by admin

ΚΥΡΙΑΚΟΔΡΟΜΙΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΩΝ ΠΕΡΙΚΟΠΩΝ

  • ΣΕ Μιὰ ΠΟΛΙ, ἀγα­πη­τοί, σὲ μιὰ πόλι, ποὺ ἦταν κτι­σμέ­νη στὸ βόρειο μέρος τοῦ Ἰσρα­ὴλ καὶ ωνο­μα­ζό­ταν Τιβε­ριάς, πρὸς τιμὴν τοῦ Ρωμαί­ου αὐτο­κρά­το­ρος Τιβε­ρί­ου, ἔγι­νε κάπο­τε ἕνα ἔγκλη­μα. Δὲν τὸ διέ­πρα­ξε ὁ λαός. Τὸ διέ­πρα­ξε ἕνας βασι­λιᾶς. Ἡρώ­δης ὀνο­μα­ζό­ταν, καὶ ἦταν γυιὸς τοῦ κακούρ­γου ἐκεί­νου βασι­λιᾶ, τοῦ Ἡρώ­δη τοῦ Μεγά­λου, ποὺ σκό­τω­σε τίς χιλά­δες τὰ νήπια τῆς Βηθλε­έμ. Ὁ Ἡρώ­δης, ὁ τετράρ­χης της Γαλι­λαί­ας, ἦταν κι αὐτὸς σὰν τὸν πατέ­ρα του. Κακοῦρ­γος καὶ διε­φθαρ­μέ­νος. “Ἄφη­σε τὴ νόμι­μη γυναῖ­κα του, πῆρε ἄλλη γυναῖ­κα, τὴ γυναῖ­κα τοῦ ἀδελ­φοῦ του, καὶ συζοῦ­σε παρά­νο­μα μ’ αὐτήν. Ζοῦ­σε ἀδιάν­τρο­πα καὶ κανέ­ναν δὲν λογά­ρια­ζε. Ὅλοι τὸν φοβοῦν­ταν…

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΕΙΠΑΜΕ, ἀγα­πη­τοί μας, εἴπα­με καὶ ἄλλο­τε γιὰ τὴ λίμνη τῆς Γεν­νη­σα­ρέτ, ὅπου χύνε­ται ὁ Ἰορ­δά­νης. Ἀπὸ τὰ γύρῳ,γύρω χωριά της ὁ Χρι­στὸς πῆρε τοὺς πρώ­τους μαθη­τές του. Στὴν Καπερ­να­ούμ, ποὺ ἦταν ἡ μεγα­λύ­τε­ρη πόλη τῆς περιο­χῆς, συχνὰ ἔμε­νε ὁ Χρι­στός. Ἀπό ‘κεὶ ξεκι­νοῦ­σε καὶ πήγαι­νε στὰ διά­φο­ρα χωριά. Μέσο συγ­κοι­νω­νί­ας ἦταν οἱ βᾶρ­κες τῶν ψαρά­δων. Οἱ ψαρᾶ­δες ἀγα­ποῦ­σαν τόσο πολὺ τὸ Χρι­στό, ὥστε χαρά τους ἦταν νὰ τὸν παίρ­νουν στὶς βᾶρ­κες τους καὶ νὰ τὸν μετα­φέ­ρουν μαζὶ μὲ τοὺς μαθη­τές του ὅπου ἤθε­λε. Πολ­λὲς φορὲς ὁ Χρι­στὸς μὲ τὴν ἱερή του συνο­δεία, τοὺς μαθη­τές, ταξί­δευαν στὴ λίμνη αὐτή. Ταξί­δευαν ὅλοι μαζὶ σὰν μιὰ οἰκο­γέ­νεια. Ἦταν ἡ πιὸ ἱερὴ οἰκο­γέ­νεια ποὺ γνώ­ρι­σε ποτὲ ὁ κόσμος.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΠΟΙΟΣ, ἀγα­πη­τοί μου, ποιός δὲν θέλει τὴν εἰρή­νη; Ὅλος ὁ κόσμος ἀγα­πᾷ τὴν εἰρή­νη. Ὅταν μάλι­στα τὴν στε­ρῆ­ται, τότε περισ­σό­τε­ρο τὴν ἀνα­ζη­τα. Ἀλλὰ δυστυ­χῶς, παρὰ τὸν παναν­θρώ­πι­νο πόθο γιὰ εἰρή­νη, ὁ κόσμος πολ­λὲς φορὲς δοκί­μα­σε — καὶ δοκι­μά­ζει ἀκό­μα- τὴ φωτιὰ τοῦ πολέ­μου. Ὑλι­κὰ συμ­φέ­ρον­τα καὶ ἀνθρώ­πι­νου ἐγωι­σμοὶ σπρώ­χνουν τυφλὰ στὴν κατα­στρο­φή. Δύο παγ­κό­σμιοι καὶ ἀμέ­τρη­τοι ἄλλοι τοπι­κοὶ πόλε­μοι σκόρ­πι­σαν καὶ σκορ­πί­ζουν τὴ φρί­κη. Ὅσοι ἔζη­σαν τέτοιες ἡμέ­ρες, εὔχον­ται νὰ μὴ ξανα­γυ­ρί­σουν ποτέ. Φιλή­συ­χοι ἄνθρω­ποι, ποὺ παρὰ τὴ θέλη­σή τους ὁδη­γή­θη­καν στὴν ἀλλη­λο­σφα­γή, φωνά­ζουν ἀπὸ τὰ μύχια τῆς ψυχῆς· Κατα­ρα­μέ­νος ὁ πόλε­μος!

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΥΠΗΡΧΕ, λέει ὁ Κύριος, ἕνας βασι­λιᾶς. Βασι­λιᾶς πλού­σιος. Εἶχε στὰ ἀνά­κτο­ρά του αὐλι­κοὺς καὶ ὑπη­ρέ­τες. Αὐτοὶ δια­χει­ρί­ζον­ταν τὰ χρή­μα­τα τοῦ βασι­λιᾶ. Δικά τους χρή­μα­τα δὲν εἶχαν. Ὅ,τι εἶχαν ἦταν περιου­σία τοῦ βασι­λιᾶ καὶ ἔπρε­πε νὰ τὴ δια­χει­ρί­ζον­ται μὲ προ­σο­χὴ καὶ τιμιό­τη­τα, για­τί κάποια μέρα ὁ βασι­λιᾶς θὰ τοὺς καλοῦ­σε καὶ θὰ ζητοῦ­σε ἀκρι­βῆ λογα­ρια­σμό. Ἀλλ’ ἐπει­δὴ ὁ βασι­λιᾶς ἀργοῦ­σε νὰ τοὺς καλέ­σῃ, οἱ δοῦ­λοι νόμι­σαν πὼς δὲν θὰ τοὺς καλέ­σῃ πιὰ ποτὲ καὶ πῶς μπο­ροῦν νὰ κάνουν ὅ,τι θέλουν.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ἈΚΟΥΣΑΤΕ, ἀγα­πη­τοί μου, τὸ σημε­ρι­νὸ Εὐαγ­γέ­λιο. Ὁ εὐαγ­γε­λι­στὴς Ματ­θαῖ­ος περι­γρά­φει τὴ συνάν­τη­ση τοῦ Χρι­στοῦ μὲ ἕνα νέο, ποὺ εἶχε μεγά­λη κτη­μα­τι­κὴ περιου­σία. Ὁ ἄνθρω­πος αὐτός, παρὰ τὰ πλού­τη του, ἔδει­ξε ὅτι τὸν συγ­κι­νοῦν καὶ πνευ­μα­τι­κὰ ἐνδια­φέ­ρον­τα. Ἦρθε στὸ Χρι­στὸ γιὰ νὰ τοῦ ὑπο­βά­λῃ ἕνα ἐρώ­τη­μα, ποὺ τὸν ἀπα­σχο­λοῦ­σε Τί πρέ­πει νὰ κάνω, γιὰ ν’ ἀπο­κτή­σω τὴν αἰώ­νιο ζωή; (Ματθ. 19, 16).

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΕΛΑΤΕ, αγα­πη­τοί, ελά­τε να σας δεί­ξω ένα εκλε­κτό αμπέ­λι. Δεν ήταν από πριν την αρχή έτσι. Ήταν ένας τόπος ακαλ­λιέρ­γη­τος. Ήταν ένα χέρ­σο χωρά­φι. Ήταν γεμά­το πέτρες, άγρια χόρ­τα, αγκά­θια και φίδια. Κανείς δεν το πρό­σε­χε. Αλλά κάποιος το πρό­σε­ξε. Ήξε­ρε, ότι κάτω από τις πέτρες και τ’ αγκά­θια κρυ­βό­ταν εκλε­κτό χώμα και ότι, όταν ελευ­θε­ρω­νό­ταν από αυτά, μπο­ρού­σε να γίνη ένα εκλε­κτό αμπέ­λι. Αγό­ρα­σε λοι­πόν το χέρ­σο αυτό τόπο και άρχι­σε να τον δου­λεύη. Έβα­λε φωτιά, έκα­ψε το αγκά­θια, έβγα­λε τις πέτρες, το καθά­ρι­σε από τα άγρια χόρ­τα, το έσκα­ψε βαθειά, έφε­ρε κλή­μα­τα και τα φύτε­ψε. Το έφρα­ξε απ’ όλες τις μεριές, ώστε να μη μπο­ρούν να μπαί­νουν μέσα κλέ­φτες και ζώα.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • Οἱ ΠΑΡΑΒΟΛΕΣ, ἀγα­πη­τοί μου, οἱ παρα­βο­λές, ποὺ εἶπε τὸ στό­μα τοῦ Κυρί­ου ἡμῶν Ἰησοῦ Χρι­στοῦ καὶ βρί­σκον­ται γραμ­μέ­νες στὸ ἱερὸ Εὐαγ­γέ­λιο, εἶνε ἄφθα­στες. Οἱ ἀλή­θειες τοὺς φωτί­ζουν καὶ ὑψώ­νουν τὸν ἄνθρω­πο. Ἀλλὰ καὶ οἱ εἰκό­νες, ποὺ χρη­σι­μο­ποιοῦν­ται σ’ αὐτές, ἑλκύ­ουν τὴν προ­σο­χὴ καὶ κάνουν τὴ διδα­σκα­λία εὐχά­ρι­στη. Θέλε­τε παρά­δειγ­μα; Ἰδοὺ ἡ παρα­βο­λὴ τοῦ δεί­πνου τῶν γάμων τοῦ υἱοῦ τοῦ βασι­λέ­ως, ποὺ ἀκού­σα­με σήμε­ρα.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΠΛΗΣΙΑΣΕ, αγα­πη­τοί μου χρι­στια­νοί, λέει ο ευαγ­γε­λι­στής Ματ­θαί­ος, πλη­σί­α­σε κάποιος νομι­κός το Χρι­στό, θέλον­τας να τον δοκι­μά­ση, και του υπέ­βα­λε το ερώ­τη­μα: «Διδά­σκα­λε, ποία εντο­λή μεγά­λη εν τω νόμω;». Ποιά είνε η σπου­δαιό­τε­ρη έντο­λή; Και ο Ιησούς απήν­τη­σε: «Αγα­πή­σεις Κύριον τον Θεόν σου εν όλη τη καρ­δία σου και εν όλη τη ψυχή σου και εν όλη τη δια­νοία σου» (Ματθ. 22, 37). Αυτή είνε η πρώ­τη και πιο μεγά­λη εντο­λή. Και δευ­τέ­ρα σαν κι αυτήν· «Αγα­πή­σεις τον πλη­σί­ον σου ως σεαυ­τόν» (Ματθ. 22, 39). Με τα λόγια αυτά ο Χρι­στός έδει­ξε, ότι στην κορυ­φή όλων των εντο­λών είνε η αγά­πη, η διπλή αγά­πη και αγά­πη προς τον Θεό και η αγά­πη προς τον πλη­σί­ον. Και μετά απ’ αυτά πρό­σθε­σε: «Εν ταύ­ταις ταις δυσίν εντο­λαίς όλος ο νόμος και οι προ­φή­ται κρέ­μαν­ται» (Ματθ. 22, 40). Τι σημαί­νουν τα λόγια αυτά; Ότι όλη η Παλαιά Δια­θή­κη και όλη η αγία Γρα­φή και όλος ο νόμος και το θέλη­μα του Θεού συνο­ψί­ζον­ται και συμ­πε­ρι­λαμ­βά­νον­ται σ’ αυτές τις δύο εντο­λές.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ τῶν ταλάν­των, ἀγα­πη­τοί μου, Ὁ ἡ παρα­βο­λή των ἅ ταλάν­των, ποὺ ἀκού­σα­με, μᾶς ὑπεν­θυ­μί­ζει τὴ θεμε­λιώ­δη ἐντο­λὴ τῆς ἐργα­σί­ας.
    Ὅπως εἴπα­με καὶ ἄλλο­τε, ὅταν ὁ Θεὸς δημιούρ­γη­σε τὸν ἄνθρω­πο, δὲν ἤθε­λε τὸ πλά­σμα του νὰ περ­νᾷ τὸν και­ρό του ἄπρα­κτο μέσα στὸν παρά­δει­σο. Τὸν τοπο­θέ­τη­σε ἐκεῖ καὶ τοῦ ὥρι­σε μὲ τί θ’ ἀσχο­λῆ­ται. Ἀσχο­λία τοῦ ἀνθρώ­που ἦταν ἡ ἐργα­σία. Ὄχι νὰ μένῃ σὲ ἀκι­νη­σία καὶ ἀδρά­νεια, ἀλλὰ νὰ ἐργά­ζε­ται καὶ νὰ φυλάσ­σῃ τὸν ὑπέ­ρο­χο ἐκεῖ­νο κῆπο (βλ. Γέν. 2, 15). Συνε­πῶς ἡ ἐργα­σία δὲν εἶνε τιμω­ρία, ὅπως νομί­ζουν πολ­λοί, καὶ δὲν ἐπε­βλή­θῃ λόγῳ τοῦ προ­πα­το­ρι­κοῦ ἁμαρ­τή­μα­τος.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • Ὁ ΚΥΡΙΟΣ ἡμῶν Ἰησοῦς Χρι­στός, ἀγα­πη­τοί μου, δὲν ἔμε­νε πάν­το­τε στὸ ἴδιο μέρος. Διαρ­κῶς ἐκι­νεῖ­το. Πήγαι­νε ἀπὸ πόλι σὲ πόλι κι ἀπὸ χωριὸ σὲ χωριό. Εὐερ­γε­τοῦ­σε τοὺς ἀνθρώ­πους. Πῶς; Μέ το λόγο του. Ὁ λόγος του ἦταν παν­το­δύ­να­μος. Μέ το λόγο του ἔκα­νε ν’ ἀνοί­γουν τὰ μάτια τῶν ψυχῶν καὶ νὰ δοξά­ζουν το Θεό, ποὺ ἔστει­λε τὸν Υἱό του γιὰ νὰ βγά­λῃ ἀπὸ τὸ σκο­τά­δι τὴν ἀνθρω­πό­τη­τα. Μέ το λόγο τοῦ πάλι ὁ Χρι­στὸς ἔκα­νε καλὰ κορ­μιὰ ἄρρω­στα, κορ­μιὰ ποὺ βασα­νί­ζον­ταν καὶ για­τρειὰ δὲν εὕρι­σκαν που­θε­νά. Τὰ ἔκα­νε καλὰ χωρὶς φάρ­μα­κα καὶ συν­τα­γές.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • Ὁ ΛΟΥΚΑΣ, ὅπως εἰνε γνω­στό, εἶνε ὁ τρί­τος εὐαγ­γε­λι­στής. Ὑπῆρ­ξε μαθη­τὴς τοῦ ἀπο­στό­λου Παύ­λου καὶ τὸν συνό­δευ­σε παν­τοῦ, μέχρι καὶ τίς φυλα­κὲς τῆς Ρώμης ἀκό­μη. Ἐγνώ­ρι­ζε καλὰ τὴν ἑλλη­νι­κὴ γλῶσ­σα. Ὅπως ἕνας ἄρι­στος ζωγρά­φος χρη­σι­μο­ποιεῖ τὸ χρω­στή­ρα γιὰ νὰ ζωγρα­φί­σῃ τίς εἰκό­νες, ἔτσι καὶ ὁ Λου­κᾶς χρη­σι­μο­ποιεῖ τὴν ὡραία ἑλλη­νι­κὴ γλῶσ­σα γιὰ νὰ περι­γρά­ψῃ τὴ ζωὴ καὶ τὰ θαύ­μα­τα τοῦ Κυρί­ου ἡμῶν Ἰησοῦ Χρι­στοῦ. Σήμε­ρα δια­βά­ζε­ται μιὰ περι­κο­πή, ποὺ περι­γρά­φει μὲ συν­το­μία ἕνα θαῦ­μα.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΥΠΑΡΧΕΙ, ἀγα­πη­τοί, ἕνας νόμος, ποὺ εἶνε ὁ πιὸ ἀρχαῖ­ος ἀπ’ ὅλους τοὺς νόμους, ποὺ ἔκα­ναν οἱ ἄνθρω­ποι, γιὰ νὰ μπο­ρέ­σουν νὰ ρυθ­μί­σουν ἁρμο­νι­κὰ τίς σχέ­σεις (Λουκ. 6, 31) μετα­ξύ τους καὶ νὰ ζήσουν εὐτυ­χι­σμέ­νοι. Νόμος, ποὺ δὲν εἶνε χαραγ­μέ­νος σὲ μαρ­μά­ρι­νες πλά­κες καὶ γραμ­μέ­νος στὰ χαρ­τιὰ καὶ στὶς ἐπί­ση­μες ἐφη­με­ρί­δες τοῦ κρά­τους. Νόμος, τὸν ὁποῖο φύτευ­σε ὁ Θεός, ποὺ ἔπλα­σε τὸν ἄνθρω­πο «κατ’ εἰκό­να καὶ καθ’ ὁμοί­ω­σιν» αὐτοῦ (Γέν. 1, 26). Καὶ ὁ νόμος αὐτὸς ὁ ἔμφυ­τος εἶνε ὁ νόμος τῆς ἀγά­πης.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ, ἀγα­πη­τοί, κατὰ καὶ τὴν ἐπο­χὴ τοῦ Χρι­στοῦ ὑπῆρ­χε μιὰ πόλις, ποὺ ὀνο­μα­ζό­ταν Ναΐν. Ἡ πόλις αὐτὴ δὲν ἦταν πολὺ μακριὰ ἀπ’ τὴ Ναζα­ρέτ, ὅπου ὁ Χρι­στὸς ἔμει­νε τὰ περισ­σό­τε­ρα χρό­νια. Ἡ Ναΐν ἦταν χτι­σμέ­νη στοὺς πρό­πο­δες τοῦ ὄρους Ἀερ­μῶν. Πρὸς ἀνα­το­λὰς ἁπλω­νό­ταν μιὰ ἀπ’ τίς πιὸ εὔφο­ρες πεδιά­δες τῆς ἁγί­ας γῆς. Ὁ καθα­ρὸς ἀέρας ποὺ φυσοῦ­σε ἀπ’ τίς κορ­φὲς τοῦ βου­νοῦ, τὰ ἄφθο­να νερά, τὰ περι­βό­λια ποὺ ἦταν γεμᾶ­τα ἀπὸ ὀπω­ρο­φό­ρα δέν­τρα, τὰ κοπά­δια ποὺ βοσκοῦ­σαν στὰ λιβά­δια, τὰ που­λιὰ ποὺ κελαη­δού­σαν, ὅλα αὐτὰ ἔδι­ναν μιὰ ἐξαι­ρε­τι­κὴ ὀμορ­φιὰ σ’ ὅλη την περιο­χῆς καί ἡ πόλις ὀνο­μα­ζό­ταν Ναΐν, ποὺ στὴν ἑβραϊ­κὴ γλῶσ­σα σημαί­νει κάλ­λος, ὀμορ­φιά. Ναΐν, λοι­πόν, ὡραία πόλις. Οἱ κάτοι­κοί της εὐτυ­χι­σμέ­νοι.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • Η ΕΠΟΧΗ ΑΥΤΗ, ἀγα­πη­τοί μου, εἶνε ἐπο­χὴ τῆς σπο­ρᾶς. Τὸ καλο­καί­ρι πέρα­σε. Ἔφθα­σε τὸ φθι­νό­πω­ρο. Ὁ και­ρὸς ψύχρα­νε. Ὁ οὐρα­νὸς βρέ­χει καὶ ἄφθο­νο νερὸ ποτί­ζει τὴ γῆ. Τὰ χώμα­τα, ποὺ ἦταν ξερά ἀπ’ τὸν καυ­τε­ρὸ ἥλιο τοῦ καλο­και­ριοῦ, τώρα μαλα­κώ­νουν. Οἱ γεωρ­γοὶ πηγαί­νουν στὰ χωρά­φια. Ἀρχί­ζει ἡ δου­λειά.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΓΝΩΣΤΗ, ἀγα­πη­τοί μου, εἶνε ἡ παρα­βο­λή, ποὺ ἀκού­σα­με στὸ Εὐαγ­γέ­λιο τῆς Ἡ σημε­ρι­νῆς Κυρια­κης. Εἶνε ἡ παρα­βο­λὴ τοῦ πλου­σί­ου καὶ τοῦ Λαζά­ρου. Στὴν παρα­βο­λὴ αὐτὴ δυὸ κυρί­ως πρό­σω­πα ζωγρα­φί­ζον­ται. Τὸ ἕνα εἶνε ὁ πλού­σιος, τὸ ἄλλο εἶνε ὁ φτω­χός. Πῶς ζοῦ­σε ὁ ἕνας καὶ πῶς ζοῦ­σε ὁ ἄλλος σ’ αὐτὸν ἐδῶ τὸν κόσμο μας περι­γρά­φει ἡ παρα­βο­λή. Ἐπει­δὴ ὅμως ἡ ζωὴ τῶν ἀνθρώ­πων δὲν τελειώ­νει σ’ αὐτὸν ἐδῶ τὸν κόσμο, ἀλλὰ συνε­χί­ζε­ται σ’ ἕναν ἄλλο κόσμο, γι’ αὐτὸ ἡ παρα­βο­λή μας περι­γρά­φει καὶ πῶς ζὴ στὸν ἄλλο ἐκεῖ­νο κόσμο καὶ πλού­σιος καὶ πῶς ζὴ καὶ Λάζα­ρος.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
elGreek