μέλλοντα

«Καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ (:Και γι’ αυτά τα θέματα θέλω να μιλάς με βεβαιότητα και με κύρος, για να φροντίζουν όσοι έχουν πιστέψει στον Θεό να πρωτοστατούν ακούραστα σε καλά έργα)».

Επειδή παραπάνω ανέφερε ο Απόστολος για την υπερβολική αγαθότητα που έδειξε ο Θεός σε εμάς, επειδή μας έσωσε με τη χάρη, ενώ ήμασταν απελπισμένοι, γι΄αυτό τώρα λέγει στον Τίτο, ότι «θέλω να διδάσκεις γι’ αυτά τον λαό σου, για να μάθουν οι Χριστιανοί, όχι μόνο να είναι ταπεινόφρονες και να μην κατακρίνουν τους άλλους ως αμαρτωλούς, αλλά και να ελεούν και να ευσπλαχνίζονται τους αδελφούς τους, διότι όποιος στοχάζεται το έλεος που έκανε ο Θεός προς αυτόν, οπωσδήποτε θα ελεήσει και αυτός τον αδελφό του. Και τι θα διδάσκεις τους Χριστιανούς για να φροντίζουν, Τίτε; Δηλαδή το να έχουν ένα μόνο έργο και μία φροντίδα ακατάπαυστη, να βοηθούν τους αδικουμένους, να προνοούν και να προστατεύουν(διότι αυτό δηλώνει το «προΐστασθαι καλῶν ἔργων») τις χήρες και τα ορφανά και να μην περιμένουν να έρχονται προς αυτούς όσοι έχουν ανάγκη και να τους παρακαλούν, αλλά αυτοί μόνοι από μόνοι τους να μεριμνούν και να φροντίζουν γι’αυτούς»1.

«ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις (:Αυτά είναι τα καλά έργα και τα ωφέλιμα στους ανθρώπους· αυτά για τα οποία σας μίλησα)».

«Αυτά είναι», λέγει, «Τίτε, τα καλά και ωφέλιμα πράγματα στους ανθρώπους, δηλαδή, αυτή η φροντίδα και η προστασία των καλών έργων, ή αυτά τα ίδια καλά έργα».

«Μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιΐστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιαι (:Απόφευγε τις ανόητες συζητήσεις και τις γενεαλογίες για τους μυθικούς θεούς ή τους ευγενείς προγόνους, όπως και τις φιλονικίες και διαμάχες για τον ιουδαϊκό νόμο, διότι δεν φέρνουν καμία ωφέλεια και είναι μάταιες)»[Τίτ.3,9].

«Μωράς ζητήσεις» λέγει ο Παύλος τις ανωφελείς και μάταιες, όπως μόνος το ερμηνεύει, αυτές δηλαδή, που οι άπιστοι Ιουδαίοι προβάλλουν στους Χριστιανούς· «γενεαλογίες» ονομάζει εκείνες που απαριθμούν οι ίδιοι Ιουδαίοι, γενεαλογούντες τους παλαιούς Πατριάρχες και τους προγόνους τους και καυχώμενοι σε αυτούς, ότι τάχα είναι απόγονοι αυτών· διότι ποιο όφελος έχει ένας που αμαρτάνει με το να έχει πατέρα και πρόγονό του τον Αβραάμ; Μάλλον όμως και βλάβη και καταδίκη μεγαλύτερη του συμβαίνει, διότι από τον δίκαιο Αβραάμ καταγόμενος, δεν πράττει τα έργα του Αβραάμ 2.

«Περιΐστασο» λοιπόν, λέγει, «ταύτας», δηλαδή «να τις αποφεύγεις, επειδή δεν πρέπει να αφήνεις τα αναγκαία και πνευματικά έργα, τα οποία είναι χρήσιμα για τη δική σου ωφέλεια και την ωφέλεια των Χριστιανών και να ξοδεύεις τον καιρό σου σε ματαιολογίες και φιλονικίες ακερδείς· διότι ποιο κέρδος υπάρχει», λέγει, «με το να μάχεσαι και να φιλονικείς, Τίτε, εκεί που δεν μπορείς να φέρεις κάποιον στην πίστη του Χριστού και να τον σώσεις; Βέβαια, κανένα». Αλλά πιθανόν να απορήσει κανείς: Πώς παραπάνω διέταξε τον Τίτο ο Παύλος, να αποστομώνει εκείνους που αντιλέγουν;[Τίτ.1,11: «Ος δε πιστομίζειν, οτινες λους οκους νατρέπουσι διδάσκοντες μ δε ασχρο κέρδους χάριν(:Αυτούς πρέπει ο επίσκοπος να τους αποστομώνει. Είναι άνθρωποι που αναστατώνουν και αναποδογυρίζουν ολόκληρα σπίτια, διδάσκοντας πράγματα που δεν πρέπει, μόνο και μόνο για να κερδίσουν χρήματα με αθέμιτο τρόπο)»]. Και απαντούμε, ότι όταν μερικοί αντιλέγουν για βλάβη άλλων αδελφών, τότε πρέπει να τους αποστομώσουμε, για να μη ζημιωθούν από αυτό οι αδελφοί μας· για την ωφέλεια όμως των αντιλεγόντων δεν πρέπει τελείως ούτε να προσπαθήσουμε να μιλήσουμε με αυτούς, επειδή αυτοί δεν θα ωφεληθούν από τα λόγια μας, όντας αδιόρθωτοι και αγιάτρευτοι.

«Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν3 καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος(:Αιρετικό άνθρωπο που επιμένει να δημιουργεί σκάνδαλα και διαιρέσεις στην Εκκλησία, μολονότι τον συμβούλευσες για πρώτη και δεύτερη φορά, παράτησέ τον και απόφευγέ τον. Γνώριζε ότι ένας τέτοιος άνθρωπος έχει διαστραφεί και αμαρτάνει· και για την αμαρτία του αυτήν ελέγχεται και κατακρίνεται από τη συνείδησή του και από τον ίδιο του τον εαυτό )»[Τίτ.3,10-11].

Γιατί εδώ λέγει ο Παύλος, να αφήνουμε μετά από πρώτη και δεύτερη φορά τον αιρετικό άνθρωπο και να μην του ομιλούμε πλέον, προς τον Τιμόθεο όμως λέγει να παιδεύει με πραότητα τους εναντίους, μήπως τους δώσει ο Θεός μετάνοια; Διότι λέγει τα εξής: «ν πρότητι παιδεύοντα τος ντιδιατιθεμένους, μήποτε δ ατος Θες μετάνοιαν ες πίγνωσιν ληθείας κα νανήψωσιν κ τς το διαβόλου παγίδος, ζωγρημένοι π᾿ ατο ες τ κείνου θέλημα(:Πρέπει ο δούλος του Κυρίου να παιδαγωγεί και να συνετίζει με πραότητα εκείνους που έχουν αντίθετα φρονήματα. Ποιος ξέρει μήπως καμιά φορά τους δώσει ο Θεός μετάνοια, και οδηγηθούν στην πλήρη και ορθή γνώση της αλήθειας και συνέλθουν από τη μέθη στην οποία έχουν βυθιστεί από το πνεύμα της πλάνης, στην οποία τους έπιασε ο διάβολος, και τους συλλάβει τώρα ως αιχμαλώτους ο δούλος του Θεού, έτσι ώστε να φροντίζουν να εφαρμόζουν το θέλημα Εκείνου)»[Β΄Τιμ.2,25]· και απαντούμε, ότι εκεί μεν λέγει ο Απόστολος για εκείνους, που δείχνουν ελπίδα διορθώσεως, ενώ εδώ λέγει για τον αδιόρθωτο και αγιάτρευτο αιρετικό, που είναι ξεστραμμένος σε όλα και αυτοκατάκριτος, δηλαδή αναπολόγητος, επειδή δεν μπορεί να πει ότι δεν με νουθέτησε κανείς, ούτε κανένας με δίδαξε να μάθω την αλήθεια, διότι μολονότι νουθετήθηκε και διδάχθηκε και μία και δύο φορές, έμεινε στην πλάνη του. Όταν λοιπόν αυτός μετά από μία και δεύτερη νουθεσία και διδαχή επιμένει στην πλάνη του, τότε είναι αυτοκατάκριτος και αναπολόγητος και γι΄αυτό πρέπει να τον αποφεύγουν οι Χριστιανοί4.

«῞Οταν πέμψω ᾿Αρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν· ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι (:Όταν σου στείλω τον Αρτεμά ή τον Τυχικό, φρόντισε γρήγορα να έλθεις στη Νικόπολη, διότι εκεί αποφάσισα να περάσω τον χειμώνα)»[Τίτ.3,12].

Για ποιον λόγο ο Παύλος, αφού εμπιστεύτηκε τόση μεγάλη νήσο της Κρήτης στον Τίτο και, αφού του εμπιστεύθηκε τόσο πολυάριθμο πλήθος Χριστιανών, δεν τον αφήνει να επιμένει στην ποιμαντική του επιστασία, αλλά πάλι τον παίρνει κοντά του; Και απαντούμε, ότι αυτό το κάνει ο Απόστολος για να ωφελήσει τον Τίτο περισσότερο και για να τον δείξει τέλειο στο επάγγελμα και στο έργο της Επισκοπής· επειδή ήθελε να τον εξετάσει, αν οικονόμησε καλώς και φύλαξε εκείνα, που αυτός του εμπιστεύτηκε και παρέδωσε. Η δε Νικόπολις είναι πόλις της Θράκης, αλλά πλησιάζει στη Μακεδονία, ευρισκόμενη επάνω στον Ίστρο ποταμό, κατά τον Θεοδώρητο και Θεοφύλακτο5.

«Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ ᾿Απολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ(:Τον Ζηνά τον νομοδιδάσκαλο και τον Απολλώ κατευόδωσέ τους, ετοιμάζοντας με επιμέλεια ό,τι τους χρειαστεί, για να μην τους λείπει τίποτε στο ταξίδι τους)»[Τίτ.3,13].

Ο Ζηνάς αυτός ήταν νομικός, δηλαδή έμπειρος των ιουδαϊκών νόμων· ο δε Απολλώ ήταν λογιότερος από τον Ζηνά και με δύναμη στις θείες Γραφές, όπως μαρτυρούν οι Πράξεις[κεφ.18]6· οι Απόστολοι όμως αυτοί ακόμη δεν είχαν εμπιστευτεί Εκκλησίες· το δε «ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ» δηλώνει: αντί του «κάνε τους να έχουν κάθε αυτάρκεια των αναγκαίων», φαγητών δηλαδή, και ενδυμάτων, ώστε να μη στερούνται κανένα από αυτά.

«Μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι(:Με την ευκαιρία μάλιστα της προετοιμασίας αυτής παίρνουν μάθημα και οι δικοί μας να πρωτοστατούν και να εργάζονται καλά έργα και να συντρέχουν τους αδελφούς στις απαραίτητες υλικές τους ανάγκες, για να μη στερούνται από πνευματικούς καρπούς)»[Τίτ.3,14].

Με τα λόγια αυτά είναι σαν να λέγει ο θεσπέσιος Παύλος προς τον Τίτο: «Μπορούσα και με άλλον τρόπο να κάνω ανενδεείς τον Ζηνά και τον Απολλώ, αλλά δεν θέλω· γιατί; «να καὶ οἱ ἡμέτεροι», δηλαδή, για να μπορέσουν οι επαρχιώτες σου και δικοί μου μαθητές, Χριστιανοί Κρητικοί, από τα εφόδια και αναγκαία που θα δώσουν σε αυτούς, να μάθουν να προΐστανται καλών έργων δηλαδή να μεριμνούν γι’ αυτούς τους αδελφούς, που έχουν ανάγκη και με το δόσιμο των χρημάτων και με λόγια και με κάθε άλλο τρόπο, όχι τόσο για να κερδίσουν οι πτωχοί και όσοι έχουν ανάγκη αδελφοί, αλλά μάλλον για να αποκτήσουν αυτοί που δίνουν καρπό και ωφέλεια στην ψυχή τους από τη φιλανθρωπία και το έλεος, που θα δείξουν στους πτωχούς· διότι και ο Κύριος, που έθρεψε μία φορά πέντε χιλιάδες άντρες, μπορούσε να τρέφει πάντοτε και τον εαυτό Του και τους μαθητές Του· αλλά όμως θέλησε να τρέφεται και Αυτός και οι μαθητές Του(αφού βαπτίστηκε δηλαδή, και όχι προ του βαπτίσματος) από γυναίκες7, γιατί; Για να κερδίσουν εκείνες τον της ελεημοσύνης μισθό· έτσι και τώρα κάνει σε εμάς· και δεν ωφελεί τόσο ο Θεός τους πτωχούς, με τη δική μας δόση και ελεημοσύνη, όσο ωφελεί εμάς τους ίδιους, που ελεούμε διαμέσου των ελεουμένων πτωχών· επειδή και οι πτωχοί γίνονται αίτιοι σε εμάς να λάβουμε τη συγχώρηση των αμαρτιών μας και να αποκτήσουμε την προς τον Θεό παρρησία· γι΄αυτό και ο Κύριος είπε: «Ποιήσατε αυτος φίλους κ το μαμων τς δικίας, να, ταν κλίπητε, δέξωνται μς ες τς αωνίους σκηνάς(:Κάντε λοιπόν κι εσείς φίλους απ’ τον άδικο πλούτο ευεργετώντας με φιλανθρωπίες τους συνανθρώπους σας, ώστε όταν πεθάνετε, να σας υποδεχθούν οι φίλοι σας αυτοί στις αιώνιες σκηνές του παραδείσου)»[Λουκ.16,9].

«᾿Ασπάζονταί σε οἱ μετ’ ἐμοῦ πάντες. ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει. (:Σε χαιρετούν εγκάρδια όλοι όσοι είναι μαζί μου. Χαιρέτησε όσους μας αγαπούν, επειδή έχουν κοινή πίστη με μας)» [Τίτ.3,15].

«Σε χαιρετούν», λέγει, «όσοι ευρίσκονται μαζί με εμένα· χαιρέτισε και εσύ από μέρους μου εκείνους που μας αγαπούν εν πίστει, δηλαδή πιστά και άδολα και καθαρά· χαιρέτισε εκ μέρους μου τους πιστούς Χριστιανούς που μας αγαπούν».

«῾Η χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν (:Σας εύχομαι η χάρις του Θεού να είναι με όλους εσάς. Αμήν)»[Τίτ.3,15].8

Με αυτά τα τελευταία λόγια εύχεται ο Παύλος να φυλάγεται στον Τίτο και στους επαρχιώτες του Χριστιανούς σώα και ολόκληρη η χάρις και δωρεά του Θεού· ή εύχεται να είναι μαζί τους πάντοτε η φιλανθρωπία του Θεού, διαφυλάσσοντάς τους με τη θεία χάρη, η οποία θεία χάρις εύχομαι να είναι ιδιαίτερα και με εμάς που την έχουμε ιδιαίτερα ανάγκη και να φυλάγει τις ψυχές και τα σώματά μας « ν γί Πνεύματι »· ᾧ ἡ δόξα ες τος αἰῶνας τν αώνων. μήν.

Η προς Τίτον τον πρώτο της Κρήτης Επίσκοπο επιστολή αυτή, γράφτηκε από τη Νικόπολη της Μακεδονίας.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ:

  1. Λέγει και ο Θεοδώρητος στην ερμηνεία του ρητού αυτού: «Δεν επαρκεί η πίστη, όταν είναι απογυμνωμένη από τα αγαθά έργα».

  2. Ο Οικουμένιος λέει ότι πιθανόν να εννοεί εδώ τις γενεαλογίες των Ελλήνων, οι οποίοι γενεαλογώντας τους θεούς τους λέγουν ότι ο Κρόνος γέννησε τον Δία και άλλος τον άλλο.

  3. Έτσι αναφέρεται το ρητό από τον Χρυσόστομο, Οικουμένιο, Θεοφύλακτο και στις περισσότερες εκδόσεις, αν και σε μερικά χειρόγραφα αναφέρεται με το «μετά πρώτην».

  4. Γι΄αυτό και ο Μέγας Βασίλειος λέγει: «Τον αιρετικό πρέπει να τον αποφεύγει κανείς»(Λόγος περί Ασκήσεως). Γι΄αυτό διαβάζουμε στην Εκκλησιαστική Ιστορία ότι οι Σαμοσατείς δεν ήθελαν να μπαίνουν στα θερμά λουτρά, διότι σε αυτά είχε πλυθεί ο Αρειανός Ευνόμιος.

Πρβ. Β΄Τιμ.2,17: «κα λόγος ατν ς γάγγραινα νομν ξει(:και η διδασκαλία τους θα εξαπλωθεί σαν γάγγραινα)».Έτσι ο Ιερός Αυγουστίνος βεβαίωσε με το παράδειγμα τούτο της φάγουσας, που αναφέρει ο Απόστολος εδώ, ότι των αιρετικών η κακοδοξία, πάντοτε πηγαίνει στο χειρότερο και γίνεται μεγαλύτερη πληγή, όπως η φάγουσα· διότι οι Μανιχαίοι αρχίζοντας από τη μύγα έκαναν αρχή του κακού τον Θεό· ρωτά λοιπόν καθ’ υπόθεσιν, ένας Μανιχαίος: «Ποιος δημιούργησε τη μύγα;» Και απαντά ο άλλος ομόφρονάς του πως «δεν τη δημιούργησε ο Θεός αλλά ο διάβολος· επειδή η μύγα είναι ένα ζώο, που πειράζει και ενοχλεί τους ανθρώπους εκείνους, επάνω στους οποίους θα καθίσει· τέτοιο όμως πειραστικό και βλαβερό ζώο είναι και η μέλισσα, λοιπόν και αυτήν ο διάβολος την εδημιούργησε·τέτοιο είναι και η ακρίδα· οπωσδήποτε και αυτήν ο διάβολος την έκανε; Ποιος έκανε τα πουλιά; Ποιος τα πρόβατα; Ποιος τον άνθρωπο; Όλα αυτά ο διάβολος τα δημιούργησε». Τέτοια ήταν η πολύπλοκη σειρά των αιρετικών φρονημάτων των Μανιχαίων· γι΄αυτό πρέπει να αποφεύγουν οι Χριστιανοί αυτούς και όλους τους αιρετικούς σαν λοιμούς και πανούκλες, για να μην πανουκλιάσουν κι αυτοί μαζί με αυτούς και απωλεσθούν· γι΄αυτό παραγγέλλει ο Σολομώντας: «κβαλε κ συνεδρίου λοιμόν(:Διώξε από κάθε συνέδριο τον χλευαστή και αυθάδη άνθρωπο)»[Παρ.22,10] και ο προφήτης Δαβίδ ο πατέρας του μακαρίζει εκείνον τον άνθρωπο, που δεν κάθισε μαζί με τους λοιμούς· «Μακάριος νήρ, ς π καθέδρ λοιμν οκ κάθισεν(:Μακάριος και πανευτυχής είναι ο άνθρωπος που δεν κάθισε εκεί, όπου επιμένουν αμετανοήτως να κάθονται διεφθαρμένοι και φθοροποιοί άνθρωποι και όπου θα μεταδιδόταν και σε αυτόν το ψυχοφθόρο και ολέθριο μόλυσμά τους)»[Ψαλμ.1,1]. Γι’αυτόν και τον θεσπέσιο Πολύκαρπο όταν τον ρώτησε ο αιρετικός Μαρκίωνας, εάν γνωρίζει ποιος είναι, του απάντησε ο Άγιος ότι τον γνωρίζει πως είναι ο πρωτότοκος υιός του διαβόλου.

Και ο Μέγας Αθανάσιος γράφει στον βίο του Μεγάλου Αντωνίου, ότι ο Αντώνιος απέφευγε ως πανούκλα τους Αρειανούς και αιρετικούς· γι’αυτό και η ΣΤ΄Σύνοδος προστάζει να κατακαίγονται τα πλασθέντα και ψευδομαρτυρολόγια που έχουν δημιουργηθεί από τους αιρετικούς, στον ξγ΄ κανόνα της· και οι Απόστολοι προστάζουν να μη δημοσιεύονται τα ψευδεπίγραφα των ασεβών βιβλία, ως άγια, κανών ζ΄. Ο δε βασιλεύς Σολομώντας προστάζει τους όμοιούς του βασιλείς να απομακρύνουν τους ασεβείς και να μην τους αφήνουν να σπέρνουν τα ζιζάνια της ασέβειάς τους στους Χριστιανούς: «Λικμήτωρ σεβν βασιλες σοφός(: Ο σοφός βασιλιάς λιχνίζει και ξεχωρίζει από τους καλούς τους κακοποιούς και τους ασεβείς)»[Παρ.22,10].

Πρβ. επίσης: «λεγχε ατος ποτόμως(:Γι΄αυτόν τον λόγο έλεγχέ τους απότομα)»[Τίτ.1,13]. Σημείωσε ότι κατά τον Θεοδώρητο δεν είναι αντίθετο αυτό που λέγει εδώ ο Παύλος: «λεγχε ατος ποτόμως» με εκείνο που λέγει στην προς Τιμόθεο Β΄: «ν πρότητι παιδεύοντα τος ντιδιατιθεμένους»[Β΄Τιμ.2,25], διότι σε εκείνους μεν που ακόμη δεν πίστεψαν στον Χριστό, πρέπει κανείς να προσφέρει τη θεία διδασκαλία με πραότητα και με μαλακό τρόπο· σε εκείνους όμως που πίστεψαν και έπειτα κάνουν ενάντια της πίστεως πρέπει να τους ελέγχει κανείς και με αυστηρά ιατρικά να τους θεραπεύει.

  1. Η Νικόπολις είναι πόλις της Ηπείρου, όπως λέγει ο Μαρκιανός· υπάρχει και άλλη Νικόπολις της Βιθυνίας(η οποία τώρα λέγεται Μουντανία), υπάρχει και άλλη Νικόπολις της μικράς Αρμενίας. Λέγει ο Θεοδώρητος ότι έγραψε την Επιστολή αυτή ο Παύλος τον καιρό εκείνο, που ήταν στη Μακεδονία. Οπότε και αληθέστερο είναι ότι η Νικόπολις, για την οποία γράφει εδώ ο Παύλος, είναι πόλις της Θράκης. Ο Στράβων γράφει ότι η Νικόπολις της Ηπείρου Αμβρακία ονομαζόταν· την ονομάσε έτσι ο Σεβαστός, αφού καταναυμάχησε και νίκησε τον Αντώνιο και την Κλεοπάτρα, τη βασίλισσα των Αιγυπτίων(Βιβλίο Ζ΄).

  2. Βλ. και Α΄Κορ.3,4: «ταν γρ λέγ τις, γ μέν εμι Παύλου, τερος δ γ πολλώ, οχ σαρκικοί στε;(:όταν δηλαδή ο ένας λέει, εγώ είμαι του Παύλου, ο άλλος πάλι εγώ είμαι του Απολλώ, δεν είστε άνθρωποι σαρκικοί;)».

  3. Λέγει ο Ευαγγελιστής Λουκάς: «Κα γυνακές τινες α σαν τεθεραπευμέναι π νόσων κα μαστίγων κα πνευμάτων πονηρν κα σθενειν, Μαρία καλουμένη Μαγδαληνή, φ᾿ ς δαιμόνια πτ ξεληλύθει, κα ωάννα γυν Χουζ πιτρόπου ρδου, κα Σουσάννα κα τεραι πολλαί, ατινες διηκόνουν ατ π τν παρχόντων ατας».

  4. Σημείωσε ότι κατά τον Θεοδώρητο το « χάρις μετ πάντων μν· μήν» ήταν ασπασμός του Παύλου, τον οποίο συνήθιζε να γράφει με τα άγια του τα χέρια και είναι αντί του «Υγιαίνετε» που εμείς συνηθίζουμε να γράφουμε τώρα στο τέλος των Επιστολών.



ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

  • Βενεδίκτου ιερομονάχου αγιορείτου, Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Ερμηνεία των δεκατεσσάρων επιστολών του αποστόλου Παύλου, τόμος δεύτερος, σελ. 722-726, Έκδοση συνοδίας Σπυρίδωνος ιερομονάχου, Ιερά Καλύβη «Άγιος Σπυρίδων Α΄», Νέα Σκήτη Αγίου Όρους, 2020.

  • Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

  • Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

  • Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

  • Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.

 

Αρχιμ. Αθανάσιος Μυτιληναίος (ΜΙΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ ΚΑΙ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ)

Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:

«ΜΙΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ ΚΑΙ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ»

[εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 15-10-1989]

(Β225)

Στέλνοντας, αγαπητοί μου, την επιστολή του ο Απόστολος Παύλος στον Τίτο, Επίσκοπο Κρήτης, όπως ακούσαμε στη σημερινή αποστολική περικοπή και που είναι γεμάτη από προτροπές ποιμαντικού και ιεραποστολικού χαρακτήρος, αλλά και προσωπικού ακόμη χαρακτήρος, την κατακλείνει την επιστολή του με δύο ακόμη λόγια ποιμαντικών προτροπών, όπως και με δύο λόγια ιεραποστολικών προτροπών.

Αν λάβουμε υπόψη ότι οι επιστολές του Αποστόλου Παύλου αποτελούν μαζί με τα Ευαγγέλια την Καινή Διαθήκη και συνεπώς είναι θεόπνευστες οι επιστολές του, κάθε φράση και κάθε λέξη και κάθε συλλαβή είναι για μας και για όλους τους πιστούς όλων των αιώνων και όλων των εποχών, ο λόγος του Θεού και οι επιταγές του Αγίου Πνεύματος. Γι’ αυτό ας προσπαθήσουμε να δούμε τι γράφει, τι μας προσφέρει σήμερα ο λόγος του Θεού, στη σημερινή αποστολική περικοπή, όπως σας είπα, για να μείνουμε σε κάποια σημεία και έτσι να ωφεληθούμε. Σας διαβάζω το ιερό κείμενο σε μία απόδοσή του, για να έχουμε μία εικόνα.

«Αυτά τα λόγια όσα πιο πάνω σου έγραψα και όσα θα σου γράψω πιο κάτω, είναι αξιόπιστα. Και θέλω να τα βεβαιώνεις με την προσωπική σου μαρτυρία. Ώστε όσοι έχουν πιστέψει στον Θεό να φροντίζουν να πρωτοστατούν σε έργα καλά. Αυτά είναι τα καλά και ωφέλιμα στους ανθρώπους. Αντίθετα, να αποφεύγεις τις ανόητες αναζητήσεις σε γενεαλογικούς καταλόγους, τις φιλονικίες και τις διαμάχες γύρω από τις διατάξεις του ιουδαϊκού νόμου· γιατί αυτά είναι ανόητα και μάταια. Τον άνθρωπο που ακολουθεί πλανεμένη διδασκαλία ή ακολουθεί διχοστασίες και σκάνδαλα, συμβούλευσέ τον μία ή δύο φορές. Και αν δεν ακούσει, άφησέ τον με τη βεβαιότητα πως αυτός έχει πια διαστραφεί και αμαρτάνει, καταδικάζοντας έτσι ο ίδιος τον εαυτό του.

Όταν θα σου στείλω τον Αρτεμά ή τον Τυχικό, έλα το συντομότερο να με συναντήσεις στη Νικόπολη. Γιατί εκεί αποφάσισα να περάσω τον χειμώνα. Τον Ζηνά τον νομικό και τον Απολλώ, να τους εφοδιάσεις πλουσιοπάροχα με ό,τι χρειάζονται για το ταξίδι τους, ώστε να μην τους λείπει τίποτε. Ας μαθαίνουν και οι δικοί μας να πρωτοστατούν σε καλά έργα, για να αντιμετωπίζουν τις επείγουσες υλικές ανάγκες, ώστε η ζωή τους να μην είναι άκαρπη. Σε χαιρετούν όλοι όσοι είναι μαζί μου. Χαιρέτησε τους πιστούς που μας αγαπούν. Η χάρις του Θεού να είναι με όλους σας».

Τι ωραία επιστολή, αγαπητοί μου! Όταν μάλιστα είναι γεμάτη από το Πνεύμα του Θεού… Κι όποιος μπορεί να βαθαίνει μέσα στον λόγο του Θεού, πραγματικά αισθάνεται μια παραδεισία τρυφή, απόλαυση.

«Πιστς λγος». Έτσι τελειώνει ο απόστολος Παύλος την επιστολή του, τα τελευταία της επιστολής του. Πιστός ο λόγος. Αξιόπιστος ο λόγος του Θεού. Ό,τι ο Θεός έχει πει και έχει υποσχεθεί, είναι αξιόπιστο. Τι είπε; Το προηγούμενο χωρίο στην επιστολή λέει: «να δικαιωθντες τ κενου-δηλαδή του Χριστού– χριτι κληρονμοι γενμεθα κατ’ λπδα ζως αωνου». Ποια είναι εκείνα τα οποία μας έδωκε ο Θεός; Η δικαίωσή μας στο όνομα και το αίμα του Θεού Λόγου που ενηνθρώπησε, του Ιησού Χριστού. Κι έτσι γινόμαστε, με τη χάρη του Θεού κληρονόμοι, κατά την ελπίδα της αιωνίου ζωής. Αυτά είναι αξιόπιστα. Είναι τελείως αξιόπιστα, γιατί τα λέγει ο Θεός. «Κι αυτός ο πιστός λόγος πρέπει να προβληθεί», λέγει ο Απόστολος στον Τίτο, «με τη δική σου βεβαιότητα». Προσέξτε αυτό. «Με τη δική σου βεβαιότητα».

Πράγματι. Όπως γράφει αλλού ο Απόστολος Παύλος, ότι «μίλει ν ποδείξει Πνεύματος». Όχι απλά λόγια. Όχι δηλαδή εκείνο που δυστυχώς έχουμε όλοι μας και μιλάμε ακαδημαϊκά. Αλλά «ν ποδείξει Πνεύματος». Κι όπως λέγει εδώ συγκεκριμένα ότι θα είναι εν βεβαιώσει. Θα βεβαιώνεις εσύ με την παρουσία σου, με τον τρόπο σου, με την πίστη σου ότι εκείνα τα οποία είπε ο Θεός, είναι αληθινά.

Έτσι, δυστυχώς αγαπητοί μου, δεν μιλά πια η ζωή μας στους άλλους ανθρώπους, για να πιστέψουν. Αυτό είναι φοβερό. Όταν ο κήρυκας του λόγου του Θεού, ο φορέας του λόγου του Θεού άφησε την καριέρα του, τα κτήματά του, την οικογένειά του ή δεν έκανε οικογένεια, όλα αυτά είναι ακριβώς ό,τι είπε ο Απόστολος στον Τίτο. Δηλαδή ότι «θα δίνεις τη βεβαιότητα ότι ο λόγος είναι πιστός. Με τον δικό σου τρόπο· διότι πώς ο άλλος θα νιώσει και θα πιστέψει ότι αυτά που λες είναι αληθινά, αν εσύ δεν έχεις δείξει κατά κάποιον τρόπο με τη ζωή σου, ότι αυτά που ζεις είναι αυτά που λες ή αυτά που λες είναι αυτά που ζεις». Κι αυτό είναι το πάρα πολύ σπουδαίο πράγμα. Όμως, όπως σας είπα, δυστυχώς η ζωή μας δεν μιλάει στους άλλους για να πιστέψουν.

Ακόμα, δεν μας έχουν δει να κακοπαθούμε. Ακόμα και να αδικούμεθα. Δεν μας έχουν δει. Ο Απόστολος Παύλος, έναν ολόκληρο κατάλογο καταστάσεων κάπου στη Β΄ προς Κορινθίους επιστολή του εκθέτει τι έχει περάσει. Και πώς ζει. Τι κακοπάθειες έχει περάσει. Πού λοιπόν είναι, θα λέγαμε, η δύναμις του Αγίου Πνεύματος για να φανεί μέσα στην πίστη μας και μέσα στη ζωή μας; Πού είναι; Νομίζω ότι αυτό λείπει από τη ζωή των Χριστιανών και των ποιμένων και των ποιμενομένων. Η ζωή του Αγίου Πνεύματος. ν βεβαιώσει.

«να φροντζωσι καλν ργων προστασθαι», λέγει ευθύς πιο κάτω. Για να φροντίζουν να προΐστανται εκείνοι που θα πιστέψουν από τον δικό σου τρόπο που θα τους βεβαιώσεις ότι «πιστός ο λόγος», αξιόπιστος ο λόγος του Θεού, να φροντίζουν και να προΐστανται έργων καλών. Βέβαια, συνέπεια, θα λέγαμε, της αξιοπιστίας των λόγων του Θεού είναι και την εκφράζει ο ποιμένας και οι ποιμενόμενοι, με την ανάληψη καλών έργων. Τα καλά έργα είναι εκείνα που επισφραγίζουν και την πίστη μας και τη ζωή μας.

Τι είναι όμως τα καλά έργα; Όχι βέβαια μόνο εν στενή εννοία, που είναι οι αγαθοεργίες που λέμε «να έχουμε καλά έργα». Αλλά έργα, σε ένα ευρύτερο φάσμα. Όπως γράφει στους Φιλιππησίους, χωρίς να σας αναλύσω: «σα στν ληθ, σα σεμν, σα δκαια, σα γν, σα προσφιλ, σα εφημα[:έχουν καλή φήμη], ε τις ρετ κα ε τις παινος[:ό,τι ακριβώς χαρακτηρίζει κάτι που είναι αρετή, ό,τι ακριβώς χαρακτηρίζει κάτι που δέχεται τον έπαινο, και από τον Θεό και από τους ανθρώπους], τατα λογζεσθε[-γράφει στους Φιλιππησίους] κα μθετε κα παρελβετε κα κοσατε κα εδετε ν μο, τατα πρσσετε». Αυτά να σκέπτεστε, αυτά να ενεργείτε, αυτά να ζείτε. Αυτά, αγαπητοί μου, είναι τα έργα τα καλά εν ευρεία εννοία.

Έτσι η βεβαιότητα της πίστεως δίδει τον καρπό των καλών έργων αλλά και της ανακαινισμένης ζωής. Κι όταν η ζωή του πιστού είναι καινούρια, τότε πρέπει να προΐσταται ο πιστός, να πρωτοστατεί δηλαδή σε έργα αγάπης. Λέγει ο Θεοφύλακτος, ένας ερμηνευτής: «Καί μή ναμένωσι τούς δεομένους πρός ατούς λθεν». Αυτοί που προΐστανται των αγαθών έργων, μην περιμένουν τους άλλους να έλθουν. Αυτοί πρέπει να τρέξουν. Όπως, δεν πήγαμε εμείς στον ουρανό. Ήλθε ο Λόγος του Θεού σαν άνθρωπος, από τον ουρανό στη Γη. Έτσι κι εμείς θα πάμε σ’ αυτούς. «Ο Θεός», αλλού λέει, στην προς Ρωμαίους ο Απόστολος Παύλος «με τέτοιες θυσίες ευαρεστείται».

«Τατ στι τ καλ κα φλιμα τος νθρποις» σημειώνει στην επιστολή του προς Τίτον ο Απόστολος. Δηλαδή αυτά είναι τα καλά, αυτά είναι τα ωφέλιμα, τα χρήσιμα στους ανθρώπους. Δηλαδή αν καταλαβαίνουμε, έτσι μόνον μπορούμε να έχουμε τον αληθινό κοινωνικό άνθρωπο. Πολλές φορές λέμε· ποιος είναι ο τύπος του κοινωνικού, όχι κοσμικού, γιατί η κοινωνικότητα αντιδιαστέλλεται από την κοσμικότητα. Ο Χριστιανός δεν είναι κοσμικός, είναι κοινωνικός. Εκείνο το «χαίρειν μετά χαιρόντων καί κλαίειν μετά κλαιόντων», που είναι ο τύπος της κοινωνικότητος, πού θα βρίσκαμε αυτόν τον τύπο, τον αληθινό τύπο του κοινωνικού ανθρώπου; Πού αλλού, παρά στην εφαρμογή του Ευαγγελίου. Στο εφαρμοσμένο Ευαγγέλιο. Υπάρχουν και κάποιες βέβαια άγονες ή και επιζήμιες ασχολίες, λέει ο Απόστολος Παύλος στον Τίτο και του γράφει: «Πρόσεξε, μην ασχολείσαι με αυτές».

Τι είναι αυτές οι άγονες ασχολίες; Είναι στο να καταγίνεται ο πιστός σε στείρες συζητήσεις ή αναζητήσεις. Είναι οι νομικές μάχες, που γράφει στον Τίτο. Τότε ήταν οι λεγόμενες «ιουδαϊκές ερμηνείες» του νόμου· που υπήρχαν, αγαπητοί μου, ακούστε μέσα στο Ταλμούδ. Έξι χιλιάδες διατάξεις! Πλήθος. Πλήθος. Όλες αυτές οι διατάξεις έλεγαν: «Μη αυτό, μη εκείνο, μη εκείνο, μη αυτό»· που έκαναν τη ζωή του Ιουδαίου, του Εβραίου βαριά. Δυστυχώς πολλές φορές αυτά περνούν, πέρασαν και μέσα στην Εκκλησία μας. Ο Κύριος τα είπε «εντάλματα των ανθρώπων». Δηλαδή εντολές των ανθρώπων. Δεν έχουν καμία σχέση με τις εντολές του Θεού. Προσέξτε όμως. Δεν πρόκειται για την Παράδοση της Εκκλησίας· γιατί η Παράδοση της Εκκλησίας δεν είναι εντολές ανθρώπων. Αλλά είναι η ν Πνεύματι γί ερμηνεία του λόγου του Θεού· που είναι κατατεθειμένη μέσα στην Εκκλησία. Αλλά ομιλεί δια τις παραδόσεις των ανθρώπων. Όχι δια την Παράδοσιν του Θεού. Ακόμη και ο νόμος, παράδοση ήταν. Αν θέλετε, ακόμη και η Καινή Διαθήκη, Παράδοση είναι. Αυτά που παρέδωκε ο Υιός του Θεού, ο Ιησούς Χριστός στους ανθρώπους.

Είναι «μωραί ζητσεις» ακόμη και κάθε ενασχόληση με τη φιλοσοφία· που ζητάμε ώστε η φιλοσοφία να γίνει ο ρυθμιστής της ζωής μας… Είναι ακόμη και όλες εκείνες οι παλιές και οι σύγχρονες θεωρίες, που ζητούν να προσανατολίζουν και αυτές με τη σειρά τους τη ζωή μας και να την καθοδηγούν. Αυτά τα πράγματα δεν έχουν σχέση στη ζωή του πιστού. Το Ευαγγέλιο είναι ο οδηγός του. Είναι ο τρόπος που θα τον οδηγήσει και η Εκκλησία στην πνευματική ζωή. Να βρει τις απαντήσεις της υπάρξεώς του. Γιατί υπάρχω και πού πηγαίνω. «Για όλα τα άλλα», λέει ο Απόστολος, «είναι ανώφελα και μάταια». Σας λέγω αλήθεια, αγαπητοί μου, απορώ πώς μπορεί, Χριστιανοί που έχουν το Ευαγγέλιο και το γνωρίζουν, να ζητούν πορεία στη ζωή τους από τη φιλοσοφία. Δεν μπορώ να το καταλάβω. Ούτε είναι δυνατόν αυτά τα πράγματα να συμβαδίζουν. Φιλοσοφία; Προϊόν του νου, του ανθρώπινου νου. Το Ευαγγέλιο; Η αποκάλυψη του Θεού. Τι σχέση έχει το ένα με το άλλο;

Αλλά είναι και οι αιρετικοί, στη συνέχεια, όπως καταγράφει. Σας είπα μερικά πράγματα θα δούμε από αυτά τα τελευταία της επιστολής, που γράφει ο Απόστολος στον Τίτον. Είναι αυτοί «αρετικν νθρωπον μετ μαν κα δευτραν νουθεσαν παραιτο» κ.τ.λ. Είναι αυτοί που αστόχησαν στην πίστη και εναυάγησαν. Βέβαια θα τους βοηθήσουμε. Αλλά όταν δεν πείθονται, θα τους αφήσουμε. Γιατί έχουν διαστραφεί. «ξστραπται τοιοτος», λέγει ο Απόστολος.

Ακόμη θα θελα να σας έλεγα ότι η λέξη «αιρετικός» και «αίρεσις» δεν σημαίνει πάντοτε μόνον εκείνον ο οποίος έχει αποκλίνει από την ορθή πίστη. Έχει και άλλη σημασία. Είναι εκείνος που δημιουργεί σκάνδαλα και διχοστασίες. Μέσα στην Καινή Διαθήκη ο όρος αυτός, πάλι στον Απόστολο Παύλο, έχει αυτήν την έννοια ή σε άλλα σημεία της Καινής Διαθήκης, όχι στον Απόστολο Παύλο. Φερειπείν, γράφει στους Ρωμαίους ο απόστολος Παύλος: «Παρακαλ δ μς, δελφο, σκοπεν[:να εξετάζετε] τος τς διχοστασας κα τ σκνδαλα παρ τν διδαχν ν μες μθετε ποιοντας, κα κκλνατε π᾿ ατν». Εκείνους οι οποίοι δημιουργούν τις διχοστασίες και τα σκάνδαλα, παρά την διδασκαλία την οποία έχετε μάθει από μας και οι οποίοι αυτοί ξεφεύγουν. Και σεις λοιπόν προσέξτε. Εκκλίνατε απ’ αυτών. Ξεφύγετε. Φύγετε μακριά. «Ο γρ τοιοτοι τ Κυρί μν ησο Χριστ ο δουλεύουσιν[:αυτοί δεν είναι κάτω από την υπακοή του Θεού. Δεν δουλεύουν το έργο του Θεού], λλ τ αυτν κοιλί[:δηλαδή τα συμφέροντά τους] κα δι τς χρηστολογίας κα ελογίας[:και με τα ωραία τους λόγια, με τις ευλογίες τους, και με τούτα και εκείνα, να μην κάνω πιο πολλές περιγραφές] ξαπατσι τς καρδίας τν κάκων[:εξαπατούν τις καρδιές, λέγει, των αφελών και απλών ανθρώπων]». «Αυτούς», λέγει ο Απόστολος, «μακριά». Και ο Κύριος το είπε. Και δεν εννοούσε,όταν το είπε, την αίρεση. Όταν είπε ότι αν κάποιος κάνει κάτι, φώναξέ τον. «Έλα εδώ, μην το ξανακάνεις αυτό. Δεν σε άκουσε. Πάρε και άλλον αδελφόν. Δεν άκουσε ούτε τον αδελφό. Πάρε δύο- τρεις. Δεν άκουσε ούτε αυτούς. Πες στο στην Εκκλησία, στο σύνολο. Δεν άκουσε ούτε την Εκκλησία. «ν δ κα τς κκλησίας παρακούσ», λέει ο Κύριος, «στω σοι σπερ θνικς κα τελώνης». Να είναι για σένα σαν τον ειδωλολάτρη και σαν τον αμαρτωλό. Να μην έχεις καμία σχέση μαζί του.

Εξάλλου και η Παλαιά Διαθήκη το λέγει, είναι στο Δευτερονόμιο, αλλά και ο Απόστολος Παύλος το ανανεώνει στην Καινή Διαθήκη. «Κα ξαρετε τν πονηρν ξ μν ατν ». Θα βγάλετε από μέσα από τη σύναξή σας, μέσα από την Εκκλησία, τον πονηρό, τον άνθρωπο ο οποίος δεν θέλει να διορθωθεί. Η ιδέα ότι θα τον διορθώσουμε κρατώντας τον, μοιάζει σαν τα πορτοκάλια στο καφάσι, που ένα είναι σάπιο. Τα άλλα τα γερά, θα κάνουν το σάπιο γερό; Το σάπιο θα κάνει τα γερά σάπια. Αλλά δυστυχώς, επειδή αυτό δεν το προσέχουμε, γι΄ αυτόν ακριβώς τον λόγο, μέσα στην Εκκλησία υπάρχουν και εκείνοι που αιρετίζουν και εκείνοι που διχοστασίες προκαλούν και εκείνοι, που κατά κάποιον τρόπο σκανδαλίζουν και γενικά αναστατώνουν καθ’ οιονδήποτε τρόπον την Εκκλησία,με το ντύσιμό τους, με τα λόγια τους, με τα φερσίματά τους, με τις κοσμικότητές του, με τις θεωρίες που πιστεύουν και στο τέλος να λέγουν: «εγώ πιστεύω κατά τον τρόπο μου». Α, δηλαδή, έχεις τόση υπερηφάνεια, ώστε δεν συμμορφώνεσαι να πιστέψεις κατά την υπόδειξη της Εκκλησίας, αλλά πιστεύεις κατά τον τρόπο σου. Βλέπετε όλα αυτά τα σκάνδαλα, οι διχοστασίες που δημιουργούν και όλα αυτά τα πράγματα, δεν είναι από τον Θεό· είναι από τον πονηρό. Και αυτοί πρέπει να κόβονται από την Εκκλησία. Όλοι αυτοί, σας το ξαναλέγω.

Και τώρα κάποιες, θα λέγαμε, προσωπικές προτροπές που έχει να δώσει ο Απόστολος Παύλος, σε θέματα ιεραποστολής στον Τίτο, που είναι συνεργάτης του βέβαια, στο έργο της διακονίας του Ευαγγελίου. Ζητά λοιπόν να συναντηθεί με τον Τίτο. Εκείνος θα πάει στη Νικόπολη. Ακόμη δεν έχει πάει. Στη Νικόπολη της Ηπείρου. Αυτή που λέμε σήμερα Πρέβεζα. Είναι όχι ακριβώς, είναι κάτι δίπλα, αλλά πολύ κοντά. Χοντρικά θα λέγαμε είναι η σημερινή Πρέβεζα. Και ακόμη δεν έχει πάει. Θα πάει. Στέλνει την επιστολή και ζητάει από τον Τίτο να έλθει από την Κρήτη στη Νικόπολη να τον συναντήσει. Σε αντικατάστασή του, του λέγει ότι θα στείλει ή τον Αρτεμά ή τον Τυχικό. Άλλους βοηθούς του και συνεργάτες του. Αυτές οι προσωπικές συναντήσεις των συνεργατών ήταν πάρα πολύ σημαντικές. Γιατί έτσι οι συνεργάτες του ανανεώνονταν. Είναι η ανανέωση.

Αγαπητοί μου, στην ιεραποστολή υπάρχουν τριβές. Κινείσαι μέσα στον κόσμο. Και υπάρχουν πολλές πολλές τριβές. Πώς θα γίνει κανείς να ανανεωθεί από τις τριβές αυτές; Όταν έχει κοινωνία με τους πνευματικούς αδελφούς. Ακόμη αναφύονται και προβλήματα στην ιεραποστολή, στο κήρυγμα του λόγου του Θεού. Τι θα κάνεις; Πρέπει να ρωτήσεις, πρέπει να δώσεις στους άλλους μία απάντηση άμα σε ρωτήσουν. Με ποιους; Με τους αδελφούς, με τους συνεργάτες. Όλα αυτά κουράζουν βέβαια τον ιεροκήρυκα, τον ιεραπόστολο και ζητά αυτήν την ανανέωση, αυτόν τον εμπλουτισμό. Έτσι, εκείνος που ασχολείται με την ιεραποστολή, με το έργο του Θεού, σε οποιαδήποτε μορφή είναι αυτή η ιεραποστολή, σε οποιαδήποτε, μην πηγαίνει το μυαλό σας στην Αφρική ή στην Άπω Ανατολή· και μέσα στον τόπο μας και στη γειτονιά μας, εκείνος ο οποίος θα είναι φορέας του λόγου του Θεού, πάντοτε έχει ανάγκη κατ’ αρχάς να μελετά τον λόγο του Θεού, αλλά και να ακροάται τον λόγο του Θεού. Να ζει τη μυστηριακή ζωή έντονα. Να έχει μία πλουσία προσευχή και να έχει και μια κοινωνία με τους πνευματικούς ανθρώπους, τους πνευματικούς του συνεργάτες.

Έτσι βλέπουμε αγαπητοί μου ότι ο Απόστολος καλεί τώρα τον Τίτο να τον επισκεφτεί στη Νικόπολη, στην οποία Νικόπολη σκόπευε να ξεχειμωνιάσει. Πόσο πραγματικά, πόσο ανθρώπινα! Δεν βλέπει κανείς πράγματα σαν να είναι στην ιστορία των αγγέλων, αν οι άγγελοι έχουν ιστορία. Εκεί δεν υπάρχουν συμβεβηκότα. Αλλά στους ανθρώπους, πόσο ανθρώπινα, πόσο απλά!

Σας είπα ότι στη Νικόπολη θα πήγαινε ο απόστολος Παύλος. Δηλαδή στη σημερινή Πρέβεζα. Αισθανόμαστε μία βαθιά έτσι συγκίνηση, όταν αυτά τα αγιασμένα πόδια του μεγάλου Αποστόλου Παύλου πάτησαν τα εδάφη μας. Την Ελλάδα μας, ο Απόστολος Παύλος, θα έλεγα ότι την όργωσε. Πόσο αισθανόμαστε… έτσι… ιδιαίτερα… Γι’ αυτό, αυτό το σημείο, ότι ο Παύλος ήρθε στην πατρίδα μας, ξεχειμώνιασε, έμεινε καιρό πολύ, πήγε από δω, πήγε από εκεί. Όλα αυτά πρέπει να γίνονται ένα κέντρισμα και μία φιλοτιμία στο να εργαζόμαστε στη διακονία του έργου του Θεού.

Και τώρα δίνει ακόμη μία ιεραποστολική παραγγελία. Λέει: «Ζηνν τν νομικν κα ᾿Απολλ σπουδαως πρπεμψον (:Να τους στείλεις φροντισμένα) να μηδν ατος λεπ. (:Να έχουν όλα τα αγαθά μαζί τους. Να μην τους λείπει τίποτε). Μανθανέτωσαν δέ κα ο μτεροι καλν ργων προστασθαι ες τς ναγκαας χρεας, να μ σιν καρποι». Έπρεπε οι εργάτες του Ευαγγελίου να συντηρούνται από τους πιστούς. Εφόσον ο χρόνος τους ήταν ολόκληρος αφιερωμένος στο έργο της Εκκλησίας, έπρεπε πια οι πιστοί να φροντίζουν γι΄αυτούς. Εξάλλου ο ίδιος ο Απόστολος Παύλος ερμηνεύει εκείνο το της Παλαιάς Διαθήκης: «Ο φιμώσς βον λοντα». Δεν θα βάλεις φίμωτρο στο βόδι το οποίο αλωνίζει. Γιατί; «ξιος γρ ργάτης το μισθο ατο» σημειώνει στην Α΄προς Τιμόθεον επιστολή του.

Θέλει ακόμη να τονίσει ότι οι πιστοί πρέπει να φροντίζουν για τις ιεραποστολές και για τους ιεραποστόλους. Ο λόγος του Θεού πρέπει να είναι απρόσκοπτος. Πρέπει να τρέχει. Σήμερα δεν είναι μόνο, θα λέγαμε, ο ιεραπόστολος, αλλά είναι και το χριστιανικό έντυπο. Είναι το έντυπο Ευαγγέλιο ακόμη. Είναι κάθε μέσο με το οποίο ακούγεται ο λόγος του Θεού. Αυτό πρέπει να τρέχει. Οι πιστοί που δεν φροντίζουν για το έργο αυτό, θα μείνουν, όπως λέγει ο απόστολος, άκαρποι.

Και τέλος: «᾿Ασπζοντα σε ο μετ’ μο πντες (:Σε χαιρετούν όλοι εκείνοι που είναι μαζί μου). σπασαι τος φιλοντας μς ν πστει». Είναι η κοινωνία των αγίων. Και ποιοι οι φιλοντες; «ν πίστει ντας καί μμένοντας μν», λέγει ο Ζιγαβηνός. Εκείνοι οι οποίοι είναι στην πίστη και μας περιμένουν και μας αγαπούν. Οι πιστοί πρέπει να έχουν κοινωνία, όπως σας είπα· που είναι μία πλευρά και επιτυγχάνεται σε μία πλευρά του εκκλησιασμού. Βλέπετε, είμεθα όλοι μαζί. Αυτό πρέπει να είναι μία αφορμή μιας επικοινωνίας.

Αγαπητοί μου, είδαμε μια σελίδα ποιμαντική και ιεραποστολική γραμμένη από το χέρι του αποστόλου Παύλου. Θα μπορούσε να μας πει κανείς ότι ό,τι έγραφε στην επιστολή του στους Γαλάτες: «δετε πηλίκοις μν γράμμασιν γραψα τ μ χειρί». «Είδατε με τι γράμματα, μεγάλα γράμματα σας έγραψα», λέει, «με το δικό μου χέρι την επιστολή αυτή». Και βέβαια δεν σώθηκε ούτε ένα κομματάκι από τη χειρόγραφη επιστολή του Παύλου. Όμως διασώθηκε το πνεύμα. Εκείνο που κατέγραψε το Άγιο Πνεύμα. Αυτά θα κρατήσουμε, για να προκόψουμε στην πνευματική μας ζωή αλλά και στο έργο της διακονίας του λόγου του Θεού.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή

μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,

ψηφιοποίηση και επιμέλεια της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας:

Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

  • Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.

  • http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_455.mp3

Αυγουστίνος Καντιώτης (Από το βιβλίο "ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ")

Ἔργα καὶ ἔργα

«Πιστὸς ὁ λόγος· καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ» (Τίτ. 3,8)

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΥΛΟΣ, ἀγαπητοί μου, προτρέπει σήμερα ὅλους τοὺς χριστιανούς, νὰ κάνουν καλὰ ἔργα. Καὶ ὄχι ἁπλῶς νὰ κάνουν καλὰ ἔργα, ἀλλὰ νὰ εἶνε πρῶτοι στὰ καλὰ ἔργα, παρακινώντας σ’ αὐτὰ καὶ ἄλλους.

Ἀλλὰ ποιά, θὰ μὲ ῥωτήσετε, ποιά εἶνε τὰ καλὰ ἔργα; Ὁ κόσμος στὴν ἐποχή μας, ὅταν ἀκούσῃ ἔργα, ἡ σκέψι του πηγαίνει σὲ ἔργα ποὺ κάνουν οἱ μηχανικοί, ἔργα ποὺ ἐξυπηρετοῦν κοινότητες καὶ δήμους καὶ ὅλο τὸ κράτος, ἔργα ὅπως τὰ λένε κοινωνικῆς, οἰκονομικῆς καὶ πολιτιστικῆς ἀναπτύξεως. Τέτοια ἔργα εἶνε τὰ γεφύρια, οἱ δρόμοι, οἱ σιδηροδρομικές γραμμές, τὰ ἐργοστάσια, τὰ τουριστικά κέντρα, οἱ πλάζ, τὰ ξενοδοχεῖα, τὰ σχολεῖα, τὰ νοσοκομεῖα καὶ ἄλλα. Τέτοια ἔργα γίνονται σ ̓ ὅλα τὰ κράτη. Τώρα δὲ τελευταῖα καὶ στὴν Ἑλλάδα, ποὺ τὴν εἶχαν ῥημάξει ἐσωτερικοὶ καὶ ἐξωτερικοὶ ἐχθροὶ καὶ δὲν εἶχαν ἀφήσει σχεδόν τίποτε, παρατηρεῖται μιὰ μεγάλη δραστηριότητα γιὰ τέτοια ἔργα. Παντοῦ ἀκούγεται ὁ χτύπος τῶν μηχανημάτων. Νομίζει κανείς, πὼς ἡ Ἑλλάδα ἔγινε ἕνα ἀπέραντο εργοστάσιο. Χιλιάδες ἔργα κοινοτικά, δημοτικὰ καὶ κρατικὰ γίνονται. Εκατομμύρια καὶ δισεκατομμύρια ξοδεύονται γιὰ τὴν κατασκευὴ τῶν ἔργων. Σε λίγα χρόνια, λένε οἱ εἰδικοί, ἡ Ἑλλάδα θὰ γίνῃ ἀγνώριστη. Εργοστάσια μεγάλα, δρόμοι εὐρύχωροι, πολυκατοικίες, λιμάνια καὶ ἀεροδρόμια θὰ δώσουν νέα ζωή.

* * *

Δὲν περιφρονοῦμε κ ̓ ἐμεῖς τὴν ἀξία τῶν ἔργων αὐτῶν· γιατὶ καὶ γεφύρια καὶ δρόμοι καὶ πλατείες καὶ ἐργοστάσια καὶ κατοικίες χρειάζονται. Ἀλλ ̓ ὅλα αὐτὰ τὰ ἔργα εἶνε φτειαγμένα ἀπὸ πέτρες, σίδερα καὶ τσιμέντο. Εἶνε φτειαγμένα ἀπὸ ὑλικὰ πράγματα, καὶ συνεπῶς ἡ ἀξία τους δὲν εἶνε τόσο μεγάλη όσο νομίζει ὁ κόσμος. Εἶνε ἔργα που μποροῦν νὰ καταστραφοῦν μέσα σὲ λίγες ὧρες — τί λέω;, μέσα σὲ λίγα λεπτά. Ἕνας σεισμὸς δυνατὸς φτάνει νὰ καταστρέψῃ μιὰ πόλι ποὺ ἔχει τὰ ὡραιότερα κτήρια, κτήρια που χρειάστηκαν χιλιάδες ἐργάτες καὶ ξωδεύτηκαν ἑκατομμύρια γιὰ νὰ χτιστοῦν. Κι ἂν δὲν γίνῃ σεισμός, ὑπάρχει φόβος νὰ γίνῃ κάτι ἄλλο χειρότερο, χειρότερο ἀπὸ χίλιους σεισμούς· ὑπάρχει φόβος νὰ γίνῃ ἕνας πόλεμος. Πόλεμος ὄχι πιὰ μὲ τὰ παλιὰ ὅπλα, ἀλλὰ μ’ ἕνα νέο ὅπλο, τρομερὸ ὅπλο, ποὺ λέγεται ἀτομικὴ βόμβα. Λίγες τέτοιες βόμβες, λένε οἱ εἰδικοὶ τοῦ ἀτομικοῦ πολέμου, μποροῦν νὰ κάνουν ἐρείπια τις μεγαλύτερες πόλεις τῆς ἀνθρωπότητος…

Δὲν τὰ λέμε αὐτά, ἀγαπητοί μου, γιὰ νὰ σκορπίσουμε τὴ μελαγχολία, τὴν ἀπαισιοδοξία καὶ νὰ κάνουμε τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὸ φόβο τους νὰ σταυρώσουν τὰ χέρια καὶ νὰ ποῦνε ̇ Ἀφοῦ σήμερα ἢ αὔριο θὰ γίνῃ ἡ καταστροφή, γιατί ἐγὼ νὰ κοπιάζω; γιατί νὰ καλλιεργῶ τὴ γῆ, νὰ φυτεύω δέντρα, νὰ χτίζω σπίτια κ ̓ ἐργοστάσια;…. Ὁ σκοπὸς ποὺ γράφουμε αὐτὰ δὲν εἶνε νὰ σκορπίσουμε τὴν ἀπαισιοδοξία καὶ τὴν ἀπογοήτευσι σκοπός μας δὲν εἶνε νὰ σταματήσουν τὰ ἔργα οἰκονομικῆς καὶ πολιτιστικῆς ἀναπτύξεως. Ὁ σκοπός μας εἶνε, νὰ καταλάβουμε ὅλοι, ὅτι ἡ ἀξία τῶν ἔργων αὐτῶν εἶνε μικρή γιατὶ εἶνε ἔργα, ὅπως εἴπαμε, ὑλικά, ποὺ ἀργὰ ἢ γρήγορα θὰ και ταστραφοῦν καὶ δὲν θὰ μείνῃ τίποτε ἀπ ̓ αὐτά.

Πέρα ἀπ ̓ αὐτὰ τὰ ἔργα, ποὺ ὁ πολὺς κόσμος θαυμάζει, ὑπάρχουν κι ἄλλα ἔργα. Ἔργα πολύ μεγάλης αξίας. Ἔργα, ποὺ δὲν φαντάζουν, ἀλλ’ ὅμως προσφέρουν ἀνεκτίμητη ὑπηρεσία στὸν κόσμο. Ἔργα, ποὺ φέρνουν πάνω τους τὴ σφραγῖδα τῆς αἰωνιότητος. Ἔργα θεϊκά, ποὺ ἐξυψώνουν τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν κάνουν νὰ μοιάζῃ μὲ τὸ Θεό. Ἔργα, ποὺ μποροῦν νὰ τὰ κάνουν κ’ οἱ πιὸ φτωχοὶ καὶ ἄσημοι ἄνθρωποι. Ἔργα, τέλος, ποὺ ἀξίζει νὰ λέγωνται «καλὰ ἔργα» (Τίτ. 3,8).

Καλὰ ἔργα! Αλλὰ φαίνονται ὅσα λέμε γενικὰ καὶ ἀόριστα; Θέλετε ν ̓ ἀναφέρουμε μερικὰ καλὰ ἔργα, ποὺ ἐννοεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος; Θ ̓ ἀναφέρουμε ἀπ’ τὴ σύγχρονη ζωή.

Σ’ ἕνα χωριό φτάνει ἕνας ξένος. Εἶνε χειμώνας πέφτει χιόνι, κάνει κρύο φοβερό. Ο ξένος, ἂν μείνῃ ἔξω, κινδυνεύει νὰ πεθάνῃ. Ἂν τώρα ἕνα σπίτι ἀνοίξῃ καὶ δεχτῇ τὸν ξένο καὶ τὸν περιποιηθῇ, αὐτὴ ἡ πρᾶξις τῆς φιλοξενίας ἑνὸς ξένου καὶ ἀγνώστου ἀνθρώπου ποὺ ἔφτασε στὸ χωριὸ εἶνε ἔργο καλό.

Καλὰ ἔργα! Σὲ ἄλλο χωριὸ πέφτει στο κρεβάτι ἄρρωστος ἕνας ἄνθρωπος. Εἶνε ἡλικιωμένος καὶ ἔρημος. Συγγενεῖς δὲν ἔχει ἤ, ἂν ἔχῃ, τὸν ἄφησαν, πῆγαν στὰ ξένα καὶ ἔπαυσαν πιὰ νὰ τὸν θυμοῦνται. Ὅσο καιρὸ ἦταν γερὸς δὲν εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ βοήθεια καὶ περιποίησι· ἀλλὰ τώρα ποὺ ἔπεσε βαρειά ἄρρωστος στο κρεβάτι ποιός θὰ τὸν κοιτάξῃ; Μιὰ ὅμως σπλαχνικὴ γριά γυναίκα ἔρχεται καί, χωρίς καμμιά πληρωμή, μῆνες τώρα τὸν περιποιεῖται αὐτή. Αὐτὸ ποὺ κάνει ἡ γυναίκα αὐτὴ εἶνε μιὰ πρᾶξις ἡρωϊκή, εἶνε ἕνα ἔργο καλό.

Καλὰ ἔργα! Σ’ ἕνα ἄλλο χωριό κάηκε ὁ ἀχυρώνας ἑνὸς πολὺ φτωχοῦ ἀνθρώπου, ὅπου εἶχε φυλαγμένο ἄχυρο καὶ τριφύλλι γιὰ τὰ ζῷα του, γιὰ τὸ γαϊδουράκι καὶ τὴν ἀγελάδα του. Ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει λεφτὰ γιὰ νὰ χτίσῃ τὴν ἀποθήκη, οὔτε γιὰ ν’ ἀγοράσῃ ἄλλες μπάλλες χόρτο γιὰ τὰ ζῷα· καὶ ὁ χειμώνας ἔρχεται. Ἀλλὰ νά καὶ φτάνουν δυὸ καλοὶ γείτονες καὶ τοῦ λένε «Μὴ στενοχωριέσαι. Ἐμεῖς θὰ σὲ βοηθήσουμε γιὰ νὰ χτίσῃς καὶ πάλι τὴν ἀποθήκη. Θὰ πᾶμε καὶ σ’ ἄλλα συγγενικά μας σπίτια καὶ θὰ παρακαλέσουμε νὰ δώσουν κι αὐτοὶ ἀπὸ μιὰ μπάλλα χόρτο». Καὶ νά, χάρι στὴν καλωσύνη τῶν δυὸ ἀνθρώπων νέα ἀποθήκη χτίστηκε, καὶ τὸ χορτάρι γιὰ τὰ ζῷα ἐξασφαλίστηκε, κι ὁ φτωχὸς δοξάζει τώρα τὸ Θεὸ ποὺ ἔστειλε τοὺς καλοὺς αὐτοὺς ἀνθρώπους. Νά κι ἄλλο καλὸ ἔργο.

Καλὰ ἔργα! Θέλετε κ ̓ ἕνα ἀκόμη; Σ’ ἕνα ἄλλο χωριὸ ὁ ἄντρας, ὁ ἀρχηγὸς τῆς οἰκογενείας, σκοτώθηκε. Αφησε χήρα καὶ ὀρφανά. Τὰ χωράφια του μένουν ἀκαλλιέργητα. Ἀλλὰ νά κ ̓ ἔρχεται ἕνας, ποὺ χωρὶς καμμιά ἀμοιβή παίρνει τὸ τρακτέρ του, πηγαίνει στο χωράφι τῆς χήρας, τὸ καλλιεργεῖ καὶ τὸ σπέρνει.

Αὐτὴ ἡ βοήθεια πρὸς ἀδύνατα πλάσματα εἶνε ἕνα καλὸ ἔργο. Αὐτὸ τὸ καλὸ ἔργο, ποὺ τώρα στὴν ἐποχή μας γίνεται σπάνιο, στὰ παλιὰ τὰ χρόνια γινόταν συχνά. Οἱ χωρικοί μας πίστευαν στὸ Θεό, καὶ ἡ καρδιά τους ἦταν γεμάτη καλω σύνη. Κάθε Κυριακή, ὕστερα ἀπὸ τὴν ἐκκλησία, πήγαιναν στὰ κτήματα τῶν ὀρφανῶν καὶ τὰ καλλιεργοῦσαν τὰ ἔσπερναν καὶ τὰ θέριζαν.

* * *

Αγαπητοί μου! Ὅλα αὐτὰ τὰ ἔργα ποὺ εἴπαμε φαίνονται στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων μικρὰ καὶ ἀσήμαντα, ἀλλ ̓ εἶνε ἔργα ποὺ στὰ μάτια τοῦ Θεοῦ ἔχουν τὴ μεγάλη τους ἀξία, καὶ σ ̓ αὐτοὺς ποὺ τὰ κάνουν ὁ Κύριος, ὅταν ἔρθῃ νὰ κρίνῃ ζῶντας καὶ νεκρούς, θὰ πῇ ̇ «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου. Ἐπείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα, καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην, καὶ ἤλθετε πρός με» (Ματθ. 25,34-36).

Ἔτσι ἀνταμείβει ὁ Κύριος τοὺς χριστιανοὺς ποὺ πιστεύουν καὶ κάνουν τὰ καλὰ ἔργα.

Ὅλοι λοιπόν, χριστιανοί μου, στὰ καλὰ ἔργα, τὰ ἔργα τοῦ Χριστοῦ!

Διαβάστε επίσης και τα εξής:

elGreek