ΚΥΡΙΑΚΟΔΡΟΜΙΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΩΝ ΠΕΡΙΚΟΠΩΝ
-
ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ἀγαπητοί, τὸ Εὐαγγέλιον που διαβάζεται στὴ θεία λειτουργία τοῦ Πάσχα, στὴν ἑορτὴ τῆς ἐνδόξου ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, εἶνε τὸ πιὸ δύσκολο, ἀλλὰ καὶ τὸ πιὸ ὑψηλὸ σὲ νοήματα Εὐαγγέλιο ὅλου τοῦ ἔτους. Εἶνε ἡ ἀρχὴ τοῦ Εὐαγγελίου του Ἰωάννου. Ἡ ἀρχὴ τοῦ εὐαγγελίου αὐτοῦ διαφέρει ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῶν ἄλλων τριῶν εὐαγγελίων, ποὺ ἔγραψαν οἱ εὐαγγελισταὶ Ματθαῖος, Μάρκος καὶ Λουκᾶς. Ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, ὁ Ματθαῖος ἀρχίζει τὸ Εὐαγγέλιό του ἀπὸ τὸν Ἡρώδη το βασιλιᾶ. Ὁ Μάρκος ἀπὸ τὸν Ἰωάννη τὸν Βαπτιστή. Ὁ Λουκᾶς ἀπὸ τὸν Τιβέριο Καίσαρα. Ἀλλ’ ὁ Ἰωάννης ὁ εὐαγγελιστής, προκειμένου νὰ διηγηθῇ τὴν ἱστορία τοῦ Χριστοῦ, ἀφήνει τοὺς ἄλλους εὐαγγελιστάς, προχωρεῖ πρὸς τὰ ἄνω, διαβαίνει αἰῶνες καὶ χιλιετίες, πετάει συνεχῶς καὶ φθάνει στὸ «ἐν ἀρχῇ».
-
ΟI ΜΑΘΗΤΑΙ, ἀγαπητοί, μέχρις ὅτου ζοῦσε ὁ Χριστός, εἶχαν πίστι καὶ ἐλπίδα σ’ αὐτόν. Πίστευαν καὶ ἤλπιζαν, ὅτι ὁ Χριστὸς θὰ βγῆ νικητὴς ἀπ’ ὅλες τίς περιπέτειες καὶ τὰ ἐμπόδια τῶν ἐχθρῶν του καὶ θὰ γίνῃ ἕνας βασιλιᾶς, ποὺ ἡ δόξα του θὰ εἶνε πιὸ τρανὴ ἀπὸ τὴ δόξα ὅλων τῶν βασιλιάδων τοῦ κόσμου. Ἤλπιζαν ἀκόμα, καὶ ὅταν οἱ ἐχθροί του τὴν νύχτα τῆς Μεγάλης Πέμπτης μέσα στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανὴ τὸν συνέλαβαν, καὶ δεμένο σὰν νὰ ἦταν κακοῦργος τὸν ἔφεραν στὰ κριτήρια τοῦ Ἄννα, τοῦ Καϊάφα καὶ τοῦ Πιλάτου. Ἤλπιζαν, ὅτι στὸ τέλος μὲ κάποιο θαῦμα θὰ ἐλευθερωθῇ ἀπὸ τὰ δεσμά, καὶ ἔνδοξος θὰ ἐπιστρέψῃ κοντά τους.
-
ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ! Πρὶν ἀκόμη δύση ὁ ἥλιος τῆς θλιβερῆς ἐκείνης μέρας, ἕνας ἄλλος ἥλιος εἶχε δύσει. Ὁ ἥλιος αὐτὸς ἦταν ὁ Χριστός. Ἥλιος πνευματικός, ποὺ φώτιζε καὶ θέρμαινε τὸν κόσμο. Ὁ ἥλιος, ποὺ βλέπουμε, γέρνει τὸ ἀπόγευμα καὶ πρὸς τὴ δύσι καὶ βασιλεύει. Φαίνεται πὼς χάνεται. Μὰ δὲν χάνεται. Βασιλεύει, γιὰ ν’ ἀνατείλῃ ἀλλοῦ καὶ νὰ φωτίσῃ ἄλλους κόσμους. Καὶ ὁ Χριστὸς πάνω στὸ σταυρὸ γέρνει σὰν τὸν ἥλιο τὴν ἁγία του κεφαλή, λέει τὸ «Τετέλεσται» (Ἰωάν. 19, 30) καὶ παραδίδει το πνεῦμα του στὸν οὐράνιο Πατέρα. Πάει νὰ φωτίσῃ ἄλλους κόσμους, ποὺ ζοῦνε αἰωνίως στὸ σκοτάδι. Πηγαίνει στὸν ἅδη…
-
ΥΠΗΡΧΕ, λέει τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο, ὑπῆρχε στὴν ἄκρη τῆς ἀρχαίας πόλεως τῶν Ἱεροσολύμων μιᾷ δεξαμενῇ, ποὺ οἱ Ἑβραῖοι τὴν ἔλεγαν Βηθεσδά. Ἦταν μιὰ στέρνα, ποὺ μάζευε νερό. Ἀλλὰ τί νερό! Νερό, ποὺ ἔκανε θαύματα. Σὲ μιὰ στιγμή, ποὺ κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ μαντέψῃ, τὸ νερό της στέρνας ἄρχιζε νὰ ταράζεται. Τὸ τάραζε ἄγγελος τοῦ Θεοῦ. Ἄν τὴ στιγμή, ποὺ ὁ ἄγγελος τάραζε τὸ νερό, ἕνας ἄρρωστος ἔπεφτε ἀμέσως μέσα στὴ στέρνα, γινόταν καλά. Γιατί τὸ νερὸ ἔπαιρνε θεϊκὴ δύναμι. Ἀλλὰ θεράπευε μόνο ἕναν αὐτόν, ποὺ πρῶτος ἔπεφτε στὸ νερὸ ὕστερα ἀπό τὴν ταραχή. Δεύτερος ἂν ἔπεφτε στὸ νερό, δὲν θεραπευόταν. Θὰ ἔπρεπε νὰ ξανάρθη ὁ ἄγγελος νὰ ταράξῃ τὸ νερό, γιὰ νὰ μπορέσῃ ἄλλος ἄρρωστος νὰ πέσῃ μέσα καὶ νὰ θεραπευθῇ. Κάθε φορὰ ἕνα καὶ μόνο θαῦμα γινόταν.
-
ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ, ἀγαπητοί μου, μιλάει σήμερα γιὰ τὴ Σαμάρεια. Τί ἦταν ἡ Σαμάρεια; Ἦταν μιὰ ἀπὸ τίς τέσσερις ἐπαρχίες, ποὺ ἦταν χωρισμένο τὸ κράτος τοῦ Ἰσραήλ. Ἦταν μεταξὺ Νὰ τῆς Ἰουδαίας καὶ τῆς Γαλιλαίας. Οἱ κάτοικοί της στὴν ἀρχὴ ἦταν Ἰουδαῖοι, ποὺ εἶχαν τὴν καταγωγή τους ἀπ’ τὴ γενιὰ τοῦ Ἰακώβ. Ἀλλὰ στὰ 721 π.Χ. ἔγινε στὴν ἐπαρχία αὐτὴ μεγάλη ἀναστάτωση. Εἰδωλολάτρης βασιλιᾶς νίκησε τοὺς Ἰουδαίους, κατέκτησε τὴν ἐπαρχία κ’ ἔφερε δικούς του ἀνθρώπους ἀπὸ τὸ βασίλειό του. Τοὺς ἐγκατέστησε στὰ σπίτια καὶ στὰ χωράφια της Σαμαρείας. Ἔτσι οἱ ἄποικοι εἰδωλολάτρες…
-
Ἡ φωτογραφικὴ μηχανὴ εἶνε κι αὐτὴ μιὰ ἀνακάλυψη τῆς ἐπιστήμης. Μὲ τὴ μηχανή αὐτὴ κατώρθωσε ὁ ἄνθρωπος νὰ παίρνῃ φωτογραφίες, καὶ ἔγχρωμες ἀκόμη, ποὺ ὅταν ἔχουν ἐπιτυχία νομίζεις ὅτι βλέπεις τὸ ἴδιο τὸ ἀντικείμενο, εἴτε πρόσωπο εἴτε πρᾶγμα εἴτε τοπίο εἶνε αὐτό. Στὴν ἀρχὴ οἱ φωτογραφικὲς μηχανὲς ἦταν λίγες καὶ πανάκριβες. Σήμερα γέμισε ὁ κόσμος ἀπὸ φωτογραφικὲς μηχανές. Καὶ τὰ παιδιὰ ἀκόμη τοῦ δημοτικοῦ σχολείου ἔχουν φωτογραφικὲς μηχανές. Ἄν τώρα σὲ κάποιον, ποὺ κρατάει μηχανὴ καὶ κάνει συλλογὴ φωτογραφιῶν, πήτε ὅτι ἡ φωτογραφική τοῦ μηχανὴ ἔγινε μόνη της, χωρὶς κανένας τεχνίτης νὰ κοπιάσῃ, αὐτὸς ποὺ ἔχει τὴ μηχανὴ θὰ γελάσῃ εἰς βάρος σας καὶ θ’ ἀρχίσῃ ν’ ἀμφιβάλλῃ ἂν εἶστε καλὰ στὸ μυαλό.
-
Ευαγγέλιο & ΚηρύγματαΚυριακοδρόμιο
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ (Α΄ Οικ. Συνόδου) (Ευαγγελική Περικοπή)
by adminΥΠΑΡΧΟΥΝ Ἀγαπητοί μου, ὑπάρχουν ἄνθρωποι, ποὺ δὲν ἔχουν βγῆ ἀπὸ τὸ χωριό τους. Ἀλλὰ καὶ τί νὰ κάνουν νὰ βγοῦν; Τί νὰ δοῦν; Ἕνας ἀρχαῖος φιλόσοφος σπάνια ἔβγαινε ἀπὸ τὸν τόπο ποὺ γεννήθηκε. «Γιατί δὲν πᾶς καὶ σ’ ἄλλα μέρη;» τὸν ρωτοῦσαν. Καὶ αὐτὸς ἀπαντοῦσε: «Ὅπου κι ἂν πάω, τὰ ἴδια πράγματα θὰ βλέπω” γῆ καὶ θάλασσα. Ἄν ἔχετε νὰ μοῦ δείξετε κανένα ἄλλο μέρος, ποὺ εἶνε διαφορετικὸ ἀπὸ τούτη τὴ γῆ, εὐχαρίστως θὰ ταξιδεύσω…»… Ὑπάρχουν ὅμως ἄλλοι ἄνθρωποι, ποὺ ἔχουν μέσα τους τὸ μικρόβιο τῆς μεταναστεύσεως. Αὐτοὶ δὲν μένουν εὐχαριστημένοι στὸν τόπο τους. Φεύγουν καὶ πᾶνε μακριά. Ἄλλοι στὴν Αὐστραλία, ἄλλοι στὴν Ἀφρική, ἄλλοι στὴν Ἀμερική.
-
ΜΙΑ, αγαπητοί μου, μία από τις πιο μεγάλες εορτές των Εβραίων ήταν και η εορτή της Σκηνοπηγίας. Σ’ αυτή την εορτή οι Εβραίοι θυμόντουσαν ένα θαυμαστό γεγονός της ιστορίας του έθνους τους. Θυμόντουσαν ότι, όταν ο Θεός τους λυπήθηκε και τους έβγαλε από τη σκλαβιά που ζούσαν κάτω από το ζυγό των Αιγυπτίων, έως ότου φθάσουν και εγκατασταθούν στην αγαπημένη τους πατρίδα, πέρασαν δύσκολες μέρες. Ο δρόμος ήταν μακρινός. Νερό δεν υπήρχε. Κρέατα σαν αυτά που έτρωγαν στην Αίγυπτο δεν βρισκόντουσαν. Σπίτια και μόνιμες εγκαταστάσεις δεν είχαν. Περνούσαν από έρημα μέρη και εχθρικές χώρες, και αντιμετώπιζαν διάφορες δυσκολίες και εμπόδια. Έμοιαζαν μ’ ένα στρατό, που βρίσκεται σε διαρκή πορεία.
-
Ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ, ἀγαπητοί μου, ὁ Χριστὸς καλεῖ τοὺς ἀνθρώπους νὰ ἔρθουν κοντά του καὶ νὰ γίνουν ἀκόλουθοί του. Δὲν κάνει καμμιὰ ἐξαίρεσι. Καλεῖ τοὺς ἄντρες, καλεῖ τίς γυναῖκες, καλεῖ τὰ παιδιά,
καλεῖ πλουσίους καὶ φτωχούς, καλεῖ σοφοὺς καὶ ἀγραμμάτους. Καλεῖ, χωρὶς νὰ λαμβάνῃ ὑπ’ ὄψιν καταγωγή, ἡλικία, χρῶμα, φυλὴ καὶ ἔθνος. Ὅλοι εἶνε δεκτοί. Ἀνοιχτὲς εἶνε οἱ πόρτες τῆς δικῆς του βασιλείας.
Ἀλλ’ ἐνῶ τοὺς καλεῖ, δὲν βιάζει κανένα. Δὲν χρησιμοποιεῖ τὴ βία, ὅπως οἱ βασιλιᾶδες καὶ οἱ τύραννοι τοῦ κόσμου. Τὸ μόνο ὅπλο τοῦ εἶνε ὁ λόγος. -
ΠΕΤΡΟΣ καὶ Ἀνδρέας, ἀδέλφια ἀγαπημένα, Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης, ἀδέλφια καὶ αὐτοι ἀγαπημένα. Ζοῦσαν μιὰ ἥσυχη ζωὴ στὰ χωριά τους. Τὰ χωριά τους ἦταν κοντὰ σὲ μιὰ λίμνη, ποὺ ὀνομάζεται λίμνη τῆς Γαλιλαίας. Ἡ λίμνη αὐτὴ γεμίζει ἀπὸ τὰ νερά, ποὺ χύνει σ’ αὐτὴν ὁ Ἰορδάνης ποταμός. Εἶνε μιὰ λίμνη πολὺ ὄμορφη.
Τὰ χωριά, ποὺ στὰ χρόνια τοῦ Χριστοῦ ἦταν κτισμένα στὶς ὄχθες τῆς λίμνης αὐτῆς, ζοῦσαν ἀπὸ τὸ ψάρεμα. Ψαρᾶδες ἦταν καὶ ὁ Πέτρος, ὁ Ἀνδρέας, ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης. Ἔρριχναν στὴ λίμνη τὰ δίχτυα τούς, ψάρευαν τὴ νύχτα, καὶ ἀπὸ τὴ δουλειά τους ζοῦσαν αὐτοὶ καὶ οἱ πατρικές τους οἰκογένειες. Μεροδούλι – μεροφάϊ. Ἕνας ἀπὸ τοὺς τέσσερις, ὁ Πέτρος, ἦταν ἔγγαμος. -
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ, ἀγαπητοί μου, ὁ ἄνθρωπος στὴν ἀρχὴ ζοῦσε μιὰ ἁπλῆ καὶ εὐχάριστη ζωή. Ζοῦσε μέσα σὲ φυσικὸ περιβάλλον, σ’ ἕναν ὄμορφο κόσμο, ποὺ δημιούργησε ὁ Θεὸς γιὰ χάρη του. Τὸ μέρος, ὅπου ζοῦσε ὁ ἄνθρωπος, ἡ ἁγία Γραφὴ τὸ ὀνομάζει παράδεισο. Εἶνε ἀδύνατο νὰ φαντασθοῦμε τὴν ὀμορφιὰ τοῦ παραδείσου.
Μέσα στὸ ἐκλεκτὸ αὐτὸ κομμάτι τῆς γῆς ζοῦσε ὁ ἄνθρωπος μιὰ ἁπλῆ καὶ εὐχάριστη ζωή. Μὴ νομίσουμε, ὅτι ἦταν ὅλη τὴ μέρα ξαπλωμένος καὶ δὲν ἔκανε τίποτε. Ὄχι! Ὁ Θεὸς δὲν θέλει τὸν ἄνθρωπο τεμπέλη. Ἡ Γραφὴ λέει… -
ΤΑ ΠΑΛΙΑ ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ, ἄγαπητοί μου, προτοῦ νὰ ἔρθῃ ὁ Χριστός, ὑπῆρχαν δοῦλοι. Τί ἦταν οἱ δοῦλοι; Ἀνθρωποι ἦταν φυσικὰ κι αὐτοί, ἀλλὰ δὲν τοὺς λογάριαζαν γιὰ ἀνθρώπους. Δικαιώματα ἀνθρώπου δὲν εἶχαν. Κανένας νόμος δὲν τοὺς προστάτευε. Οἱ κύριοι τοὺς τοὺς ἔκαναν ὅ,τι ἤθελαν. Τοὺς ἔβαζαν στὶς πιὸ βαρειὲς δουλειές. Ἔσκαβαν τὰ χωράφια, κουβαλοῦσαν πέτρες καὶ λάσπη γιὰ νὰ χτίζουν τ’ ἀφεντικὰ τὰ μέγαρά τους, δούλευαν μὲ ἁλυσίδες στὰ πόδια στὰ μεταλλεῖα, στὰ κάτεργα, τραβοῦσαν κουπὶ στὰ πλοῖα, καὶ πάλευαν μὲ ἄγρια θηρία γιὰ νὰ βλέπουν καὶ νὰ διασκεδάζουν οἱ κύριοι τούς. Καμμιὰ πληρωμὴ δὲν ἔπαιρναν γιὰ τίς δουλειὲς ποὺ ἔκαναν. Ἡ τροφή τους ἦταν, ἄθλια.
-
ΜΙΛΗΣΑΜΕ ἀγαπητοί μου, μιλήσαμε καὶ ἄλλοτε γιὰ μιὰ λίμνη, ποὺ καὶ μέχρι σήμερα ὑπάρχει στὸ Ἰσραήλ. Εἶνε μιὰ λίμνη μεγάλη, ὅπως ἡ δική μας λίμνη Μεγάλη Πρέσπα. Ὀνομάζεται λίμνη τῆς Γαλιλαίας. Πρὸς τὸ δυτικὸ μέρος τῆς λίμνης ὑπῆρχαν χωριά, ποὺ κατοικοῦσαν φτωχοὶ ψαρᾶδες. Ὑπῆρχε δὲ καὶ μιὰ πόλις, ἡ Καπερναούμ. Στὴν πόλι αὐτὴ καὶ στὴν περιοχὴ συχνὰ πήγαινε καὶ Χριστός. Ἀγαποῦσε τὸ λαὸ αὐτό. Ἀπὸ τοὺς ψαρᾶδες αὐτοὺς διάλεξε ὁ Χριστὸς τοὺς πιὸ πολλοὺς μαθητάς του. Θρησκευτικοὶ καὶ εὐγενεῖς ἦταν οἱ ἄνθρωποι τῆς περιοχῆς αὐτῆς. Ἀλλὰ πρὸς τὴν ἄλλη πλευρὰ τῆς λίμνης, τὴν ἀνατολική, οἱ ἄνθρωποι ἦταν πολὺ διαφορετικοί. Εἶχαν κάποια ἀγριότητα.
-
ΑΠΕΙΡΑ εἶνε, ἀγαπητοί μου, ἄπειρα εἶνε τὰ θαύματα, ποὺ ἔκανε, κάνει καὶ θὰ κάνῃ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων ὁ ἀληθινὸς Θεός, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, εἰς πεῖσμα τῶν ἀθέων καὶ τῶν ἀπίστων. Θαύματα στὴν ἄψυχη καὶ ἄλογη φύσι, ὅπως λ.χ. ὁ πολλαπλασιασμὸς τῶν πέντε ἄρτων, ἡ κατάπαυσι τῆς τρικυμίας, ἡ ξήρανση τῆς ἄκαρπης συκιᾶς καὶ πολλὰ ἄλλα. Θαύματα ὅμως προπαντὸς στοὺς ἔμψυχους καὶ λογικοὺς ἀνθρώπους ὄχι μόνο θαύματα στὸ σῶμα (ὅπως ἡ ἀνάσταση νεκρῶν, ἡ θεραπεία τυφλῶν, κωφαλάλων, λεπρῶν, δαιμονισμένων, παραλύτων κ.ἄ.), ἀλλὰ καὶ θαύματα ψυχικὰ καὶ πνευματικὰ (ὅπως ὁ συγκλονισμὸς καρδιῶν, ἡ ἀνάνηψις πεπωρωμένων, ἡ μετάνοια ἁμαρτωλῶν, ἡ ἀποκάλυψις ἀποκρύφων λογισμῶν, ἡ προφητεία τῶν μελλόντων, ἡ ἄφεσις ἁμαρτιῶν).
-
ΔYO, ἀγαπητοί μου, δύο εἶνε οἱ σπουδαιότερες αἰσθήσεις τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὅρασις καὶ ἡ ἀκοή.
Ἡ ὅρασις! Μὲ τὰ μάτια βλέπουμε ὅλα τὰ ὡραῖα ποὺ δημιούργησε καὶ Θεός. Βλέπουμε τὸ φυσικὸ κόσμο. Βλέπουμε τοὺς κάμπους καὶ τὰ βουνά. Βλέπουμε τὰ ποτάμια, τίς λίμνες, τίς θάλασσες. Βλέπουμε τὰ δέντρα, τὰ ζῶα, τὰ πουλιά. Βλέπουμε τὸν ἥλιο, τὸ φεγγάρι, τὰ ἄστρα. Βλέπουμε τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Βλέπουμε τὰ ἀγαπητά μας πρόσωπα. Βλέπουμε τὴ μάνα μας.