Ο ΚΟΣΜΟΣ ΧΩΡΙΣ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

by admin

«Κλεῖσε μέσα στὴν καρδιά σου τὴν Ἑλλάδα, γιὰ νὰ αἰσθανθῇς κάθε εἴδους μεγαλεῖο» (Διονύσιος Σολωμός)

Ἐμεῖς οἱ Χριστιανοὶ Ἕλληνες δὲν εἴμεθα σωβινισταί, φανατικοὶ δηλαδὴ ἐθνικισταί, οἱ ὁποῖοι παίρνουν τὴν ἰδέα τοῦ ἔθνους καὶ τὴν κάνουν εἴδωλολατρείας, τὴν ἀνυψώνουν σὲ θεότητα καὶ χάριν τῆς θεότητος αὐτῆς εἶνε ἕτοιμοι νὰ διαπράξουν καὶ τὰ ἀπαισιώτερα ἐγκλήματα, ὅπως οἱ Ναζισταί, Γερμανοὶ καὶ Ἰάπωνες. Δὲν λέμε, ὅτι μόνο ἡ Ἑλλάδα ἀξίζει νὰ ζήσῃ, τὰ δὲ ἄλλα ἔθνη ἂς ἀποθάνουν, ἂς αὐτοκτονήσουν. Δὲν υἱοθετοῦμε τὸ ἀντιχριστιανικὸ ἐκεῖνο δόγμα, τὸ ὁποῖο μόνο ὡς σύνθημα θηρίων τῆς ζούγκλας μπορεῖ νὰ νοηθῇ «Ὁ θάνατός σου ζωή μου». Ὡς χριστιανοὶ ἀγαποῦμε μὲν τὴν Ἑλλάδα ὡς τὴν ἰδιαίτερή μας πατρίδα, στὴν ὁποία γεννηθήκαμε, ζοῦμε καὶ ἀναπνέουμε τὸν ἀέρα τῆς ἐλευθερίας, ἀλλ’ ἡ ἀγάπη μας πρὸς τὴν Ἑλλάδα δὲν δημιουργεῖ μῖσος ἐναντίον ἄλλων ἐθνῶν. Μέσα στὴν καρδιά μας, τὴν ὁποίαν ὁ Χριστὸς μὲ τὴν ἀγάπη του κατέστησε ἀπεριόριστα εὐρύχωρη, ἔχουν θέσι ὅλα τὰ ἔθνη, καὶ αὐτὰ ἀκόμη, τὰ ὁποῖα εἴτε ἀπὸ παρεξήγησι εἴτε ἀπὸ συμφέρον εἴτε ἀπὸ φθόνο καὶ κακία σήμερα μισοῦν καὶ πολεμοῦν τὴν Ἑλλάδα. Ἡ χριστιανική μας ἀγάπη ἐπεκτείνεται καὶ μέχρι τῶν ἐθνῶν ἐκείνων, τὰ ὁποῖα ὅλως ἀναιτίως ἐπιτέθηκαν κατὰ τῆς χώρας μας καὶ ὑπέβαλαν τοὺς κατοίκους της σὲ μύρια μαρτύρια. Ἡ Ἑλλάδα, ἡ μαρτυρικὴ πατρίδα μας, ἀπὸ τὸ ὕψος τοῦ Σταυροῦ, ἀκολουθοῦσα τὰ θεῖα διδάγματα τοῦ Ναζωραίου, εἶνε ἕτοιμη νὰ συγχωρήσῃ καὶ τοὺς σταυρωτάς της, ἀρκεῖ τὰ ἔθνη, τὰ ὁποῖα τὴν σταύρωσαν, ἔμπρακτα ν’ ἀποδείξουν ὅτι εἰλικρινῶς μετανοοῦν γιὰ ὅσα ἀπαίσια ἐγκλήματα διέπραξαν κατὰ ἑνὸς ἀθώου λαοῦ, τοῦ ὁποίου τὸ μόνο ἔγκλημα ἦταν ὅτι ἤθελε νὰ ζήσῃ βίο ἐλεύθερο καὶ ἀνεξάρτητο κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο.

Ὡς χριστιανοί, λοιπόν, ποὺ ἰδιαιτέρως ἀγαποῦμε τὴν πατρίδα μας, δὲν μισοῦμε τὰ ἄλλα ἔθνη οὔτε ποθοῦμε τὴν ἐξόντωσι καὶ τὴν ἐξαφάνισί τους ἀπὸ τὸν πολιτικὸ χάρτη τῆς γῆς. Τὸ ἐναντίον, ἐμπνεόμενοι ἀπὸ τὴν ὑπέροχη διδασκαλία τοῦ Θεανθρώπου καὶ πιστεύοντας ὅτι κάθε ἔθνος ἔχει ἀπὸ Θεοῦ ἰδιαίτερη ἀποστολὴ ἐπάνω στὴ γῆ, εὐχόμεθα ὁλόψυχα, ὅλα τὰ ἔθνη νὰ ζοῦν ἐλεύθερα καὶ εὐτυχισμένα κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο τῆς ἐλευθερίας. Ἡ ψυχή μας ὡς χριστιανῶν φλέγεται ἀπὸ τὸ χριστιανικὸ ὅραμα, κατὰ τὴν προφητεία τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἀνθρωπότης ὁλόκληρη νὰ γίνῃ μία ποίμνη κάτω ἀπὸ ἕνα ποιμένα, τὸν Χριστό, δηλαδή, τὰ διάφορα ἔθνη, ὄχι μὲ τὴ βία, ἀλλὰ μὲ τὴν ἀγάπη, μὲ βαθειὰ ἀλληλοεκτίμησι καὶ σεβασμὸ τῶν δικαιωμάτων ἀλλήλων, ὡς ἀδελφὰ ἔθνη νὰ ἑνωθοῦν καὶ νὰ ἀποτελέσουν μία μεγάλη οἰκογένεια ἐθνῶν, μέσα στὴν ὁποία καθένα ἀπ’ αὐτά, χωρὶς ν’ ἀπορροφηθῇ ἀπὸ ἄλλα πλουσιότερα καὶ ἰσχυρότερα, νὰ διατηρῇ τὰ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματά του καὶ νὰ συμβάλλῃ στὴν κοινὴ εὐημερία τῆς ἀνθρωπότητος. Καὶ ὅπως ἡ ἰδέα τῆς οἰκογένειας δὲν καταργεῖ τὴν ἰδέα τῆς προσωπικότητος καθενὸς μέλους τῆς οἰκογένειας, ἔτσι καὶ ἡ ἰδέα μιᾶς πανανθρώπινης κοινωνίας κάτω ἀπὸ τὸ λάβαρο τῆς ἀγάπης τοῦ Ἰησοῦ δὲν καταργεῖ τὴν προσωπικότητα καθενὸς ἔθνους μὲ τὰ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τῆς ψυχοσυνθέσεώς του, τῶν ἠθῶν, τῶν παραδόσεών του, τῶν ἱστορικῶν του ἀναμνήσεων καὶ τῆς ἰδιαιτέρας του ἀποστολῆς στὸν κόσμο.

Μέσα δὲ εἰς τὴν διαμορφουμένην ἐν ταῖς ἡμέραις ἡμῶν οἰκογένειας των ἐθνῶν ἔχει τὴν θέσιν της καὶ ἡ Ἑλλάς. Ἡ θέσις της, παρ’ ὅλον τὸ ὀλιγάριθμον τοῦ πληθυσμοῦ της, τὴν πενιχρότητα καὶ τὴν γυμνότητα τοῦ ἐδάφους της, πρέπει νὰ εἶνε τιμητικὴ καὶ μεγάλη. Διότι τὸ μικρὸν τοῦτο ἔθνος, ἀφ’ ὅτου ἀπὸ τρισχιλίων καὶ πλέον ἐτῶν ἐνεφανίσθη εἰς τὸν ὁρίζοντα τῆς ἀνθρωπότητος, προσέφερεν ὅλως ἐξαιρετικὰς ὑπηρεσίας εἰς τὸ σύνολον τῆς ἀνθρωπότητος. Καὶ διὰ νὰ σχηματίσετε μίαν γενικὴν εἰκόνα τῶν ἀνεκτιμήτων ὑπηρεσιῶν τῆς Ἑλλάδος ὑπὲρ τῆς κοινῆς εὐημερίας καὶ προόδου τῆς ἀνθρωπότητος, κάμετε μίαν ὑπόθεσιν. Φαντασθῆτε πρὸς στιγμὴν τὸν κόσμον χωρὶς τὴν Ἑλλάδα. Ὦ! Ἐὰν ἔλειπεν ἢ Ἑλλάς, πόσων πολυτίμων, ἀνεκτιμήτων, μοναδικῶν εὐεργεσιῶν θὰ ἐστερεῖτο τὸ σύνολον τῆς ἀνθρωπότητος !

Διότι ἡ Ἑλλάς – δὲν τὸ λέγομεν ἡμεῖς, τὸ βροντοφωνάζει ἡ ἀδέκαστος Ἱστορία – εἶνε ἐκείνη, ἡ ὁποία κατὰ τοὺς μαύρους πρὸ Χριστοῦ αἰῶνας, αἰῶνας ἀμαθείας καὶ βαρβαρότητος, ἐκράτησε τὴν δᾶδα τοῦ πολιτισμοῦ. Ἐδῶ εἰς τὴν Ἑλλάδα ἐγεννήθησαν οἱ ἄνδρες ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι προήγαγον τὰ γράμματα, τὰς τέχνας, τὰς ἐπιστήμας. Ἐδῶ εἰς τὴν Ἑλλάδα ἐγεννήθησαν καὶ ἔδρασαν οἱ θεμελιωταὶ τῶν ἐπιστημῶν καὶ ἔσπειραν τοὺς σπόρους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἀνεπτύχθησαν ὅλα τὰ δένδρα τῶν διαφόρων ἐπιστημῶν. Ἐὰν π.χ. ἐρωτήσετε τοὺς ἰατροὺς ὅλου τοῦ κόσμου, ποῖος εἶνε ὁ πατὴρ τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης, θὰ σᾶς ἀπαντήσουν ὅτι εἶνε ὁ Ἕλλην Ἱπποκράτης, ὁ γεννηθεὶς εἰς τὴν νῆσον Κῶ τῶν Δωδεκαννήσων. Ἐὰν ἐρωτήσετε τοὺς φιλοσόφους, ποῖος εἶνε ὁ πατὴρ τῆς φιλοσοφίας, θὰ σᾶς δείξουν τὸν Ἀθηναῖον Πλάτωνα, τὸν μαθητὴν τοῦ Σωκράτους. Ἐὰν ἐρωτήσετε τοὺς μηχανικούς, ποῖος εἶνε ὁ πατὴρ τῆς μηχανικῆς, θὰ λάβετε τὴν ἀπάντησιν, ὅτι θεμελιωτὴς τῆς μηχανικῆς εἶνε ὁ Ἕλλην Ἀρχιμήδης, ὅπως τῆς Γεωμετρίας ὁ Εὐκλείδης, ἐπίσης Ἕλλην. Ἐὰν ἐρωτήσετε τοὺς ποιητάς, ποιός εἶνε ὁ πατὴρ τῆς ποιήσεως, θὰ ἀκούσετε φωνὴν μεγάλην προερχομένης ἀπὸ τὰ στόματα ὅλων τῶν ποιητῶν, οἱ ὁποῖοι ὡς πατέρα τῆς ποιήσεως ἀναγνωρίζουν τὸν Ὅμηρον. Καὶ ἐὰν οἱ ποιηταὶ στεφανώνουν τὸν Ἕλληνα Ὅμηρον ὡς πρῶτον ποιητήν, οἱ ρήτορες στεφανώνουν ὡς πρῶτον ρήτορα τὸν Ἕλληνα Δημοσθένη, οἱ ἱστορικοί τους Ἕλληνας Ἡρόδοτον καὶ Θουκυδίδην, οἱ ζωγράφοι τὸν Ἕλληνα Ἀπελλῆ, οἱ γλύπται τὸν Ἕλληνα Φειδίαν κ.ο.κ. Πάσης ἐν γένει ἐπιστήμης ἢ τέχνης τὰ πρῶτα σπέρματα εὑρίσκονται εἰς τὸν εὔφορον ἀγρὸν τῆς ἑλληνικῆς διανοήσεως.

Ἡ Ἑλλάδα πρώτη στὴ διανόησι, ἀλλὰ καὶ πρώτη σὲ ἀγῶνες καὶ θυσίες ὑπὲρ τῶν εὐγενεστέρων ἰδανικῶν τῆς ἀνθρωπίνης προσωπικότητος. Ἐὰν ἔλειπε ἡ Ἑλλάδα, δὲν θὰ ὑπῆρχαν τὰ ἔνδοξα ὀνόματα Μαραθώνας, Θερμοπύλες, Σαλαμίνα, Πλαταιές, οἱ κυματοθραῦστες, δηλαδή, ἐκεῖνοι, ἐπάνω στοὺς ὁποίους ἐθραύσθη τὸ κῦμα τῆς βαρβαρότητος, τὸ ὁποῖο ἀπὸ τὰ βάθη τῆς Ἀσίας ἐρχόταν μὲ μανία καὶ ἀγριότητα γιὰ νὰ ὑποδουλώσῃ τὴν Εὐρώπη. Σώθηκε τότε ὁ πολιτισμὸς μὲ τὴν ἀνδρεία τῶν Ἑλλήνων. Καὶ ἦλθε ὕστερα ἡ μεγαλοφυΐα τοῦ ἐνδόξου τέκνου τῆς Μακεδονίας, τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου, γιὰ ν’ ἀξιοποιήσῃ τὴ νίκη ἐκείνη τοῦ Ἑλληνισμοῦ κατὰ τῆς βαρβαρότητος. Διότι ὁ Μ. Ἀλέξανδρος ἔλαβε τὸ σπόρο αὐτὸ τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος καὶ τὸν ἔσπειρε μὲ τὴ θριαμβευτική του πορεία μέχρι τὶς Ἰνδίες καὶ τὴν Ἀφρική, μέχρι Γάγγη καὶ Νεῖλο. Διέδωσε παντοῦ τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ τὴν κατέστησε κοινὸ ὄργανο συνεννοήσεως τῶν ὑπὸ τὸ σκῆπτρο του διαφόρων λαῶν. Καὶ ἔτσι, ἀφοῦ ἐργάσθηκε ἐκπολιτίζοντας, προετοίμασε κατὰ τὶς μυστηριώδεις βουλὲς τῆς θείας προνοίας τὸ ἔδαφος γιὰ τὴ διάδοσι τοῦ Χριστιανισμοῦ.

Ὁ Πρόδρομος τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἀλλὰ καὶ ὑπηρέτης πιστὸς καὶ ἀφωσιωμένος μέχρι θανάτου ἀναδείχθηκε ὁ Ἑλληνισμός. Διότι, μὲ τὴν ἐμφάνισι τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἡ Ἑλλάδα ἀπὸ τὶς πρῶτες ἄκουσε τὸ προσκλητήριο σάλπισμα τῆς νέας Θρησκείας, στρατεύθηκε κάτω ἀπὸ τὴ σημαία τοῦ Σταυροῦ, καὶ ἀπὸ τότε ἐπὶ 20 αἰῶνες ἐξακολουθεῖ νὰ στρατεύεται ἐνδόξως ὑπὲρ τῶν ἰδανικῶν ἐκείνων, τὰ ὁποῖα κήρυξε ὁ Θεάνθρωπος. Νὰ μετρήσωμε τώρα τὶς νέες αὐτὲς ὑπηρεσίες της;

Ἡ Ἑλλάδα πρῶτον δάνεισε στὸ Χριστιανισμὸ τὴ γλῶσσα της, γιὰ νὰ κηρυχθοῦν γραπτὰ καὶ προφορικὰ οἱ ὕψιστες θρησκευτικὲς καὶ ἠθικὲς ἰδέες, τὶς ὁποῖες γιὰ πρώτη φορὰ ἄκουσε κατάπληκτη ἡ ἀνθρωπότης. Οἱ οὐράνιες αὐτὲς ἰδέες τοῦ Εὐαγγελίου δὲν μποροῦσαν νὰ βροῦν ἄλλη γλῶσσα τελειότερη γιά τὴν προφορικὴ καὶ γραπτὴ διατύπωσί τους.

Ἡ Ἑλλάδα ἀπὸ ὅλα τὰ ἔθνη ἔδωσε τοὺς περισσοτέρους μάρτυρες, τὰ ἱερὰ σφάγια, τὰ ὁποῖα θυσιάσθηκαν γιὰ νὰ ριζοβολήσῃ ἡ Χριστιανικὴ πίστι. Στὴ Μικρὰ Ἀσία, στὴ Μακεδονία, σὲ Ἤπειρο καὶ Θράκη καὶ σὲ κάθε γωνιὰ τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἀναπαύονται τὰ τίμια λείψανα τῶν Ἑλλήνων μαρτύρων.

Ἡ Ἑλλάδα ἔδωσε στὸ Χριστιανισμὸ διδασκάλους καὶ πατέρες, οἱ ὁποῖοι ὡς ἀστέρες πρώτου μεγέθους σελάγισαν στὸ στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα οἱ Βασίλειοι, οἱ Γρηγόριοι καὶ Χρυσόστομοι. Ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα τὰ χριστιανικὰ φῶτα μεταδίδονταν στὶς γύρω γειτονικὲς χῶρες. Ἡ Ἑλλάδα ἐκχριστιανισθεῖσα ἵδρυσε τὸ πρῶτο Χριστιανικὸ κράτος, τὴ Βυζαντινὴ αὐτοκρατορία, ἡ ὁποία ἐπὶ χίλια ἔτη ὡς φάρος φώτιζε τὴν οἰκουμένη. Ἡ Ἑλλάδα, πιστὴ στὴν ἀποστολή της, ἐκπαίδευσε καὶ ἐκχριστιάνισε τὰ βάρβαρα ἔθνη. Ἔστειλε τοὺς ἱεραποστόλους της μέχρι τὸν Βόλγα καὶ τὸν Δούναβη.

Καὶ ὅταν ὑπὸ τὰ πλήγματα τῆς νέας βαρβαρότητος τοῦ Μωάμεθ κάμφθηκε καὶ ἔπεσε, καὶ πάλι δὲν ἔπαυσε ἡ Ἑλλάδα νὰ εὐεργετῇ τὸν κόσμο. Ἡ πτῶσι της ὑπῆρξε ἡ ἀνάστασι τῆς Δύσεως, διότι οἱ ἑκατοντάδες τῶν λογίων, οἱ ὁποῖοι ὡς πρόσφυγες κατέφυγαν στὴ Δύσι, διεσκόρπισαν τὰ φῶτα καὶ διήνοιξαν τοὺς ὀφθαλμοὺς τῶν τυφλῶν.

Ὅλοι οἱ αἰῶνες τῆς τρισχιλιετοῦς ἱστορίας βλέπουν τὴν Ἑλλάδα πάντοτε πρωτοπόρο, ἀκαταπαύστως στρατευομένη καὶ ἀγωνιζομένη ὑπὲρ τῶν ἰδανικῶν τῆς ἀνθρωπότητος.

Ἡ Ἑλλάδα ποτὲ δὲν ἀρνήθηκε τὶς ὑπηρεσίες της ἐκεῖ ὅπου κινδύνευαν τὰ τιμαλφέστερα συμφέροντα τοῦ ἀνθρώπου. Ὑπῆρξε πάντοτε παροῦσα ἐκεῖ ὅπου διεξάγονταν οἱ ἀγῶνες τοῦ φωτὸς κατὰ τοῦ σκότους. Αὐτὸ μαρτυρεῖ ἡ ἱστορία. Γι’ αὐτὸ ὁ μὲν Μ. Πέτρος, ὁ ἱδρυτὴς τῆς Ρωσικῆς αὐτοκρατορίας, συντάσσοντας τὴν διαθήκη του πρὸς τὸν ρωσικὸ λαό, ἔγραφε τὸ 1771:

«Οἱ Ἕλληνες εἶνε ὁ μεγαλύτερος λαὸς ποὺ εἶδε ποτὲ ἡ ὑφήλιος. Σ΄ αὐτοὺς ὀφείλουμε τὰ πάντα. Ἄν δὲν ἦταν αὐτοί, ὁ κόσμος ὁλόκληρος θὰ ἦταν τυφλός. Δὲν ἔχουμε τὸ δικαίωμα ν’ ἀφήνωμε σήμερα τοὺς ἀπογόνους τοῦ Πλάτωνος, τοῦ Ἀριστοτέλους, τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου, τοὺς πρώτους τῶν χριστιανῶν, στὰ νύχια τῆς μαύρης δουλείας. Δὲν μπορῶ νὰ βλέπω καὶ περισσότερο τὰ βάσανα τῶν Ἑλλήνων. Καταραμένος νὰ εἶνε ἐκεῖνος ὁ Ρῶσος, ὁ ὁποῖος θ’ ἀδικήσῃ ποτὲ ἕνα Ἕλληνα».

Ὁ δὲ μέγας ποιητὴς Σίλλερ ἔγραφε: «Ἡ Ἑλλάδα ἐνέπνευσε ὁρμὲς καὶ τάσεις, οἱ ὁποῖες θὰ διαμείνουν αἰώνιες, ἀφοροῦν δὲ στὸν ἐξευγενισμὸ καὶ ἔξαρσι μέχρι τελειοποιήσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους». Ἄλλος σοφὸς ἀνέκραξε: «Ἕλληνες εἴμεθα ὅλοι, καὶ οἱ νόμοι μας καὶ τὰ γράμματα καὶ οἱ τέχνες ἔχουν τὶς ρίζες τους στὴν Ἑλλάδα».

Ἀλλὰ γιατί ν’ ἀνοίξωμε τὴν Ἱστορία καὶ νὰ ἀνατρέξωμε στὸ παρελθόν, παρελθὸν ἐνδοξότερο τοῦ ὁποίου κανένα ἄλλο ἔθνος δὲν ἔχει, γιὰ νὰ διαπιστώσωμε τὴν ἀνωτέρῳ ἀλήθεια; Ἐμεῖς οἱ σύγχρονοι, ποὺ ζήσαμε τὸ νεώτερο θαῦμα τῆς Ἑλληνικῆς ἱστορίας, δὲν ἔχουμε τόση ἀνάγκη ν’ ἀνατρέξωμε στὸ παρελθόν. Ἐμπρὸς μας λάμπει περισσότερο ἀπὸ τὸν ἥλιο ἕνα ἱστορικὸ γεγονός, τὸ ὁποῖο δὲν μπορεῖ ν’ ἀμαυρώσῃ καὶ ὁ πλέον κακόπιστος καὶ διεστραμμένος ἐρευνητὴς τῆς Ἱστορίας. Καὶ τὸ γεγονὸς αὐτὸ εἶνε ἡ 28η Ὀκτωβρίου 1940. Αὐτὴ εἶνε ἡ ἡμέρα, κατὰ τὴν ὁποία τὸ ἄστρο τῆς Πατρίδος ἔλαμψε τόσο, ὅσο ἴσως ποτὲ ἄλλοτε κατὰ τὴν μακρὰν πλήρη περιπετειῶν ἀλλὰ καὶ θριάμβων ἱστορίας της. Τὴν ἡμέρα αὐτὴ μέσα σ’ ἕνα κόσμο πλήρως φοβισμένο, ἀπελπισμένο, ἕτοιμο νὰ παραδοθῇ σὲ πάνοπλη βία, ἡ Ἑλλάδα στάθηκε ὄρθια καὶ σάλπισε τὸ ἱστορικό της ΟΧΙ. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ἐκείνη ἡ Ἑλλάδα ἔγινε ἀντικείμενο παγκοσμίου θαυμασμοῦ. Ὅλοι ὅσοι ποθοῦσαν τὴν ἐλευθερία μὲ δακρυσμένα μάτια παρακολουθοῦσαν τὴν τιτανικὴ μάχη, τὴν ὁποία ἐπὶ 6 μῆνες ἔδινε στὰ Βορειοηπειρωτικὰ βουνά. Διότι ἡ μάχη ἐκείνη δὲν ἦταν ἁπλῶς μία μάχη ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος, ἀλλ’ ἦταν μάχη ὑπὲρ τῆς ἀνθρωπότητος. Ἐκεῖ γράφηκε τὸ προοίμιο τῆς πτώσεως τῶν ὁλοκληρωτικῶν καθεστώτων. Ἐκεῖ σημειώθηκε ἡ πρώτη ρωγμὴ στὸ μέτωπο τῶν δύο ἑνωμένων τυράννων. Ἐκεῖ ἐμειδίασε πρῶτα ὁ ἄγγελος τῆς νίκης.

Καὶ ἄνευ τῆς ἡμερομηνίας αὐτῆς, τῆς 28ης Ὀκτωβρίου 1940, ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, ἔχοντας ἐμπρός μας τὸ ἔνδοξο παρελθὸν τῆς Φυλῆς μας, θὰ μπορούσαμε νὰ ἐρωτήσωμε: Τί θὰ ἦταν ὁ κόσμος χωρὶς τὴν Ἑλλάδα; Ἀλλὰ τώρα, μετὰ τὴν ἡμερομηνία τῆς 28ης Ὀκτωβρίου 1940, ἀτενίζοντας μὲ πολὺ μεγαλύτερη παρρησία ἐχθροὺς καὶ φίλους τῆς Ἑλλάδος, προβάλλουμε τοὺς νεωτέρους τίτλους μας, τίτλους ἀφαντάστων θυσιῶν καὶ ἀγώνων, καὶ ἐρωτῶμε: Τί θὰ ἦταν σήμερα ὁ κόσμος χωρὶς τὴν Ἑλλάδα, χωρὶς τὴν 28η Ὀκτωβρίου 1940; Ἐὰν ἦταν δυνατὸν νὰ ἐρωτηθῇ ὁ Χίτλερ καὶ νὰ δώσῃ ἀπάντησι ἀπὸ τὸν τάφο του, θὰ ἀπαντοῦσε: «Κύριοι! Σεῖς, οἱ ὁποῖοι ἑτοιμάζεσθε νὰ ἀδικήσετε τὴν Ἑλλάδα, κάτω τὰ χέρια σας! Διότι, ἐὰν ἡ Ἑλλάδα δὲν προβαλλόταν ὡς ἐμπόδιο στὸν ἐξωφρενικό μου δρόμο, ἀλλοίμονο στὴν ἀνθρωπότητα. Σήμερα θὰ ἦταν ὑπόδουλα ὅλα τὰ ἔθνη. Ὁ ἀγκυλωτὸς σταυρός μου θὰ κυμάτιζε παντοῦ. Χίλια ἔτη θὰ κυβερνοῦσα τὸν  κόσμο…»…. Ναί! Ἐξ αἰτίας τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία προσφέρθηκε ὁλοκαύτωμα ὑπὲρ τῆς νίκης τῶν Ἡνωμένων Ἐθνῶν, ὁ Χίτλερ ἔχασε τὸ λεωφορεῖον τῆς νίκης!

Αὐτὰ τὰ ἀναμφισβήτητα ἱστορικὰ γεγονότα ἔχοντας ὑπ’ ὄψιν ἐμεῖς οἱ νεώτεροι Ἕλληνες, διπλὸ ἔχουμε καθῆκον ἀπέναντι τῆς τετιμημένης Πατρίδος μας.

Πρῶτον: Νὰ εἴμεθα βαθύτατα εὐγνώμονες πρὸς τὸν Θεό, διότι μὲ τὸ ἄπειρό του ἔλεος ἐξέλεξε τὴν Πατρίδα μας ὡς «σκεῦος ἐκλογῆς», ὡς τὸ ὑπομόχλιο ἐκεῖνο, μὲ τὸ ὁποῖο ὁ μοχλὸς τῆς παγκοσμίου ἱστορίας στράφηκε καὶ στρέφεται πάντοτε πρὸς νέους ὁρίζοντες ζωῆς.

Δεύτερον· Νὰ ἔχωμε βαθειὰ συναίσθησι τῆς ἐκπολιτιστικῆς ἀποστολῆς, τὴν ὁποία τὸ ἔθνος μας ἔχει στὸν κόσμο. Ἂς μὴ λησμονοῦμε, ὅτι στοὺς ὤμους κάθε Χριστιανοῦ Ἕλληνα ὑπάρχει βαρύτατη κληρονομία. Καὶ καθῆκον ὅλων μας εἶνε νὰ μὴν ἀποδειχθοῦμε ἀνάξιοι ἀπόγονοι ἐνδόξων προγόνων, ἁπλῶς ἀχθοφόροι ἑνὸς μεγάλου ἱστορικοῦ ὀνόματος τῆς τετιμημένης μας Πατρίδος, ἀλλὰ συνεχισταὶ τοῦ ἐνδόξου παρελθόντος της, ἕτοιμοι νὰ ἐκπληρώσωμε πάσῃ θυσίᾳ τὴν ἀποστολή μας ὡς Χριστιανῶν Ἑλλήνων, καὶ νὰ προσφέρωμε τὶς ὑπηρεσίας μας πρὸς ἀνοικοδόμησι ἑνὸς νέου κόσμου, ἔχοντας ὡς βάσι τὶς παραδόσεις τῆς ἀθανάτου Χριστιανικῆς Ἑλλάδος.

Διαβάστε επίσης και τα εξής:

elGreek