by admin

ΚΥΡΙΑΚΟΔΡΟΜΙΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΩΝ ΠΕΡΙΚΟΠΩΝ

  • Ο ΧΡΙΣΤΟΣ, αγα­πη­τοί μου, όπως είπα­με και άλλο­τε, δεν έμε­νε πάν­το­τε στον ίδιο τόπο. Πήγαι­νε από πόλι σε πόλι, από χωριό σε χωριό, για να κηρύ­ξη σ’ όλους τους ανθρώ­πους. Και ένα μόνο άνθρω­πο αν συναν­τού­σε, καθό­ταν και τον δίδα­σκε, όπως παρα­δείγ­μα­τος χάριν τη Σαμα­ρεί­τι­δα.
    Ήλιος ήταν ο Χρι­στός, ήλιος πνευ­μα­τι­κός, και ήθε­λε παν­τού να σκορ­πί­ζη τις ακτί­νες της θεί­ας διδα­σκα­λί­ας του, που δια­λύ­ουν τα πυκνά σκο­τά­δια και φωτί­ζουν, θερ­μαί­νουν και γλυ­καί­νουν τις ψυχές.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΕΠΙΚΡΑΤΕΙ, ἀγα­πη­τοί μου, στοὺς πολ­λους ἢ ἰδέα, ὅτι τὸ χρῆ­μα, ὁ παρᾶς, εἶνε παν­το­δύ­να­μος. Ὅποιος ἔχει λεφτά, ἀκοῦς νὰ λένε, κάνει ὅ,τι θέλει. Μὲ τὰ λεφτὰ ἀνοί­γει ὅλες τίς πόρ­τες. Τὰ λεφτὰ εἶνε τὸ χρυ­σὸ κλει­δί. Καὶ μέγα­ρο κτί­ζεις, καὶ μὲ πολυ­τε­λέ­στα­τα ἔπι­πλα τὸ ἐπι­πλώ­νεις, καὶ καλο­ρι­φὲρ βάζεις, καὶ αὐτο­κί­νη­το παίρ­νεις, καὶ ἐκδρο­μὲς κάνεις στὸ ἐσω­τε­ρι­κὸ καὶ στὸ ἐξω­τε­ρι­κό, καὶ τὰ παι­διά σου σπου­δά­ζεις καὶ τὰ στέλ­νεις στὸ ἐξω­τε­ρι­κὸ καὶ γίνον­ται μεγά­λοι ἐπι­στή­μο­νες, καὶ τὰ κορί­τσια σου παν­τρεύ­εις μὲ τοὺς καλύ­τε­ρους γαμ­προύς, καὶ στὰ δικα­στή­ρια βάζεις τοὺς πιὸ δυνα­τοὺς δικη­γό­ρους, καὶ ὅπου συναν­τή­σῃς δυσκο­λί­ες, πλη­ρώ­νεις καὶ βγαί­νεις ἀπ’ τίς δυσκο­λί­ες. Ἅμα ἔχῃς λεφτά, ἔχεις ὅλα τὰ μέσα. Ὁ παρᾶς εἶνε χαμο­θε­ός! Αὐτὸ τὸ θεό, τὸ μαμω­νά, πέφτουν καὶ προ­σκυ­νοῦν ἑκα­τομ­μύ­ρια ἄνθρω­ποι.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΣΗΜΕΡΑ, ἀγα­πη­τοί μου, σ’ ὅλους τοὺς ναοὺς δια­βά­στη­κε τὸ Εὐαγ­γέ­λιο ποὺ περιέ­χει τὴν παρα­βο­λὴ τοῦ καλοῦ Σαμα­ρεί­του.
    Ἡ παρα­βο­λὴ αὐτὴ εἶνε μιὰ ἀπὸ τίς ὡραιό­τε­ρες παρα­βο­λὲς ποὺ εἶπε ὁ Χρι­στός. Μιὰ παρα­βο­λή, ποὺ δεί­χνει ὄχι μόνο τὸ δρό­μο ποὺ ὁδη­γεῖ τὸν ἄνθρω­πο στὸν οὐρα­νό, ἀλλὰ καί το δρό­μο ποὺ ὁδη­γεῖ τὸν ἄνθρω­πο στὴν κοι­νω­νι­κὴ εὐτυ­χία.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • Ὁ ΑΝΘΡΩΠΟΣ, ἀγα­πη­τοί μου, εἶνε ἕνα θαυ­μά­σιο ἀρι­στούρ­γη­μα. Καὶ ὅσο κανεὶς διὰ τῆς ἐπι­στή­μης το ἔρευ­να, τόσο περισ­σό­τε­ρο θαυ­μά­ζει το Δημιουρ­γό, ποὺ ἐκ τοῦ μηδε­νὸς τὸ δημιούρ­γη­σε. Γιὰ πολ­λὰ πράγ­μα­τα εἶνε θαυ­μα­στὸς ὁ ἄνθρω­πος. Γίνε­ται ὅμως ἀκό­μη πιὸ θαυ­μα­στός, ὅταν κανεὶς σκε­φθῇ, ὅτι, σύμ­φω­να μὲ τὴν ἁγία Γρα­φή, πλά­σθη­κε νὰ εἶνε ἀθά­να­τος.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΗΤAN, λέει τὸ σημε­ρι­νὸ Εὐαγ­γέ­λιο, Σάβ­βα­το, ὅταν ὁ Χρι­στὸς πῆγε σὲ μιὰ συνα­γω­γή. Τὸ Σάβ­βα­το οἱ Ἑβραῖ­οι τὸ ἔχουν σὰν ἡμέ­ρα λατρεί­ας τοῦ Θεοῦ. Τὴν ἡμέ­ρα αὐτὴ ἀπα­γο­ρεύ­ε­ται ἡ ἐργα­σία. Ἡ ἐντο­λὴ τοῦ Δεκα­λό­γου λέει: «Ἕξι ἡμέ­ρες τῆς ἑβδο­μά­δος ἐργα­σία, ἀλλὰ τὸ Σάβ­βα­το πρέ­πει νὰ εἶνε ἀφιε­ρω­μέ­νο στὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ» (Ἔξ. 20, 9–10). Αὐστη­ρὰ τηροῦ­σαν τὴν ἐντο­λὴ αὐτὴ οἱ Ἰου­δαῖ­οι. Ὅποιος παρέ­βαι­νε τὴν ἐντο­λὴ καὶ δού­λευε τὴν ἡμέ­ρα τοῦ Σαβ­βά­του, τιμω­ροῦν­ταν μὲ αὐστη­ρὴ τιμω­ρία. Ἕνας Ἑβραῖ­ος, ἀνα­φέ­ρει ἡ ἱστο­ρία τῆς Παλαιᾶς Δια­θή­κης, ποὺ τὸ Σάβ­βα­το τόλ­μη­σε νὰ βγὴ ἔξω ἀπὸ τὴν πόλι καὶ νὰ πάη στὸ βου­νὸ νὰ κόψῃ ξύλα, δικά­στη­κε γιὰ τὴν παρά­βα­ση τῆς ἐντο­λῆς καὶ κατα­δι­κά­στη­κε σέ θάνα­το.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΑΚΟΥΣΑΤΕ, ἀγα­πη­τοί, τὸ σημε­ρι­νὸ Εὐαγ­γέ­λιο. Ἕνας, λέει, ἄνθρω­πος θέλη­σε νὰ τιμή­σῃ τοὺς φίλους του. Ἑτοί­μα­ζε τρα­πέ­ζι. Φρόν­τι­σε νὰ μὴ λεί­ψῃ τίπο­τε. Ὅταν ἦταν ὅλα ἕτοι­μα, ἔστει­λε τὸ δοῦ­λο του νὰ εἰδο­ποι­ή­σῃ τοὺς φίλους του νὰ ἔρθουν στὸ τρα­πέ­ζι. Ὁ δοῦ­λος πῆγε καὶ τοὺς κάλε­σε. Ἀλλὰ τί περί­ερ­γο πρᾶγ­μα! Ἐνῶ θὰ περί­με­νε κανείς, ὅλοι αὐτοὶ ποὺ κάλε­σε ὁ δοῦ­λος νὰ δεχθοῦν μὲ εὐχα­ρί­στη­σε τὴν πρό­σκλη­ση καὶ νὰ τρέ­ξουν νὰ πᾶνε στὸ τρα­πέ­ζι, αὐτοὶ ἀρνή­θη­καν, καὶ δικαιο­λο­γῶν­τας τὴν ἄρνη­σί τους εἶπαν: Ὁ πρῶ­τος «Ἀγό­ρα­σα χωρά­φι καὶ πρέ­πει νὰ πάω νὰ τὸ δῶ…».… Ὁ δεύ­τε­ρος

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΑΚΟΥΣΑΤΕ, ἀγα­πη­τοί, τὸ Εὐαγ­γέ­λιο. Δέκα ἦταν. Καὶ οἱ δέκα ἀσθε­νεῖς. Ἔπα­σχαν ἀπὸ ἀσθέ­νεια φοβε­ρή. Θεὸς φυλά­ξοι! Λέπρα ἦταν ἡ ἀσθέ­νειά τους. Λέπρα! Ἀσθέ­νεια πολὺ βασα­νι­στι­κή. Τὸ δέρ­μα γεμί­ζει ἀπὸ πλη­γές. Φαγού­ρα αἰσθά­νε­ται ὁ ἀσθε­νὴς ξύνε­ται συνε­χῶς ὕπνος δὲν τὸν παίρ­νει. Τὸ δέρ­μα κοκ­κι­νί­ζει, γεμί­ζει ἀπὸ κάτι λέπια σὰν τὰ λέπια ποὺ ἔχουν τὰ ψάρια. Σαπί­ζουν τὰ κρέ­α­τα. Παρα­μορ­φώ­νε­ται τὸ πρό­σω­πο. Ὁ πιὸ ὄμορ­φος ἄνθρω­πος γίνε­ται ὁ πιὸ ἄσχη­μος.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΕΝΑΣ, ἀγα­πη­τοί, λέει τὸ σημε­ρι­νὸ Εὐαγ­γέ­λιο, ἕνας ἄνθρω­πος πλη­σί­α­σε τὸ Χρι­στό. Ὁ ἄνθρω­πος αὐτὸς δὲν ἦταν φτω­χὸς γιὰ νὰ ζητή­σῃ βοή­θεια. Δὲν ἦταν ἄρρω­στος γιὰ νὰ ζητή­σῃ τὴ θερα­πεία του. Δὲν ἦταν γέρος ποὺ ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα περι­μέ­νει το θάνα­το κ’ ἔχει ἀνάγ­κη ἀπὸ παρη­γο­ριὰ γιὰ τὸ μεγά­λο ταξί­δι ποὺ θὰ κάνῃ στὸν ἄλλο κόσμο. Ἀντί­θε­τα, ὁ ἄνθρω­πος ποὺ πλη­σί­α­σε τὸ Χρι­στὸ ἦταν πλού­σιος, ἄρχον­τας, ὑγι­ής, νέος ἀκό­μη. Πλού­τη, δόξα, δύνα­μη, ὑγεία, νεό­τη­τα, ὅλα τὰ εἶχε. Ἕνας ἄλλος στὴ θέση του θάνα­το ποτὲ δὲν θὰ σκε­πτό­ταν. Θὰ νόμι­ζε πῶς θὰ ζήσῃ μὲ τὰ βου­νὰ κι ὅτι ἡ ζωὴ αὐτὴ δὲν θὰ χὴ τέλος.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΤΟ σημε­ρι­νό, ἀγα­πη­τοί μου, τὸ σημε­ρι­νὸ ἱερὸ Εὐαγ­γέ­λιο περι­γρά­φει ἕνα θαῦ­μα καὶ τοῦ Χρι­στοῦ. Καθὼς ὁ Χρι­στὸς πλη­σί­α­ζε στὴν Ἰερι­χώ, ποὺ βρί­σκε­ται κον­τὰ στὰ Ἱερο­σό­λυ­μα, ἕνας τυφλὸς καθό­ταν στὸ ἄκρο τοῦ δρό­μου καὶ ζητοῦ­σε ἐλεη­μο­σύ­νη ἀπὸ τοὺς περα­στι­κούς. Ἀκού­γον­τας κόσμο νὰ περ­νᾷ, ρώτη­σε νὰ μάθω τί συμ­βαί­νει. Αὐτοὶ ποὺ ἦταν κον­τά του τοῦ ἀπήν­τη­σαν: «Ἰησοῦς ὁ Ναζω­ραῖ­ος παρέρ­χε­ται», δηλα­δὴ Περ­νᾷ ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζω­ραῖ­ος. Τότε ὁ τυφλὸς ἄρχι­σε νὰ φωνά­ζῃ δυνα­τὰ καὶ νὰ ζητᾷ ἀπὸ τὸ Χρι­στὸ νὰ τὸν θερα­πεύ­σῃ.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΕΝΑ ΣΠΙΤΙ, ἀγα­πη­τοί, ἕνα σπί­τι κιν­δύ­νευε νὰ πέσῃ. Τί; Δὲν ἦταν καλὰ χτι­σμέ­νο; Ὑπάρ­χουν σπί­τια ποὺ δὲν χτί­ζον­ται στε­ρεά. Δὲν ἔχουν γερὰ θεμέ­λια. Γι’ αὐτό, ὅταν συμ­βῇ νερο­πον­τὴ ἢ γίνῃ σει­σμός, τὰ σπί­τια αὐτὰ δὲν ἀντέ­χουν οὔτε στὴν πλημ­μύ­ρα οὔτε στὸ σει­σμό, ἀλλὰ πέφτουν ἀμέ­σως. Κι ἀλλοί­μο­νο σ’ ἐκεί­νους ποὺ κατοι­κοῦν μέσα. Ἀλλὰ τὸ σπί­τι, γιὰ τὸ ὁποῖο μιλᾶ­με, ἦταν καλὰ χτι­σμέ­νο. Ἦταν, ὅπως τὸ φαν­τα­ζό­με­θα, ἕνα ἀπὸ τὰ καλύ­τε­ρα σπί­τια ποὺ εἶχε μιὰ ἐπαρ­χια­κὴ πόλις. Ἦταν σπί­τι — μέγα­ρο. Μέσα στὸ σπί­τι αὐτὸ κατοι­κοῦ­σε ἕνας πλού­σιος. Τὸ ὄνο­μά του Ζακ­χαῖ­ος. Ὅλοι ὅσοι περ­νοῦ­σαν καὶ ἔβλε­παν τὸ σπί­τι, ζήλευαν το νοι­κο­κύ­ρη του.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΕΙΝΕ Πρωϊ. Ὁ ἥλιος δὲν βγῆ­κε ἀκό­μη. Δύο ἄνθρω­ποι Ὁ θεός, ξύπνη­σαν, πλύ­θη­καν, ντύ­θη­καν στὰ γιορ­τι­νά τους καὶ χαρού­με­νοι βγαί­νουν ἀπὸ τὸ σπί­τι τους. Ποῦ πηγαί­νουν; Σὲ γάμο, σὲ χορό, σὲ δια­σκε­δά­σεις; Ὀχι. Πηγαί­νουν νὰ συναν­τή­σουν το Βασι­λιᾶ. Πηγαί­νουν στὸ ἀνά­κτο­ρο. Κάτι ἀνώ­τε­ρο πηγαί­νουν στὴν ἐκκλη­σία. Αὐτὴ εἶνε τὸ παλά­τι τοῦ Θεοῦ. Ώ ἡ ἐκκλη­σία! Ὑπάρ­χει ἄλλο σπί­τι ἀνώ­τε­ρο; Ἐκεῖ πηγαί­νουν. Καὶ ὅμως ὑπάρ­χουν ἄνθρω­ποι, ποὺ δὲν πᾶνε στὴν ἐκκλη­σία. Κάπο­τε βέβαια θὰ πᾶνε. Θὰ τοὺς πᾶνε μιὰ μέρα, ὅταν πεθά­νουν. Μὰ τότε τί τὸ ὄφε­λος; Τώρα ποὺ εἴμα­στε ζων­τα­νοὶ πρέ­πει νὰ πηγαί­νου­με στὴν ἐκκλη­σία. Καὶ ἀλλοί­μο­νο ἂν δὲν πηγαί­νου­με. Δὲν πρέ­πει νὰ λεγό­μα­στε ἄνθρω­ποι. Για­τί ἄνθρω­πος λέγε­ται ἐκεῖ­νος, ποὺ δὲν ἔχει σκυμ­μέ­νο τὸ κεφά­λι στὴ γῆ σὰν τὰ κτή­νη, ἀλλὰ σηκώ­νει τὰ μάτια του καὶ βλέ­πει τὸν οὐρα­νό, κάνει τὴν προ­σευ­χή του καὶ δοξά­ζει το Θεό. Ἄνθρω­ποι, «ἄνω σχῶ­μεν τὰς καρ­δί­ας», φωνά­ζει ἡ Ἐκκλη­σία μας.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΥΠΗΡΧΕ, ἀγα­πη­τοί μου, ἕνας πατέ­ρας καλὸς πατέ­ρας. Τέτοιος πατέ­ρας δὲν ὑπῆρ­χε ἄλλος. Ἦταν γεμᾶ­τος στορ­γὴ στὰ δυό του παι­διά. Φρόν­τι­ζε νὰ μὴν τοὺς λεί­πῃ τίπο­τε. Ζοῦ­σαν εὐτυ­χι­σμέ­να. Τὰ ἔβλε­πε ὁ κόσμος καὶ τὰ ζήλευε. Τί εὐτυ­χι­σμέ­να παι­διά! Ζοῦ­σαν σὰν πριγ­κι­πό­που­λα.
    Ἀλλὰ μιὰ μέρα ἕνας ξένος, ποὺ φθο­νοῦ­σε τὴν εὐτυ­χία τῶν παι­διῶν, πλη­σί­α­σε τὸ νεώ­τε­ρο παι­δί. Ὦ τὸν κακό, ὦ τὸν κατα­ρα­μέ­νο ἄνθρω­πο! Σὰν νὰ τὸν ἀκούω νὰ λέη στὸ νεώ­τε­ρο παι­δὶ τοῦ καλοῦ πατέ­ρα

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • Ἡ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ, ἀγα­πη­τοί, εἶνε ἀναγ­καῖα. Χωρὶς δικαιο­σύ­νη κοι­νω­νία δὲν μπο­ρεῖ νὰ στα­θῇ. Ἀργὰ ἢ γρή­γο­ρα θὰ δια­λυ­θῇ καὶ θὰ γίνῃ φωλιὰ θηρί­ων, ζούγ­κλα, ὅπου ἕνας νόμος βασι­λεύ­ει, ἡ βία, τὸ δίκαιο τοῦ ἰσχυ­ρο­τέ­ρου. Στὴ ζούγ­κλα τὰ δυνα­τὰ θηρία κατα­σπα­ρά­ζουν καὶ τρῶ­νε τὰ πιὸ ἀδύ­να­τα. Ἀλλοί­μο­νο, ἂν ὁ νόμος αὐτὸς ἐπι­κρα­τή­σῃ καὶ στὶς ἀνθρώ­πι­νες κοι­νω­νί­ες. Γιὰ νὰ μὴν καταν­τή­σουν οἱ κοι­νω­νί­ες κοπά­δια ἀγρί­ων θηρί­ων, ποὺ κατα­σπα­ρά­ζον­ται καὶ τρώ­γον­ται μετα­ξύ τους, εἶνε ἀναγ­καία ἡ δικαιο­σύ­νη.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΑΥΡΙΟ, ἀγα­πη­τοί μου,ἀρχίζει ἡ Μεγά­λη Τεσ­σα­ρα­κο­στή. Εἶνε δὲ ἡ Μεγά­λη Τεσ­σα­ρα­κο­στὴ προ­ε­τοι­μα­σία γιὰ τὴν πιὸ μεγά­λη ἑορ­τὴ τῆς πίστε­ώς μας, γιὰ τὸ Πάσχα. Καὶ ὅπως μιὰ κόρη ποὺ πρό­κει­ται νὰ κάνῃ γάμο προ­ε­τοι­μά­ζε­ται ἀπὸ πολὺν και­ρό, ἔτσι καὶ ἐμεῖς οἱ ὀρθό­δο­ξοι χρι­στια­νοὶ τίς ἅγιες αὐτὲς μέρες, ποὺ ὁ Χρι­στὸς ὡς νυμ­φί­ος ἔρχε­ται γιὰ νὰ τελέ­σῃ γάμο, γιὰ νὰ ἑνω­θῇ δηλα­δὴ μὲ κάθε ψυχὴ ποὺ τὸν ἀγα­πᾷ φλο­γε­ρὰ καὶ τὸν λατρεύ­ει, πρέ­πει ὅλοι νὰ προ­ε­τοι­μα­στοῦ­με. «Ἰδοὺ ὁ Νυμ­φί­ος ἔρχε­ται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός…», θ’ ἀκού­σου­με τὸ βρά­δυ τῆς Κυρια­κῆς τῶν Βαΐ­ων.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
  • ΔΥΟ ΠΡΟΣΩΠΑ, ἀγα­πη­τοί, δυὸ πρό­σω­πα μᾶς παρου­σιά­ζει τὸ σημε­ρι­νὸ Εὐαγ­γέ­λιο. Φίλιπ­πος ὁ ἕνας, Ναθα­να­ὴλ ὁ ἄλλος. Ἦταν φίλοι. Ἀλλὰ τί φίλοι! Φίλοι σπά­νιοι. Ἡ φιλία τους δὲν ἦταν σὰν τίς ψεύ­τι­κες φιλί­ες τῶν ἄλλων ἀνθρώ­πων, ποὺ στη­ρί­ζον­ται στὰ λεφτά, σὲ ἰδιο­τε­λῆ καὶ ἁμαρ­τω­λὰ συμ­φέ­ρον­τα. Ὁ Φίλιπ­πος καὶ ὁ Ναθα­να­ὴλ δὲν ἦταν φίλοι σὲ χορούς, σὲ μεθύ­σια, σὲ ἀσω­τί­ες, ποὺ κάνουν τοὺς ἀνθρώ­πους νὰ ἑνώ­νων­ται προ­σω­ρι­νά, νὰ κάνουν παρέ­ες καὶ σὰν πει­να­σμέ­να κοπά­δια νὰ τρέ­χουν γιὰ νὰ βροῦν αὐτὸ ποὺ ζητοῦν.

    0 FacebookTwitterPinterestEmail
elGreek