by admin

ΚΥΡΙΑΚΟΔΡΟΜΙΟ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΩΝ ΠΕΡΙΚΟΠΩΝ

  • ΔΕΝ ΕΙΝΕ, ἀγα­πη­τοί μου, δὲν εἶνε πολύς και­ρός, ποὺ ἦρθε στὴ μητρό­πο­λι ἕνας γέρος, πολὺ γέρος. Θὰ εἶχε περά­σει τὰ ὀγδόν­τα χρό­νια. Μοῦ εἶπε τὴν ἱστο­ρία του.
    Ἐγώ, σεβα­σμιώ­τα­τε, ἐνῷ ἀκό­μα δὲν εἶχα κλεί­σει τὰ εἴκο­σι χρό­νια μου, ἀναγ­κά­στη­κα νὰ φύγω ἀπ’ τὴ Μακε­δο­νία καὶ νὰ πάω στὴν Ἀμε­ρι­κή. Ἐκεῖ δού­λε­ψα σκλη­ρά. Ἔκα­να ὅλες τὶς δου­λειές. Δημιούρ­γη­σα περιου­σία καὶ οἰκο­γέ­νεια. Καί, δόξα τῷ Θεῷ, ζοῦ­με καλά. Αλλά τώρα που γέρα­σα καὶ κατά­λα­βα πὼς πλη­σιά­ζει ἡ ὥρα νὰ φύγω ἀπ’ αὐτὸ τὸν κόσμο, γεν­νή­θη­κε μέσα μου μιὰ ἐπι­θυ­μία ̇ πεθύ­μη­σα νὰ γυρί­σω στὴν πατρί­δα. Καὶ ἦρθα. Βρί­σκο­μαι ἐδῶ μερι­κούς μῆνες. Πόσο ἄλλα­ξαν ὅλα ἐδῶ! Τὰ βου­νὰ καὶ τὰ ποτά­μια ἔμει­ναν βέβαια τὰ ἴδια. Ἀλλὰ τὰ χωριὰ καὶ ἰδί­ως οἱ πόλεις μας ἄλλα­ξαν. Πριν φύγω, ἦταν ἀκό­μα οἱ Τοῦρ­κοι ἐδῶ. Βρω­μιά καὶ ἀκα­θαρ­σία ὑπῆρ­χε παν­τοῦ. Τὰ περισ­σό­τε­ρα σπί­τια ἦταν μικρὰ καὶ σὰν καλύ­βες. Τώρα νέοι δρό­μοι, νέες πλα­τεῖ­ες, νέα κτή­ρια, νέα σχο­λεῖα, νέες ἐκκλη­σί­ες. Ὅλα και­νούρ­για. Ἡ Θεσ­σα­λο­νί­κη, ποὺ ἦταν ἄλλο­τε μιὰ βρώ­μι­κη πόλις, τώρα εἶνε μιὰ ὄμορ­φη καὶ μεγά­λη πόλις. Καὶ ἡ μικρή μας Φλώ­ρι­να πόσο ὄμορ­φη εἶνε τώρα!

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΠΛΟΥΣΙΟΣ, ἀγα­πη­τοί μου, πλού­σιος ποιός εἶνε; Πλού­σιος ἕνας και μόνο εἶνε εἶνε ὁ Θεός.
    —Ὁ Θεὸς πλού­σιος; Τί σχέ­σι, θὰ ποῦν πολ­λοί, τί σχέ­σι ἔχει ὁ Θεός μὲ τὰ λεφτά;
    Μη βιά­ζε­στε, ἀγα­πη­τοί μου. Θὰ δοῦ­με μὲ ποιά ἔννοια ὁ Ἀπό­στο­λος λέει πλού­σιο το Θεό. Οἱ ἐχθροὶ τῆς θρη­σκεί­ας μας, οἱ ἄπι­στοι καὶ ἄθε­οι, σὲ κάποιο βιβλίο που ἔχουν βγά­λει, γιὰ νὰ κατη­γο­ρή­σουν τὴ θρη­σκεία μας ὅτι ὑπο­στη­ρί­ζει δῆθεν τοὺς πλου­σί­ους, τὸν καπι­τα­λι­σμό, ἁρπά­χτη­καν ἀπ ̓ τὸν σημε­ρι­νό Από­στο­λο, ποὺ λέει ὅτι ὁ Θεὸς εἶνε πλού­σιος, καὶ εἶπαν Νά, κι ὁ Θεὸς εἶνε καπι­τα­λι­στής! Ὤ τῆς βλα­σφη­μί­ας των καὶ τῆς βλα­κεί­ας των! Για­τὶ δὲν πρό­σε­ξαν, ἢ μᾶλ­λον δὲν θέλη­σαν νὰ προ­σέ­ξουν, ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ὀνο­μά­ζε­ται ἁπλῶς πλού­σιος, ἀλλὰ «πλού­σιος ἐν ἐλέ­ει» (Εφ. 2,4). Ξέρε­τε τί θὰ πῇ «ἐν ἐλέ­ει»; Ἔλε­ος θὰ πῇ εὐσπλα­χνία, ἀγά­πη τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρω­πο, τὸν ἁμαρ­τω­λὸ καὶ ταλαί­πω­ρο ἄνθρω­πο. Ὁ Θεός, λοι­πόν, εἶνε πλού­σιος σὲ εὐσπλα­χνία, σὲ ἀγά­πη. Πάνω στὸ νόη­μα αὐτὸ θὰ κάνου­με τὴ σημε­ρι­νή μας ὁμι­λία. Καὶ παρα­κα­λῶ νὰ προ­σέ­ξε­τε.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΟΣΟΙ, ἀγα­πη­τοί μου, ὅσοι ἀναγ­κα­σθή­κα­τε να βρε­θῆ­τε μακριὰ ἀπὸ τὴν εὐλο­γη­μέ­νη πατρί­δα μας, μακριὰ ἀπὸ τὸν τόπο τῶν προ­γό­νων σας, μακριὰ ἀπὸ τὸ ταπει­νό χωριό ὅπου γεν­νη­θή­κα­τε, γνω­ρί­ζε­τε τί θὰ πῇ πίκρα τῆς ξενι­τειᾶς. Δὲν ἐννοῶ ἐκεί­νους ποὺ ἔχουν τὰ πολ­λὰ λεφτὰ καί, σύμ­φω­να μὲ τὴ μόδα ποὺ ἐπι­κρα­τεῖ τώρα, κάνουν κάθε τόσο ταξί­δια ἀνα­ψυ­χῆς ἐκτὸς Ἑλλά­δος και περ­νοῦν τὶς δια­κο­πές τους στὸ ἐξω­τε­ρι­κό· αὐτοὶ τὸ θέλουν καὶ βγαί­νουν ἔξω. Ἐννοῶ ἐκεί­νους ποὺ ξενι­τεύ­ον­ται παρὰ τὴ θέλη­σί τους, εἴτε γιὰ νὰ βροῦν δου­λειὰ καὶ νὰ ζήσουν, εἴτε γιὰ νὰ παρα­κο­λου­θή­σουν ἀνώ­τε­ρες σπου­δές, εἴτε γιὰ νὰ ὑπο­βλη­θοῦν σὲ μιὰ δύσκο­λη ἐγχεί­ρη­σι, εἴτε γιὰ κάποια ἄλλη παρο­μοία ἀνάγ­κη. Αὐτοὶ ἔχουν δοκι­μά­σει τον πόνο τοῦ ξενι­τε­μέ­νου.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • NΑ ΕΧΟΥΜΕ, ἀγα­πη­τοί μου, νὰ ἔχου­με ἑνό­τη­τα, μᾶς συμ­βου­λεύ­ει σήμε­ρα ὁ Ἀπό­στο­λος. Δηλα­δή ὅλοι μας νὰ ζοῦ­με μονοια­σμέ­νοι σὰν μιὰ οἰκο­γέ­νεια ποὺ ἔχει ἕνα πατέ­ρα, τὸ Θεό.
    Ἀλλὰ δυστυ­χῶς πόσο μακριὰ εἶνε ὁ κόσμος ἀπ’ αὐτὴ τὴν ἑνό­τη­τα! Χίλια κομ­μά­τια εἶνε σήμε­ρα ὁ κόσμος. Ποῦ εἶνε ἡ ἀγά­πη; Ποῦ εἶνε ἡ εἰρή­νη; Ποῦ εἶνε ἡ ἑνό­της; Στὸν αἰῶ­να ποὺ ζοῦ­με δυό παγ­κό­σμιοι πόλε­μοι ἔγι­ναν. Τὰ ἔθνη διαι­ρέ­θη­σαν σὲ δυὸ μεγά­λες παρα­τά­ξεις. Πόλεις κατα­στρά­φη­καν. Εκα­τομ­μύ­ρια νεκροὶ καὶ τραυ­μα­τί­ες. Ἑκα­τομ­μύ­ρια χῆρες καὶ ὀρφα­νά. Ποτέ τόσο αἷμα καὶ τόσα δάκρυα δὲν χύθη­καν. Νὰ εἶνε τὰ τελευ­ταῖα; Κον­τεύ­ουν νὰ περά­σουν ἀπὸ τότε 30 χρό­νια*. Ιδρύ­θη­κε ἕνας παγ­κό­σμιος ὀργα­νι­σμός, ὁ Ο.Η.Ε., μὲ σκο­πὸ τὰ ἔθνη νὰ λύνουν τὶς δια­φο­ρές τους ὄχι πιὰ μὲ πόλε­μο, ἀλλὰ μὲ μέσα εἰρη­νι­κά, μὲ δια­λό­γους, συζη­τή­σεις καὶ δικαία κρί­σι ὅλων τῶν ἐθνῶν. Ἀλλ ̓ ὅμως ὁ διε­θνὴς αὐτὸς ὀργα­νι­σμὸς διαρ­κῶς σεί­ε­ται. Μέσα στα 30 χρό­νια πόσες φωτιὲς πολέ­μων δὲν ἄνα­ψαν σὲ διά­φο­ρα μέρη τοῦ κόσμου;

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΣΗΜΕΡΑ, ἀγα­πη­τοί μου, σήμε­ρα ὡς Από­στο­λος δια­βά­στη­κε ἕνα κομ­μά­τι ἀπὸ μιὰ ἐπι­στο­λὴ ποὺ ἔστει­λε ὁ ἀπό­στο­λος Παῦ­λος στοὺς χρι­στια­νοὺς τῆς Ἐφέ­σου. Τί ἦταν αὐτὴ ἡ Ἔφε­σος; Ἦταν μιὰ ἀπὸ τὶς πιὸ μεγά­λες πόλεις τῆς Μικρᾶς Ασί­ας. Ἡ Ἔφε­σος ἦταν χτι­σμέ­νη ὄχι μακριὰ ἀπ’ τὴ θάλασ­σα καὶ γι’ αὐτὸ εἶχε γίνει πόλις ἐμπο­ρι­κή. Κίνη­σις μεγά­λη, λεφτὰ πολ­λά. Καὶ ὅπου πολ­λὰ λεφτά, ἐκεῖ καὶ οἱ κοι­νω­νί­ες δια­φθεί­ρον­ται. Ἂν ζοῦ­σε κανεὶς τὴν ἐπο­χὴ ἐκεί­νη, θὰ ἔβλε­πε ὅτι ἡ Ἔφε­σος ἦταν γεμά­τη ἀπὸ ταβέρ­νες καὶ σπί­τια ἁμαρ­τω­λά. Κρα­σί, γυναῖ­κες ἁμαρ­τω­λές, γλέν­τια, πορ­νεῖ­ες, μοι­χεῖ­ες, ὄργια. Σ’ αὐτὴ τὴν ἁμαρ­τω­λὴ καὶ ἄσω­τη ζωὴ ζοῦ­σαν οἱ κάτοι­κοι τῆς Ἐφέ­σου. Σ’ αὐτὴ τὴν κατά­στα­σι πολὺ τοὺς ἐνί­σχυε ἡ θρη­σκεία τους. Καὶ ἡ θρη­σκεία τους ἦταν ἡ εἰδω­λο­λα­τρία. Οἱ θεοί τους ἦταν κι αὐτοὶ ἄσω­τοι καὶ διε­φθαρ­μέ­νοι. Ἦταν θεοὶ χει­ρό­τε­ροι ἀπ’ τοὺς ἀνθρώ­πους. Οἱ θεοί τους ἔκλε­βαν, μεθοῦ­σαν, ἀπα­τοῦ­σαν γυναῖ­κες. Κι ἀφοῦ οἱ θεοί τους ἦταν τέτοιοι, φαν­τα­στῆ­τε τί ἦταν οἱ ἄνθρω­ποι. Ὅλοι ζοῦ­σαν στὸ σκο­τά­δι, στὴν ἀσω­τία· καὶ στὴ δια­φθο­ρά. Σὰν τὰ ζῷα. Χει­ρό­τε­ρα ἀπ’ τὰ ζῷα.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • MΗ δει­λιά­σε­τε, μὴ φοβη­θή­τε, ἀλλὰ πάρ­τε τὰ ὅπλα καὶ χτυ­πᾶ­τε αλύ­πη­τα τὸν ἐχθρό! Ἔτσι ἀκού­γε­ται σήμε­ρα νὰ φωνά­ζῃ ὁ Από­στο­λος. Μᾶς καλεῖ σὲ πόλε­μο όλους.
    Σὲ πόλε­μο; Θεὸς φυλά­ξοι! θὰ πῇ κάποιος ἀπὸ τοὺς ἡλι­κιω­μέ­νους ἀκού­γον­τας τὴ λέξι πόλε­μος, για­τὶ ἔχει πικρὴ πεῖ­ρα τοῦ πολέ­μου. Μικρὸς ἦταν, σχο­λεῖο πήγαι­νε, ὅταν χτύ­πη­σαν οἱ σει­ρῆ­νες καὶ εἶδε τὰ ἀερο­πλά­να νὰ πετοῦν, νὰ ῥίχνουν βόμ­βες καὶ νὰ σκο­τώ­νουν ἀνθρώ­πους. Τὸ σχο­λεῖο ἔκλει­σε. Ὁ δάσκα­λος ἐπι­στρα­τεύ­θη­κε. Ὁ πατέ­ρας του ἐπί­σης, καὶ ὅλοι πῆγαν στὸ μέτω­πο. Αγω­νία στὸ σπί­τι ἆρα­γε θὰ γυρί­σῃ ὁ πατέ­ρας;… Μὲ λαχτά­ρα περί­με­ναν κάθε μέρα τὸν ταχυ­δρο­μι­κό δια­νο­μέα, ποὺ ἐρχό­ταν στὸ χωριὸ γιὰ νὰ μοι­ρά­σῃ τὰ γράμ­μα­τα. Ὅταν ἔπαιρ­ναν γράμ­μα ἀπὸ τὸν πατέ­ρα ποὺ ἦταν στρα­τιώ­της, κ’ ἔγρα­φε ὅτι ἐκεῖ ψηλὰ στὰ βου­νὰ ὁ στρα­τὸς νικᾷ καὶ συνε­χῶς προ­χω­ρεῖ καὶ κατα­λαμ­βά­νει ἑλλη­νι­κὰ χωριὰ καὶ πόλεις ποὺ ἦταν σκλα­βω­μέ­νες στὸν ἐχθρό, ἡ χαρὰ τοῦ μικροῦ ἤτα­νε μεγά­λη. Ο πόλε­μος ἐκεῖ­νος τελεί­ω­σε. Ὁ μικρὸς μεγά­λω­σε, ἔγι­νε νέος, καὶ ἐνῷ περί­με­νε ν’ ἀπο­κα­τα­στα­θῇ κοι­νω­νι­κῶς, νὰ παν­τρευ­τῇ, νὰ κάνῃ οἰκο­γέ­νεια καὶ νὰ ζήσῃ σὰν τίμιος οἰκο­γε­νειάρ­χης, ξαφ­νι­κά χτυ­ποῦν καὶ πάλι οἱ σει­ρῆ­νες καὶ καλοῦν σὲ πόλε­μο. Ο πατέ­ρας του εἶνε τώρα πιὰ γέρος καὶ τὸν χρειά­ζε­ται γιά τις γεωρ­γι­κές δου­λειές. Ἀλλ’ ὁ νέος δὲν μπο­ρεῖ νὰ μεί­νῃ τὸν καλεῖ ἡ πατρί­δα. Καὶ μὲ δάκρυα στὰ μάτια ἀφή­νει γέρον­τες γονεῖς καὶ πηγαί­νει στὸ μέτω­πο. Σκλη­ρὸς εἶνε ὁ πόλε­μος. Τὰ βόλια πέφτουν χαλά­ζι. Τὰ βου­νὰ σεί­ον­ται. Τὰ κορ­μιὰ πέφτουν νεκρὰ σὰν τὰ στά­χυα ποὺ τὰ θερί­ζει τὸ λεπί­δι τῆς θερι­στι­κῆς μηχα­νῆς. Ἐπὶ τέλους ὁ πόλε­μος τελειώ­νει καὶ πηγαί­νει στὸ σπί­τι του. Παν­τρεύ­ε­ται, δημιουρ­γεῖ οἰκο­γέ­νεια, καὶ βλέ­πει τὰ παι­διά του να μεγα­λώ­νουν καὶ νὰ γίνων­ται νέοι. Ἀλλὰ καὶ πάλι σει­ρῆ­νες ἀκού­γον­ται· κι αὐτός, ποὺ μικρὸ παι­δὶ εἶδε τὸν πατέ­ρα του νὰ πηγαί­νῃ στρα­τιώ­της, κι ὅταν ἦταν νέος πῆγε κι ὁ ἴδιος στρα­τιώ­της, τώρα ποὺ πέρα­σαν τὰ χρό­νια κι ἄρχι­σαν ν’ ἀσπρί­ζουν τὰ μαλ­λιὰ καὶ ἤθε­λε κι αὐτὸς ὕστε­ρα ἀπὸ τόσα βάσα­να και περι­πέ­τειες ν ̓ ἀπο­λαύ­σῃ μια ήσυ­χη ζωή, νά κι ἀκού­ει νὰ χτυ­ποῦν οἱ σει­ρῆ­νες γιὰ τρί­τη φορά. Πόλε­μος! Καὶ αὐτός, που ξέρει ἀπὸ προ­σω­πι­κὴ πεῖ­ρα τί σκλη­ρὸ πρᾶγ­μα εἶνε ὁ πόλε­μος, βλέ­πει τώρα τὸ παι­δί του νὰ πηγαί­νῃ στὸν πόλε­μο καὶ ἡ πατρι­κή του καρ­διὰ τρέ­μει και μόνο μὲ τὴ σκέ­ψι πως δὲν θὰ τὸ ξανα­δῇ…

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΟΛΟΙ, ἀγα­πη­τοί μου, ὅλοι ξέρου­με τί θὰ πῇ λαχεῖο. Τώρα τελευ­ταῖα μάλι­στα στὸν τόπο μας κυκλο­φο­ροῦν πολ­λὰ λαχεῖα. Λαχεία βγά­ζουν φιλαν­θρω­πι­κά σωμα­τεῖα καὶ ἀδελ­φό­τη­τες, σχο­λεῖα καὶ ναοί, καὶ τὰ περισ­σό­τε­ρα καὶ μεγα­λύ­τε­ρα λαχεῖα ἐκδί­δει καὶ κυκλο­φο­ρεῖ σ ̓ ὅλη τὴν Ἑλλά­δα τὸ κρά­τος. Μεγά­λη εἶνε ἡ ζήτη­σι τῶν λαχεί­ων. Για­τί ὅλα τὰ λαχεῖα χρη­σι­μο­ποιοῦν ἕνα δόλω­μα, ποὺ τρα­βά­ει τὸν κόσμο· εἶνε οἱ λαχνοί, δηλα­δὴ τὰ διά­φο­ρα ἀντι­κεί­με­να ἢ χρη­μα­τι­κὰ ποσὰ ποὺ θὰ κερ­δί­σουν μερι­κοὶ ἀριθ­μοὶ ἀπὸ τὰ λαχεῖα ποὺ θὰ που­λη­θοῦν. Σὲ 100.000 π.χ. λαχεῖα, ποὺ θὰ που­λη­θοῦν, 1.000 ἀριθ­μοὶ λαχεί­ων θὰ κερ­δί­σουν διά­φο­ρα ποσά. Μερι­κοί λαχνοὶ δὲν εἶνε χρή­μα­τα, ἀλλὰ διά­φο­ρα ἀντι­κεί­με­να, ὅπως ῥαδιό­φω­να, τηλε­ο­ρά­σεις, ῥαπτι­κές μηχα­νές, ἠλε­κτρι­κά ψυγεῖα, αὐτο­κί­νη­τα, δια­με­ρί­σμα­τα, πολυ­κα­τοι­κί­ες. Καὶ ὅσο μεγα­λύ­τε­ρη ἀξία ἔχουν οἱ λαχνοί, τόσο μεγα­λύ­τε­ρη εἶνε ἡ ζήτη­σι τῶν λαχεί­ων. Υπάρ­χουν λαχνοὶ ποὺ κερ­δί­ζουν ἑκα­τομ­μύ­ρια, ὅπως εἶνε τὰ κρα­τι­κὰ λαχεῖα. Τὰ λαχεῖα αὐτὰ γίνον­ται ἀνάρ­πα­στα. Τί, εἶνε μικρὸ πρᾶγ­μα νὰ δώσης 50 ή 100 δραχ­μές, καὶ νὰ κερ­δί­σῃς ἕνα δια­μέ­ρι­σμα ποὺ ἀξί­ζει 500.000 δραχ­μές ἢ 1.000.000 δραχ­μές;

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΣΤΗΝ ἀπο­στο­λι­κὴ περι­κο­πή, ποὺ δια­βά­στη­κε σήμε­ρα σ ̓ ὅλους τοὺς ναούς τῆς Ὀρθο­δό­ξου Ἐκκλη­σί­ας, ὁ ἀπό­στο­λος Παῦ­λος μιλά­ει γιὰ δυὸ ἀνθρώ­πους· ὁ ἕνας εἶνε «ὁ παλαιός» (Κολ. 3,9), ὁ ἄλλος εἶνε «ὁ νέος» (ε.α. 3,10). Ἔτσι τοὺς ὀνο­μά­ζει. Μὲ ποιόν, παρα­κα­λῶ, ἀπ’ τοὺς δύο μοιά­ζου­με, μὲ τὸν παλαιὸ ἢ μὲ τὸ νέο; Ἀλλὰ πρὶν ἀπαν­τή­σου­με στὸ ἐρώ­τη­μα αὐτὸ πρέ­πει νὰ δώσου­με κάποια ἑρμη­νεία σ ̓ αὐτὲς τὶς δυὸ λέξεις ποὺ ἀνα­φέ­ρει ὁ Ἀπό­στο­λος.
    «Παλαιὸς» — «νέος». Μὴ νομί­σε­τε, ὅτι οἱ λέξεις αὐτὲς ἔχουν σχέ­σι μὲ τὴν ἡλι­κία. Μπο­ρεῖ νὰ εἶνε ἕνας πολὺ ἡλι­κιω­μέ­νος, γέρος 80 ή 90 χρο­νῶν, κι ὅμως νὰ εἶνε νέος. Καὶ πάλι μπο­ρεῖ ἕνας νὰ εἶνε νέος στὴν ἡλι­κία, πάνω σ ̓ ὅλη τὴν ἀκμὴ τῆς νεό­τη­τος, κι ὅμως νὰ εἶνε παλαιός. Τί εἶνε ἄρα­γε ἐκεῖ­νο ποὺ τὸν ἕνα ἄνθρω­πο τὸν κάνει παλαιό, καὶ τὸν ἄλλο τὸν κάνει νέο;

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • KΟΠΙΑΣΤΙΚΗ, ἀγα­πη­τοί μου, κοπια­στι­κὴ εἶνε ἡ ζωὴ στὸν κόσμο αὐτόν. Μὲ ἱδρῶ­τα, μερι­κὲς δὲ φορὲς καὶ μὲ αἷμα ἀκό­μη, βγαί­νει τὸ ψωμί. Καὶ παρ ̓ ὅλη τὴν πρό­ο­δο καὶ τὸν πολι­τι­σμὸ τῶν νεω­τέ­ρων ἐπο­χῶν, ποὺ βελ­τιώ­νει συνε­χῶς τὶς συν­θῆ­κες τοῦ βίου, ὁ κόπος καὶ ὁ ἱδρῶ­τας δὲν ἔπαυ­σαν νὰ συνο­δεύ­ουν τὴν ἀνθρώ­πι­νη ζωή. Κι οὔτε θὰ παύ­σουν νὰ τὴ συνο­δεύ­ουν μέχρι συν­τε­λεί­ας τοῦ αἰῶ­νος. «Ἐν λύπαις τέξῃ τέκνα» εἶπε ὁ Θεὸς στὴν Εὔα, καὶ «Ἐν ἱδρῶ­τι τοῦ προ­σώ­που σου φαγῇ τὸν ἄρτον σου» εἶπε στὸν Ἀδάμ, μετὰ τὴν παρα­κοὴ καὶ τὴν πτῶ­σι τους στὸν παρά­δει­σο (Γέν. 3,16,19).

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΔΥΟ ἀγα­πη­τοί μου, δύο ἀντί­θε­τα πράγ­μα­τα παρα­τη­ροῦ­με στὶς ἐπι­στο­λὲς τοῦ ἀπο­στό­λου Παύ­λου. Ἄλλο­τε τὸν ἀκοῦ­με νά προ­βάλ­λη τὸν ἑαυ­τό του ὡς πρό­τυ­πο ἀρε­τῆς, ὑπό­δειγ­μα ὕψους καὶ ἁγιό­τη­τος. Καὶ δὲν τὸ κάνει ἀπὸ κενο­δο­ξία. Δὲν ὑπερ­βάλ­λει, ἀλλὰ εἶνε μέσα στὴν πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Ἀφ’ ὅτου ἐσή­μα­νε ἡ εὐλο­γη­μέ­νη ὥρα νὰ γνω­ρί­σῃ τὸ Χρι­στό, ἀπὸ τότε πλέ­ον σὲ ὅλη του τὴ ζωὴ ἀκο­λού­θη­σε μὲ ἀκρί­βεια καὶ συνέ­πεια τὸ θέλη­μά του. Ἔδω­σε τὸν ἑαυ­τό του ἐξ ὁλο­κλή­ρου σ’ αὐτόν. Θυσί­α­σε τὰ πάν­τα γιὰ τὴν ἀγά­πη τοῦ Χρι­στοῦ. Κοπί­α­σε καὶ μόχθη­σε περισ­σό­τε­ρο ἀπ’ ὅλους γιὰ τὸ κήρυγ­μα τοῦ εὐαγ­γε­λί­ου. Πέτα­ξε σὰν ἀετὸς σ ̓ ὅλη τὴν οἰκου­μέ­νη. Ἵδρυ­σε τις περισ­σό­τε­ρες ἐκκλη­σί­ες. Ἔγρα­ψε μὲ τὸ θεό­πνευ­στο κάλα­μό του μεγά­λο μέρος τῆς Και­νῆς Δια­θή­κης. Απε­δεί­χθη μὲ λόγια καὶ μὲ ἔργα γνή­σιος πνευ­μα­τι­κὸς πατέ­ρας τῶν χρι­στια­νῶν. Πόσα παθή­μα­τα καὶ πόσες δοκι­μα­σί­ες δὲν ὑπέ­στη χάριν τῆς Ἐκκλη­σί­ας! Πόσες φορὲς δὲν ὡδη­γή­θη­κε μέχρι τὶς πύλες τοῦ θανά­του! Πολ­λὲς φορὲς σώθη­κε ἀπὸ βέβαιο θάνα­το μὲ ὑπερ­φυ­σι­κὴ ἐπέμ­βα­σι. Αξιώ­θη­κε σπα­νί­ων καὶ μονα­δι­κῶν χαρι­σμά­των. Ἔκα­νε θαύ­μα­τα μεγά­λα. Οὐρά­νιος ἄνθρω­πος ὁ Παῦ­λος.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • O ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ, ἀγα­πη­τοί μου, ὁ ἀπό­στο­λος Παῦ­λος γρά­φει σ’ ἕνα μαθη­τή του. Εἶχε πολ­λοὺς μαθη­τὰς ὁ Παῦ­λος. Οἱ μαθη­ταί του ἦταν πρό­σω­πα, ποὺ εἶχαν πιστέ­ψει στὸ εὐαγ­γέ­λιο, εἶχαν βαπτι­στῆ, καὶ ἡ καρ­διά τους και­γό­ταν ἀπὸ ἀγά­πη στο Χρι­στό.
    Ἀκο­λου­θοῦ­σαν τὸν Παῦ­λο στὶς ἀπο­στο­λι­κές του περιο­δεί­ες καὶ τὸν βοη­θοῦ­σαν πολὺ στὸ ἔργο του. Κον­τὰ στὸ μεγά­λο ἀπό­στο­λο εἶχαν γίνει κι αὐτοὶ μικροὶ ἀπό­στο­λοι. Πολ­λὰ ὀφεί­λει ἡ Ἐκκλη­σία στοὺς μαθη­τάς αὐτοὺς τοῦ Παύ­λου, ποὺ ὕστε­ρα ἀπὸ τὸ μαρ­τυ­ρι­κό θάνα­τό του συνέ­χι­σαν νὰ κηρύτ­τουν τὸ Χρι­στὸ στὰ διά­φο­ρα μέρη.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΟΛΟΙ οἱ ἀπό­στο­λοι, ἀγα­πη­τοί μου, ὅλοι βρί­σκον­ταν διαρ­κῶς σὲ ἐργα­σία σέ καὶ κόπο, σὲ ταλαι­πω­ρί­ες και θυσί­ες, γιὰ τὴν ἀλή­θεια τοῦ Χρι­στοῦ. Τὸ ἴδιο, καὶ μὲ τὸ παρα­πά­νω μάλι­στα, ὁ Παῦ­λος, ποὺ τὸν ἀκού­σα­με στὸ σημε­ρι­νὸ ἀνά­γνω­σμα. Νου­θε­τεῖ καὶ ἑτοι­μά­ζει τὸ μαθη­τή του Τιμό­θεο γιὰ τὰ παθή­μα­τα ποὺ περι­μέ­νουν κι αὐτὸν ἀλλὰ καὶ κάθε χρι­στια­νό. Μὴ νομί­σου­με, πὼς ἡ ζωὴ τῶν χρι­στια­νῶν κυλά­ει ἀμέ­ρι­μνη καὶ στρω­μέ­νη μὲ ῥοδο­πέ­τα­λα. Καὶ ἀπό­δει­ξι ὁ ἴδιος ὁ Παῦ­λος. Ἡ ζωή του δὲν ἦταν ἤρε­μη καὶ ἀτά­ρα­χη. Υπέ­φε­ρε πολ­λά. Κανέ­νας ἄλλος δὲν ὑπέ­φε­ρε τόσα ὅσα ὑπέ­φε­ρε ὁ Παῦ­λος.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • H ΘΡΗΣΚΕΙΑ, αγα­πη­τοί μου, ἡ θρη­σκεία δὲν εἶνε ἐφεύ­ρε­σι τῶν παπά­δων γιὰ ἐκμε­τάλ­λευ­σι, ὅπως λένε οἱ ἄπι­στοι καὶ ἄθε­οι. Ὄχι. Ἡ θρη­σκεία εἶνε τὸ πιὸ εὐγε­νι­κὸ αἴσθη­μα. Ἡ θρη­σκεία εἶνε κάτι φυτε­μέ­νο μέσα στὴν καρ­διὰ τοῦ ἀνθρώ­που. Κι ὅ,τι εἶνε φυτε­μέ­νο μέσα στὴν καρ­διὰ τοῦ ἀνθρώ­που, δὲν μπο­ρεῖ κανείς νὰ τὸ ξερ­ρι­ζώ­σῃ. Ναί! Τὸ αἴσθη­μα τῆς θρη­σκεί­ας εἶνε ἔμφυ­το, ὅπως εἶνε καὶ τὸ αἴσθη­μα ποὺ αἰσθά­νε­ται ἡ μάνα γιὰ τὸ παι­δί. Χίλιες δια­τα­γὲς νὰ βγοῦ­νε νὰ μὴν ἀγα­πάῃ ἡ μάνα τὸ παι­δί της, δὲν θὰ κάνουν τίπο­τα. Ἡ μάνα θ ̓ ἀγα­πᾷ τὸ παι­δί της. Κι ἂν ἀκό­μα τη σφά­ξουν, ἡ τελευ­ταία της λέξι θὰ εἶνε «Παι­δί μου, σ’ ἀγα­πῶ!». Ἔτσι εἶνε καὶ ἡ θρη­σκεία. Αἴσθη­μα ἔμφυ­το, βαθειὰ ῥιζω­μέ­νο στον ἄνθρω­πο. Ποιός μπο­ρεῖ νὰ τὸ ξερ­ρι­ζώ­ση;

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • O ΑΝΘΡΩΠΟΣ, ἀγα­πη­τοί μου, ὁ ἄνθρω­πος εἶνε ἐλεύ­θε­ρος. Ελεύ­θε­ρος νὰ κάνῃ ὅ,τι θέλει. Ναί. Ἀλλὰ μαζὶ μὲ τὴν ἐλευ­θε­ρία ὁ Θεὸς ἔδω­σε στὸν ἄνθρω­πο καὶ λογι­κὴ καὶ συνεί­δη­σι καὶ νόμο, γιὰ νὰ ἐλέγ­χῃ ἐκεῖ­να ποὺ πρό­κει­ται νὰ κάνη. Ὁ ἄνθρω­πος δὲν πρέ­πει νὰ ζῇ χωρὶς ἔλεγ­χο, χωρίς σκέ­ψι, χωρὶς συνεί­δη­σι καὶ χωρὶς νόμο Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ ὁ ἄνθρω­πος, πρὶν νὰ κάνῃ κάτι, πρέ­πει νὰ ῥωτάῃ τὸν ἑαυ­τό του· Πρέ­πει νὰ τὸ κάνω; Εἶνε λογι­κό; Εἶνε δίκαιο; Εἶνε καλὸ καὶ ὠφέ­λι­μο γιὰ τοὺς ἄλλους; Τί, τὸ ἐγκρί­νει ἡ λογι­κή; Τὸ ἐπι­τρέ­πει ἡ συνεί­δη­σι; Τὸ ἐπι­τρέ­πει πρὸ παν­τὸς ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ, τὸ Εὐαγ­γέ­λιο, ποὺ εἶνε παρα­πά­νω ἀπ ̓ ὅλα; Ἐὰν ναί, τότε, ὦ ἄνθρω­πε, νὰ προ­χω­ρή­σῃς στὸ ἔργο. Ἐὰν ὅμως ὄχι, νὰ μὴ προ­χω­ρή­σῃς, νὰ μὴ κάνῃς ἐκεῖ­νο ποὺ σὲ παρα­κι­νοῦν οἱ κακὲς ἐπι­θυ­μί­ες, τὰ πάθη, οἱ και καὶ καὶ διε­φθαρ­μέ­νοι φίλοι, ὁ σατα­νᾶς. Μὴν τοὺς ἀκού­σῃς. Θέλουν ὄχι τὸ καλό σου ἀλλὰ τὴν κατα­στρο­φή σου.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΜΑΣ ΦΩΝΑΖΕΙ, ἀγα­πη­τοί μου, μᾶς φωνά­ζει σήμε­ρα ὁ Από­στο­λος Αδέλ­φια μου, τί κοι­μᾶ­στε; Ἡ νύχτα προ­χώ­ρη­σε. Ἡ μέρα πλη­σί­α­σε. Ξυπνῆ­στε. Ντυ­θῆ­τε καὶ ἑτοι­μα­στῆ­τε γιὰ τὴν και­νούρ­για μέρα. Αὐτὸ φωνά­ζει σήμε­ρα ὁ Ἀπό­στο­λος. Ὅποιος τὸν ἀκού­ει θὰ νομί­ζῃ, ὅτι ὁ ἀπό­στο­λος Παῦ­λος μιλά­ει γιὰ πράγ­μα­τα φυσι­κὰ ποὺ ὅλοι ξέρου­με. Για­τί ποιός δεν ξέρει τί θὰ πῇ νύχτα καὶ τί θὰ πῇ μέρα; Νυχτώ­νει, ξημε­ρώ­νει εἶνε λέξεις ποὺ τις λέμε κάθε μέρα ὅλοι. Ἡ μέρα φεύ­γει, ἡ νύχτα ἔρχε­ται. Ἔτσι κυλά­ει ὁ χρό­νος μετα­ξὺ νύχτας καὶ μέρας. Καὶ μόνο αὐτοὶ ποὺ γεν­νή­θη­καν τυφλοὶ ζοῦν πάν­το­τε μέσα σ’ ἕνα σκο­τά­δι, σὲ μιὰ ἀπέ­ραν­τη νύχτα, καὶ δὲν ξέρουν τί θὰ πῇ μέρα. Πόσο οἱ τυφλοὶ θὰ ἤθε­λαν νὰ ἄνοι­γαν τὰ μάτια τους μόνο γιὰ μιὰ μέρα καὶ νὰ ἔβλε­παν ὅλα τὰ ὡραῖα πράγ­μα­τα ποὺ βλέ­που­με ἐμεῖς! δυστυ­χῶς ὅμως δὲν τὰ ἐκτι­μοῦ­με ὅπως πρέ­πει…

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
elGreek