Νικολάου Σωτηροπούλου (ἀπὸ τὸ βιβλίο του “Ταπεινώσεις τοῦ Χριστοῦ”)
«Παιδίον ἐγεννήθη ἡμῖν, υἱὸς καὶ ἐδόθη ἡμῖν, οὗ ἡ ἀρχὴ ἐγενήθη ἐπὶ τοῦ ὤμου αὐτοῦ, καὶ καλεῖται τὸ ὄνομα αὐτοῦ μεγάλης βουλῆς ἄγγελος, θαυμαστὸς σύμβουλος, Θεὸς ἰσχυρός, ἐξουσιαστής, ἄρχων εἰρήνης, πατὴρ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος» (Ἡσ. 9:6).
Τὸ Παιδὶ τοῦτο, τὸ ὁποῖο βλέπει ὁ Ἡσαΐας, διαφέρει ὅλων τῶν παιδιῶν. Εἶνε ὑπερθαύμαστο Παιδί. Ἐπὶ τοῦ ὤμου τοῦ Παιδιοῦ τούτου ὑπάρχει «ἡ ἀρχή», ἡ ἐξουσία, ἡ δύναμι. Τὸ Παιδὶ τοῦτο εἶνε τῆς μεγάλης βουλῆς τοῦ Θεοῦ Πατρὸς «ἄγγελος», ἐξάγγελος, κῆρυξ. Τὸ Παιδὶ τοῦτο εἶνε «θαυμαστὸς σύμβουλος», βουλεύεται, συνεδριάζει καὶ ἀποφασίζει ἀλαθήτως μαζὶ μὲ τὸ Θεὸ Πατέρα. Τὸ Παιδὶ τοῦτο εἶνε «ἐξουσιαστής», ἐξουσιάζει τοὺς γαλαξίες τοῦ οὐρανοῦ καὶ τὶς ἀγγελικὲς καὶ ἀρχαγγελικὲς δυνάμεις τοῦ ἀοράτου κόσμου. Τὸ Παιδὶ τοῦτο εἶνε «ἄρχων εἰρήνης», ἄρχων δυνάμεως, παντοδύναμος ἄρχων. Τὸ Παιδὶ τοῦτο εἶνε «πατὴρ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος», δημιουργὸς νέας ἐποχῆς, ἡ ὁποία ἐκτείνεται στὴν ἀπέραντη αἰωνιότητα. Τὸ Παιδὶ τοῦτο ἔχει ὅλες αὐτὲς τὶς καταπληκτικὲς ἰδιότητες, τὶς ὁποῖες κανένα ἄλλο παιδὶ δὲν ἔχει, διότι εἶνε «Θεός», ὄχι μικροθεός, ὅπως ὁ ἄνθρωπος καὶ ὁ ἄγγελος, ἀλλὰ «Θεὸς ἰσχυρός», παντοδύναμος Θεός, τὸν ὁποῖον ἀνυμνοῦμε καὶ παρακαλοῦμε λέγοντας: «Ἅγιος ὁ Θεός, ἅγιος ἰσχυρός, ἅγιος ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς».
* * *
Ἐκεῖνος λοιπόν, ὁ ὁποῖος σαρκώθηκε, δὲν εἶνε ἄλλος, παρὰ ὁ Κύριός μας καὶ ὁ Θεὸς μας κατὰ τὴν ὁμολογία τοῦ Θωμᾶ (Ἰωάν. 20:28). Καὶ μὲ τὴ σάρκωσί του ἰδοὺ ταπεινώσεις, στὶς ὁποῖες ὑπέβαλε τὸν ἑαυτόν του:
Ὁ ὑψηλὸς Θεὸς ἔγινε ταπεινὸς ἄνθρωπος. Ὁ ἄνθρωπος βεβαίως εἶνε εἰκόνα καὶ ὁμοίωμα Θεοῦ. Ἀλλὰ σὲ σύγκρισι μὲ τὸ Πρωτότυπο εἶνε ἀσυγκρίτως κατώτερος. Τὸ ἀσυγκρίτως ἀνώτερο ἔγινε ἀσυγκρίτως κατώτερο!
Ὁ Κύριος ἔγινε δοῦλος. Ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων καὶ Κύριος τῶν κυριευόντων ἔγινεν ὑπήκοος.
Ὁ Ἄκτιστος καὶ Κτίστης τῶν ἁπάντων ἐκτίσθη, ἔγινε κτίσμα. Ἂν οἱ Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ καὶ οἱ ὁμόφρονές τους δὲν θέλουν νὰ παραδεχθοῦν, ὅτι «ἡ ἀρχὴ τῆς κτίσεως τοῦ Θεοῦ» στὸ Ἀποκ. 3:14 σημαίνει «ἡ δημιουργικὴ ἀρχὴ τῆς κτίσεως τοῦ Θεοῦ Πατρός» ἢ «ἡ κυβερνητικὴ ἀρχὴ τῆς κτίσεως τοῦ Θεοῦ Πατρός», ἀλλ’ ἐπιμένουν, ὅτι σημαίνει «τὸ πρῶτο κτίσμα τοῦ Θεοῦ Πατρός», τότε ἡ ἐν λόγῳ φράσι τῆς Ἀποκαλύψεως ἀναφέρεται στὴν κατώτερη φύσι τοῦ Χριστοῦ, τὴν ἀνθρωπίνη. Ὁ Χριστὸς εἶνε κτίσμα ὡς ἄνθρωπος, τὸ πρῶτο κτίσμα μέσα στὴ νέα κτίσι, ὁ νέος Ἀδὰμ καὶ γενάρχης τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου. Κατὰ τὴν ἀνώτερη φύσι του ὁ Χριστός, σύμφωνα μὲ τὸ ἴδιο χωρίο Ἀποκ. 3:14, εἶνε «ὁ Ἀμήν», ὁ Ἀληθινός, δηλαδὴ ὁ Γιαχβέ.
Ὁ Ἄπειρος ἔγινε πεπερασμένος. Ὁ ἀχώρητος παντὶ ἐχωρήθη ἐν γαστρί. Ἐκεῖνος, τὸν ὁποῖον δὲν χωροῦν οἱ οὐρανοί, ἐχωρήθη στὴν κοιλία γυναικός.
Ὁ προαιωνίως γεννηθεὶς ἀπὸ τὸ Θεὸ Πατέρα ἐπ’ ἐσχάτου τῶν ἡμερῶν γεννήθηκε ἀπὸ γυναίκα. Καὶ ὅσο ἡ δευτέρα αὐτὴ γέννησι εἶνε ἀνύψωσι τῆς γυναικός, τόσο εἶνε ταπείνωσι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Ἀγενεαλόγητος ἀπέκτησε γενεαλογικὸ δένδρο, προγόνους. Καὶ τί προγόνους; Ἁμαρτωλούς. Μεταξὺ δὲ αὐτῶν καὶ σφόδρα ἁμαρτωλούς, πόρνους, μοιχούς, ἐγκληματίες, ἀσεβεῖς.
Ὁ Ἄναρχος ἄρχισε, ἔλαβε ἀρχή. Ὁ Ἄχρονος καὶ ὁ Αἰώνιος εἰσῆλθε στὴ σχετικότητα τοῦ χρόνου. Ὁ Παλαιὸς τῶν ἡμερῶν ἔγινε παιδίον νέον.
Ὁ Παντοδύναμος ἔγινεν ἀδύναμο καὶ κλαυθμηρίζον νήπιο. Ὁ ἄτρεπτος καὶ ἀναλλοίωτος, ὁ «χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» (Ἑβρ. 13:8), ἔγινε τρεπτός, ὑποκείμενος σὲ φυσικὲς καὶ ἀνθρώπινες μεταβολές (Λουκ. 2:52 κ.ἄ.).
Ὁ Πάνσοφος περιβλήθηκε ἄγνοια καὶ προέκοπτε σὲ γνῶσι.